Ποια Είναι η Άποψις της Βίβλου;
Τι Σημαίνει η «Γέννησις Άνωθεν»;
ΜΙΑ ΒΑΣΙΚΗ απαίτησις για επιτυχή είσοδο στην ουράνια βασιλεία είναι να ‘γεννηθή τις άνωθεν.’ Ο Ιησούς Χριστός είπε τα εξής στον Ιουδαίο άρχοντα Νικόδημο: «Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή άνωθεν, δεν δύναται να ίδη την βασιλείαν του Θεού.» (Ιωάν. 3:3) Αλλά τι σημαίνει το να «γεννηθή τις άνωθεν»; Για να πάρωμε την απάντησι σ’ αυτό το ερώτημα, πρέπει να εξετάσωμε τι ακριβώς ήθελε να τονίση ο Ιησούς στον Νικόδημο.
Αναφερόμενος στη συζήτησι μεταξύ του Υιού του Θεού και του Νικόδημου, ο απόστολος Ιωάννης έγραψε: «Λέγει προς αυτόν ο Νικόδημος· Πώς δύναται άνθρωπος να γεννηθή γέρων ων; μήποτε δύναται να εισέλθη δευτέραν φοράν εις την κοιλίαν της μητρός αυτού και να γεννηθή; Απεκρίθη ο Ιησούς· Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, εάν τις δεν γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος, δεν δύναται να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού. Το γεγεννημένον εκ της σαρκός είναι σαρξ και το γεγεννημένον εκ του πνεύματος είναι πνεύμα. Μη θαυμάσης ότι σοι είπον, πρέπει να γεννηθήτε άνωθεν. Ο άνεμος όπου θέλει πνέει, και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλά δεν εξεύρεις πόθεν έρχεται και πού υπάγει· ούτως είναι πας, όστις εγεννήθη εκ του πνεύματος.»—Ιωάν. 3:4-8.
Τα λόγια του Ιησού δείχνουν ότι περιλαμβάνεται εδώ η πνευματική αναγέννησις και ότι και το νερό και το πνεύμα παίζουν ρόλο σ’ αυτή. Αλλά πώς μπορεί ένα άτομο να «γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος»;
Η απάντησις σ’ αυτό το ερώτημα γίνεται εμφανής όταν αναλογισθούμε το έργο του Ιωάννου του Βαπτιστού. Σε μια περίπτωσι ο Ιησούς Χριστός είπε τα εξής: «Ο νόμος και οι προφήται έως Ιωάννου υπήρχον· από τότε η βασιλεία του Θεού ευαγγελίζεται, και πας τις βιάζεται να εισέλθη εις αυτήν.» (Λουκ. 16:16) Έτσι, η δραστηριότης του Ιωάννου του Βαπτιστού ήταν μια προκαταρκτική διευθέτησις για άτομα από τον δικό του λαό ώστε να μπορέσουν να εισέλθουν στην ουράνια βασιλεία.
Μόνο αν ενεργούσε σε αρμονία με ό,τι διεκήρυττε ο Ιωάννης θα μπορούσε ένας Ιουδαίος να επωφεληθή από την ευκαιρία ν’ απολαύση το θαυμαστό προνόμιο, όπως είπε ο Ιησούς στους άπιστους θρησκευτικούς ηγέτας του Ιουδαϊσμού: «Αληθώς σας λέγω ότι οι τελώναι και αι πόρναι υπάγουσιν πρότερον υμών εις την βασιλείαν του Θεού. Διότι ήλθε προς υμάς ο Ιωάννης εν οδώ δικαιοσύνης, και δεν επιστεύσατε εις αυτόν· σεις δε ιδόντες δεν μετεμελήθητε ύστερον, ώστε να πιστεύσητε εις αυτόν.»—Ματθ. 21:31, 32.
Αυτές οι πόρνες και οι τελώναι, επομένως, είχαν κάμει το δι’ ύδατος βάπτισμα του Ιωάννου. Φυσικά, το βάπτισμα αυτό καθ’ εαυτό δεν έκανε τα άτομα άξια για την ουράνια βασιλεία. Αυτό φαίνεται καθαρά απ’ ό,τι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είπε σε ωρισμένους Φαρισαίους και Σαδδουκαίους που ήθελαν να βαπτισθούν: «Γεννήματα εχιδνών, τις έδειξεν εις εσάς να φύγητε από της μελλούσης οργής; Κάμετε λοιπόν καρπούς αξίους της μετανοίας.» (Ματθ. 3:7, 8) Επομένως, ‘η γέννησις εξ ύδατος’ περιλαμβάνει το δι’ ύδατος βάπτισμα, αλλά πριν από το βάπτισμα προηγείται η μετάνοια και η μεταστροφή από την εσφαλμένη πορεία. Αυτή είναι μια απαίτησις για να γίνη ένα άτομο μέλος της βασιλείας των ουρανών.
Ένα άτομο, όμως, για να γεννηθή εκ του πνεύματος πρέπει να κάμη ένα άλλο επί πλέον βάπτισμα. Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής επέστησε την προσοχή σ’ αυτό, λέγοντας: «Εγώ μεν σας βαπτίζω εν ύδατι εις μετάνοιαν· ο δε οπίσω μου ερχόμενος [ο Χριστός] είναι ισχυρότερος μου, . . . αυτός θέλει σας βαπτίσει εν πνεύματι αγίω.»—Ματθ. 3:11.
Την ημέρα της Πεντηκοστής του έτους 33 μ.Χ.,120 περίπου βαπτισμένοι μαθηταί του Ιησού Χριστού έλαβον πείρα ενός τέτοιου βαπτίσματος με πνεύμα άγιον. Η ορατή απόδειξις του βαπτίσματος των, ήταν η δύναμις που έλαβαν να ομιλούν ξένες γλώσσες. Εξηγώντας το γεγονός ότι ο Ιησούς Χριστός ήταν εν μέρει υπεύθυνος γι’ αυτό, ο απόστολος Πέτρος είπε στο συγκεντρωμένο πλήθος: «Αφού λοιπόν υψώθη δια της δεξιάς του Θεού και έλαβε παρά του Πατρός την επαγγελίαν του αγίου πνεύματος, εξέχεε τούτο, το οποίον τώρα σεις βλέπετε και ακούετε.»—Πράξ. 2:33.
Έτσι, με το να γεννηθούν εκ πνεύματος, αυτοί οι μαθηταί έγιναν αποκυημένοι από το πνεύμα υιοί του Θεού, με την προοπτική της αιωνίου ζωής. Αυτοί είναι συγκληρονόμοι με τον Ιησού Χριστό στη Βασιλεία. Σχολιάζοντας αυτό το γεγονός στην επιστολή του προς τους πιστούς στη Ρώμη, ο Χριστιανός απόστολος Παύλος έγραφε: «Ελάβετε πνεύμα υιοθεσίας, δια του οποίου κράζομεν Αββά, ο Πατήρ. Αυτό το πνεύμα συμμαρτυρεί με το πνεύμα υμών ότι είμεθα τέκνα Θεού. Εάν δε τέκνα και κληρονόμοι, κληρονόμοι μεν Θεού, συγκληρονόμοι δε Χριστού.»—Ρωμ. 8:15-17.
Όπως ακριβώς είπε ο Ιησούς στον Νικόδημο, τα άτομα που ‘έχουν γεννηθή εκ πνεύματος’ είναι σαν τον άνεμο. Με ποιον τρόπο; Λόγω του ότι η αρχική η Πηγή της πνευματικής των γεννήσεως είναι ο Ιεχωβά Θεός. Αυτό δεν μπορούν να το διακρίνουν οι άνθρωποι γενικά, όπως ακριβώς δεν μπορούν να δουν τον άνεμο όταν φυσά. Ίσως ακούουν το θόρυβο που κάνει ο άνεμος και βλέπουν τα αποτελέσματά του. Ομοίως, μπορεί να παρατηρούν τα αποτελέσματα που έχει το πνεύμα του Θεού σ’ εκείνους που ‘έχουν γεννηθή εκ πνεύματος.’ Αλλά δεν μπορούν πλήρως ν’ αντιληφθούν την αιτία αυτών των αποτελεσμάτων ούτε να εννοήσουν τον ουράνιο προορισμό εκείνων των αναγενημένων ατόμων.
Το Γραφικό βιβλίο της Αποκαλύψεως δίνει τον ωρισμένο αριθμό εκείνων που θα βασιλεύσουν με τον Ιησού Χριστό. Διαβάζομε τα εξής: «Και ιδού Αρνίον [ο Ιησούς Χριστός, ο οποίος απέθανε θυσιαστικό θάνατο σαν αμνός που προσφέρεται για θυσία] ιστάμενον επί το Όρος Σιών, και μετ’ αυτού εκατόν τεσσαράκοντα τέσσαρες χιλιάδες, έχουσαι το όνομα του Πατρός αυτού γεγραμμένον επί των μετώπων αυτών . . . Ούτοι είναι οι ακολουθούντες το Αρνίον όπου αν υπάγη. Ούτοι ηγοράσθησαν από των ανθρώπων [όχι μόνο από ένα έθνος σαν τους Ισραηλίτας] απαρχή εις τον Θεόν και εις το Αρνίον.»—Αποκάλ. 14:1-4.
Αλλά τι θα γίνη με τους υπόλοιπους ανθρώπους; Πρέπει και αυτοί να ‘αναγεννηθούν’ σαν τους 144.000; Όχι, διότι δεν θα γίνουν όλοι εκείνοι που τυγχάνουν της επιδοκιμασίας του Θεού σύντροφοι του Ιησού Χριστού στη βασιλεία του. Η πλειονότης θα είναι επίγειοι υπήκοοι της βασιλείας του Θεού υπό τον Χριστό. Ως επίγειοι υπήκοοι της βασιλείας, θα παραστούν μάρτυρες της εκπληρώσεως των λόγων της Αποκαλύψεως 21:4: «Και θέλει εξαλείψει ο Θεός παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών, και ο θάνατος δεν θέλει υπάρχει πλέον, ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος δεν θέλουσιν υπάρχει πλέον· διότι τα πρώτα παρήλθον.» Αφού, αυτοί έχουν επίγειες προσδοκίες, δεν είναι αναγεννημένοι από το πνεύμα του Θεού. Αυτή η αναγέννησις εμφυτεύει σ’ ένα άτομο την ουράνια ελπίδα—μια ελπίδα που δεν έχουν οι επίγειοι υπήκοοι της Βασιλείας. Εν τούτοις, το πνεύμα του Θεού επενεργεί σε όλους τους δούλους του, όπως ακριβώς συνέβαινε με όλους τους πιστούς άνδρες και γυναίκες των προχριστιανικών χρόνων. Αυτό τους βοηθεί ν’ αντανακλούν τους καρπούς του πνεύματος στη ζωή τους—«αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια.»—Γαλ. 5:22, 23.
Έτσι, λοιπόν, οι μόνοι που ‘ γεννώνται άνωθεν’ είναι τα άτομα που θα συμβασιλεύσουν με τον Ιησού Χριστό στον ουρανό. Εγεννήθησαν «εξ ύδατος και πνεύματος,» πράγμα που σημαίνει ότι βαπτίσθησαν στο νερό και έχουν τη μαρτυρία του πνεύματος ότι έχουν υιοθετηθή από τον Θεό. Χωρίς να έχουν «γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος» δεν θα μπορούσαν ποτέ να ελπίζουν ότι θα κληρονομήσουν την ουράνια βασιλεία.