Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Στο Ματθαίος 1:1 αναγινώσκομε: «Βίβλος της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού, υιού του Δαβίδ, υιού, του Αβραάμ.» Στην επιστολή προς Ρωμαίους 3:24 αναγινώσκομε: «Δικαιούνται δε δωρεάν [οι πιστεύσαντες αμαρτωλοί] με την χάριν αυτού, δια της απολυτρώσεως της εν Χριστώ Ιησού.» Ποια είναι η διαφορά μεταξύ Ιησού Χριστού και Χριστού Ιησού;
Οι Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές αρχίζουν με την έκφρασι Ιησούς Χριστός στο Ματθαίος 1:1 και στο Μάρκος 1:1. Τελειώνουν με την ίδια έκφρασι στην Αποκάλυψι 22:21. Ο απόστολος Παύλος εισήγαγε την έκφρασι Χριστός Ιησούς, στην επιστολή προς Ρωμαίους 3:24, αυτός δε είναι ο μόνος Βιβλικός συγγραφεύς που χρησιμοποιεί αυτή την έκφρασι, εκτός από δύο χρήσεις της εκφράσεως αυτής από τον απόστολο Πέτρο στην πρώτη του επιστολή.—1 Πέτρ. 5:10, 14.
Η λέξις «Ιησούς» είναι όνομα, που σημαίνει «ο Ιεχωβά είναι σωτηρία.» Ο άγγελος είπε στον μέλλοντα θετό πατέρα του Ιωσήφ: «Θέλεις καλέσει το όνομα αυτού Ιησούν· διότι αυτός θέλει σώσει τον λαόν αυτού από των αμαρτιών αυτών.» (Ματθ. 1:21) Αφ’ ετέρου, η λέξις «Χριστός» είναι ένας τίτλος, που σημαίνει «κεχρισμένος». Σημαίνει το ίδιο όπως Μεσσίας, που είναι λέξις Εβραϊκής προελεύσεως. Αυτός ο τίτλος Χριστός ή Μεσσίας εχρησιμοποιήθη στις προφητικές Γραφές πριν από το πρώτο έτος της Χριστιανικής Εποχής για να προείπη την έλευσι εκείνου, τον οποίον θα έχριε ο Θεός με το πνεύμα του για να είναι Βασιλεύς του νέου κόσμου της δικαιοσύνης, αλλά χωρίς να προείπη απ’ ευθείας το επίγειό του όνομα. (Δαν. 9:25, 26· Ψαλμ. 2:2) Ομοίως, στην ανθρώπινη γέννησί του, ο ευαγγελιστής άγγελος είπε στους ποιμένας που ήσαν έξω στους αγρούς κοντά στη Βηθλεέμ: «Σήμερον εγεννήθη εις εσάς εν πόλει Δαβίδ σωτήρ, όστις είναι Χριστός Κύριος.» (Λουκ. 2:11) Σημειώστε τη λεκτική διάταξι, όχι ‘Κύριος Χριστός’, αλλά, «Χριστός Κύριος».
Ο τίτλος Χριστός θα μπορούσε να προστεθή στο προσωπικό όνομα Ιησούς μετά το εν ύδατι βάπτισμά του και αφού εχρίσθη με το πνεύμα του Ιεχωβά, οπότε έγινε Χριστός ή ο Χριστός. Αφού ο Σίμων Πέτρος έκαμε την ομολογία του ότι ο Ιησούς ήταν «ο Χριστός, ο Υιός του Θεού του ζώντος,» ο Ιησούς «παρήγγειλεν εις τους μαθητάς αυτού να μη είπωσι προς μηδένα, ότι αυτός είναι Ιησούς ο Χριστός.» (Ματθ. 16:13-20) Όταν ο Ιησούς εξέβαλε δαιμόνια από δαιμονιζομένους Ιουδαίους και τα δαιμόνια αυτά έκραζαν: «Συ είσαι ο Χριστός ο Υιός του Θεού,» ο Ιησούς τα επετίμησε και «δεν άφινε να λαλώσιν, επειδή εγνώριζον αυτόν ότι είναι ο Χριστός.» (Λουκ. 4:41) Όταν, λοιπόν, ο Ιησούς ήταν επάνω στη γη, κανείς ποτέ δεν τον κάλεσε Ιησούν Χριστόν. Ο ίδιος ήταν ο μόνος που εχαρακτήρισε τον εαυτό του ως Ιησούν Χριστόν, αυτό δε έγινε μια φορά μόνο, κατ’ ιδίαν, όταν προσηύχετο με τους μαθητάς του λίγο πριν θανατωθή. Προσηυχήθη τα εξής: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.»—Ιωάν. 17:3.
Πολύ προφανές, λοιπόν, είναι ότι η έκφρασις Ιησούς Χριστός, την οποίαν ανέλαβαν κατόπιν οι απόστολοί του, σημαίνει Ιησούς, ο οποίος κατόπιν έγινε ο Κεχρισμένος του Ιεχωβά· ο Ιησούς, ο οποίος καθιερώθη με το χρίσμα του Ιεχωβά. Γι’ αυτό, την Πεντηκοστή του έτους 33 (μ.Χ.), ο Πέτρος είπε: «Βεβαίως λοιπόν ας εξεύρη πας ο οίκος του Ισραήλ, ότι ο Θεός Κύριον και Χριστόν έκαμεν αυτόν τούτον τον Ιησούν, τον οποίον σεις εσταυρώσατε.» Για πρώτη φορά, λοιπόν, ο Πέτρος εχρησιμοποίησε την έκφρασι στους αισθανομένους τύψεις συνειδήσεως Ιουδαίους: «Μετανοήσατε, και ας βαπτισθή έκαστος υμών εις το όνομα του Ιησού Χριστού, εις άφεσιν αμαρτιών· και θέλετε λάβει την δωρεάν του αγίου πνεύματος.»—Πράξ. 2:36-38.
Στην άλλη έκφρασι, Χριστός Ιησούς, ο απόστολος Παύλος θέτει τον τίτλο Χριστός πριν από το προσωπικό όνομα Ιησούς. Αυτό αντιστοιχεί με την τοποθέτησι του επισήμου τίτλου πριν από κάθε άλλο όνομα ενός αξιωματούχου, όπως λόγου χάριν, Βασιλεύς Δαβίδ, Βασιλεύς Σολομών, Κυβερνήτης Ζοροβάβελ. Συνεπώς, η έκφρασις Χριστός Ιησούς εφιστά την προσοχή μας πρώτα στο αξίωμα που κατέχεται ή κρατείται, και κατόπιν προσδιορίζει τον αξιωματούχον. «Χριστός Ιησούς», λοιπόν, σημαίνει ο Κεχρισμένος του Ιεχωβά που έχει το επίγειο όνομα Ιησούς. Κατά γράμμα σημαίνει «Κεχρισμένος Ιησούς,» και μας υπενθυμίζει αμέσως ότι ο Ιησούς είναι ο επίσημος Δούλος του Ιεχωβά, και πρέπει να τιμηθή ως τοιούτος Δούλος, αφού αυτός είναι ο μόνος που κατέχει αυτό το αξίωμα σε εκπλήρωσι των Βιβλικών προφητειών. Μολονότι ο Πέτρος και οι άλλοι από τους δώδεκα αποστόλους ήσαν χρισμένοι με άγιο πνεύμα, δεν τους προσδιορίζομε ως Χριστόν Πέτρον, Χριστόν Ιωάννην, Χριστόν Παύλον, και λοιπά. Μόνο τον Ιησούν τιτλοφορούν οι Γραφές ως Χριστόν Ιησούν.
Στην έκφρασι Χριστός Ιησούς, προηγείται από το προσωπικό όνομα Ιησούς ο αποκλειστικός του επίσημος τίτλος. Πρέπει, λοιπόν, να σημειωθή ότι ούτε μια φορά οι Γραφές δεν θέτουν άλλο τίτλο πριν από το όνομα του Ιησού, όπως λόγου χάριν Κύριος ή Βασιλεύς, για να συνθέσουν λεκτικά σχήματα όπως το Κύριος Χριστός Ιησούς, ή ο Βασιλεύς Χριστός Ιησούς. Στην έκφρασι «του Σωτήρος ημών, Ιησού Χριστού» τίθεται η αντωνυμία «ημών» μεταξύ των ονομάτων Σωτήρ και Ιησούς, και επομένως προσδιορίζει απλώς ποιος είναι ο Σωτήρ ημών. (2 Τιμ. 1:10) Αυτό συμφωνεί με την έκφρασι «Ιησού Χριστού του Σωτήρος ημών.» (Τίτον 1:4) Τώρα αναγινώσκομε στην επιστολή 1 Τιμόθεον 2:5: «Διότι είναι είς Θεός, είς και μεσίτης Θεού και ανθρώπων, άνθρωπος Χριστός Ιησούς.» Εν τούτοις, η έκφρασις «άνθρωπος» δεν αποτελεί τίτλον, αλλ’ εφιστά την προσοχή μας στο γεγονός ότι ο Χριστός Ιησούς ήταν άλλοτε άνθρωπος στη γη, ο ίδιος ο Ιησούς. Συνεπώς, αυτή είναι η μόνη περίπτωσις που προστίθεται τίτλος μπρος από την ήδη αναφερομένη έκφρασι Χριστός Ιησούς, αλλά δεν υπάρχουν άλλοι τίτλοι προστιθέμενοι πριν απ’ αυτή την έκφρασι. Έτσι, αναγινώσκομε δύο φορές την έκφρασι «Χριστός Ιησούς ο Κύριος» και τρεις φορές την έκφρασι «Χριστός Ιησούς ο Κύριος ημών.» Εν τούτοις, πριν από την έκφρασι Ιησούς Χριστός βρίσκομε κάποτε εντεθειμένο ένα τίτλο. Κατ’ επανάληψιν αναγινώσκομε την έκφρασι «ο Κύριος Ιησούς Χριστός.» Όλ’ αυτά αποδεικνύουν ότι δεν ετίθεντο πολλοί τίτλοι πριν από το προσωπικό όνομα του Σωτήρος μας Ιησού· αλλ’ αν προηγείτο ήδη ένας τίτλος, τότε οποιοιδήποτε άλλοι τίτλοι υπήρχαν προσετίθεντο μόνο μετά το προσωπικό όνομα.
Απ’ αυτό καταφαίνεται ότι οι Γραφές χρησιμοποιούν την έκφρασι Ιησούς Χριστός πάνω σε διαφορετική βάσι από την έκφρασι Χριστός Ιησούς.
● Τι εννοούσε ο Ιησούς όταν είπε, όπως αναγράφεται στο κατά Ιωάννην 3:13, ότι «ουδείς ανέβη εις τον ουρανόν, ειμή ο καταβάς εκ του ουρανού, ο Υιός του ανθρώπου»; Αφού τότε ήταν ακόμη στη γη, μήπως αναφέρεται σε περιπτώσεις της προανθρωπίνης υπάρξεως του, οπότε ως ο Λόγος του Θεού μπορεί να ενεφανίσθη ως αγγελικός εκπρόσωπος του Θεού και κατόπιν ανελήφθη στον ουρανό;—Φ. Μπ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Όχι, το εδάφιο Ιωάννης 3:13 δεν αναφέρεται στην προανθρωπίνη δράσι του ως του Λόγου του Θεού. Πρέπει να λάβωμε υπ’ όψι και τα συμφραζόμενα της δηλώσεως αυτής. Όταν είπε αυτά τα λόγια ο Ιησούς είχε καταβή από τον ουρανό, γεννηθείς ως άνθρωπος, αλλά δεν είχε αναληφθή ακόμη, ούτε συνέβη αυτό παρά μετά σαράντα μέρες αφότου ανεστήθη εκ νεκρών.
Παρακαλείσθε να παρατηρήσετε ότι το εδάφιο Ιωάν. 3:13 αρχίζει με τη λέξι «και», συνδέοντας έτσι αυτή τη δήλωσι με την προηγούμενη. Ο Ιησούς ενταύθα ομιλεί στον Νικόδημο, έναν άρχοντα των Ιουδαίων, που ήλθε σ’ αυτόν τη νύχτα, και στον οποίον εξήγησε ακριβώς το τι απαιτείται για να εισέλθη ένας στη βασιλεία του Θεού. Μολονότι ο Νικόδημος ήταν ένας διδάσκαλος του λαού, εδυσκολεύθη να καταλάβη πώς μπορούσε ένας να ξαναγεννηθή για να εισέλθη στην ουράνια βασιλεία. Γι’ αυτό ο Ιησούς του απήντησε: «Συ είσαι ο Διδάσκαλος του Ισραήλ, και ταύτα δεν εξεύρεις; Αληθώς, αληθώς σοι λέγω, ότι εκείνο το οποίον εξεύρομεν λαλούμεν, και εκείνο το οποίον είδομεν μαρτυρούμεν· και την μαρτυρίαν ημών δεν δέχεσθε. Εάν τα επίγεια σας είπον, και δεν πιστεύητε, πώς, εάν σας είπω τα επουράνια, θέλετε πιστεύσει; Και ουδείς ανέβη εις τον ουρανόν, ειμή ο καταβάς εκ του ουρανού, ο Υιός του ανθρώπου.» (Ιωάν. 3:10-13) Με άλλους λόγους, ο Ιησούς έλεγε στον Νικόδημο ότι αυτός, του οποίου η κατοικία υπήρξε στους ουρανούς με τον Πατέρα του από την αρχή της δημιουργίας, κατέβει από τον ουρανό και ήταν σε θέσι να τον διδάξη για ουράνια ζητήματα αλλ’ αν ο Νικόδημος δεν επρόκειτο να δεχθή τη διδασκαλία του, τότε δεν υπήρχε άλλος τρόπος για ν’ αποκτήση τη γνώσι που ήθελε, διότι κανείς άνθρωπος δεν είχε ποτέ ανεβή στον ουρανό για να λάβη αυτή τη γνώσι και να κατεβή πάλι εδώ με αυτήν. Ο Ιησούς δεν ωμιλούσε για καμμιά προηγούμενη ανάληψι από μέρους του.
Μερικές Μεταφράσεις της Αγίας Γραφής, μεταξύ των οποίων και η Νεοελληνική, προσθέτει στο τέλος του εδαφίου τις λέξεις «ο ων εν τω ουρανώ.» Αλλ’ ο Ιησούς δεν ήταν στον ουρανό όταν έκαμε αυτή τη δήλωσι· ήταν στη γη συνομιλώντας με τον Νικόδημο. Σύμφωνα με αυτό, σε μια υποσημείωσι της μεταφράσεώς του ο Φέρραρ Φέντον τονίζει ότι αυτές οι λέξεις «παραλείπονται από τα καλύτερα και αρχαιότερα αυθεντικά βιβλία.» Γι’ αυτόν το λόγο και παραλείπονται από μεταφράσεις, όπως η Μετάφρασις Νέου Κόσμου, Το Εμφατικόν Δίγλωττον, η Μία Αμερικανική Μετάφρασις, Η Νέα Διαθήκη του Εικοστού Αιώνος και η μετάφρασις του Ι. Μπ. Ρόδερχαμ. Τις λέξεις αυτές παραλείπει, επίσης, και η Κριτική Έκδοσις Κειμένου της «Καινής Διαθήκης».