Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Πώς πρέπει να έννοήσωμε τα εδάφια Γένεσις 7:11 και 8:2; Περιέχουν αυτά τα εδάφια παράλληλη σύνταξι, ή υπήρχε και βροχή απ’ τον ουρανό και ανάβλυσις ύδατος από τη γη στον καιρό του Κατακλυσμού;—Ν. Κ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Τα εδάφια Γένεσις 7:11 και 8:2 λέγουν: «Το εξακοσιοστόν έτος της ζωής του Νώε, τον δεύτερον μήνα, την δεκάτην εβδόμην ημέραν του μηνός, ταύτην την ημέραν εσχίσθησαν πάσαι αι πηγαί της μεγάλης αβύσσου, και οι καταρράκται των ουρανών ηνοίχθησαν.» «Και εκλείσθησαν οι πηγαί της αβύσσου, και οι καταρράκται του ουρανού, και εκρατήθη ο υετός από των ουρανών.»
Στη Γένεσι 7:11 οι φράσεις «μεγάλη άβυσσος» και «καταρράκται των ουρανών» χρησιμοποιούνται και οι δύο για να σημάνουν τον μεγάλο υδάτινο θόλο, που περιέβαλλε τη γη σε κατάστασι αιωρήσεως και που περιγράφεται στη Γένεσι 1:6, 7 ως ‘τα ύδατα τα επάνωθεν του στερεώματος.’ Όταν λέγη ότι εσχίσθησαν οι πηγές και ηνοίχθησαν οι καταρράκται, αυτό σημαίνει ότι ο Θεός έκαμε τις δυνάμεις που συγκρατούσαν τον μεγάλο υδάτινο θόλο σε κατάστασι αιωρήσεως να μη συγκρατηθούν κι έτσι επέτρεψε στα ύδατα να ξεχυθούν στη γη, όχι με παγγήινη έκχυσι αλλά σαν από καταρράκτες σε ωρισμένους αγωγούς, ιδιαίτερα στους πόλους, αλλά και με βροχόπτωσι επί σαράντα μέρες.
Αυτό δεν αναφέρεται στις υδροπηγές, που είναι κάτω από την επιφάνεια της γης, ότι δήθεν άνοιξαν και εξέσπασαν δια μέσου του φλοιού της γης για να δημιουργηθούν καταρράκται από κάτω. Οι εξηγηταί εκείνοι της Γραφής, που ερμηνεύουν τα λόγια της Γενέσεως 7:11 ως σημαίνοντα ανάβλυσιν ύδατος από τα έγκατα της γης, δεν αντιλαμβάνονται κατάλληλα το γεγονός ότι υπήρχε ένας υδάτινος θόλος, που αιωρείτο στο κενόν και παρήγε μια μεγάλη υδατάβυσσο, όπως παρατηρείται και από ό,τι λέγει η Γένεσις 1:6, 7 σχετικά με τον διαχωρισμό των υδάτων κάτω από την ατμοσφαιρική έκτασι από τα υπερκείμενα ύδατα. Πρέπει λοιπόν να συμπεράνωμε ότι στη Γένεσι 7:11 και 8:2, χρησιμοποιείται παράλληλη σύνταξις.
Ακριβώς, όπως η αρχή του Κατακλυσμού χαρακτηρίζεται ως διάρρηξις των πηγών της αβύσσου και άνοιγμα των καταρρακτών των ουρανών, στη Γένεσι 7:11, έτσι και το τέλος του κατακλυσμού, που μνημονεύεται στη Γένεσι 8:2, χαρακτηρίζεται ως κλείσιμο των πηγών της αβύσσου και των καταρρακτών του ουρανού. Με άλλα λόγια, τα περιεχόμενα του υδατίνου θόλου είχαν εξαντληθή. Αυτό, βέβαια, δεν εσήμαινε ότι δεν θα επήρχετο πια βροχή επάνω στη γη. Μάλλον, καθόσον θα εσχηματίζοντο νέφη από την εξάτμισι ύδατος, η βροχή θα εξακολουθούσε ανάλογα να πέφτη. Αλλά δεν υπήρχε πια καμμιά μεγάλη δεξαμενή ύδατος, καμμιά άβυσσος ή εκτεταμένος θόλος υδρατμών σε κατάστασι αιωρήσεως υπεράνω της γης.
● Η περιστερά, που κατήλθε στον Ιησού τη στιγμή του βαπτίσματός του, ήταν μια εμφάνισις λόγω υλοποιήσεως ή μήπως ήταν απλώς μια οφθαλμαπάτη ή μια γαλήνη που επικρατούσε στην περιοχή; Και γιατί εξελέγη περιστερά, αφού χρησιμοποιείται στις ειδωλολατρικές θρησκείες;—Φ. Κ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Στον καιρό του βαπτίσματος του Ιησού ένα υλοποιημένο πτηνό, μια περιστερά, κατέβη πράγματι απ’ τον ουρανό κι επεκάθησε, στον Ιησού. Το ότι κάτι υλικό παρετηρήθη είναι καταφανές από τα λόγια του Ιωάννου του Βαπτιστού, όπως αναγράφεται στο κατά Ιωάννην 1:32-34: «Είδον το πνεύμα καταβαίνον ως περιστεράν εξ ουρανού, και έμεινεν επ’ αυτόν. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλ’ ο πέμψας με δια να βαπτίζω εν ύδατι, εκείνος μοι είπεν, Εις όντινα ίδης το πνεύμα καταβαίνον και μένον επ’ αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίζων εν πνεύματι αγίω. Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού».
Ο σκοπός αυτής της καθόδου της υλοποιηθείσης περιστεράς ήταν να πείση τον Ιωάννη τον Βαπτιστή ότι ο Ιησούς ήταν πραγματικά ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού, και τούτο με την αίσθησι της οράσεως. Έπρεπε, λοιπόν, να είναι στα μάτια του τόσο πραγματικό, όσο ήσαν πραγματικά και στην αίσθησι της ακοής του, στ’ αυτιά του, τα λόγια, «Ούτος είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, εις τον οποίον ευηρεστήθην.»—Ματθ. 3:17.
Αυτή η εμφάνισις του αγίου πνεύματος ως περιστεράς φέρνει στη διάνοια την εκδήλωσι του αγίου πνεύματος στην Πεντηκοστή, όπως αναγράφεται στις Πράξεις 2:1-4. Τότε προσέλαβε τη μορφή «πυρίνων γλωσσών», που κατέστησαν ορατές κι επεκάθησαν στον καθένα από τους 120 παρόντας σ’ εκείνο το υπερώον της Ιερουσαλήμ. Φυσικά, δεν επρόκειτο για φλόγες που έκαιαν, αλλά για ‘γλώσσες ως πυρός’ [ως εάν ήσαν από πυρ, ΜΝΚ], διότι αλλιώς θα έκαιαν εκείνους στους οποίους επεκάθησαν. Ωστόσο, ήσαν κάτι αληθινά ορατό· ακριβώς όπως ήσαν οι φλόγες που είδε ο Μωυσής στη βάτο, όταν ο Ιεχωβά Θεός τον εκάλεσε και του έδωσε εντολή ν’ απελευθερώση τον λαόν του από τη δουλεία.—Έξοδ. 3:2.
Όσον αφορά την εκλογή περιστεράς ως συμβόλου, αυτό είναι σύμφωνο με τη χρήσι περιστεράς στις Γραφές. Περιστερά ήταν εκείνη που είχε εξαποστείλει ο Νώε και που επέστρεψε με κλάδον ελαίας, δείχνοντας ότι τα ύδατα του κατακλυσμού τελικά «έπαυσαν . . . από της γης.» (Γέν. 8:8-12) Και οι ερασταί του «Άσματος Ασμάτων» εχαρακτήριζαν ο ένας τον άλλον ως περιστερές. (Άσμ. Ασμ. 2:14· 5:12) Κατόπιν πάλιν ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του να είναι «απλοί [ακέραιοι, Κείμενον] ως αι περιστεραί.»—Ματθ. 10:16.
Γνωρίζομε ότι η Βαβυλών, τόσο η αρχαία όσο και η σύγχρονη, παρεποίησε τις αλήθειες του λόγου του Θεού και την πολιτεία του με τους πιστούς του δούλους. Δεν πρέπει, λοιπόν, να μας εκπλήσση πολύ το ότι η Βαβυλών παρεποίησε και την περιστεράν, επίσης, ως θρησκευτικό σύμβολον, βασίζοντας, αναμφιβόλως, αυτό στη χρησιμοποίησι περιστεράς από τον Νώε μετά τον κατακλυσμό.
● Πώς πρέπει να νοήσωμε το μέρος του Μιχαία 4:3 που λέγει: «Και θέλει κρίνει αναμέσον λαών πολλών, και θέλει ελέγξει έθνη ισχυρά, έως εις μακράν»;—Λ. Σ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Αυτό το μέρος της προφητείας του Μιχαία πρέπει να νοηθή σύμφωνα με τα συμφραζόμενα. Στον Μιχαία 4:2 (ΜΝΚ) αναγινώσκομε ότι «έθνη πολλά» θέλουσιν ειπεί: «Έλθετε, και ας αναβώμεν εις το όρος του Ιεχωβά, και εις τον οίκον του Θεού του Ιακώβ· και θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού.» Τα πολλά αυτά έθνη και οι λαοί δεν έχουν σχέσι με αυτά τα πολιτικά έθνη και τις κυβερνήσεις των. Μάλλον, αυτά τα πολλά έθνη και οι λαοί είναι οι πιστοί απ’ όλα τα πολιτικά έθνη που έρχονται στο όρος του Ιεχωβά ατομικώς λαμβανόμενοι, όπως ρητώς αναγράφεται και στην Αποκάλυψι 7:9.
Συνεπώς, το τρίτο εδάφιο του τετάρτου κεφαλαίου του Μιχαία, που λέγει ότι ο Ιεχωβά θέλει κρίνει αναμέσον «λαών πολλών» και θέλει ελέγξει «έθνη ισχυρά, έως εις μακράν», δεν αναφέρεται σε παρέμβασι του Ιεχωβά στις υποθέσεις των πολιτικών εθνών. Μάλλον, πρέπει ν’ αναφέρεται στην κρίσι και στον έλεγχό του με πνευματική έννοια για τους πιστούς εκείνους, που εξήλθαν από τα πολιτικά έθνη και έλαβαν τη στάσι των υπέρ της βασιλείας του Ιεχωβά.
Αυτοί συμμορφώνονται με τις κρίσεις αυτές κάνοντας ό,τι λέγει το υπόλοιπον του τρίτου εδαφίου: «Και θέλουσι σφυρηλατήσει τας μαχαίρας αυτών δια υνία, και τας λόγχας αυτών δια δρέπανα· δεν θέλει σηκώσει μάχαιραν έθνος εναντίον έθνους, ουδέ θέλουσι μάθει πλέον τον πόλεμον».
Οι αληθινοί Χριστιανοί το πράττουν αυτό συμφωνά με το Ψήφισμα, που εξέδωκαν στη Συνέλευσί των 1958 «Το Θείον Θέλημα», το οποίον λέγει εν μέρει: «Για να μεταχειρισθούμε μεταφορική έκφρασι, ημείς εσφυρηλατήσαμε τας μαχαίρας μας δια υνία και τας λόγχας μας δια δρέπανα, και, μολονότι είμεθα από πολλές εθνικότητες, δεν θα υψώσωμε μάχαιραν εναντίον αλλήλων, διότι είμεθα Χριστιανοί αδελφοί και μέλη της μιας οικογενείας του Θεού, ούτε θα μάθωμε πια να μαχώμεθα εναντίον αλλήλων, αλλά θα περιπατούμε στας οδούς του Θεού με ειρήνη ενότητα και αδελφική αγάπη».