Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Αφού το εδάφιο Ιούδας 7 τονίζει ότι τα Σόδομα και τα Γόμορρα «πρόκεινται παράδειγμα τιμωρούμεναι με το αιώνιον πυρ», δεν αποκλείει αυτό τους κατοίκους των πόλεων εκείνων από την ανάστασι;—Α. Κ., Η.Π.Α.
Αναγινώσκοντας μόνο αυτό το εδάφιο, χωρίς να λάβωμε υπ’ όψιν τι λέγει το υπόλοιπο της Γραφής σ’ αυτό το ζήτημα, θα μπορούσαμε να καταλήξωμε σ’ αυτό το συμπέρασμα. Αλλ’ άλλα Γραφικά εδάφια παρουσιάζουν πρόσθετα γεγονότα, που δεν μπορούν ν’ αγνοηθούν αν πρόκειται να καταλήξωμε σ’ ένα ορθό συμπέρασμα.
Λόγου χάριν, στο εδάφιο Ματθαίος 11:23 είναι γραμμένο: «Εάν τα θαύματα τα γενόμενα εν σοι [Καπερναούμ] εγίνοντο εν Σοδόμοις, ήθελον μείνει μέχρι της σήμερον.» Προφανώς, αυτό δεν σημαίνει ότι τα ίδια άτομα, που κατοικούσαν στα Σόδομα στον καιρό της καταστροφής των, θα έμεναν ζωντανά για 1.900 και πλέον έτη από τότε ως τον καιρό που είπε ο Ιησούς αυτά τα λόγια, αλλ’ ότι η πόλις θα παρέμενε ως ένας κατοικούμενος τόπος.
Κατόπιν το επόμενο εδάφιο αναφέρεται στην Ημέρα της Κρίσεως, λέγοντας: «Πλην σας λέγω, ότι εις την γην των Σοδόμων ελαφρότερα θέλει είσθαι η τιμωρία εν ημέρα κρίσεως, παρά εις σέ.» (Ματθ. 11:24) Επίσης, στο εδάφιο Ματθαίος 10:15 αναγράφονται τα λόγια του Ιησού: «Αληθώς σας λέγω, Ελαφροτέρα θέλει είσθαι η τιμωρία εν ημέρα κρίσεως εις την γην των Σοδόμων και Γομόρρων, παρά εις την πόλιν εκείνην», όπου οι κάτοικοι θα απέρριπταν το άγγελμα που έφεραν οι μαθηταί του Ιησού. Για να είναι ελαφροτέρα «η τιμωρία εν ημέρα κρίσεως εις την γην των Σοδόμων και των Γομόρρων», παρά σε άλλα μέρη, θα ήταν ανάγκη να είναι παρόντες στην Ημέρα της Κρίσεως οι προηγούμενοι κάτοικοι της χώρας εκείνης. Δεν είναι η κατά γράμμα γη, το έδαφος, εκείνο που πρόκειται να κριθή. Η Αποκάλυψις, κεφάλαιο 20, τονίζει ότι άτομα, που θα εγερθούν από τους νεκρούς, θα είναι εκείνα που θα στέκουν «ενώπιον του Θεού [θρόνου, ΜΝΚ].» Ούτε θα εκφερθή κρίσις γι’ αυτούς ομαδικά, ως πρώην κατοίκους ωρισμένων χωρών, αλλ’ αυτοί θα ‘κριθούν έκαστος κατά τα έργα αυτών’ στη διάρκεια του καιρού της κρίσεως. Προφανώς λοιπόν τα άτομα, που κατοικούσαν σ’ εκείνη τη χώρα θ’ αναστηθούν.—Αποκάλ. 20:12, 13.
Ποιο, λοιπόν, είναι εκείνο που υπέστη την τιμωρία «με το αιώνιον πυρ»; Μολονότι οι κάτοικοι των πόλεων κατεστράφησαν βέβαια, προφανώς δεν ήσαν οι άνθρωποι αλλ’ ήσαν οι ίδιες οι πόλεις που κατεστράφησαν αιωνίως. Δεν έχουν ανοικοδομηθή ίσαμε σήμερα. Ας σημειωθή ότι ο Ι. Πένροζ Χάρλαντ έγραψε: «Κατεδείχθη ότι τα Σόδομα, τα Γόμορρα, η Αδαμά, και Σεβωείμ ευρίσκοντο αναμφιβόλως στην περιοχή που καλύπτεται τώρα από τα ύδατα του νοτίου μέρους της Νεκράς Θαλάσσης.»—Το Βιβλικόν Αρχαιολογικόν Αναγνωστικόν (1961), σελίς 59· βλέπε, επίσης, εδάφιον Ησαΐας 13:19, 20.
Ό,τι συνέβη στους κατοίκους των Σοδόμων και των Γομόρρων, όταν ο Ιεχωβά έβρεξε πυρ και θείον σ’ αυτούς από τον ουρανό, μένει σαν μια προειδοποίησις σε όλους ν’ αποφεύγουν ανήθικη διαγωγή όπως αυτή που υπήρχε σ’ εκείνες τις πόλεις.
● Πώς μπορούσε να πη ο απόστολος Παύλος αληθινά ότι ήταν Φαρισαίος, όπως έκαμε στις Πράξεις 23:6;—Ρ. Μ. Η.Π.Α.
Ο απόστολος Παύλος ίστατο ως κατηγορούμενος σε μια συνεδρίασι του Ιουδαϊκού δικαστηρίου του Σανχεδρίν, όταν είπε, «είμαι Φαρισαίος, υιός Φαρισαίου· περί ελπίδος και αναστάσεως νεκρών εγώ κρίνομαι.»
Την προηγούμενη ημέρα προτού πη αυτό, ο απόστολος Παύλος είχε κηρύξει φανερά τον αναστημένον Ιησούν Χριστόν και είχε προξενήσει αναταραχή μεταξύ των Ιουδαίων. (Πράξ. 22:6-24) Συνεπώς, οι Φαρισαίοι και οι Σαδδουκαίοι, που είχαν συναθροισθή στην περίπτωσι αυτή, εγνώριζαν θετικά ότι ο Παύλος δεν ήταν Φαρισαίος αλλά ήταν Χριστιανός. Πρέπει, εν τούτοις, να ενθυμούμεθα, ότι είχε ανατραφή ως Φαρισαίος και είχε πλήρη γνώσιν του ότι οι Φαρισαίοι επίστευαν στην ανάστασι, σε αγγέλους και σε πνεύμα, ενώ οι Σαδδουκαίοι απέρριπταν τέτοιες διδασκαλίες. (Πράξ. 23:8· 26:5· Φιλιππησ. 3:5) Όσον αφορά τις διδασκαλίες αυτές, ο απόστολος Παύλος διακρατούσε μια δοξασία που ήταν παρόμοια με των Φαρισαίων σε αντίθεσι προς τη θέσι των Σαδδουκαίων.
Οι ενέργειες του αρχιερέως Ανανία, που αναγράφονται στις Πράξεις 23:2, κατέστησαν σαφές ότι εκείνοι που είχαν συναθροισθή δεν θα ήσαν αμερόληπτοι ή λογικοί κατά την ακρόασι της υποθέσεως του Παύλου. Είναι πιθανόν ότι, όταν ο απόστολος τα είδε αυτά, επεδίωξε να διχάση τον συγκεντρωμένον όμιλο θέτοντας ανάμεσά τους—ως μια σφήνα—την αμφισβητούμενη διδασκαλία της αναστάσεως. Ενώ, προφανώς, δεν ήταν Φαρισαίος με την πιο στενή έννοια της λέξεως, ήταν, όμως, «υιός Φαρισαίου» κι έδειξε ότι υιοθετούσε τη θέσι των Φαρισαίων στο ζήτημα της αναστάσεως. Επίστευε ότι ο Ιησούς ανεστήθη ως πνεύμα και αυτό ενίσχυε τη διαφωνία μεταξύ των παρόντων ομίλων.—Πράξ. 23:9, 10.
Ο απόστολος Παύλος δεν ισχυρίσθη εδώ ότι απεδέχετο κάποιες ψευδείς διδασκαλίες ώστε ‘εις πάντας να γίνη τα πάντα’. (1 Κορ. 9:22) Είπε την αλήθεια, χωρίς να κάμη συμβιβασμό ως προς τη θέσι του, κι χρησιμοποίησε την ευκαιρία για να δώση μια αποτελεσματική μαρτυρία.