Ποια Είναι η Άποψις της Βίβλου;
Είναι οι Προσφιλείς σας στο Καθαρτήριο;
ΣΧΕΔΟΝ όλοι έχουν χάσει αγαπητά πρόσωπα με τον θάνατο. Πιθανώς κι εσείς, επίσης, είχατε αυτή τη δυσάρεστη πείρα. Αν συμβαίνη αυτό, έχετε βεβαίως διερωτηθή για την κατάστασι των νεκρών και αν υπάρχη καμμιά ελπίδα να τους δήτε να ξαναζούν.
Αν είσθε Ρωμαιοκαθολικός, έχετε διδαχθή πιθανώς ότι πολλοί από τους νεκρούς είναι τώρα στο «καθαρτήριο.» Η Καθολική Εγκυκλοπαιδεία για το Σχολείο και το Σπίτι (1965) ορίζει ότι το καθαρτήριο είναι «ένας τόπος ή μια κατάστασις στην οποία είναι περιωρισμένες μερικές ψυχές για ένα διάστημα μετά τον θάνατο πριν εισέλθουν στον ουρανό. . . . [Είναι] μια κατάστασις προσωρινής τιμωρίας για κείνους που, πεθαίνοντας με τη χάρι του Θεού, δεν είναι ακόμη τελείως απαλλαγμένοι από ελαφρές αμαρτίες ή δεν έχουν πληρώσει πλήρως την ικανοποιητική οφειλή για περασμένες συγχωρημένες αμαρτίες.» Για κείνους που είναι στο καθαρτήριο λέγουν πως είναι βέβαιο ότι τελικά θα εισέλθουν στον ουρανό.
Οι Καθολικές αυθεντίες συνήθως λέγουν ότι η τιμωρία στο καθαρτήριο είναι διπλή· ο πόνος της απωλείας και ο πόνος της αισθήσεως. Με τον «πόνο της απωλείας» εννοούν ότι οι ψυχές στο καθαρτήριο υποφέρουν επειδή είναι αποχωρισμένες από τον Θεό, ανίκανες να τον αντικρύζουν απ’ ευθείας. Όσον αφορά τον «πόνο της αισθήσεως,» η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία διευκρινίζει: «Στη Λατινική Εκκλησία υποστηρίζεται γενικά ότι αυτός ο πόνος επιβάλεται μέσω πραγματικής φωτιάς.»
Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία υποστηρίζει, σύμφωνα με μια απόφασι της Συνόδου της Φλωρεντίας (1438-1445 μ.Χ.), ότι εκείνοι που είναι περιωρισμένοι στο καθαρτήριο «ωφελούνται από τις δεήσεις των ζώντων πιστών, δηλαδή, από τη θυσία της Λειτουργίας, τις προσευχές, τις ελεημοσύνες και άλλες ευσεβείς πράξεις.» Πολλοί ειλικρινείς Καθολικοί έχουν δαπανήσει αξιόλογα χρηματικά ποσά για να προσφέρουν αυτές τις «δεήσεις» για κείνους που πιστεύουν ότι είναι στο καθαρτήριο.
Υποφέρουν οι προσφιλείς σας νεκροί στο καθαρτήριο; Ας εξετάσωμε το ζήτημα στο φως των Καθολικών μεταφράσεων της Βίβλου και της προσφάτου Καθολικής γνώσεως.
Πολλοί Καθολικοί συγγραφείς έχουν επιμείνει ότι η διδασκαλία του καθαρτηρίου, μολονότι δεν αναφέρεται απ’ ευθείας, τουλάχιστον υπονοείται στη Βίβλο. Το κύριο κείμενο που παραθέτουν είναι στο 2 Μακκαβαίων 12:38-46, που λέγει ότι ο Ιούδας ο Μακκαβαίος έστειλε άργυρο στην Ιερουσαλήμ για να προσφέρη θυσία για τους Ιουδαίους στρατιώτας οι οποίοι είχαν παρασυρθή στην ειδωλολατρία και είχαν πεθάνει στη μάχη. Το εδάφιο 46 συμπεραίνει: «Ούτως έκαμε εξιλέωσιν δια τους νεκρούς ώστε να μπορέσουν να απαλλαγούν από αυτή την αμαρτία.»—Η Νέα Αμερικανική Βίβλος.
Τα βιβλία, όμως, των Μακκαβαίων είναι μεταξύ των «αποκρύφων» και ποτέ δεν είχαν περιληφθή στον κανόνα των θεοπνεύστων Γραφών από τους Ιουδαίους, στους οποίους «ενεπιστεύθησαν τα λόγια του Θεού.» (Ρωμ. 3:2, ΝΑΒ) Και το εδάφιο 43 δείχνει ότι ο Ιούδας είχε υπ’ όψιν όχι το καθαρτήριο, αλλά ‘την ανάστασι των νεκρών.’ Αναγνωρίζοντας αυτό, οι μεταφρασταί της ανωτέρω αναφερθείσης εκδόσεως της Βίβλου (οι οποίοι είναι μέλη του Καθολικού Βιβλικού Συνδέσμου της Αμερικής) παραδέχονται σε μια υποσημείωσι ότι η πίστις του Ιούδα «δεν ήταν εντελώς όμοια με την Καθολική διδασκαλία του καθαρτηρίου.» Η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία (1967) παραδέχεται: «Σε τελευταία ανάλυσι, η Καθολική διδασκαλία του καθαρτηρίου βασίζεται στην παράδοσι, όχι στις Ιερές Γραφές.»
Είναι αυτή η παράδοσις σε συμφωνία με τον γραπτό λόγο του Θεού; Η ιδέα του καθαρτηρίου θεωρεί ως βέβαιον ότι ο άνθρωπος έχει μια αθάνατη ψυχή που είναι διακεκριμένη από το σώμα και ότι εξακολουθεί να υπάρχη μετά τον θάνατο του σώματος. Το διδάσκει η Βίβλος αυτό;
Ο Στάνλευ Β. Μάρρω, Ρωμαιοκαθολικός Ιησουίτης ιερεύς και λόγιος της Βίβλου, γράφει: «Η αντίληψις ότι η ψυχή επιζή μετά τον θάνατο δεν διακρίνεται άμεσα στη Βίβλο. Η έννοια της ανθρώπινης ψυχής δεν είναι η ίδια στην Π [αλαιά] Δ[ιαθήκη], όπως είναι στην Ελληνική και σύγχρονη φιλοσοφία.» Η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία διευκρινίζει ότι «μόνο με τον Ωριγένη [π. 184—π. 253 μ.Χ.] στην Ανατολή και τον Άγιο Αυγουστίνο [354-430 μ.Χ.] στη Δύσι αναγνωρίσθηκε η ψυχή ως μια πνευματική ουσία και σχηματίσθηκε μια φιλοσοφική έννοια της φύσεώς της.» Η ίδια Εγκυκλοπαιδεία λέγει ότι ο Θωμάς Άκινας [π. 1225-1274 μ.Χ.] ανέπτυξε περαιτέρω τη Ρωμαιοκαθολική διδασκαλία σχετικά με την ανθρώπινη ψυχή, κάνοντας χρήσι του «Αριστοτελείου τύπου.» Έτσι η Καθολική άποψις της ψυχής προήλθε κυρίως από την Ελληνική φιλοσοφία, όχι από τον Λόγο του Θεού.
Τι διδάσκουν οι Γραφές για την ανθρώπινη ψυχή; Τι συμβαίνει σ’ αυτή κατά τον θάνατο; Ο Στάνλεϋ Μάρρω σχολιάζει: «Η ψυχή στην Π [αλαιά] Δ[ιαθήκη] σημαίνει όχι ένα μέρος του ανθρώπου, αλλά ολόκληρο τον άνθρωπο—τον άνθρωπο ως ζωντανό πλάσμα. Ομοίως, στην Κ[αινή] Δ[ιαθήκη] υποδηλοί την ανθρώπινη ζωή: τη ζωή ενός ατόμου, ενός συνειδητού υποκειμένου.»
Φυσικά, αν η ψυχή σημαίνη «όχι ένα μέρος του ανθρώπου, αλλά ολόκληρο τον άνθρωπο,» είναι φανερό ότι όταν πεθαίνη ο άνθρωπος η ψυχή πεθαίνει. Ως εκ τούτου, στον Ιεζεκιήλ 18:4 η Καθολική Μετάφρασις Ντουαί της Βίβλου λέγει: «Η ψυχή που αμαρτάνει, θέλει αποθάνει.» Αισθάνονται οι νεκρές ψυχές τίποτα; Μπορούν να αισθανθούν τον πόνο που λέγουν ότι υπάρχει στο καθαρτήριο; Ο Εκκλησιαστής 9:5, 10 απαντά: «Οι νεκροί δεν γνωρίζουν ουδέν. . . . δεν είναι πράξις, ούτε λογισμός, ούτε γνώσις, ούτε σοφία, εν τω άδη [τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους] όπου υπάγεις.» (Η Βίβλος της Ιερουσαλήμ) Πόσο παρηγορητικό για κείνους που ζουν ακόμα στη γη να γνωρίζουν ότι οι προσφιλείς των νεκροί δεν υποφέρουν διόλου!
Αλλά εκτός απ’ αυτό, η Γραφή παρουσιάζει την ελπίδα της αναστάσεως για τους νεκρούς. (Ιωάννης 5:28· Πράξεις 24:15) Αυτό δεν σημαίνει απλώς μια «ανάστασι του σώματος,» για να ενωθή πάλι με μια άυλη, αθάνατη ψυχή, διότι, όπως έχομε ιδεί, η Βίβλος δεν διαχωρίζει τον άνθρωπο μ’ αυτόν τον τρόπο. Σχολιάζοντας την πραγματική σημασία της αναστάσεως, η Νέα Καθολική Εγκυκλοπαιδεία λέγει:
«Η Βιβλική αντίληψις της αναστάσεως δεν συγκρίνεται με κανένα τρόπο με την Ελληνική ιδέα της αθανασίας. . . . Στο Βιβλικό πλαίσιο Ιδεών, ολόκληρο το άτομο πέφτει στη δύναμι του θανάτου· και αν υπάρχη καμμιά πιθανότης απελευθερώσεως από τη δύναμί του, τότε η διατύπωσις αυτής της πιθανότητος θα έπρεπε να είναι όχι με τους δρους της φυσικής αθανασίας της ψυχής, αλλά με την επιβεβαίωσι της πίστεως σε μια υπερανθρώπινη απελευθέρωσι ολοκλήρου του ατόμου από την αδυσώπητη εξουσία του θανάτου.» [Τα χονδρά γράμματα δικά μας]
Σε ποιο μέρος θα αναστηθούν οι νεκροί; Ένας περιωρισμένος αριθμός, «εκατόν τεσσαρακοντατέσσαρες χιλιάδες, οι ηγορασμένοι από της γης,» θα μετάσχουν στην «πρώτην ανάστασιν,» που σημαίνει ότι θα πάνε στον ουρανό, όπου «θέλουσιν είσθαι ιερείς του Θεού και του Χριστού, και θέλουσι βασιλεύσει μετ’ αυτού χίλια έτη.» (Αποκάλυψις 14:3· 20:5, 6) Η πλειονότης, όμως, των ανθρωπίνων νεκρών θα επιστρέψη σε ζωή εδώ ακριβώς στη γη με την ευκαιρία να συνεχίσουν να ζουν για πάντα σ’ έναν αποκαταστημένο παράδεισο σ’ όλη τη γη.—Αποκάλ. 20:11-13· Ψαλμ. 37:11, 29· Λουκ. 23:43· Αποκάλ. 21:3, 4· 1 Κορ. 15:50.
Οι προσφιλείς σας νεκροί δεν υποφέρουν στο καθαρτήριο, αλλά είναι χωρίς συναίσθησι, περιμένοντας την ανάστασι. Αυτή η ελπίδα γίνεται ολοένα περισσότερο μεγαλειώδης καθόσον η Βιβλική χρονολογία και προφητεία δείχνουν ότι η χιλιετής βασιλεία του Χριστού, στη διάρκεια της οποίας δισεκατομμύρια νεκρών θα επιστρέψουν σε ζωή στη γη, θ’ αρχίση μέσα σ’ αυτή τη γενεά.—Ματθ. 24:3-14, 34· Αποκάλ. 6:1-8.