Το Υπέρτατο Θέλημα που Πρέπει να Γίνη
«Ιδού, έρχομαι δια να κάμω, ω Θεέ, το θέλημά σου.»—Εβρ. 10:7.
1, 2. (α) Πώς το θέλημα του Θεού συνδέεται με ατελεύτητη ζωή των πλασμάτων του; (β) Για τους σημερινούς ευθείς ανθρώπους, ποια είναι η κατάλληλη εκλογή;
ΟΙ ΝΙΚΗΤΑΙ θα ζήσουν αιώνια, σύμφωνα με το υπέρτατο θέλημα του Θεού. (Αποκάλ. 2:10, 11· 21:6, 7) Πρώτιστος μεταξύ των νικητών είναι ο Ιησούς Χριστός. Εκείνος που είπε: «Εν τω κόσμω θέλετε έχει θλίψιν· αλλά θαρσείτε· εγώ ενίκησα τον κόσμον.» (Ιωάν. 16:33) Αφού ο ζων Θεός Ιεχωβά ανέστησε τον Ιησούν από τον θάνατο επάνω στη γη και εδόξασε στον ουρανό αυτόν τον θανατωθέντα πρώτιστον Νικητήν, ο Ιησούς ξαφνικά εσταμάτησε έναν άνθρωπο που εταξίδευε στην αρχαία Συρία, έναν φονικόν διώκτην που ωνομάζετο Σαούλ από την Ταρσό. Σ’ αυτόν ο Ιησούς είπε: «Δια τούτο εφάνην εις σε, δια να σε καταστήσω . . . μάρτυρα . . . εκλέγων σε εκ . . . των εθνών, εις τα οποία τώρα σε αποστέλλω, δια να ανοίξης τους οφθαλμούς αυτών, ώστε να επιστρέψωσιν . . . από της εξουσίας του Σατανά προς τον Θεόν.» (Πράξ. 26:16-18) Τότε και πριν από τον καιρό μας (επί έξη χιλιάδες περίπου χρόνια ως το 1914 μ.Χ.) η «εξουσία του Σατανά» εξησκείτο ελεύθερα από τον αρχιπονηρόν αυτόν επάνω σε όλον αυτόν τον κόσμο ή σύστημα πραγμάτων που ο Ιησούς Χριστός ενίκησε και που πρέπει να το νικήσουν και οι ακόλουθοί του.
2 Όταν ήταν στη γη ο Ιησούς αληθινά εδίδαξε: «Ουδείς δύναται δύο κυρίους να δουλεύη· διότι ή τον ένα θέλει μισήσει, και τον άλλον θέλει αγαπήσει· ή εις τον ένα θέλει προσκολληθή, και τον άλλον θέλει καταφρονήσει. Δεν δύνασθε να δουλεύητε Θεόν και Μαμμωνά.» (Ματθ. 6:24) Σοβαρά, λοιπόν, ο αγαπητός Κύριος, που υπηρετούσε κι εξακολουθεί να υπηρετή ο Ιησούς—είναι Εκείνος ο ευγενής και αξιαγάπητος Κύριος που και σεις τώρα υπηρετείτε; Όπως ο Ιησούς, δουλεύετε τον υπέρτατον Θεόν; Με άλλα λόγια, έχετε εκούσια και πρόθυμα εκλέξει να προσέξετε και να υπακούσετε στον Κύριον του Ιησού, στον αληθινό Θεό Ιεχωβά; Όπως ο Ιησούς, ευφραίνεσθε να πράττετε το θέλημα του Θεού; Έχετε θετικά απομακρυνθή από την εξουσία του Σατανά και στραφή στην εξουσία του Υπερτάτου με το ν’ αφιερώσετε εσκεμμένως και εθελουσίως τη ζωή σας στο να υπηρετήτε τον Ιεχωβά; Αλλά θα ερωτήσετε, τι είναι αφιέρωσις;
3. Τι σημαίνει αφιέρωσις;
3 Αφιέρωσις σημαίνει το να θέση κανείς εκουσίως τον εαυτό του κατά μέρος με τον σκοπό ν’ αφοσιωθή σε μια θεότητα, σ’ ένα ιερό σκοπό, ή σ’ ένα ωρισμένο πρόσωπο, σε μια αρχή, σε μια επιστήμη, σ’ ένα έθνος, ή ακόμη σ’ ένα εκλεκτό επάγγελμα ή κατεύθυνσι ζωής. Η αφιέρωσις που έχει τη μεγαλύτερη σημασία και την πιο μεγάλη σπουδαιότητα είναι όταν ένα άτομο αποχωρίζη τον εαυτό του από όλες τις άλλες επιδιώξεις και ιεροπρεπώς προσφέρεται σ’ ένα θείο πρόσωπο με αφοσίωσι στον Ιεχωβά Θεό. Αυτό σημαίνει το να κάμετε το θέλημά σας να συμμορφωθή προς το θέλημα του Υψίστου Θεού. Η αφιέρωσις στο Θείο Πρόσωπο πρέπει να είναι δίχως όρους, χωρίς επιφυλάξεις. Δεν μπορεί να είναι μια διηρημένη αφοσίωσις ή αφιέρωσις, επειδή μια αφιέρωσις με επιφυλάξεις θα ήταν άκυρη ενώπιον του Ιεχωβά Θεού. Αυτός απαιτεί απόλυτη ή αποκλειστική αφοσίωσι.—Έξοδ. 20:5· 34:14· Δευτ. 4:24· 6:15.
4. Πώς θεωρούσε την αφιέρωσι ο Ιησούς;
4 Το τέλειο παράδειγμα αφιερώσεως το βρίσκομε στον Υιόν του Θεού, Χριστόν Ιησούν. Η αφιέρωσίς του συνοψίζεται στα λόγια: «Χαίρω, Θεέ μου, να εκτελώ το θέλημά σου.» Η αφοσίωσίς του στον Θεό ήταν εντελώς απλή. Αυτός δεν επέτρεψε τίποτε άλλο να την παραβιάση ή να παρεισδύση σ’ αυτήν. Στη γη ο Ιησούς ήταν γνώριμος με τον Πατέρα του τον εν ουρανοίς, του οποίου τον νόμον εγνώριζε και αγαπούσε. Είχε γνώσιν του τι συνέβη στο έθνος Ισραήλ και σε άλλους που παρεβίασαν τη σχέσι των διαθήκης με τον Παντοδύναμο Θεό. Η γνώσις αυτή έκαμε τον Ιησούν να είναι ακόμη περισσότερο πρόθυμος, ναι, άκαμπτος στη θέλησί του να συμμορφώση το θέλημά του προς το θέλημα του Πατρός του.—Ψαλμ. 40:8· Ιωάν. 4:34· 6:38.
5. (α) Τι απαιτείται από ένα Χριστιανό που έκαμε αφιέρωσι; (β) Γιατί είναι ουσιώδης μια ριζική αλλαγή στις συνήθειες της ζωής;
5 Συνεπώς, όταν ένα άτομο κάνη αφιέρωσι να πράττη το θέλημα του Ιεχωβά Θεού, αυτό σημαίνει μια τελεία αλλαγή από την προηγούμενη πορεία της ζωής του, μια πορεία κοινή σ’ αυτόν τον κόσμο που βρίσκεται υπό την «εξουσία του Σατανά». Οι τάσεις του αφιερωμένου ατόμου αλλάσσουν, καθώς και οι επιθυμίες του. Η αλλαγή αυτή δεν λαμβάνει χώραν αυτομάτως, αλλά είναι αποτέλεσμα της αναπλάσεως της διανοίας του από το υπόδειγμα σκέψεως και ενεργείας του παλαιού κόσμου σ’ ένα νέο υπόδειγμα. Είναι αποτέλεσμα ήσυχης, προσεκτικής, σοβαράς μελέτης του λόγου του Θεού, και όχι μια θαυματουργική ή αισθηματική αλλαγή που λαμβάνει χώραν καθ’ ολοκληρίαν σε μια στιγμή. Η φυσική κλίσις ή ροπή της διανοίας του ανθρώπου είναι προς την αμαρτία, διότι οι πρώτοι γονείς μας, ο Αδάμ και η Εύα, εκουσίως εξέλεξαν να πράττουν το θέλημα του Σατανά του εχθρού του Ιεχωβά Θεού, και ελησμόνησαν το θέλημα του αληθινού Θεού γι’ αυτούς. «Δια τούτο καθώς δι’ ενός ανθρώπου η αμαρτία εισήλθεν εις τον κόσμον, και δια της αμαρτίας ο θάνατος, και ούτω διήλθεν ο θάνατος εις πάντας ανθρώπους, επειδή πάντες ήμαρτον.» (Ρωμ. 5:12) Σύμφωνα με το αμαρτωλό αυτό υπόδειγμα ‘συνελήφθημεν εν ανομία’ υπό την καταδίκη του θανάτου. Γι’ αυτό ακριβώς είναι επιτακτικό να λάβη χώραν μια αλλαγή. Γι’ αυτό ακριβώς είναι πολύ σπουδαίο να ληφθή στη διάνοια νέα γνώσις, και αυτή από τον λόγον του Θεού. Πρέπει να υπάρξη συνεχής απομάκρυνσις από τον παλαιό τρόπο σκέψεως, που ακολουθεί αυτόν τον παλαιό κόσμο ή σύστημα πραγμάτων. Πρέπει να υπάρξη αναγνώρισις του νέου—μια επιθυμία αλλαγής ή μετανοίας από την παλαιά πορεία και αναπλάσεως του τρόπου της ζωής μας σύμφωνα με το νέο υπόδειγμα. Αυτό αποτελεί συμμόρφωσι με τη συμβουλή του Παύλου: «Απεκδύθητε τον παλαιόν άνθρωπον μετά των πράξεων αυτού· και ενδύθητε τον νέον, τον ανακαινιζόμενον εις επίγνωσιν κατά την εικόνα του κτίσαντος αυτόν . . . δια να περιπατήσητε αξίως του Ιεχωβά ευαρεστούντες κατά πάντα, καρποφορούντες εις παν έργον αγαθόν, και αυξανόμενοι εις την επίγνωσιν του Θεού.» Αυτό δείχνει ότι υπάρχει μια τελεία αλλαγή στον τύπον ζωής ενός ατόμου, από τον τύπον ζωής του παλαιού κόσμου σ’ εκείνον του νέου κόσμου. Εδώ πρέπει να θυμηθούμε ότι γι’ αυτόν τον νέο κόσμο της δικαιοσύνης ο Χριστός Ιησούς έδωκε το αίμα της ζωής του, διότι σ’ αυτόν ακριβώς τον νέο κόσμο πρόκειται να επιτευχθή αιώνιος ζωή. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Ιωάννου, ο παρών παλαιός κόσμος παρέρχεται. «Μη αγαπάτε τον κόσμον μηδέ τα εν τω κόσμω. . . . Και ο κόσμος παρέρχεται, και η επιθυμία αυτού· όστις όμως πράττει το θέλημα του Θεού, μένει εις τον αιώνα.»—Κολ. 3:9, 10· 1:10· 1 Ιωάν. 2:15, 17.
6. Γιατί μπορούμε να πούμε ότι ένα σημερινό ανθρώπινο πλάσμα είναι κατ’ εικόνα Θεού;
6 Αφού ο παλαιός κόσμος παρέρχεται, ένας Χριστιανός πρέπει να στρέψη νώτα σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο για να ζήση στον νέο κόσμο. Όταν, λοιπόν, η διάνοιά του ανακαινίζεται, όταν η σκέψις του μεταβάλλεται για να συμμορφωθή με τον λόγον του Παντοδυνάμου Θεού, μπορεί κατάλληλα να λεχθή ότι το άτομο είναι κατ’ εικόνα Θεού, όπως ο Αδάμ ήταν αρχικά πριν από την παράβασι. Όταν το άτομο ακολουθή την υπέρτερη γνώσι του Θεού, τότε λέγεται κατάλληλα ότι το πλάσμα επιστρέφει στην εικόνα του Θεού. Αυτό δεν σημαίνει ότι είναι τέλειο στο σημείο αυτό, αλλά η σκέψις του έχει στραφή στον υψηλό και ανώτερο τρόπο σκέψεως που χρησιμοποιεί ο Ιεχωβά Θεός. Ακολουθώντας μια τέτοια πορεία ένα άτομο γίνεται ευάρεστο και ευπρόσδεκτο στον Παντοδύναμο Θεό.
ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΦΡΟΝΗΜΑ ΠΡΙΝ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΦΙΕΡΩΣΙ
7. Τι είναι μετάνοια; Γιατί απαιτείται;
7 Το ταπεινό άτομο που μετανοεί περιγράφεται με τα λόγια που έγραψε ο Ησαΐας: «Ας εγκαταλίπη ο ασεβής την οδόν αυτού, και ο άδικος τας βουλάς αυτού· και ας επιστρέψη προς τον Ιεχωβά, και θέλει ελεήσει αυτόν και προς τον Θεόν ημών, διότι αυτός θέλει συγχωρήσει αφθόνως.» Αυτό δείχνει πόσο ευπρόσιτος είναι ο Ιεχωβά. Τον ταπεινό που ζητεί να Τον εύρη, ο Ιεχωβά θα τον δεχθή μέσω του Υιού του Χριστού Ιησού. Θα συγχωρήση το πλάσμα για κληρονομημένες αμαρτίες λόγω του ότι εγεννήθη από αμαρτωλούς γονείς. Ο Παύλος περαιτέρω δείχνει τη σπουδαιότητα της απεκδύσεως της παλαιάς προσωπικότητας, λέγοντας: «Να απεκδυθήτε τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας απατηλάς επιθυμίας· και να ανανεόνησθε εις το πνεύμα του νοός σας, και να ενδυθήτε τον νέον άνθρωπον, τον κτισθέντα κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.» Έτσι ο Παύλος εφιστά ζωηρά την προσοχή μας στο ότι αυτή η προηγούμενη πορεία ζωής και οι επιθυμίες πρέπει τελείως να εγκαταλειφθούν. Κατόπιν η νέα πορεία σκέψεως που αποκτάται με τη μελέτη του λόγου του Ιεχωβά και τη γνώσι των σκοπών του θα είναι η υποκινούσα δύναμις στη ζωή του Χριστιανού.—Ησ. 55:7, ΑΣ· Εφεσ. 4:22-24.
8. Μετά τη μεταστροφή, ποιες ιδιότητες πρέπει να καλλιεργήση ένα άτομο;
8 Αφού λάβη χώραν η μεταστροφή της διανοίας, τότε το άτομο θα έχη μέγιστον σεβασμό για τον Ιεχωβά και τον λόγον Του. Θ’ ακολουθή τη νουθεσία του Παύλου: «Ενδύθητε λοιπόν, ως εκλεκτοί του Θεού άγιοι και ηγαπημένοι, σπλάγχνα οικτιρμών, χρηστότητα, ταπεινοφροσύνην, πραότητα, μακροθυμίαν.» Οι ιδιότητες αυτές βρίσκονται, όχι στον παλαιό κόσμο, αλλά μόνο στον νέο. Ενώ τα λόγια του Παύλου εγράφησαν προς τους Χριστιανούς, η πολύ παλαιότερη έκφρασις του Ιεχωβά δείχνει πόσο αυτός εκτιμά τα χαρακτηριστικά αυτά: «Εις τίνα λοιπόν θέλω επιβλέψει; εις τον πτωχόν, και συντετριμμένον το πνεύμα, και τρέμοντα τον λόγον μου.» Ένα ταπεινό άτομο δείχνει μέγιστον σεβασμό για τον Ύψιστον Θεόν Ιεχωβά.—Κολ. 3:12· Ησ. 66:2.
9. Τι είδους υπηρεσία απαιτείται, και σε τι πρέπει να βασίζεται;
9 Μπορεί ένα κοινό άτομο να εκδηλώση πιστότητα, αδιαίρετη αγάπη για τον Παντοδύναμο Δημιουργό; Ναι, πρέπει να είναι αποκλειστικά αφωσιωμένο σ’ Αυτόν και έπειτα να έχη φλογερό ζήλο στην καρδιά του να Τον υπηρετή όπως ένας πρόθυμος δούλος υπηρετεί τον αγαπητό του κύριο. Υπηρετώ σημαίνει υπακούω. Εκείνοι που υπακούουν στον Ιεχωβά, το πράττουν από αγάπη γι’ αυτόν: «Εάν τις με αγαπά, τον λόγον μου θέλει φυλάξει, και ο Πατήρ μου θέλει αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν θέλομεν έλθει, και εν αυτώ θέλομεν κατοικήσει. Ο μη αγαπών με τους λόγους μου δεν φυλάττει. Και ο λόγος τον οποίον ακούετε, δεν είναι ιδικός μου, αλλά του πέμψαντός με Πατρός.» (Ιωάν. 14:23, 24) Η αγάπη είναι, πράγματι, η συγκεφαλαίωσις και η ουσία του όλου νόμου των εντολών του Θεού. Ο Χριστός Ιησούς το εβεβαίωσε αυτό, λέγοντας: «Θέλεις αγαπά Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της διανοίας σου, και εξ όλης της [ζωτικής] δυνάμεώς σου.» Ασφαλώς τίποτε δεν παραλείπεται. Το πλάσμα απαιτείται ν’ αγαπά και να υπηρετή τον Δημιουργό Ιεχωβά τελείως, με αληθινή και εγκάρδια πιστότητα.—Μάρκ. 12:30· Δευτ. 6:5, ΑΣ.
10. (α) Πώς πρέπει κανείς να θεωρή τον εαυτό του μετά την αφιέρωσι; (β) Σε ποιο βαθμό πρέπει να είναι κανείς υπήκοος στον Ιεχωβά;
10 Για τους αληθινούς ακολούθους του Χριστού, αυτό σημαίνει να λησμονήσουν τελείως τον εαυτό τους, ακριβώς όπως αυτός είπε: «Εάν τις θέλη να έλθη οπίσω μου, ας απαρνηθή εαυτόν.» Εκείνος που απαρνείται τον εαυτό του απαρνείται τους προσωπικούς του σκοπούς και την εκλογή της σταδιοδρομίας της ζωής του. Αντί τούτου, ζητεί να κάμη θέλημά του το να πράττη εκείνο που είναι θέλημα και σκοπός του Ιεχωβά όσον αφορά το παρόν του και το μέλλον του. Κατόπιν συμπεριφέρεται σύμφωνα μ’ αυτό.
Η ΑΦΙΕΡΩΣΙΣ ΦΕΡΝΕΙ ΕΥΘΥΝΗ
11. (α) Πώς πρέπει κανείς να θεωρή την ευθύνη; (β) Ποια παραδείγματα πρέπει να μιμούνται οι Χριστιανοί στη ζωή τους;
11 Τούτο πράγματι θέτει ένα βαρύ φορτίο ευθύνης επάνω σ’ εκείνον που αφιερώνει τη ζωή του στον Ιεχωβά. Η πιστότης στο να βαστάζη κανείς αυτό το φορτίο είναι επιτακτική, όχι προαιρετική. Σημαίνει εκούσια παράδοσι της προσωπικής εκλογής μιας πορείας ή τρόπου ζωής για να γίνη το θέλημα του Θεού. Χλευασμός, ονειδισμός, ταλαιπωρίες, διωγμός, βασανισμός ή φυλάκισις μπορεί να επέλθουν σ’ ένα άτομο επειδή εξέλεξε ν’ ακολουθήση την πορεία του πρωτίστου Μάρτυρος του Ιεχωβά, του Χριστού Ιησού. Μέσα από όλες αυτές τις περιστάσεις, ο αφιερωμένος συνεχίζει ν’ ακολουθή τον Ιησούν, να πράττη το θέλημα του Ιεχωβά. Κατανοεί ότι συνεφώνησε να πράττη το θέλημα του Θεού. Για τούτο πρέπει να έχη μια θετική στάσι ως προς την ευθύνη του, όπως ακριβώς έκαμε ο Ησαΐας όταν είπε: «Ιδού εγώ, απόστειλόν με.» Καθώς μαθαίνει κανείς τον λόγον του Θεού και αναγνωρίζει την ευθύνη του, δεν φρονεί ότι η ευθύνη είναι πολύ βαριά. Δεν αισθάνεται τον εαυτό του δειλό γι’ αυτήν ούτε αισθάνεται φόβο ότι θ’ αποτύχη. Αφού περιμένει να ζήση στον αιώνιο νέο κόσμο του Ιεχωβά, εξακολουθεί να υπακούη στον λόγον του Θεού, ο οποίος λέγει, «Μη φοβού»· νικά το πνεύμα του φόβου και της δειλίας. Θυμάται την αποκάλυψι του Ιεχωβά που ο Ιωάννης είδε και έγραψε: «Και είδον ουρανόν νέον και γην νέαν· διότι ο πρώτος ουρανός και η πρώτη γη παρήλθε· . . . Ο νικών θέλει κληρονομήσει τα πάντα, και θέλω είσθαι εις αυτόν Θεός, και αυτός θέλει είσθαι εις εμέ υιός. Οι δε δειλοί και άπιστοι . . . και πάντες οι ψεύσται, θέλουσιν έχει την μερίδα αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη με πυρ και θείον ούτος είναι ο δεύτερος θάνατος.» Ο Παύλος, επίσης, έδωσε πολύ ενθαρρυντική και βεβαιωτική νουθεσία στον Τιμόθεο, γράφοντας: «Δεν έδωκεν εις ημάς ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού. Μη αισχυνθής λοιπόν την μαρτυρίαν του Κυρίου ημών, μηδέ εμέ τον δέσμιον αυτού· αλλά συγκακοπάθησον μετά του ευαγγελίου με την δύναμιν του Θεού.» Δεν παρατηρούμε σοβαρά τον Ιούδα τον Ισκαριώτη ή άλλους που απέτυχαν, περιλαμβανομένου και του ίδιου του Σατανά, για να συλλάβωμε την έννοια της αφιερώσεως· αλλά κυττάζομε τη μακρά σειρά ισχυρών, πιστών, θαρραλέων νικητών που αναφέρει η Γραφή. Στην πορεία της ζωής των βλέπομε υποδείγματα άξια μιμήσεως. Μπορούμε να είμεθα εξίσου αποφασισμένοι όσο κι εκείνοι. Μπορούμε να είμεθα ευπειθείς δούλοι του Θεού όπως κι εκείνοι. Οι πρώτοι Χριστιανοί, περιλαμβανομένων και των πιστών αποστόλων του Χριστού, ήσαν κάθε άλλο παρά δειλοί. Έπειτα υπάρχουν επίσης άνδρες σαν τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ και τον Δαβίδ και γυναίκες σαν τη Σάρρα, τη Ραάβ, τη Δεβόρρα και την Ιαήλ, καθώς και πολλοί άλλοι σ’ αυτή τη μακρά σειρά θαρραλέων μαρτυρούν του Ιεχωβά που ετήρησαν τη διαθήκη των, η οποία σειρά εκτείνεται προς τα πίσω ως αυτόν τον καιρό του δικαίου Άβελ. Αυτοί είχαν μια ισχυρή άγκυρα ελπίδος στην υπερτάτη δύναμι του Ιεχωβά, ακόμη και ως το ν’ ανασταίνη νεκρούς. Τέτοια ενισχυμένη πίστις θα κάμη ένα άτομο να μη φοβάται τον εχθρό, και αν ακόμη αυτό θα ήταν δυνατόν να του στοιχίση τη φυσική του ζωή στον παρόντα καιρό.—Λουκ. 9:23· Ησ. 6:8· Αποκάλ. 21:1, 7, 8· 2 Τιμ. 1:7, 8.
12. Ποια εκλογή αντιμετωπίζει κάθε αληθινός Χριστιανός;
12 Η εκλογή μιας πορείας ζωής αποτελεί προσωπική ευθύνη, όπως ακριβώς έδειξε ο Μωυσής: «Έθεσα ενώπιον σας την ζωήν και τον θάνατον, την ευλογίαν και την κατάραν δια τούτο εκλέξατε την ζωήν, δια να ζήτε, συ και το σπέρμα σου.» Αλλά πώς, τώρα, μπορεί ένας να εκλέξη ζωή; Ακολουθώντας την πορεία που διαγράφεται για έναν αληθινό Χριστιανό, «με το να αγαπάς Ιεχωβά τον Θεόν σου, με το να υπακούης εις την φωνήν αυτού, και με το να ήσαι προσηλωμένος εις αυτόν διότι τούτο είναι η ζωή σου και η μακρότης των ημερών σου.» Εκλέγομε ζωή με το ν’ αφιερωθούμε εντελώς στον Ιεχωβά με την προσδοκία ότι θα υπακούωμε σ’ αυτόν για πάντα και θα βαστάζωμε το φορτίο της ευθύνης μας.—Δευτ. 30:19, 20, ΜΝΚ.
13. (α) Ποια απόφασι έλαβε ο Ιησούς του Ναυή; (β) Στην ημέρα που ζούμε, τι συμβαίνει σ’ εκείνους που αμελούν να κάμουν την ορθή εκλογή;
13 Ο Ιησούς του Ναυή, επίσης, έδειξε ειλικρινώς την προσωπική εκλογή που απαιτείται για να δώσωμε αποκλειστική αφοσίωσι στον Ιεχωβά. «Αλλ’ εάν δεν αρέσκη εις εσάς να λατρεύητε τον Ιεχωβά, εκλέξατε σήμερον ποίον θέλετε να λατρεύητε· ή τους θεούς, τους οποίους ελάτρευσαν οι πατέρες σας πέραν του ποταμού, ή τους θεούς των Αμορραίων, εις των οποίων την γην κατοικείτε· εγώ όμως και ο οίκός μου, θέλομεν λατρεύει τον Ιεχωβά.» (Ιησ. Ναυή 24:15, ΜΝΚ) Κάθε άτομο μη αφιερωμένο έχει την ίδια ελευθερία να εκλέξη. Η εκλογή αυτή θα καθορίση την τελική του τύχη, αν θα είναι ζωή ή θάνατος. Σ’ αυτή την ημέρα της δυνάμεως του Ιεχωβά, αν κανείς αρνηθή ν’ αφιερωθή για να υπηρετή τον Ιεχωβά, η ζωή του θα τελειώση οριστικά στον Αρμαγεδδώνα (αν όχι πρωτύτερα) ως ενός καταδικασμένου αμαρτωλού. Όταν κανείς φθάνη στο σημείο που επιθυμεί να υπηρετή τον Ιεχωβά με όλη του την καρδιά, την ψυχή και τη διάνοια, το ερώτημα δεν είναι ‘Θα κάμω αφιέρωσι;’ Η αφιέρωσις να πράττη κανείς το θέλημα του Θεού είναι η πορεία που περιεγράφη προηγουμένως από τον Ιησού Χριστό. Πρέπει, λοιπόν, να ερωτήση κανείς τον εαυτό του, Έχω την κατάλληλη κατανόησι του θελήματος του Ιεχωβά και του τι αυτός απαιτεί ώστε να συμφωνήσω να είμαι ένας αληθινός ακόλουθος του Ιησού Χριστού, για να πράττω το θέλημα του Ιεχωβά από τώρα και στο εξής; Όταν φθάνη σ’ αυτή την κατάλληλη κατανόησι, δεν υπάρχει δισταγμός από μέρους του ατόμου που θέλει ειλικρινώς να υπηρετή τον Ιεχωβά. Αυτό το θετικό προς τα εμπρός βήμα περιγράφεται από τον Ιεχωβά. Για να επιτύχη κανείς ζωή πρέπει να κάμη αυτό το βήμα. Ένας που συμφωνεί ν’ ακολουθήση τα ίχνη του Χριστού και εκτελεί αυτή τη συμφωνία είναι αληθινά ένας Χριστιανός. Αυτή την αφιέρωσι ο ευπειθής ακόλουθος του Χριστού την ομολογεί κατόπιν δημοσία ή την συμβολίζει ενώπιον άλλων με το εν ύδατι βάπτισμα.
ΤΙ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΓΙΑ ΣΑΣ Η ΑΦΙΕΡΩΣΙΣ
14. (α) Τι προηγείται της αφιερώσεως; (β) Τι ακολουθεί την αφιέρωσι; (γ) Τι περιλαμβάνεται στην αφιέρωσι ενός ατόμου στον Ιεχωβά;
14 Της αφιερώσεως προηγείται μια διερεύνησις της ψυχής. Πρέπει κανείς να κατανοήση ότι η αφιέρωσίς του πρέπει να είναι μια ‘στροφή στον Ιεχωβά’. Αυτό σημαίνει μετάνοια η απομάκρυνσι από την απειθή, αμαρτωλή πορεία ζωής στον παλαιό κόσμο, στην οποία έζησε ως το σημείο αυτό. Ως αμαρτωλός, εκείνος που μετανοεί βλέπει τον εαυτό του τώρα από την άποψι του Ιεχωβά. Αναγνωρίζει τη στοργική προμήθεια του Ιεχωβά, δηλαδή, τον Χριστόν Ιησούν ως Λυτρωτήν, Εξαγοραστήν ή Σωτήρα. Αναγνωρίζει ότι, με την εξάσκησι πίστεως στην εξαγοραστική ή απολυτρωτική αξία του χυθέντος αίματος του Ιησού Χριστού, μπορεί να φερθή κατάλληλα σε αρμονία η ενότητα με τον Άγιον, Ιεχωβά. Τότε λαμβάνει χώραν μια αλλαγή. Αυτή δεν είναι μια θαυματουργική αλλαγή, αλλά είναι η αρχή ενός νέου φρονήματος που από τώρα και στο εξής διαμορφώνει την πορεία της ζωής ενός ατόμου ως ενός σταθερού και προθύμου εκτελεστού τού αποκεκαλυμμένου θελήματος του Θεού. Σχετικά με τούτο η αφιέρωσις σημειώνει μια απόφασι που πρέπει να εκτελεσθή. Όταν ένα άτομο αφιερώνη τη ζωή του στον Ιεχωβά, αναμένει ότι ο Ιεχωβά θ’ ανταποκριθή στις υποσχέσεις του, και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι θα το πράξη. Ο Ιεχωβά, επίσης, αναμένει ότι θα εκτελέση την αφιέρωσι του εκείνος τον οποίον Αυτός δέχεται. Δεν υπάρχει περίπτωσις μερικής αφιερώσεως· δηλαδή, διστακτική αφιέρωσις, ή απόφασις μέσα στη διάνοια ενός ατόμου ν’ αφιερωθή στον Ιεχωβά με κάποιον περιωρισμένο τρόπο. Τίποτε δεν πρέπει να επιτραπή να θέση σε κίνδυνο την πληρότητα της αφιερώσεώς του. Αληθινά, λοιπόν, μια σοβαρή ευθύνη συνοδεύει αυτή την αφιέρωσι στον Ιεχωβά. Ένα άτομο δεν πρέπει να νανουρίζεται με την ιδέα ότι το κήρυγμα του λόγου του Θεού είναι απλώς προαιρετικό. Το διακονικό έργο είναι ένα υποχρεωτικό μέρος του διορισμού σε έργον, όπως ακριβώς ήταν στην περίπτωσι του Χριστού Ιησού. Ο καιρός της αφιερώσεώς του εσημείωσε την έναρξι του διακονικού του έργου και ποτέ αυτός δεν εξετράπη ούτε επέτρεψε να παρέμβη κάτι στη νέα του πορεία ζωής που είχε αποφασίσει και συμφωνήσει ν’ ακολουθήση.
15. Με τι μπορεί να παρομοιωθή η αφιέρωσις;
15 Αφού ο καιρός αυτός εσημείωσε την αρχή, μπορεί να παρομοιωθή με την ημέρα της γεννήσεως του άτομου· είναι, δηλαδή, η αρχή της νέας του ζωής. Πριν από τον καιρό αυτόν απελάμβανε μόνο ένα πολύ μικρό μέτρον ανθρωπίνης ζωής, και αυτό κάτω από καταδίκη λόγω του ότι είμεθα διαμορφωμένοι στην πεπτωκυία κατάστασι του Αδάμ.
16, 17. (α) Πώς πρέπει να θεωρούν αυτό το σπουδαίο βήμα τα νεωστί αφιερωμένα άτομα; (β) Ποιος θα είναι ο αντικειμενικός σκοπός του νεωστί αφιερωμένου ατόμου;
16 Σαν ένα παιδί ακριβώς, το άτομο πρέπει να είναι πρόθυμο να μάθη και να εξακολουθή να μαθαίνη για ν’ αυξήση σε ωριμότητα. Παρατηρούμε πώς ένα παιδί επιθυμεί πολύ να μιμηθή τους γονείς του· και έπειτα, επίσης, βλέπομε ποια ωθούσα δύναμι κατέχει για να φθάση στην πληρότητα της ανδρικής ή της γυναικείας φύσεως. Πράγματι, είναι πρόθυμο να μελετήση με απληστία για να φθάση εκεί. Η διάνοια ενός παιδιού είναι άγρυπνη να αποκτήση γνώσι επειδή δεν έχει επιθυμία να παραμείνη στη νηπιότητα ή και στην κατάστασι της εφηβικής ηλικίας. Έτσι και ο «νεογέννητος» Χριστιανός πρέπει ν’ αποβλέπη στη ζωή που είναι μπροστά του.
17 Τα παιδιά είναι πάντοτε ανυπόμονα να ξεφύγουν από μια δίαιτα απλού γάλακτος ή μαλακής τροφής. Είναι ανυπόμονα να φάγουν τη στερεά τροφή που βλέπουν να τρώγουν οι γονείς των, επειδή αναγνωρίζουν ότι η στερεά τροφή ανήκει στους ωρίμους ανθρώπους. Και το ίδιο συμβαίνει με τους Χριστιανούς, σύμφωνα με τη νουθεσία του Παύλου: «Των τελείων όμως είναι η στερεά τροφή, οίτινες δια την έξιν έχουσι τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εις το να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν. Δια τούτο αφήσαντες την αρχικήν διδασκαλίαν του Χριστού, ας φερώμεθα προς την τελειότητα, χωρίς να βάλλωμεν εκ νέου θεμέλιον μετανοίας από νεκρών έργων, και πίστεως εις Θεόν, της διδαχής των βαπτισμών, και της επιθέσεως των χειρών, και της αναστάσεως των νεκρών, και της κρίσεως της αιωνίου.»—Εβρ. 5:14-6:2
18. Τι πρέπει να επιδιώκη ο αφιερωμένος; Τι θα φέρη χαρά στην καρδιά του;
18 Ο Χριστιανός πρέπει με ζήλο να επιδιώκη γνώσι για ν’ αποκτήση πνευματική ωριμότητα και να είναι πιο ικανός να εκτελέση την αφιέρωσι του και έπειτα να βοηθήση άλλους, με τον τρόπο δε αυτόν να τους βοηθήση ν’ αποκτήσουν ζωή. Αυτό μπορεί να παρομοιωθή με νέους που αυξάνουν στην ηλικία ως άνδρες ή γυναίκες. Όταν φθάσουν σ’ αυτή την κατάστασι της ωριμότητος και νυμφευθούν, φέρνουν νέα παιδιά στον κόσμο. Το ίδιο συμβαίνει και με τους ωρίμους Χριστιανούς. Με το να λέγουν «Ελθέ!» φέρνουν άλλους στην αλήθεια, και έπειτα οι νέοι ακροαταί απομακρύνονται από την προηγούμενη πορεία των, και μελετούν ομοίως και φθάνουν στο σημείο ν’ αφιερώσουν τη ζωή τους στο να πράττουν το θέλημα του Ιεχωβά. Η Χριστιανική ωριμότης είναι μια θαυμαστή, ευτυχισμένη κατάστασις για να ζη κανείς σ’ αυτήν και να την τηρή.
19. Γιατί είναι σπουδαίος ένας σοβαρός υπολογισμός της δαπάνης για έναν που μελετά την αφιέρωσι;
19 Αναμετρώντας το ζήτημα της αφιερώσεως ένα άτομο θα ήταν δυνατόν να σκεφθή, ‘Δεν θα μπορούσα πιθανώς να κάμω αυτό το διακονικό έργο ή να συμμετάσχω σ’ αυτό· όμως αγαπώ τον Θεό και θέλω να τον υπηρετήσω. Θα του δώσω πλήρη αναγνώρισι στη ζωή μου, αλλά όσον αφορά μια πλήρη αφιέρωσι, δεν μπορώ να το κάμω αυτό.’ Στην αρχή τέτοιες μπορεί να είναι οι σκέψεις ενός ατόμου· αλλ’ αν ένα άτομο έχη αυτή τη νοοτροπία, τότε πρέπει να εξακολουθήση να μελετά, ν’ αποκτά ακριβή γνώσι, επειδή περισσότερη ώριμη σκέψις θα τον βοηθήση να φθάση στην κατάλληλη απόφασι. Αυτή είναι αληθινά μια ζωτική απόφασις. Μπορεί να παρομοιωθή μ’ έναν άνθρωπο ο οποίος, αποβλέποντας στο μέλλον, σχεδιάζει να οικοδομήση ένα σπίτι. Αλλ’ ακόμη και χτίζοντας ένα σπίτι ο άνθρωπος πρέπει να καθήση και να υπολογίση τη δαπάνη, όπως ακριβώς εξέθεσε ο Ιησούς: «Διότι τις εξ υμών, θέλων να οικοδομήση πύργον, δεν κάθηται πρώτον και λογαριάζει την δαπάνην, αν έχη τα αναγκαία δια να τελειώση αυτόν; μήποτε αφού βάλη θεμέλιον, και δεν δύνηται να τελειώση αυτόν, αρχίσωσι πάντες οι βλέποντες να εμπαίζωσιν αυτόν λέγοντες, Ότι ούτος ο άνθρωπος ήρχισε να οικοδομή, και δεν ηδυνήθη να τελειώση.» Αυτό σημαίνει ότι ένα άτομο, κάνοντας αφιέρωσι, πρέπει να υπολογίση τη δαπάνη τού να λάβη μια τέτοια πορεία και να εμμείνη σ’ αυτήν ως το τέλος, και να το κάμη αυτό με σοβαρότητα και επιμέλεια.—Λουκ. 14:28-30.
Η ΑΦΙΕΡΩΣΙΣ ΦΕΡΝΕΙ ΕΥΤΥΧΙΑ
20. Ποιες είναι μερικές από τις ευλογίες του Ιεχωβά για τους αφιερωμένους δούλους; Και τι φέρνει χαρά;
20 Έπειτα γιατί να μη μετρήσετε εκείνα που εγκαταλείπετε παράπλευρα σ’ εκείνα που σας υπόσχεται ο Ιεχωβά; (Ματθ. 19:27-29) Σταματήστε και σκεφθήτε πάνω σ’ αυτό! Τι καλά πράγματα έχετε που δεν τα ελάβατε κατά πρώτον λόγον από τον Ιεχωβά, μαζί με τη δύναμι να προσφέρετε αφοσίωσι, αίνο και πρόθυμη υπηρεσία; Αυτά είναι τα πράγματα που με χαρά θ’ αφιερώσετε στον Ιεχωβά, ακόμη και ολόκληρον τον εαυτό σας, για να τον υπηρετήτε. Αυτά δίδονται πρόθυμα στον Ιεχωβά μέσω του Δικαίου, του Ιησού Χριστού, για τα ανέκφραστα προνόμια και τις ευλογίες που εξακολουθητικά χορηγούνται στους αφιερωμένους δούλους του Θεού. Εν τούτοις, θυμηθήτε ότι αυτό δίνει στο άτομο την εξουσία να ονομάζεται με το όνομα του Ιεχωβά και να μιλή εν τω ονόματι του ως ένας από τους μάρτυράς Του. Σ’ αυτόν τον καταδικασμένο και θνήσκοντα παλαιό κόσμο, οι αφιερωμένοι αυτοί δούλοι του Θεού είναι οι πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι που ζουν. Πράγματι, οι άνθρωποι αυτοί περιμένουν να επιζήσουν από τον παγκόσμιο πόλεμο του Θεού, τον Αρμαγεδδώνα, και με εμπιστοσύνη περιμένουν να ζήσουν για πάντα σ’ έναν παγγήινο παράδεισο τελειότητος. Πολλά, λοιπόν, εξαρτώνται από το να κάμη κανείς αφιέρωσι και κατόπιν τα πάντα εξαρτώνται από την πιστότητα του ατόμου στην αφιέρωσι αυτή. Το να κρατή κανείς ακεραιότητα και να ζη πιστά σύμφωνα με τις ευχές της αφιερώσεώς του φέρνει υπέρτατη ευτυχία. Παράλειψις να το πράττη αυτό φέρνει απελπισία.
21. Πόσο εκτεταμένη πρέπει να είναι η αφιέρωσις;
21 Η πλήρης έκτασις και σπουδαιότης της αφιερώσεως μπορεί προφανώς να συνοψισθή με τα λόγια του Ιησού: «Ούτω λοιπόν πας όστις εξ υμών δεν απαρνείται πάντα τα εαυτού υπάρχοντα, δεν δύναται να ήναι μαθητής μου.» (Λουκ. 14:33) Τίποτε δεν πρέπει να επιτραπή να παρέμβη στην αφιέρωσι. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνη τη σύζυγο ενός ανδρός, ή τον σύζυγο μιας γυναικός, ή μια οικογένεια ή κάτι άλλο σ’ αυτόν τον κόσμο που θα μπορούσε να θεωρηθή προσφιλές. Η αφιέρωσις του εαυτού μας στον Ιεχωβά πρέπει να είναι σαφής στο σκοπό της. Το άτομο δεσμεύεται από το καθήκον ν’ αποδίδη αποκλειστική αφοσίωσι στον Ιεχωβά.