«Ο Λόγος ο σος Αλήθεια Εστί»
Το Ταξίδι του Παύλου στη Ρώμη
Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ απόστολος Παύλος έμεινε φυλακισμένος δυο χρόνια στην παραθαλάσσια πόλι της Καισαρείας. Τώρα με δική του αίτησι επρόκειτο να μεταφερθή στη Ρώμη για να εμφανισθή ενώπιον του Καίσαρος. Ο Παύλος και άλλοι φυλακισμένοι ήσαν υπό την ένοπλη φρούρησι ενός αξιωματικού ονόματι Ιουλίου. Ο Λουκάς, ο οποίος κατέγραψε την αφήγησι του ταξιδίου, συνώδευσε τον Παύλο.a
Αφού επιβιβάσθηκαν σ’ ένα πλοίο, προχώρησαν προς βορράν κατά μήκος της ακτής. Την επομένη ημέρα έφθασαν στη Σιδώνα. Ξεκινώντας και πάλι το πλοίο έπλευσε κοντά από το βορειοανατολικό άκρον της Κύπρου και έπειτα κατά μήκος των ακτών της Κιλικίας και Παμφυλίας της Μικράς Ασίας. Το ταξίδι ήταν πιο αργό εδώ, αλλά τελικά έφθασαν στο πολυάσχολο λιμάνι των Μύρων. Εκεί ο Ιούλιος κατώρθωσε να εξασφαλίση μια αλλαγή πλοίου για τη συντροφιά του. Προφανώς αυτό το νέο πλοίο ν’ ανήκε στο στόλο που μετέφερε σιτηρά και που ταξίδευε συχνά μεταξύ της Αλεξανδρείας της Αιγύπτου και της Ρώμης.
Από τα Μύρα παραπλέοντας τις ακτές της Μικράς Ασίας το μεγάλο πλοίο συνέχισε αργά το ταξίδι του ενάντια στον άνεμο. Έτσι χρειάσθηκαν «βραδυπλοούντες ικανάς ημέρας» για να φθάσουν από τα Μύρα στην Κνίδο, μια παραθαλάσσια πόλι βορείως της νήσου Ρόδου. Από την Κνίδο το πλοίο θα ήταν αναγκασμένο ν’ αντιμετωπίση την ανοικτή θάλασσα αν η απόφασις ήταν να παραπλεύσουν το νότιο άκρο της Ελλάδος και έπειτα προς τα άνω στη Ρώμη. Αλλά προφανώς ισχυροί άνεμοι υπαγόρευσαν κάτι αντίθετο απ’ αυτό. Αντιθέτως λοιπόν το πλοίο έκλινε νοτίως προς την νήσο Κρήτη.
Φθάνοντας στη Σαλμώνη στην ανατολική ακτή της Κρήτης το πλοίο διέπλευσε γύρω από τη νήσο προς τους Καλούς Λιμένας. Εξ αιτίας των καθυστερήσεων από τους ανέμους «η νηστεία είχεν ήδη παρέλθει.» Αυτό σημαίνει ότι θα έπρεπε να πλησιάζη ο Οκτώβριος. Επί πλέον η ναυσιπλοΐα εκείνη τη περίοδο του χρόνου ήταν επικίνδυνη. Αλλ’ επειδή το λιμάνι των Καλών Λιμένων δεν προσεφέρετο για παραμονή το χειμώνα, ελήφθη απόφασις να προσεγγίσουν στον Φοίνικα, ένα άλλο λιμάνι περίπου σαράντα μίλια ακόμη πιο πέρα κατά μήκος των ακτών της Κρήτης.
Θύελλα και Ναυάγιο
Η εμπιστοσύνη του πληρώματος προς αυτή την απόφασι μεγάλωσε όταν ένας απαλός νότιος άνεμος άρχισε να φυσά. Αλλ’ έπειτα ένας ορμητικός βορειοανατολικός άνεμος έπεσε ξαφνικά επάνω στο πλοίο, το άρπαξε και το παρέσυρε. Το καταφύγιο της μικρής νήσου Κλαύδης προσέφερε μια πρόσκαιρη ανάπαυσι από τη θύελλα. Σ’ αυτό το διάστημα η λέμβος που εσύρετο γρήγορα αναβιβάσθηκε στο πλοίο, και διαθέσιμα σχοινιά και καλώδια εχρησιμοποιήθησαν να υποζώσουν το πλοίο για να το εμποδίσουν από το να διαλυθή.
Κάτι που ετρομοκράτησε το πλήρωμα ήταν το ότι η θύελλα τους ωθούσε προς τη Σύρτι, την κινούμενη άμμο των ακτών της Λιβύης στη Βόρειο Αφρική. Το πλήρωμα εργάσθηκε σκληρά για να στρέψη το πλοίο και έτσι ν’ αποφύγουν το ναυάγιο. Το πλοίο επίσης ελάφρυνε με το να ρίψουν τα εμπορεύματα στη θάλασσα. Ο Ναυτικός Έντγουιν Σμιθ εσχολίασε σχετικά μ’ αυτό το κρίσιμο μέρος του ταξιδίου στο περιοδικό Δη Ράντερ τον Μάρτιο του 1947.
«Σ’ εκείνη την περίπτωσι θα έθεσαν τη δεξιά πλευρά του πλοίου προς τον άνεμο. Έτσι το πλοίο θα έβλεπε προς βορρά ή μακρυά από την Αφρικανική ακτή και τη Σύρτι· και οποιαδήποτε κατεύθυνσι και αν έπαιρνε το πλοίο, ενώ θα περιφερόταν, πάντως αυτό θ’ ακολουθούσε μια πορεία προς τα δυτικά με κατεύθυνσι την Ιταλία.
»Την επόμενη ημέρα, όταν η θύελλα συνέχιζε αμείωτη, αυτοί ελάφρωσαν το πλοίο. Κάθε ενέργεια που είχε γίνει έως εκείνη τη στιγμή έδειχνε ότι στο πλοίο υπήρχε επιδέξιο πλήρωμα για να κάμη ακριβώς ό,τι έπρεπε.» Τα μέτρα που ελήφθησαν έστρεψαν το πλοίο προς μια δυτική πορεία, αποφεύγοντας το ναυάγιο στην επικίνδυνη Αφρικανική ακτή.
Ούτε ήλιος ούτε άστρα εμφανίσθηκαν επί πολλές ημέρες καθώς το πλοίο ωδηγείτο προς τα δυτικά. Ελπίδα για επιβίωσι δεν υπήρχε. Αλλ’ έπειτα, κατά τα μεσάνυχτα της δεκάτης τετάρτης ημέρας αφότου άφησαν την Κρήτη, μερικοί από το πλήρωμα άρχισαν να υποψιάζωνται ότι επλησίαζαν στην ξηρά. Η βολιδοσκόπησις το επιστοποίησε αυτό. Έρριψαν στη θάλασσα τέσσερες άγκυρες και το πλοίο σιγά σιγά σταμάτησε.
Τελικά ξημέρωσε. Το πλήρωμα έκοψε τις άγκυρες, έλυσε τα κουπιά πηδαλιουχήσεως, ύψωσε το μπροσθινό πανί και άφησε το πλοίο να κατευθυνθή προς την ακτή. Αλλά το πλοίο έπεσε σε ξέρα και άρχισε να διαλύεται καθώς κτυπούσε εδώ κι εκεί στα θυμωμένα κύματα της παραλίας. Με την εντολή του Ιουλίου έπεσαν όλοι στη θάλασσα και έφθασαν ασφαλείς στην ξηρά μερικοί κολυμπώντας και άλλοι πιασμένοι σ’ οτιδήποτε είχε απομείνει από το πλοίο.
Το νησί αναγνωρίσθηκε ότι ήταν η Μάλτα. Εδώ πέρασαν τον χειμώνα και όταν την άνοιξι μπορούσαν να ταξιδέψουν ασφαλώς, συνέχισαν το ταξίδι τους μ’ ένα άλλο Αλεξανδρινό πλοίο. Αργότερα το πλοίο πέρασε από το νότιο ανατολικό σημείο της Σικελίας και παρέμεινε στις Συρακούσες τρεις ημέρες. Έπειτα προχώρησε προς το Ρήγιον το «δάκτυλο του ποδός,» της Ιταλίας και από κει στους Ποτιόλους. Εδώ η συντροφιά αποβιβάσθηκε και συνέχισε το τελευταίο μέρος του ταξιδιού διά ξηράς προς τη Ρώμη.
Μια Αξιόπιστη Αφήγησις
Αυτή η αφήγησις της Βίβλου υπογραμμίζει τους περιορισμούς που επιβάλλονταν σε πλοία του πρώτου αιώνος—την ανάγκη των να βρίσκουν ασφαλείς λιμένες, να κάνουν χρήσι των φυσικών πλεονεκτημάτων που προσεφέροντο από τις παραθαλάσσιες ακτές και ν’ αποφεύγουν την ανοικτή θάλασσα σε ωρισμένες εποχές του έτους. Τα πανιά, οι άγκυρες, τα κουπιά πηδαλιουχήσεως και οι βάρκες που εσύροντο από την πρύμνη του πλοίου όλα αυτά συμφωνούν με τις περιγραφές των πλοίων του καιρού. Το ζώσιμο υποκάτωθεν και το ελάφρωμα του πλοίου ήσαν μέθοδοι κατάλληλοι ακριβώς για τέτοιες περιστάσεις.
Ο λόγος που γίνεται για πλοίο με σιτηρά από την Αλεξάνδρεια συμφωνεί με την θέσι του Ρωμαϊκού κόσμου την εποχή εκείνη. Υπήρχε ένας τέτοιος στόλος στην υπηρεσία της Αυτοκρατορίας τότε, και ένας αξιωματικός του στρατού ήταν επί κεφαλής καθώς δείχνει η Βιβλική αφήγησις.
Η αφήγησις τονίζει ζωηρά τα προβλήματα ενός πλοίου στον χειρισμό σε ενάντιο άνεμο και το είδος των ανέμων που επικρατούν σε συγκεκριμένη εποχή σ’ εκείνο το μέρος της γης. Με ένα δυνατό δυτικό άνεμο τα εβδομήντα περίπου μίλια από την Καισάρεια στη Σιδώνα χρειάσθηκαν περίπου μια μέρα, αλλά μ’ ένα ευνοϊκό νότιο άνεμο ήταν δυνατή μια γρήγορη μετάβασις μιας ημέρας από το Ρήγιον στους Ποτιόλους, μια απόστασις περίπου 200 μιλίων.
Επίσης η ακρίβεια της πορείας του πλοίου προς τους άμμους της Σύρτεως, που συνέβη με την ορμή των ανέμων από τα βουνά της Κρήτης, είναι αξιοσημείωτη. Η επακολουθήσασα αλλαγή πορείας που είναι δυνατή με έναν τέτοιο άνεμο θα μπορούσε να φέρη το πλοίο ακριβώς στη Μάλτα.
Ο ναυτικός Έντγουιν Σμιθ υπεκινήθη να τερματίση τα σχόλιά του επί του ταξιδίου: «Είδαμε στην εξέτασί μας ότι κάθε τι που αναφέρεται ως προς τις κινήσεις αυτού του πλοίου από τη στιγμή που άφησε τους Καλούς Λιμένας έως ότου έφθασε στη Μάλτα, όπως εκτίθεται από τον Άγιο Λουκά, έχει επιβεβαιωθή από εξωτερική και ανεξάρτητη μαρτυρία ως η πιο ακριβής και πιο ικανοποιητική περιγραφή. . . . Όλα αυτά δείχνουν, ότι ο Λουκάς πράγματι έκαμε το ταξίδι όπως περιγράφεται και εκτός αυτού έχει δείξει ότι ήταν ένα άτομο του οποίου οι παρατηρήσεις και οι δηλώσεις μπορούν να θεωρηθούν ως αληθείς και αξιόπιστες στον ύψιστο βαθμό.»
Κατά κανόνα και εδώ έχομε την περίπτωσι που όσο πιο πολύ εξετάζομε τις Γραφικές αφηγήσεις τόσο πιο πολύ μεγαλώνει η εκτίμησις ενός για την αληθινότητα και την αξιοπιστία τους. Η αφήγησις του ταξιδίου του Παύλου στη Ρώμη είναι ακόμα ένα παράδειγμα της Βιβλικής ακριβείας.
[Υποσημειώσεις]
a Η αφήγησις του ταξιδίου του Παύλου βρίσκεται στα κεφάλαια 27 και 28 του βιβλίου των Πράξεων στην Αγία Γραφή.