Υπηρετώντας Ενωμένοι ως Ένας Σύλλογος Αδελφών
«Πάντες δε σεις αδελφοί είσθε . . . μηδέ ονομασθήτε καθηγηταί· διότι είς είναι ο καθηγητής σας ο Χριστός.»—Ματθ. 23:8-11.
1, 2. (α) Ποιο γεγονός δείχνει τη δυσκολία που βρίσκουν οι ατελείς άνθρωποι να υπηρετούν ταπεινά τους άλλους σύμφωνα με τη διδασκαλία του Υιού του Θεού; (β) Έκαμαν οι απόστολοι του Ιησού αυτή τη προσαρμογή εύκολα;
Η ΙΔΕΑ για μια ζωή ταπεινής υπηρεσίας δεν είναι κάτι εύκολο για να γίνη δεκτή και να εφαρμοσθή από πολλούς ατελείς ανθρώπους. Παρατηρήστε τι έχει συμβή στον Χριστιανικό κόσμο, στον οποίον άνθρωποι που ισχυρίζονται ότι είναι αντιπρόσωποι του Ιησού Χριστού και χειροτονημένοι υπηρέται (δηλαδή «διάκονοι») του Θεού, έχουν ξεχωριστή θέσι από τα «κοινά» μέλη της εκκλησίας, τους «λαϊκούς.» Αυτοί οι κληρικοί θεωρούν τους εαυτούς των ως ανωτέρους από το υπόλοιπο ποίμνιο και δέχονται τίτλους που εκφράζουν αυτή ακριβώς την έννοια της ανωτερότητος. Αλλ’ αυτός δεν είναι ο τρόπος που φέρνει πραγματική ενότητα.
2 Ακόμη και μεταξύ των πιστών μαθητών του Ιησού στον πρώτο αιώνα, η προσαρμογή σ’ αυτή τη διδασκαλία του Υιού του Θεού δεν ήταν πολύ εύκολη. Σε μερικές περιπτώσεις ο Ιησούς χρειάσθηκε να διορθώση τους μαθητάς του επειδή ενδιεφέροντο για βαθμούς κι επιθυμούσαν να κατέχουν ανώτερες θέσεις.
3, 4. Ποια συζήτησι είχαν οι μαθηταί του Ιησού όταν επέστρεφαν στην Καπερναούμ, και γιατί αυτό δεν είναι εκπληκτικό;
3 Όταν ο Ιησούς, προς το τέλος του τρίτου έτους της δημοσίας διακονίας του επέστρεφε στην Καπερναούμ, οι μαθηταί του είχαν μια συζήτησι μεταξύ των. Για ποιο πράγμα; Η αφήγησις του Μάρκου λέγει: «Τι διελογίζεσθε καθ’ οδόν προς αλλήλους; Οι δε εσιώπων· διότι καθ’ οδόν διελέχθησαν προς αλλήλους τις είναι μεγαλύτερος. Και καθήσας εκάλεσε τους δώδεκα και λέγει προς αυτούς· Όστις θέλει να ήναι πρώτος, θέλει είσθαι πάντων έσχατος και πάντων υπηρέτης [διάκονος, Κείμενον].»—Μάρκ. 9:33-35.
4 Δεν είναι απίστευτο ότι, ύστερα από τρία σχεδόν χρόνια διδασκαλίας του Ιησού, έκαμαν ένα τέτοιο πράγμα; Όχι, αν θυμηθούμε την ανθρώπινη ατέλειά τους και τις περιστάσεις τους. Διότι το ενδιαφέρον τους για προσωπικό μεγαλείο αντανακλούσε όχι μόνο τις τάσεις της ατελούς σαρκός, αλλά και τη γενική εικόνα της εποχής των. Ένα ιστορικό σχόλιο για τα έθιμα και τον τρόπο σκέψεως που επικρατούσε μεταξύ εκείνων που είχαν την Ιουδαϊκή θρησκεία τον πρώτο αιώνα λέγει τα εξής: «Σ’ όλα τα σημεία, στη λατρεία, στην απονομή δικαιοσύνης, στα γεύματα, σ’ όλες τις συναλλαγές, πάντοτε ηγείρετο το ερώτημα ποιος ήταν ο μεγαλύτερος, και η απόδοσις σεβασμού που ωφείλετο στον καθένα αποτελούσε καθήκον που έπρεπε πάντοτε να εκπληρώνεται και που εθεωρείτο πολύ σπουδαίο.»—Θεολογικό Λεξικό της Καινής Διαθήκης, (στην Αγγλική) τόμος Δ΄, σελ. 532· παράβαλε με Ματθαίο 23:6, 7.
‘ΓΙΝΕΣΘΕ ΩΣ ΠΑΙΔΙΑ’
5. Τι συμβουλή τους έδωσε ο Ιησούς για να διορθώσουν την εσφαλμένη στάσι των;
5 Η αφήγησις του ιδίου γεγονότος από τον Ματθαίο μάς λέγει ότι ο Ιησούς εκάλεσε ένα παιδί και το έστησε ενώπιον των μαθητών του και είπε: «Αληθώς σας λέγω, εάν δεν επιστρέψητε και γείνητε ως τα παιδία, δεν θέλετε εισέλθει εις την βασιλείαν των ουρανών. Όστις λοιπόν ταπεινώση εαυτόν ως το παιδίον τούτο, ούτος είναι ο μεγαλήτερος εν τη βασιλεία των ουρανών. Και όστις δεχθή εν τοιούτον παιδίον εις το όνομά μου, εμέ δέχεται· όστις όμως σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ, συμφέρει εις αυτόν να κρεμασθή μύλου πέτρα επί τον τράχηλον αυτού και να καταποντισθή εις το πέλαγος της θαλάσσης.»—Ματθ. 18:1-6.
6. (α) Ποια σκέψις μπορεί να έκαμε μερικούς μαθητάς να νομίζουν ότι είναι ανώτεροι; (β) Τι θα εσήμαινε γι’ αυτούς να ‘επιστρέψουν και να γίνουν σαν τα παιδιά’;
6 Ο Ιησούς τούς έδειξε ότι η σκέψις των τους ωδηγούσε σε εσφαλμένο δρόμο. Ίσως ο Πέτρος, λόγω της υποσχέσεως του Ιησού ότι θα του έδινε τα «κλειδιά» της βασιλείας, να νόμιζε ότι είχε κάποια ανωτερότητα από τους άλλους μαθητάς. Ή είναι πιθανόν ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης, επειδή ήσαν μεταξύ των τριών που είχε εκλέξει ο Ιησούς για να είναι μαζί του την ώρα της μεταμορφώσεως στο όρος, να είχαν παρόμοιες ιδέες. (Ματθ. 16:19· 17:1-9) Όποια κι αν ήταν η περίπτωσις, ο Ιησούς είπε σε όλους να ‘επιστρέψουν και να γείνουν σαν τα παιδιά,’ δηλαδή όχι απαιτητικοί ή φιλόδοξοι αλλά τόσο ταπεινοί όπως είναι τα μικρά παιδιά εκ φύσεως. Δεν έπρεπε απλώς να ενεργούν σαν τα παιδιά κάνοντας μια εξωτερική επίδειξι αυτών των ιδιοτήτων, αλλ’ έπρεπε να κάμουν κτήμα τους αυτές τις ιδιότητες, ώστε να έχουν το ίδιο πνεύμα που χαρακτηρίζει τα ταπεινά παιδιά. Τα μικρά παιδιά δεν έχουν διακρίσεις μεταξύ των, αλλά θεωρούν ίσα το ένα το άλλο. Έτσι, λοιπόν, όσο πιο ταπεινή καρδιά είχαν οι μαθηταί του Χριστού και όσο πιο μικροί αισθάνοντο τον εαυτό τους ενώπιον του Θεού και των αδελφών τους, τόσο πιο μεγάλοι θα ήσαν σχετικά με τη βασιλεία.
7. Πώς ο τρόπος με τον οποίον θα ‘εδέχοντο τους μικρούς’ θα έδειχνε το μέτρον της ταπεινότητας των, και για ποιο λόγο είναι αυτό σοβαρό;
7 Ένα μέτρο της ταπεινοφροσύνης των θα ήταν ο τρόπος με τον οποίο μετεχειρίζοντο εκείνους που ήσαν πνευματικώς ως «νήπια» στην αλήθεια, (επειδή είχαν γίνει πρόσφατα μαθηταί), ή εκείνους που ήσαν σαν μικρά παιδιά, επειδή δεν είχαν κάποια διάκρισι ή θέσι ευθύνης μεταξύ των. Αν κάποιος, ιδιαίτερα ένας Χριστιανός πρεσβύτερος, έδειχνε εγωισμό και εφέρετο μ’ έναν αυταρχικό τρόπο, θα μπορούσε να γίνη αιτία προσκόμματος για τους ταπεινούς. Στην πραγματικότητα αυτό θα μπορούσε να έχη σοβαρές συνέπειες για κείνον που θα προξενούσε το πρόσκομμα, όπως δείχνουν τα λόγια του Ιησού. Γι’ αυτό ώφειλε να αγρυπνή, όπως ακριβώς κάνουν και οι άγγελοι του Θεού.—Ματθ. 18:6, 10· Αποκάλ. 2:23.
8. Πώς αληθεύει ότι εκείνος που ‘φέρεται ως μικρότερος’ είναι πραγματικά ο μεγαλύτερος μεταξύ των Χριστιανών:
8 «Ο υπάρχων μικρότερος, μεταξύ πάντων υμών ούτος θέλει είσθαι μέγας.» (Λουκ. 9:48) Μολονότι αυτό φαίνεται τόσο αντίθετο με την άποψι που έχει ο κόσμος, δεν παρατηρούμε ότι αληθεύει όσον αφορά τις σχέσεις μας με τους άλλους; Ποιος είναι πιο πολύτιμος σ’ εμάς, και για ποιον θα αισθανθούμε περισσότερο την έλλειψί του αν φύγη ή πεθάνη, εκείνος που είναι εγωιστής και θέλει να υποτάσσωνται οι άλλοι σ’ αυτόν, ή εκείνος που δείχνει στοργικό ενδιαφέρον για τους άλλους, και είναι εξυπηρετικός και ευγενικός; Χωρίς αμφιβολία ο τελευταίος.
9. (α) Με τι τρόπους ο απόστολος Παύλος έδωσε παράδειγμα αυτής της Χριστιανικής αρχής; (β) Πώς οι αδελφοί έδειξαν ότι ο Παύλος είχε μεγάλη θέσι στην καρδιά τους, και τι μπορούμε να μάθωμε απ’ αυτό;
9 Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο, ο απόστολος Παύλος εμιμείτο το παράδειγμα της ταπεινής υπηρεσίας του Ιησού. (1 Κορ. 11:1) Μιλώντας στους πρεσβυτέρους της πόλεως της Εφέσου, ο Παύλος μπορούσε να τους πη ειλικρινά: «Σεις εξεύρετε, από της πρώτης ημέρας αφ’ ης επάτησα εις την Ασίαν, πώς επέρασα μεθ’ υμών όλον τον χρόνον, δουλεύων τον Κύριον μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και μετά πολλών δακρύων και πειρασμών, οίτινες μοι συνέβησαν . . . Δια τούτο αγρυπνείτε, ενθυμούμενοι ότι τρία έτη νύκτα και ημέραν δεν έπαυσα νουθετών μετά δακρύων ένα έκαστον . . . Σεις δε αυτοί εξεύρετε ότι εις τας χρείας μου και εις τους όντας μετ’ εμού αι χείρες αύται υπηρέτησαν. Κατά πάντα υπέδειξα εις εσάς ότι ούτω κοπιάζοντες πρέπει να βοηθήτε τους ασθενείς και να ενθυμήσθε τους λόγους του Κυρίου Ιησού, ότι αυτός είπε· Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη.» Έτσι δεν είναι παράξενο το γεγονός ότι μόλις έμαθαν ότι ίσως να μην έβλεπαν πάλι τον Παύλο, «έγεινε πολύς κλαυθμός πάντων, και πεσόντες επί τον τράχηλον του Παύλου κατεφίλουν αυτόν.» Ο Παύλος κατείχε μια μεγάλη θέσι στην καρδιά τους, όχι απλώς επειδή ήταν απόστολος αλλά μάλλον λόγω του τρόπου με τον οποίον εφέρετο ως άτομο. Ήταν παράδειγμα για όλους τους Χριστιανούς πρεσβυτέρους.—Πράξ. 20:18, 19, 31-37· παράβαλε με 1 Κορινθίους 2:1-5· 1 Θεσσαλονικείς 2:5-9.
ΜΗ ΜΙΜΕΙΣΘΕ ΤΟΥΣ ΤΡΟΠΟΥΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
10. Ποια δεύτερη ευκαιρία έκαμε τον Ιησού να δώση και άλλη συμβουλή ταπεινοφροσύνης στους μαθητάς του;
10 Λίγους μήνες μετά τη συζήτησι των μαθητών για το ποιος ήταν μεγαλύτερος, ο Ιησούς βρέθηκε πάλι στην ανάγκη να τους συμβουλεύση. Οι μαθηταί του οραματίζοντο τη βασιλεία του σαν μια επίγεια κυβέρνησι. (Πράξ. 1:6) Εγνώριζαν ότι κάτω από την Ισραηλιτική μοναρχία, είχαν ενθρονισθή βασιλείς οι οποίοι είχαν τους βασιλικούς αυλικούς των με διαφόρους τιμητικούς βαθμούς. Έβλεπαν γύρω τους τούς κοσμικούς άρχοντας της εποχής των και άλλους ανθρώπους που είχαν εξουσία στο λαό. Γι’ αυτό δύο από τους αποστόλους του Ιησού, ο Ιάκωβος και ο Ιωάννης (μαζί με τη μητέρα τους και μέσω αυτής), ζήτησαν από τον Ιησού να τους δώση ‘υψηλές’ θέσεις στη βασιλεία του.—Ματθ. 20:20-23· Μάρκ. 10:35-40.
11. Ήσαν οι λοιποί απόστολοι άψογοι σ’ αυτό το ζήτημα, και ποια συμβουλή τους έδωσε ο Ιησούς;
11 Οι άλλοι μαθηταί «ηγανάκτησαν.» Αλλά η προηγούμενη συζήτησίς των για το ποιος είναι μεγαλύτερος έδειχνε ότι αυτοί οι ίδιοι δεν ήσαν τελείως απηλλαγμένοι από φιλοδοξίες. Γι’ αυτό ο Ιησούς τους εκάλεσε όλους ενώπιον του και είπε: «Εξεύρετε ότι οι άρχοντες των εθνών κατακυριεύουσιν αυτά και οι μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αυτά. Ούτως όμως δεν θέλει είσθαι εν υμίν, αλλ’ όστις θέλει να γείνη μέγας εν υμίν, ας ήναι υπηρέτης υμών, και όστις θέλει να ήναι πρώτος εν υμίν, ας είναι δούλος υμών· καθώς ο Υιός του ανθρώπου δεν ήλθε δια να υπηρετηθή, αλλά δια να υπηρετήση, και να δώση την ζωήν αυτού λύτρον αντί πολλών.»—Ματθ. 20:24-28.
12, 13. (α) Γιατί δεν πρέπει να μεταφέρωμε στη Χριστιανική εκκλησία κοσμικές μεθόδους διοικήσεως που είναι φαινομενικά επιτυχείς; (β) Πώς η συμβουλή του αποστόλου στην επιστολή προς Ρωμαίους 12:2, 3, 10, 16 είναι σε αρμονία με τη συμβουλή του Ιησού;
12 Μπορεί να φαίνεται φυσικό πράγμα το να μιμήται κανείς τις μεθόδους κοσμικών αρχόντων, διευθυντών και διοικητών. Αλλ’ ο Ιησούς είπε: «Ούτως όμως δεν θέλει είσθαι εν υμίν.» Οποιαδήποτε και αν ήταν η φαινομενική επιτυχία των ισχυρών και πλουσίων του κόσμου και των πολιτικών και εμπορικών συστημάτων τους, αυτοί δεν έπρεπε ν’ αποτελούν παράδειγμα για μίμησι από τη Χριστιανική εκκλησία.
13 Σε αρμονία μ’ αυτό είναι η συμβουλή που έδωσε αργότερα ο απόστολος Παύλος: «Μη συμμορφώνεσθε με τον αιώνα τούτον, αλλά μεταμορφώνεσθε δια της ανακαινίσεως του νοός σας.» Ο Παύλος προφανώς σκεπτόταν το ίδιο πρόβλημα για το οποίο ο Ιησούς είχε δώσει συμβουλή, διότι συνεχίζοντας είπε: «Διότι λέγω δια της χάριτος της εις εμέ δοθείσης προς πάντα όστις είναι μεταξύ σας, να μη φρονή υψηλότερα παρ’ ό,τι πρέπει να φρονή, αλλά να φρονή ώστε να σωφρονή, κατά το μέτρον της πίστεως, το οποίον ο Θεός εμοίρασεν εις έκαστον. Γίνεσθε προς αλλήλους φιλόστοργοι δια της φιλαδελφίας, προλαμβάνοντας να τιμάτε αλλήλους. Έχετε προς αλλήλους το αυτό φρόνημα· μη υψηλοφρονείτε, αλλά συγκαταβαίνετε εις τους ταπεινούς.»—Ρωμ. 12:2, 3, 10, 16.
14. (α) Για ποιον λόγο ήταν πολύ σπουδαίο για τους αποστόλους του Ιησού να μάθουν καλά το μάθημα που τους εδίδαξε; (β) Ποια σχέσι για την ενότητα μεταξύ των πρεσβυτέρων έχει η απαίτησις να μη είμεθα ισχυρογνώμονες;
14 Επειδή οι απόστολοι του Ιησού ως σώμα, επρόκειτο να χρησιμεύσουν ως θεμέλιο για τη Χριστιανική εκκλησία τον καιρό της ιδρύσεώς της, ήταν πολύ σπουδαίο να μάθουν καλά το μάθημα που τους εδίδαξε ο Ιησούς. (Εφεσ. 2:19, 20) Μόνο αν απέβαλλαν κάθε ιδέα για ανωτερότητα θέσεως μεταξύ των, θα μπορούσαν να ενεργούν σαν ένα ενωμένο σώμα, χωρίς διαμάχες και ανταγωνισμούς. (Παράβαλε Ρωμαίους 12:4-8, 10· 1 Κορινθίους 12:4-7, 12-25, 31· 13:1-3.) Αυτός είναι επίσης ο λόγος για τον οποίο ένα από τα προσόντα εκείνων που υπηρετούν στα εκκλησιαστικά πρεσβυτέρια είναι το να μην είναι «αυθάδεις.» (Τίτ. 1:7) Αυτός ο όρος που χρησιμοποιείται εδώ σημαίνει «φίλαυτος, υπεροπτικός, αλαζών, θρασύς, επιθετικός, ισχυρογνώμων.» Σύμφωνα λοιπόν με τον απόστολο απαιτείται από τους πρεσβυτέρους να μη είναι φαντασμένοι ή να έχουν υπερβολική αυτοπεποίθησι λόγω της μεγάλης ιδέας που έχουν για τις ικανότητές τους και την κρίσι τους. Ένας ισχυρογνώμων άνθρωπος δυσκολεύεται να συνεργασθή αρμονικά και ταπεινά με τους άλλους σαν σώμα και αποτελεί πηγή δυσκολιών για τα άλλα μέλη του πρεσβυτερίου.
15. Πώς οι θεόπνευστοι λόγοι του Ιακώβου 3:13 βοηθούν τους πρεσβυτέρους ν’ αποφεύγουν αισθήματα ανωτερότητος και αυτοπεποιθήσεως;
15 Αν ένας Χριστιανός πρεσβύτερος αρχίζη να νομίζη ότι είναι ανώτερος από τους συμπρεσβυτέρους του σε σοφία, καλά θα κάμη να μελετήση αυτά που έγραφε ο μαθητής Ιάκωβος στην επιστολή του 3:13: «Τις είναι μεταξύ σας σοφός και επιστήμων; ας δείξη εκ της καλής διαγωγής τα έργα εαυτού εν πραότητι σοφίας.» Ναι, ο πραγματικά σοφός είναι εκείνος που γνωρίζει τόσα ώστε ν’ αναγνωρίζη ότι—οσηδήποτε πείρα και γνώσι αν έχη—γνωρίζει ακόμη πολύ λίγα, και γι’ αυτό έχει να μάθη πολύ περισσότερα. Αναγνωρίζει επίσης ότι—οσαδήποτε και αν γνωρίζη—υπάρχει πάντοτε περιθώριο να μαθαίνη κάτι από τον άλλον, οποιοσδήποτε κι αν είναι αυτός ή οσοδήποτε ταπεινή κι αν είναι η θέσις του. Οφείλει να μεταχειρίζεται όλους τους άλλους με τον οφειλόμενο σεβασμό.
ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΤΑΙ ΔΙΑΚΡΙΣΙΣ ΜΕ ΤΙΤΛΟΥΣ ΑΝΩΤΕΡΟΤΗΤΟΣ
16. Ποια είναι η σημασία του τίτλου «Ραββί» και γιατί αυτός ο τίτλος δεν πρέπει να εφαρμόζεται σε κανένα από τους μαθητάς του Ιησού;
16 Ο Ιησούς, τρεις μέρες πριν από τον θάνατο του, προειδοποίησε τους μαθητάς του να μη μιμούνται τους γραμματείς και τους Φαρισαίους στην αγάπη που είχαν για τις διακρίσεις. Οι άλλοι τους αποκαλούσαν «Ραββί», μια λέξις που σημαίνει κατά γράμμα ‘μεγάλος.’ Ήταν «μια λέξις για κάποιον ο οποίος κατείχε υψηλή και σεβαστή θέσι. . . . Εκείνος που απεκαλείτο Ραββί ανεγνωρίζετο έτσι ότι ανήκε σε υψηλότερη θέσι από εκείνον που τον προσφωνούσε.» (Θεολογικό Λεξικόν της Καινής Διαθήκης Τόμος 6ος σελίς 961) Ο Ιησούς, όμως, είπε στους μαθητάς του: «Σεις όμως μη ονομασθήτε Ραββί· διότι είς είναι ο διδάσκαλος σας, ο Χριστός· πάντες δε σεις αδελφοί είσθε. . . . Μηδέ ονομασθήτε καθηγηταί· διότι είς είναι ο καθηγητής σας, ο Χριστός. Ο δε μεγαλήτερος από σας θέλει είσθαι υπηρέτης [διάκονος, Κείμενον] σας.» (Ματθ. 23:6-12) Κατάλληλα, λοιπόν, ο Ιησούς δεχόταν να τον αποκαλούν «Ραββί.»—Ιωάν. 1:38, 49· 20:16· Ματθ. 26:49· Μάρκ. 9:5.
17. (α) Σε τι δίνουν έμφασι οι Γραφικές ονομασίες που εδίδοντο σε άτομα που είχαν ωρισμένα καθήκοντα μέσα στην εκκλησία; (β) Πώς αληθεύει αυτό ακόμη και για τη λέξι «απόστολος,» και γιατί εκείνοι που ονομάζονται έτσι δεν έχουν λόγο να νομίζουν ότι υπερέχουν από τους αδελφούς των;
17 Ας σημειωθή ότι σε όλες τις ονομασίες που εδίδοντο σε άτομα που είχαν ωρισμένα καθήκοντα μέσα στη Χριστιανική εκκλησία μετά την ίδρυσί της την Πεντηκοστή—ονομασίες όπως ‘ποιμήν,’ ‘διδάσκαλος,’ ‘ευαγγελιστής’ και ‘προφήτης’ (κατά γράμμα ένας που ομιλεί ενώπιον άλλων)—η έμφασις δίδεται πιο έντονα στον σκοπό του Χριστού που δίνει αυτά τα «χαρίσματα» εν ανθρώποις, δηλαδή, για την οικοδομή και την ενοποίησι της εκκλησίας παρά σε κάποια επίσημη θέσι εκείνων των ανθρώπων που εθεωρούντο ως «χαρίσματα» στην εκκλησία. (Εφεσ. 4:12-16) Ακόμη και η λέξις «απόστολος» σημαίνει απλώς «απεσταλμένος,» δηλαδή κάποιον που αποστέλλεται ως αντιπρόσωπος με μια αποστολή υπηρεσίας. Μολονότι αυτός ο χαρακτηρισμός εφηρμόζετο ειδικά στους δώδεκα αποστόλους που ήσαν άμεσα διωρισμένοι από τον Υιόν του Θεού, εν τούτοις χρησιμοποιήθηκε και για άλλους που απεστέλλοντο κατά καιρούς από τις εκκλησίες για μια ωρισμένη υπηρεσία. (Παράβαλε με Πράξεις 13:1-4· 14:14· 2 Κορ. 8:23) Αυτή λοιπόν η ονομασία «απόστολος» έδινε έμφασι στον διορισμό της υπηρεσίας των μάλλον παρά σε κάποια θέσι ή βαθμό. Είναι αλήθεια ότι υπονοούσε επίσης την εμπιστοσύνη με τη οποία περιεβάλλοντο. Αλλά δεν έκανε τους απεσταλμένους ανωτέρους από εκείνους τους οποίους αυτοί θα υπηρετούσαν, όπως και η αποστολή ενός δούλου από τον κύριο του για να φέρη ένα σοβαρό μήνυμα σ’ ένα άλλο πρόσωπο δεν θα έκαμε τον δούλο ανώτερο από εκείνον που θα ελάμβανε το μήνυμα. Εν τούτοις, ο λήπτης του μηνύματος αισθανόταν υποχρέωσι σ’ εκείνον που του έφερε το μήνυμα. Επίσης εκείνοι που απεστέλλοντο είχαν ευθύνη απέναντι εκείνων που τους απέστελλαν, είτε επρόκειτο για το πρεσβυτέριο της Ιερουσαλήμ είτε για το πρεσβυτέριο οποιασδήποτε άλλης εκκλησίας. Αυτοί ταπεινά έδιναν αναφορά για όσα είχαν κάμει. (Παράβαλε με Ιωάννη 13:16· Εφεσ. 6:21, 22· Κολ. 1:7· 4:7-9.) Εκείνοι που απεστέλλοντο προσωρινά δεν παρέμεναν βέβαια «απόστολοι» εφ’ όρου ζωής όπως οι δώδεκα απόστολοι του Χριστού και ο Παύλος.—Αποκάλ. 21:14· Εφεσ. 2:20, 21.
«ΧΑΡΙΣΜΑΤΑ ΕΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙΣ»
18. Τι χαρίσματα έδωσε ο δοξασμένος Χριστός Ιησούς στη Χριστιανική εκκλησία, και για ποιο σκοπό;
18 Όλοι αυτοί, οποιαδήποτε υπηρεσία κι αν προσέφεραν, είχαν δοθή στη Χριστιανική εκκλησία ως «χαρίσματα εν ανθρώποις» από τον Ιησού Χριστό μετά την ανάληψί του στην ουράνια παρουσία του Πατρός του. (Εφεσ. 4:8) Τα εδάφια Εφεσίους 4:11-13 τονίζουν τον σκοπό όλων αυτών λέγοντας: «Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους, προς την τελειοποίησι των αγίων, δια το έργον της διακονίας, δια την οικοδομήν του σώματος του Χριστού, εωσού καταντήσωμεν πάντες εις την ενότητα της πίστεως και της επιγνώσεως του Υιού του Θεού, εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού.»
19, 20. (α) Πώς εκείνοι που είχαν δοθή ως «χαρίσματα» εργάζονται για την επιτυχία του ποθουμένου σκοπού; (β) Πώς ο απόστολος Παύλος διευκρινίζει την ορθή στάσι που πρέπει να τηρούν όλοι αυτοί;
19 Ο σκοπός για τον οποίο είχαν δοθή αυτά τα «χαρίσματα εν ανθρώποις» ήταν ν’ αποδίδεται ενωμένη υπηρεσία στον Θεό και στον Υιό του, από κείνους που υπηρετούσαν ως «χαρίσματα» και από όλους τους άλλους μαθητάς. Αυτοί θα επετύγχαναν αυτόν τον σκοπό όχι με το να κάνουν ‘αισθητή τη σπουδαιότητά τους’ με δικτατορικούς τρόπους ή εξαναγκασμό, αλλά με το να δίνουν το παράδειγμα της ταπεινής υπηρεσίας, και να προσφέρουν τους εαυτούς των για το καλό όλων. Αντί, λοιπόν, να λέγουν εκείνοι που είναι στην εκκλησία, «‘Εγώ είμαι του Παύλου,’ ή ‘εγώ είμαι του Απολλώ’· ‘εγώ ακολουθώ τον Κηφά’ ή ‘εγώ είμαι του Χριστού’,» όπως έλεγαν μερικοί στην Κόρινθο, η ορθή στάσις που έπρεπε να λάβουν είχε τονισθή από τον απόστολο Παύλο όταν είπε στους εκεί αδελφούς: «Τα πάντα είναι υμών, είτε Παύλος είτε Απολλώς είτε Κηφάς είτε κόσμος είτε ζωή είτε θάνατος είτε παρόντα είτε μέλλοντα, τα πάντα είναι υμών, σεις δε του Χριστού, ο δε Χριστός του Θεού.»—1 Κορ. 1:12· 3:21-23.
20 Ο Παύλος, παρά τη λαμπρή υπηρεσία που εκτελούσε, είχε υπ’ όψι ότι αυτός πραγματικά ‘ανήκε’ στην εκκλησία και όχι η εκκλησία σ’ αυτόν. (Παράβαλε με 2 Κορινθίους 1:24.) Ασφαλώς, αν βλέπη κανείς έτσι τον εαυτό του, κανένας δούλος του Θεού δεν θα ενεργή ως «προϊστάμενος» στους αδελφούς του, οποιαδήποτε και αν είναι η υπηρεσία την οποία εκτελεί.
ΝΑ ΕΙΣΘΕ ΩΣ Ο «ΜΙΚΡΟΤΕΡΟΣ»
21. (α) Πότε και γιατί ο Ιησούς έκρινε αναγκαίο να συμβουλεύση τους μαθητάς του άλλη μια φορά ότι έπρεπε να είναι ταπεινοί; (β) Τι πρόσθετα σημεία ετόνισε αυτή τη φορά;
21 Πόσο ακριβώς ριζωμένος είναι στους ανθρώπους ο πόθος της ανωτερότητος μπορεί να παρατηρηθή από το γεγονός ότι ο Ιησούς, το τελευταίο βράδυ της επιγείου ζωής του, έκρινε αναγκαίο να επαναλάβη αυτές τις αρχές στους αποστόλους του. Το ίδιο εκείνο βράδυ οι μαθηταί είχαν πάλι μια σφοδρή συζήτησι για το ποιος ήταν «μεγαλύτερος.» Ο Ιησούς, επαναλαμβάνοντας τα όσα τους είχε πει άλλοτε και προσθέτοντας σ’ αυτά, είπε: «Οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτά, και οι εξουσιάζοντες αυτά ονομάζονται ευεργέται. Σεις όμως ουχί ούτως· αλλ’ ο μεγαλήτερος μεταξύ σας ας γείνη ως ο μικρότερος, και ο προϊστάμενος ως ο υπηρετών [διακονών, Κείμενον]. Διότι τις είναι μεγαλήτερος, ο καθήμενος εις την τράπεζαν ή ο υπηρετών; ουχί ο καθήμενος; Αλλ’ εγώ είμαι εν μέσω υμών ως ο υπηρετών [διακονών, Κείμενον].»—Λουκ. 22:24-27· Παράβαλε με 2 Πέτρ. 1:12-15.
22. Τι σημαίνει να φέρεται κανείς ως «ο μικρότερος» και πώς το δείχνουν αυτό οι Γραφικές αφηγήσεις;
22 Τι σημαίνει να φέρεται κανείς ως «ο μικρότερος»; Στους μικρότερους συχνά ανετίθεντο καθήκοντα όχι πολύ σπουδαία, μολονότι ήσαν αναγκαία. Παραδείγματος χάριν, όταν ο Ανανίας και η σύζυγος του απέθαναν κατόπιν θείας ενεργείας, «οι νεώτεροι» ήσαν εκείνοι που τους μετέφεραν για να τους θάψουν. (Πράξ. 5:5, 6, 10) Ο απόστολος Πέτρος, αφού προέτρεψε τους συμπρεσβυτέρους του να υπηρετούν ως ταπεινά παραδείγματα του ποιμνίου, είπε: «Ομοίως οι νεώτεροι υποτάχθητε εις τους πρεσβυτέρους.» (1 Πέτρ. 5:1-5) Ο Τιμόθεος, που ήταν πολύ νέος σε σύγκρισι με τον απόστολο Παύλο, αναφέρεται ότι ήταν μεταξύ «των υπηρετούντων [των διακονούντων, Κείμενον] τον Παύλο.» (Πράξ. 19:22) Ο Ονήσιμος, ο δραπέτης δούλος, τον οποίον ο ηλικιωμένος Παύλος ωνόμασε ‘τέκνον του,’ ‘υπηρετούσε’ τον Παύλο, όπως θα έκανε ένας γυιος τον πατέρα του, ενόσω ο Παύλος ήταν στην φυλακή. (Φιλήμ. 9, 10, 13· παράβαλε με 2 Τιμ. 1:16-18.) Οι μικρότεροι, με το να συνεργάζωνται ταπεινά με τους μεγαλύτερους και πιο πεπειραμένους δούλους του Θεού, αποκτούσαν πλούσια οφέλη και εκπαίδευσι.
23. Μόνο οι νεώτεροι πρέπει να δείχνουν τέτοια ταπεινοφροσύνη;
23 Μολονότι τα καθήκοντά των μπορεί να φαίνωνται ότι δεν έχουν μεγάλη τιμή ή γόητρο, η πορεία των είναι που δίνει το παράδειγμα της ορθής στάσεως που πρέπει να έχουν όλοι, οποιασδήποτε ηλικίας και αν είναι. Γι’ αυτό ο απόστολος Πέτρος, αφού συμβουλεύει τους νεωτέρους να υποτάσσωνται στους πρεσβυτέρους των, προχωρεί και λέγει: «Πάντες δε υποτασσόμενοι εις αλλήλους, ενδύθητε την ταπεινοφροσύνην· διότι ο Θεός αντιτάσσεται εις τους υπερηφάνους, εις δε τους ταπεινούς δίδει χάριν.»—1 Πέτρ. 5:5.
24. Ποια μεγαλειώδη οφέλη προέρχονται απ’ αυτή την πορεία, και πώς αυτή συμβάλλει σημαντικά στη Χριστιανική ενότητα;
24 Τι ευχάριστο είναι να υπηρετούμε μαζί όταν επικρατή στην εκκλησία ένα ταπεινό και μετριοπαθές πνεύμα! Τι δύναμις αποδεικνύεται ότι είναι το πνεύμα της αδελφοσύνης για κείνους που συνεργάζονται αποτελεσματικά ως ένα σώμα όταν αυτό το πνεύμα εκδηλώνεται από Χριστιανούς πρεσβυτέρους, που απομακρύνουν την τάσι προς αντεγκλήσεις ή οργίλες συζητήσεις που προξενούν απώλεια χρόνου! (1 Τιμ. 2:8) Ασφαλώς υπάρχουν πολλά πράγματα που πρέπει όλοι να τα μελετήσωμε. Ζητούμε το γνήσιο μεγαλείο που προέρχεται από τέτοια ταπεινή υπηρεσία η οποία υποκινείται από αδελφική αγάπη; Ας το δείξουμε αυτό ο καθένας με το να είμεθα εξυπηρετικοί, διακριτικοί, να ενδιαφερώμεθα για όλους, περιλαμβανομένων και των ταπεινών, αποδίδοντας σε όλους την οφειλόμενη τιμή. (Ρωμ. 12:10, 15, 16) Έτσι αποδεικνύομε ότι είμεθα αληθινοί μαθηταί εκείνου που υπερέχει σε υπηρεσία, του Υιού του Θεού, του Χριστού Ιησού.
[Εικόνα στη σελίδα 148]
Για να διδάξη τους μαθητάς του να έχουν ταπεινότητα καρδίας, ο Ιησούς τούς είπε να γίνουν σαν παιδιά