Ποια Είναι η Άποψις της Βίβλου;
Τι Οφείλουν οι Χριστιανοί στην Κυβέρνησι;
ΑΠΑΝΤΩΝΤΑΣ σε μια ερώτησι—παγίδα σχετικά με την πληρωμή φόρων, ο Ιησούς Χριστός εξέθεσε την αρχή: «Απόδοτε . . . τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα και τα του Θεού εις τον Θεόν.» (Ματθ. 22:21) Ο Χριστιανός, επομένως, βρίσκεται κάτω από μια ωρισμένη υποχρέωσι προς την κυβερνώσα εξουσία. Εν τούτοις, το γεγονός ότι ο Ιησούς έφερε στο προσκήνιο «τα του Θεού,» δείχνει ότι απαιτείται διάκρισις για να καθορισθούν ακριβώς τα πράγματα που οφείλουν οι Χριστιανοί στην κυβέρνησι και γιατί.
Στην επιστολή του προς Ρωμαίους, ο απόστολος Παύλος έγραψε τα εξής σχετικά με τις υποχρεώσεις του Χριστιανού προς τις κυβερνώσες εξουσίες: «Απόδοτε λοιπόν εις πάντας τα οφειλόμενα, εις όντινα οφείλετε τον φόρον τον φόρον, εις όντινα τον δασμόν τον δασμόν, εις όντινα τον φόβον τον φόβον, εις όντινα την τιμήν την τιμήν.»—Ρωμ. 13:7.
Εφόσον οι κυβερνώσες εξουσίες προσφέρουν ζωτικές υπηρεσίες για να φέρουν σιγουριά, ασφάλεια και ευημερία στους υπηκόους των, δικαιούνται να λαμβάνουν κάποιο αντιστάθμισμα αυτών των υπηρεσιών. Οι Χριστιανοί πρέπει να βλέπουν την πληρωμή φόρων και δασμών όπως την οφειλή ενός χρέους. Ο τρόπος με τον οποίον θα χρησιμοποιήσουν κατόπιν οι αρχές τα χρήματα που λαμβάνουν δεν αποτελεί ευθύνη του Χριστιανού. Η κακή χρήσις των φόρων και των δασμών που λαμβάνωνται εκ μέρους της κυβερνήσεως δεν πρέπει να κάνη ένα Χριστιανό ν’ αρνήται την πληρωμή του χρέους του. Κάτω από την παρούσα διάταξι πραγμάτων, ο Χριστιανός δεν μπορεί να ζήση χωρίς τις υπηρεσίες που χορηγεί η κυβέρνησις κι επομένως πρέπει, με αγαθή συνείδησι, να πληρώνη τα απαιτούμενα. Όταν πρόκειται κάποιος να πληρώση ένα χρέος σ’ ένα άτομο, η κακή χρήσις των χρημάτων εκ μέρους αυτού του ατόμου δεν ακυρώνει το χρέος του. Ομοίως, άσχετα με το τι μπορεί να κάνη η κυβερνώσα εξουσία, ο Χριστιανός δεν απαλλάσσεται από την ευθύνη του να πληρώνη φόρους και δασμούς.
Υπάρχει επίσης σοβαρός λόγος να δείχνωμε υγιή φόβο για την εξουσία. Ο απόστολος Παύλος δήλωσε τα εξής: «Οι άρχοντες δεν είναι φόβος των αγαθών έργων, αλλά των κακών. Θέλεις δε να μη φοβήται την εξουσίαν; . . . δεν φορεί ματαίως την μάχαιραν· επειδή του Θεού υπηρέτης είναι, εκδικητής δια να εκτελή την οργήν κατά του πράττοντος το κακόν.» (Ρωμ. 13:3, 4) Έτσι, ο Χριστιανός πρέπει να συμπεριφέρεται με τέτοιο τρόπο ώστε να μην έχη φασαρίες με τον νόμο. Πρέπει να προσέχη να μην αγνοή την εξουσία για ζωή και θάνατο που κατέχει η κυβερνητική αρχή.
Η απόδοσις τιμής ή σεβασμού σε κυβερνήτας και σε κατωτέρους αξιωματούχους είναι και ορθή και κατάλληλη. Εν τούτοις, κάποιος μπορεί να ρωτήση, Πώς μπορεί ένα άτομο να τιμά ή να σέβεται κάποιον που ίσως είναι ηθικώς διεφθαρμένος; Το σημείο στο ζήτημα αυτό δεν είναι η ηθική στάσις του κυβερνήτου ή του αξιωματούχου, αυτό που είναι ως άτομο. Αντιθέτως, είναι η θέσις που κατέχει. Η τιμή ή ο σεβασμός που αποδίδεται πρέπει να είναι ανάλογα με το αξίωμα που κατέχει το άτομο.
Ο τρόπος με τον οποίον ο απόστολος Παύλος εφέρετο στους Ρωμαίους αξιωματούχους δείχνει πολύ καλά ότι αυτό που είναι οι κυβερνήτες σαν άτομα δεν επηρεάζει τη μορφή της τιμής που τους αποδίδεται. Ο Ρωμαίος ηγεμών Φήλιξ περιγράφεται από τον αρχαίο ιστορικό Τάκιτο ως άτομο που «νόμιζε ότι μπορούσε να κάνη οποιαδήποτε κακή πράξι χωρίς να υποστή τιμωρία,» και ο οποίος «αναμιγνυόμενος σε κάθε είδος βαρβαρότητος και ασελγείας, ασκούσε την εξουσία ενός βασιλέως με το πνεύμα ενός δούλου.» Παρ’ όλ’ αυτά, από σεβασμό για τη θέσι που κατείχε ο Φήλιξ, ο Παύλος με σεβασμό άρχισε την απολογία του με τα εξής λόγια: «Επειδή σε γνωρίζω ότι εκ πολλών ετών είσαι κριτής εις το έθνος τούτο, απολογούμαι περί εμαυτού προθυμότερον.» (Πράξ. 24:10) Ομοίως, ο απόστολος Παύλος εφέρθη στον αιμομίκτη Βασιλέα Ηρώδη Αγρίππα τον 2 με σεβασμό, λέγοντας : «Μακάριον νομίζω εμαυτόν . . . μέλλων να απολογηθώ ενώπιόν σου σήμερον . . . μάλιστα επειδή γνωρίζεις πάντα τα παρά τοις Ιουδαίοις έθιμα και ζητήματα.» (Πράξ. 26:2, 3) Επί πλέον, ο Παύλος απεκάλεσε τον ειδωλολάτρη Κυβερνήτη Φήστο ‘Κράτιστον.’—Πράξ. 26:25.
Μπορεί να υπάρξουν όμως καιροί που οι κυβερνήσεις απαιτούν μερικά πράγματα που αν τα εκτελέσουν οι Χριστιανοί, αυτό θα σημαίνη ότι αποτυγχάνουν ν’ αποδώσουν «τα του Θεού εις τον Θεόν.» (Μάρκ. 12:17) Τι θα γίνη τότε;
Ο Εβραίος προφήτης Δανιήλ αντιμετώπισε μια τέτοια κατάστασι στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου του Μήδου. Ο Δαρείος υπέγραψε ένα νόμο, σύμφωνα με τον οποίον οποιοσδήποτε έκανε «αίτησιν τινα παρ’ οποιουδήποτε Θεού ή ανθρώπου, έως τριάκοντα ημερών,» σε κάποιον άλλον εκτός από τον ίδιο τον βασιλέα, θα ετιμωρείτο με την ποινή του θανάτου. (Δαν. 6:7) Το να συμμορφωθή ο Δανιήλ μ’ αυτό το διάταγμα θα εσήμαινε ότι θα έπαυε να προσεύχεται επί τριάντα ημέρες. Τι έκανε ο Δανιήλ; Αψήφησε τον νόμο που ευρίσκετο σε αντίθεσι με την κατάλληλη λατρεία προς τον Θεό και, κατόπιν, δοκίμασε μια θαυματουργική απελευθέρωσι.
Ομοίως, οι απόστολοι δεν υπέκυψαν στις απαιτήσεις του Ιουδαϊκού ανωτάτου δικαστηρίου, του Σάνχεδριν, να σταματήσουν να κηρύττουν τα «αγαθά νέα» σχετικά με τον Χριστό. Οι απόστολοι απήντησαν: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους.»—Πράξ. 5:29.
Εν τούτοις, αυτό δεν σημαίνει ότι οι Χριστιανοί έχουν δικαίωμα ν’ αναμιγνύωνται σε επαναστατική δράσι ή ν’ αψηφούν νόμους οι οποίοι, μολονότι είναι περιοριστικοί, δεν τους εμποδίζουν να διεξάγουν τις απαιτήσεις της αγνής λατρείας. Τα λόγια του Εκκλησιαστού 8:6, 7 παρέχουν υποβοηθητική καθοδηγία σχετικά μ’ αυτό. Διαβάζομε τα εξής: «Παντί πράγματι είναι καιρός και τρόπος· όθεν η αθλιότης του ανθρώπου είναι πολλή επ’ αυτόν διότι δεν γνωρίζει τι θέλει συμβή· επειδή τις δύναται να απαγγείλη προς αυτόν πώς θέλει ακολουθήσει;»
Το διακριτικό άτομο αντιλαμβάνεται ότι για ‘παν πράγμα’ υπάρχει ο κατάλληλος καιρός ή ο τρόπος χειρισμού. Αυτό τον εμποδίζει να ενεργή περιφρονητικά. Η ζωή είναι ήδη γεμάτη ‘αθλιότητα,’ χωρίς να προσθέσωμε τα προβλήματα που προέρχονται από εσπευσμένες ενέργειες. Επί πλέον, κανείς δεν γνωρίζει με βεβαιότητα τι θα φέρη το μέλλον. Ακόμα και η διακυβέρνησις ενός τυράννου δεν μπορεί να διαρκέση για πάντα. Αν το άτομο έχη υπ’ όψιν ότι το μέλλον είναι αβέβαιο και ότι τρομακτικές αλλαγές μπορούν να λάβουν χώρα σύντομα, θα βοηθηθή ν’ αντιμετωπίση με υπομονή τις δυσάρεστες καταστάσεις.
Το άτομο που αντιλαμβάνεται τη σπουδαιότητα του να ενεργή στον κατάλληλο καιρό και με καλή κρίσι, θ’ ακολουθή τη λογική συμβουλή της Βιβλικής παροιμίας: «Μη έχε συγκοινωνίαν μετά στασιαστών (με άτομα που επιζητούν αλλαγή, ΜΝΚ)· διότι η συμφορά αυτών θέλει επέλθει εξαίφνης· και τις γνωρίζει αμφοτέρων (των ατόμων που επιζητούν αλλαγή, ΜΝΚ) τας τιμωρίας;» (Παροιμ. 24:21, 22) Γιατί να επιφέρη κάποιος συμφορά στον εαυτό του χάριν μιας αιτίας που δεν μπορεί να εγγυηθή για ένα ασφαλές μέλλον, πράγμα που μόνον η βασιλεία του Θεού μέσω του Χριστού μπορεί να κάνη;
Σε αρμονία με τις Γραφές και το παράδειγμα των Χριστιανών του πρώτου αιώνος, οι δούλοι του Θεού σήμερα βρίσκονται κάτω από την υποχρέωσι να πληρώνουν όλους τους φόρους που τους επιβάλλονται, καθώς επίσης ν’ αποδίδουν στους κυβερνήτας και στους αξιωματούχους τον φόβο και την τιμή που τους αξίζει λόγω της θέσεώς των. Αυτό περιλαμβάνει και την προσφώνησι αυτών των ατόμων με τους τιμητικούς των τίτλους και καθόλου παρακώλυσι της εκτελέσεως των καθηκόντων τους. Εν τούτοις, αν οι απαιτήσεις των κυβερνητικών αρχών παρεμποδίζουν την αληθινή λατρεία, ο Χριστιανός θα υπακούη «εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους.»—Πράξ. 5:29.