Δικαιώματα ή Καθήκοντα—Ποία;
«Υιέ μου, μη λησμονής τους νόμους μου, και η καρδιά σου ας φυλάττη τας εντολάς μου· διότι μακρότητα ημερών, και έτη ζωής, και ειρήνη, θέλουσι προσθέσει εις σε».—Παροιμ. 3:1, 2.
1-3. (α) Ποια είναι η στάσις των ανθρώπων του κόσμου σήμερα εν σχέσει με τα δικαιώματα; (β) Για ποιους ομιλεί ο απόστολος Παύλος στην επιστολή 2 Τιμ. 3:1-5 και τι θα συμβή σε όλους όσοι έχουν το πνεύμα που αναφέρεται στους Εφεσίους 2:2;
ΕΝΑ μεγάλο ζήτημα στις διάνοιες των ανθρώπων του κόσμου σήμερα είναι ο καθορισμός των δικαιωμάτων τους. Πολλοί φρονούν ότι αποτελεί δικαίωμά των να κάνουν, ό,τι τους αρέσει αδιαφορώντας για τους άλλους. Ως αποτέλεσμα τούτου, ο κόσμος, και ιδιαίτερα το μέρος αυτού που λέγεται «Χριστιανικός,» έχει φθάσει σε μια κατάστασι που είχε προλεχθή στην Αγία Γραφή, ότι οι άνθρωποι θα ήσαν ‘αλαζόνες, υπερήφανοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς.’—2 Τιμ. 3:1-4.
2 Αυτό είναι το πνεύμα του κόσμου. Είναι ‘το πνεύμα το οποίον ενεργεί την σήμερον εις τους υιούς της απειθείας.’ (Εφεσ. 2:2) Γνωρίζομε ότι αυτό το πνεύμα είναι ολόγυρά μας και πιέζει τους πάντας. Δεν πρέπει να νομίζωμε ότι ο απόστολος Παύλος, περιγράφοντας τις ανωτέρω κακές συνθήκες, ανεφέρετο στον κόσμο των ανθρώπων οι οποίοι δεν πιστεύουν στον Θεό. Όχι, ο Παύλος είπε ότι αυτοί οι απειθείς θα έχουν ‘μορφήν ευσεβείας αλλά θα αρνούνται την δύναμίν της.’ (2 Τιμ. 3:5) Η Γραφή είπε ότι αυτές οι συνθήκες θα επήρχοντο στον Χριστιανικό κόσμο, και αυτό απεδείχθη αληθινό. Όλοι εκείνοι που έχουν αυτό το κακό πνεύμα τελικά θα πεθάνουν.—Αποκάλ. 21:8.
3 Αν λοιπόν ακολουθή κανείς το κακό αυτό υπόδειγμα είναι υπό την δυσμένειαν του Θεού, είτε ανήκει σε μια εκκλησία είτε όχι, ή και αν αποσύρθηκε από τα θρησκευτικά συστήματα του Χριστιανικού κόσμου και έγινε ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά . Όλοι όσοι έχουν το ανεξάρτητο, αλαζονικό, ισχυρογνώμον πνεύμα ή ακόμη αν είναι μολυσμένοι με αυτό το πνεύμα σ’ ένα μικρότερο βαθμό, βρίσκονται σε μεγάλο κίνδυνο.
4, 5. Σε τι κατέληξε αυτό το πνεύμα για τους ανηλίκους και ενηλίκους;
4 Αυτό το πνεύμα αντανακλάται στις ειδήσεις που διαβάζομε, ιδιαίτερα εν σχέσει με τη σημερινή νεολαία. Οι οχλοκρατίες στα σχολεία και στα κολλέγια αποτελούν ένα παράδειγμα. Οι φοιτηταί φθάνουν ως το σημείο να παίρνουν τουφέκια και άλλα φονικά όπλα στα σχολεία των. Καταστρέφουν την ιδιοκτησία του σχολείου στο οποίο φοιτούν και από το οποίο λαμβάνουν εκπαίδευσι. Διαβάζομε για οχλοκρατίες των νεαρών που γίνονται χωρίς κανένα απολύτως λόγο. Πηγαίνουν μέσα στην πόλην, λεηλατούν καταστήματα και ανατρέπουν αυτοκίνητα αθώων πολιτών που τα οδηγούν—και όλ’ αυτά χωρίς κανένα λόγο.
5 Οι καταστροφικές αυτές πράξεις πηγάζουν από μια στάσι αυτοδιαθέσεως, ανεξαρτησίας απ’ όλους τους νόμους και τους κανόνας. Για να δικαιολογήσουν τις πράξεις των ισχυρίζονται ότι ασκούν τα «δικαιώματά» των. Αυτά τα άτομα θέλουν να δείξουν ότι δεν είναι υπόλογοι σε κανένα. Ακόμη και μεταξύ ωρίμων ενηλίκων το πνεύμα της στασιαστικής ανεξαρτησίας έχει ριζωθή. Χιλιάδες άτομα διεκδικούν το δικαίωμα ενός εξασφαλισμένου εισοδήματος, αλλά δεν θέλουν να εργασθούν. Θέλουν να έχουν τα απολαυστικά πράγματα της ζωής, αλλά δεν θέλουν να παραγάγουν τίποτε. Σ’ εκείνους που υπηρετούν το κοινόν, εδίδοντο άλλοτε φιλοδωρήματα για υπηρεσίες που προσέφεραν εκτός εκείνης που ήταν υποχρεωτική. Αλλά τώρα τα φιλοδωρήματα απαιτούνται, άσχετα με την ποιότητα της αποδιδομένης εργασίας.
6-8. Περιγράψτε τη διαφορά που θα έφερνε στην οικογενειακή ζωή και στις άλλες ενέργειες η φροντίδα για τα καθήκοντα αντί των δικαιωμάτων.
6 Έτσι, μέσα στον πυρετό για δικαιώματα, τα καθήκοντα δεν λαμβάνονται υπ’ όψιν. Αλλά σκεφθήτε απλώς πόσο διαφορετικά θα ήσαν τα πράγματα αν ο καθένας φρονούσε το ίδιο για τα καθήκοντα όπως και για τα δικαιώματα. Η κατάστασις θα αντεστρέφετο. Τότε ο άνθρωπος δεν θ’ ανησυχούσε διόλου για τα δικαιώματά του. Και αυτό θα συνέβαινε επειδή αυτός και οι άλλοι θα εφρόντιζαν για τα καθήκοντά των.
7 Στην πραγματικότητα, το ν’ αγωνίζεται κανείς για δικαιώματα προκαλεί διαιρέσεις. Η φροντίδα για τα καθήκοντα συντελεί στην ευτυχία και την ειρήνη. Δεν είναι δύσκολο να φαντασθή κανείς πόσο ενωμένη θα ήταν μια οικογένεια στην οποία ο καθένας εσκέπτετο τα καθήκοντά του, τα παιδιά απέναντι των γονέων, οι γονείς απέναντι των παιδιών. Θα υπήρχε εμπιστοσύνη και διακριτικότης αντί να υπάρχη υποψία και ανταγωνισμός.
8 Στον κόσμο των επιχειρήσεων αν οι εργάται κατανοούσαν ότι ο προϊστάμενός των είχε το δικαίωμα ν’ αναμένη απ’ αυτούς ν’ αποδώσουν εργασία μιας πλήρους ημέρας και αν ο προϊστάμενος ελάμβανε υπ’ όψιν την ευημερία των εργατών, αναγνωρίζοντας το καθήκον του να πληρώνη ένα επαρκές ημερομίσθιο, τότε και οι δυο θα περνούσαν καλύτερα. Και οι πελάται επίσης θα ήσαν ευτυχείς, διότι έτσι θα εξυπηρετούντο. Η επιχείρησις θα λειτουργούσε καλύτερα και οι δουλειές θα ήσαν πιο ασφαλείς. Αλλά ο κόσμος δεν το αναγνωρίζει αυτό λόγω ιδιοτέλειας, δίνοντας έμφασι σε ό,τι μπορεί ο καθένας ν’ αποκτήση, χωρίς να σκέπτεται τους άλλους. Αυτή η ιδιοτέλεια είναι τόσο γενική και τόσο ριζωμένη ώστε ο κόσμος δεν μπορεί να μεταρρυθμισθή.
Η ΑΠΟΨΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΥ
9. Τι στάσι λαμβάνουν οι Χριστιανοί στο ζήτημα των δικαιωμάτων;
9 Τι στάσι όμως λαμβάνουν οι Χριστιανοί στο ζήτημα των δικαιωμάτων και των καθηκόντων; Αυτοί έχουν Θεόδοτο δικαίωμα καθώς και καθήκον να λατρεύουν τον Θεό και να εκτελούν τις εντολές του, εφαρμόζοντας τις αρχές της Αγίας Γραφής στη ζωή τους. (Ματθ. 4:10) Αυτοί πρέπει να μένουν σταθεροί σ’ αυτό το δικαίωμα. (Ματθ. 22:21) Δεν πρόκειται για ένα προσωπικό ή ανθρωποποίητο δικαίωμα, αλλά για ένα δικαίωμα από τον Θεό που έχουν καθήκον να το εκτελούν ενώπιον αυτού. (Ματθ. 28:18, 19) Όταν εμμένουν στην άσκησι αυτού του δικαιώματος, ο Θεός τούς υποστηρίζει. Αλλ’ η Αγία Γραφή δεν τονίζει προσωπικά δικαιώματα. Λέγει πολλά πράγματα για καθήκοντα.—Εκκλ. 12:13· Λουκ. 17:10.
10-12. (α) Ποια είναι η θέσις του Χριστιανού ενώπιον του Θεού ως προς τα δικαιώματα και τα καθήκοντα; (β) Ποια πρέπει να είναι η στάσις του Χριστιανού ως προς την εφαρμογή ωρισμένων «μοντέρνων» πραγμάτων;
10 Ποια είναι η θέσις των αληθινών Χριστιανών οι οποίοι έπαυσαν ν’ ακολουθούν την πορεία αυτού του κόσμου και οι οποίοι πιστεύουν στη θυσία του αντιλύτρου του Χριστού; Η Γραφή λέγει σ’ αυτούς: «Δεν είσθε κύριοι εαυτών. Διότι ηγοράσθητε διά τιμής· δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν διά του στόματός σας». (1 Κορ. 6:19, 20) Επομένως, ελάχιστο έδαφος υπάρχει για να μιλούν αυτοί οι άνθρωποι για δικαιώματα προς τον Θεό, διότι αυτός είναι ο κύριός των, τους αγόρασε με το αίμα του Υιού του. Αυτοί έχουν ένα καθήκον. Αυτό το καθήκον είναι: «Δοξάσατε τον Θεόν». Μπορούμε να δοξάζωμε τον Θεό με το να είμεθα ειρηνικοί, να είμεθα αυτάρκεις, και να είμεθα υπομονητικοί έστω και αν τα δικαιώματά μας καταπατούνται από κάποιον άλλον. Δοξάζομε τον Θεό όταν εκτελούμε τα καθήκοντά μας, χωρίς να απαιτούμε αυτά που αντιλαμβανόμεθα ότι είναι προσωπικά μας δικαιώματα, και χωρίς να προξενούμε λύπη ή ενόχλησι στους άλλους με το να διεκδικούμε αυτά τα «δικαιώματα».—Παροιμ. 11:2.
11 Οι Χριστιανοί, λοιπόν, δεν πρέπει να νομίζουν ότι, επειδή μια ωρισμένη συνήθεια είναι κοινή στον κόσμο, μπορούν να επιμένουν σ’ αυτήν ως ν’ αποτελή δικαίωμά των ενώπιον της Χριστιανικής εκκλησίας και του ωρίμου τρόπου της σκέψεώς της. Γιατί να προσπαθή ο Χριστιανός να φέρη στη ζωή του το πνεύμα του κόσμου, ή τα πράγματα που εκπροσωπεί, όπως είναι οι ακρότητες της μόδας στην αμφίεσι, η εξαχρειωτική μουσική και οι λεγόμενες μοντέρνες συνήθειες, όταν αυτός αποτελεί μέρος της εκκλησίας; Πραγματικά, γιατί να προσπαθή να εισαγάγη αυτά τα πράγματα μέσα στην εκκλησία του Θεού;
12 Θα μπορούσε κανείς να πη: ‘Αυτό θα πη να είσαι συγχρονισμένος. Πρέπει να κάνωμε εκείνο που είναι σύγχρονο και να συμβαδίζωμε με τον κόσμο.’ Αλλά σκεφθήτε το αυτό—το πνεύμα αυτού του κόσμου φθείρεται γρήγορα, παρακμάζει και μπορούμε ν’ αναμένωμε ότι θα χειροτερέψουν τα πράγματα στο πέρασμα του χρόνου. Κάθε γενεά του παρελθόντος ενόμιζε ότι ήταν «μοντέρνα» και προηγείτο από τις άλλες, αλλά τι συνέβη σ’ αυτές τις γενεές και στους τρόπους των; Η Γραφή λέγει: «Υπάρχει γενεά καθαρά εις τους οφθαλμούς αυτής, αλλά δεν είναι πεπλυμένη από της ακαθαρσίας αυτής».—Παροιμ. 30:12.
13. Αντί να σκεπτώμεθα ανεξάρτητα, τι πρέπει να κάνωμε τώρα, και γιατί;
13 Πρέπει μήπως τώρα να προξενούμε αναταραχή μέσα στην εκκλησία, ή να σκεπτώμεθα ανεξάρτητα και ν’ αποσυρώμεθα έστω και για λίγο από την πλήρη συνεργασία με την εκκλησία; Αντιθέτως, όσο βλέπομε να μαυρίζουν τα σύννεφα της καταιγίδος της ‘μεγάλης θλίψεως’ και το «κλίμα» αυτού του κόσμου να γίνεται πιο παγερό, πρέπει να πλησιάζωμε περισσότερο στη Χριστιανική οργάνωσι, ολοένα περισσότερο να συνδεώμεθα με τη θέρμη της αγάπης. (Παροιμ. 18:1) Πρέπει να είμεθα πιο προσεκτικοί στη στάσι μας, στο πώς στεκόμεθα απέναντι του Θεού. Ο απόστολος Πέτρος εκφράζει αυτή την ανάγκη πολύ έντονα όταν λέγη: «Αν ο δίκαιος μόλις σώζηται, ο ασεβής και αμαρτωλός πού θέλει φανή;»—1 Πέτρ. 4:18.
14. Γιατί είναι μάταιο να ενδιαφερώμεθα για κάποια μόδα ή πρότυπο που ακολουθεί αυτός ο κόσμος;
14 Επίσης, εκείνο που μπορεί να νομίζωμε ότι είναι πολύ σπουδαίο ακριβώς τώρα, μπορεί να είναι απολύτως τίποτε στη νέα διάταξι του Θεού. Ακόμη και σ’ ένα χρόνο από τώρα, εκείνο για το οποίο αγωνιζόμεθα ως να είναι δικαίωμά μας (κάποιο είδος μόδας, κάποια συνήθεια, κάποιος τύπος μουσικής) μπορεί να είναι εντελώς παλιάς μόδας. Τότε εμείς οι ίδιοι δεν θα το θέλαμε. Γιατί λοιπόν να θέλωμε τώρα να το εισαγάγωμε μέσα στην εκκλησία; Οι μόδες και τα πρότυπα του κόσμου περνούν γρήγορα και λησμονούνται. Αλλά η εκκλησία του Θεού διαρκεί για πάντα. Η Γραφή λέγει: «Το σχήμα του κόσμου τούτου παρέρχεται». (1 Κορ. 7:31) Ο κόσμος μεταβάλλεται τώρα από το κακό στο χειρότερο, αλλά θ’ αντικατασταθή τελείως. (1 Ιωάν. 2:17) Πρόκειται να είναι εντελώς απαρχαιωμένος. Πού θα είναι τότε οι διάφορες μόδες; τα αχτένιστα μαλλιά; το αφρόντιστο ντύσιμο; Πού θα βρίσκωνται εκείνα στα οποία επιμένομε τώρα ότι είναι δικαίωμά μας να τα κάνωμε;
ΑΝΑΛΥΣΙΣ ΤΩΝ ΕΛΑΤΗΡΙΩΝ ΜΑΣ
15. Γιατί είναι ωφέλιμο να προσέχωμε τις συμβουλές που μπορεί να μας δώσουν οι υπεύθυνοι της εκκλησίας;
15 Ο Ιεχωβά αγαπά όλους εκείνους που τον πλησιάζουν με πίστι. Ζητεί εγκάρδια υπηρεσία και υπακοή. (Ρωμ. 6:17) Συνεπώς, αποτελεί σκοπό της Χριστιανικής εκκλησίας να διευκρινίζη πιο είναι το θέλημα του Ιεχωβά και να υποβοηθή όλα τα μέλη της εκκλησίας για να εννοήσουν γιατί πρέπει να βοηθούνται όλοι να γνωρίσουν πληρέστερα τον Ιεχωβά. Επομένως, είναι πολύ ωφέλιμο να προσέχωμε τις συμβουλές που δίνουν οι υπεύθυνοι της εκκλησίας για τα προβλήματα που εγείρονται.—Παράβαλε με Έξοδον 18:15, 16.
16-18. Πώς μπορεί κανείς ν’ αναλύση τη σκέψι και τα ελατήριά του εν σχέσει με κάποια πράξι του που μπορεί να φαίνεται ότι αποτελεί δικαίωμα;
16 Αν ενοχλήσθε για κανένα ζήτημα που σχετίζεται με τα δικαιώματά σας, καλό είναι να αναλύετε ακριβώς ποια είναι η σκέψις σας και τα ελατήριά σας και πώς αυτά συμφωνούν με τον θείο τρόπο σκέψεως. Για να το εκθέσωμε αυτό μ’ ένα παράδειγμα θα πάρωμε το ζήτημα ενός ανδρός ή ενός παιδιού που έχει μακρυά και απεριποίητα μαλλιά. Εσάς ίσως να σας αρέση αυτή η μόδα και να έχετε έτσι τα μαλλιά σας, και ένας από τους αδελφούς σας υπέδειξε ότι θα είναι κατάλληλο να κόψετε τα μαλλιά σας και να τα έχετε πιο περιποιημένα.
17 Θα μπορούσατε να ρωτήσετε, κάνω αυτή τη μόδα επειδή νομίζω ότι αυτή κάνει την εμφάνισί μου καλύτερη ή μήπως την κάνω λόγω των ατόμων που συναναστρέφομαι; Είναι αυτά τα άτομα ταυτισμένα με την εκκλησία ή με τον έξω κόσμο; Αν άλλοι μέσα στην εκκλησία χτενίζονται μ’ αυτόν τον τρόπο, είναι αυτοί ώριμοι πρεσβύτεροι ή διακονικοί υπηρέται, ζηλωταί στη διακονία των; Όταν κάνετε αυτή τη σκέψι να έχετε υπ’ όψιν τη νουθεσία του αποστόλου που λέγει, «Ενθυμείσθε τους προεστώτας σας, οίτινες ελάλησαν προς εσάς τον λόγον του Θεού· των οποίων μιμείσθε την πίστιν, έχοντες προ οφθαλμών το αποτέλεσμα του πολιτεύματος αυτών».—Εβρ. 13:7.
18 Κατόπιν ρωτήστε: Με ποιους με κατατάσσει η μόδα του χτενίσματός μου στα όμματα των ανθρώπων γενικά; Θα μπορούσε κάποιος τον οποίον επισκέπτομαι να με αναγνωρίση ως ένα διάκονο των μαρτύρων του Ιεχωβά; Γιατί να αισθάνεσθε σαν ξένος μεταξύ των έξω συντρόφων αν δεν έχετε μακρυά μαλλιά; Μήπως φοβάστε τι μπορεί να πουν; Μήπως νομίζετε ότι αυτοί, περιμένουν από σας, ως μάρτυρα του Ιεχωβά , να ντύνεσθε όπως αυτοί; Ή μήπως νομίζετε ότι θα σας σέβωνται περισσότερο αν σεις, ως διάκονος, ντύνεσθε όπως αυτοί;
19, 20. Ποιο παράδειγμα είναι φρόνιμο ν’ ακολουθούμε αν αδελφοί της εκκλησίας συνιστούν να κάμωμε μια αλλαγή στη μόδα του χτενίσματος ή στη συνήθεια που ακολουθούμε;
19 Αν οι υπεύθυνοι αδελφοί της εκκλησίας σας συστήσουν ν’ αλλάξετε τη μόδα του χτενίσματος, ή αν άλλοι φρονούν ότι δεν ταιριάζει σ’ ένα διάκονο, θα είσθε διατεθειμένοι ν’ αλλάξετε; Ίσως να νομίσετε ότι αυτοί σφάλλουν, ή ότι ίσως είναι καθυστερημένοι, και ότι δεν είναι ανάγκη ν’ αλλάξετε απλώς διότι οι άλλοι μέσα στην εκκλησία ενοχλούνται. Τότε, θα εδέχεσθε το πρότυπο που έθεσε ο ίδιος ο Χριστός;
20 Για τον Ιησού, ο απόστολος Παύλος είπε: «Επειδή και ο Χριστός δεν ήρεσεν εις εαυτόν, αλλά καθώς είναι γεγραμμένον. Οι ‘ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ’ εμέ’». (Ρωμ. 15:3) Ο Χριστός δεν ζητούσε τα δικαιώματά του. Θα ήταν πολύ πιο κατάλληλο να λάβη μια διαφορετική πορεία. Αλλά, τότε, τι βοήθεια θα μπορούσε να είναι αυτός για μας;—Ματθ. 26:53, 54· 2 Κορ. 5:14, 15.
21. Πώς ο απόστολος Παύλος τονίζει ότι είναι αντιχριστιανικό να επιμένη ένα μέλος της εκκλησίας σε κάποια πράξι που σκανδαλίζει τους άλλους;
21 Τι θα κάνατε εσείς αν σας έλεγε κανείς να παύσετε να τρώτε κρέας επειδή κάποιος από την εκκλησία εσκανδαλίζετο εξαιτίας αυτού; Τι; Να εγκαταλείψετε ένα τόσο θεμελιώδες δικαίωμα όπως αυτό; Εν τούτοις, ο απόστολος Παύλος ακολούθησε το παράδειγμα του Χριστού όταν έγραψε: «Άρα λοιπόν ας ζητώμεν τα προς την ειρήνην, και τα προς την οικοδομήν αλλήλων. Μη κατάστρεφε το έργον του Θεού διά φαγητόν· . . . Καλόν είναι το να μη φάγης κρέας, μηδέ να πίης οίνον, μηδέ να πράξης τι εις το οποίον ο αδελφός σου προσκόπτει ή σκανδαλίζεται ή ασθενεί». Κατόπιν ο Παύλος λέγει σ’ έναν ο οποίος δεν σκανδαλίζεται κατά τη συνείδησί του από την βρώσι του κρέατος αλλά ο οποίος θ’ άπεσχε για το καλό της εκκλησίας: «Συ πίστιν έχεις· έχε αυτήν εντός σου ενώπιον του Θεού».—Ρωμ. 14:19-22· παράβαλε 1 Κορινθίους 8:12, 13.
22. Για ποιους άλλους λόγους πρέπει ν’ αλλάξωμε μια συνήθεια ή μια μόδα που φρονούν οι αδελφοί μας ότι αντανακλά άσχημα στα αγαθά νέα της Βασιλείας;
22 Καλύτερο λοιπόν είναι να υποχωρήτε και να έχετε την ικανοποίησι να γνωρίζετε μέσα σας ότι ευαρεστείτε τον Θεό έστω και αν δεν συμφωνήτε πλήρως με τις γνώμες των άλλων, έστω και αν φρονήτε ότι αυτό που κάνετε τώρα είναι εν τάξει. Εξ άλλου, αν κάνετε μια μόδα που σας ευχαριστεί, ποιος το βλέπει αυτό περισσότερο; Ποιοι γνωρίζουν πώς φαίνεται αυτό πραγματικά επάνω σας και μπορούν να συμπαραβάλουν την εμφάνισί σας με την εμφάνισι των άλλων; Σεις δεν βλέπετε τον εαυτό σας. Οι άλλοι είναι εκείνοι που σας βλέπουν απ’ όλες τις πλευρές. Αν οι αδελφοί σας φρονούν ότι η εμφάνισίς σας δίνει κακή εντύπωσι στους ανθρώπους, ή κακοπαρισταίνει ή αντανακλά άσχημα στο άγγελμα που φέρετε, γιατί να μην αλλάξετε και να είσθε ευτυχείς;
ΟΧΙ ΜΟΔΕΣ, ΑΛΛΑ ΧΩΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΟΣΜΙΚΕΣ ΣΥΝΗΘΕΙΕΣ
23. Ποια ήταν η κατάστασις στον Ισραήλ για κείνους που θα προτιμούσαν να ξυρίζονται αντί να έχουν γενειάδα;
23 Μπορούμε να ιδούμε το ζήτημα της μόδας του χτενίσματος ή της ενδυμασίας από μια άλλη άποψι. Υποθέστε ότι σεις, σαν άνδρας, ζούσατε στους χρόνους του Ισραήλ, υπό τον Νόμον, και δεν σας άρεζε να έχετε γενειάδα. Ίσως να σας άρεζε όπως φαίνονταν οι Αιγύπτιοι, δηλαδή τελείως ξυρισμένοι. Τι θα κάνατε τότε; Θα ασκούσατε το προσωπικό σας δικαίωμα να ξυρισθήτε; Όχι, διότι δεν θα είχατε ένα τέτοιο δικαίωμα. Θα έπρεπε να έχετε γενειάδα, διότι ο Νόμος διέταζε όλους τους άρρενας: «Δεν θέλετε κουρεύσει κυκλοειδώς την κόμην της κεφαλής σας, ουδέ θέλετε φθείρει τα άκρα των πωγώνων σας».—Λευιτ. 19:27· 21:5.
24. Για ποιον λόγο απαιτούσε ο νόμος από τους Ισραηλίτας να έχουν γενειάδα;
24 Μήπως αυτός ο Νόμος δόθηκε λόγω μόδας; Όχι. Δόθηκε για να προφυλάξη τους Ισραηλίτας από του να μιμηθούν τη συνήθεια μερικών από τα ειδωλολατρικά έθνη που ήσαν γύρω τους. Ωστόσο οι Ισραηλίται έπρεπε να διατηρούν τη γενειάδα τους κομμένη κανονικά, καθαρή και περιποιημένη. Μια απεριποίητη ή ξυρισμένη γενειάδα φανέρωνε θλίψι και πένθος λόγω κάποιας συμφοράς. (2 Σαμ. 19:24-28· Ησ. 7:20) Τα μαλλιά επίσης τα έκοβαν κατά καιρούς, εκτός αν κανείς είχε κάμει ευχή Ναζηραίου. Στην προφητεία του Ιεζεκιήλ εδίδετο εντολή στους ιερείς να κόβουν τα μαλλιά τους και να μη τα αφήνουν ελεύθερα.—Ιεζ. 44:15, 20.
25, 26. Πώς ο Λόγος του Θεού μάς δίνει την άποψί του ως προς την κοσμιότητα των τύπων αμφιέσεως;
25 Επίσης, ο Θεός ανεγνώριζε ότι ένας τύπος αμφιέσεως μπορεί να κατατάξη ένα άτομο εσφαλμένα όταν προσέταξε ότι «η γυνή δεν θέλει φορέσει το ανήκον εις άνδρα, ουδέ ο ανήρ θέλει ενδυθή στολήν γυναικός· επειδή πάντες οι πράττοντες ούτως, είναι βδέλυγμα εις Ιεχωβά τον Θεόν σου». (Δευτ. 22:5, ΜΝΚ) Γιατί; Διότι αυτό θα ήταν μια υποκίνησις σε ανηθικότητα.
26 Ώστε, μολονότι υπάρχουν μερικοί τύποι αμφιέσεως που έχουν ομοιότητα, όπως είναι τα φαρδιά πανταλόνια γυναικών και τα πανταλόνια των ανδρών, ωστόσο υπάρχει συνήθως μια θετική διάκρισις στον τύπο ή στο υλικό. Αλλ’ όταν φορή κανείς ρούχα τέτοια ώστε να είναι ουσιαστικά δυσδιάκριτος από το έτερον φύλον, αυτό είναι κακό στα όμματα του Ιεχωβά. Το ίδιο ισχύει και για τα ενδύματα που είναι τόσο εφαρμοστά ή στενά ώστε συντείνουν στην ανηθικότητα και κατατάσσουν το άτομο μ’ εκείνους που φημίζονται για βδελυκτές πράξεις. Αν, λοιπόν, έχετε τάσι να επιμένετε σε μια μόδα χτενίσματος ή αμφιέσεως, ή κάποιας συνήθειας, ρωτήστε τον εαυτό σας, Μήπως το κάνω αυτό για να μιμηθώ κοσμικά άτομα;
«ΑΥΤΗ Η ΦΥΣΙΣ» ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ
27, 28. (α) Πώς ο απόστολος Παύλος μάς δίνει ωραίες καθοδηγητικές γραμμές για το τι είναι κατάλληλο για ένα Χριστιανό ως προς τον τύπο αμφιέσεως; (β) Τι λέγουν ωρισμένοι λόγιοι της Βίβλου ως προς τη λέξει «φύσις»;
27 Δεν υπάρχουν μέσα στη Γραφή ειδικοί κανόνες, όπως λόγου χάριν πόσο μάκρος πρέπει να έχουν τα μαλλιά, ή πόσο πρέπει να είναι το μάκρος της φούστας. Αλλ’ ο θεόπνευστος απόστολος εκθέτει ωραίες καθοδηγητικές γραμμές που κάνουν τον ειλικρινή, αφιερωμένο Χριστιανό και την εκκλησία να μπορούν να γνωρίζουν πότε ένας τύπος αμφιέσεως ή μια συνήθεια είναι κατάλληλη. Λέγει: «Ή ουδέ αυτή η φύσις δεν σας διδάσκει, ότι ανήρ μεν εάν έχη κόμην, είναι εις αυτόν ατιμία; Γυνή δε εάν έχη κόμην, είναι δόξα εις αυτήν· διότι η κόμη εδόθη εις αυτήν αντί καλύμματος».—1 Κορ. 11:14, 15.
28 Εν σχέσει με αυτά τα λόγια του αποστόλου, ο Βιβλικός λόγιος Αλβέρτος Μπάρνες παρατηρεί τα εξής:
«Η λέξις φύσις . . . σημαίνει προφανώς το αίσθημα εκείνο της κοσμιότητος που έχουν όλοι οι άνθρωποι, και το οποίον εκδηλώνεται σε οποιοδήποτε έθιμο το οποίον επικρατεί ή είναι γενικό. . . . Είναι εκείνο που απαιτείται από το φυσικό αίσθημα της ευπρεπείας μεταξύ των ανθρώπων. . . . Η λέξις, λοιπόν, εδώ, δεν σημαίνει τη σύστασι των φύλων, . . . ούτε απλή χρήσι και έθιμο, . . . αλλά αναφέρεται σ’ ένα βαθύ εσωτερικό αίσθημα του τι είναι κατάλληλο και σωστό».
Και ο Ελληνιστής Δρ Α. Τ. Ρόμπερτσον λέγει:
«Εδώ η λέξις αυτή σημαίνει το φυσικό αίσθημα της κοσμιότητος (βλέπε Ρωμ. 2:14) εκτός από το απλό έθιμο, αλλ’ ένα αίσθημα που βασίζεται στην αντικειμενική διαφορά της συνθέσεως των πραγμάτων».
29. (α) Γιατί ένας Χριστιανός δεν χρειάζεται κανόνες για το τι να κάνη και τι να μη κάνη; (β) Αν σε μια περίπτωσι δεν ξέρη κανείς, τι πρέπει να κάμη;
29 Επομένως, δεν πρόκειται για το να μας λέγουν ακριβώς τι πρέπει να κάνωμε ή τι δεν πρέπει να κάνωμε, σαν να είναι κανόνες. Αν είμεθα Χριστιανοί και οι καρδιές μας αγαπούν εκείνο που είναι σωστό, γνωρίζομε εκ φύσεως, ιδιαίτερα από την εκπαιδευμένη μας πείρα, αν ένα πράγμα προσθέτη ή αφαιρή από τη λαμπρότητα των αγαθών νέων τα οποία κηρύττομε. Γνωρίζομε αν εποικοδομούμε ή φθείρωμε τη φήμη ή την εικόνα της εκκλησίας στα όμματα των άλλων. Αλλ’ αν κανείς δεν ξέρη, τότε πρέπει ν’ αφεθή να κατευθύνεται από την αγαθή συνείδησι της Χριστιανικής εκκλησίας. Ας δέχεται τις καλές συμβουλές και ας βασίζεται στην καλή κρίσι των υπευθύνων αδελφών.—Παροιμ. 12:15.
30. (α) Ποια υποχρέωσι έχουν όλοι όσοι έχουν υπεύθυνες θέσεις στην εκκλησία; (β) Ποια είναι μια αρχή καθοδηγήσεως που θα μας κρατήση ασφαλείς; (γ) Γιατί πρέπει να ενδιαφερώμεθα για καθήκοντα μάλλον παρά για δικαιώματα;
30 Οι αληθινοί Χριστιανοί αγαπούν αλλήλους, και όσοι είναι σε υπεύθυνες θέσεις έχουν υποχρέωσι να κάνουν ό,τι είναι καλύτερον για τους αδελφούς των, είτε γίνεται αυτό με το παράδειγμα που δίνουν είτε με τις συμβουλές τους. Και οι πράξεις όλων μας πρέπει πάντοτε να καθοδηγούνται, από την αρχή: ‘Στολίζω κατά πάντα τη διδασκαλία του Σωτήρος ημών Θεού’; Αν είμεθα επιμελείς στα καθήκοντά μας, αν εργαζώμεθα ολόψυχα σαν στον Ιεχωβά, και όχι σε ανθρώπους, ο Ιεχωβά θα μας ανταμείψη με ευλογίες πολύ μεγαλύτερες απ’ οτιδήποτε «δικαιώματα» που θα μπορούσαμε να καθορίσωμε μόνοι μας, μαζί με χρόνια ζωής και ειρήνης.—Τιτ 2:10· Κολ. 3:23, 24· Παροιμ. 3:1, 2.