Η Εκκλησία Στον Καιρό του Τέλους
1, 2. (α) Πώς προελέχθη η αποστασία της εκκλησίας, και πώς άρχισε να συμβαίνη; (β) Μήπως αυτό εσημείωσε το τέλος της εκκλησίας στους σκοπούς του Θεού;
Η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ εκκλησία του πρώτου αιώνος ήταν ισχυρή, ενωμένη και τελείως αφωσιωμένη στην προαγωγή της καθαράς λατρείας. Αλλά η κατάστασις αυτή δεν επρόκειτο να συνεχισθή αδιάρρηκτη δια μέσου των αιώνων ως τον καιρό του τέλους, στον οποίο βρισκόμαστε τώρα. Οι απόστολοι είχαν το κύρος να κρατήσουν την εκκλησία υποτεταγμένη στον Χριστό· αλλά προείπαν ότι αυτοί, που ενεργούσαν ως περιορισμός της ενεργείας της ανομίας στην εκκλησία, θα αφηρούντο δια του θανάτου και τότε η εκκλησία θα αποστατούσε στην ανομία και στην ψευδή διδασκαλία. (2 Κορ. 10:2-6· 2 Θεσ. 2:3-12· 2 Τιμ. 4:3, 4· Πράξ. 20:29, 30) Ο Ιησούς επίσης το προείπε αυτό όταν παρωμοίωσε την εκκλησία των πιστών εκείνου του καιρού προς το ορθό είδος σπόρου που αυτός έσπειρε σ’ έναν αγρό. Σύμφωνα με την παραβολή αυτή, θα επετρέπετο στον εχθρό να σπείρη ζιζάνια, μια κίβδηλη σπορά, η οποία θα επετρέπετο ν’ αυξήση ανάμεσα στον σίτο ως τον καιρό του θερισμού, ο οποίος θα ήταν στη συντέλεια του αιώνος. Αυτό εσήμαινε ότι η καθαρή ταυτότης και η διοργανωτική αγνότης της Χριστιανικής εκκλησίας θα επεσκοτίζετο και θα διεφθείρετο από την αύξησι των αποστατών. Λίγο μετά τον θάνατο των αποστόλων η ψευδής αυτή αύξησις άρχισε ν’ ακμάζη· ανθρώπινες φιλοσοφίες, ειδωλολατρικές διδασκαλίες και εορτασμοί απερροφήθησαν· συμμαχίες έγιναν με το πολιτικό κράτος, και η εκκλησία εσχηματίσθη, διεμορφώθη και εσημειώθη από τον παλαιό αυτόν κόσμο.—Ματθ. 13:24-30, 37-43.
2 Τούτο, όμως, δεν εσήμαινε ότι η ιδέα μιας εκκλησίας ήταν αποτυχία. Ο Ιησούς προείπε ότι στις έσχατες ημέρες, στη ‘συντέλεια του αιώνος’ θα εγίνετο θερισμός ή σύναξις της αληθινής φυτείας του Θεού και αποκατάστασίς της σε μια θεορατικώς ωργανωμένη εκκλησία, η οποία θα έπαιζε ζωτικό μέρος στη ζωή όλων των Χριστιανών στον καιρό του τέλους. Θα εξετάσωμε εδώ μερικές προφητείες που δείχνουν ότι αυτό ακριβώς θα συνέβαινε και θα τις παραβάλωμε με τις πείρες των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά στον καιρό μας.
3. (α) Τι θα συνέβαινε στους δούλους του Θεού στον καιρό του τέλους, σύμφωνα με την παραβολή του σίτου και των ζιζανίων; (β) Πώς θα μπορούσαν να είναι «φως του κόσμου» και ‘πόλις επάνω όρους’;
3 Ο Ιησούς, στην παραβολή του τού σίτου και των ζιζανίων, είπε ότι στον καιρό του τέλους ο σίτος, η αληθινή φυτεία του Θεού, θα συνήγετο στην αποθήκη και τα ζιζάνια θα εδένοντο και θα εξεβάλλοντο από τη βασιλεία για να καούν. «Τότε οι δίκαιοι θέλουσιν εκλάμψει ως ο ήλιος, εν τη βασιλεία του Πατρός αυτών.» (Ματθ. 13:43) Αυτό δεν αναφέρεται στην ουράνια κατάστασι των αναστημένων κεχρισμένων μελών του σώματος του Χριστού, αλλά μάλλον στην αποκαταστημένη επίγεια κατάστασι. Στη γη συνάγονται και λάμπουν ως «φως του κόσμου», ενώ όλες οι αποστατικές οργανώσεις ή φυτείες θα εξεβάλλοντο από αυτή τη θέσι όπου είχαν ισχυρισθή ότι είναι η εκκλησία του Θεού. (Δαν. 12:3· Φιλιππησ. 2:15· 1 Πέτρ. 2:9) Ως προς το ότι είναι φως, ο Ιησούς είπε στους ακολούθους του: «Σεις είσθε το φως του κόσμου. Πόλις κειμένη επάνω όρους δεν δύναται να κρυφθή.» (Ματθ. 5:14) Στον καιρό του θερισμού επρόκειτο να γίνη σύναξις των πνευματικών αδελφών του Χριστού σε μια ομάδα ή εκκλησία έτσι ώστε θα είχαν μια ταυτότητα, θα ήσαν ενωμένοι στη διδασκαλία, θα εγίνοντο «φως του κόσμου», και θα ‘εξέλαμπαν ως η λαμπρότης του στερεώματος’. Η κατάστασίς των εχρειάζετο ν’ αποκατασταθή σ’ εκείνην της ωργανωμένης εκκλησίας του πρώτου αιώνος, έτσι ώστε θα μπορούσαν να γίνουν ‘πόλις επάνω όρους’.
4. Τι φανερώνεται ως προς την κατάστασι του από τον Θεό κεχρισμένου υπολοίπου στο Ματθαίος 24:31, 45-47 και 25:31-46;
4 Αυτή η σύναξις υποστηρίζεται από το Ματθαίος 24:31, που αναφέρει ότι στον καιρό του τέλους οι εκλεκτοί πρόκειται να συναχθούν από τις τέσσερες γωνίες της γης. Ότι αυτοί θα ενώνοντο ως εκκλησία καταδεικνύεται περαιτέρω στα εδάφια 45 έως 47, όπου η κατάστασίς των παρομοιάζεται προς κατάστασιν υπηρετών στον οίκον ενός κυρίου [«οικετείας», Κείμενον], στους οποίους δίδεται τροφή εν καιρώ από ένα πιστόν δούλον. Όπως ακριβώς η πρώτη εκκλησία ωνομάσθη οίκος Θεού εις Εφεσίους 2:19 και 1 Τιμόθεον 3:15, έτσι και ο οίκος αυτός του κυρίου πρέπει ν’ αναφέρεται σε μια ωργανωμένη εκκλησία. Αυτή η ‘τάξις του δούλου’ απεδείχθη ότι είναι το κεχρισμένο υπόλοιπο των μαρτύρων του Ιεχωβά που εργάζεται με τη Βιβλική και Φυλλαδική Εταιρία Σκοπιά και το οποίον είναι απασχολημένο στο να εφοδιάζη με πνευματική τροφή τα άτομα αυτού του οίκου παγκοσμίως. Σημειώστε ότι ο δούλος αυτός θα ήταν διωρισμένος επί όλων των υπαρχόντων του κυρίου. Τι περιλαμβάνει αυτό τονίζεται στο κατά Ματθαίον 25:31-46, στην παραβολή των προβάτων και εριφίων, όπου διαβάζομε πώς μια μεγάλη ομάδα προβατοειδών καλής θελήσεως ατόμων έρχεται στην εύνοια του Βασιλέως Χριστού Ιησού, επειδή ταυτίζεται, υποστηρίζει και συνεργάζεται με τους αδελφούς του Χριστού.
ΑΝΑΒΑΣΙΣ ΣΤΟΝ ΟΙΚΟΝ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
5, 6. (α) Πώς γίνεται μια ανύψωσις του «οίκου» που αναφέρεται στον Ησαΐα, κεφάλαιο 2, στον οποίο συρρέουν άνθρωποι των εθνών, και πώς φανερώνεται αυτό; (β) Ποια προμήθεια επρόκειτο να γίνη εδώ;
5 Μια άλλη εικόνα του πώς η επίγεια κατάστασις των κεχρισμένων δούλων του Θεού στον καιρό του τέλους θα ήταν σαν μια ωργανωμένη εκκλησία υπό την εγκαθιδρυμένη στους ουρανούς Σιών, βρίσκεται στον Ησαΐα 2:2, 3 (ΜΝΚ): «Εν ταις εσχάταις ημέραις, το όρος του οίκου του Ιεχωβά Θέλει στηριχθή επί της κορυφής των ορέων, και υψωθή υπεράνω των βουνών· και πάντα τα έθνη θέλουσι συρρέει εις αυτό, και πολλοί λαοί θέλουσιν υπάγει, και ειπεί, Έλθετε, και ας αναβώμεν εις το όρος του Ιεχωβά, εις τον οίκον του Θεού του Ιακώβ και θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού. Διότι εκ Σιών θέλει εξέλθει νόμος.» Φυσικά η «Σιών» είναι εκαθιδρυμένη στους ουρανούς, από τους οποίους εξέρχεται ο νόμος. Αλλά τα πλήθη ατόμων από όλα τα έθνη δεν μπορεί να συρρέουν στον ουρανό, διότι δεν είναι αποκυημένα από το πνεύμα. Επομένως, αυτός ο «οίκος του Ιεχωβά», στον οποίον έρχονται, πρέπει να έχη σχέσι με κάτι επάνω στη γη. Τι; Την εκκλησία των κεχρισμένων μαρτύρων του Ιεχωβά, που φέρεται σε ενότητα με την ουράνια Σιών. Θυμηθήτε ότι έχει ήδη καταδειχθή ότι η εκκλησία στις ημέρες των αποστόλων ήταν οίκος Θεού. (Εβρ. 3:4, 6) Για ν’ αντιστοιχή με το όρος της λατρείας του Θεού, που εγκαθιδρύθη επάνω από κάθε δύναμι και εξουσία, η λατρεία του, καθώς αντιπροσωπεύεται από τον οίκον του, θα εχρειάζετο να «υψωθή», δηλαδή, να εξαρθή επάνω από όλα τα επίγεια πράγματα, οργανώσεις και συμφέροντα.
6 Ως λάτρεις του Ιεχωβά Θεού, οι πιστοί ακόλουθοι του Ιησού πρέπει να γίνουν ‘πόλις επάνω όρους’. Όχι μόνο θα μπορούσε να φανή αυτή η εκκλησία των αδελφών του Χριστού, αλλά και θα ήταν πολυάσχολη αφήνοντας το φως της να λάμπη έτσι ώστε να είναι ορατή και προσιτή για να έλθουν σ’ αυτήν άνθρωποι από όλα τα έθνη. Αυτή η «πόλις» θα έκανε, επίσης, προμήθεια για την εκπαίδευσι και διαπαιδαγώγησι ανθρώπων από τα έθνη. «Θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού.» Επομένως, η προφητεία για τον «οίκον του Θεού του Ιακώβ» πραγματικά προείπε την εξύψωσι της λατρείας του Ιεχωβά μεταξύ του υπολοίπου της τάξεως του ναού ως εκκλησίας στις έσχατες ημέρες, σε μια καθαρή λατρεία που προνοεί για προσφορά αίνων στον Ιεχωβά και για τη συγκομιδή, εκπαίδευσι και διαπαιδαγώγησι του μεγάλου πλήθους των άλλων προβάτων, από όλα τα έθνη, που θ’ αποκτήσουν αιώνια ζωή επάνω στη γη.
7. (α) Τι αντιπροσωπεύει ο ναός, όπου ο «πολύς όχλος, υπηρετεί τον Θεό όπως προελέχθη στην Αποκάλυψι, κεφάλαιο 7, και γιατί αυτό είναι αληθινό; (β) Πώς αυτό συμπίπτει με την προφητεία του Αγγαίου;
7 Ότι αυτό θα συνέβαινε στον καιρό του τέλους φανερώνεται επίσης σε μια άλλη προφητεία που αναγράφεται στο βιβλίο της Αποκαλύψεως. Εδώ απεκαλύφθη ότι αφού και το τελευταίο από τα 144.000 κεχρισμένα μέλη του σώματος του Χριστού θα είχε συναχθή και σφραγισθή, και αφού ο ενθρονισμένος Βασιλεύς Χριστός Ιησούς θα είχε αρχίσει τη θλίψι εναντίον του Σατανά και της οργανώσεώς του καταρρίπτοντας τον Σατανά από τον ουρανό, ένα μεγάλο πλήθος ανδρών και γυναικών από κάθε έθνος και γλώσσα θα συνήγετο και θα εφέρετο σε υπηρεσία στο ναόν του Θεού μέσω ενός εκτεταμένου έργου κηρύγματος. (Αποκάλ. 7:1-4, 9-17· 14:1-6) Αυτοί δεν σφραγίζονται με το πνεύμα του Θεού, ούτε είναι «ηγορασμένοι από της γης», και επομένως δεν μπορούν να μπουν στον ουράνιο ναό των αναστημένων κληρονόμων της Βασιλείας με τον Χριστό Ιησού. Εν τούτοις αναφέρεται, «Είναι ενώπιον του θρόνου του Θεού, και λατρεύουσιν αυτόν ημέραν και νύκτα εν τω ναώ αυτού.» Ο ναός αυτός πρέπει ν’ αντιπροσωπεύεται από μερικούς «ζώντας λίθους» επάνω στη γη. Γνωρίζοντας ότι στην πρώτη εκκλησία ελέχθη: «Ο ναός του Θεού είναι άγιος, όστις είσθε σεις», μπορούμε να κατανοήσωμε ότι ο ναός που αναφέρεται εδώ αντιπροσωπεύεται σήμερα από την εκκλησία των κεχρισμένων ακολούθων την Χριστού, που τώρα είναι ένα απλό υπόλοιπο. (1 Κορ. 3:16, 17· 6:19· 2 Κορ. 6:16) Εκείνοι που ανήκουν στον «πολύν όχλον» φέρονται σε υπηρεσία ναού μέσα στην εκκλησία. Οι προφητείες του Ησαΐα, κεφάλαιο 2, και της Αποκαλύψεως, κεφάλαιο 7, αντιστοιχούν, επομένως, προς την προφητεία του Αγγαίου, η οποία δείχνει ότι αφού ο Θεός αποκαταστήση τον «οίκο» του ή ναόν λατρείας, θα σείση τα έθνη και θα φέρη τους ‘θησαυρούς’, ‘θησαυρισμένους’, ή ‘επιθυμητούς’ των εθνών στον οίκον και θα τον γεμίση με λαμπρότητα.—Αγγαίος 1:7, 8· 2:7-9, ΜΝΚ.
8. Πώς περιγράφεται η κατάστασις της εκκλησίας στον Ησαΐα, κεφάλαιο 60, και ποιες δύο ομάδες συνάγονται σ’ αυτήν;
8 Όχι μόνο βρίσκομε τις προφητείες ν’ αναφέρουν ένα οίκον ή ναόν ως εικόνα της αποκαταστημένης εκκλησίας στον καιρό του τέλους, αλλά και μια πόλις χρησιμοποιείται. Στον Ησαΐα, κεφάλαιο 60, τα λόγια που απευθύνονται στην ουράνια Σιών ή Ιερουσαλήμ, εφαρμόζονται επίσης στο αποκαταστημένο υπόλοιπο, για ν’ αφήση το φως του να λάμψη. Εδώ η εκκλησία του κεχρισμένου υπολοίπου προσφωνείται ως μέρος της πόλεως που πρώτα συνάγει μέσα της τον τελευταίον από τους πνευματικούς Ισραηλίτας, τα τέκνα της Σιών, και έπειτα γίνεται τόπος συνάξεως για ανθρώπους των εθνών. Τα «τείχη» της πόλεως οικοδομούνται μάλιστα από «αλλογενείς», οι οποίοι επίσης βοηθούν το αποκαταστημένο υπόλοιπο να φροντίση για ‘ποίμνια, αγρούς και αμπελώνας’.—Ησ. 60:4, 9-11· 61:5.
9, 10. Τι είδους οργάνωσι έπρεπε ν’ αναμένωμε ότι θα βρούμε ν’ αντιπροσωπεύη τον Ιεχωβά στον καιρό του τέλους, και ποια δείχνουν τα ιστορικά γεγονότα ότι είναι αυτή;
9 Όλες αυτές οι προφητείες και πολλές άλλες δείχνουν ότι θα εγίνετο σύναξις των δούλων του Θεού επάνω στη γη στον καιρό του τέλους και αποκατάστασις της αληθινής εκκλησίας του Θεού, η οποία θα ήρχετο σε εξέχουσα θέσι ως «φως του κόσμου». Υπάρχει άρα γε μια τέτοια οργάνωσις σήμερα, που περιέχει δύο τάξεις ατόμων, μια μικρότερη, σμικρυνόμενη ομάδα ατόμων που έχουν βεβαίωσι ότι είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστό κι ένα γοργά αυξανόμενο πλήθος ανδρών, γυναικών και παιδιών «εκ παντός έθνους και φυλών και λαών και γλωσσών», που ελπίζουν ότι θα ζήσουν για πάντα στη γη;
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
10 Η απόδειξις είναι σαφής ότι το σώμα των Χριστιανών ανδρών και γυναικών, που είναι γνωστοί ως μάρτυρες του Ιεχωβά, έλαβε πείραν της εκπληρώσεως των ανωτέρω και πολλών άλλων προφητειών στα ογδόντα και πλέον χρόνια που εκτελεί το θέλημα του Θεού. Η σύναξίς των και η αύξησίς των στο φως της αληθείας από το 1870 έως το 1918 ήταν μια ετοιμασία των εκλεκτών για την έλευσι του Κυρίου Ιεχωβά στον ναόν του. Μολονότι είχαν αναμείνει ότι με την ίδρυσι της βασιλείας του Ιεχωβά δια του Χριστού το έργο των επάνω στη γη θα ετελείωνε και αυτοί θα ελαμβάνοντο στον ουρανό, άρχισαν να μαθαίνουν ότι υπήρχε και άλλο έργο εμπιστευμένο σ’ αυτούς. (Μαλαχ. 3:1-4· Ματθ. 24:45-47) Τούτο το ευαγγέλιον της Βασιλείας έπρεπε να κηρυχθή σε όλον τον κόσμο στη διάρκεια του καιρού του τέλους και οι κεχρισμένοι δούλοι του Θεού εχρειάζετο να είναι καλύτερα ωργανωμένοι σε μια εκκλησία, ώστε να διδάξουν σ’ ένα μεγάλο πλήθος ανδρών και γυναικών τις κατευθύνσεις του Θεού.—Ματθ. 24:14· Αποκάλ. 14:6, 7.
11. Ποια ήταν η δράσις και οι πείρες της εκκλησίας των κεχρισμένων από το 1919 ως το 1931, και πώς αυτοί απέκτησαν μια πιο οριστική ταυτότητα;
11 Η ιστορία δείχνει ότι στο 1918 η μικρή αυτή εκκλησία ανδρών και γυναικών είχε διασπασθή λόγω του σκληρού διωγμού που υπέστη στη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αλλά στο 1919 άρχισαν να αναδιοργανώνωνται και ν’ αποκαθίστανται στην «γην» ή κατάστασι της ευνοίας του Θεού, και άρχισαν να λαμβάνουν πείραν της εκπληρώσεως των προφητειών του Αγγαίου, του Ησαΐα και πολλών άλλων. Άρχισαν ένα εκτεταμένο έργο κηρύγματος, το οποίο, στα επόμενα δώδεκα χρόνια, εχρησίμευσε όχι μόνο για να γνωστοποιήση τις κρίσεις του Θεού σ’ αυτόν τον κόσμο, αλλά και για να συνάξη το υπόλοιπο των εκλεκτών, συμπληρώνοντας ευρέως τους 144.000. Στον καιρόν αυτόν η κατανόησις των δούλων του Ιεχωβά είχε καθαρισθή από πολλές εσφαλμένες ιδέες όσον αφορά τη διδασκαλία και τη σχέσι των με τον Ιεχωβά και τον Χριστό Ιησού ως τις υπερέχουσες εξουσίες. Η ομάδα αυτή απέκτησε μια καθαρώτερη ταυτότητα λαμβάνοντας το όνομα μάρτυρες του Ιεχωβά, που εσήμαινε τους πολλούς που θ’ αποτελούσαν τη μία τάξι του δούλου ή εκκλησία του Ιεχωβά επάνω στη γη.—Ησ. 43:10-12.
12. (α) Ποια κυβερνητική διάταξις θα ανεμένετο σ’ αυτή την εκκλησία, και γιατί; (β) Τι μέρος είχαν σε τούτο οι ώριμοι αδελφοί της εκκλησίας Αλλεγκένης;
12 Της εκκλησίας αυτής άρχισε να προσδιορίζεται η ταυτότης όχι μόνο από το όνομα και τα έργα της μαρτυρίας, αλλά και από την κυβερνητική της διάταξι. Σύμφωνα με την προφητεία επρόκειτο να είναι μια εκκλησία που θ’ αντιπροσώπευε τη θεοκρατική οργάνωσι του Ιεχωβά επάνω στη γη, τον οίκον ή ναόν του Ιεχωβά. Για τούτο έπρεπε να κυβερνάται θεοκρατικώς και όχι δημοκρατικώς. Και η καθοδηγία του Ιεχωβά θα ανεμένετο να εκδηλωθή μέσω των πνευματικώς ωρίμων στην εκκλησία όπως εγίνετο στις ημέρες των αποστόλων. Όπως ήταν αληθινό στον πρώτον αιώνα, έτσι μπορούσε ν’ αναμένεται και στον καιρό του τέλους, ότι οι ώριμοι αδελφοί που θα υπηρετούσαν ως επίσκοποι και βοηθοί των στο πρώτο ωργανωμένο σώμα ή εκκλησία θ’ ανελάμβαναν την πρωτοβουλία στη διάδοσι της αληθινής λατρείας με την επέκτασι του κηρύγματος σε άλλες περιοχές, και ότι θα εχρησίμευαν ως σύμβουλοι και παραδείγματα στις νεώτερες εκκλησίες. Ήδη από το 1879 και πρωτύτερα, η πρώτη επισυναχθείσα ομάδα του αποκαταστημένου υπολοίπου στην Αλλεγκένη της Πενσυλβανίας, εχρησίμευσε ως ένα είδος ηγετικής εκκλησίας, οι δε ώριμοι αδελφοί εκεί, συνεργαζόμενοι με τους επισκόπους άλλων εκκλησιών, έλαβαν την πρωτοβουλία στη διοργάνωσι της επεκτάσεως του κηρύγματος και στον σχηματισμό νέων εκκλησιών. Από αυτό ακριβώς το σώμα πρεσβυτέρων αδελφών στην Αλλεγκένη απεστέλλετο σε πολλά μέρη του κόσμου το περιοδικό που είναι τώρα γνωστό ως Η Σκοπιά, το οποίο εχρησιμοποιείτο ως βάσις για Γραφική μελέτη σε όλες τις εκκλησίες. Τούτο εχρησίμευσε στην ενοποίησι της σκέψεώς των και της κατανοήσεως των Γραφών από μέρους των, και στην εναρμόνισι των μεθόδων του κηρύγματός των.
ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΟΣ ΤΡΟΠΟΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ
13. (α) Γιατί ήταν ανάγκη ν’ αντικατασταθούν οι δημοκρατικές μέθοδοι με θεοκρατικές μεθόδους στην εκκλησία, και πώς αυτό προελέχθη στον Ησαΐα 60:17-22; (β) Πώς αυτό συνέβη μεταξύ του 1919 και του 1938;
13 Οι τοπικές αυτές εκκλησίες ήσαν εν τούτοις πολύ ανεξάρτητες και αυτοκυβέρνητες, εκλέγοντας τους πρεσβυτέρους των και καθορίζοντας πολλές από τις διατάξεις των για μελέτη και υπηρεσία με τη δημοκρατική μέθοδο. Αλλ’ αν επρόκειτο ένα μεγάλο πλήθος ανδρών και γυναικών να συναχθή και να εκπαιθευθή στο θέλημα του Θεού, η διάταξις αυτή είχε ανάγκη βελτιώσεως· αλλιώς η μέθοδος εκπαιδεύσεως και οι κανόνες της αληθινής λατρείας θα μπορούσαν να διαφέρουν σημαντικά από το ένα μέρος στο άλλο, εξαρτώμενοι από την ωριμότητα μιας εκκλησίας. Οι κατώτερες μέθοδοι επιβλέψεως στην εκκλησία θα εχρειάζετο ν’ αντικατασταθούν από γνήσιες, θεόθεν κατευθυνόμενες αρχές, όπως προελέχθη στον Ησαΐα 60:17-22. Ήδη στο 1919, με την έναρξι του έργου διανομής του Χρυσού Αιώνος, η Εταιρία Σκοπιά, που υπηρετούσε ως μια μορφή κυβερνώντος σώματος για τις εκκλησίες και η οποία είχε μεταφέρει τα κεντρικά της γραφεία και το προσωπικό της στο Μπρούκλυν της Νέας Υόρκης, για να παράσχη πιο αποτελεσματική εποπτεία στο παγκόσμο κήρυγμα, άρχισε να εισάγη μια πιο θεοκρατική κυβερνητική διάταξι διορίζοντας ένα διευθυντή υπηρεσίας σε κάθε εκκλησία. Τον Οκτώβριο του 1932, οι εκκλησίες παγκοσμίως προχώρησαν στο να φέρουν την ταυτότητά των σε περισσότερη συμφωνία με τη Βιβλική προφητεία με το να καταργήσουν τους «δι’ εκλογής πρεσβυτέρους» και να εκλέγουν τους πιο ωρίμους και με πνευματική διάκρισι αδελφούς για να υπηρετούν ως «επιτροπή υπηρεσίας» που θα βοηθούσε τον από την Εταιρία διοριζόμενο διευθυντή υπηρεσίας. Αυτή η ανάπτυξις συνεπληρώθη το 1938 όταν οι εκκλησίες παγκοσμίως εξέφρασαν την επιθυμία των να οργανωθούν πλήρως υπό την διεύθυνσι της «Εταιρίας», της τάξεως του «πιστού και φρονίμου δούλου», η οποία στο εξής θα διώριζε όλους τους επισκόπους και τους βοηθούς των στις εκκλησίες και η οποία θα κατηύθυνε όλες τις διευθετήσεις μελέτης και κηρύγματος. Αυτό ήταν ανάγκη να γίνη, όχι μόνο για να φερθή το αγιαστήριο ή η εκκλησία των κεχρισμένων του Ιεχωβά επάνω στη γη στην κατάλληλη σχέσι προς αυτόν, αλλά και για να μπορέση η εκκλησία του Θεού στη γη να είναι ο κατάλληλος τόπος για τη διδασκαλία και εκπαίδευσι του «πολλού όχλου» που συνάγεται από όλα τα έθνη για να πράξη το θέλημα του Θεού.
14, 15. (α) Γιατί ήταν ειδική ανάγκη να συμπληρωθή στο 1938 αυτή η αλλαγή σε θεοκρατική κυβερνητική μορφή; (β) Τι εξησφάλισε αυτό για κείνους που ήσαν από τον «πολύν όχλον»; (γ) Τι πραγματικά έλαβε χώραν με την αποκατάστασι της εκκλησίας των κεχρισμένων στο 1919, σύμφωνα με το Ησαΐας 51:3-52:2;
14 Αυτή η εποικοδόμησις της εκκλησίας θεοκρατικώς εχρησίμευσε για να την φέρη στο προσκήνιο ως τόπον όπου θα μπορούσε κανείς να μάθη τις κατευθύνσεις του Θεού. Αν ήταν ακατάλληλο για την εκκλησία των κεχρισμένων να διευθύνεται με δημοκρατική ψήφο έτσι ώστε η πλειονότης, αποτελούμενη ίσως κατά μέγα μέρος από ανωρίμους, να διευθύνη αντί των πνευματικώς ωρίμων, θα ήταν ακόμη περισσότερο ακατάλληλο αυτό όταν θα συνήγετο ο «πολύς όχλος». Διότι αυτοί που θα ήρχοντο από τα έθνη, λόγω της αυξήσεώς των σε μια μεγάλη πλειονότητα, θα μπορούσαν ν’ αρχίσουν να διαμορφώνουν την εκκλησία σύμφωνα με το θέλημά των αντί να συμμορφωθούν αυτοί με το θέλημα του Θεού. Αλλά η επίβλεψις του Θεού σε τέτοια ζητήματα είναι πολύ φανερή, και η θεοκρατική εποπτεία λειτουργούσε πλήρως στο 1938, σ’ έναν καιρό που τα «άλλα πρόβατα» ή εκείνοι που ανήκαν στον «πολύν όχλον» ήσαν ακόμη μια μειονότης.
15 Αυτή η αρχή της εποπτείας ήταν αναγκαία, όχι μόνο για να ληφθή φροντίδα για το έργο του κηρύγματος, αλλά και για να χρησιμεύση στην εκπαίδευσι όλων εκείνων που ήσαν από τον «πολύν όχλον», για να υποταχθούν στο θέλημα του Θεού στη διάρκεια του καιρού του τέλους, πριν από τον Αρμαγεδδώνα, έτσι ώστε να είναι εκπαιδευμένοι και κατάλληλοι να προχωρήσουν μετά τον Αρμαγεδδώνα στον καθαρισμό και εξωραϊσμό της γης μ’ έναν εύτακτο και θεοκρατικό τρόπο. Η εκκλησία των κεχρισμένων επρόκειτο να είναι παράδειγμα ή υπόδειγμα. Σε τούτο βλέπομε την εκπλήρωσι μιας άλλης προφητείας, δηλαδή, του Ησαΐας 51:3-52:2, που δείχνει ότι με την αποκατάστασι του κεχρισμένου υπολοίπου στην ορθή σχέσι του και υπηρεσία προς τον Θεό στο 1919, ιδρύθη η «νέα γη». Αυτή είναι η αρχή διαμορφώσεως μιας κοινωνίας Νέου Κόσμου, η οποία θα συνήθροιζε και θα εξεπαίδευε τον «πολύν όχλον» και η οποία στην ωργανωμένη της μορφή, ως εκκλησία που θα λειτουργούσε υπό το νέο σύστημα πραγμάτων, θα διεφυλάσσετο μέσα από τον πόλεμο του Αρμαγεδδώνος που θα ετερμάτιζε το παλαιό αυτό σύστημα.—Βλέπε «Νέοι Ουρανοί και Νέα Γη», σελίδες 332-352.
16. Πώς η θεοκρατική διάταξις κατέστησε δυνατόν να διατηρήση η εκκλησία την καθαρότητά της και την κατάλληλη σχέσι μεταξύ του υπολοίπου και του «πολλού όχλου»;
16 Μολονότι αυτή η αυξανόμενη εκκλησία ή κοινωνία Νέου Κόσμου έχει συνάξει πάνω από 800.000 άνδρες και γυναίκες και παιδιά από όλα τα έθνη, τις φυλές και τους λαούς, δεν έχει σχηματισθή ή διαμορφωθή σύμφωνα με τις ιδέες ή τα έθιμα που οι άνθρωποι αυτοί είχαν προηγουμένως, αλλά όλοι αυτοί διεμορφώθησαν σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Είναι ευδίδακτοι, πράοι, στοργικοί, επιδιώκουν ειρήνη και είναι σε ενότητα με όλους τους ομοπίστους των. Αν και αριθμούνται σε πάνω από 800.000 εν συγκρίσει με τους τώρα ολιγωτέρους από 14.000 κεχρισμένους, ή αποτελούν μια πλειονότητα από πενήντα τέσσερες περίπου προς ένα, όμως όλοι αυτοί οι ερχόμενοι από τα έθνη υπετάγησαν στο να εκπαιδευθούν σύμφωνα με τις κατευθύνσεις του Θεού, από την τάξι του «πιστού και φρονίμου δούλου», το υπόλοιπο. Μολονότι ο κόσμος αυτός από τον οποίον ήλθαν έχει επηρεασθή πολύ από ιδιοτέλεια, ανηθικότητα, ψεύδος, δολιότητα, αθεϊσμό, πνευματισμό και πολλές άλλες ασεβείς σκέψεις και πράξεις, όμως αυτά τα πράγματα δεν εισέδυσαν στην αληθινή εκκλησία του Θεού. Εκείνοι που θα επιχειρούσαν να διαφθείρουν την εκκλησία σήμερα με ανήθικη διαγωγή ή ψευδή διδασκαλία αποκόπτονται από την επικοινωνία, όπως συνέβαινε και στην εκκλησία του πρώτου αιώνος, έτσι ώστε η καθαρότης και η ταυτότης της εκκλησίας διαφυλάσσονται.
17, 18. (α) Πώς κατέστη δυνατόν η οργάνωσις να επεκταθή και να εκπαιδεύση και επιβλέψη εκατοντάδες χιλιάδων άτομα σε 179 χώρες όταν το υπόλοιπο γίνεται ολιγώτερο κάθε χρόνο; (β) Ποια εδάφια το προείπαν αυτό;
17 Η συγκομιδή τόσο πολλών εκατοντάδων χιλιάδων από όλες τις χώρες απαιτούσε μια οργάνωσι που θα μπορούσε πολύ να επεκταθή και όμως να διατηρή τη θεοκρατική της διάρθρωσι, όπως ακριβώς προελέχθη στον Ησαΐα 54:2, 3. Αλλά πώς θα μπορούσε αυτή η μικρή εκκλησία να επεκταθή όταν η κεχρισμένη τάξις εγίνετο μικρότερη και πολλοί από εκείνους που απέμειναν είχαν γίνει ηλικιωμένοι και ασθενικοί με το πέρασμα των ετών; Με το ν’ ακολουθηθή η συμβουλή του Παύλου εις 2 Τιμόθεον 2:1-3 και έτσι να εκπαιδευθούν εκείνοι που ανήκαν στον «πολύν όχλον», ώστε ν’ αποκτήσουν τα προσόντα ως επίσκοποι και ως διδάσκαλοι άλλων. Όχι μόνο χιλιάδες απ’ αυτούς εξεπαιδεύθησαν ως υπηρέται στις εκκλησίες, αλλά ειδικά στη διάρκεια των περασμένων είκοσι ετών χιλιάδες εισήλθαν στην ολοχρόνια διακονία ως σκαπανείς και επήγαν να εργασθούν σε απομονωμένες περιοχές, ενώ άλλοι εξεπαιδεύθησαν ειδικά για να διανοίξουν το έργο σε νέες χώρες, σχηματίζοντας νέες εκκλησίες, οικοδομώντας θυγατέρες «πόλεις», να το πούμε έτσι, ώστε να κάμουν τη διδασκαλία του οίκου του Θεού προσιτή σε όλους. Όλα αυτά έγιναν υπό την επίβλεψι του κεχρισμένου υπολοίπου.—Ησ. 60:10· 61:4-6.
18 Υπάρχουν, λοιπόν, πολλές εκκλησίες και ακόμη ολόκληρες χώρες, όπου δεν υπάρχει κανείς από το υπόλοιπο. Εν τούτοις, είναι δυνατόν άνδρες και γυναίκες σε 179 χώρες να έλθουν στον «οίκον» του Θεού σε πάνω από 21.000 εκκλησίες, διότι όλοι οι επίσκοποι εδιδάχθησαν και εξεπαιδεύθησαν μέσω της εκκλησιαστικής διατάξεως του «πιστού και φρονίμου δούλου». Όλες οι εκκλησίες είναι υπό την επίβλεψι τοπικών επισκόπων και άλλων, οι οποίοι επισκέπτονται και επιθεωρούν εκκλησίες, περιοχές και γραφεία τμημάτων της Εταιρίας, έτσι ώστε όλα τα μέρη της οργανώσεως τηρούνται σε αρμονία με το θέλημα του Θεού. Μ’ αυτό τον τρόπο η κεχρισμένη τάξις ποιμαίνει το ποίμνιο του Θεού.
19. Πώς τα μέλη και του υπολοίπου και του «πολλού όχλου» βλέπουν τη γοργά επεκτεινόμενη οργάνωσι, και πώς βλέπουν τη σχέσι των μεταξύ των;
19 Μολονότι ο «πολύς όχλος» γίνεται μεγαλύτερος πάντοτε και το υπόλοιπο του «μικρού ποιμνίου» των κεχρισμένων ακολούθων του Χριστού γίνεται μικρότερο σε αριθμούς, όμως υπάρχει τελεία ενότης. Και εκείνοι που ανήκουν στον αυξανόμενον «όχλον», δεν προσεπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τους μεγαλυτέρους αριθμούς των για ν’ αποκτήσουν υπεροχή στην οργάνωσι. Με τη νομιμοφροσύνη των και την υπακοή των στη θεοκρατική διάταξι του Ιεχωβά μέσω της εκκλησίας, εκείνοι που αποτελούν τον «πολύν όχλον» δείχνουν τον πιο μεγάλο σεβασμό για τη σμικρυνόμενη ομάδα των κεχρισμένων. Δεν φρονούν ότι πρέπει να τους δοθή κάποιος έπαινος επειδή ανήκουν στην πλειονότητα και κάνουν σήμερα το περισσότερο έργο κηρύγματος. Κατανοούν ότι αυτό είναι για τη δόξα του Ιεχωβά, και, επίσης, ότι αυτή η αυξανόμενη ενοποιημένη εκκλησία είναι ένα απτό σημείο της επιδοκιμασίας του Ιεχωβά για τους πιστούς κεχρισμένους του επάνω στη γη. Ούτε αυτοί οι κεχρισμένοι δυσφορούν για τον αυξανόμενον «όχλον» με τους αριθμούς του και τον νεανικό, ενεργητικό ζήλο του. Μάλλον, βλέπουν τους καρπούς πολλών ετών επιμόχθου έργου και χαίρουν να βλέπουν ότι αυτοί ακολούθησαν το παράδειγμά των σε ζήλο, υπακοή και νομιμοφροσύνη στον Ιεχωβά. «Σεις δε, ιερείς του Ιεχωβά θέλετε ονομάζεσθαι· Λειτουργούς του Θεού ημών θέλουσι σας λέγει.» (Ησ. 61:6-11, ΜΝΚ) Μόνο η αληθινή εκκλησία του Θεού θα μπορούσε να καταδείξη την αγάπη και ενότητα δύο τέτοιων ομάδων ατόμων.
20. (α) Τι δείχνουν οι Γραφές και τα γεγονότα όσον αφορά την κατάλληλη κατάστασι για τους δούλους του Θεού στον καιρό του τέλους; (β) Ποια πορεία ενεργείας συνιστάται για όλους;
20 Έτσι, από το παράδειγμα της Χριστιανικής εκκλησίας του πρώτου αιώνος και την εξέτασι πολλών προφητειών που ανήκουν στην εποχή μας, έχομε απόδειξι ότι η κατάλληλη κατάστασις για τους αληθινούς δούλους του Θεού τώρα στον καιρό του τέλους δεν είναι η κατάστασις χαλαρά συνδεδεμένων ατόμων που ενεργούν ανεξάρτητα το ένα από το άλλο. Μάλλον, είναι η κατάστασις μιας σφιχτά ωργανωμένης εκκλησίας, ενοποιημένης και συναρμοσμένης σε μια παγκόσμια βάσι, και κάτω από την επίβλεψι του πεπειραμένου και πνευματικώς ωρίμου κεχρισμένου υπολοίπου του πνευματικού σώματος του Χριστού. Όλοι οι αναγνώσται αυτού του περιοδικού προτρέπονται να έλθουν μαζί με αυτή την εκκλησία, τους μάρτυρας του Ιεχωβά, να συνταυτισθούν μαζί των, να παραβάλουν τη διδασκαλία των, τη λατρεία των, τα έργα των και την εκκλησιαστική των οργάνωσι με τη Γραφή. «Έλθετε, και ας αναβώμεν εις το όρος του Ιεχωβά, εις τον οίκον του Θεού του Ιακώβ· και θέλει διδάξει ημάς τας οδούς αυτού, και θέλομεν περιπατήσει εν ταις τρίβοις αυτού.» Ερευνήστε και προσδιορίστε την ταυτότητα του λαού με τον οποίον είναι σήμερα ο Θεός, και συνταυτισθήτε μαζί του.—Ησ. 2:2-4, ΜΝΚ· Ζαχ. 8:20-23.