«Ο Λόγος ο Σος Αλήθεια Εστί»
Πρόκειται για Γραμματική ή για Ερμηνεία;
ΟΣΑΚΙΣ επιχειρείται μετάφρασις της «Νέας Διαθήκης» από το πρωτότυπο Ελληνικό κείμενο σε μια οποιαδήποτε νεωτέρα γλώσσα, υπάρχουν όροι που μπορούν ν’ αποδοθούν με περισσότερους από ένα μόνο τρόπο. Πώς θα κριθή ποια είναι η ορθή απόδοσις; Σε τέτοιες περιπτώσεις προφανώς κάτι διαφορετικό από την Ελληνική γραμματική αποφασίζει για τη φραστική διατύπωσι που θα χρησιμοποιήση ο σύγχρονος λόγιος για τη μετάφρασι του πρωτοτύπου.
Παραδείγματος χάριν, πολλή εναντίωσις έχει προβληθή γύρω στο εδάφιο κατά Ιωάννην 1:1. Σύμφωνα με την Κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασι του 1611, αναφέρεται εκεί: «Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ, και Θεός ήτο ο Λόγος.» Εν τούτοις η Μετάφρασις Νέου Κόσμου (1971) λέγει στο τελευταίο μέρος αυτού του εδαφίου: «Και ένας θεός ήτο ο Λόγος.» Η απόδοσις αυτή του κειμένου επικρίνεται ισχυρώς από μερικούς, εφόσον φαίνεται να παριστά τον Λόγον (Ιησούν) στην προανθρώπινη ύπαρξί του «ως κατώτερον θεόν και όχι τον παντοδύναμον Θεόν τον ίδιον. Οι κριτικοί αυτοί επικαλούνται την Ελληνική Γραμματική με την προσπάθεια να παραμερίσουν την τελευταία αυτή απόδοσι.
Έτσι ένας θεολόγος λέγει σχετικά με τη Μετάφρασι του Νέου Κόσμου: «Παραγνωρίζει τελείως ένα παραδεδεγμένο κανόνα της Ελληνικής Γραμματικής ο οποίος κανών υπαγορεύει την απόδοσι του κειμένου, ‘. . . και Θεός ήτο ο Λόγος.’» Ένας άλλος σχολιάζει ότι η μετάφρασις «ένας θεός» είναι «εσφαλμένη και δεν υποστηρίζεται από κανένα καλόν Έλληνα λόγιον . . . και απορρίπτεται από όλους τους αναγνωρισμένους λογίους της Ελληνικής γλώσσης.» Ένας άλλος ακόμη σημειώνει ότι αυτό δείχνει «άγνοια της Ελληνικής γραμματικής.»—Τα χονδρά γράμματα δικά μας.
Για να υποστηριχθή μια τέτοια αυστηρή γλώσσα γίνεται ενίοτε παραπομπή σε ένα κανόνα της Ελληνικής γραμματικής διατυπωθέντα από τον Ε. Κόλγουελ. Αποδεικνύει άραγε ο κανών αυτός την ορθή άποψι; Προσέξτε τι είπε ο ίδιος ο Κόλγουελ σχετικώς.
Το 1933 εδημοσίευσε ένα άρθρον στην Εφημερίδα της Βιβλικής Φιλολογίας με τον τίτλο: «Ένας οριστικός κανών προς χρήσιν του Άρθρου στην Ελληνική Καινή Διαθήκη.» Προς το τέλος του άρθρου του αναφέρεται στο κατά Ιωάννην 1:1. Το τελευταίο μέρος του εδαφίου αυτού αναγινώσκει σαφώς στην Ελληνική γλώσσα «Και ΘΕΟΣ ΗΤΟ Ο ΛΟΓΟΣ.» Σημειώστε ότι ένα οριστικό άρθρο «Ο» φαίνεται προ του «ΛΟΓΟΥ,» ενώ δεν εμφανίζεται το οριστικό άρθρον «Ο» πριν από το «ΘΕΟΣ.» Ο κανών του Κόλγουελ σχετικά με τη μεταφρασι εκ του Ελληνικού λέγει: «Ένα καθωρισμένο κατηγόρημα στην ονομαστική [παραδείγματος χάριν, «ΘΕΟΣ» στο κατά Ιωάννην 1:1] έχει το άρθρο [«Ο»] όταν ακολουθή το ρήμα· το παραλείπει δε όταν προηγήται του ρήματος.» Με άλλους λόγους, αν αληθεύει πάντοτε ο κανών λέγει ότι στο κατά Ιωάννην Ευαγγέλιον 1:1 το άρθρον «Ο» προ της λέξεως «ΘΕΟΣ» υπονοείται στην αρχική γλώσσα και πρέπει συνεπώς να φαίνεται στις νεώτερες μεταφράσεις.
Ο κανών του φαίνεται να είναι ορθός για μερικά μέρη της Ελληνικής Γραφής. Εν τούτοις, ο ίδιος ο Κόλγουελ παρεδέχθη ότι υπάρχουν εξαιρέσεις στον κανόνα και ότι αυτός δεν είναι απόλυτος, (Ιδέ παραδείγματος χάριν την διάστιχον απόδοσιν στο Λουκάς 20:33· 1 Κορινθίους 9:1, 2.) Πραγματικά φαίνεται να υπάρχουν τόσο πολλές εξαιρέσεις ώστε τριάντα έτη μετά τον σχηματισμό του κανόνος του, μια Ελληνική γραμματική λέγει ότι ο κανών πιθανόν ν’ αντανακλά μόνον μια «γενική τάσι.» Τι θα πούμε, όμως, για το Ιωάννης 1:1; Θα εφαρμοσθή εκεί ο κανών αυτός;
Ο Κόλγουελ ο ίδιος απαντά: «Το κατηγόρημά μας [«ΘΕΟΣ»] είναι αόριστο στη θέσι αυτή μόνον όταν το απαιτούν τα συμφραζόμενα.» Σημειώστε ότι ο «κανών» δεν είναι απαράβατος, αλλά ο κρίσιμος παράγων είναι τα συμφραζόμενα.
Έτσι παρά την ισχυρή και διαβεβαιωτική γλώσσα από μέρους μερικών, ο «κανών» του Κόλγουελ δεν ‘επιβάλλει’ μια απόδοσι ως υπέρτερη μιας άλλης στο εδάφιο Ιωάννου 1:1. Μάλλον, εκείνο που καθορίζει το πώς μεταφράζεται το Ιωάννης 1:1 εξαρτάται από το πώς ο μεταφραστής ερμηνεύει τα συμφραζόμενα και, πράγματι, ολόκληρη την υπόλοιπη Γραφή.
Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον οι ανωτέρω συγγραφείς είναι τόσο δογματικοί σε όσα λέγουν. Γι’ αυτούς ο Ιησούς είναι ο ίδιος ο Θεός. Ένας απ’ αυτούς αναφέρεται στον «Ιησούν Χριστόν, ο οποίος είναι Θεός αληθινός και άνθρωπος αληθινός.» Ένας άλλος παρατηρεί ότι «ο Χριστός αξίωσε ισότητα με τον Ιεχωβά.» Προφανώς, αν μπορούσαν να εκλέξουν, δεν θα προτιμούσαν το εδάφιον Ιωάννου 1:1 να μεταφράζεται έτσι ώστε να παρέχη υποστήριξι στις απόψεις των;
Αφ’ ετέρου, ένα άτομο που παραδέχεται τους απλούς λόγους του Ιησού ότι «ο Πατήρ μου είναι μεγαλύτερός μου» θα κατανοήση ότι ο Ιησούς δεν είναι ίσος με τον Παντοδύναμο Ιεχωβά. (Ιωάν. 14:28) Κι εν τούτοις αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είναι δυνατόν να αναφερώμεθα στον Ιησούν ως «θεόν» από μερικές απόψεις. Θυμηθήτε, στην Έξοδο στο 4:16 δεν λέγει μήπως εκεί ο Ιεχωβά προς τον Μωυσήν, «συ θέλεις είσθαι εις αυτόν αντί Θεού;» Τούτο όμως δεν έκαμε τον Μωυσή Παντοδύναμο Θεό, τι λέτε, τον έκαμε; Ο όρος «θεός» εφαρμόζεται ακόμη και στον Διάβολο, εφόσον αυτός είναι ένα ισχυρό πλάσμα που ελέγχει το παρόν σύστημα πραγμάτων. (2 Κορινθ. 4:4) Βεβαίως, ο Ιησούς ο οποίος εξυψώθη υπεράνω πάσης κτίσεως και του εχορηγήθη η εξάσκησις μεγάλης δυνάμεως στον ουρανό και στη γη εκ μέρους του Πατρός του, μπορεί να ονομασθή «θεός.» Μια τέτοια ονομασία συνεπάγεται την αξιοπρέπεια και τον σεβασμό που οφείλεται στον Ιησού, ενώ συγχρόνως αποφεύγεται ο σχηματισμός μιας εντυπώσεως στον αναγνώστη ότι ο Ιησούς είναι ο ίδιος Παντοδύναμος Θεός.
Ο υποτιθέμενος γραμματικός κανών σχετικά με το Ιωάννου 1:1 είναι ένας μόνο από τους πολλούς τους οποίους επικαλούνται για την προφανή υποστήριξι μερικών θρησκευτικών ιδεών. Αλλά χρησιμεύει για να τονισθή το σημείο: το πραγματικό θέμα περιλαμβάνεται περισσότερο από τη γραμματική.
Οι γραμματικοί κανόνες χρησιμεύουν για την κατανόησι μιας γλώσσης. Έχουν όμως περιορισμούς. Όπως αναφέρει η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία: «Παντού συναντούμε τη γραμματική να εργάζεται επάνω σε μια ήδη διαμορφωμένη γλώσσα . . . η αποστολή της γραμματικής υπήρξε όχι να ορίση πώς έπρεπε να ήταν ή πρέπει να είναι μια γλώσσα, αλλά να εξηγήση τι είναι μια γλώσσα που ήδη υπάρχει. Ο ρόλος της γραμματικής είναι επεξηγηματικός και όχι δημιουργικός.»
Συνεπώς, ακόμη και προκειμένου περί ζωντανών γλωσσών πρέπει να ενθυμούμεθα ότι, σε τελευταία ανάλυσι, η ‘γραμματική’ των δεν προέρχεται από ‘βιβλία της γραμματικής.’ Όπως αναφέρει ένας καθηγητής της Αγγλικής στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου: Οτιδήποτε χρησιμοποιούν οι ιθαγενείς ομιληταί, ό,τι κι αν είναι, είναι σωστό. Εκείνοι που μιλούν μια γλώσσα, ειδικά οι ‘καλύτερα μορφωμένοι,’—όχι οι αυθαίρετοι κατασκευασταί κανόνων—αποφασίζουν τελικά τι είναι ‘ορθό’ και τι ‘δεν είναι ορθό.’
Η ιδία αυτή αρχή αληθεύει σχετικώς με τη γραμματική των Ελληνικών της Βίβλου. Σκοπός της είναι να εξηγήση πώς λέγονται τα πράγματα και όχι να καταβάλλεται προσπάθεια να επιβληθή στην πρωτότυπη γλώσσα εκείνο που ο νεώτερος γραμματικός νομίζει ότι θα έπρεπε να λεχθή. Η Γραμματική πρέπει να βγαίνη από εκείνο που πραγματικά λέγει το πρωτότυπο Ελληνικό κείμενο. Ακόμη και άλλα Ελληνικά συγγράμματα, αλλά διαφορετικής εποχής ή από άλλο μέρος του κόσμου, δεν παρέχουν παρά περιωρισμένη μόνο αξία όταν πρόκειται να καταλήξετε σε μια κατανόησι των Γραφών. Όπως ανέφερεν ο διάσημος Έλλην γραμματικός Α. Τ. Ρόμπερτσον: «Εκείνο που θέλομε να γνωρίζωμε δεν είναι ποια ήταν η καλύτερη Ελληνική γλώσσα στην Αθήνα στις ημέρες του Περικλέους, αλλά ποια ήταν καλύτερη Ελληνική στη Συρία και στην Παλαιστίνη κατά τον πρώτον μ.Χ. αιώνα.» Το κείμενο της Βίβλου ιδιαίτερα πρέπει να μας αποκαλύψη τι πρέπει να γίνεται δεκτό σχετικά με τη γραμματική της.
Έτσι, τα άτομα που δεν έμαθαν στο σχολείο τις πρωτότυπες γλώσσες της Βίβλου δεν είναι ανάγκη να τρομάζουν απ’ εκείνους που αναφέρουν γραμματικούς κανόνες.
Κανένας γραμματικός κανών δεν έρχεται σε αντίθεσι με το ολοκληρωμένο άγγελμα της Βίβλου. Ομοίως, ο ειλικρινής διδάσκαλος της Γραφής γνωρίζει ότι θεόπνευστο είναι μόνο το κείμενο της Βίβλου. Τα βιβλία των γραμματικών κανόνων δεν είναι θεόπνευστα, μολονότι είναι βοηθητικά.