Τήρησις της Γλώσσης υπό Έλεγχον
«Μη καυχάσθε, μη λαλείτε υπερηφάνως· ας μη εξέλθη μεγαλορρημοσύνη εκ του στόματός σας· διότι ο Ιεχωβά είναι Θεός γνώσεων, και παρ’ αυτού σταθμίζονται αι πράξεις.»—1 Σαμ. 2:3, ΜΝΚ.
1. Πόσο πολύτιμη είναι η γλώσσα;
Η ΓΛΩΣΣΑ είναι ένα από τα πιο χρήσιμα όργανα που κατέχει ο άνθρωπος και είναι πράγματι ένα μεγάλο δώρο του Ιεχωβά Θεού. Δεν θα έπρεπε, λοιπόν, η υψίστη έκφρασις του ανθρώπου να είναι το να τιμά τον Ιεχωβά και ν’ αποδίδη μεγαλωσύνη σ’ αυτόν; Η Γραφή είναι γεμάτη από περιπτώσεις, όπου πιστοί δούλοι του Θεού εχρησιμοποίησαν τη γλώσσα των μ’ αυτόν τον τρόπο, και τέτοιες αφηγήσεις έχουν διαφυλαχθή για να μπορούμε να τις διαβάζωμε και κατόπιν να χρησιμοποιούμε τις γλώσσες μας για να επαναλαμβάνωμε αυτές τις εκφράσεις ευγνώμονος αναγνωρίσεως της αγαθότητος του Θεού.
2. (α) Πώς ο Ιεχωβά δείχνει ότι ευαρεστείται με λόγους που λέγονται σ’ αυτόν και γι’ αυτόν; (β) Τι ειδικώς τον ευαρεστεί;
2 Υπήρξε μήπως ποτέ ένας πιο χαρωπός ήχος από τις πρώτες λέξεις του βρέφους; Και κατόπιν, καθώς το βρέφος βαθμιαίως ωριμάζει, οι γονείς αισθάνονται ζωηρή συγκίνησι καθώς λέξεις με σημασία εξέρχονται από το στόμα του. Πόσο πιο λογικό είναι να συμπεράνωμε ότι ο ουράνιος Πατήρ ευχαριστείται ν’ ακούη τα επίγεια τέκνα του να εκφράζουν με λόγια την εκτίμησί των για το δώρο της ζωής που έλαβαν από αυτόν! Οι προσευχές που απευθύνονται σ’ αυτόν από τα τέκνα του είναι μουσική στα ώτα του, διότι αυτές είναι το μέσον με το οποίον μπορούμε να γνωστοποιήσωμε σ’ αυτόν τις επιθυμίες και τους ζωηρούς πόθους της καρδιάς μας. Ακόμη και το να ομιλούμε μαζί με άλλους γι’ αυτόν φέρνει ανταμοιβή: «Τότε οι φοβούμενοι τον Ιεχωβά ελάλουν προς αλλήλους· και ο Ιεχωβά προσείχε, και ήκουε· και εγράφη βιβλίον ενθυμήσεως ενώπιον αυτού, περί των φοβούμενων τον Ιεχωβά, των ευλαβουμένων το όνομα αυτού.» (Μαλαχ. 3:16, ΜΝΚ) Σκεφθήτε απλώς: γι’ αυτούς που ευλαβούνται το όνομά του ο Ιεχωβά κάνει ένα ανεξίτηλο υπόμνημα! Αλλά η χρήσις της γλώσσης για να μεγαλύνη αυτό το όνομα, ειδικά τώρα οπότε είναι ευρέως άγνωστο, είναι μια σπανία τιμή. Η εξύψωσις από μέρους μας αυτού του ονόματος με το να το εξαγγέλλωμε παντού φέρνει προστασία σ’ εμάς ως φορείς του ονόματος. Η αποτυχία μας να το πράξωμε αυτό μπορεί ν’ αποβή ολεθρία. «Το όνομα του Ιεχωβά είναι πύργος οχυρός· ο δίκαιος, καταφεύγων εις αυτόν, είναι εν ασφαλεία.»—Παροιμ. 18:10, ΜΝΚ.
3. Ποια πρέπει να είναι η ένθερμη επιθυμία κάθε ανθρώπου; Θα εκπληρωθή κάποτε αυτή;
3 Πόσο θα έπρεπε κάθε άτομο που ζη να θέλη να πληροφορήση τον Θεόν του πόσο εκτιμά το δώρον της ζωής, την ευτυχία, την αγάπη του Ιεχωβά και την αποθησαυρισμένη συμβουλή του Ιεχωβά που περιέχεται στην Αγία Γραφή! Τελικά, όλοι εκείνοι οι οποίοι θα γίνουν άξιοι αιωνίου ζωής θ’ αποδίδουν τιμή σ’ Αυτόν ο οποίος είναι ο Υπέρτατος στο σύμπαν και στον Ιησού, τον ένδοξον Υιόν του. «Και παν κτίσμα το οποίον είναι εν τω ουρανώ, και επί της γης, και υποκάτω της γης, και όσα είναι εν τη θαλάσση, και πάντα τα εν αυτοίς, ήκουσα ότι έλεγον, Εις τον καθήμενον επί του θρόνου και εις το Αρνίον έστω η ευλογία και η τιμή και η δόξα και το κράτος εις τους αιώνας των αιώνων.» «Πάντες οι λαοί, κροτήσατε χείρας· αλαλάξατε εις τον Θεόν εν φωνή αγαλλιάσεως.»—Αποκάλ. 5:13· Ψαλμ. 47:1.
4. (α) Με ποιον τρόπο η παρούσα γενεά είναι ειδικώς ευλογημένη; (β) Γιατί η Γραφή έχει ιδιαίτερη αξία σήμερα;
4 Ο άνθρωπος βρίσκεται σε μοναδική θέση σήμερα. Ολόκληρη η Γραφή, ο γραπτός Λόγος του Θεού, έχει διαφυλαχθή για τη χρήσι και διαπαιδαγώγησι του ανθρώπου. Αυτός ο Λόγος είναι διαθέσιμος σχεδόν σε κάθε άνθρωπο σήμερα και στη δική του γλώσσα. Ο Παύλος, ο πιο γόνιμος Βιβλικός συγγραφεύς στην Κοινή μας Χρονολογία, λέγει το γιατί: «Διότι όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών.» (Ρωμ. 15:4) Γιατί έχουν ιδιαίτερη αξία σήμερα; Ο ίδιος Βιβλικός συγγραφεύς λέγει ότι όλα αυτά «εγράφησαν προς νουθεσίαν ημών, εις τους οποίους τα τέλη των αιώνων έφθασαν.» Μολονότι αληθεύει ότι ο Παύλος έγραψε στις πρώτες εκκλησίες στην Ρώμη και στην Κόρινθο, έγραψε, επίσης, για την εποχή μας, όπως αποδεικνύεται από τον μεταφραστή της Γραφής Δρα Ρίτσαρντ Ουεημάουθ, ο οποίος καταγράφει τα λόγια του Παύλου ως εξής: «Κατεγράφησαν ως συμβουλή για μας οι οποίοι ζούμε στις έσχατες ημέρες του κόσμου.» Επίσης Η Εμφατική Δίγλωττος υπό Βενιαμίν Ουίλσων, με την μεταξύ των γραμμών λέξεως προς λέξιν μετάφρασι στην Αγγλική λέγει: «Ταύτα . . . πάντα τύποι συνέβαινον εκείνοις· εγράφη δε προς νουθεσίαν ημών, εις ους τα τέλη των αιώνων κατήντησαν.»—1 Κορ. 10:11.
5. Δείξτε πώς αυτές οι «έσχατες ημέρες» είναι σπουδαίες.
5 Έχομε φθάσει τώρα στην εποχή όπου «τα τέλη των αιώνων έφθασαν» στην παγκόσμιο ιστορία. Αυτός είναι ο καιρός που ωραματίζοντο οι προφήται του Θεού. (Εβρ. 11:10· Ιωάν. 8:56· Δαν. 12:8, 9) Είναι ο καιρός για τον οποίον ο Ιησούς μάς παρήγγειλε να προσευχώμεθα. Είναι ο καιρός για να παρέλθη το παλαιό «σύστημα πραγμάτων» και να παραχωρήση τη θέσι στην ένδοξη νέα τάξι πραγμάτων του Θεού, η οποία είναι φυλαγμένη για το δίκαιο ανθρώπινο γένος. Είναι ο καιρός για ανθρώπους και έθνη ν’ αναγνωρίσουν τον Αιώνιον, ο οποίος λέγει: «Ησυχάσατε, και γνωρίσατε ότι εγώ είμαι ο Θεός· θέλω υψωθή μεταξύ των εθνών.» (Ψαλμ. 46:10· 2:10-12· Λουκ. 11:2) Είναι ο καιρός για να θραυσθή ο κλοιός τον οποίον ο Σατανάς, ο ηγεμών ή άρχων του κόσμου, εκράτησε επάνω στο ανθρώπινο γένος. Πώς μπορεί να θραυσθή αυτή η ασεβής δύναμις; Μπορεί ο άνθρωπος να καταστρέψη τη δαιμονική επιρροή που δεσπόζει παντού; Θα το κάμη ο πόλεμος του Θεού εναντίον του αρχαίου εχθρού του, του Διαβόλου. Αυτός θα ταπεινώση πλήρως τον Διάβολο μέσω του εκτελεστού του Υιού-Βασιλέως, Ιησού Χριστού.—Ιωάν. 12:31· 14:30.
6. (α) Πώς μπορούμε να επιτύχωμε στην πάλη μας εναντίον των πονηρών δυνάμεων του Σατανά; (β) Ποιο παράδειγμα έθεσε ο Ιησούς; (γ) Ποια βοηθήματα μάς έχουν προμηθευθή;
6 Αλλά σήμερα ο άνθρωπος έχει το προνόμιο και καθήκον να διεξάγη πόλεμο εναντίον του Διαβόλου και των δαιμονικών του δυνάμεων. Και ο άνθρωπος μπορεί να το πράξη αυτό επιτυχώς με το να επωφελήται των όπλων που προμηθεύονται για ένα πνευματικό πόλεμο, εφόσον «τα όπλα του πολέμου ημών δεν είναι σαρκικά, αλλά δυνατά συν Θεώ προς καθαίρεσιν οχυρωμάτων.» (2 Κορ. 10:4) Ο άνθρωπος Ιησούς έθεσε για μας το παράδειγμα. Μπόρεσε ν’ αντισταθή στον Διάβολο με το να αντλή από τον γραπτό Λόγο του Θεού, λέγοντας, «Είναι γεγραμμένον.» (Λουκ. 4:1-13) Δεν εχρησιμοποίησε κατά γράμμα μάχαιραν, όχι επίγεια όπλα. Χρησιμοποιούσε την γλώσσα του, την κατάλληλα εκπαιδευμένη γλώσσα του, την οποία διατηρούσε κάτω από κατάλληλο έλεγχο, για να τρέψη σε φυγή τον αντίπαλό του. Κι εμείς, επίσης, οφείλομε ν’ αμυνώμεθα, εμπιστευόμενοι στον Λόγο του Θεού, «την μάχαιραν του πνεύματος.» Αλλά υπάρχουν και άλλα όπλα ή βοηθήματα που μπορούν να μας βοηθήσουν στην πάλη μας «εναντίον εις τας αρχάς, εναντίον εις τας εξουσίας, εναντίον εις τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου, εναντίον εις τα πνεύματα της πονηρίας εν τοις επουρανίοις [κακοήθεις επιδράσεις τάξεως υψηλοτέρας της ιδικής μας, Μετάφρ. Νοξ].» Ο απόστολος Παύλος καθορίζει την εξάρτισί μας ως την ζώνην την αληθείας, τον θώρακα της δικαιοσύνης, τα υποδήματα του ευαγγελίου της ειρήνης, την ασπίδα της πίστεως, την περικεφαλαίαν της σωτηρίας, και την μάχαιραν του πνεύματος, μαζί με την προσευχή. Με τις δικές μας δυνάμεις, δεν μπορούμε να συναγωνισθούμε τις αόρατες δυνάμεις του πονηρού. Αλλά βοηθούμενοι από τις θείες προμήθειες που έχουν γίνει μπορούμε να επιτύχωμε.—Εφεσ. 6:11-18.
7. Εξηγήστε τη σχέσι που έχει η «μάχαιρα του πνεύματος» με τη γλώσσα μας.
7 Ώστε εξάρτισις υπάρχει. Ο Λόγος του Θεού, η Αγία Γραφή, «είναι ζων, και ενεργός, και κοπτερώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν, και διέρχεται μέχρι διαιρέσεως ψυχής τε και πνεύματος, αρμών και μυελών, και διερευνά τους διαλογισμούς και τας εννοίας της καρδίας.» Το να χρησιμοποιούμε αυτήν την «μάχαιραν» με συνέπεια στον «καλόν αγώνα της πίστεως» θα έχη ως αποτέλεσμα το να ‘κρατώμεν την αιώνιον ζωήν’ και να είμεθα κάτω από την διαφύλαξιν του Ιεχωβά τώρα. Έτσι ας μάθωμε πώς να χρησιμοποιούμε αυτήν την «μάχαιραν,» ώστε να είμεθα «πάντοτε έτοιμοι εις απολογίαν μετά πραότητος και φόβου, προς πάντα τον ζητούντα από σας λόγον περί της ελπίδος της εν υμίν.» Αυτό σημαίνει να χρησιμοποιούμε την γλώσσα μας, μια κατάλληλη ελεγχόμενη γλώσσα.—Εβρ. 4:12· 1 Τιμ. 6:12· 1 Πέτρ. 3:15· Ψαλμ. 31:23.
8-10. (α) Πώς ο ποιμενόπαις Δαβίδ μάς έδωσε ένα καλό παράδειγμα; (β) Υπάρχει οποιαδήποτε δικαιολογία για να χάση ένας την ψυχραιμία του;
8 Τι έλεγχο είχε ο ποιμαινόπαις Δαβίδ! Διέθετε μόνο πέντε ομαλά λιθάρια και την σφενδόνη του σε αντίθεσι με τον βαρύν σιδηρούν θώρακα και την επτά περίπου χιλιογράμμων βάρους λόγχη του Γολιάθ, που είχε ύψος δύο μέτρων και εβδομήντα πέντε εκατοστών. Αλλά με αλάνθαστη ικανότητα, με πλήρη έλεγχο, μολονότι έτρεχε όταν έρριχνε τον λίθον, ενίκησε τον εχθρό του, με το να επιτύχη τον στόχο. Τα ομαλά εκείνα λιθάρια ήσαν χωρίς αμφιβολία ωραία, αλλά μέσα στο ποιμενικό του σακκίδιο θα παρέμεναν χωρίς αξία εκτός αν εγνώριζε πώς να τα χρησιμοποιήση αποτελεσματικά. Η Γραφή θα ήταν εξίσου άχρηστη για μας αν δεν μαθαίναμε να την χρησιμοποιούμε. Χρειάζεται να κάνωμε μ’ αυτή περισσότερα από το να την έχωμε απλώς εκτεθειμένη στη βιβλιοθήκη μας και να την θαυμάζωμε ως ένα θαυμάσιο βιβλίο, γραμμένο σε ωραία γλώσσα και ύφος. Τα λόγια και οι δίκαιες αρχές που εκτίθενται εκεί πρέπει να γίνουν κτήμα μας και να εφαρμόζωνται. Πρέπει να εισδύσουν σταθερά στην καρδιά και την διάνοιά μας, και να είμεθα έτοιμοι να τις εκφράζωμε όταν παρουσιάζεται ευκαιρία.
ΧΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΓΝΩΣΕΩΣ
9 Έλεγχος της γλώσσης σημαίνει περισσότερο από το να έχη ένας γνώσι· πρέπει να γίνεται κατάλληλη χρήσις της γνώσεως, όπως ανεφέρθη ανωτέρω στο εδάφιον 1 Πέτρου 3:15, «μετά πραότητος.» Η Γραφή δείχνει ότι οι δούλοι του Θεού έχουν κατευθυνθή να μιλήσουν γι’ αυτόν, μερικές φορές λόγους δημοσίας καταγγελίας. Υπάρχουν σπάνιες περιπτώσεις στις οποίες έχασαν την ψυχραιμία των, και, όταν την έχασαν, υπέφεραν γι’ αυτό. Τα μέλη της εκκλησίας στους Φιλίππους αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες για να υπερνικήσουν τις συνθήκες αυτές που επικρατούσαν εκεί. Προσέξτε τις οδηγίες που έλαβαν για την κατάλληλη χρήσι της γλώσσης των: «Πράττετε τα πάντα χωρίς γογγυσμών και αμφισβητήσεων· δια να γίνησθε άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης· μεταξύ των οποίων λάμπετε ως φωστήρες εν τω κόσμω, κρατούντες τον λόγον της ζωής.»—Φιλιππησ. 2:14-16.
10 Ο Ιησούς, επίσης, ήταν ένας ο οποίος είχε ευκαιρία να χρησιμοποιήση σκληρή γλώσσα, όταν ωμιλούσε σ’ εκείνη την ‘σκολιάν και διεστραμμένην γενεάν,’ στον σκληροτράχηλο και στασιαστικό λαό της εποχής του. Εν τούτοις, είχε λεχθή γι’ αυτόν: «Ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ούτω.» (Ιωάν. 7:46) Αυτή η δήλωσις δεν φαίνεται ότι θα μπορούσε να εφαρμοσθή σ’ ένα, ο οποίος μιλούσε απρόσεκτα, απερίσκεπτα, άσκοπα. Θα μπορούσε να εφαρμοσθή σ’ ένα ο οποίος είχε την γλώσσα του κάτω από έλεγχο, ένα ο οποίος έκανε εκλογή των λέξεών του, ένα ο οποίος είχε κάτι που άξιζε να λεχθή κι εγνώριζε πώς να το πη. Αποσπούν τα λόγια σας τέτοια σχόλια από άλλους; Σκέπτεσθε πριν ομιλήσετε; Ένα ρητό που διακοσμούσε το γραφείο πολλών διευθυντών επιχειρήσεων λέγει περίπου τα εξής: ‘Μη ανοίγετε το στόμα σας προτού θέσετε σε λειτουργία τη διάνοιά σας.’
11. (α) Τι επροκάλεσε την έκφρασι, «ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ούτω»; (β) Τι έκαμε τον Ιησού να ομιλή με τόσο θάρρος;
11 Ποιοι περιέγραψαν έτσι τα λόγια του Ιησού; Μήπως οι κατά σάρκα και αίμα συγγενείς ή γείτονές του; Ήσαν οι άνδρες που εστάλησαν να τον συλλάβουν. Ήσαν αξιωματικοί, οι οποίοι είχαν σταλή από τους Ιουδαίους ιερείς, οι οποίοι ηνωχλούντο διότι ο Ιησούς αγνοούσε τις απειλές των κι εξακολουθούσε να εξαγγέλλη με παρρησία τον λόγο του Πατρός του. Όταν επέστρεψαν άπρακτοι και τους ερώτησαν: «Δια τι δεν εφέρετε αυτόν;» τότε απήντησαν: «Ουδέποτε ελάλησεν άνθρωπος ούτω.» Τους είχε κάμει τόση εντύπωσι με τον τρόπο της διδασκαλίας του, την χάρη ή γοητεία του που εξήρχετο από τα χείλη του, ώστε ελησμόνησαν την αποστολή των. Τους είχε τόσο καταπλήξει με την ποιότητα του αγγέλματός του, με την πλήρη κυριαρχία που είχε επάνω στην γλώσσα του, ώστε οι θρησκευτικοί εργοδόται των τους κατηγόρησαν ότι είχαν παραπλανηθή και τους υπενθύμισαν: «μήπως τις εκ των αρχόντων επίστευσεν εις αυτόν, ή εκ των Φαρισαίων;» (Ιωάν. 7:45-48) Ο Ιησούς δεν ήταν ένας διακεκριμένος ρήτωρ, διότι δεν είχε εκπαιδευθή στις ραββινικές σχολές. Αλλά ο Ματθαίος αναφέρει ότι, όταν ο Ιησούς είχε δώσει την επί του όρους ομιλία του, «εξεπλήττοντο οι όχλοι δια την διδαχήν αυτού. Διότι εδίδασκεν αυτούς ως έχων εξουσίαν, και ουχί ως οι γραμματείς.»—Ματθ. 7:28, 29.
12, 13. (α) Γιατί ο λόγος του Ιησού ήταν τόσο αποτελεσματικός; (β) Για ποιο πράγμα ήταν βέβαιος;
12 Οι Φαρισαίοι άκουαν με ενόχλησι, όταν ο Ιησούς χρησιμοποιούσε την γλώσσα του όπως ήταν η πρόθεσις του Πατρός του, αλλά οι μαθηταί του άκουαν με ευήκοα ώτα και ευλογήθηκαν πλουσίως. Ο Ιησούς δεν έχασε ποτέ τον έλεγχο της γλώσσης του. Διετήρησε εγκράτεια ακόμη και όταν επέπληττε με οργή τους ψευδείς θρησκευτικούς ηγέτας. Δεν εφέρθη ποτέ με τρόπο χυδαίο, αισχρό ή άσεμνο στη φρασεολογία του. Ποτέ δεν βγήκαν από το στόμα του σαπροί λόγοι.—Ματθ. 13:15, 16· Ιωάν. 8:43-45· Ματθ. 23· Εφεσ. 4:26, 29.
13 Ο Ιησούς δεν λαλούσε για να κερδίση δημοτικότητα μεταξύ των ηγετών. Έλεγε την αλήθεια με παρρησία κι έτσι επρομήθευσε ένα κατάλληλο παράδειγμα για τους ακολούθους του. Είχε τον υπέρτατο έλεγχο επί της γλώσσης του και μια σταθερή πεποίθησι ότι ο Πατήρ του θα τον υπεστήριζε στην κατάλληλη χρήσι της γλώσσης του, όπως ωμολόγησε ο ίδιος: «Απ’ εμαυτού δεν κάμνω ουδέν, αλλά καθώς με εδίδαξεν ο Πατήρ μου, ταύτα λαλώ. Και ο πέμψας με είναι μετ’ εμού· δεν με αφήκεν ο Πατήρ μόνον· διότι εγώ κάμνω πάντοτε τα αρεστά εις αυτόν.»—Ιωάν. 8:28, 29· Πράξ. 4:31.
14-16. (α) Είναι, μήπως, η ατέλειά μας ένα εμπόδιο στο να κρατούμε τη γλώσσα μας κάτω από έλεγχο; (β) Έχομε άρα γε, πραγματικά κάποια δικαιολογία για να μη διατηρούμε την γλώσσα μας κάτω από έλεγχο;
14 Τι παράδειγμα για να το ακολουθήσωμε! Θα κάνωμε καλά ν’ ακολουθήσωμε στενά τα βήματά του για να εξασφαλίσωμε την επιδοκιμασία του Ιεχωβά. Αλλά μήπως νομίζετε ότι σημαίνει να ζητούμε πάρα πολλά, όταν λέγωμε να έχωμε έλεγχο της γλώσσης μας, όπως είχε ο Ιησούς, ένας τέλειος άνθρωπος, όταν η Γραφή λέγη: «Ιδού, συνελήφθην εν ανομία, και εν αμαρτία με εγέννησεν η μήτηρ μου,» και εφόσον ο Θεός δεν αναμένει από αμαρτωλούς ανθρώπους να έχουν τόσο τέλειο έλεγχο; Πράγματι, ίσως δεν μπορούμε να φθάσωμε τον τέλειο έλεγχο τώρα, αλλά δεν πρέπει ν’ ακούωμε τις πονηρές εισηγήσεις του Διαβόλου ότι πρέπει να παραιτηθούμε χωρίς να καταβάλωμε προσπάθειες. Αυτός γνωρίζει ότι είμεθα ατελείς, και θα χρησιμοποιήση κάθε μέσον για να μας κάνη ν’ αμαρτάνωμε με τα χείλη μας. Η γνώσις του ότι ο Ιησούς ήταν τέλειος δεν τον εμπόδισε από το να πειράση τον Ιησού. Επειδή είχε κατέλθει στη γη από την ουράνια θέσι του ειδικώς για να τακτοποίηση μια για πάντα την πρόκλησι του Διαβόλου, ο Ιησούς θα μπορούσε να είχε κλίσι προς την οργήν και να ‘βάλη μπροστά’ τον Διάβολο. Το έκαμε όμως; Με ηρεμία και χωρίς πάθος χρησιμοποιούσε τη Γραφή για ν’ απαντήση με το να λέγη: «Είναι γεγραμμένον,» κι έτσι συνέτριβε την προσπάθεια του Διαβόλου να τον υπερνίκηση.—Ψαλμ. 51:5· Λουκ. 4:1-13· Δευτ. 8:3· 6:13, 16· 1 Πέτρ. 2:21.
15 Ή πιθανόν ένας να σκέπτεται ότι είναι πολύ ηλικιωμένος για ν’ αλλάξη. Όταν ένας αντιλαμβάνεται ότι συνήθειες που διακρατούσε από μακρό χρονικό διάστημα είναι εσφαλμένες, θα ήταν ανόητο ν’ απορρίψη την ευθύνη που η νέα διαφωτιστική πληροφορία μπορεί να φέρη με το να λέγη, «Είμαι πολύ ηλικιωμένος για ν’ αλλάξω.» Κανείς δεν είναι ποτέ πάρα πολύ ηλικιωμένος για ν’ αλλάξη τους τρόπους του. Αν συνεχίζη ν’ ακολουθή μια πορεία που βρίσκεται σε αντίθεσι με τον Λόγο του Θεού, τη Γραφή, θα δυσαρεστήση τον Θεό. Έτσι, όταν ο τρόπος ομιλίας ενός φαίνεται απεχθής στον Δημιουργό του, πρέπει να λάβη μια απόφασι. Θ’ αντιμετωπίση τα γεγονότα έστω και αν ακόμη αυτό μπορή να περιλαμβάνη μια ριζική αλλαγή; Απαιτείται πρωτοβουλία, θάρρος και ταπεινοφροσύνη για να φέρη ένας τη ζωή του σε αρμονία με τις δίκαιες αρχές της Γραφής, αλλά αυτό ανταμείβει, διότι θα κάμη τον Θεό να τον βλέπη ευνοϊκά. Και είναι ζωτικά σπουδαίο να κάμη ένας αυτή την αλλαγή, αν προσδοκά να ζήση στο νέο σύστημα πραγμάτων του Θεού.
16 Το ότι δεν είμεθα τέλειοι είναι μια επί πλέον αιτία για να επιδοθούμε μ’ επιμέλεια στο έργο της υποταγής της γλώσσης μας ώστε αυτή να μη πράττη το θέλημα του Διαβόλου αλλά να φέρη τιμή στον Θεό και σ’ εμάς τους ιδίους. Και ούτε είναι ανάγκη να είμεθα ‘επιδέξιοι στον λόγο’ για να εγείρωμε αυτό το φρούριο εναντίον της επιθέσεως του Διαβόλου. Ο Παύλος είναι ένα έξοχο παράδειγμα ενός ανθρώπου, ο οποίος αγωνίσθηκε επιτυχώς εναντίον των τάσεων, την επιρροή των οποίων υφίστατο η εκπεσμένη σαρξ του από το παλαιό σύστημα πραγμάτων: «Εγώ λοιπόν ούτω τρέχω, ουχί ως αβεβαίως· ούτω πυγμαχώ, ουχί ως κτυπών τον αέρα· αλλά δαμάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ.» Και δεν ενδιεφέρετο όσον αφορά το ποια ήταν η σκέψις των γειτόνων του για την αποφασιστική του δικαία πορεία ενεργείας: «Καθώς εδοκιμάσθημεν υπό του Θεού δια να εμπιστευθώμεν το ευαγγέλιον, ούτω λαλούμεν, ουχί ως αρέσκοντες εις ανθρώπους, αλλ’ εις τον Θεόν τον δοκιμάζοντα τας καρδίας ημών.»—2 Κορ. 11:6· 1 Κορ. 9:26, 27· 1 Θεσ. 2:4.
17. Τι είναι εκείνο που καθορίζει τον τύπο της ομιλίας που θα εκφέρωμε, σύμφωνα με τους λόγους του Ιησού;
17 Εύκολα γίνεται αντιληπτό ότι η γλώσσα, για να είναι ένας ευπειθής υπηρέτης της εκπαιδευμένης διανοίας, πρέπει να κατακτηθή και να υποδουλωθή. Η γλώσσα αντανακλά την διάνοια και την καρδιά. Ο Ιησούς το εγνώριζε αυτό, όπως είπε στους Φαρισαίους: «Γεννήματα εχιδνών, πώς δύνασθε να λαλήτε καλά, όντες πονηροί; διότι εκ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα. Ο καλός άνθρωπος εκ του καλού θησαυρού της καρδίας εκβάλλει τα καλά· και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού εκβάλλει τα πονηρά. Σας λέγω δε, ότι δια πάντα λόγον αργόν, τον οποίον ήθελον λαλήσει οι άνθρωποι, θέλουσιν αποδώσει λόγον δι’ αυτόν εν ημέρα κρίσεως. Διότι εκ των λόγων σου θέλεις δικαιωθή, και εκ των λόγων σου θέλεις καταδικασθή.»—Ματθ. 12:34-37.
ΑΝΤΙΣΤΑΣΙΣ ΣΤΙΣ ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΟΣ
18, 19. Λόγω των ‘κακών καιρών’ στους οποίους ζούμε και του απροσέκτου τρόπου ομιλίας, τι απαιτείται από τους γονείς και από τα παιδιά επίσης;
18 Δεν έχει ένας παρά ν’ ακούση απλώς τον συνάδελφό του ή τον πελάτη που ψωνίζει όπως αυτός, ή τον συσπουδαστή του, ή να διαβάση τις εφημερίδες ή τα περιοδικά, ή ν’ ακούση το ραδιόφωνο, για να υφίσταται ένα βομβαρδισμό από ‘απρόσεκτα λόγια,’ λόγια άστοχα. Παντού όπου πηγαίνη ένας ακούει ακάθαρτη κι εξευτελιστική γλώσσα και αυτή γεμίζει τις σελίδες των δημοφιλών βιβλίων. Ναι, σ’ αυτή την εποχή που ‘συναντώνται οι αιώνες’ υπάρχει μια επίμονη προσπάθεια να δοξάζεται η αχαλίνωτη ομιλία και η διεφθαρμένη γλώσσα. Έχει γίνει τόσο κοινό ώστε οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει σ’ αυτό και ακούουν χωρίς να ενοχλούνται. Όπως το ετόνισε ο Σολομών: «Ο κακοποιός υπακούει εις τα άνομα χείλη· ο ψεύστης δίδει ακρόασιν εις την κακήν γλώσσαν.»—Παροιμ. 17:4.
19 Αλλά έχετε υπ’ όψιν ότι και αυτό, επίσης, είναι κάτι που ο δίκαιος άνθρωπος πρέπει να καταπολεμήση. Οφείλει ν’ αρνηθή ν’ αποτελέση μέρος αυτής της ρυπαράς εκστρατείας. Οφείλει να κρατή το υπόδειγμα των υγιαινόντων λόγων. Αυτή η εποχή είναι εκείνη για την οποίαν ο Παύλος χρησιμοποιεί την φράσι «καιροί κακοί,» οπότε είναι τόσο επείγον να χρησιμοποιούμε τη γλώσσα μας για τον αίνο του Θεού. (2 Τιμ. 3:1) Το σπίτι έχει σήμερα μολυνθή με επαίσχυντη ομιλία. Ο πατέρας την μαθαίνει στην εργασία του, η μητέρα την ώρα που ψωνίζει ή στην λέσχη, τα παιδιά στο παιχνίδι. Χωρίς να το σκεφθή κάθε μέλος της οικογενείας μπαίνει στην χαραγμένη τροχιά και υιοθετεί αυτόν τον τρόπο συνομιλίας. Τα παιδιά δεν γεννώνται με χυδαία ομιλία, αλλά χωρίς εκπαίδευσι στο σπίτι γρήγορα υιοθετούν την ‘χυδαία γλώσσα του πεζοδρομίου’ ως μέρος του καθημερινού των λεξιλογίου. Γονείς, χάριν του εαυτού σας, και χάριν των παιδιών σας πάρτε την απόφασι ν’ αποβάλετε από την διάνοιά σας πράγματα τα οποία δεν είναι εποικοδομητικά και γεμίστε τη διάνοιά σας με ωφέλιμα κι εποικοδομητικά πράγματα. Τότε η γλώσσα των παιδιών σας θα εκφράζη σκέψεις που αξίζουν, που θα τις αντλούν από εκπαιδευμένη διάνοια.
20. (α) Πού πρέπει ν’ αποταθούμε για συμβουλή όσον αφορά την προστασία της διανοίας και της ομιλίας; (β) Με τι μπορεί να τρέφεται η διάνοια;
20 Δεν υπάρχει άλλο καλύτερο μέρος ν’ απευθυνθή ένας για παιδεία από την Αγία Γραφή. Σκεφθήτε, παραδείγματος χάριν, αυτή τη συμβουλή από το εδάφιο Φιλιππησίους 4:8: «Όσα είναι αληθή όσα σεμνά, όσα δίκαια, όσα καθαρά, όσα προσφιλή, όσα εύφημα [συμπαθή όταν λέγωνται, που έχουν καλή φήμη], αν υπάρχη τις αρετή, και εάν τις έπαινος, ταύτα συλλογίζεσθε.» Όταν ένας βασίζεται σ’ αυτό καθώς και στον κανόνα που έθεσε ο Ιησούς (ότι από το περίσσευμα της καρδίας λαλεί το στόμα), τότε η γλώσσα προσαρμόζεται σε δίκαιες αρχές, όταν η διάνοια είναι με κατάλληλο τρόπο πλήρης από δίκαιες σκέψεις. Μόνο με το να προφυλάττουν την διάνοια μπορούν οι γονείς και τα τέκνα να προστατεύωνται από τα μολυσμένα λόγια που γεννώνται στην διάνοια. Καθαρές σκέψεις παράγουν καθαρή ομιλία· ακάθαρτες σκέψεις, ακάθαρτη ομιλία. Για να είναι η ομιλία καθαρή, πρέπει να προφυλάσσεται η διάνοια από κάθε ακάθαρτη παρείσδυσι.
21, 22. (α) Πώς μπορεί να γίνη κτήμα μας η συμβουλή που υπάρχει στη Γραφή (β) Μπορεί ένας οκνηρός άνθρωπος ν’ αναμένη να φωτισθή;
21 Η Γραφή περιέχει μια αποθήκη πραγμάτων τα οποία είναι αληθή, σοβαρά, δίκαια, αγνά, προσφιλή, ενάρετα και επαινετικά. Αλλ’ αυτά πρέπει να τα αναζητήσωμε. Αντίθετα με ό,τι μερικά καλής ίσως προαιρέσεως άτομα είναι δυνατόν να λέγουν, ωστόσο, αυτά τα πράγματα δεν είναι δυνατόν να εντοπισθούν με το να κλείσετε τα μάτια σας, κατόπιν ν’ ανοίξετε την Γραφή στην τύχη και να βάλετε το δάκτυλό σας στην απάντησι. Το άγιο πνεύμα δεν κατευθύνει έτσι τους ανθρώπους. Ποιος κάθεται ακίνητος και αναμένει να παρουσιασθή με θαυματουργικό τρόπο ο ‘επιούσιος άρτος’ του, ή ποιος προτιμά να τρέφεται ενδοφλεβίως τρεις φορές την ημέρα; Πλείστοι άνθρωποι λέγουν ότι ‘ζουν για να τρώγουν.’ Έτσι οφείλουν να εργασθούν για να προμηθευθούν την τροφή και κατόπιν να καθήσουν στο τραπέζι για να την φάγουν. Η πνευματική τροφή, που είπε ο Ιησούς ότι είναι πιο σπουδαία από τον «άρτον μόνον,» πρέπει, επίσης, να αναζητηθή επιμελώς, να γίνη εργασία γι’ αυτήν και κατόπιν να μασσηθή και να χωνευθή. Για να το αντιλήφθητε αυτό, εξετάστε τα λόγια του Σολομώντος στα εδάφια Παροιμίαι 2:1-5 (ΜΝΚ): «Υιέ μου, εάν δεχθής τους λόγους μου, και ταμιεύσης τας εντολάς μου παρά σεαυτώ, ώστε να προσέξη το ωτίον σου εις την σοφίαν, να κλίνης την καρδίαν σου εις την σύνεσιν· και εάν επικαλεσθής την φρόνησιν, και υψώσης την φωνήν σου εις την σύνεσιν· εάν ζήτησης αυτήν ως άργύριον, και εξερευνήσης αυτήν ως κεκρυμμένους θησαυρούς, τότε θέλεις εννοήσει τον φόβον του Ιεχωβά, και θέλεις ευρεί την επίγνωσιν του Θεού.»
22 Πραγματικά, ένα άτομο που δεν εργάζεται ποτέ για τις ανάγκες της ζωής του, αλλά ικανοποιείται να ζη με ελεημοσύνες, δεν έχει ορθή εκτίμησι αυτού που λαμβάνει. Ο Παύλος υπενθύμισε στην εκκλησία στην Θεσσαλονίκη ότι δεν απέβλεπε σ’ αυτούς για δωρεάν τροφή, αλλά εκοπίασε κι εμόχθησε «δια να μη επιβαρύνωμεν μηδένα υμών. . . . Διότι και ότε ήμεθα παρ’ υμίν, τούτο σας παρηγγέλλομεν, ότι εάν τις δεν θέλη να εργάζηται, μηδέ ας τρώγη.» Αποτελεί χαρά, επομένως, και όχι την οδόν ενός ανθρώπου οκνηρίας, το να ενεργή ένας όπως ενεργούσαν οι «ευγενέστεροι» Βεροιείς, οι οποίοι εξήταζαν προσεκτικά τις Γραφές καθημερινώς.—2 Θεσ. 3:8-10· Πράξ. 17:11.