Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Με ποιον τρόπο ‘αυτή η φύσις διδάσκει’ ότι είναι δόξα να έχουν μακρά κόμη οι γυναίκες, αλλ’ ατιμία για τον άνδρα να έχη μακριά μαλλιά, όπως έγραψε ο απόστολος Παύλος στα εδάφια 1 Κορινθίους 11:14, 15;—Γ. Ν., Καναδάς.
Τα σχόλια, τα οποία κάνει ο Παύλος για να υποστηρίξη αυτά που έγραφε σχετικά με τη θέσι των γυναικών στη Χριστιανική εκκλησία, ήσαν γεμάτα σημασία για τους Κορινθίους. Έγραψε: «Ουδέ αυτή η φύσις δεν σας διδάσκει, ότι ανήρ μεν εάν έχη κόμην, είναι εις αυτόν ατιμία; Γυνή δε εάν έχη κόμην, είναι δόξα εις αυτήν;» (1 Κορ. 11:14, 15) Κάτω από ωρισμένες περιστάσεις μια Χριστιανή γυναίκα έπρεπε να φέρη κάλυμμα της κεφαλής ως σημείον αναγνωρίσεως της θεοκρατικής ηγεσίας. (1 Κορ. 11:5) Και αυτό φαίνεται ότι προκύπτει από ό,τι συνέβαινε με φυσικό τρόπο μεταξύ εκείνων στους οποίους έγραφε ο Παύλος, και από τα έθιμα με τα οποία ήσαν εξοικειωμένοι.
Η εκκλησία της Κορίνθου απετελείτο προφανώς κατά μεγάλο μέρος από Έλληνας και Ιουδαίους, και ανάμεσα σ’ αυτούς τους λαούς είναι φυσικό να έχουν οι γυναίκες πιο μακριά μαλλιά από τους άνδρες. Αυτό δεν συμβαίνει κατ’ ανάγκην σ’ όλους τους λαούς. Οι επιστήμονες συνήθως αναγνωρίζουν τρεις χαρακτηριστικούς τύπους μαλλιών: τα μακριά ίσια μαλλιά των Ανατολικών λαών και των Ινδών, τα κοντά σγουρά μαλλιά των Νέγρων και Μελανησίων και τα κυματοειδή μαλλιά των Ευρωπαίων και Σημιτών. Από τους δύο πρώτους τύπους, «η διαφορά του μήκους μεταξύ ανδρός και γυναικός σπανίως διακρίνεται» αν αφεθούν να μεγαλώσουν χωρίς να κοπούν. Δεν συμβαίνει όμως το ίδιο με τον τρίτο τύπο. Γενικώς, μεταξύ των ανδρών «το μήκος σπανίως υπερβαίνει το 30 έως 40 εκατοστά του μέτρου, ενώ στις γυναίκες ο μέσος όρος μήκους είναι μεταξύ 63 και 76 εκατοστών του μέτρου και σε μερικές περιπτώσεις φαίνεται ότι φθάνει τα 1,8 μέτρα ή περισσότερο.»—Η Βρεττανική Εγκυκλοπαιδεία, 11η Έκδ. Τόμ. 12, σελ. 823.
Επιπροσθέτως, εκείνοι οι Χριστιανοί εγνώριζαν ότι ήταν γενική συνήθεια να κόβουν οι γυναίκες τα μαλλιά των ως ένα μέτριο μήκος. Αυτό ήταν κοινό με τους Ιουδαίους, που τα μακριά άκοπα μαλλιά των ως Ναζηραίων τους εχαρακτήριζαν ως άνδρες που δεν ακολουθούσαν το γενικό έθιμο. (Αριθμ. 6:6) Σε αντίθεσι μ’ αυτό, οι Ιουδαίες γυναίκες διατηρούσαν συνήθως αρκετά μακριά μαλλιά. (Λουκ. 7:38· Ιωάν. 11:2) Ακόμη και οι Έλληνες, διαβάζοντας τα σχόλια του Παύλου θα εκτιμούσαν τις παρατηρήσεις του όσον αφορά το να έχουν οι γυναίκες πιο μακριά μαλλιά από τους άνδρες. Αυτό θα προκαλούσε ιδιαίτερη προσοχή σ’ αυτές εξαιτίας του γεγονότος ότι, στην Κόρινθο, το ξύρισμα της κεφαλής μιας γυναικός, ή το κούρευμα των μαλλιών της πολύ κοντά, ήταν σημείον ότι αυτή είναι δούλη ή βρίσκεται υπό περιφρόνησιν διότι είχε συλληφθή να έχη διαπράξει πορνεία ή μοιχεία.—1 Κορ. 11:6.
Έτσι ο Παύλος μπορούσε να τονίση αυτές τις κανονικές διαφορές για να εξεικονίση ότι υπήρχε διάκρισις μεταξύ των δύο φύλων. Η διαφορά έπρεπε να χρησιμεύη ως μια υπενθύμισις σ’ αυτούς που ήσαν στην εκκλησία.
Τι μπορεί να λεχθή για το μήκος των μαλλιών ενός ανθρώπου σήμερα; Όπως ακριβώς το φυσικό μήκος των μαλλιών διαφέρει μεταξύ φυλών, έτσι διαφέρουν και τα έθιμα και οι προσωπικές προτιμήσεις. Ο τύπος των κοντών ανδρικών μαλλιών στον Δυτικό κόσμο έχει το πρότυπο του στα Ρωμαϊκά έθιμα, και είναι πολύ πιο κοντά από τον τύπο ο οποίος ήταν συνήθης για τους Ιουδαίους άνδρες την εποχή του Ιησού. Ομοίως, οι γυναίκες σήμερα πολύ συχνά κόβουν τα μαλλιά των πιο κοντά από όσο ήταν συνήθεια μεταξύ των αρχαίων γυναικών. Εν τούτοις, εξακολουθεί να υπάρχη μια αξιοσημείωτη διαφορά μεταξύ των φύλων. Έτσι, μολονότι η προσωπική προτίμησις και το τοπικό έθιμο έχουν μεγάλη, σχέσι με το πόσο μακριά θ’ αφήση ένας Χριστιανός τα μαλλιά του, θέλει ωστόσο αυτά ν’ αντανακλούν την ανδρικότητά του. Ομοίως, οι Χριστιανές γυναίκες περιποιούνται τα μαλλιά των με σεμνότητα και με καταφανή θηλυκότητα, έτσι ώστε αυτά θα είναι δόξα γι’ αυτές.—1 Πέτρ. 3:3· 1 Τιμ. 2:9· 1 Κορ. 11:15.
Και στις δύο περιπτώσεις, όμως, οι ώριμοι Χριστιανοί, άνδρες ή γυναίκες, λαμβάνουν υπ’ όψιν το πώς θα επιδράση σε άλλους η προσωπική των εμφάνισις. Αυτό συμβαίνει για ‘να μη δίδωμεν μηδέν πρόσκομμα κατ’ ουδέν, δια να μη προσαφθή μώμος εις την διακονίαν αλλ’ εν παντί να συνιστώμεν εαυτούς ως υπηρέται Θεού.’—2 Κορ. 6:3, 4.
● Συμμετέσχε ο Ιησούς στον άρτον και τον οίνον, όταν εγκαθίδρυσε το δείπνον του Κυρίου;—Μ. Κ., Η.Π.Α.
Όχι· η αναγραφή του τρόπου που ο Χριστός εγκαθίδρυσε την ανάμνησι του θανάτου του, ή το δείπνον του Κυρίου, δεν αναφέρει, ότι αυτός ο ίδιος έφαγε από τον άζυμο άρτο και έπιε από το ποτήριον του οίνου. Ούτε υπάρχει κάποια Γραφική βάσις για να υποστηριχθή ότι έπρεπε να το κάμη.
Η αφήγησις, όπως παρουσιάζεται από τον Μάρκο, λέγει: «Ενώ έτρωγον, λαβών ο Ιησούς άρτον, ευλογήσας, έκοψε, και έδωκεν εις αυτούς, και είπε, ‘Λάβετε, φάγετε· τούτο σημαίνει το σώμα μου.’ Και λαβών το ποτήριον, ευχαρίστησε, και έδωκεν εις αυτούς, και αυτοί έπιον εξ αυτού πάντες. Και είπε προς αυτούς, ‘Τούτο σημαίνει το «αίμα» μου «το της διαθήκης,» το περί πολλών εκχυνόμενον· αληθώς σας λέγω, ότι δεν θέλω πιει πλέον εκ του γεννήματος της αμπέλου, έως της ημέρας εκείνης, όταν πίνω αυτό νέον εν τη βασιλεία του Θεού’.»—Μάρκ. 14:22-25, ΜΝΚ· Ματθ. 26:26-29.
Μερικοί νομίζουν ότι επειδή ο Ιησούς είπε, «δεν θέλω πίει πλέον εκ του γεννήματος της αμπέλου,» πρέπει να είχε συμμετάσχει στα εμβλήματα της Αναμνήσεως. Αλλά, έχετε υπ’ όψιν ότι μόλις είχαν τελειώσει τον εορτασμό του ετησίου Ιουδαϊκού Πάσχα. Ως μέρος του εορτασμού, ο Ιησούς έπιε οίνον και έφαγε άζυμον άρτο. Αναφερόμενος σ’ αυτό, ο Χριστός είπε ότι δεν επρόκειτο να συμμετάσχη μαζί τους και πάλι σ’ αυτή τη χαρά, όπως εσυμβολίζετο από τον καρπό της αμπέλου, ωσότου θα εκυβέρνα ως βασιλεύς και θα ασκούσε τη βασιλική του εξουσία για ν’ αφυπνίση τους κεχρισμένους ακολούθους του από τον θάνατο. (Ψαλμ. 104:15· Αποκάλ. 11:17, 18) Ο Ιησούς είχε συμμετάσχει στον πασχαλινό οίνο, αλλά δεν υπάρχει λόγος να πιστεύσωμε ότι έλαβε μέρος στα εμβλήματα της Αναμνήσεως.
Παρακαλούμε να σημειώσετε ότι η αφήγησις λέγει ότι ο Ιησούς έδωκε τα εμβλήματα εις «αυτούς,» και ότι «αυτοί» έπιαν από τον εμβληματικό οίνο. Ως σύμβολα στη διάρκεια του εορτασμού της Αναμνήσεως, ο άζυμος άρτος παριστάνει το σώμα του Ιησού, και ο οίνος παριστάνει το αίμα του.
Ο Κύριος Ιησούς δεν ώφειλε να δεχθή ή να συμμετάσχη στα οφέλη της θυσίας του ιδίου του σώματος και αίματος. Έδωσε ‘την σάρκα του . . . υπέρ της ζωής του κόσμου.’ (Ιωάν. 6:51) Εθυσίασε το αίμα και την σάρκα του για να καλύψη τις αμαρτίες τών μετανοούντων αλλά αμαρτωλών ανθρώπων. (Εβρ. 9:12-14· 10:10) Ως τέλειος άνθρωπος δεν είχε ανάγκη των απολυτρωτικών ωφελημάτων εκείνης της θυσίας, γι’ αυτό μπορούσε να πη στους ακολούθους του ότι η θυσία εγίνετο «υπέρ υμών» όχι υπέρ εμού. (Λουκ. 22:20) Ο Χριστός μπορούσε να θυσιάση την ανθρωπίνη του ύπαρξι, και το αίμα στο οποίο βρίσκεται, η ζωή της ανθρωπίνης υπάρξεως, διότι δεν θα είχε ο ίδιος ανάγκη αυτών των πραγμάτων, εφόσον επρόκειτο ν’ αναστηθή ως πνεύμα με ουρανία ζωή υπ’ όψιν.—1 Κορ. 15:45, 50.
Αλλά, μολονότι δεν εχρειάζετο τα οφέλη εκείνων που εσυμβόλιζαν τα εμβλήματα, μήπως θα έπρεπε να συμμετάσχη ως παράδειγμα για τους αποστόλους; Όχι· αυτοί εγνώριζαν πώς να τρώγουν άζυμο άρτο και να πίνουν οίνο. Ως Ιουδαίοι το είχαν μόλις κάμει αυτό στον εορτασμό του Πάσχα των. Αυτό που ήταν ανάγκη να κάμη ο Ιησούς ήταν να εγκαθιδρύση αυτό το δείπνον του Κυρίου, και κατόπιν να διατάξη τους ακολούθους του να το τηρούν εις ανάμνησίν του.