Μέρος 17—«Γενηθήτω το Θέλημά Σου Επί της Γης»
Μετά το βάπτισμα του Ιησού στον Ιορδάνη Ποταμό από τον Ιωάννη τον Βαπτιστή, ο Ιεχωβά Θεός τον εβάπτισε από τον ουρανό με άγιο πνεύμα, διορίζοντάς τον έτσι να είναι «Ο Βασιλεύς που θα επιβάλη το υπέρτατον θέλημα» στον νέο κόσμο της δικαιοσύνης. Αυτός έγινε η συμβολική «πέτρα», επάνω στην οποία επρόκειτο να οικοδομηθή η εκκλησία των ακολούθων του. Άρχισε να συνάγη ακολούθους, οι οποίοι επρόκειτο να γίνουν «οι άγιοι που θα κυβερνήσουν» μαζί του στην ουράνια βασιλεία του επάνω στον νέο κόσμο. Την εσπέρα της Πέμπτης, εσπέρα του Πάσχα, την 14η ημέρα του Νισάν του 33 μ.Χ., αυτός πρώτα εώρτασε το Ιουδαϊκό Πάσχα με τους πιστούς ένδεκα αποστόλους. Έπειτα εγκαινίασε αυτό που λέγεται «δείπνον του Κυρίου.» Έκοψε ένα κομμάτι αζύμου άρτου και το προσέφερε σ’ αυτούς να φάγουν, λέγοντας, ότι παρίστανε το τέλειο ανθρώπινο σώμα του που επρόκειτο να θυσιασθή υπέρ των αμαρτωλών ανθρώπων. Κατόπιν τους προσέφερε ένα ποτήριον οίνου για να πιουν, λέγοντάς τους ότι ο οίνος παρίστανε το αίμα του, με τα εξής λόγια: «Τούτο είναι το αίμά μου, το της καινής διαθήκης, το υπέρ πολλών εκχυνόμενον εις άφεσιν αμαρτιών.»—Ματθ. 26:27, 28.
10. Ποια ήταν η διαθήκη, στην οποίαν ανεφέρθη ο Ιησούς σχετικά με το αίμα του, και τι έδειξε έτσι ότι επρόκειτο να γίνη;
10 Η διαθήκη που ο Ιησούς εδώ έθεσε υπ’ όψιν των αποστόλων, απαιτούσε αυτό το αίμα. Και ποια διαθήκη ήταν αυτή; Όχι η παλαιά διαθήκη του Νόμου με τον Θεό, της οποίας μεσίτης ήταν ο προφήτης Μωυσής στο Όρος Σινά. Ως τον καιρό του δείπνου του Κυρίου, η διαθήκη εκείνη του Νόμου λειτουργούσε επί χίλια πεντακόσια έτη και πλέον, διότι είχε τεθή σε ισχύν με την έκχυσι του αίματος ζωικών θυμάτων. Σχετικά με αυτό ο απόστολος Παύλος λέγει: «Ουδέ η πρώτη δεν ήτο εγκαινιασμένη χωρίς αίματος· διότι, αφού πάσα εντολή του νόμου ελαλήθη υπό του Μωυσέως προς πάντα τον λαόν, λαβών το αίμα των μόσχων και των τράγων, με ύδωρ και μαλλίον κόκκινον και ύσσωπον, ερράντισε και αυτό το βιβλίον και πάντα τον λαόν, λέγων, “Τούτο είναι το αίμα της διαθήκης, την οποίαν διέταξεν εις εσάς ο Θεός.” Και την σκηνήν δε και πάντα τα σκεύη της υπηρεσίας με το αίμα ομοίως ερράντισε. Και σχεδόν με αίμα καθαρίζονται πάντα κατά τον νόμον, και χωρίς χύσεως αίματος δεν γίνεται άφεσις.» (Εβρ. 9:18-22) Έτσι, χαρακτηρίζοντας ο Ιησούς το αίμα της ζωής του ως «αίμα της διαθήκης» εννοούσε ότι επέκειτο αμέσως μια νέα και μεγαλύτερη διαθήκη που επεστηρίζετο στο τέλειο ανθρώπινο αίμα του. Σύμφωνα με το Λουκάς 22:20, ο Ιησούς είπε: «Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.»
11. Όταν ο Ιησούς εμνημόνευσε τη νέα διαθήκη, ποια προφητεία πρέπει να ενεθυμήθησαν οι απόστολοι, και σε ποια βάσι πρέπει να επιστηρίζεται αυτή η διαθήκη για ν’ αποτελέση προμήθεια για τη συγχώρησι αμαρτιών;
11 Εγκαινιάζοντας ο Ιησούς αυτή την «καινή διαθήκη» εχρησιμοποίησε την ίδια μορφή λόγων που είχε χρησιμοποιήσει κι ο Μωυσής όταν εγκαινίαζε την παλαιά διαθήκη του Νόμου με τον φυσικό Ισραήλ, δηλαδή, «το αίμα της διαθήκης.» Όταν ο Ιησούς εμνημόνευσε μια νέα διαθήκη, οι απόστολοι πρέπει να ενεθυμήθησαν την επαγγελία του Ιεχωβά που αναγράφεται στον Ιερεμία 31:31-34, ΜΝΚ: «Ιδού, έρχονται ημέραι, λέγει ο Ιεχωβά, και θέλω κάμει προς τον οίκον Ισραήλ, και προς τον οίκον Ιούδα, διαθήκην νέαν· . . . θέλω θέσει τον νόμον μου εις τα ενδόμυχα αυτών, και θέλω γράψει αυτόν εν ταις καρδίαις αυτών· και θέλω είσθαι Θεός αυτών, και αυτοί θέλουσιν είσθαι λαός μου. Και δεν θέλουσι διδάσκει πλέον έκαστος τον πλησίον αυτού, και έκαστος τον αδελφόν αυτού, λέγων, Γνωρίσατε τον Ιεχωβά· διότι πάντες ούτοι θέλουσι με γνωρίζει, από μικρού αυτών έως μεγάλου αυτών, λέγει ο Ιεχωβά διότι θέλω συγχωρήσει την ανομίαν αυτών, και την αμαρτίαν αυτών δεν θέλω ενθυμείσθαι πλέον.» Αυτή η νέα διαθήκη δεν θα μπορούσε να παράσχη βάσι για να συγχωρήση ο Ιεχωβά Θεός τις ανθρώπινες αμαρτίες και ανομίες και να μην τις ενθυμήται πια, αν δεν επεστηρίζετο στο εκχυθέν αίμα ενός τελείου ανθρωπίνου θύματος, ίσου προς τον τέλειον άνθρωπον Αδάμ στο Εδεμικό αγιαστήριο. Ο τέλειος άνθρωπος Ιησούς, αφήνοντας το αναμάρτητο αίμα του να εκχυθή στον θάνατο, ενεργούσε ως μεσίτης αυτής της νέας διαθήκης μεταξύ του Θεού και του ανθρώπου.
12. Σε αντίθεσι μ’ εκείνους που είναι στην παλαιά διαθήκη του Νόμου, ποιοι είναι αυτοί που λαμβάνονται στη νέα διαθήκη, και με τι τρόπο δείχνονται η ενότης και η ομοιότης του προνομίου των;
12 Εκείνοι που είχαν εισαχθή στην παλαιά διαθήκη του Νόμου μέσω του Μωυσέως ήσαν Ισραηλίται, φυσικοί Ιουδαίοι κατά σάρκα. Όσοι εισάγονται στη νέα διαθήκη πρέπει να είναι πνευματικοί Ισραηλίται, Ιουδαίοι εσωτερικώς, των οποίων η περιτομή είναι η της καρδίας και όχι της σαρκίνης ακροβυστίας, κι έτσι ανήκουν στον οίκον του πνευματικού Ισραήλ και στον οίκον του πνευματικού Ιούδα. (Ρωμ. 2:28, 29) Αυτοί οι Ισραηλίται ή Ιουδαίοι κατά πνεύμα αποτελούν την εκκλησία που ο Ιησούς Χριστός είπε ότι θα οικοδομούσε επάνω στον εαυτό του ως «πέτραν». Οι πνευματικοί αυτοί Ισραηλίται ή Ιουδαίοι, επειδή αποτελούν μια εκκλησία υπό την νέα διαθήκη, δείχνουν την ενότητα και την ομοιότητα του προνομίου των με το να τρώγουν και να πίνουν τα ίδια ειδικά πράγματα, ακριβώς όπως ο λαός του Ιεχωβά υπό τον Μωυσήν «πάντες την αυτήν πνευματικήν βρώσιν έφαγον· και πάντες το αυτό πνευματικόν ποτόν έπιον.»—1 Κορ. 10:3.
13. Στον εορτασμό του δείπνου του Κυρίου, πώς η εκκλησία, καίτοι αποτελείται από πολλά μέλη, δείχνει την ενότητά της, όπως αναφέρεται από τον απόστολο Παύλο;
13 Ο Παύλος, χρησιμοποιώντας αυτό το γεγονός ως επιχείρημα για την ενότητα των πνευματικών Ισραηλιτών μεταξύ των και με τον Θεόν των Ιεχωβά, προχωρεί στο να πη σχετικά με την τέλεσι του δείπνου του Κυρίου: «Το ποτήριον της ευλογίας το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού; Διότι είς άρτος, έν σώμα είμεθα οι πολλοί· επειδή πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν.» (1 Κορ. 10:16, 17) Μολονότι η εκκλησία του πνευματικού Ισραήλ αποτελείται από πολλά μέλη, τελικά 144.000 μέλη, ωστόσο, αποτελούν ένα ωλοκληρωμένο, ενοποιημένο σώμα. Την ενότητα αυτή ως σώμα την εκθέτουν με το να μετέχουν ή να τρώγουν από τον ένα άζυμον άρτον που προσφέρεται στον ετήσιο εορτασμό του δείπνου του Κυρίου. Ο ένας εκείνος άρτος αποτελεί έμβλημα του θυσιασμένου σώματος του Ιησού Χριστού, από το οποίον τρέφονται σε κοινή συμμετοχή με την ενεργό, καρποφόρο πίστι των κάθε ημέρα του έτους. Το εμβληματικό εκείνο ποτήριον, για το οποίον ευλογούν τον Θεό, παριστάνει, επίσης, κάτι που συμμερίζονται από κοινού, και είναι το πολύτιμο αίμα της ζωής του Ιησού Χριστού. Με πίστι στο αίμα του λαμβάνουν άφεσι αμαρτιών και δικαίωσι ή δίκαιη στάσι απέναντι του Ιεχωβά Θεού. «Ενώ ημείς ήμεθα έτι αμαρτωλοί, ο Χριστός απέθανεν υπέρ ημών· πολλώ μάλλον λοιπόν, αφού εδικαιώθημεν τώρα δια του αίματος αυτού, θέλομεν σωθή από της οργής δι’ αυτού.» (Ρωμ. 5:8, 9) Η φυλή, το χρώμα, η επίγεια εθνικότης, η γλώσσα, η κοινωνική θέσις δεν χωρίζουν τη μία αυτή εκκλησία.—Γαλ. 3:28, 29.
14. Σε τι εφιστούσε πραγματικά την προσοχή το τεμάχιον του άρτου και το ποτήριον του οίνου, και με ποιους πραγματικά έχουν κοινωνία οι μετέχοντες, και γιατί, επομένως, δεν μπορούν να διαπράξουν ειδωλολατρία;
14 Το δείπνον του Κυρίου εφιστά έντονα την προσοχή μας στη θυσία του Ιησού Χριστού, ειδικά υπέρ της εκκλησίας του των πνευματικών Ισραηλιτών. Λόγω της τελείας αυτής ανθρωπίνης θυσίας, η οποία προσεφέρθη στον Ιεχωβά Θεό και της οποίας μετέχουν δια πίστεως, δεν μπορούν να αναμιγνύωνται σε οιοδήποτε είδος ειδωλολατρίας, αλλά πρέπει ν’ αποδίδουν αποκλειστική αφοσίωσι στον Θεό. Η τράπεζα του δείπνου του Κυρίου με το ποτήριον του οίνου είναι συμβολικά η «τράπεζα του Ιεχωβά» με το «ποτήριον του Ιεχωβά». Το ποτήριόν της εξεικόνιζε το αίμα του Ιησού, το αίμα της διαθήκης. Το αίμα του προεσκιάσθη απο το αίμα των ζωικών θυμάτων, με το οποίον ο Μωυσής εγκαινίασε την παλαιά διαθήκη του Νόμου πολύν καιρό πριν. Κατά την αφήγησι της Εξόδου 24:3-8, το αίμα που εχρησιμοποιήθη για να θέση σε ισχύ την παλαιά εκείνη διαθήκη περιελάμβανε το αίμα των ειρηνικών προσφορών ή «προσφορών κοινωνίας εις τον Ιεχωβά (ΜΝΚ ).» Τώρα, όταν προσεφέρετο μια ειρηνική προσφορά ή προσφορά κοινωνίας, το αίμα, το στέαρ και τα ζωτικά όργανα του θύματος προσεφέροντο στον Ιεχωβά· ο ιερεύς που λειτουργούσε στο θυσιαστήριο ελάμβανε μια προβλεπόμενη μερίδα, ο δε προσφέρων και οι μετ’ αυτού έτρωγαν το υπόλοιπον. (Λευιτ. 3:1-17· 7:11-15, 28-34) Έτσι, με τις προσφορές των κοινωνίας οι αρχαίοι Ισραηλίται έτρωγαν σε κοινωνία με τον Ιεχωβά Θεό στην τράπεζα του θυσιαστηρίου του. Ομοίως και οι πνευματικοί Ισραηλίται, όταν εορτάζουν το δείπνον του Κυρίου, έχουν κοινωνία όχι μόνο μεταξύ των, αλλά, το σπουδαιότερο, με τον Θεό. Δεν μπορούν ταυτόχρονα ν’ ασκούν ειδωλολατρία κι έτσι να έχουν κοινωνία με τους δαίμονας. Ο Παύλος λέγει:
15. Πώς τονίζει αυτό ο Παύλος στους εορταστάς του δείπνου του Κυρίου;
15 «Βλέπετε τον Ισραήλ κατά σάρκα· οι τρώγοντες τας θυσίας δεν είναι κοινωνοί του θυσιαστηρίου; Τι λοιπόν λέγω, ότι το είδωλον είναί τι; ή ότι το ειδωλόθυτον είναί τι; ουχί· αλλ’ ότι εκείνα τα οποία θυσιάζουσι τα έθνη, εις τα δαιμόνια θυσιάζουσι, και ουχί εις τον Θεόν· και δεν θέλω σεις να γίνησθε κοινωνοί των δαιμονίων. Δεν δύνασθε να πίνητε το ποτήριον του Ιεχωβά και το ποτήριον των δαιμονίων· δεν δύνασθε να ήσθε μέτοχοι της τραπέζης του Ιεχωβά και της τραπέζης των δαιμονίων.»—1 Κορ. 10:18-21, ΜΝΚ· Μαλαχ. 1:6-8, 12, ΑΣ.
16. Από τι, λοιπόν, πρέπει το ετήσιο αυτό δείπνον να βοηθήση τους εορταστάς ν’ απέχουν, και σε ανάμνησι τίνος εορτάζουν;
16 Ο εορτασμός του δείπνου του Κυρίου κάθε χρόνο τη δεκάτη τετάρτη ημέρα του Νισάν, κατά το σεληνιακό ημερολόγιο, πρέπει να ενισχύη τους μετέχοντας ν’ απέχουν από κάθε μορφή ειδωλολατρίας και ν’ αποδίδουν αποκλειστική αφοσίωσι στον μόνο ζώντα και αληθινό Θεό, τον Ιεχωβά, ο οποίος επρομήθευσε τον Αμνόν του Ιησού Χριστό για μας. Ο Ιησούς δεν είπε στους ακολούθους του να εορτάζουν τα γενέθλιά του, των οποίων η ακριβής ημερομηνία δεν αναγράφεται στη Γραφή, διότι οι ανθρώπινοι εορτασμοί γενεθλίων ήσαν ειδωλολατρικοί. Εν τούτοις, διέταξε στην πιστή του εκκλησία των πνευματικών Ισραηλιτών έναν εορτασμό. Αυτός ήταν το «δείπνον του Κυρίου», που εγκαινίασε στην Ιερουσαλήμ εκείνη τη νύχτα του Πάσχα. «Έλαβεν άρτον, και ευχαριστήσας έκοψε, και είπε, Λάβετε, φάγετε· τούτο είναι το σώμά μου το υπέρ υμών κλώμενον· τούτο κάμνετε εις την ανάμνησίν μου. Ομοίως και το ποτήριον, αφού εδείπνησε, λέγων, Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου· τούτο κάμνετε, οσάκις πίνητε, εις την ανάμνησίν μου.» Ο δε απόστολος Παύλος το σχολιάζει αυτό, λέγοντας: «Διότι οσάκις αν τρώγητε τον άρτον τούτον, και πίνητε το ποτήριον τούτο, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, μέχρι της ελεύσεως αυτού.» (1 Κορ. 11:23-26) Μ’ αυτόν τον τρόπο ο Ιησούς μάς είπε να εορτάζωμε τον θάνατό του, όχι τη γέννησί του.
17. Πότε και πόσο συχνά εορτάζουν το δείπνον του Κυρίου οι σύγχρονοι μάρτυρες του Ιεχωβά, κι από πότε, σύμφωνα με τις εκθέσεις;
17 Υπακούοντας σ’ αυτή τη διάταξι κι εντολή του Κυρίου Ιησού Χριστού, όσοι αποτελούσαν τον αφιερωμένο, πνευματικά αναγεννημένο λαό του Ιεχωβά, τους οποίους αυτός έφερε στη νέα του διαθήκη, εώρταζαν το δείπνον του Κυρίου κάθε χρόνο στην επέτειο της εγκαινιάσεώς του από τον Ιησούν, στις 14 Νισάν, από το έτος 1870 κι έπειτα, σύμφωνα με τις δημοσιευμένες εκθέσεις.a
18. Πώς προσεπάθησαν να μετάσχουν στα εμβλήματα χωρίς να επιφέρουν κρίσι επάνω τους;
18 Στον άζυμο άρτο και τον οίνο, που εχρησιμοποιούντο σ’ εκείνη την περίπτωσι, διέκριναν το τέλειο ανθρώπινο σώμα και το αίμα του Κυρίου Ιησού, με εγκάρδια ευγνωμοσύνη. Προσεπάθησαν να δείξουν τον κατάλληλο σεβασμό κι εκτίμησι στις πολύτιμες αυτές προμήθειες για σωτηρία, για να μη μετέχουν στα εμβλήματα με τρόπο που υποτιμούσε αυτά τα πράγματα. Είχαν υπ’ όψι την προειδοποίησι του αποστόλου Παύλου: «Ώστε όστις τρώγη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος θέλει είσθαι του σώματος και αίματος του Κυρίου. Ας δοκιμάζη δε εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου, και ας πίνη εκ του ποτηρίου. Διότι ο τρώγων και οίνων αναξίως, τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου. Δια τούτο υπάρχουσι μεταξύ σας πολλοί ασθενείς και άρρωστοι, και αποθνήσκουσιν ικανοί. Διότι εάν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κρίνεσθαι. Αλλ’ όταν κρινώμεθα, παιδευόμεθα υπό του Ιεχωβά, δια να μη κατακριθώμεν μετά του κόσμου.»—1 Κορ. 11:27-32, 20, 21, ΜΝΚ.
19. Από το 1932 ιδιαίτερα, ποιος πολύς όχλος παρευρίσκετο στον εορτασμό του δείπνου του Κυρίου, και γιατί;
19 Ιδιαίτερα από την ημέρα του εορτασμού του δείπνου του Κυρίου, την Κυριακή, 20 Μαρτίου 1932, μετά τη δύσι του ηλίου, πλήθη «προβατοειδών» ανθρώπων, τα «άλλα πρόβατα» του Καλού Ποιμένος Ιησού Χριστού παρακολουθούν τον ετήσιο εορτασμό, όχι για να μετάσχουν στα εμβλήματα, αλλά ως παρατηρηταί. Λόγου χάριν, στον εορτασμό της Πέμπτης, 3 Απριλίου 1958, μετά τη δύσι του ηλίου, υπήρχε ένας δεδηλωμένος αριθμός 1.150.000 παρόντων στους τόπους συναθροίσεων των ανά τον κόσμον μαρτύρων του Ιεχωβά. Απ’ αυτόν τον συνολικό αριθμό μόνο 15.000 μετέσχον του άρτου και του ποτηρίου. Ο «πολύς όχλος» των άλλων προβάτων δεν συμμετέσχε, διότι αυτοί κατενόησαν ότι δεν είναι από την εκκλησία των πνευματικών Ισραηλιτών υπό την νέα διαθήκη, η οποία ετέθη σε ισχύ με το αίμα του Ιησού. Γνωρίζουν, επίσης, ότι ο Ιησούς εγκαινίασε το δείπνον αυτό μ’ εκείνους, οι οποίοι επρόκειτο να εισαχθούν στη διαθήκη για τη Βασιλεία. Στην επιτραπέζια ομιλία του μετά το νέο δείπνον, ο Ιησούς είπε στους ένδεκα πιστούς αποστόλους: «Σεις δε είσθε οι διαμείναντες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου· όθεν εγώ ετοιμάζω εις εσάς βασιλείαν, ως ο Πατήρ μου ητοίμασεν εις εμέ, δια να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης εν τη βασιλεία μου και να καθίσητε επί θρόνων, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.» (Λουκ. 22:28-30) Τα παρατηρούντα «άλλα πρόβατα» έχουν προσωπική Γραφική μαρτυρία ότι δεν είναι σ’ εκείνη τη διαθήκη για τη Βασιλεία.
20. Τι έκαμε ο Ιησούς στους ένδεκα αποστόλους που έφυγαν απ’ αυτόν όταν επροδόθη, και πότε αυτοί εφέρθησαν στο έθνος του πνευματικού Ισραήλ;
20 Είναι αληθές ότι οι ένδεκα αυτοί απόστολοι έφυγαν κι άφησαν τον Ιησούν όταν συνελήφθη αργότερα εκείνη τη νύχτα στον κήπο της Γεθσημανή. Αλλά μετά την ανάστασί του εκ νεκρών το πρωί της 16ης Νισάν, ο Ιησούς ενεφανίσθη στους φοβισμένους μαθητάς του, οι οποίοι συνηθροίζοντο «των θυρών κεκλεισμένων». Μετά σαράντα ημέρες ο Ιησούς έκαμε την τελική του εμφάνισι σ’ αυτούς. Τους είπε ότι η βασιλεία του Θεού δεν θα αποκαθίστατο στο επίγειο έθνος Ισραήλ και τους παρήγγειλε να παραμείνουν στην Ιερουσαλήμ ώσπου να επέλθη σ’ αυτούς το άγιο πνεύμα του Θεού. Κατόπιν, ενώπιον των οφθαλμών των, ανελήφθη στον ουρανό κι εξηφανίσθη από την όρασί τους. Δύο άγγελοι που ενεφανίσθησαν τότε, είπαν σ’ αυτούς: «Ούτος ο Ιησούς, όστις ανελήφθη αφ’ υμών εις τον ουρανόν, θέλει ελθεί ούτω, καθ’ ον τρόπον είδετε αυτόν πορευόμενον, εις τον ουρανόν.» (Πράξ. 1:1-11) Ύστερα από δέκα ημέρες, την ημέρα της εορτής της Πεντηκοστής στην Ιερουσαλήμ, ο Ιησούς Χριστός από τα δεξιά του Πατρός του στον ουρανό άρχισε να βαπτίζη με το άγιο πνεύμα. Με μια θαυματουργική επίδειξι εξέχυσε το πνεύμα αυτό στους 120 συγκεντρωμένους μαθητάς του. Αυτοί έτσι ανεγεννήθησαν από το πνεύμα για να είναι πνευματικά τέκνα του Θεού κι εφέρθησαν στο νεογέννητο έθνος του πνευματικού Ισραήλ.
21. Σε ποια διαθήκη ελήφθησαν αυτοί δια του αίματος του Ιησού, και για ποιο σκοπό εχρίσθησαν και ηγιάσθησαν;
21 Ως πνευματικοί Ισραηλίται εισήχθησαν στη νέα δαθήκη δια του εκχυθέντος αίματος του Μεσίτου Ιησού Χριστού κι έγιναν λαός για το όνομα του Ιεχωβά, μάρτυρές Του. Εχρίσθησαν για να είναι κληρονόμοι της Βασιλείας με τον Ιησού Χριστό κι έτσι εισήχθησαν στη διαθήκη για τη Βασιλεία με αυτόν, τον Κληρονόμον και Κύριον του Βασιλέως Δαβίδ. Μ’ αυτό το χρίσμα των με το πνεύμα έλαβαν επίσης εντολή ή διωρίσθησαν να κηρύττουν τα αγαθά νέα της Βασιλείας σε όλα τα έθνη. Με την αγιαστική δύναμι του αγίου πνεύματος έγιναν «άγιοι», έγιναν ένα «άγιον έθνος».—Πράξ. 2:1-38· Ρωμ. 8:15-17· 1 Ιωάν. 2:20, 27· 1 Πέτρ. 2:9.
ΟΡΓΑΝΩΣΙΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΕΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΠΕΤΡΑ
22. Πότε άρχισε ο Ιησούς να οικοδομή την εκκλησία του επάνω στην πέτρα, και ποιους χρησιμοποίησε ως δευτερεύοντα θεμέλια;
22 Εκείνη την Πεντηκοστή ημέρα του βαπτίσματος των ακολούθων του στη γη με άγιο πνεύμα ο Ιησούς άρχισε να οικοδομή την εκκλησία του επάνω στον εαυτό του ως την πέτραν. Πολύν καιρό πριν από τότε ο Ιεχωβά είχε χρησιμοποιήσει τους δώδεκα υιούς του Ιακώβ (Ισραήλ) ως τα θεμέλια του έθνους Ισραήλ, που απετελείτο από δώδεκα φυλές. (Γέν. 49:1, 2, 28) Ο Ιησούς Χριστός, μιμούμενος τούτο ως ένα τύπον, εχρησιμοποίησε τους δώδεκα πιστούς αποστόλους του ως δευτερεύοντα θεμέλια οικοδομημένα επάνω στον εαυτό του. Εξεικόνισε την εκκλησία του σαν μια πόλι με δώδεκα θεμέλια: «Και το τείχος της πόλεως είχε θεμέλια δώδεκα, και εν αυτοίς τα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνίου.» (Αποκάλ. 21:14) Αλλ’ ο απόστολος Παύλος, για να δείξη ότι ο ενδοξασμένος Ιησούς στον ουρανό είναι το θεμέλιο που στηρίζει ολόκληρη την οικοδομή, λέγει στην εκκλησία: «[Είσθε] συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού, εποικοδομηθέντες επί το θεμέλιον των αποστόλων και [Χριστιανών] προφητών, όντος ακρογωνιαίου λίθου αυτού του Ιησού Χριστού· εν τω οποίω πάσα η οικοδομή συναρμολογουμένη αυξάνεται εις ναόν άγιον εν τω Ιεχωβά· εν τω οποίω και σεις συνοικοδομείσθε εις κατοικητήριον του Θεού δια του πνεύματος.»—Εφεσ. 2:19-22, ΜΝΚ.
(Ακολουθεί )
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε Σκοπιά της Σιών, τεύχος Απριλίου 1880, σελίς 8, κάτω από τον τίτλο «Ο Χριστός το Πάσχα Ημών,» παράγραφος 3 (στην Αγγλική).