Έχετε Αγαθή Συνείδησι
—Τι είναι συνείδησις; Πώς πρέπει να εργάζεται;
«ΑΣ ΕΙΝΑΙ οδηγός σας η συνείδησίς σας,» λέγουν πολλοί. Εννοούν μ’ αυτό ότι η συνείδησίς σας θα σας οδηγή να πράττετε εκείνο που είναι ορθό.
Εν τούτοις, ερωτάται, τι είδους συνείδησις; Εκπαιδευμένη από ποιόν, από τι συνδυασμό περιστατικών, περιβάλλοντος ή διδασκαλίας; Σε αρμονία με τίνος την αντίληψι περί «δικαίου» θα σας οδηγήση; Το «σοφό» ρητό δεν απαντά σ’ αυτές τις κρίσιμες ερωτήσεις.
Η συνείδησις του κλέπτου τον καθιστά ικανό να κλέπτη. Η συνείδησις του ψεύστου τον καθιστά ικανό να ψεύδεται. Η συνείδησις του φονέως τον καθιστά ικανό να φονεύη. Προφανώς, έχει μεγάλη σημασία τι είδους συνείδησι έχει ένας. Υπάρχει κακή συνείδησις ως επίσης και καλή. Μια κακή συνείδησις αποκτάται με το να τρέφη ένας τη διάνοιά του με κακή πληροφορία και με το να βαδίζη συνεχώς εναντίον εκείνου που γνωρίζει ότι είναι ορθό. Η συνείδησις τότε αμβλύνεται, γίνεται αναίσθητη, μέχρις ότου τελικά μπορεί να γίνη αδρανής στο να διακρίνη το ορθό και το εσφαλμένο. Αντιθέτως, μπορεί να τεθή ως οδηγός της διαγωγής ενός ό,τι είναι σκόπιμον ή επικερδές.
ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΤΕ ΑΓΑΘΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΙ
Συνείδησις είναι η εσωτερική αναγνώρισις του ορθού και του εσφαλμένου όσον αφορά τα ελατήρια και τις πράξεις ενός. Είναι η λειτουργία εκείνη της διανοίας, που ωθεί έναν στο να κάνη ή να μην κάνη ό,τι είναι ορθό και ν’ αποφεύγη ή να μην αποφεύγη ό,τι είναι εσφαλμένο.
Ασφαλώς, εκείνος που αγαπά τη δικαιοσύνη επιθυμεί ν’ αποφεύγη την αδικία, διότι η αδικοπραγία σημαίνει απώλεια της ευνοίας του Θεού, ακόμη δε και των προσδοκιών ενός για ζωή. Ο απόστολος Πέτρος προειδοποίησε: «Και πολλοί θέλουσιν εξακολουθήσει εις τας απωλείας αυτών, . . . των οποίων η καταδίκη έκπαλαι δεν μένει αργή, και η απώλεια αυτών δεν νυστάζει.»—2 Πέτρ. 2:2, 3.
Πώς, όμως, αναπτύσσεται μια αγαθή συνείδησις; Ο Λόγος του Θεού συμβουλεύει: «Τα άνω φρονείτε.» (Κολ. 3:2) Με το να τηρή τη διάνοιά του συγκεντρωμένη στις οδούς του Θεού, στη σοφία που έρχεται απ’ Αυτόν, ένα άτομο μπορεί ν’ αρχίση να καλλιεργή μια αγαθή συνείδησι. Η σοφία αυτή πηγάζει από τη γνώσι των σκοπών του Θεού, που βρίσκεται στον Λόγο του, τη Γραφή. Ο απόστολος Παύλος το έδειξε αυτό, όταν εδήλωσε: «Ενδύθητε τον νέον [άνθρωπον], τον ανακαινιζόμενον εις επίγνωσιν.»—Κολ. 3:10.
Ένα άτομο, για να καλλιεργήση μια αγαθή συνείδησι, πρέπει ν’ αποκτήση ακριβή γνώσι του τι είναι ορθό και τι εσφαλμένο. Πρέπει, όμως, επίσης, να ζη σύμφωνα με τη γνώσι αυτή. Μην κάνοντας εκείνο που ένας μαθαίνει ότι είναι ορθό, τελικά αμβλύνει την αγαθή συνείδησι που αποκτά. Θα βρη έπειτα τον εαυτό του να ολισθαίνη προς μια κακή κατεύθυνσι σκέψεων και δράσεως. Είναι ζωτικό το να εκτελούμε, όχι απλώς ν’ ακούμε, όπως ο μαθητής Ιάκωβος έγραψε: «Απορρίψαντες πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας, δέχθητε μετά πραότητος τον εμφυτευθέντα λόγον, τον δυνάμενον να σώση τας ψυχάς σας. Γίνεσθε δε εκτελεσταί του λόγου, και μη μόνον ακροαταί, απατώντες εαυτούς.»—Ιάκ. 1:21, 22.
Η ΑΓΑΘΗ ΣΥΝΕΙΔΗΣΙΣ ΕΠΙ ΤΟ ΕΡΓΟΝ
Όπως το πηδάλιο ενός πλοίου, που το κατευθύνει δια μέσου ταραγμένων υδάτων, μια συνείδησις εκπαιδευμένη με υπακοή στο Λόγο του Θεού μάς κατευθύνει ορθά δια μέσου των ταραγμένων θαλασσών της ανθρωπότητος και των συγκρουομένων κανόνων περί ορθού και εσφαλμένου. Ενεργεί ως ένα βούκεντρο για να μας διατηρή στις ευθείες οδούς του Θεού και μας κεντρίζη, όταν έχωμε διαπράξει κακό.
Αναμφιβόλως έχετε λάβει πείραν τούτου με το ότι ενοιώσατε θλίψι για κάτι που εκάματε, το οποίον εγνωρίζατε ότι ήταν εσφαλμένο. Σας προξένησε μεγάλη αγωνία. Πιθανόν, ένεκα τούτου, να εχάσατε τον ύπνο σας, ίσως ακόμη εξ αιτίας του να σας ήλθαν δάκρυα. Τούτο αποτελεί τη συνείδησι επί το έργον, η οποία ασκεί επιρροή επάνω σας, βοηθώντας σας με το να σας διαπαιδαγωγή για τα λάθη του παρελθόντος, ώστε θα τ’ αποφεύγετε στο μέλλον. Είναι σαν την περίπτωσι του ανθρώπου, που απέφυγε να πληρώση τον φόρο του εισοδήματός του όπως θα έπρεπε, αλλά ο οποίος, ύστερ’ από χρόνια, έστειλε τα χρήματα στην εφορία, διότι η συνείδησίς του τον ενωχλούσε σ’ όλο αυτό το διάστημα! Επομένως, η συνείδησις, όταν έχη εκπαιδευθή με ορθούς τρόπους, είναι μια ισχυρή δύναμις προς το καλό.
Στην προσπάθεια της διαμορφώσεως και της διακρατήσεως μιας αγαθής συνειδήσεως, είναι ζωτικό το ν’ αναγνωρίζη ένας το μεγάλο έλεος του Θεού στο να συγχωρή παρελθόντα σφάλματα. Ένα άτομο δεν πρέπει να βασανίζεται συνεχώς στη συνείδησί του από το σφάλμα που διέπραξε πριν ν’ αποκτήση αγαθή συνείδησι, ή από το σφάλμα για το οποίον εζήτησε συγχώρησι αφότου απέκτησε μια αγαθή συνείδησι. Η θαυμασία υπόσχεσις του Θεού είναι: «Θέλω συγχωρήσει την ανομίαν αυτών, και την αμαρτίαν αυτών δεν θέλω ενθυμείσθαι πλέον.» (Ιερεμ. 31:34) Επίσης, μέσω του Ησαΐα, ο Θεός διεβεβαίωσε: «Έλθετε τώρα, και ας διαδικασθώμεν, λέγει ο Ιεχωβά· εάν αι αμαρτίαι σας ήναι ως το πορφυρούν, θέλουσι γείνει λευκαί ως χιών· εάν ήναι ερυθραί ως κόκκινον, θέλουσι γείνει ως λευκόν μαλλίον.» (Ησ. 1:18, ΜΝΚ) Ας συλλάβωμε αυτόν τον φιλάγαθο, ελεήμονα Θεό στον λόγο του και ας έχωμε εμπιστοσύνη ότι θα συγχωρήση τα σφάλματα του παρελθόντος καθ’ όσον εμείς ειλικρινά ζητούμε συγχώρησι και συνεχίζομε να τον υπηρετούμε.
Ένα άλλο σπουδαίο σημείο που πρέπει να αναγνωρίσωμε είναι ότι, ενώ ο Λόγος του Θεού μάς δίνει την ακριβή γνώσι που είναι αναγκαία για να σκεπτώμεθα και να ενεργούμε ορθά, δεν εκθέτει ένα λεπτομερή κατάλογο των καταστάσεων ακριβώς, στις οποίες δυνατόν να ευρεθούμε, με μια υποδεικνυομένη απάντησι σχετικά με το τι ακριβώς πρέπει να πράξη κάθε άτομο. Εν τούτοις, μας δίνει αρχές που ταιριάζουν σε κάθε περίπτωσι. Κάθε Χριστιανός πρέπει να εκπαιδεύση τη συνείδησί του για να μπορέση να εφαρμόση ορθώς αυτές τις αρχές και να μη χρειάζεται να έχη κάποιον άλλον να του λέγη τι να κάμη κάθε φορά που απαιτείται μια απόφασις όσον αφορά το ορθό και το εσφαλμένο. Πράγματι, οι Χριστιανοί είναι κάτω από υποχρέωσι έναντι του Θεού να προοδεύουν προς την ωριμότητα σχετικά με την λήψι αποφάσεων. Πρέπει να ‘γίνονται τέλειοι εις τας φρένας [δυνάμεις κατανοήσεως, ΜΝΚ].’—1 Κορ. 14:20.
ΟΧΙ ΠΟΣΟ ΚΟΝΤΑ, ΑΛΛΑ ΠΟΣΟ ΜΑΚΡΙΑ
Μερικοί κάνουν τη λογίκευσι ότι, αν ένα πράγμα δεν απαγορεύεται ρητώς από τον Λόγο του Θεού ή από την ορατή οργάνωσι του Θεού, τότε είναι εξ ολοκλήρου ορθό να εντρυφούν σ’ αυτό. Αλλά, επειδή απλώς ένα πράγμα δεν απαγορεύεται, τούτο δεν σημαίνει ότι είναι κατάλληλο για Χριστιανούς. Ο Ιησούς είπε περί των ακολούθων του: «Δεν είναι εκ του κόσμου, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου.» (Ιωάν. 17:14) Συνεπώς, ο Χριστιανός δεν προσπαθεί να δη πόσο κοντά στον κόσμο και στους κακούς δρόμους του μπορεί να φθάση, επειδή απλώς μερικά πράγματα δεν απαγορεύονται εντόνως, αλλ’ εκπαιδεύει τη συνείδησί του για να δη πόσο μπορεί ν’ απομακρυνθή απ’ ό,τι είναι κακό ώστε να μη μολυνθή απ’ αυτό.
Ένα άτομο πιθανόν να γνωρίζη ότι είναι κακό να διαπράξη πορνεία, να κλέψη, να μεθύση ή να διαπράξη άλλες οδυνηρές αμαρτίες. Αισθάνεται ότι ουδέποτε θα θελήση να γίνη δράστης των πραγμάτων εκείνων τα οποία σαφώς καταδικάζει η Γραφή. Μήπως, όμως, επιτρέπει στον εαυτό του να συμμετέχη σε ενέργειες, που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σ’ αυτά, επειδή απλώς δεν υπάρχει ειδικός κανών εναντίον αυτών των ενεργειών; Στην περίπτωσι που ένα άτομο δεν θέλει να διαπράξη πορνεία, μήπως επιτρέπει, εν τούτοις, στον εαυτό του να έλθη σε στενή επαφή με άτομα του αντιθέτου φύλου άλλα εκτός από τον γαμήλιο σύντροφό του; Αυτός δεν είναι ο τρόπος να διακρατή μια αγαθή συνείδησι, διότι επιτρέπει στον εαυτό του να την θέτη σε δριμεία δοκιμασία, ίσως πέραν αντοχής.
Ένα άτομο, που θέλει να τηρή αγαθή συνείδησι, θα αποφύγη, όχι μόνο εκείνο που σαφώς είναι κακό, αλλ’, επίσης, εκείνο που μπορεί να οδηγήση στο κακό. Θα καταδείξη ότι ο νόμος του Θεού είναι στην καρδιά του και ότι πράττει το ορθό επειδή αγαπά ό,τι είναι ορθό, όχι επειδή τυπικά ακολουθεί έναν μακρό κατάλογο όσων πρέπει να κάνη ή να μη κάνη. (Ιερεμ. 31:33· Ματθ. 6:33) Θα έχη την ίδια διανοητική διάθεσι όπως ο Ιησούς Χριστός, περί του οποίου ελέχθη: «Ηγάπησας δικαιοσύνην, και εμίσησας ανομίαν.» (Εβρ. 1:9) Αν ένας πρόκειται να απέχη από ανηθικότητα, επί παραδείγματι, πρέπει να απέχη από στενή συνάφεια με κάποιον που δεν είναι σύντροφός του. Θα προσέχη να μην επιζητή τη συντροφιά του αντιθέτου φύλου, όταν δεν έχη ηλικία κατάλληλη για γάμο. Αργότερα, όταν θα χαριεντίζεται με σκοπό τον γάμο, θα τηρήση την αγαθή του συνείδησι ενθυμούμενος ότι ο χαριεντισμός δεν αποτελεί άδεια για χαλαρή διαγωγή μεταξύ των φύλων.
Καθένας, που θέλει να πράττη ό,τι είναι ορθό, θ’ αποφύγη, επίσης, να συναναστρέφεται άτομα που δεν ενδιαφέρονται για τον Θεό. Ασφαλώς, «φθείρουσι τα καλά ήθη αι κακαί συναναστροφαί.» (1 Κορ. 15:33) Όσο περισσότερο συναναστρέφεται ένας εκείνους που δεν προσπαθούν να τηρούν μια αγαθή συνείδησι, τόσο περισσότερη διάβρωσι θα υποστή η δική του, αποκλίνοντας προς το κακό. Είναι αναπόφευκτο. «Μη πλανάσθε· ο Θεός δεν εμπαίζεται· επειδή ό,τι αν σπείρη ο άνθρωπος, τούτο και θέλει θερίσει.» (Γαλ. 6:7) Ο Λόγος του Θεού δείχνει καθαρά ότι οι κακές συναναστροφές φθείρουν τα καλά ήθη. Μην τον εμπαίζετε με λόγους ή με διαγωγή ωσάν να μην το πιστεύετε.
ΜΗΝ ΠΑΡΑΒΙΑΖΕΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΙΔΗΣΙ
Καθώς ενεργείτε προς την κατεύθυνσι του να τηρήτε μια αγαθή συνείδησι, σας είναι αναγκαίο να έχετε υπ’ όψιν το αποτέλεσμα της δικής σας συμπεριφοράς έναντι των άλλων. Λόγου χάριν, η αγαθή σας συνείδησις πιθανόν να μην ενοχληθή από την τέλεσι ωρισμένης πράξεως, που είναι κατάλληλη σύμφωνα με τους κανόνες του Θεού, αλλ’ η συνείδησις ενός άλλου μπορεί να ενοχληθή. Δυνατόν να επιθυμήτε να πιήτε κρασί, να φάτε ωρισμένες τροφές, ή να κάνετε άλλα πράγματα που η Γραφή δείχνει ότι είναι εντελώς επιτρεπόμενα. Αλλά τι θα γίνη, αν ένας άλλος, ασθενέστερος στη συνείδησι, δυσαρεστήται; Τότε θα ήταν καλύτερο να μην επιμείνετε στα δικαιώματά σας, αλλά να εγκαταλείψετε εκείνο που προσβάλλει τη συνείδησι ενός άλλου. Προσέξτε την προειδοποίησι του Παύλου: «Αμαρτάνοντες δε ούτως εις τους αδελφούς, και προσβάλλοντες την ασθενή συνείδησιν αυτών, εις τον Χριστόν αμαρτάνετε. Δια τούτο, εάν το φαγητόν μου σκανδαλίζη τον αδελφόν μου, δεν θέλω φάγει κρέας εις τον αιώνα, δια να μη σκανδαλίσω τον αδελφόν μου.»—1 Κορ. 8:12, 13· 10:24, 25.
Το αντίθετο μπορεί, επίσης, να είναι αληθινό. Πιθανόν να ταραχθήτε με κάτι, το οποίον δεν ταράσσει έναν άλλον ώριμο Χριστιανό. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να προσπαθήσετε να κάνετε ό,τι κάνει αυτός παραβιάζοντας έτσι τη συνείδησί σας. Αν νομίζετε ότι είναι κακό για σας να κάμετε κάποιο ωρισμένο πράγμα, τότε εφ’ όσον η αποχή σας δεν αποτελεί παραβίασι των Θεοσεβών αρχών, μην κάνετε εκείνο που θεωρείτε κακό. Αργότερα, ίσως να δήτε τα πράγματα όπως τα βλέπει το άλλο άτομο. Τότε θα είναι αρκετά κατάλληλο να κάνετε ό,τι κάνει το άτομο αυτό, χωρίς αυτή τη φορά να παραβιάσετε τη συνείδησί σας. Αν βρίσκεσθε σε αμφιβολία, μην κάνετε τίποτε. Δεν θα προκύψη ζημία με το να μην προβήτε σε οποιαδήποτε ενέργεια, που τύπτει τη συνείδησί σας, αλλά ζημία μπορεί να προκύψη, αν αγνοήσετε την προειδοποίησι, καθόσον μπορεί να προλειάνη το έδαφος για σοβαρώτερες παραβιάσεις της συνειδήσεώς σας.
Όχι, μην επιτρέπετε να είναι ο οδηγός σας οποιαδήποτε απλώς συνείδησις. Εργασθήτε σκληρά για να διαμορφώσετε και να διατηρήσετε μια αγαθή συνείδησι εκπαιδευμένη από τον Λόγο του Θεού. Μην απομακρύνεσθε απ’ αυτή, έστω και αν σας περιβάλλουν ίσως εκείνοι που έχουν κακές συνειδήσεις. Μην απωθείτε την αγαθή σας συνείδησι, όπως το έκαμαν μερικοί, διότι αυτό θα εσήμαινε το ναυάγιο της πίστεώς σας και την απώλεια της ευνοίας του Θεού. (1 Τιμ. 1:18-20) Αν αγαπάτε το ορθό και αν θέλετε να ζήσετε στη δικαία νέα τάξι πραγμάτων, που υπεσχέθη ο Θεός, τότε με κάθε θυσία ‘έχετε συνείδησιν αγαθήν’.—1 Πέτρ. 3:16.