Τι σας Ελκύει Προς τον Θεό;
ΥΠΑΡΧΟΥΝ πολλοί από μας που κάποια μέρα μπήκαμε σ’ ένα ζεστό δωμάτιο μια κρύα νύχτα και είδαμε μια φωτιά να καίη στο τζάκι. Αυτή η πυρακτωμένη φλόγα φαίνεται να μας είλκυσε χωρίς να το θέλωμε, χωρίς να κάνωμε εμείς κάποια ενσυνείδητη σκέψι ή να λάβωμε κάποια απόφασι. Μήπως δεν ελκυόμεθα, πάλι, δίχως αντίστασι προς την κουζίνα όταν, μετά το τέλος της καθημερινής εργασίας επιστρέφωμε πεινασμένοι στο σπίτι και οσφραινώμεθα το ελκυστικό άρωμα του αγαπημένου μας φαγητού που σιγοβράζει στη φωτιά; Και πόσο πρόθυμα ανταποκρινόμεθα σε μια ευγενική λέξι ή στον θερμό τόνο της φωνής ενός προσφιλούς μας ή φίλου μας, ιδιαίτερα αν ακούμε αυτή τη φωνή την ώρα που αισθανόμεθα κατήφεια ή κατάθλιψι;
Αυτές οι αυθόρμητες αντιδράσεις δεν είναι τυχαίες. Αποτελούν μέρος του σχεδίου του Δημιουργού μας—μια έμφυτη τάσι να ελκυώμεθα προς τους άλλους και να μας ενθουσιάζουν οι ελκυστικές ανέσεις και ευχαριστήσεις. Αυτή η θεόδοτη ιδιότης της «έλξεως» είναι ένα θαυμάσιο δώρο που δίνει ευχαρίστησι τόσο σ’ εκείνον που κάνει την αρχική ενέργεια όσο και στο άτομο που ελκύεται. Είναι μια πραγματικότης αναμφισβήτητη, διότι έχομε πλασθή κατ’ εικόνα του Θεού. Αυτό μας βοηθεί επίσης να καταλάβωμε με μεγαλύτερη σαφήνεια κάποια άλλη άποψι της ασύγκριτης προσωπικότητος του Θεού.—Γέν. 1:27.
Πλησιάζομε τον Θεό επειδή στη διάνοιά μας κυριαρχεί η σκέψις του πώς θ’ αποφύγωμε την τιμωρία ή την καταστροφή; Ή, πλησιάζομε τον Θεό λόγω του ότι εκτιμούμε τις πολλές πράξεις αγαθωσύνης του προς εμάς; Δεν πρέπει να εκπλαγούμε αν μάθωμε ότι η οδός του Θεού είναι να σύρη ή ελκύση τα πλάσματά του προς αυτόν μ’ ένα θετικό τρόπο. Ποτέ ο Θεός δεν εξαναγκάζει τα πλάσματά του να τον υπηρετούν. Η λέξις «σύρω» σημαίνει ελκύω και η αγαθότης του Θεού, καθώς επίσης και οι θαυμάσιες ιδιότητές του, είναι εκείνες που προσελκύουν ανθρώπους με ειλικρινή καρδιά προς αυτόν. Ο Ιησούς Χριστός χρησιμοποίησε την ίδια έκφρασι όταν υποσχέθηκε ότι θα ‘είλκυε πάντας’ προς τον εαυτό του. (Ιωάν. 12:32) Έδωσε άφθονες αποδείξεις της αγαθότητος του Πατρός του προς τα πλάσματά του, σε μια προσπάθεια ν’ αφυπνίση στις καρδιές τους την επιθυμία ν’ αποκτήσουν μια σχέσι με τον Ιεχωβά. Η Επί του Όρους Ομιλία είναι ένα θαυμάσιο παράδειγμα τούτου. (Παράβαλε με Ματθαίον 5:45-48.) Ωστόσο, ο Κύριος έσπευσε να τονίση ότι ο Θεός είναι η πρωτίστη αιτία στην προσέλκυσι των πλασμάτων του προς αυτόν. Ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους: «Ουδείς δύναται να έλθη προς εμέ, εάν δεν ελκύση αυτόν ο Πατήρ ο πέμψας με.»—Ιωάν. 6:44.
Η παρότρυνσις του Ιησού να ελκυώμεθα προς τον Θεόν από θετικές και όχι αρνητικές σκέψεις, δεν ήταν κάτι νέο. Σ’ ένα καιρό μεγάλης ευφροσύνης, όταν μετεφέρετο η κιβωτός του Θεού από τους Λευίτας στην Ιερουσαλήμ, ο Βασιλεύς Δαβίδ τόνισε το γεγονός ότι ο Ιεχωβά είναι ένας θετικός Θεός, ένας Θεός αγαθωσύνης, όταν, στον ευχαριστήριο ψαλμό του, έψαλε: «Δοξολογείτε τον Κύριον· διότι είναι αγαθός· διότι το έλεος αυτού μένει εις τον αιώνα.» (1 Χρον. 16:34) Αργότερα, όταν ο Βασιλεύς Σολομών ανέπεμπε προσευχή κατά την αφιέρωσι του ναού, αφού ο ναός είχε τελειώσει και η κιβωτός του Θεού είχε τοποθετηθή σ’ ένα μόνιμο μέρος, όλοι οι υιοί Ισραήλ έκυψαν και αυθόρμητα δόξασαν τον Θεό για την αγαθωσύνη του. (2 Χρον. 7:3) Πράγματι, από τα αρχαία χρόνια, ο λαός του Θεού εσκέπτετο την ‘αγαθήν χείρα του Θεού εφ’ ημάς.’—Έσδρας 8:18.
Από την αρχή της δημιουργίας του ανθρώπου, ο Θεός έκανε έκκλησι στην εκ μέρους του Αδάμ αναγνώρισι της αγαθωσύνης του ως βάσι για να Τον υπηρετή. Προμήθευσε στον Αδάμ κάθε πράγμα που χρειαζόταν. (Γέν. 2:9) Εφιστώντας πρώτα την προσοχή του Αδάμ στην αγαθωσύνη του, ο Θεός είπε τα εξής: «Από παντός δένδρου του παραδείσου ελευθέρως θέλεις τρώγει, από δε του ξύλου της γνώσεως του καλού και του κακού δεν θέλεις φάγει απ’ αυτού· διότι καθ’ ην ημέραν φάγεις απ’ αυτού, θέλεις εξάπαντος αποθάνει.» (Γέν. 2:16, 17) Ο Αδάμ είχε ήδη μια σχέσι με τον Θεό, όπως τη σχέσι που έχει ένας γιος με τον πατέρα του. Η παρακοή προς τον Θεό θα διέκοπτε αυτή τη σχέσι, και γι’ αυτό ήταν κάτι που έπρεπε ν’ αποφεύγεται.
Αυτές οι πληροφορίες χρησίμευαν για καθοδηγία του Αδάμ και των απογόνων του, και με κανένα τρόπο δεν αποτελούσαν σκληρό φορτίο. Η εντολή καθώριζε τα οροθέσια—το όριο της εξουσίας του Αδάμ, μια αλήθεια την οποίαν ο Αδάμ έπρεπε να γνωρίζη, και επίσης τις αναπόφευκτες συνέπειες της παραβιάσεως αυτού του ορίου. Η αναγνώρισις της κυριαρχίας του Θεού ήταν ζωτική.
ΑΠΟΦΥΓΗ ΜΙΑΣ ΑΡΝΗΤΙΚΗΣ ΣΤΑΣΕΩΣ
Σήμερα βρισκόμεθα έξη χιλιάδες χρόνια μετά την αρχική τελειότητα που απελάμβαναν οι πρώτοι γονείς μας. Στην ατελή μας κατάστασι, με τις αναπόφευκτες προοπτικές ασθενείας και θανάτου, μαζί με τις πιέσεις αυτού του πονηρού συστήματος πραγμάτων που μας καταπνίγει, δεν εκπληττόμεθα όταν παρατηρούμε ότι κατά καιρούς αρνητικοί παράγοντες κάνουν τους ανθρώπους να σκέπτωνται τον Θεό. Ο ίδιος ο θάνατος θα μπορούσε ασφαλώς να περιγραφή ως αρνητικό γεγονός. Ο Λόγος του Θεού τον περιγράφει ως ‘εχθρό,’ ο οποίος τελικά θα καταργηθή. (1 Κορ. 15:26) Η αρνητική, λυπηρά πείρα της απωλείας ενός προσφιλούς κατά τον θάνατο και, συνεπώς, η θετική πείρα του να μάθη κανείς για τη θαυμάσια ελπίδα της αναστάσεως των νεκρών, μπορεί να κάνη ένα άτομο να ελκυσθή προς τον Θεό.
Έτσι, πρέπει ασφαλώς να παραδεχθούμε ότι υπάρχουν μερικοί αρνητικοί παράγοντες στη ζωή σήμερα, και μπορούν να επηρεάσουν τις σχέσεις μας με τον Θεό. Ωστόσο, το σημείο που πρέπει να τονισθή είναι ότι ακόμη και αυτές οι αρχικά λυπηρές, αρνητικές σκέψεις μπορούν να οδηγήσουν σε θετικά αποτελέσματα στη διάνοια και στην καρδιά του ατόμου που μαθαίνει για την συμπάθεια, την υποβοήθησι και την παρηγορία που προσφέρει ο Θεός σε καιρούς λυπηρών δοκιμασιών. Αυτό, με τη σειρά του, μας ελκύει προς τον Ιεχωβά, τον ‘Πατέρα των οικτιρμών και Θεόν πάσης παρηγορίας.’—2 Κορ. 1:3.
Σε αξιοσημείωτη αντίθεσι με την οδό του Θεού, η οποία σκοπό έχει να προσελκύση τα πλάσματά του προς αυτόν, η οδός του Σατανά του Διαβόλου είναι να εξαναγκάση άλλους να υποταχθούν σ’ αυτόν και στις διεφθαρμένες οδούς του. Αυτός ο πρώτιστος εχθρός του Ιεχωβά Θεού, από τον καιρό που έγινε ανθρωποκτόνος, ψεύτης και εναντιούμενος σε κάθε καλό και επωφελές πράγμα, έχει χρησιμοποιήσει τον εξαναγκασμό και τον φόβο των παθημάτων για ν’ αναγκάση άλλα πλάσματα να υποταχθούν στις ασεβείς οδούς του.—Εβρ. 2:15.
Ο Διάβολος, με τον ύπουλο τρόπο του, μέσω του αρνητικού τρόπου σκέψεως, έφερε στην επιφάνεια κάθε μορφή ψευδούς θρησκείας. Παραδείγματος χάριν, οι αντιγραφικές διδασκαλίες σχετικά με την πύρινη κόλασι και τα βασανιστήρια μετά θάνατον, είναι διαδεδομένες στον Χριστιανικό κόσμο. Επίσης, οι θρησκείες που δεν ανήκουν στον Χριστιανικό κόσμο, διδάσκουν τις ίδιες απεχθείς σκέψεις τιμωρίας ενός δαιμονικού είδους.a
Το αποτέλεσμα αυτής της εισαγωγής του δαιμονικού τρόπου σκέψεως στη λατρεία, είναι ότι εκατομμύρια ειλικρινών ανθρώπων πλησιάζουν τον Θεό από εξαναγκασμό, πιστεύοντας ότι πρέπει να τον υπηρετούν με κάποιον τρόπο—να τον εξευμενίζουν—για ν’ αποφύγουν τα παθήματα κάποιας τρομακτικής τιμωρίας. Ο βαθμός του φόβου μπορεί να διατρέξη ολόκληρη την κλίμακα—από το ένα άκρο του απαίσιου τρόμου μέχρι το άλλο άκρο της πλήρους αποφυγής της θρησκείας, λόγω της ιδέας ότι ο Θεός είναι άγριος, σκληρός, αδιάλλακτος και είναι δύσκολο να τον ευχαριστήση κανείς.
Οι αληθινοί Χριστιανοί είναι ευγνώμονες που αυτός ο τρόπος προσεγγίσεως στον Θεό λόγω του φόβου της τιμωρίας, είναι ένα από τα πράγματα από τα οποία απελευθερώθησαν με την αλήθεια του Λόγου του Θεού. Ωστόσο, υπάρχει ο πάντοτε παρών κίνδυνος να επηρεασθή κάποιος από μας με παρόμοιες αρνητικές σκέψεις με πιο ύπουλο τρόπο. Πώς μπορεί να συμβή αυτό; Ίσως να αρχίσωμε να επιτρέπωμε στην αιτία για την οποία υπηρετούμε τον Θεό να επηρεασθή υπερβολικά από σκέψεις τιμωρίας για τις αποτυχίες μας και τα ελαττώματά μας.
Έτσι, πρέπει να υπενθυμίζωμε συνεχώς στον εαυτό μας ότι «εις πολλά πταίομεν άπαντες,» ότι ‘εάν ο Ιεχωβά παρατηρήση ανομίας, τις θέλει δυνηθή να σταθή;’ (Ιακ. 3:2· Ψαλμ. 130:3, ΜΝΚ) Αυτό θα μας βοηθήση να διατηρούμε μια ισορροπημένη άποψι για τον εαυτό μας και για τους άλλους, καθώς εργαζόμεθα συνεχώς να ‘ενδυθούμε τη νέα προσωπικότητα, την κτισθείσα κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.’ (Εφεσ. 4:24, ΜΝΚ) Αυτή η ισορροπημένη άποψις μάς βοηθεί ν’ αντιληφθούμε ότι, μολονότι όλοι μας πρέπει να προοδεύωμε στην ένδυσι της νέας προσωπικότητος, κανείς από μας δεν φθάνει στην κατάστασι να μην αμαρτάνη ώστε να μην χρειάζεται συγχώρησι καθημερινά για τις ατέλειές του.—1 Ιωάν. 2:1, 2.
Αν τα σφάλματά μας και οι ατέλειές μας αρχίσουν να κυριαρχούν στις σκέψεις μας, η χαρά που απολαμβάναμε όταν αρχικά ελκυσθήκαμε προς τον Θεό θα μπορούσε να εξασθενήση, να φθάσωμε μάλιστα και στο σημείον να μην υπηρετούμε πια από το αγνό ελατήριο της αγάπης για τον Ιεχωβά και για τις ιδιότητές του και για όλα όσα έχει κάνει προς όφελός μας. Έτσι, είναι καλό να ρωτήσωμε τον εαυτό μας, θετικές ή αρνητικές σκέψεις με κάνουν να εξακολουθώ να υπηρετώ τον Θεό; Τον υπηρετώ από μια πρόθυμη και ευτυχισμένη καρδιά; Ή μήπως ενεργώ έτσι με τη σκέψι ότι θ’ αποφύγω την καταστροφή στην γοργά πλησιάζουσα ημέρα του Αρμαγεδδώνος;—Εκκλησ. 12:13· Αποκάλ. 16:15, 16.
ΝΑ ΕΛΚΥΩΜΕΘΑ ΑΠΟ ΘΕΤΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
Το ν’ αφήνωμε τις θετικές και όχι τις αρνητικές σκέψεις να μας ελκύουν προς τον Θεό και, κατόπιν, να μας κάνουν να εξακολουθούμε να τον υπηρετούμε με ευτυχή καρδιά, δεν αποβάλλει αυτομάτως την ανάγκη προσπαθείας εκ μέρους μας. Ο απόστολος Παύλος είναι ένα θαυμάσιο παράδειγμα ατόμου του οποίου η διαρκής καλή διάθεσις και η ευτυχία υποστηρίζει την άποψι του να υπηρετούμε τον Θεό μ’ ένα θετικό τρόπο σκέψεως και με βαθειά εσωτερική χαρά. Παρ’ όλ’ αυτά, είπε για τον εαυτό του ότι ήταν απαραίτητο να ‘δαμάζη το σώμα του και να το δουλαγωγή.’ (1 Κορ. 9:27) Όλοι μας, επειδή έχομε ατελή σάρκα, πρέπει ν’ ‘αγωνιζώμεθα τον καλόν αγώνα της πίστεως’ με πολλούς διαφορετικούς τρόπους.—2 Τιμ. 4:7.
Συχνά το ‘θέλειν πάρεστιν εις ημάς, το πράττειν όμως το καλόν δεν ευρίσκομεν’ και, μολονότι πραγματικά βρίσκομε ευχαρίστησι στον νόμο του Θεού, μερικές φορές βρίσκομε ‘άλλον νόμον αντιμαχόμενον εις τον νόμον του νοός μας και αιχμαλωτίζοντά μας εις τον νόμον της αμαρτίας.’ (Ρωμ. 7:14-25) Αλλά το υπερβάλλον μεγαλείο του ν’ αφήνωμε τις θετικές σκέψεις σχετικά με την αγαθωσύνη του Θεού να μας υποκινούν είναι το ότι θα κυριαρχούν στη ζωή μας η χαρά, η ευτυχία, και η ευχαρίστησις. Αυτό οπωσδήποτε αντισταθμίζει πολύ περισσότερο την αυτοπειθαρχία που ίσως απαιτείται.—Γαλ. 5:22, 23.
ΕΛΚΥΟΜΕΝΟΙ ΠΛΗΣΙΕΣΤΕΡΑ ΣΤΟΝ ΘΕΟ
Τι μπορούμε, λοιπόν, να κάνωμε για ν’ αναπτύξωμε και να εξασφαλίσωμε ένα θετικό πλαίσιο διανοίας και μια πνευματική άποψι; Αρχικά, πρέπει ν’ αναγνωρίσωμε την ανάγκη να εξαλείψωμε από τη διάνοιά μας τις αρνητικές, εξασθενίζουσες σκέψεις και τον φόβο της αποτυχίας, και να τ’ αντικαταστήσωμε με τις εποικοδομητικές, θετικές, ενισχυτικές υποσχέσεις του Θεού που βρίσκονται στον γραπτό του Λόγο, την Αγία Γραφή. Η ανάγνωσις και η μελέτη της Αγίας Γραφής πρέπει ν’ αποτελή ένα θετικό μέρος της καθημερινής μας ζωής. Πρέπει να κάνωμε στόχο μας μια πιο βαθειά μελέτη, αφήνοντας έτσι τη δυναμική σοφία του Ιεχωβά Θεού να γεμίζη τη διάνοιά και την καρδιά μας, καθώς κάνομε συλλογισμούς στα πράγματα που διαβάζομε.
Πρέπει, επίσης, να προσπαθήσωμε να κάνωμε τις προσευχές μας πιο συγκεκριμένες και με περισσότερη σημασία, και ίσως να προσευχώμεθα πιο συχνά στη διάρκεια κάθε μέρας. Ανοίγομε την καρδιά μας στον Θεό; Τον ευχαριστούμε καθημερινά για τις θαυμάσιες ιδιότητές του και για τις πολλές ευλογίες που λαμβάνομε; Κατόπιν, επίσης, ‘προσκαρτερούμεν εις την προσευχήν’ μερικές φορές;—Ρωμ. 12:12.
Αυτά είναι τα βασικά πράγματα. Ωστόσο, είναι απλοί, επιτυχείς τρόποι με τους οποίους θα είμεθα βέβαιοι, ότι οι θετικές, και όχι οι αρνητικές, σκέψεις μας ελκύουν προς τον Θεό. Θα είμεθα βέβαιοι επίσης, ότι, όταν ελκυσθούμε προς αυτόν, θα μπορούμε να εξακολουθούμε να τον υπηρετούμε με μια ευτυχισμένη καρδιά, τώρα και σ’ όλη την αιωνιότητα.—Ιερεμ. 9:24.
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε σελίδα 104 του βιβλίου Αγαθά Νέα που Θα Σας Κάμουν Ευτυχείς, που εξεδόθη από την Εταιρία Σκοπιά, στο οποίο ανατυπώνεται ένας Βουδδιστικός ρόλος που απεικονίζει τα βασανιστήρια των κακών ψυχών στην «κόλασι.»