Είσθε Λογικός εν Σχέσει με τη Θρησκεία;
1, 2. Ποια είναι η στάσις μερικών ατόμων εν σχέσει με τη θρησκεία;
ΣΗΜΕΡΑ, πολλοί άνθρωποι, όταν απευθυνθή κανείς σ’ αυτούς εν σχέσει με τη θρησκεία, λέγουν: «Είμαι απασχολημένος. Δεν έχω καιρό να συζητήσω για τη θρησκεία. Επήγα στην εκκλησία αυτή την εβδομάδα και αυτό είναι αρκετό.» Άλλοι φρονούν ότι η θρησκεία είναι αυστηρώς ατομική υπόθεσις και ότι, ενώ άλλα πράγματα, ακόμη και η πολιτική, μπορούν να συζητούνται, μια συζήτησης για τη θρησκεία είναι δυσάρεστη και απαγορευμένη.
2 Είναι λογική αυτή η στάσις για να την λάβωμε; Είναι πρακτική και πραγματικά σοφή; Είναι η θρησκεία κάτι που μπορούμε να το έχωμε χωριστά από την καθημερινή μας ζωή και τις πράξεις μας και που δεν θα επηρεάση τη συνομιλία μας; Ποια στάσις εν σχέσει με τη θρησκεία είναι λογική;
3. Ποια υπεροχή επάνω από τα κατώτερα ζώα δίνει στον άνθρωπο η ικανότης να λογικεύεται;
3 Ο άνθρωπος έχει την ικανότητα να λογικεύεται. Με το λογικό του μπορεί να συγκεντρώνει γεγονότα μ’ ένα εύτακτο τρόπο, να κατανοή, να οικοδομή επάνω στη δική του γνώσι και επάνω στη συσσωρευμένη γνώσι των προπατόρων του και να προοδεύη. Τα κατώτερα ζώα δεν έχουν αυτή την ικανότητα. Μια αγελάδα μπορεί να βλέπη τα πράγματα που είναι γύρω της, αλλά μπορεί να αντλή—αν θα ήταν και τούτο δυνατόν—ολίγα μόνο συμπεράσματα απ’ αυτά. Δεν είναι πιο προχωρημένη στη γνώσι και κατανόησι του σύμπαντος από όσο ήσαν οι πρόγονοί της πριν από χιλιάδες χρόνια.
4. Για ποιους σκοπούς πρέπει ο άνθρωπος να χρησιμοποιή την ικανότητα να λογικεύεται, και ποια είναι η πιο σπουδαία χρήσις της ικανότητος αυτής;
4 Ο άνθρωπος ασφαλώς έχει μεγάλη υπεροχή λόγω της ικανότητός του να λογικεύεται. Γιατί, λοιπόν, να μη χρησιμοποιή αυτή τη δύναμι της λογικεύσεως σε κάθε κατεύθυνσι προσπαθείας; Πλείστα άτομα θα αναγνωρίσουν ότι αν κάποιος επιθυμή να επιτύχη σε μια επιχείρησι, εμπόριο ή επάγγελμα, πρέπει πρώτα να έχη γνώσι της επιχειρήσεως αυτής. Πρέπει να έχη σοφία, διάκριση και οξύνοια. Πρέπει διαρκώς να χρησιμοποιή την ικανότητά του για λογίκευσι. Πόσο πολύ μεγαλύτερη είναι η ανάγκη να λογικεύεται σ’ εκείνα τα πράγματα που σημαίνουν τη ζωή του, την ευτυχία και την ευημερία, και αυτού του ιδίου και της οικογενείας του! Στα ζητήματα κανόνων και αρχών και στη θρησκεία του πρέπει να είναι λογικός, γεμάτος διάκρισι, οξύνους και πρακτικός.
5. Πώς μπορεί ένας άνθρωπος, με το να μην είναι λογικός, να εργάζεται σκληρά για επιτυχία και όμως να μην έχη επιτυχία;
5 Ένας άνθρωπος μπορεί να είναι ένας πολύ επιτυχημένος επιχειρηματίας. Είναι σε θέσι να ικανοποιή τις υλικές ανάγκες της οικογενείας του και μπορεί να φροντίζη ν’ αποκτά η οικογένειά του τα καλύτερα πράγματα. Κυττάζει προσεκτικά την ποιότητα των πραγμάτων που προμηθεύει στην οικογένειά του. Δαπανά κατ’ ουσίαν όλο τον καιρό του στην εργασία του και στο να κάνη αυτές τις προμήθειες. Αλλά συγχρόνως μπορεί ν’ αφήνη την εκπαιδεύση σε ζωτικά ζητήματα πίστεως, ζωής και θρησκείας—την πνευματική ευημερία της οικογενείας του—σε άλλους. Μπορεί να πληρώνη άλλους για να φροντίζουν γι’ αυτά μάλλον παρά να τα επιμελήται ο ίδιος. Αυτός είναι, παρ’ όλη την «επιτυχία» του, παράλογος και αποδεικνύει ότι δεν έχει πραγματική επιτυχία. Τα υλικά πράγματα, περιλαμβανομένης ακόμη και μιας κοσμικής εκπαιδεύσεως, δεν εξασφαλίζουν πραγματική επιτυχία.
6. Λόγω ποιας παράλογης πορείας είναι πολλές οικογένειες δυστυχείς;
6 Πολλές οικογένειες είδαν τα τέκνα των, για τα οποία έκαμαν καλές υλικές προμήθειες, ακόμη και εκπαιδευτικές, να γίνωνται πταίσται και παραβάται. Τα τέκνα αυτά είναι πνευματικώς χρεωκοπημένα λόγω της ελλείψεως λογικότητος στους γονείς των που παραμέλησαν την πνευματική των διαπαιδαγώγησι. Μερικά μπορεί να μην είχαν καμμιά θρησκεία. Σε άλλες περιπτώσεις το τέκνα εδέχθησαν, χωρίς λογίκευσι, τη θρησκεία των γονέων των, ή ίσως επετράπη σ’ αυτά να κάμουν τη δική των εκλογή, αλλά είτε αυτή η θρησκεία ή πορεία ενεργείας τα ωδηγούσε αληθινά στο δρόμο της λατρείας του Θεού και στην αποδοχή δικαίων κανόνων είτε όχι, τούτο δεν ήταν προϊόν λογικεύσεως. Οι γονείς αυτοί δεν εσυλλογίσθησαν αρκετά βαθιά για να δουν ότι η θρησκεία είναι ένα σοβαρό πράγμα, κάτι για το οποίο πρέπει να μιλούν διαρκώς και να δίνουν παράδειγμα, και ότι πρέπει να υπακούουν στην εντολή της Γραφής που λέγει: «Θέλεις διδάσκει αυτούς [τους λόγους του Θεού] επιμελώς εις τα τέκνα σου, και περί αυτών θέλεις ομιλεί καθήμενος εν τη οικία σου, και περιπατών εν τη οδώ, και πλαγιάζων, και εγειρόμενος.» Αυτοί, αν εκύτταζαν πίσω με υγιά λογίκευσι, θα μπορούσαν να δουν ότι η αποτυχία των έγκειται στο ότι δεν ‘εξέθρεψαν [τα τέκνα των] εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά’.—Δευτ. 6:7· Εφεσ. 6:4, ΜΝΚ.
7. Ποια, συνεπώς, είναι η ορθή στάσις απέναντι της θρησκείας, με ποιο αποτέλεσμα;
7 Είναι, συνεπώς, η πορεία της σοφίας για σας το να είσθε λογικός εν σχέσει με τη θρησκεία, πράγματι, να μεταχειρίζεσθε όλη τη λογίκευσι που μπορείτε σ’ αυτό το ζωτικό ζήτημα. Πρέπει να είσθε πάρα πολύ πρόθυμος και ευτυχής να λογικεύεσθε γι’ αυτήν με άλλους, όχι μόνο για να βεβαιώνεστε ότι η πορεία σας είναι ορθή, αλλά και για να μπορήτε να βοηθήτε άλλους. Αποβλέποντας στον λόγον του Θεού ως βάσι για λογίκευσι και κάνοντας τούτο μαζί με άλλους, θα ευλογηθήτε από τον Θεό και θα λάβετε την εκτίμησι και αγάπη των ανθρώπων που σκέπτονται ορθά.—Μαλαχ. 3:16.
Η ΑΡΧΗ ΚΑΙ Η ΟΡΘΗ ΧΡΗΣΙΣ ΤΟΥ ΛΟΓΙΚΟΥ ΜΑΣ
8. Πώς έλαβε ο άνθρωπος δύναμι λογικεύσεως; Δώστε απόδειξι.
8 Πώς και από ποια πηγή έλαβε ο άνθρωπος αυτό το πολύτιμο δώρο, το λογικό του; Λαμβάνοντας κανείς την απάντησι στο ερώτημα αυτό, μπορεί να καθορίση πώς πρέπει να χρησιμοποιήται το λογικό, και σε τι θα καταλήξη η κατάλληλη χρήσις του. Ο άνθρωπος αρχικά επροικίσθη με τη δύναμι της λογικεύσεως από τον Δημιουργό του. Δεν εξελίχθη δια μέσου χιλιετηρίδων χρόνου και δεν ανέπτυξε βαθμιαίως αυτή τη δύναμι. Οι ανακαλύψεις αρχαιολόγων φανερώνουν ότι εκεί που ανευρίσκονται παλαιότατες αποδείξεις της κατοικίας του ανθρώπου, υπάρχει ένας πολύπλοκος πολιτισμός και επομένως ο άνθρωπος είχε λογική δύναμι ευθύς εξ αρχής. Το αρχαιότερο ιστορικό βιβλίο του ανθρώπου, η Γραφή, μας λέγει ότι ο πρώτος άνθρωπος Αδάμ είχε αυτή την ικανότητα. Το υπόμνημα αυτό δείχνει ότι στον άνθρωπο επρόκειτο να δοθή κυριαρχία επάνω στα κατωτέρα ζώα. Σε αρμονία με τούτο έλαβε το προνόμιο να παρατηρή αυτά τα ζώα, να λογικεύεται όσον αφορά τις συνήθειές των και τα χαρακτηριστικά των, και να τα ονομάζη κατάλληλα. Παρατηρώντας αυτά τα πλάσματα και τις παραγωγικές των κατευθύνσεις, ελογικεύθη πάνω στο γεγονός ότι ως ένα διάστημα δεν ευρίσκετο βοηθός ή συμπλήρωμα γι’ αυτόν.—Γέν. 1:28· 2:18-20.
9. (α) Πώς η κατάλληλη λογίκευσις ήταν ευεργετική για τον Αδάμ; (β) Πώς, λοιπόν, αυτό το λογικό πλάσμα έφθασε να έχη καταστρεπτικό τέλος;
9 Έτσι βλέπομε ότι ο Ιεχωβά Θεός ο Δημιουργός έδωσε στον άνθρωπο το δώρο της λογικεύσεως. Αυτό κατέστησε ικανόν τον άνθρωπο να αντλή συμπεράσματα από τα γεγονότα που παρατηρούσε, να τα συγκρίνη και να κατανοή και εφαρμόζη τις πληροφορίες που του εδίδοντο από τον Δημιουργό του. Τον κατέστησε ικανόν να χρησιμοποιή καλόν κοινόν νουν μ’ ένα πρακτικό τρόπο για την ευημερία του. Τον κατέστησε ικανόν να βλέπη καθαρά τη σχέσι του προς τον Δημιουργό του, τον Ιεχωβά Θεό. Ανεγνώρισε την υποτέλειά του στον Θεό, όπως κατεδείχθη από τις ρητές οδηγίες που έδωσε στη σύζυγό του Εύα σχετικά με τον νόμον του Θεού που αφορούσε τη βρώσι του καρπού του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού. (Γέν. 2:17· 3:2, 3) Ο Αδάμ ήταν έτσι ευτυχής και σε ειρήνη με τον Θεό και σε αρμονία με όλη την κτίσι. Μόνο αργότερα, όταν αγνόησε την αληθινή κατάστασι των πραγμάτων, τα γεγονότα, καθώς και τα πράγματα που απεκαλύφθησαν σ’ αυτόν από τον Θεό, εγκατέλειψε τη λογίκευσι και έγινε παράλογος, αντικαθιστώντας τη λογίκευσι με μια ψευδή λογική που υπεκινείτο από επιθυμία μάλλον παρά από τον ορθόν λόγον.—Ιάκ. 1:14, 15.
10. Τι σημαίνει λατρεία του Θεού εν πνεύματι και αληθεία;
10 Ο Ιησούς είπε ότι ο άνθρωπος πρέπει να λατρεύη τον Θεό «εν πνεύματι και αληθεία». (Ιωάν. 4:23, 24) Αυτό σημαίνει ότι ο άνθρωπος δεν μπορεί να λατρεύη τον Θεό με το να εφαρμόζη τη λογική του ικανότητα εντελώς στα φυσικά, υλικά πράγματα που βλέπει· αλλά, με το να βλέπη αυτά τα πράγματα, πρέπει να κατανοήση ότι ο Θεός υπάρχει, ότι είναι αόρατος, όχι υλικός αλλά πνεύμα, πολύ υπέρτερης νοημοσύνης, και ότι εμείς ως πλάσματά του πρέπει να βασιζώμεθα σ’ αυτόν για αποκάλυψι των σκοπών του. Ορθή λογίκευσις πρέπει να οδηγήται από τον Θεό. Λατρεία του Θεού «εν αληθεία» σημαίνει ν’ ακολουθούμε μια πορεία με πίστι και άσκησι θρησκείας που είναι σε αρμονία με την πραγματική κατάστασι των πραγμάτων, όχι σε αντίθεσι προς αυτά, όχι σύμφωνα με τη φαντασία ή την ιδιωτική φιλοσοφία ενός ατόμου. Πρέπει να δεχθούμε τον Θεόν ως Θεόν αληθείας, αναγνωρίζοντας τους νόμους του Δημιουργού, τόσο τον φυσικό νόμο, όσο και εκείνον που διέπει την ηθική και πνευματική πορεία του ανθρώπου, καθώς περιγράφεται στην Αγία Γραφή.—Παροιμ. 3:5· 1 Κορ. 2:10.
11. Ποια γεγονότα και αρχές θ’ αποκαλυφθούν σ’ εκείνον που χρησιμοποιεί τη λογική του ικανότητα με τον κατάλληλο τρόπο;
11 Εκείνοι, που επιθυμούν να χρησιμοποιήσουν τη λογική των ικανότητα, θα εύρουν ότι ο Θεός επρομήθευσε αφθονία αποδείξεων για να βοηθήση τον στοχαστή να πιστοποιήση (1) ότι ο Θεός υπάρχει και (2) ότι οι πρωταρχικές του ιδιότητες είναι αγάπη, δικαιοσύνη, σοφία και δύναμις. Ο στοχαστής θα δη επίσης από τη φύσι των πραγμάτων ότι είναι υποκείμενος σε μια ανώτερη εξουσία. Πρώτα, βρίσκει ότι οι νόμοι που διέπουν τα φυσικά πράγματα δεν μπορούν να αθετηθούν με ατιμωρησία. Ανακαλύπτει ότι υπάρχουν, επίσης, ηθικοί νόμοι. Έπειτα βρίσκει ότι πρέπει να είναι υποκείμενος σε κάποια τάξι πραγμάτων. Δεν μπορεί να ζη απολύτως ανεξάρτητος. Πρέπει να υπάρχη οργάνωσις. Στην οργάνωσι πρέπει να υπάρχη ένας ανώτερος. Πρέπει να υπάρχη κυβέρνησις. Έτσι κάθε άνθρωπος πρέπει κατ’ ανάγκην να είναι υποτεταγμένος σε μια κυβέρνησι.
12. Πώς ο καλός στοχαστής βλέπει την ανάγκη μιας κυβερνήσεως του Παντοδυνάμου Θεού;
12 Περαιτέρω λογίκευσις πιστοποιεί ότι, για τη μεγίστη ευημερία του ανθρώπου και του σύμπαντος, η κυβέρνησις αυτή πρέπει να είναι μια δικαία κυβέρνησις που να εκδηλώνη τις ιδιότητες που βρίσκονται στον Θεό. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να φέρη αυτό το είδος της κυβερνήσεως, όπως απεδείχθη από χιλιετηρίδες ανθρωπίνου πειραματισμού και από το γεγονός ότι ο άνθρωπος δεν έχει την αναγκαία δύναμι ή την κατανόησι και προεξέχουσα θέσι για να κυβερνά κατάλληλα τον συνάνθρωπό του. Επί πλέον, δεν έχουν όλοι οι άνθρωποι τη λογικότητα να αναγνωρίσουν την ορθή κυβέρνησι. Μόνο εκείνοι που είναι πρόθυμοι να ευθυγραμμίσουν την πορεία τους πλήρως σε αρμονία με την αλήθεια, θα μπορούσαν να ζήσουν ειρηνικά μαζί κάτω από μια κυβέρνησι. Αυτό δείχνει στον στοχαστή την ανάγκη μιας κυβερνήσεως από τον Θεό. Στην πορεία του συλλογισμού γίνεται προφανές ότι ένας Θεός αγάπης θα ήταν μεταδοτικός, πληροφορώντας τον άνθρωπο για τους σκοπούς του και τις προμήθειές του. Αυτό οδηγεί τον στοχαστή στη Γραφή, τον λόγον του Θεού, στον οποίον ο Θεός φιλάγαθα και στοργικά αποκαλύπτει ότι έχει πραγματικά προνοήσει για μια τέτοια κυβέρνησι. Η κυβέρνησις αυτή, διακηρύττει ο Θεός, θα καταστρέψη τους παραλόγους ανθρώπους και θα φέρη ειρήνη και ευτυχία σε όλη τη γη, σ’ εκείνους που τον λατρεύουν «εν πνεύματι και αληθεία».—2 Πέτρ. 2:12· Δαν. 2:44· Ησ. 9:6, 7.
Η ΚΟΣΜΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΡΑΚΤΙΚΗ ΛΟΓΙΚΕΥΣΙΣ
13, 14. (α) Αντιπαραβάλατε το αποτέλεσμα της ορθής λογικεύσεως μ’ εκείνο της κοσμικής φιλοσοφίας. (β) Πώς και μόνο μπορούν να λυθούν ορθά τα προβλήματα ατόμων ή ομάδων;
13 Ορθή λογίκευσις, λοιπόν, θεμελιώνει πίστι. Διότι ‘πίστις είναι ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων.’ (Εβρ. 11:1) Εσφαλμένη λογίκευσις, βασισμένη σε εσφαλμένες υποθέσεις ή εσφαλμένες συγκρίσεις, οδηγεί σε ψευδή συμπεράσματα και απώλεια της πίστεως. Η κοσμική φιλοσοφία, αγνοώντας την οδηγία του λόγου του Θεού, το έκαμε αυτό. Η πίστις τέτοιων φιλοσόφων είναι πίστις στην ατελή γνώση και λογίκευσι του ανθρώπου. «Πάντοτε μανθάνουσι, και ποτέ δεν δύνανται να έλθωσιν εις ακριβή γνώσιν [επίγνωσιν, Κείμενον]της αληθείας.»—2 Τιμ. 3:7, ΜΝΚ.
14 Γιατί συμβαίνει ώστε «η σοφία του κόσμου τούτου [να] είναι μωρία παρά τω Θεώ»; Επειδή ο κόσμος δεν εφαρμόζει τη Γραφική προσταγή να ‘συγκρίνη τα πνευματικά προς τα πνευματικά’. Αν εγερθή ένα πρόβλημα πάνω σε ζήτημα διαγωγής, είτε σ’ ένα άτομο, είτε σε μια οικογένεια, σε μια κοινότητα ή σε εθνική κλίμακα, αυτό είναι πνευματικό ζήτημα, που επηρεάζει τη ζωή και την ευτυχία, καθώς και τη σχέσι ενός ατόμου ή πολλών προς τον Θεό. Δεν μπορεί να λυθή κατάλληλα με τη φιλοσοφία ή την παράδοσι, ούτε με σύγκρισι προς την πορεία των άλλων. Ούτε μπορεί να τακτοποιηθή με διασκέψεις των ηγετών του κόσμου, οι οποίοι είναι ατελείς απόγονοι του παραλόγου Αδάμ. Μόνο οι διατάξεις του λόγου του Θεού μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως τύπος ή κανών. Συνεπώς πρέπει να συμβουλευθούμε τον λόγον του Θεού. Εκεί θα βρεθούν «πνευματικά [λόγια]» που δίδουν την ορθή απάντησι, επειδή η Γραφή είναι ένα βιβλίο που δίνει συμβουλές, όχι μόνο για το άτομο ως προς την πορεία της ζωής του, αλλά και για τα έθνη, διότι είναι επίσης ένα βιβλίο κυβερνητικού νόμου.—1 Κορ. 3:19· 2:13.
15, 16. Δώστε ένα παράδειγμα της παραπλανητικής επιρροής της κοσμικής φιλοσοφίας.
15 Μερικά παραδείγματα φανερώνουν τη ματαιότητα της κοσμικής φιλοσοφίας και δείχνουν ότι οδηγεί τους οπαδούς της μακριά από την αναγνώρισι των γεγονότων και δεν ενεργεί «εν αληθεία». Σ’ ένα βιβλίο με τίτλο Το Σύμπαν και ο Δρ Αϊνστάιν γίνεται η εξής δήλωσις στη σελίδα 21: «Βαθμιαίως οι φιλόσοφοι και οι επιστήμονες έφθασαν στο εκπληκτικό συμπέρασμα ότι, αφού κάθε αντικείμενο είναι απλώς το άθροισμα των ιδιοτήτων του, και αφού οι ιδιότητες υπάρχουν μόνο στη διάνοια, το όλον αντικειμενικό σύμπαν ύλης και ενεργείας, ατόμων και άστρων, δεν υπάρχει παρά ως ένα κατασκεύασμα της συνειδητότητος . . . Καθώς το διετύπωσε ο Μπέρκελεϋ, ο πρώτιστος εχθρός του υλισμού: ‘Όλος ο χορός του ουρανού και η επίπλωσις της γης, με δυο λόγια όλα αυτά τα σώματα που αποτελούν το ισχυρό πλαίσιο του κόσμου, δεν έχουν κάποια υπόστασι χωρίς τη διάνοια. . . . Εφ’ όσον δεν διακρίνονται πραγματικά από μένα, ή δεν υπάρχουν στη διάνοιά μου, ή στη διάνοια ενός άλλου δημιουργημένου πνεύματος, πρέπει ή να μην έχουν ύπαρξι καθόλου, ή αλλιώς να υπάρχουν στη διάνοια κάποιου Αιωνίου Πνεύματος’.» Στο «ιερόν» της φιλοσοφίας απορρίπτουν την πρακτική σκέψι και φθάνουν στο συμπέρασμα ότι κάθε τι που υπάρχει μπορεί να μην υπάρχη πράγματι καθόλου!
16 Σήμερα η φιλοσοφία αυτή ωδήγησε τους ακολούθους της στη σκέψι ότι δεν υπάρχει βασική ή απόλυτος αλήθεια, και συνεπώς δεν υπάρχει πηγή αληθείας. Ακόμη και οι αρχές απορρίπτονται χάριν σκοπιμότητος. Τούτο ετονίσθη από έναν σπουδαστή της φιλοσοφίας σε συνομιλία μ’ ένα διάκονο. Ο σπουδαστής αυτός ήταν ανυπόμονος να δυσφημήση τη Γραφή, μολονότι παρεδέχετο ότι δεν την είχε διαβάσει. Ο διάκονος έκαμε τη δήλωσι ότι η Γραφή δείχνει την ανώτερη προέλευσί της με τις υψηλές αρχές και κανόνες που εκθέτει. Ο σπουδαστής απήντησε: «Αλλά οι κανόνες και οι αρχές εξαρτώνται από τον πολιτισμό στον οποίο ζήτε. Παραδείγματος χάριν, σε μερικά μέρη η σοδομία ασκείται ως κάτι το κοινό και παραδεκτό.» Ο διάκονος ερώτησε: «Αλλά θα ήταν αυτός ο κανών που θα θέλατε να δεχθήτε ή να θεωρήσετε επιθυμητόν;» Η απάντησις ήταν: «Αν εζούσα σε τέτοιου είδους κοινότητα, υποθέτω ότι ναι.» Τι έλλειψις ακεραιότητος στις αρχές! Τι απουσία λογικότητος και πρακτικής σκέψεως!
17. Πώς μπορεί ορθή λογίκευσις να είναι προστασία;
17 Ορθή λογίκευσις, οδηγούμενη από τον λόγον του Θεού, θα σας φυλάξη από το να πέσετε σαν αυτόν τον σπουδαστή της φιλοσοφίας σε μια παγίδα συγχύσεως και αντιφάσεως γεγονότων και αρχών. Θα σας καταστήση ικανόν να είσθε πρακτικός, ακολουθώντας τους κανόνες που είναι εποικοδομητικοί. Θα σας δώση τη σύνεσι ν’ αποφεύγετε την εξευτελιστική επιρροή και τους ψευδείς κανόνες ενός διεφθαρμένου κόσμου, θα δεχθήτε και θ’ ακολουθήσετε εκείνο που καταλήγει στην κατάλληλη χρήσι των δυνάμεών σας και σε επιτυχία και ευτυχία.—Ιησ. Ναυή 1:8.
18, 19. Πώς μπορούμε να είμεθα βέβαιοι ότι ακολουθούμε μια πορεία ορθής λογικεύσεως;
18 Ο Χριστός Ιησούς, ο Υιός του Θεού, ήλθε στη γη για ν’ αποκαλύψη σ’ εμάς αυτή την πρακτική σοφία. Το ν’ ακολουθούμε αυτόν και να μιμούμεθα την πορεία του σημαίνει ότι έχομε σύνεσι και ότι βρίσκομε εκείνο που είναι αληθινά επιθυμητό μαζί με αιώνια ζωή. Ως η προσωποποιημένη σοφία μάς προσκαλεί να χρησιμοποιήσωμε και ν’ αυξήσωμε τις λογικές μας δυνάμεις όταν λέγη: «Εγώ η σοφία κατοικώ μετά της φρονήσεως, και εφευρίσκω γνώσιν συνετών βουλευμάτων. . . . Εγώ τους εμέ αγαπώντας αγαπώ· και οι ζητούντές με θέλουσι με ευρεί. Πλούτος και δόξα είναι μετ’ εμού, αγαθά διαμένοντα, και δικαιοσύνη. Οι καρποί μου είναι καλήτεροι χρυσίου, και χρυσίου καθαρού· και τα γεννήματά μου, εκλεκτού αργυρίου.»-—Παροιμ. 8:12-19.
19 Αυτός ο Υιός είναι Εκείνος που θα διέπη την κυβέρνησι της Βασιλείας, υπό την οποίαν εκείνοι που πρόθυμα λογικεύονται τώρα, ώστε να κάμουν τις διάνοιές των να συμμορφωθούν προς τις κατευθύνσεις του Θεού, θα μπορούν να ζουν με ειρήνη. Αυτή είναι η πορεία της λογικεύσεως, που είναι απλώς σύνεσις.—Εφεσ. 1:8-10· Ρωμ. 12:2· Ησ. 55:8, 9· 1:18.