Παράδεισος
«Ηρπάγη εις τον παράδεισον, και ήκουσεν ανεκλάλητα λόγια, τα οποία δεν συγχωρείται εις άνθρωπον να λαλήση.»—2 Κορ. 12:4.
1, 2. (α) Όταν έχη επιστηθή η προσοχή μας σε κάτι που μπορεί να παραβληθή μ’ έναν Περσικό κήπο, πότε μπορούμε νόμιμα να μιλήσωμε γι’ αυτό; (β) Πώς ο απόστολος Παύλος επέστησε την προσοχή σ’ έναν τέτοιο παράδεισο;
ΟΤΑΝ κάτι τόσο μεγαλειώδες και θελκτικό όσο ένας Ανατολικός Περσικός κήπος έχη αποκαλυφθή από την εκπλήρωσι της θείας προφητείας, τότε γίνεται νόμιμο και επίκαιρο να μιλήσωμε γι’ αυτό. Ο άνθρωπος μπορεί τότε να μιλήση γι’ αυτό με βεβαιότητα, βασιζόμενος στο στερεό έδαφος των σαφών γεγονότων. Σήμερα, έπειτα από δεκαεννέα αιώνες αφότου ο απόστολος Παύλος το ανέφερε αυτό στη Χριστιανική εκκλησία της Κορίνθου, μπορούμε να μιλήσωμε με κατανόησι για το θαυμαστό πράγμα που του απεκαλύφθη. Όταν υπέβαλλε αποδείξεις στους Κορινθίους Χριστιανούς ότι ήταν απόστολος του Ιησού Χριστού, ο Παύλος είπε:
2 «Να καυχώμαι βέβαια δεν μοι συμφέρει· διότι θέλω ελθεί εις οπτασίας και αποκαλύψεις Κυρίου. Γνωρίζω άνθρωπον εν Χριστώ προ ετών δεκατεσσάρων, (είτε εντός του σώματος, δεν εξεύρω· είτε εκτός του σώματος, δεν εξεύρω· ο Θεός εξεύρει·) ότι ηρπάγη ο τοιούτος έως τρίτου ουρανού. Και γνωρίζω τον τοιούτον άνθρωπον, (είτε εντός του σώματος, είτε εκτός του σώματος, δεν εξεύρω· ο Θεός εξεύρει·) ότι ηρπάγη εις τον παράδεισον, και ήκουσεν ανεκλάλητα λόγια, τα οποία δεν συγχωρείται εις άνθρωπον να λαλήση. Υπέρ του τοιούτου θέλω καυχηθή·. . . δεν θέλω είσθαι άφρων· επειδή αλήθειαν θέλω ειπεί·. . . . δια την υπερβολήν των αποκαλύψεων.»—2 Κορ. 12:1-7.
3, 4. Πότε είδε ο Παύλος αυτό το παραδεισιακό όραμα, και πώς περιέγραψε τη μεταστροφή του στη Χριστιανοσύνη ενώπιον του Βασιλέως Αγρίππα;
3 Δεκατέσσερα χρόνια προτού γράψη ο Παύλος αυτά τα λόγια, θα έφερναν στο έτος 41 (μ.Χ.), ή τουλάχιστον πέντε χρόνια μετά τη μεταστροφή του από τον Ιουδαϊσμό στη Χριστιανοσύνη μέσω ενός θαυματουργικού οράματος, στο οποίον είδε κάτι από την εκτυφλωτική δόξα του αναστημένου Ιησού Χριστού στον ουρανό. Μιλώντας γι’ αυτό ενώπιον του Ρωμαίου κυβερνήτου Φήστου και του Βασιλέως Αγρίππα του 2 και άλλων στη μεγαλοπρεπή ομάδα ανθρώπων μέσα στην επίσημη αίθουσα ακροάσεων στην Καισάρεια, ο Παύλος ιεροπρεπώς είπε:
4 «Εν τούτοις δε ότε ηρχόμην εις την Δαμασκόν μετ’ εξουσίας και επιτροπής, της παρά των αρχιερέων, εν τω μέσω της ημέρας είδον καθ’ οδόν, βασιλεύ, φως ουρανόθεν, υπερβαίνον την λαμπρότητα του ηλίου, το οποίον έλαμψε περί εμέ και τους οδοιπορούντας μετ’ εμού. Και ενώ κατεπέσομεν πάντες εις την γην, ήκουσα φωνήν λαλούσαν προς με, και λέγουσαν εις την Εβραϊκήν διάλεκτον, Σαούλ, Σαούλ, τι με διώκεις; σκληρόν σοι είναι να λακτίζης προς κέντρα. Εγώ δε είπον, Τις είσαι, Κύριε; Και εκείνος είπεν, Εγώ είμαι Ιησούς, τον οποίον συ διώκεις. Αλλά σηκώθητι, και στήθι επί τους πόδας σου· επειδή δια τούτο εφάνην εις σε, δια να σε καταστήσω υπηρέτην και μάρτυρα και όσων είδες, και περί όσων θέλω φανερωθή εις σε, . . . Όθεν, βασιλεύ Αγρίππα, δεν έγεινα απειθής εις την ουράνιον οπτασίαν, αλλ’ εκήρυττον πρώτον εις τους εν Δαμασκώ και Ιεροσολύμοις, και εις πάσαν την γην της Ιουδαίας, και έπειτα εις τα έθνη, να μετανοώσι, και να επιστρέψωσιν εις τον Θεόν, πράττοντες έργα άξια της μετανοίας.»—Πράξ. 26:12-20.
5. Με ποιο φρόνημα έγραψε ο Παύλος για τις οπτασίες και αποκαλύψεις, και πώς, επομένως, χρησιμοποιούμε τον χρόνο μας εξετάζοντας το παραδεισιακό του όραμα;
5 Αυτή η οπτασία δεν ήταν όνειρο της ημέρας, δεν ήταν απλή φαντασία ή παραίσθησις. Ήταν τόσο αληθινή, ώστε ο Παύλος την πήρε πάρα πολύ σοβαρά και δεν παρήκουσε στο προς αυτόν άγγελμά της. Για ν’ αποδειχθή ευπειθής στην οπτασία ως το τέλος της ζωής του, απέθανε θάνατον μάρτυρος. Ο Παύλος έγραψε επίσης με κάθε σοβαρότητα για τις υπερφυσικές οπτασίες και αποκαλύψεις που ο Κύριος Ιησούς Χριστός τού έδωσε από τον ουρανό. Μπορούμε, λοιπόν, να είμεθα βέβαιοι για ένα πράγμα: Δεν σπαταλούμε χρόνον για μια απλή παραίσθησι όταν εξετάζωμε το υπερφυσικό όραμα στο οποίον ηρπάγη ο άνθρωπος που ήταν προσωπικώς γνωστός στον Παύλο, για να δη τον παράδεισο και ν’ ακούση ανεκλάλητα λόγια, που δεν ήταν συγκεχωρημένο να τα λαλήση άνθρωπος. Μάλλον χρησιμοποιούμε χρόνον για να φθάσωμε σε κατανόησι.
6, 7. Ποιος ήταν αυτός ο αρπαγείς άνθρωπος για τον οποίον γράφει ο Παύλος, αλλά πώς κι ένας άλλος άνθρωπος επίσης έλαβε αποκάλυψι από τον Ιησούν για παράδεισο;
6 Ο άνθρωπος που ευνοήθηκε με τέτοιο υπερφυσικό όραμα ήταν αναμφιβόλως ο ίδιος ο απόστολος Παύλος, διότι κανείς άλλος δεν μας μίλησε γι’ αυτή την πείρα που συνέβη γύρω στο 41 μ.Χ. Ο Παύλος, εν τούτοις, δεν ήταν ο μόνος άνθρωπος στον οποίον ο Ιησούς Χριστός έκαμε αποκάλυψι για έναν παράδεισο. Αρκετόν καιρό πριν γίνη ο Παύλος Χριστιανός, υπήρξε ένας άνθρωπος στον οποίον ο Ιησούς μίλησε για παράδεισο. Αυτό συνέβη στο έτος 33 (μ.Χ.), στην ημέρα του Πάσχα των Ιουδαίων, στο Γολγοθά, έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ.
7 Ο Ιησούς εκρέματο τότε επάνω σ’ ένα ξύλο μαρτυρίου, με χέρια και πόδια καρφωμένα σ’ αυτό. Επάνω από το κεφάλι του ο Ρωμαίος κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος είχε θέσει μια επιγραφή στην οποίαν ανεγράφετο η κατηγορία, εξαιτίας της οποίας ο Ιησούς είχε εκτελεσθή. Ο Ιουδαϊκός λαός ‘ίστατο θεωρών’. «Ενέπαιζον δε και οι άρχοντες μετ’ αυτών, λέγοντες, Άλλους έσωσεν· ας σώση εαυτόν, εάν ούτος ήναι ο Χριστός, ο εκλεκτός του Θεού. Ενέπαιζον δε αυτόν και οι στρατιώται, πλησιάζοντες και προσφέροντες όξος εις αυτόν, και λέγοντες, Εάν συ ήσαι ο βασιλεύς των Ιουδαίων, σώσον σεαυτόν.» Ένας άνθρωπος, όμως, είχε τότε το θάρρος να εγείρη τη φωνή του για να υπερασπίση τον Ιησούν. Έφθασε στο να κατανοήση ότι αν αυτός ο άνθρωπος Ιησούς ήταν πρόθυμος να πεθάνη αυτόν τον φριχτό, επονείδιστο, οδυνηρό θάνατο χωρίς να γογγύζη και να παραπονήται, πρέπει να υπήρχε αλήθεια στις πεποιθήσεις και στις αξιώσεις του. Και αυτός, επίσης, εκρέματο σ’ ένα ξύλο μαρτυρίου, μολονότι ίσως όχι καρφωμένος σαν τον Ιησούν, ο οποίος υπέφερε χειρότερα ενώ «ουδέν άτοπον έπραξε». Αφού ετελείωσε την υπεράσπισι του Ιησού και για να εκδηλώση πίστι σ’ αυτόν, ακόμη και στην ημέρα της δημοσίας εκτελέσεώς του, ο κακούργος αυτός είπε: «Μνήσθητί μου, Ιησού, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου.» Τι είπε απαντώντας ο Ιησούς; «Είπε προς αυτόν, Αληθώς σοι λέγω σήμερον, θέλεις είσθαι μετ’ εμού εν τω Παραδείσω.»—Λουκ. 23:35-43, ΜΝΚ.
8. Τι συνέβη στο σώμα του Ιησού μετά τον θάνατό του, αλλά τι συνέβη στο σώμα του συμπαθητικού κακούργου;
8 Ο Ιησούς το είπε αυτό στον κακούργον περίπου στις δώδεκα το μεσημέρι. Επί τρεις ώρες ακόμη αυτοί εκρέμαντο στα ξύλα του μαρτυρίου των. Τότε ο κακούργος άκουσε τον Ιησούν να κράζη στον εν ουρανοίς Θεό: «Πάτερ, εις χείρας σου παραδίδω το πνεύμα μου.» Όλα τώρα είχαν τελειώσει με τον Ιησούν. «Τετέλεσται», είπε και, κλίνοντας την κεφαλή του, εξέπνευσε. (Λουκ. 23:44-46· Ιωάν. 19:28-30) Ο υπερασπιστής του Ιησού, ο κακούργος που έπασχε παράπλευρα, αργούσε να πεθάνη. Αλλά επειδή το Ιουδαϊκό σάββατο επρόκειτο ν’ αρχίση με τη δύσι του ηλίου, οι στρατιώται επετάχυναν τον θάνατό του θραύοντας τα σκέλη του καθώς και ενός άλλου σταυρωμένου κακούργου. Έτσι πέθανε την ίδια ημέρα με τον Ιησούν, τον εκλεκτό του Βασιλέα. Τι απέγινε το νεκρό σώμα του κακούργου δεν μας λέγεται· αλλά το σώμα του Ιησού αποκαθηλώθη και ετάφη σ’ ένα νέο μνημείο που ανήκε σ’ έναν πλούσιο Ιουδαίο από την Αριμαθαία, που ωνομάζετο Ιωσήφ, ο οποίος είχε γίνει μαθητής του Ιησού.—Ιωάν. 19:31-42· Ματθ. 27:57-61.
ΕΝΑΣ ΛΗΣΤΗΣ ΣΤΟΝ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟ;
9. Ποιο ερώτημα αντιμετωπίζομε τώρα όσον αφορά την ταυτότητα του παραδείσου, και ποια είναι η απάντησις;
9 Αντιμετωπίζομε τώρα το ερώτημα, Ανεφέρετο άρα γε ο Ιησούς στον ίδιο Παράδεισο μ’ εκείνον στον οποίον ανεφέρθη ο απόστολος Παύλος πολύ αργότερα; Μιλούσε ο Ιησούς στον κακούργο επάνω στο ξύλο για τον ίδιο Παράδεισο που ανέφερε όταν έδωσε την Αποκάλυψι στον απόστολο Ιωάννη, περίπου στο 96 (μ.Χ.); Στην Αποκάλυψι 2:7 ο Ιησούς λέγει: «Όστις έχει ωτίον, ας ακούση τι λέγει το πνεύμα προς τας εκκλησίας· Εις τον νικώντα, θέλω δώσει εις αυτόν να φάγη εκ του ξύλου της ζωής, το οποίον είναι εν μέσω του παραδείσου του Θεού.» Γραφικώς, η απάντησις πρέπει να είναι όχι.
10. Γιατί ο Ιησούς δεν μιλούσε στον κακούργο επάνω στο ξύλο για έναν ουράνιο παράδεισο;
10 Στον κακούργο επάνω στο ξύλο ο Ιησούς δεν μιλούσε για έναν ουράνιο Παράδεισο. Ο κακούργος δεν μπορούσε να εννοήση πνευματικά πράγματα, όπως και ο Ιουδαίος Φαρισαίος Νικόδημος, άρχων των Ιουδαίων, στον οποίον ο Ιησούς είπε: «Εάν τις δεν γεννηθή άνωθεν, δεν δύναται να ίδη την βασιλείαν του Θεού. . . . Εάν τις δεν γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος, δεν δύναται να εισέλθη εις την βασιλείαν του Θεού. Το γεγεννημένον εκ της σαρκός, είναι σαρξ· και το γεγεννημένον εκ του πνεύματος είναι πνεύμα. Μη θαυμάσης ότι σοι είπον, Πρέπει να γεννηθήτε άνωθεν. . . . Εκείνο το οποίον εξεύρομεν λαλούμεν, και εκείνο το οποίον είδομεν μαρτυρούμεν· και την μαρτυρίαν ημών δεν δέχεσθε. Εάν τα επίγεια σας είπον, και δεν πιστεύητε, πώς, εάν σας είπω τα επουράνια, θέλετε πιστεύσει;» (Ιωάν. 3:3-12) Στον κακούργον ο Ιησούς μίλησε για έναν Παράδεισο που θα μπορούσε να τον κατανοήση. Έτσι, ο κακούργος δεν ενόησε ότι με το να είναι στον Παράδεισο με τον Ιησούν ως Βασιλέα θα πήγαινε στον ουρανό κατά τον θάνατο, ή ότι στην ανάστασί του εκ νεκρών θα εισήγετο στον ουρανό.
11. Πώς, επίσης, η περίπτωσις των αποστόλων του Ιησού δείχνει ότι ο κακούργος επάνω στο ξύλο δεν θα εσκέπτετο για μια ουράνια βασιλεία ή παράδεισο;
11 Ακόμη και έπειτα από χρόνια κηρύγματος της βασιλείας των ουρανών και ως τη στιγμή της αναλήψεως του Ιησού στον ουρανό μπροστά στα μάτια των αποστόλων του, αυτοί δεν είχαν ιδέα μιας ουράνιας βασιλείας. Αλλιώς δεν θα υπέβαλλαν σ’ αυτόν την αποχαιρετιστήρια αυτή ερώτησι: «Κύριε, τάχα εν τω καιρώ τούτω αποκαθιστάνεις την βασιλείαν εις τον Ισραήλ;» (Πράξ. 1:6-11) Πώς θα μπορούσε, λοιπόν, ο συμπαθητικός αυτός άνθρωπος επάνω στο ξύλο, ένας κακούργος, όχι ένας οικείος απόστολος του Ιησού, να σκέπτεται για τον Ιησούν ως ερχόμενον σε μια ουράνια βασιλεία ή να σκέπτεται για Παράδεισο που βρίσκεται στον ουρανό;
12. Γιατί μερικοί θρησκευτικοί ηγέται του «Χριστιανικού κόσμου» σήμερα δέχονται τον παράδεισο που εδίδασκαν οι ραββινικές σχολές της εποχής του Ιησού;
12 Ο Παράδεισος για τον οποίον ο Ιησούς μίλησε στον κακούργο δεν ήταν ο παράδεισος που εδίδασκαν οι ραββινικές σχολές της εποχής εκείνης. Σύμφωνα με τις σχολές αυτές, ο Παράδεισος υπήρχε ακόμη, δηλαδή, ο κήπος της Εδέμ. Σύμφωνα με τη διδασκαλία των, πού υπήρχε; Για να παραθέσωμε τη δήλωσι μιας αυθεντίας: Ο Παράδεισος «ήταν μια χώρα του κόσμου των νεκρών, του Σιεόλ, στην καρδιά της γης. Η Γέεννα ήταν στη μία πλευρά, με τις φλόγες της και τα βασανιστήριά της. Ο Παράδεισος στην άλλη, η διάμεση κατοικία των ευλογημένων. . . . Οι πατριάρχαι ήσαν εκεί, ο Αβραάμ, και ο Ισαάκ, και ο Ιακώβ, έτοιμοι να δεχθούν τους πιστούς απογόνους των στους κόλπους των . . . Η υψίστη θέσις τιμής και το συμπόσιο των ευλογημένων ψυχών ήταν ο κόλπος του Αβραάμ (Λουκ. 16:23), στον οποίον ο νέος κληρονόμος αθανασίας ανεκλίνετο ως ο ευνοημένος και τιμημένος ξένος.»a Σήμερα μερικοί θρησκευτικοί ηγέται του «Χριστιανικού κόσμου» δέχονται αύτη τη ραββινική διδασκαλία.b Αυτοί γνωρίζουν ότι ο Ιησούς δεν πήγε στον ουρανό την ημέρα που μίλησε στον κακούργο που εκρέματο στο ξύλο. Γνωρίζουν ότι το πρωί της αναστάσεώς του εκ νεκρών ο Ιησούς είπε στη Μαρία τη Μαγδαληνή: «Μη μου άπτου· διότι δεν ανέβην έτι προς τον Πατέρα μου· αλλά ύπαγε προς τους αδελφούς μου, και ειπέ προς αυτούς, Αναβαίνω προς τον Πατέρα μου και Πατέρα σας, και Θεόν μου και Θεόν σας.» (Ιωάν. 20:17, 18) Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν είχε πάει σε κάποιον ουράνιο Παράδεισο.
13. Γιατί, όπως απεδείχθη από τον Πέτρο την ημέρα της Πεντηκοστής, ο Ιησούς δεν είχε πάει σε κάποιον ουράνιο παράδεισο;
13 Γιατί; Επειδή από τον θάνατό του και την ταφή του ο Ιησούς ήταν στον Σιεόλ στη διάρκεια τμημάτων τριών ημερών. Η ψυχή του ήταν στον Σιεόλ, εις εκπλήρωσιν του Ψαλμού 16:10: «Δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εις τον Σιεόλ. Δεν θέλεις αφήσει τον άνδρα του ελέους σου να ίδη τον λάκκον.» (ΜΝΚ) Αυτή είναι η ερμηνεία που το άγιο πνεύμα του Θεού έδωσε μέσω του αποστόλου Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής. Ο Πέτρος, υπό την ενέργεια του πνεύματος που μόλις είχε εκχυθή, είπε: «Ο Δαβίδ λέγει περί αυτού [του Ιησού], “Έβλεπον τον Ιεχωβά ενώπιόν μου διαπαντός. . . . δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εν τω άδη, ουδέ θέλεις αφήσει τον όσιόν σου να ίδη διαφθοράν. . . .” Επειδή λοιπόν [ο Δαβίδ] ήτο προφήτης, και ήξευρεν ότι μεθ’ όρκου ώμοσε προς αυτόν ο Θεός, ότι εκ του καρπού της οσφύος αυτού θέλει αναστήσει κατά σάρκα τον Χριστόν, δια να καθίση αυτόν επί του θρόνου αυτού, προϊδών ελάλησε περί της αναστάσεως του Χριστού, ότι δεν εγκατελείφθη η ψυχή αυτού εν τω άδη, ουδέ η σαρξ αυτού είδε διαφθοράν. Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός.»—Πράξ. 2:25-32, ΜΝΚ.
14. Γιατί ο Ιησούς και ο κακούργος δεν ήσαν σ’ έναν Παράδεισο κάτω στον Σιεόλ, και γιατί ο κακούργος δεν μετέσχε με τον Ιησούν στην «πρώτη ανάστασι»;
14 Την ημέρα του θανάτου ο κακούργος ήταν με τον Ιησούν στον Σιεόλ ή Άδη. Δεν είχε πάει στον ουρανό, όπως και ο Ιησούς δεν είχε πάει στον ουρανό. Ούτε ήταν ο Ιησούς και ο κακούργος σ’ έναν Παράδεισο κάτω στον Σιεόλ ή Άδη. Ο Παράδεισος δεν είναι εκεί κάτω, ούτε ο Θεός κατόπιν μετέφερε τον Παράδεισο από τον Σιεόλ στον ουρανό, στην άμεση παρουσία Του, διότι ο Σιεόλ ή Άδης δεν είναι εκείνο που οι αρχαίοι ραββίνοι κακώς εδίδασκαν ότι είναι. Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, ο Σιεόλ ή Άδης είναι ο κοινός τάφος του ανθρωπίνου γένους. Όταν ο Ιησούς ανέστη εκ νεκρών για να μην εγκαταλειφθή η ψυχή του στον Σιεόλ ή Άδη, έλαβε πείραν της «πρώτης αναστάσεως». Έτσι διαβάζομε: «Όστις είναι αρχή, πρωτότοκος εκ των νεκρών, δια να γείνη αυτός πρωτεύων εις τα πάντα.» (Κολ. 1:18) Ο ληστής δεν μετέσχε στην «πρώτη ανάστασι» με τον Ιησούν, διότι αυτή είναι μια πνευματική ανάστασις, ανάστασις ενός ατόμου σε ζωή ως πνευματικού προσώπου στους αοράτους ουρανούς. Ο Ιησούς είπε στον Νικόδημο ότι πρέπει κανείς να «γεννηθή άνωθεν», να «γεννηθή εξ ύδατος και πνεύματος», για ν’ απολαύση αυτή την πνευματική ανάστασι. Στην περίπτωσι των πιστών μαθητών του Ιησού, δεν έγινε αποκύησίς των από το πνεύμα του Θεού πριν από την πρώτη ημέρα της Πεντηκοστής, πενήντα μία ημέρες μετά τον θάνατο του Ιησού.
15. Γιατί εκείνο που λέγει ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή 6:3-5 δεν εφαρμόζεται στον κακούργο, και επομένως, όταν ο Ιησούς ηγέρθη εκ νεκρών, τι συνέβη στον κακούργο;
15 Μολονότι ο κακούργος απέθανε παράπλευρα στον Ιησούν, δεν εφηρμόζετο σ’ αυτόν εκείνο που λέγει ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή 6:3-5: «Ή αγνοείτε ότι όσοι εβαπτίσθημεν εις Χριστόν Ιησούν, εις τον θάνατον αυτού εβαπτίσθημεν; Συνετάφημεν λοιπόν μετ’ αυτού δια του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα καθώς ο Χριστός ανέστη εκ νεκρών δια της δόξης του Πατρός, ούτω και ημείς περιπατήσωμεν εις νέαν ζωήν. Διότι εάν εγείναμεν σύμφυτοι με αυτόν [τον Χριστόν] κατά την ομοιότητα του θανάτου αυτού, θέλομεν είσθαι και κατά την ομοιότητα της αναστάσεως.» Αντί ν’ αποθάνη ένα Χριστοειδή θάνατο, ο κακούργος απέθανε θάνατο εγκληματίου. Είπε στον άλλον αποθνήσκοντα κακούργο: «Άξια των όσα επράξαμεν απολαμβάνομεν· ούτος όμως ουδέν άτοπον έπραξε.» (Λουκ. 23:40, 41) Συνεπώς, όταν ο Ιησούς ηγέρθη εκ νεκρών, άφησε τον κακούργο στον Σιεόλ, όχι στον Παράδεισο.
16. Μήπως ο κακούργος εζήτησε από τον Ιησούν το προνόμιο να είναι στη βασιλεία, και εχρησιμοποίησε μήπως ο απόστολος Πέτρος ένα από τα «κλειδία της βασιλείας των ουρανών» προς όφελος του κακούργου; Πώς το ξέρομε αυτό;
16 Αναλύστε, τώρα, τι είπε ο κακούργος στον Ιησούν: «Μνήσθητί μου, Ιησού, όταν έλθης εν τη βασιλεία σου.» Ζητούσε μήπως έτσι να είναι στη βασιλεία του Ιησού; Καθόλου! Ακόμη και από μια επίγεια, ανθρώπινη άποψι, πώς θα μπορούσε να ζητήση να είναι στη βασιλεία, αφού δεν ήταν στη βασιλική γενεαλογική γραμμή του Δαβίδ όπως ήταν ο Ιησούς; Επί πλέον, ο κακούργος δεν μπορούσε ν’ αντιπαρέλθη τον απόστολο Πέτρο και να μπη στη Βασιλεία. Ασφαλώς αυτός ο κακούργος δεν εγνώριζε ότι ο Ιησούς είχε ειπεί ιδιαιτέρως στον Πέτρο: «Θέλω σοι δώσει τα κλειδία της βασιλείας των ουρανών· και ό,τι εάν δέσης επί της γης, θέλει είσθαι δεδεμένον εν τοις ουρανοίς.» (Ματθ. 16:19) Την ημέρα της Πεντηκοστής για πρώτη φορά ο απόστολος Πέτρος, έχοντας λάβει το πνεύμα που εξεχύθη, άρχισε να χρησιμοποιή το ένα από αυτά τα «κλειδία της βασιλείας των ουρανών». Σ’ αυτή την ημέρα της Πεντηκοστής ο κακούργος δεν ήταν εκεί για ν’ ακούση τον Πέτρο να κηρύττη. Δεν μπορούσε να επωφεληθή από τη χρησιμοποίησι του πρώτου κλειδιού από τον Πέτρο για να μπη στην ουράνια βασιλεία και να είναι με τον δοξασμένο Ιησού Χριστό.
17. Με ποιους ο Ιησούς έκαμε διαθήκη για τη βασιλεία, και γιατί αυτή δεν περιελάμβανε και τον κακούργο;
17 Την προηγούμενη νύχτα της σταυρώσεώς του στο ξύλο του μαρτυρίου με τον κακούργο παράπλευρα, ο Ιησούς ίδρυσε το δείπνον του Κυρίου ως έναν ετήσιο εορτασμό. Κατόπιν είπε στους ένδεκα πιστούς αποστόλους του: «Σεις δε είσθε οι διαμείναντες μετ’ εμού εν τοις πειρασμοίς μου· όθεν εγώ ετοιμάζω [διατίθεμαι, Κείμενον] εις εσάς βασιλείαν, ως ο Πατήρ μου ητοίμασεν [διέθετο, Κείμενον] εις εμέ, δια να τρώγητε και να πίνητε επί της τραπέζης εν τη βασιλεία μου· και να καθίσητε επί θρόνων, κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ.» Επιπρόσθετα σ’ αυτή τη διαθήκη για τη βασιλεία υπήρχε η νέα διαθήκη. Ο Ιησούς ανέφερε αυτή τη διαθήκη σ’ αυτούς τους αποστόλους όταν τους προσέφερε το ποτήριον του οίνου, λέγοντας: «Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον.» (Λουκ. 22:19-30) Ανόμοια με τους ένδεκα πιστούς αποστόλους, ο κακούργος δεν είχε διαμείνει με τον Ιησούν στους πειρασμούς του. Ο Ιησούς, λοιπόν, δεν είπε στον κακούργο ότι τον έπαιρνε στη διαθήκη για τη βασιλεία επειδή απλώς ο κακούργος προέβη σε υπεράσπισιν του Ιησού και εζήτησε να τον ενθυμηθή ο Ιησούς αφού γίνη βασιλεύς.
18. Όταν ο αναστημένος Ιησούς εισήλθε ως πρόδρομος στο ουράνιο αγιαστήριο του Θεού, γιατί ο κακούργος δεν εισήλθε με τον Ιησούν ως συμπρόδρομος;
18 Το Εβραίους 6:19, 20 μας λέγει ότι ο Ιησούς, ως Αρχιερεύς του Θεού, εισήλθε ως πρόδρομος στο ουράνιο αγιαστήριο του Θεού, «εις το εσωτερικόν του καταπετάσματος», αφού εθυσίασε τη σάρκα του και ανεστήθη ως πνευματικό πρόσωπο. Ο κακούργος δεν μπορούσε να είναι ένας συμπρόδρομος με τον Ιησούν, επειδή, στον αρχαίον Ισραήλ, ο αρχιερεύς εισήρχετο στα Άγια των Αγίων του Θεού μόνος. (Εβρ. 9:6-8) Την ημέρα της αναστάσεως του Ιησού ο κακούργος δεν έλαβε ένα σώμα αναστάσεως, αλλά έπρεπε να περιμένη ώσπου να έλθη ο καιρός για την ανάστασι εκείνων που βρίσκονται στα μνημεία, οπότε θα του δοθή ένα σώμα. Αφού ανέστη ο Ιησούς, ο απόστολος έγραψε στους Χριστιανούς αδελφούς του: ‘Έχομεν, λοιπόν, αδελφοί, παρρησίαν να εισέλθωμεν εις τα άγια δια του αίματος του Ιησού, δια νέας και ζώσης οδού την οποίαν καθιέρωσεν εις ημάς, δια του καταπετάσματος, τουτέστι, της σαρκός αυτού, και έχομεν ιερέα μέγαν επί τον οίκον του Θεού’.—Εβρ. 10:19-21.
19. Γιατί ο κακούργος δεν ήταν θεμέλιο για τη Χριστιανική εκκλησία, και γιατί δεν έγινε μεγαλύτερος από τον Ιωάννη το Βαπτιστή;
19 Ο κακούργος δεν ήταν θεμέλιο για τη Χριστιανική εκκλησία· δεν ήταν ούτε καν μέλος της. Οι «δώδεκα απόστολοι του Αρνίου» κατεστάθησαν δευτερεύοντα θεμέλια της Χριστιανικής εκκλησίας, η οποία οικοδομείται επάνω στο κύριο θεμέλιο, τον Συμπαγή-Βράχον Ιησούν Χριστόν. (Αποκάλ. 21:14) Την ημέρα της Πεντηκοστής ο κακούργος δεν έλαβε το άγιο πνεύμα που εξεχύθη, όπως δεν το έλαβε και ο Ιωάννης ο Βαπτιστής. Αυτός δεν έγινε μεγαλύτερος από τον Ιωάννη, διότι ο Ιησούς είπε όσον αφορά εκείνους που εισέρχονται στη βασιλεία των ουρανών: «Μεταξύ των γεννηθέντων υπό γυναικών δεν ηγέρθη μεγαλήτερος Ιωάννου του Βαπτιστού· πλην ο μικρότερος εν τη βασιλεία των ουρανών, είναι μεγαλήτερος αυτού. Από δε των ημερών Ιωάννου του Βαπτιστού έως του νυν, η βασιλεία των ουρανών βιάζεται, και οι βιασταί αρπάζουσιν αυτήν.» (Ματθ. 11:11, 12) Ο κακούργος δεν απετέλεσε εξαίρεσιν σε όλες τις απαιτήσεις και όλες τις προμήθειες που έγιναν για τη Χριστιανική εκκλησία των 144.000 νικητών του κόσμου τούτου.—Αποκάλ.7:4-8· 14:1-5.
20. Γιατί, όταν ευρίσκετο ο κακούργος στο ξύλο του μαρτυρίου, δεν ήταν αποκυημένος από το πνεύμα του Θεού ή χρισμένος μ’ αυτό;
20 Επάνω στο ξύλο ο κακούργος δεν ήταν αποκυημένος από το πνεύμα του Θεού και χρισμένος μ’ αυτό. Ο Ιησούς δεν εξέχυσε το άγιο πνεύμα του Θεού στους πιστούς μαθητάς του κατά την ημέρα του Πάσχα ούτε όταν ήταν επάνω στο ξύλο του μαρτυρίου. Το εξέχυσε την ημέρα της εορτής της Πεντηκοστής και όταν ευρίσκετο στα δεξιά του Θεού στον ουρανό, ως Αρχιερεύς του Θεού. (Ιωάν. 7:39) Τότε για πρώτη φορά οι ζώντες μαθηταί έγιναν πνευματικοί υιοί του Θεού και ελήφθησαν στη νέα διαθήκη και εχρίσθησαν επίσης με το πνεύμα και ελήφθησαν στη διαθήκη της Βασιλείας ως συγκληρονόμοι με τον Ιησού Χριστό.
21. Γιατί, λοιπόν, ο παράδεισος που ανεφέρθη στον κακούργο δεν ήταν ο ίδιος με τη βασιλεία των ουρανών, και γιατί ο κακούργος δεν εκάθησε με τον Ιησούν στον ουράνιο θρόνο του;
21 Επομένως, ο Παράδεισος που ο Ιησούς ανέφερε στον κακούργο δεν είναι ο ίδιος με τη βασιλεία των ουρανών. Ο Ιησούς δεν υπεσχέθη στον κακούργο ότι θα ήταν μαζί του στη Βασιλεία. Ο κακούργος δεν εζήτησε να είναι με τον Ιησούν στη Βασιλεία, δηλαδή, ν’ αποτελή μέρος της. Επειδή δεν ήταν μέλος της βασιλικής γενεαλογικής γραμμής του Δαβίδ, ο κακούργος εζήτησε απλώς να είναι υπό την Βασιλεία και να τον αναγνωρίση ο Βασιλεύς ή να τον θυμηθή και να φροντίση να λάβη ανάστασι εκ νεκρών στην επικράτεια της Βασιλείας. Ο Παράδεισος είναι υπό την Βασιλεία. Αφού έτσι έχει το πράγμα, ο Παράδεισος μπορεί να εγκαθιδρυθή μόνο αφού προηγουμένως θα έχη εγκαθιδρυθή η Βασιλεία. Η βασιλεία του Ιησού δεν ήταν εγκαθιδρυμένη τότε στη γη κατά την Πασχαλινή ημέρα του θανάτου του. Όλες οι Γραφικές προφητείες και τα σχετικά γεγονότα αποδεικνύουν ότι η Βασιλεία ιδρύθη στους ουρανούς κατά το έτος 1914 (μ.Χ.). Όταν ο Ιησούς ανελήφθη στον ουρανό την τεσσαρακοστή ημέρα μετά την ανάστασί του, εκάθησε στα δεξιά του Θεού, για να περιμένη ως το 1914 και ως την έναρξι της Βασιλείας τότε. Ο φιλικά διακείμενος κακούργος δεν εκάθησε με τον Ιησούν στον θρόνο Του, πράγμα που ο Ιησούς είπε ότι θα εχορηγείτο σ’ εκείνους από την εκκλησία του που νικούν αυτόν τον κόσμο πνευματικώς.—Αποκάλ. 3:21· Εβρ. 10:12-14.
22. Γιατί δεν ανέστη από έναν Παράδεισο ο Ιησούς, και σε τι θα αναστηθούν ο κακούργος και οι νεκροί του ανθρωπίνου γένους που βρίσκονται στα μνημεία;
22 Όλα αυτά καθιστούν αδύνατο το να είναι ο κακούργος με τον Ιησούν στον Παράδεισο κατά την ημέρα του θανάτου των στο ξύλο του μαρτυρίου. Την τρίτη ημέρα του θανάτου του, ο Ιησούς δεν ανεστήθη από έναν Παράδεισο, αφήνοντας εκεί κάτω τον ληστήν με τους νεκρούς. Αυτό θα εσήμαινε ότι ο Ιησούς ήταν μαζί του στον Παράδεισο μόνο στη διάρκεια τμημάτων τριών ημερών και έπειτα τον άφησε εκεί. Ο Ιησούς δεν κατέβη πάλι στον Παράδεισο για να είναι εκεί με τον κακούργο. Ανελήφθη στον ουρανό για να είναι με τον ουράνιο Πατέρα του. Την τρίτη ημέρα ο κακούργος δεν ανεστήθη με τον Ιησούν από έναν παράδεισο. Για κανένα νεκρό πρόσωπο δεν θα υπάρξη ανάστασις από τον αληθινό Παράδεισο. Για τον κακούργο και τους νεκρούς του ανθρωπίνου γένους που βρίσκονται στα μνημεία θα υπάρξη ανάστασις στον Παράδεισο, εδώ επάνω στη γη. Ο κακούργος δεν ήταν ο πρώτος που εκέρδισε Παράδεισο, ούτε υπήρξαν κάποιοι από τους νεκρούς σε Παράδεισο πριν από τον κακούργο. Ο Παράδεισος είναι τόπος, όχι των νεκρών, αλλά των ζώντων!
Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΤΗΣ ΕΔΕΜ
23, 24. (α) Ποιος ήταν ο πρώτος άνθρωπος που βρέθηκε σε παράδεισο, και γιατί; (β) Γιατί το όνομα Παράδεισος εφαρμόζεται κατάλληλα στον κήπο της Εδέμ;
23 Ο πρώτος άνθρωπος που βρέθηκε σε Παράδεισο ήταν ο Αδάμ ο υιός του Θεού. Ο Αδάμ ήταν τότε ζωντανός. Δεν υπήρχε τότε Σιεόλ ή Άδης, διότι κανείς άνθρωπος δεν είχε τότε πεθάνει και ταφή σ’ ένα γήινο τάφο. Σ’ ένα άρθρο για τον Παράδεισο Η Αμερικανική Εγκυκλοπαιδεία (Τόμος ΚΑ΄) αρχίζει με τα λόγια: «ο κήπος της Εδέμ. Η λέξις έχει προέλευσι Περσική και σημαίνει άλσος. Εισήχθη στις νεώτερες γλώσσες ως όνομα για τον κήπο της Εδέμ . . . και επομένως οποιασδήποτε κατοικίας ευτυχίας.»
24 Το όνομα εφαρμόζεται κατάλληλα στον κήπο της Εδέμ, στον οποίον ο Αδάμ εδημιουργήθη και ετέθη. Η Εβραϊκή λέξις που χρησιμοποιείται στη Βίβλο αντί του «κήπος» σημαίνει έναν περικλεισμένο ή περιφραγμένο τόπο· εκείνο που ήταν περικλεισμένο ήταν κάτι θελκτικό και ωραίο. Τούτο συμφωνεί με την Περσική έννοια ενός πάρντες ή παραδείσου: «ένα ευρύ, εκτεταμένο πάρκο, περικλεισμένο για διαφύλαξι από βλάβη, με τη φυσική του, όμως, ομορφιά άθικτη, με μεγαλοπρεπή δένδρα δάσους, που πολλά απ’ αυτά καρποφορούσαν, ποτιζόμενα από καθαρά ποτάμια, στων οποίων τις όχθες περιεπλανώντο αγέλες από αντιλόπες ή πρόβατα—αυτή ήταν η σκηνογραφία που εσχετίζετο στη διάνοια του Έλληνος ταξιδιώτου με τη λέξι παράδεισος, και για την οποία η δική του γλώσσα δεν παρείχε κανένα ακριβές αντίστοιχο . . .» Από ωρισμένους Έλληνας συγγραφείς η λέξις εχρησιμοποιήθη για να υποδηλώση ένα «εκτεταμένο γήπεδο, περικλεισμένο μ’ ένα δυνατό φράχτη ή τοίχο, με αφθονία δένδρων, θάμνων, φυτών και ειδών κηπουρικής καλλιεργείας, και στο οποίο διετηρούντο εκλεκτά ζώα με διαφόρους τρόπους περιορισμού ή ελευθερίας, σύμφωνα με το αν ήσαν άγρια ή ήμερα· έτσι η λέξις αντιστοιχεί πολύ στενά προς την Αγγλική λέξι park (πάρκο) με προσθήκη κήπων, θηριοτροφείου και πτηνοτροφείου.»c
25, 26. (α) Πώς η λέξις Παράδεισος έφθασε να εφαρμόζεται στον κήπο της Εδέμ; (β) Γιατί η Ρωμαιοκαθολική Μετάφρασις της Γραφής Ντουαί δεν χρησιμοποιεί την έκφρασι «ο κήπος της Εδέμ»;
25 Έτσι συνέβη ώστε, στον τρίτον αιώνα πριν από τη Χριστιανική εποχή, οι Εβραίοι που άρχισαν να μεταφράζουν τις θεόπνευστες ιερές Εβραϊκές Γραφές των στα Ελληνικά, να χρησιμοποιήσουν την Ελληνική λέξι παράδεισος για να μεταφράσουν την Εβραϊκή λέξι γκαν. Εκείνοι που μετέφρασαν τη Γραφή στα Λατινικά εχρησιμοποίησαν τη Λατινική λέξι paradisus. Η Ρωμαιοκαθολική Μετάφρασις της Αγίας Γραφής Ντουαί ακολούθησε το παράδειγμα αυτό. Παραθέτομε από την Ελληνική Μετάφρασι των Εβδομήκοντα το Γένεσις 2:7-15, το οποίον αποδίδεται όπως και στη μετάφρασι Ντουαί:
26 «Και έπλασεν ο Θεός τον άνθρωπον, χουν από της γης, και ενεφύσησεν εις το πρόσωπον αυτού πνοήν ζωής, και εγένετο ο άνθρωπος εις ψυχήν ζώσαν. Και εφύτευσεν ο Θεός παράδεισον εν Εδέμ κατά ανατολάς και έθετο εκεί τον άνθρωπον, ον έπλασε. Και εξανέτειλεν ο Θεός έτι εκ της γης παν ξύλον ωραίον εις όρασιν και καλόν εις βρώσιν και το ξύλον της ζωής εν μέσω του παραδείσου και το ξύλον του ειδέναι γνωστόν καλού και πονηρού. Ποταμός δε εκπορεύεται εξ Εδέμ ποτίζειν τον παράδεισον· εκείθεν αφορίζεται εις τέσσαρας αρχάς . . . Και έλαβε Κύριος ο Θεός τον άνθρωπον, ον έπλασε, και έθετο αυτόν εν τω παραδείσω της τρυφής, εργάζεσθαι αυτόν και φυλάσσειν.»
27. Πόσες φορές η Εβραϊκή Γραφή χρησιμοποιεί την αντίστοιχη λέξι παρντές, και πώς ο ποιμήν εραστής του Άσματος του Σολομώντος εξηγεί τη σημασία αυτής της λέξεως;
27 Τρεις φορές σε εδάφια μεταγενεστέρων βιβλίων της η Εβραϊκή Γραφή η ίδια χρησιμοποιεί τη λέξι παρντές. (Νεεμ. 2:8 [Μετάφρασις Εβδομήκοντα και Μετάφρασις Νέου Κόσμου, υποσημείωσις]· Εκκλησ. 2:5· Ασμ. Ασμ. 4:13) Η θελκτική ομορφιά ενός παρντές ή παραδείσου εκφράζεται, στο Άσμα του Σολομώντος 4:13, με τα λόγια του ποιμένος εραστού προς την αγαπητή του φίλη: «Κήπος κεκλεισμένος είναι η αδελφή μου, η νύμφη μου· βρύσις κεκλεισμένη, πηγή εσφραγισμένη. Οι βλαστοί σου είναι παράδεισος ροϊδίων, μετά εκλεκτών καρπών· κύπρος μετά νάρδου· νάρδος και κρόκος· κάλαμος και κιννάμωμον, μετά πάντων των δένδρων του θυμιάματος· σμύρνα και αλόη, μετά πάντων των πρωτίστων αρωμάτων· πηγή κήπων, φρέαρ ύδατος ζώντος, και ρύακες από του Λιβάνου.»—Άσμ. Ασμ. 4:12-15.
28. Τι ήταν εκείνο που ηύξανε πάρα πολύ τις τέρψεις του κήπου της Εδέμ, και πώς κατεδείχθη ότι ο κήπος ήταν περικλεισμένος, από ό,τι έλαβε χώραν μετά την εισαγωγή της αμαρτίας;
28 Εν τούτοις, υπήρχε κάτι που εξωράιζε τον Παράδεισο της Εδέμ ακόμη περισσότερο για τον πρώτον άνθρωπον Αδάμ και την τελεία σύζυγό του Εύα και που ηύξανε πάρα πολύ τις τέρψεις και ευχαριστήσεις του. Αυτό ήταν η παρουσία του Ιεχωβά Θεού, του Δημιουργού των και στοργικού ουρανίου των Πατρός. Με τον θαυμαστό του τρόπο περιπατούσε σ’ αυτόν τον κήπο και έδινε στον άνθρωπο τον νόμο Του και την καθοδηγία Του. Η παρουσία του αγίαζε αυτόν τον παράδεισο, αυτόν τον κήπο της Εδέμ, και τον καθιστούσε τόπο αγίας διαβιώσεως. (Γέν. 2:19-25· 3:8, 9) Με την ορθή διάταξι των πραγμάτων, όταν ο Αδάμ και η Εύα εγκατέλειψαν την πορεία της αγιότητος αμαρτάνοντας ενώπιον του Δημιουργού, Θεού και Πατρός των, εξεδιώχθησαν από τον επίγειο Παράδεισο, για να πεθάνουν ως αμαρτωλοί έξω στην καταραμένη γη. Το γεγονός ότι ο κήπος ή Παράδεισος της Εδέμ ήταν τόπος περικλεισμένος ή περιφραγμένος, τουλάχιστον από αοράτους αγγέλους φύλακας, καταδεικνύεται από τα λόγια της Γενέσεως 3:23, 24: «Όθεν Κύριος ο Θεός εξαπέστειλεν αυτόν εκ του παραδείσου της Εδέμ, δια να εργάζηται την γην εκ της οποίας ελήφθη. Και εξεδίωξε τον Αδάμ· και κατά ανατολάς του παραδείσου της Εδέμ έθεσε τα Χερουβείμ, και την ρομφαίαν την φλογίνην, την περιστρεφομένην, δια να φυλάττωσι την οδόν του ξύλου της ζωής.»
29. Τι μπορεί να λεχθή για το αν ο Αδάμ επήγε πάλι στον Παράδεισο κατά τον θάνατό του, ή αν ο Άβελ επήγε εκεί όταν εδολοφονήθη;
29 Έξω από την Εδέμ ο Αδάμ έζησε ως την ηλικία των 930 ετών. Ο Αδάμ δεν ξαναπήγε στον Παράδεισο όταν πέθανε, μολονότι ο Παράδεισος υπήρχε ακόμη, όχι στο κέντρον του πλανήτου μας, της γης, όπως διδάσκει ο θρησκευτικός κλήρος, αλλά στην κορυφή της γης. Ο Αδάμ επήγε πάλι στο έδαφος από το οποίο είχε ληφθή. Ο Ψαλμός 16:10 δεν προείπε γι’ αυτόν, τον πρώτον Αδάμ, ότι η ψυχή του δεν θα εγκατελείπετο στον Σιεόλ ή Άδην, αλλά το προείπε αυτό όσον αφορά τον «έσχατον Αδάμ», τον Ιησού Χριστό. Η ζώσα ψυχή Αδάμ είχε αμαρτήσει και είχε πεθάνει για να υποστή την ποινή της ανταρσίας εναντίον του Δημιουργού και Θεού του Παραδείσου. (Ιεζ. 18:4, 20· Γέν. 2:7) Όταν ο ευσεβής γυιός του Αδάμ, ο Άβελ, εδολοφονήθη από τον ζηλότυπον αδελφό του Κάιν δεν επήγε στον Παράδεισο· αλλά το αίμα του έκραζε προς τον Θεό από τη γη έξω από τον Παράδεισο της Εδέμ.—Γέν. 4:1-11.
30. Τι μπορεί να λεχθή για τον Παράδεισο και τον Ενώχ, ο οποίος μετετέθη για να μην ιδή θάνατο;
30 Ο Αδάμ είδε τη γέννησι του Ενώχ, του εβδόμου στη γενεαλογική γραμμή από τον Αδάμ. Μ’ ένα άγιο τρόπο ζωής ο Ενώχ ‘περιεπάτησε μετά του Θεού’. Στον δέοντα καιρό ο Θεός μετέθεσε τον Ενώχ. Αλλά, όταν μετετέθη για να μην ιδή θάνατο, ο Ενώχ δεν πήγε στον Παράδεισο, ο οποίος ακόμη υπήρχε. Το Εβραίους 11:5 μας λέγει ότι «δεν ευρίσκετο». Ειρηνικά ελήφθη στον θάνατο με θαύμα του Θεού, ο οποίος διεφύλαξε τον Ενώχ από τις δριμύτητες του θανάτου. Επειδή είχε ευαρεστήσει τον Θεό, απεθησαυρίσθη στη μνήμη του Θεού. Στον καιρό του Θεού ο Ενώχ θα έχη μέρος στην ανάστασι των δικαίων. (Πράξ. 24:15· Ιωάν. 5:28, 29) Ο αρχικός κήπος της Εδέμ δεν υπάρχει πια, διότι κατεστράφη στον κατακλυσμό της εποχής του Νώε. Όταν θα εγερθή εκ νεκρών, ο Ενώχ θ’ αναστηθή στον Παράδεισο αποκαταστημένο εδώ επάνω στη γη.
[Υποσημειώσεις]
a Εγκυκλοπαιδεία Βιβλικής, Θεολογικής και Εκκλησιαστικής Φιλολογίας, υπό Μακ Κλίντοκ και Στρογκ, Τόμος Ζ΄ (1894), σελίς 657.
b Βλέπε The Scofield Reference Bible, έκδοσις 1945 (copyright), σελίς 1098, υποσημείωσις 1 στο Λουκάς 16:23 που περιέχει τη λέξι «άδης».
c Εγκυκλοπαιδεία, υπό Μακ Κλίντοκ και Στρογκ, Τόμος Ζ΄ (1894), σελίς 652.