Παρηγορία για τους Στενοχωρημένους
«ΕΙΜΑΙ πολύ στενοχωρημένος. Γιατί μου συμβαίνει αυτό; Τι έκαμα; Εγώ έπρεπε να παρηγορώ άλλους, αλλά δεν μπορώ να παρηγορήσω τον εαυτό μου. Μήπως διέπραξα το ασυγχώρητο αμάρτημα; Νομίζω πώς ο Θεός μ’ εγκατέλειψε!» Μπορεί ν’ αναγνωρίσετε αυτό ως την κραυγή ενός Χριστιανού, ο οποίος απροσδόκητα βρίσκει τον εαυτό του πολύ στενοχωρημένο.
Η στενοχωρία είναι ένα άθλιο αίσθημα, αλλ’ όχι και ασύνηθες. Λόγου χάριν, ένας ώριμος επίσκοπος, που πλησιάζει στο τέλος μιας περιόδου εντατικής μελέτης, καταλαμβάνεται ξαφνικά από στενόχωρες σκέψεις. Μια μεσήλιξ γυναίκα που εργάζεται σκληρά για ν’ ανταποκριθή στις υποχρεώσεις της είναι κατηφής και άθυμη. Ένας ζηλωτής υπηρέτης σε μια εκκλησία, μολονότι έχει πολλές ζωντανές συστατικές επιστολές, είναι θλιβερά στενοχωρημένος. Μια νεαρή μητέρα με αρκετές Γραφικές μελέτες στο ενεργητικό της είναι καταθλιπτικά βαρύθυμη και παραπονείται ότι ο Θεός δεν φαίνεται να είναι τόσο κοντά όσο αυτή ήλπιζε ότι θα ήταν. Ένας νεαρός ολοχρόνιος διάκονος που ανετράφη «εν παιδεία και νουθεσία του Ιεχωβά» κατατρίβεται ξαφνικά από μελαγχολικές αμφιβολίες. Ένας γηραιός Χριστιανός με πολλά έτη ολοχρονίου διακονίας πίσω του φοβάται ότι έχασε κάπως τον αγώνα δρόμου για τον ουράνιο στέφανο της ζωής.
ΚΟΙΝΗ ΠΕΙΡΑ
Οι αληθινές αυτές πείρες δεν είναι νεώτερα πράγματα σε σπουδαστάς της Βίβλου. Στο έτος 50 (μ.Χ.) ο απόστολος Παύλος προέτρεπε τους Χριστιανούς της Θεσσαλονίκης να ‘παρηγορούν τους ολιγοψύχους’. (1 Θεσ. 5:14) Ο Πέτρος, αφού απηρνήθη τον Χριστό για τρίτη φορά «εξελθών έξω . . . έκλαυσε πικρώς», αναμφιβόλως πολύ στενοχωρημένος από την προσωπική του αποτυχία. Στην οδόν προς Εμμαούς, ο Κλεόπας κι ένας άλλος μαθητής ‘περιεπάτουν και ήσαν σκυθρωποί’ κι εξέφραζαν την απογοήτευσί τους για τον θάνατον του Ιησού, ο οποίος, όπως αυτοί ήλπιζαν, έμελλε να λυτρώση τον Ισραήλ. (Λουκ. 22:62· 24:13-21) Ο Παύλος, στη δεύτερη επιστολή του προς τους Χριστιανούς της Κορίνθου, έγραψε: «Κατά πάντα θλιβόμενοι, αλλ’ ουχί στενοχωρούμενοι· απορούμενοι, αλλ’ ουχί απελπιζόμενοι· διωκόμενοι, αλλ’ ουχί εγκαταλειπόμενοι· καταβαλλόμενοι, αλλ’ ουχί απολλύμενοι.» «Αφού ήλθομεν εις Μακεδονίαν, ουδεμίαν άνεσιν έλαβεν η σαρξ ημών, αλλά κατά πάντα εθλιβόμεθα· έξωθεν μάχαι, έσωθεν φόβοι. Αλλ’ ο Θεός ο παρηγορών τους ταπεινούς, παρηγόρησεν ημάς δια της παρουσίας του Τίτου.»—2 Κορ. 4:8, 9· 7:5, 6.
Οι πιστοί δούλοι του Ιεχωβά υπέφεραν επίσης αισθήματα στενοχωρίας πολύ πριν από τη Χριστιανική Εποχή. Ο Ιώβ, που διεκράτησε ακεραιότητα, είχε τόσο πολλά βάρη ώστε μίλησε ως να μην ήταν πια μαζί του ο Θεός: «Ως εν ταις ημέραις ότε ο Θεός με εφύλαττεν· . . . ότε η εύνοια του Θεού ήτο επί την σκηνήν μου· ότε ο Παντοδύναμος ήτο μετ’ εμού». (Ιώβ 29:2, 4, 5) Οι Ισραηλίται ειργάζοντο τόσο σκληρά στην Αιγυπτιακή δουλεία, ώστε, κι όταν ακόμη ο Ιεχωβά απέστειλε ένα μήνυμα ελπίδος δια του Μωυσέως, ο απογοητευμένος λαός δεν το πίστεψε. (Έξοδ. 6:6-9) Η Άννα, η αγαπητή σύζυγος του Ελκανά, ήταν τόσο απογοητευμένη για τη στειρότητά της και παρωξυσμένη από μια αντίζηλό της, ώστε «έκλαιε, και δεν έτρωγεν.» (1 Σαμ. 1:5-7) Ο βασανισμένος ψαλμωδός, αισθανόμενος θλίψι κι εγκατάλειψι, έγραψε: «Θέλω ειπεί προς τον Θεόν, την πέτραν μου, Δια τι με ελησμόνησας; δια τι περιπατώ σκυθρωπός εκ της καταθλίψεως του εχθρού;» (Ψαλμ. 42:9) Τα μελαγχολικά αυτά αισθήματα, που αφήνουν ένα άτομο κατηφές και ανίκανο να μειδιάση άνετα, αποτελούν προφανώς μια κοινή πείρα που είχαν δούλοι του Θεού από τους αρχαίους χρόνους ως την εποχή μας. Και οι αιτίες είναι ακόμη βασικά οι ίδιες.
ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ
Η στενοχωρία είναι μια προσωρινή απώλεια αισιοδοξίας, θάρρους κι ελπίδος που συχνά ορίζεται «κατάπτωσις». Όπως είδαμε, μπορεί να προκληθή από ατομικές δοκιμασίες, από μια αίσθησι προσωπικής αποτυχίας, από πικρή απογοήτευσι, έλλειψι σαφούς κατανοήσεως του σκοπού του Θεού κι από κατάθλιψι. Συχνά, όμως, η αιτία δεν μπορεί εύκολα να εξακριβωθή, εφόσον συντρέχει. ένας συνδυασμός περιστατικών. Ένα κορίτσι, που απουσιάζει απ’ το σπίτι, μπορεί να μείνη άνεργο, μοναχό και να νοσταλγή. Η φυσική και η διανοητική κόπωσις επίσης προξενούν στενοχωρία. Μερικές φορές μπορεί να είναι απλώς λόγοι υγείας ή ανησυχίες. Οι περιοδικές προσαρμογές στις λειτουργίες του σώματος μπορεί να συνοδεύωνται από μελαγχολία. Οι γυναίκες συχνά καταλαμβάνονται από στενοχωρία στη διάρκεια της παύσεως των εμμήνων. Οι παρήλικες μπορεί να είναι σκυθρωποί λόγω πτώσεως των φυσικών των δυνάμεων ή υποψίας ότι είναι πια ανεπιθύμητοι. Αν ένας είναι κουρασμένος από συνεχή σκληρή εργασία ή η διάνοιά του είναι κατάκοπη από εντατική μελέτη και ακατάλληλη ανάπαυσι, μπορεί ν’ αρχίση να βλέπη τη ζωή απαισιόδοξα, αρνητικά. Αυτές είναι μερικές κοινές αιτίες της αθλίας καταστάσεως στενοχωρίας. Κατά καιρούς η στενοχωρία μπορεί να στηρίζεται περισσότερο σε πνευματική ασθένεια, με εξασθένησι της πίστεως και μια αντίστοιχη ανικανότητα αντλήσεως παρηγορίας από τις Γραφές. Ο πνευματικώς ασθενής φαντάζεται ότι για κάποιο λόγο ο Θεός τού έστρεψε τα νώτα, οι δε Θεόδοτες υποσχέσεις ελπίδος και συμπαθείας γίνονται δεκτές με αμφιβολία. Οποιαδήποτε κι αν είναι η ιδιαίτερη αιτία, τα αισθήματα στενοχωρίας ποτέ δεν είναι ευχάριστα.
ΤΟ ΜΕΣΟΝ ΘΕΡΑΠΕΙΑΣ
Ακριβώς όπως οι αιτίες της στενοχωρίας μπορεί να είναι ένας παράγων ή και συνδυασμός παραγόντων, έτσι και το μέσον θεραπείας μπορεί ν’ απαιτήση μια ή περισσότερες ενέργειες. Επειδή η στενοχωρημένη διάνοια συχνά δεν σκέπτεται κατάλληλα πάνω στα γεγονότα, πρέπει ν’ αναζωογονήται. Τότε τα προβλήματα θα βλέπωνται με διαυγέστερο φως. Πρώτον, δώστε στο σώμα σας κατάλληλη ανάπαυσι και φροντίστε για τις άλλες του ανάγκες όσο είναι δυνατόν. Αν έχετε θέσει παράλογες αξιώσεις στη φυσική σας αντοχή, κάμετε μερικές προσαρμογές στο πρόγραμμά σας. Φροντίστε να μη σας στερήση τον αναγκαίο ύπνο η παρακολούθησις της τελευταίας τηλεοράσεως. Πολύ συχνά η στενοχωρία περνά με απλά θεραπευτικά μέσα, εφόσον το υγιές, αναπαυθέν άτομο μπορεί να πλησιάση τα προβλήματά του μ’ αισιοδοξία. Είναι ικανός να ζυγίση τους λόγους της αποθαρρύνσεως έναντι των λόγων της ελπίδος κι έτσι να τηρή υπό έλεγχον τους στοχασμούς του.
Σε κάθε κατάστασι στενοχωρίας, και ιδιαίτερα εκεί όπου η αιτία δεν αίρεται εύκολα, ο Χριστιανός ζωηρά θα επικαλεσθή τον Ιεχωβά εν τω ονόματι του Ιησού. Ο Θεόπνευστος ψαλμωδός μάς προτρέπει: «Επίρριψον επί τον Ιεχωβά το φορτίον σου, και αυτός θέλει σε ανακουφίσει· δεν θέλει ποτέ συγχωρήσει να σαλευθή ο δίκαιος.» «Ο Ιεχωβά υποστηρίζει πάντας τους πίπτοντας, και ανορθοί πάντας τους κεκυρτωμένους.» (Ψαλμ. 55:22, ΜΝΚ· 145:14, ΜΝΚ) Επιβεβαίωσις του ζωηρού ενδιαφέροντος του Θεού στη μελαγχολία μας παρέχεται δια του προφήτου Ησαΐα: «Διότι ούτω λέγει ο Ύψιστος και ο Υπέρτατος, ο κατοικών την αιωνιότητα, του οποίου το όνομα είναι Ο Άγιος· Εγώ κατοικώ εν υψηλοίς, και εν αγίω τόπω· και μετά του συντετριμμένου την καρδίαν, και του ταπεινού το πνεύμα, δια να ζωοποιώ το πνεύμα των ταπεινών, και να ζωοποιώ την καρδίαν των συντετριμμένων.»—Ησ. 57:15.
Αφού επιρρίψετε το φορτίο σας στον Ιεχωβά, αφιερώστε όσο μπορείτε περισσότερο χρόνο πλησιάζοντας τον Θεό με την ανάγνωσι της Γραφής. Η παροιμία λέγει: «Η λύπη εν τη καρδία του ανθρώπου ταπεινόνει αυτήν· ο δε καλός λόγος ευφραίνει αυτήν.» (Παροιμ. 12:25) Το ότι ο καλός λόγος του Θεού μπορεί να επαναφέρη χαρά στην καρδιά και φως στα λυπημένα μάτια πιστοποιείται από τον Ψαλμό 19:7, 8 (ΜΝΚ): «Ο νόμος του Ιεχωβά είναι άμωμος, επιστρέφων ψυχήν· η μαρτυρία του Ιεχωβά πιστή, σοφίζουσα τον απλούν· τα διατάγματα του Ιεχωβά ευθέα, ευφραίνοντα καρδίαν· η εντολή του Ιεχωβά λαμπρά, φωτίζουσα οφθαλμούς.»
Αν η θλιμμένη σας κατάστασις οφείλεται σε πικρή απογοήτευσι από τον εαυτό σας ή τους άλλους, ή είναι αποτέλεσμα καταθλίψεως, θυμηθήτε ότι η δοκιμασία επιτελεί μέγα καλόν, όταν δειχθή εγκαρτέρησις. Ο Πέτρος λέγει ότι «ο παθών κατά σάρκα έπαυσεν από της αμαρτίας· δια να ζήσητε τον εν σαρκί επίλοιπτον χρόνον, ουχί πλέον εν ταις επιθυμίαις των ανθρώπων, αλλ’ εν τω θελήματι του Θεού.» (1 Πέτρ. 4:1, 2) Ναι, η θλίψις μάς κάνει να κατανοήσωμε ότι η βέβαιη ελπίδα μας έγκειται στο να κάνωμε το θέλημα του Θεού· διερχόμεθα δοκιμασία, που συντελεί σε περισσότερη εκτίμησι αυτού του γεγονότος. Εκτός από τη διαπαιδαγώγησι, ο Χριστιανός αναμένει και διάφορες δοκιμασίες της πίστεώς του: «Δια το οποίον αγαλλιάσθε, αν και τώρα ολίγον, (εάν χρειασθή,) λυπηθήτε εν διαφόροις πειρασμοίς, ίνα η δοκιμή της πίστεώς σας πολύ τιμιωτέρα ούσα παρά το χρυσίον το φθειρόμενον, δια πυρός δε δοκιμαζόμενον, ευρεθή εις έπαινον και τιμήν και δόξαν, όταν φανερωθή ο Ιησούς Χριστός.» (1 Πέτρ. 1:6, 7) Φυσικά, ο Ιεχωβά δεν σας φέρει δοκιμασίες και στενοχωρία. Αυτός είναι ο Θεός πάσης παρηγορίας και δεν του είναι επιθυμητόν «να απολεσθή είς των μικρών τούτων.»—Ματθ. 18:14.
ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ
Και τι θα γίνη αν η στενοχωρία κι οι αμφιβολίες σάς αφήνουν απαρηγόρητους από τις Γραφές; Μη συμπεραίνετε ότι ο Ιεχωβά έγινε εχθρός σας, επειδή η πίστις σας είναι ασθενής. Οι αμφιβολίες δεν ήσαν άγνωστες μεταξύ των πιστών του δούλων στους βιβλικούς χρόνους. Αυτός δεν εγκατέλειψε τους Ισραηλίτας επειδή δεν επίστεψαν στην αρχή, αλλά τους ελευθέρωσε. (Έξοδ. 12:51) Ο Ιησούς, αντί ν’ αποκόψη από επικοινωνία τον απόστολο Θωμά επειδή εξεδήλωσε αμφιβολία για όσα του είπαν αυτόπται μάρτυρες περί της αναστάσεως του Κυρίου, τον εβοήθησε στοργικά να υπερνικήση την απιστία του. (Ιωάν. 20:24-29) Οι κατά σάρκα αδελφοί του Ιησού Ιάκωβος και Ιούδας δεν επίστεψαν σ’ αυτόν έως και μετά τον θάνατο και την ανάστασί του, αλλ’ ωστόσο, οι πρώτες των αμφιβολίες δεν τους εμπόδισαν από το να γίνουν αφωσιωμένοι και χρήσιμοι δούλοι του αργότερα. Με κατανόησι ο Ιάκωβος μπορούσε να παραβάλη τον διστάζοντα «με κύμα θαλάσσης κινούμενον υπό ανέμων και συνταραττόμενον.» (Ιάκ. 1:6) Ο Ιούδας μπορούσε συμπαθητικά να διδάξη τους Χριστιανούς με τη Θεόπνευστη επιστολή του ‘άλλους μεν να ελεούν, κάμνοντας διάκρισιν· άλλους δε να σώζουν μετά φόβου, αρπάζοντες αυτούς εκ του πυρός’. (Ιούδ. 22, 23) Το ότι μπορεί κανείς να επιζήση από μια τέτοια πύρινη δοκιμασία καταδεικνύεται από τον Παύλο, όταν έγραψε στην επιστολή 1 Κορινθίους 3:10-15: «Έκαστος όμως ας βλέπη πώς εποικοδομεί. Διότι θεμέλιον άλλο ουδείς δύναται να θέση παρά το τεθέν, το οποίον είναι ο Ιησούς Χριστός. Εάν δε τις εποικοδομή επί το θεμέλιον τούτο, χρυσόν, άργυρον, λίθους τιμίους, ξύλα, χόρτον, καλάμην· εκάστου το έργον θέλει φανερωθή· διότι η ημέρα θέλει φανερώσει αυτό· επειδή δια πυρός ανακαλύπτεται· και το πυρ θέλει δοκιμάσει το έργον εκάστου οποίον είναι. Εάν το έργον τινός το οποίον επωκοδόμησε μένη, θέλει λάβει μισθόν· εάν το έργον τινός κατακαή, θέλει ζημιωθή· αυτός όμως θέλει σωθή, πλην ούτως ως δια πυρός.»
Στην μη υγιή πνευματική κατάστασι, όπου οι προσευχές σας φαίνονται ατελεσφόρητες, υπακούστε στη διδαχή του Ιακώβου και ‘προσκαλέστε τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας, και ας προσευχηθώσιν επάνω σας, αλείφοντάς σας με έλαιον εν τω ονόματι του Ιεχωβά. Και η μετά πίστεως ευχή θέλει σας σώσει, και ο Ιεχωβά θέλει σας εγείρει’. (Ιάκ. 5:14, 15, ΜΝΚ) Οι ώριμοι επίσκοποι του Ιεχωβά κατανοούν την κατάστασί σας. Θα σας επαλείψουν με το καταπραϋντικό «έλαιον» της παρηγορίας από τον λόγον του Ιεχωβά και θα καθορίσουν ένα πρόγραμμα Γραφικής μελέτης και υπηρεσίας καθώς και συναναστροφής με ζηλωτάς Χριστιανούς, όλοι δε αυτοί θα σας κάμουν στον δέοντα καιρό ν’ απαλλαγήτε από τις απορίες που σας στενοχωρούν.
Επειδή υπάρχει πάντοτε μακαριότης στο να δίνη ένας Χριστιανός, ένα από τα βεβαιότερα αντίδοτα για τη στενόχωρη, άθυμη διανοητική κατάστασι είναι να αναζητή κανείς άλλους, οι οποίοι ‘στενάζουν και βοούν δια πάντα τα βδελύγματα τα γινόμενα’ σ’ αυτή την πριν από τον Αρμαγεδδώνα περίοδο. Παρηγορώντας αυτούς, θα παρηγορήσετε και τον εαυτό σας. (Ιεζ. 9:4· 2 Κορ. 1:3-7) Πολλοί ώριμοι Χριστιανοί μπορούν να επιβεβαιώσουν την αληθινότητα τούτου, αναπολώντας στη μνήμη τους τον Ψαλμό 126:5, 6: «Οι σπείροντες μετά δακρύων, εν αγαλλιάσει θέλουσι θερίσει. Όστις εξέρχεται, και κλαίει, βαστάζων σπόρον πολύτιμον, ούτος βεβαίως θέλει επιστρέψει εν αγαλλιάσει, βαστάζων τα χειρόβολα αυτού.» Είτε σε ευνοϊκό καιρό βρίσκεσθε είτε σε δοκιμασία και στενοχωρία, σπείρετε τον σπόρον της βασιλείας και θ’ αποκομίσετε μια ευτυχή αμοιβή!—Μάρκ. 4:14, 20.
Έχομε ιδεί ότι οι πιστοί δούλοι του Ιεχωβά υπέμειναν περιόδους στενοχωρίας στους προ-Χριστιανικούς, Χριστιανικούς και τους συγχρόνους καιρούς. Εφόσον πρόκειται για μια κατάστασι που απαιτεί βοήθειαν από τον Ιεχωβά, τον λόγον του και την οργάνωσί του, καθώς και κατάλληλη φροντίδα για τον φυσικόν άνθρωπο, οι στενοχωρημένες ψυχές υπάρχει κάθε λόγος να παρηγορούνται και να είναι θαρραλέες. Θυμηθήτε ότι ο πιστός Ιώβ δεν εγκατελείφθη πραγματικά από τον Ιεχωβά· η απογοήτευσις και η δυσφορία της Άννης παρήλθαν με τη γέννησι του Σαμουήλ και άλλων πέντε τέκνων· η απάρνησις του Κυρίου από τον Πέτρο δεν ήταν ασυγχώρητη· το αίσθημα καταθλίψεως του Παύλου διεδέχθη η χαρά, οι δε αμφιβολίες του Θωμά δεν τον κατέστησαν ακατάλληλο στον δρόμο για την αιώνια ζωή. Ούτε πρέπει ν’ αφεθή η στενοχωρία ή άλλη δοκιμασία να σας καταστήση ανικάνους. Μάλλον, όπως εδήλωσε ο Παύλος, «πειρασμός δεν σας κατέλαβεν ειμή ανθρώπινος· πιστός όμως είναι ο Θεός, όστις δεν θέλει σας αφήσει να πειρασθήτε υπέρ την δύναμίν σας, αλλά μετά του πειρασμού θέλει κάμει και την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε.» (1 Κορ. 10:13) Αυτό είναι αληθές και για τη στενοχωρία. Μην παύετε, λοιπόν, να κάνετε το ορθόν. Και «ο . . . Θεός της ελπίδος είθε να σας εμπλήση πάσης χαράς και ειρήνης δια της πίστεως, ώστε να περισσεύητε εις την ελπίδα δια της δυνάμεως του πνεύματος του αγίου.»—Ρωμ. 15:13.