Περιθάλπετε την Ελευθερία Σας
Η ελευθερία είναι πολύτιμη, αλλ’ υπάρχει ελευθερία ακόμη περισσότερο επιθυμητή από όσο είναι η ελευθερία από πολιτική καταπίεσι. Απολαύετε τέτοιας ελευθερίας;
ΠΟΛΥΑΡΙΘΜΟΙ πόλεμοι κι επαναστάσεις έχουν εκραγή μέσα στην παρούσα ακριβώς γενεά για ν’ αποκτηθή ελευθερία από απαραδέκτους περιορισμούς καταπιεστικών κυβερνήσεων. Είναι ευνόητον ότι οι άνθρωποι πρέπει να αγαπούν την ελευθερία τους και ότι δεν θα ήθελαν να ζουν σ’ ένα αστυνομικό καθεστώς, όπου κάθε κίνησίς των παρακολουθείται. Αλλά παρά το επιθυμητόν της ελευθερίας από πολιτική καταπίεσι, υπάρχει μια ακόμη πιο σπουδαία ελευθερία, την οποίαν θα έπρεπε ένας να ενδιαφέρεται ν’ αποκτήση.
Αυτό δευκρινίσθη καλά στον πρώτον αιώνα της Κοινής μας Χρονολογίας, όταν ο υποσχεμένος Μεσσίας Ιησούς Χριστός ήλθε ν’ απελευθερώση το Ιουδαϊκό έθνος από τη δουλεία. Οι Ιουδαίοι ήσαν υπόδουλοι στην Έκτη Παγκόσμιο Δύναμι, τη Ρώμη, κι ενόμιζαν ότι οι νόμοι αυτής της δυνάμεως που κυβερνούσε ήσαν σε απαράδεκτο βαθμό περιοριστικοί—ενώ τα βαριά φορολογικά μέτρα ήσαν ιδιαζόντως επαχθή. Είχαν διακαή πόθο ν’ απελευθερωθούν απ’ αυτόν τον ζυγό της πολιτικής δουλείας στη Ρώμη. Ήθελαν τον δικό τους βασιλέα να τους κυβερνά, όπως κάποτε τους κυβερνούσε στις ημέρες τις πριν από την ανατροπή του Ιουδαϊκού βασιλείου στο 607 π.Χ. Πόσο απέβλεπαν στην έλευσι του Μεσσίου για να τους φέρη ανακούφισι!
Αλλ’ όταν ήλθε ο Ιησούς, οι Ιουδαίοι απεγοητεύθησαν, ως το σημείο μάλιστα να τον απορρίψουν. Γιατί αυτό; Διότι ο Ιησούς δεν έγινε αρχηγός μιας κινήσεως για να τους απελευθερώση από τον ζυγό της πολιτικής δουλείας στη Ρώμη. Οι Ιουδαίοι τόσο πολύ μεριμνούσαν για την απόκτησι πολιτικής ελευθερίας, ώστε παρέβλεψαν την πολύ σπουδαιότερη θρησκευτική ελευθερία, που έφερε ο Ιησούς σ’ αυτούς. Ο Ιησούς άνοιξε, να το πούμε έτσι, τις θύρες της φυλακής, αλλ’ η πλειονότης του λαού προτίμησε να μείνη μέσα.
‘ΜΕΝΕΤΕ ΣΤΑΘΕΡΟΙ ΣΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ’
Μερικοί, ακόμη και όταν είχαν απελευθερωθή από τους θρησκευτικούς περιορισμούς που τους εδέσμευαν, επεθύμησαν να επιστρέψουν σ’ εκείνο από το οποίον είχαν ελευθερωθή. Αποτυγχάνοντας να εκτιμήσουν την ελευθερία τους, που μόλις είχαν αποκτήσει, ένοιωθαν μεγαλύτερη άνεσι κάτω από τους καταθλιπτικούς περιορισμούς του Μωσαϊκού νόμου. Αυτό ήταν το πρόβλημα πολλών Χριστιανών στη Ρωμαϊκή επαρχία της Γαλατίας. Γι’ αυτό ο απόστολος Παύλος, που πρώτος είχε φέρει σ’ αυτούς το απελευθερωτικό άγγελμα του Χριστού, έγραψε μια συγκινητική επιστολή προς τους Γαλάτας, παρακινώντας τους: «Μένετε σταθεροί, και μη υποβληθήτε πάλιν εις ζυγόν δουλείας.»—Γαλ. 5:1.
Ο Παντοδύναμος Θεός είχε δώσει στο Ισραηλιτικό έθνος του μια πολύ απαιτητική σειρά από εξακοσίους και πλέον νόμους, με τον σκοπό να τους διαφυλάξη ηθικώς καθαρούς και να τους οδηγήση στον Χριστό όταν αυτός θα ήρχετο. Αλλά οι Γαλάται, που είχαν απαλλαγή από τις υποχρεώσεις αυτού του Νόμου λόγω του ότι απεδέχθησαν τον Χριστό, υπετάσσοντο πάλι στα περιοριστικά της ελευθερίας διατάγματα του Νόμου. Για τούτο ο απόστολος Παύλος τούς εξήγησε, ότι «όσοι είναι εξ έργων νόμου, υπό κατάραν είναι», αλλ’ ότι «ο Χριστός εξηγόρασεν ημάς εκ της κατάρας του νόμου, γενόμενος κατάρα υπέρ ημών.»—Γαλ. 3:10-24.
Ναι, ο Μωσαϊκός νόμος κατέδειξε τα ανθρώπινα πλάσματα ως κατηραμένους αμαρτωλούς, διότι άσχετα με το πόσο σκληρά προσπαθούσε ένας, δεν μπορούσε να διακρατήση συνεχή υπακοή σε όλες του τις απαιτήσεις, ούτε υπήρχε τέλος στις θυσίες για αμαρτία τις οποίες απαιτούσε. (Γαλ. 3:10· Δευτ. 27:26) Το ανθρώπινο γένος, συνεπώς, είχε ανάγκη από ένα σωτήρα για να το απελευθερώση από την αμαρτία και τον θάνατο, στα οποία αυτός ο Νόμος το κατεδίκαζε. Έτσι, «ότε . . . ήλθε το πλήρωμα του χρόνου», εξήγησε ο Παύλος, «εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού . . . δια να εξαγοράση τους υπό νόμον, δια να λάβωμεν την υιοθεσίαν. Όθεν δεν είσαι πλέον δούλος, αλλ’ υιός· εάν δε υιός, και κληρονόμος του Θεού.»—Γαλ. 4:4, 5, 7.
Πόσο πρέπει να εχάρησαν οι Γαλάται γι’ αυτή την ελευθερία! Αποδεχόμενοι τα ευεργετήματα του αντιλύτρου του Χριστού και λαμβάνοντας το πνεύμα του Θεού, δεν ήσαν πλέον δούλοι του Μωσαϊκού νόμου, αλλ’ εδικαιώθησαν τώρα ως υιοί του Θεού για την αιώνια ζωή. Γιατί, λοιπόν, ένας να θέλη να εισέλθη πάλι σε δουλεία; Ο Παύλος τούς ρώτησε: «Πώς επιστρέφετε πάλιν εις τα ασθενή και πτωχά στοιχεία [που ανήκουν στον Μωσαϊκό νόμο], εις τα οποία ως πρότερον θέλετε να δουλεύητε; Ημέρας παρατηρείτε, και μήνας, και καιρούς, και ενιαυτούς. Φοβούμαι δια σας, μήπως ματαίως εκοπίασα εις εσάς.»—Γαλ. 4:9-11.
Πριν από μερικά έτη, ο Παύλος είχε δαπανήσει πολύν χρόνο δίνοντας μαρτυρία στους λαούς της Ρωμαϊκής επαρχίας της Γαλατίας για την ελευθερία που επετελέσθη με τη θυσία του Ιησού. Σε μια από τις συναγωγές τους είχε εξηγήσει ότι μέσω του Ιησού «κηρύττεται προς εσάς άφεσις αμαρτιών· και από πάντων αφ’ όσων δεν ηδυνήθητε δια του νόμου του Μωυσέως να δικαιωθήτε, δια τούτου πας ο πιστεύων δικαιούται.» Οι Γαλάται εδέχθησαν αυτό το άγγελμα. Από αυτούς, εκείνοι, που τηρούσαν σχολαστικά την ημέρα του σαββάτου, απέχοντας από ωρισμένα φαγητά και που τηρούσαν άλλες απαιτήσεις του Νόμου, ήσαν προφανώς ευτυχείς ν’ απαλλαγούν απ’ αυτούς τους περιορισμούς. Αλλά τώρα υπεδουλώνοντο πάλι, και ο Παύλος εφοβείτο γι’ αυτούς.—Πράξ. 13:38, 39.
«Είπατέ μοι», έγραψε, «οι θέλοντες να ήσθε υπό νόμον, τον νόμον δεν ακούετε;» Ο Παύλος έπειτα εσκιαγράφησε μια εξεικόνισι από τη Βιβλική αφήγησι τη σχετική με τη δούλη του Αβραάμ, την Άγαρ, και την αγαπημένη του σύζυγο Σάρρα. Η Άγαρ εξεικόνιζε τη διαθήκη του νόμου, ‘την γεννώσαν προς δουλείαν’, ως είπε ο Παύλος, ενώ η Σάρρα παρίστανε τη διαθήκη του Θεού με τον Αβραάμ, με την οποία παραμένοντας θα μπορούσε να παραγάγη το υποσχεμένο Σπέρμα, τον Ιησού Χριστό, μαζί με χιλιάδες άλλων πνευματικών τέκνων. Έτσι, ο Παύλος εξήγησε ότι είχε έλθει ο καιρός να ‘εκβάλη την δούλην και τον υιόν αυτής’, εφόσον η διαθήκη του νόμου που εξεικονίζετο απ’ αυτήν είχε εξυπηρετήσει τον σκοπό της και δεν ήταν πλέον αναγκαία.—Γαλ. 4:21-31· Γέν. 21:1-21· 15:5· 22:16-18.
Η διαθήκη του νόμου εξέθετε τα τέκνα της ως αμαρτωλούς, και δεν περιείχε προμήθεια για διαρκή απομάκρυνσι της αμαρτωλότητός των. Πόσο ευτυχείς έπρεπε να ήσαν οι Γαλάται που ετέθη κατά μέρος από τον Θεό, και απελευθερώθησαν απ’ αυτή! ‘Με την ελευθερία αυτή, μας ελευθέρωσεν ο Χριστός’ διεκήρυξε ο Παύλος. Θα έπρεπε να περιθάλπουν αυτή την ελευθερία. «Λοιπόν, . . . μένετε σταθεροί», παρώτρυνε, «και μη υποβληθήτε πάλιν εις ζυγόν δουλείας.»
ΑΓΑΠΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΣΗΜΕΡΑ
Ακόμη και σήμερα υπάρχει κίνδυνος να έλθη ένας κάτω από δουλεία θρησκευτικών περιορισμών, από τους οποίους έχει απελευθερωθή με τη θυσία του Χριστού. Οι πολλοί Ιουδαίοι, που δεν δέχονται τον Ιησούν ως τον Μεσσία, αισθάνονται ότι είναι ακόμη υποχρεωμένοι να τηρούν τα διάφορα χαρακτηριστικά του Μωσαϊκού νόμου. Τηρούν εικοσάδες διατάξεων διαίτης, παρατηρούν ημέρας εορτών, ως, επίσης, τα διάφορα σάββατα. Ακόμη και μέχρι τώρα δεν αποδέχονται την ελευθερία που εχαρίσθη από τον Χριστό.—Ρωμ. 6:14· 10:4· Εφεσ. 2:14-16· Κολ. 2:20-22.
Πολλά, όμως, άτομα μέσα στον «Χριστιανικό κόσμο» δεσμεύονται, επίσης, από παραδόσεις, που ο Χριστός με κανένα τρόπο δεν τα υπεχρέωσε να τηρούν. Μερικές θρησκείες, παραδείγματος χάριν, απαιτούν ακόμη την τήρησι του εβδομαδιαίου Ιουδαϊκού σαββάτου. Όμως, ουδέποτε ο Χριστός έδειξε ότι η διάταξις αυτή επρόκειτο να συνεχισθή να εφαρμόζεται στους ακολούθους του. Πράγματι, ο απόστολος Παύλος είπε ότι διατελούσε σε φόβο επειδή οι Γαλάται είχαν υπαναχωρήσει στο να ‘παρατηρούν ημέρας, και μήνας, και καιρούς, και ενιαυτούς’. Ο Χριστός επετέλεσε μια απελευθέρωσι από τέτοιες απαιτήσεις τηρήσεως της ημέρας του σαββάτου.—Γαλ. 4:10· Κολ. 2:13-17.
Μια άλλη απαίτησις του Μωσαϊκού Νόμου, που επιβάλλεται ακόμη σε πολλούς ενορίτας, είναι το να δίδουν δέκατον από το εισόδημα των στην εκκλησία. Εν τούτοις, εφόσον οι Χριστιανοί δεν δεσμεύονται πια από τον Νόμο, είναι απηλλαγμένοι από συνεισφορά σύμφωνα με τις δυνατότητές των. Δεν είναι περιωρισμένοι στο να δίδουν ακριβώς 10 τοις εκατόν, ούτε είναι υποχρεωμένοι να δίνουν τόσο πολλά.—Αριθμ. 18:21, 24-26· 2 Κορ. 9:7.
Επιπροσθέτως, ο «Χριστιανικός κόσμος» έχει προσθέσει πολλούς εποχιακούς εορτασμούς ως φορτίο επάνω στους λαούς του, για τους οποίους πουθενά μέσα στις Γραφές δεν δίδεται εξουσιοδότησις. Υπάρχουν η Ημέρα Ευχαριστιών, τα Χριστούγεννα, το Νέον Έτος, η Τεσσαρακοστή και το Πάσχα, για να κατονομάσωμε μόνον μερικούς. Στις ημέρες των Χριστουγέννων πολλοί αισθάνονται ότι είναι υποχρεωμένοι να μπουν σε χρέος για ν’ αποστείλουν «κάρτες» και να προσφέρουν δώρα σε πολυάριθμους γνωστούς των. Έπειτα, σε κάθε Πάσχα, εκατομμύρια ανθρώπων φθάνουν στο σημείο να νομίζουν ότι είναι υποχρεωμένοι ν’ αγοράσουν νέες ενδυμασίες για να εμφανισθούν στους γείτονάς των σύμφωνα με τον συρμόν. Πόσο ευτυχής μπορεί να είναι οποιοσδήποτε που οι διδασκαλίες του Χριστού προμηθεύουν ελευθερία από τέτοιους μη Χριστιανικούς εορτασμούς!
Οι Χριστιανοί μπορούν, επίσης, να χαίρουν για την ελευθερία από πολυάριθμους περιορισμούς κάτω από τους οποίους θέτουν τους λαούς των διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις. Για παράδειγμα, μερικές απαγορεύουν στο λαό να τρώγη κρέας σε ωρισμένες ημέρες και στους ιερείς των να νυμφεύωνται. Εκτός του γεγονότος ότι περιορίζουν την ελευθερία ενός ατόμου, και ο απόστολος Παύλος κάνει ρητή προειδοποίησι εναντίον αυτών των νόμων. Στην επιστολή του προς τον Τιμόθεο είπε ότι ‘θέλουσιν αποστατήσει τινές από της πίστεως . . . εμποδίζοντες τον γάμον, προστάζοντες αποχήν βρωμάτων, τα οποία ο Θεός έκτισε δια να μεταλαμβάνωσι μετά ευχαριστίας’.—1 Τιμ. 4:1-4.
ΚΑΤΑΛΛΗΛΗ ΧΡΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ
Τώρα, επειδή ακριβώς ο Χριστός επρομήθευσε απαλλαγή από τις υποχρεώσεις του Μωσαϊκού Νόμου, ως επίσης και από οποιεσδήποτε άλλες παρόμοιες περιοριστικές απαγορεύσεις, αυτό δεν σημαίνει ότι οι Χριστιανοί είναι ελεύθεροι να υποπέσουν σε αδικοπραγίες. «Προσεκλήθητε εις ελευθερίαν», έγραψε ο Παύλος στους Γαλάτας· «μόνον μη μεταχειρίζεσθε την ελευθερίαν εις αφορμήν της σαρκός», ή, όπως είπε ο Πέτρος, ως «επικάλυμμα της κακίας». Αλλά, τουναντίον, «δια της αγάπης δουλεύετε αλλήλους. Διότι όλος ο νόμος εις ένα λόγον συμπληρούται, εις τον, “Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν”.—Γαλ. 5:13, 14· 1 Πέτρ. 2:16.
Αν οι Χριστιανοί κινούνται από το πνεύμα του Θεού, που είναι άγιο, ‘δεν θέλουσιν εκπληροί την επιθυμίαν της σαρκός’. «Πορνεία, ακαθαρσία, ασέλγεια, ειδωλολατρεία, φαρμακεία, έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις, φθόνοι, φόνοι, μέθαι, κώμοι, και τα όμοια τούτων» θα είναι ξένα προς αυτούς. Ο απόστολος Παύλος ετόνισε ότι οι Χριστιανοί δεν είναι ελεύθεροι να κάνουν τέτοια στερούμενα από αγάπη πράγματα.—Γαλ. 5:16-21.
Αλλά συμβαδίζοντας με το παράδειγμα του Χριστού οι Χριστιανοί θα ενστερνισθούν το πνεύμα του Θεού, ο καρπός του οποίου είναι «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια.» Οι Χριστιανοί περιθάλπουν την ελευθερία τους για να εκδηλώνουν τέτοια πράγματα, ελευθερωμένοι από οιουσδήποτε αντιγραφικούς περιορισμούς.—Γαλ. 5:22-24.