Είναι οι Δέκα Εντολές για τους Χριστιανούς;
Επειδή οι Δέκα Εντολές εγράφησαν επάνω σε δύο λίθινες πλάκες με τον δάκτυλον του Θεού, μερικοί διατείνονται ότι είναι αιωνίως δεσμευτικές στους δούλους του Θεού. Τι λέγει ο λόγος τον Θεού;
ΟΙ ΠΡΟΤΕΣΤΑΝΤΑΙ και οι Καθολικοί γενικά συμφωνούν με τη σύγχρονη Ιουδαϊκή άποψι ότι οι Δέκα Εντολές αποτελούν δώρημα του Θεού για όλο το ανθρώπινο γένος. Γι’ αυτό ένας Προτεσταντικός Σύνδεσμος Οικιακών Γραφικών Μελετών εξέδωκε ένα φυλλάδιο με τίτλο «Ο Αιώνιος Δεκάλογος του Θεού.» Συγχρόνως μια αγγελία των Καθολικών ιπποτών του Κολόμβου περί του βιβλιαρίου Ας Προσηλωθούμε στον Μωυσή λέγει: «Ολίγοι Χριστιανοί θα αρνηθούν ότι οι Δέκα Εντολές αποτελούν Θείο σχέδιο για τη διαγωγή των ανθρώπων.» Ακόμη και η νεωτεριστική Γραφή του Διερμηνέως, ενώ διατυπώνει αμφιβολίες για την αφήγησι της Εξόδου περί παραδόσεως των Δέκα Εντολών, διατείνεται ότι αυτές είναι δεσμευτικές στους Χριστιανούς.
Εν τούτοις, ενδιαφέρει να σημειωθή ότι κανείς άλλος παρά ο Μαρτίνος Λούθηρος είπε κάποτε: «Οι Δέκα Εντολές δεν εφαρμόζονται σ’ εμάς τους Εθνικούς και Χριστιανούς, αλλά μόνο στους Ιουδαίους Αν ένας ιεροκήρυξ θέλη να σας αναγκάση να αναδράμετε στον Μωυσή, ρωτήστε τον αν σας εξήγαγε ο Μωυσής από την Αίγυπτο.» Ο μεταρρυθμιστής Ιωάννης Καλβίνος φρονούσε τα ίδια για τον Δεκάλογο ή τις Δέκα Εντολές.—Λεξικόν της Γραφής υπό Άμποτ.
Τι διδάσκει η Γραφή γι’ αυτό το θέμα; Είναι οι Δέκα Εντολές ο «Αιώνιος Δεκάλογος του Θεού,» το «σχέδιο του για τη διαγωγή των ανθρώπων» σήμερα; Ή μήπως έχει ο Θεός διαφορετικούς νόμους για διαφορετικούς ανθρώπους που ζουν στους διαφόρους καιρούς; Αν ο Δεκάλογος δεν εφαρμόζεται στους Χριστιανούς, τότε τι δύναμι έχουν οι Χριστιανοί για να διατηρούνται στις «τρίβους» της δικαιοσύνης;
Πρώτ’ απ’ όλα, ας σημειωθή ότι δεν αναγράφεται πουθενά ότι ο Δεκάλογος είχε δοθή στον Αδάμ και στην Εύα, στον Νώε ή στον Αβραάμ. Αυτοί, εν τούτοις, έλαβαν ειδικές προσταγές περί του τι ο Θεός απαιτούσε απ’ αυτούς, και σε κάθε περίπτωσι το θέλημά Του γι’ αυτούς ήταν διάφορο. Μόνο στο έθνος Ισραήλ, που συνηθροίσθη στους πρόποδας του Όρους Σινά, είχε δώσει ο Θεός τις Δέκα Εντολές Του, μαζί με εκατοντάδες άλλους συναφείς νόμους. Όπως τους υπέμνησε ο Μωυσής: «Δεν έκαμε την διαθήκην ταύτην ο Ιεχωβά προς τους πατέρας ημών, αλλά προς ημάς, ημάς οίτινες πάντες είμεθα ενταύθα σήμερον ζώντες.»—Δευτ. 5:3.
Ο ΜΩΣΑΪΚΟΣ ΝΟΜΟΣ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΣ
Για να μπορέσουν οι Ισραηλίται να κατανοήσουν ότι αυτός ο νόμος προήρχετο πραγματικά απ’ αυτόν, ο Ιεχωβά συνώδευσε την παράδοσί του με τρομερά θεάματα και βροντές. Όταν δε ο Μωυσής κατέβη προς τον λαό αφού έλαβε τον νόμο από τα χέρια των αγγέλων, η όψις του έλαμπε τόσο λαμπρά ώστε οι Ισραηλίται δεν μπορούσαν να τον ατενίσουν. Επειδή ο νόμος εδόθη δια του Μωυσέως, ορίζεται κατάλληλα ως ο νόμος του Μωυσέως (ή Μωσαϊκός νόμος).—Έξοδ. 19:16, 18· 34:29, 30.
Οσοδήποτε τρομερή και ένδοξη ήταν η περίπτωσις εκείνη, ο νόμος αυτής και η δόξα απεδείχθησαν ότι ήσαν προσωρινά μόνο. Αντικατεστάθη από μια μεγαλύτερη και μόνιμη δόξα, όπως δείχνει ο απόστολος Παύλος: «Επειδή εάν το μέλλον να καταργηθή ήτο ένδοξον, πολλώ μάλλον το μένον είναι ένδοξον.»—2 Κορ. 3:1 1.
Δίνει ο Θεός ένα νόμο σ’ ένα λαό και κατόπι τον καταργεί, τον ακυρώνει; Ναι, ως Ύπατος Νομοθέτης μπορεί να θέση οποιουσδήποτε νόμους θέλει για τα πλάσματά του και να τους ακυρώση, όταν έχουν εξυπηρετήσει τον σκοπό του, αντικαθιστώντας τους με άλλους νόμους ή κανόνες πορείας. Λόγου χάριν, η πολυγαμία επετρέπετο υπό τον Μωσαϊκό νόμο και ο ανδραδελφικός γάμος ήταν υποχρεωτικός, αλλ’ ούτε το ένα ούτε τα άλλο εφαρμόζεται στους Χριστιανούς. Γι’ αυτό και ο Παύλος λέγει επίσης: «Ώστε ο νόμος έγεινε παιδαγωγός ημών εις τον Χριστόν, δια να δικαιωθώμεν εκ πίστεως· αφού όμως ήλθεν η πίστις, δεν είμεθα πλέον υπό παιδαγωγόν.»—Γαλ. 3:24, 25.
Και τι προσωρινούς σκοπούς εξυπηρέτησε ο Μωσαϊκός νόμος; Εκείνος ο νόμος τηρούσε το έθνος Ισραήλ χωρισμένο από τα ειδωλολατρικά έθνη, έτσι ώστε ο Υιός του Θεού να μπορέση να προέλθη μέσω αυτού και του λαού του ως ο Μεσσίας του. Εκείνος ο νόμος τούς έδειχνε, επίσης, την αμαρτωλότητά των και την ανάγκη μιας καλυτέρας θυσίας για την αφαίρεσι των αμαρτιών. Προεσκίαζε τη θυσία εκείνη καθώς και πολλά άλλα «αγαθά». Αφού είχε εξυπηρετήσει αυτούς τους σκοπούς, δεν εχρειάζετο πλέον. Από τότε, λοιπόν, και στο εξής «ας μη σας κρίνη λοιπόν μηδείς δια φαγητόν ή δια ποτόν, ή δια λόγον εορτής ή νεομηνίας ή σαββάτων τα οποία είναι σκιά των μελλόντων, το σώμα όμως είναι του Χριστού.»—Εβρ. 10:1· Κολ. 2:16, 17.
Πραγματικά, κατ’ επανάληψιν ο Παύλος τονίζει την αλήθεια ότι ο Μωσαϊκός νόμος δεν εφαρμόζεται στους Χριστιανούς. Έτσι, τον παρομοιάζει με ένα «νομικόν παραπέτασμα» ή μεσότοιχον που χωρίζει τους Ισραηλίτας από τους άλλους λαούς, το οποίον αφήρεσε η θυσία του Χριστού «έλυσε το μεσότοιχον του φραγμού, καταργήσας την έχθραν εν τη σαρκί αυτού, τον νόμον των εντολών των εν τοις διατάγμασιν.»—Εφεσ. 2:14, 15.
ΕΞΕΤΑΣΙΣ ΑΝΤΙΡΡΗΣΕΩΝ
Αλλ’ ίσως σ’ αυτό το σημείο κάποιος να φέρη αντίρρησι, λέγοντας, Δεν είπε ο Θεός ότι οι Ισραηλίται «θέλουσι φυλάττει . . . το σάββατον, δια να εορτάζωσιν αυτό εις τας γενεάς αυτών, εις διαθήκην αιώνιον,» και ότι αυτό επρόκειτο να είναι «σημείον μεταξύ εμού και των υιών Ισραήλ διαπαντός»; Ναι, αλλά εδήλωσε επίσης ότι το Ααρωνικόν των ιερατείον επρόκειτο να είναι «προς παντοτεινήν ιερατείαν» και πολύ προφανώς εκείνο το ιερατείο έληξε προ πολλού καιρού.—Έξοδ. 31:16, 17· 40:12-16.
Δεν εννοεί, λοιπόν, η Γραφή εκείνο που λέγει; Εννοεί, αλλ’ εδώ η δυσκολία έγκειται στη μετάφρασι. Η πρωτότυπη Εβραϊκή λέξις που μεταφράζεται εδώ «αιώνιος» και «διαπαντός» προέρχεται από μια ρίζα που σημαίνει «κρύπτω», «αποκρύπτω» και επομένως απλώς σημαίνει ως έναν απροσδιόριστο ή αβέβαιο μελλοντικό καιρό. Ο απροσδιόριστος αυτός καιρός μπορεί να είναι για πάντα, όπως στον Εκκλησιαστή 1:4, όπου η παροδικότης των ανθρωπίνων γενεών αντιπαραβάλλεται προς τη μονιμότητα της γης, ή μπορεί να είναι απλώς για έναν απροσδιόριστο μελλοντικό καιρό, όπως προφανώς συνέβαινε με το Ααρωνικό ιερατείο. Γι’ αυτόν το λόγο η Μετάφρασις Νέου Κόσμου κατ’ επανάληψιν αποδίδει το ολάμ, την Εβραϊκή λέξι που συνήθως μεταφράζεται «αιώνιος», ως «χρόνος απροσδιόριστος.» Ο νόμος του Μωυσέως διήρκεσε ως έναν απροσδιόριστο καιρό και κατόπιν ετελείωσε.
Μια άλλη αντίρρησις στο ότι θα ετελείωνε ο Μωσαϊκός νόμος βασίζεται στα λόγια του Ιησού: «Μη νομίσητε ότι ήλθον να καταλύσω τον νόμον ή τους προφήτας· δεν ήλθον να καταλύσω, αλλά να εκπληρώσω. Διότι αληθώς σας λέγω, έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη, ιώτα έν, ή μία κεραία δεν θέλει παρέλθει από του νόμου, εωσού εκπληρωθώσι πάντα.» Σημειώστε, όμως, ότι ο Ιησούς δεν είπε ότι ο νόμος ποτέ δεν θα παρήρχετο ή θα ήταν πάντοτε δεσμευτικός, αλλ’ ότι δεν θα παρήρχετο ώσπου να εκπληρωθή ολόκληρος. Με την εκπλήρωσι των προφητικών του προτύπων ή σκιών πράγματι ετελείωσε. Αναγινώσκομε λοιπόν σχετικά με τον νόμο του Μωυσέως ότι ο Θεός ‘αφήρεσεν αυτόν εκ του μέσου, προσηλώσας αυτόν επί του σταυρού.’ Έπεται, λοιπόν, ότι οι περαιτέρω επικριτικοί λόγοι του Ιησού σ’ εκείνους που παραβαίνουν τον Νόμο και διδάσκουν τους άλλους να κάνουν το ίδιο θα εφηρμόζοντο μόνον ενόσω ίσχυε ο Νόμος εκείνος.—Ματθ. 5:17, 18· Κολ 2:14.
Ούτε ευσταθεί η αντίρρησις ότι μόνον ο τελετουργικός νόμος ετελείωσε και ότι ο ηθικός νόμος εφαρμόζεται ακόμη. Γιατί όχι; Διότι σε κανένα μέρος των Γραφών δεν βρίσκομε να γίνεται τέτοια διάκρισις μεταξύ ενός υποτιθεμένου ηθικού και ενός τελετουργικού νόμου. Έτσι, ο Ιησούς, στην «επί του όρους ομιλία» του παρέθεσε αδιακρίτως και από τον Δεκάλογο και από τα άλλα χαρακτηριστικά του Νόμου. (Βλέπε Ματθαίον 5:21, 27, 31, 33, 38, 43.) Πουθενά δεν αντιπαραβάλλεται ο ηθικός νόμος προς τον τελετουργικό νόμο, αλλά μάλλον ο Νόμος αντιπαραβάλλεται προς την πίστι και την παρ’ αξίαν αγαθότητα: «Εξ έργων νόμου ελάβετε το πνεύμα, ή εξ ακοής της πίστεως;» «Δεν είσθε υπό νόμον, αλλ’ υπό χάριν.»—Γαλ. 3:2· Ρωμ. 6:14.
ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟ
Πολλοί φοβούνται τις συνέπειες αν οι Χριστιανοί απηλλάσσοντο από τις Δέκα Εντολές. Εν τούτοις, αυτές οι εντολές δεν εμπόδισαν το έθνος Ισραήλ από το να γίνη αποστατικό, ούτε και τον «Χριστιανισμόν», ο οποίος ισχυρίζεται ότι τις αναγνωρίζει, από το να γίνεται διαρκώς περισσότερο παραβάτης. Εκείνες οι εντολές έδειχναν απλώς το θέλημα του Θεού, αλλά δεν παρείχαν αφ’ εαυτών τη δύναμι της τηρήσεώς των.
Υπάρχουν μεγαλύτερες και ισχυρότερες δυνάμεις για καλό, δηλαδή, αγάπη και το άγιο πνεύμα του Θεού. Αν αγαπούμε τον Ιεχωβά με όλη μας την καρδιά, τη διάνοια, την ψυχή και τη ζωτική δύναμι, δεν θα σκεφθούμε να λατρεύσωμε άλλους θεούς ή είδωλα ή να λάβωμε το όνομά του επί ματαίω. Και αν αγαπούμε τον πλησίον μας σαν τον εαυτό μας, δεν θα διατρέχωμε τον κίνδυνο να φονεύσωμε, να κλέψωμε, να διαπράξωμε μοιχεία, να ψευδομαρτυρήσωμε ή να πλεονεκτήσωμε. «Η αγάπη κακόν δεν κάμνει εις τον πλησίον· είναι λοιπόν εκπλήρωσις του νόμου η αγάπη.» Η αγάπη παρέχει το ελατήριο, και το άγιο πνεύμα του Θεού παρέχει τη δύναμι, καθώς αναγινώσκομε: «Ουχί δια δυνάμεως, ουδέ δια ισχύος, αλλά δια του πνεύματός μου, λέγει ο Ιεχωβά.» Η καρποφορία του πνεύματος αυτού «είναι αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια.»—Ρωμ. 13:10· Ζαχ. 4:6, ΑΣ· Γαλ. 5:22, 23.
Αλλά μήπως δεν χρησιμοποιείται συχνά η Δευτέρα Εντολή για να υποστηρίξη τη θέσι που λαμβάνεται εναντίον της προσκυνήσεως οιασδήποτε εικόνος; Ασφαλώς. Εξαιτίας των πολλών εντολών μέσα στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές εναντίον της ειδωλολατρίας, η εντολή εκείνη μπορεί να παρατεθή ως επιβεβαιωτική απόδειξις, καθώς και για να δείξη τι θα περιελαμβάνετο στην ειδωλολατρία.
Το ότι η αγάπη του Θεού και το άγιό του πνεύμα είναι πράγματι ισχυρές δυνάμεις για δικαιοσύνη μπορεί να διαπιστωθή από τα γεγραμμένα στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, καθώς και στους νεωτέρους χρόνους. Τότε οι μη Χριστιανοί απορούσαν και μιλούσαν υβριστικά επειδή οι Χριστιανοί είχαν αλλάξει πολύ την πορεία της ζωής των. Το ίδιο και σήμερα, οι μη αληθινοί Χριστιανοί θαυμάζουν την τάξι, την αγάπη και τη χαρά που εκδηλώνεται στις συνελεύσεις τών μαρτύρων του Ιεχωβά. Αναφωνούν, «Αυτοί οι άνθρωποι πράττουν όσα κηρύττουν!» Όπως και με τον Δανιήλ στην αρχαιότητα, ό,τι μπορούν να βρουν σ’ αυτούς ως σφάλμα είναι το ότι αυτοί λατρεύουν τον Ιεχωβά. Και όλα αυτά χωρίς κανένα Δεκάλογο!—1 Πέτρ. 4:3, 4.
Αληθινά, οι Γραφές δείχνουν σαφώς ότι οι Δέκα Εντολές δεν εφαρμόζονται στους Χριστιανούς, τα δε γεγονότα καταδεικνύουν ότι οι ειλικρινείς, αφιερωμένοι Χριστιανοί έχουν πολύ μεγαλύτερες δυνάμεις για δικαιοσύνη, την αγάπη του Θεού και το άγιό του πνεύμα.