Η Ενότης της Ορατής Οργανώσεως του Θεού
«Εξ ου παν το σώμα συναρμολογούμενον και συνδεόμενον δια πάσης συναφείας των συνεργούντων μελών, κατά την ανάλογον ενέργειαν ενός εκάστου μέρους, κάμνει την αύξησιν του σώματος, προς οικοδομήν εαυτού, εν αγάπη.»—Εφεσίους 4:16.
1. Τι έδειξε ο Ιεχωβά στους ελαχίστους της ανθρωπότητος, και τι αισθανόταν ο Παύλος γι’ αυτό;
Ο ΙΕΧΩΒΑ, ο μέγας Κυρίαρχος Άρχων του σύμπαντος, έδειξε παρ’ αξίαν χάριν στους ελαχίστους της ανθρωπότητος, άνδρες και γυναίκες, ακριβώς σαν εμάς. Ο Παύλος ήταν ένας δέκτης αυτής της παρ’ αξίαν χάριτος. Την εκτιμούσε τόσο πολύ ώστε ζητούσε να εκφράση την εκτίμησί του με λόγια καθώς και με έργα. Την ευγνωμοσύνη προς τον Ιεχωβά που ένοιωθε ο Παύλος, ήθελε να την αισθάνωνται και άλλα άτομα επίσης. Γι’ αυτό ακριβώς έγραψε τόσο θερμά στον Τιμόθεο, λέγοντας: «Ευχαριστώ τον ενδυναμώσαντά με Ιησούν Χριστόν τον Κύριον ημών, ότι ενέκρινε πιστόν, και έταξεν εις την διακονίαν εμέ, τον πρότερον όντα βλάσφημον, και διώκτην και υβριστήν· ηλεήθην όμως διότι αγνοών έπραξα εν απιστία· αλλ’ υπερεπερίσσευσεν η χάρις του Κυρίου ημών μετά πίστεως και αγάπης της εν Χριστώ Ιησού. Πιστός ο λόγος και πάσης αποδοχής άξιος, ότι ο Ιησούς Χριστός ήλθεν εις τον κόσμον δια να σώση τους αμαρτωλούς, των οποίων πρώτος είμαι εγώ· αλλά δια τούτο ηλεήθην, δια να δείξη ο Ιησούς Χριστός εις εμέ πρώτον την πάσαν μακροθυμίαν, εις παράδειγμα των μελλόντων να πιστεύωσιν εις αυτόν εις ζωήν αιώνιον.»—1 Τιμόθεον 1:12-16.
2. Τι αφορούσε η άφθονη χαρά που εκφράζει ο Παύλος;
2 Ήταν τόσο έξοχο από μέρους του Παύλου να μιλή με ειλικρίνεια σ’ αυτόν τον νεανίαν, τον Τιμόθεο, που και αυτός ήθελε να κερδίση ζωή και που μπορούσε να την κερδίση, επίσης, λόγω της παρ’ αξίαν χάριτος του Ιεχωβά. Αναγνωρίζοντας την υβριστική του διάθεσι σε περασμένους καιρούς, ο Παύλος λέγει στον Τιμόθεο για την παρ’ αξίαν χάριν που του έδειξε ο Θεός αν και ήταν ένας βλάσφημος. Εκτιμούσε αυτή την αγάπη. Η άφθονη χαρά που εκφράζει ο Παύλος στον Τιμόθεο ήταν για το γεγονός ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός τον είχε θεωρήσει πιστόν και τον είχε εξουσιοδοτήσει να είναι διάκονος. Τι διορισμός! Τι προνόμιο! Ο Παύλος ασφαλώς εκτιμούσε τη διακονία του, και στο βιβλίο των Πράξεων η αφήγησις της ζωής του, που ήταν ζωή υπηρεσίας, το δείχνει αυτό.
3. Σχετικά με τούτο, πώς εξεφράσθη ο Παύλος στους Εφεσίους;
3 Όταν, σε μια άλλη περίπτωσι, ο Παύλος έγραψε στους Εφεσίους, είχε επίσης την ίδια αυτή σκέψι—τη διακονία—στο νου. Είπε στην εκκλησία της Εφέσου ότι ο Θεός είχε εκδηλώσει σ’ αυτόν μια παρ’ αξίαν χάριν. Ασφαλώς ούτε ο Παύλος ούτε οι Εφέσιοι ούτε οποιοσδήποτε άλλος από την ανθρώπινη οικογένεια δεν ήταν άξιος της αγαθότητος του Θεού. Εν τούτοις, όμως, στον Παύλο είχε δειχθή μια τέτοια αγάπη και του είχε δοθή η ευκαιρία να διακηρύξη αγαθά νέα στα έθνη σχετικά με την αγάπη του Θεού και να καταστήση γνωστή τη μεγαλειότητα, τη δύναμι και τη θαυμασιότητα του Δημιουργού και του Υιού του. Ο Παύλος το εξέθεσε αυτό με τον εξής τρόπο, όταν έγραψε στους Εφεσίους: «Εις εμέ τον πλέον ελάχιστον πάντων των αγίων εδόθη η χάρις αύτη, να ευαγγελίσω μεταξύ των εθνών τον ανεξιχνίαστον πλούτον του Χριστού, και να φωτίσω πάντας, ποία είναι η κοινωνία του μυστηρίου του αποκεκρυμμένου από των αιώνων εν τω Θεώ, όστις έκτισε τα πάντα.»—Εφεσίους 3:8, 9.
4. Ποια ελευθερία απελάμβανε τώρα ο Παύλος, και πώς εξεδήλωνε την πίστι του;
4 Ο Ιεχωβά έκαμε κάτι για τον Παύλο· αυτός ήταν τώρα ένας ελεύθερος άνθρωπος που εβάδιζε στο δρόμο της αιωνίου ζωής. Απομακρύνθηκε από τη δουλεία του παλαιού εκείνου συστήματος πραγμάτων στο οποίον είχε ζήσει, και τώρα για πρώτη φορά είχε «παρρησίαν» που έρχεται στον λαόν του Θεού μέσω της γνώσεως του Ιεχωβά. Ό,τι έμαθε ο Παύλος για τους αποκαλυμμένους σκοπούς του Θεού μέσω του Ιησού Χριστού, του έδωσε πεποίθησι να εκτελέση το έργον του, μέσω της πίστεώς του. Αυτή η πίστις ποτέ δεν εκλονίζετο. Το απέδειξε αυτό κάνοντας τώρα καλά έργα ως διωκόμενος, όχι ως διώκτης, όπως ήταν άλλοτε. Οι δοκιμασίες του, οι θλίψεις του, τα παθήματά του ήσαν πολλά· ήταν όμως πιστός μέχρι θανάτου. Ήταν άνθρωπος ακεραιότητος. Εγνώριζε το θέλημα του Θεού και ‘επίστευε εις τον Χριστόν εις ζωήν αιώνιον’. Ο Παύλος υπήρξε ασφαλώς έμπνευσις και καλό παράδειγμα σε άλλους για να τον ακολουθήσουν, διότι αυτός ο ίδιος ακολουθούσε τα ίχνη του Ιησού Χριστού.
5, 6. Πώς η παρ’ αξίαν χάρις του Ιεχωβά εξεδηλώθη στους Εθνικούς ως αποτέλεσμα της αποκαλύψεως του ιερού μυστηρίου του;
5 Αλλά τι θα πούμε για τους άλλους Χριστιανούς; Ακολουθούσαν και αυτοί πιστά τον Χριστό; Είχε η παρ’ αξίαν χάρις του Θεού το ίδιο αποτέλεσμα επάνω τους όπως και στον Παύλο; Ναι, είχε. Παρατηρήστε τους πρώτους Χριστιανούς: Οι Ιουδαίοι είχαν αποτύχει ως έθνος να τηρήσουν τη διαθήκη τους με τον Ιεχωβά Θεό. Είχαν κάποτε εκλεγή να είναι ο λαός για το όνομα του Θεού, αλλά τώρα που ο Ιεχωβά είχε αποκαλύψει το ιερό μυστήριο, τον Υιόν του Ιησούν Χριστόν ως τον Μεσσίαν, αυτοί δεν ήθελαν να τον δεχθούν. Η κλήσις, λοιπόν, επήγε στα έθνη για να ληφθή απ’ αυτά ένας λαός για το όνομα του Θεού. Το ιερό μυστήριο που ήταν κρυμμένο επί γενεές, δηλαδή, πώς ο Ιεχωβά Θεός θα ευλογούσε όλες τις φυλές της γης, είχε τώρα αποκαλυφθή στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Σύμφωνα μ’ αυτό, ο Ιεχωβά είχε τώρα δείξει έλεος και παρ’ αξίαν χάριν στους Εθνικούς καθώς και στους Ιουδαίους. Και τα δύο είδη «εθνών», ή κάθε είδους άνθρωποι, θα μπορούσαν τώρα να δεχθούν τον Μεσσία και να εισέλθουν στο δρόμο της αιωνίου ζωής. Αληθινά, ο Ιεχωβά Θεός εγνώριζε από καταβολής κόσμου πώς επρόκειτο να απεργασθή τους σκοπούς του για την ευλογία όλων των φυλών της γης και τη διεκδίκησι του ονόματός του, μολονότι δεν το είχε αποκαλύψει αυτό σε πληρέστατο βαθμό στους περασμένους καιρούς.
6 Επί αιώνες ο Ιεχωβά Θεός δεν είχε πολιτευθή με τους Εθνικούς, αλλά τώρα ανοίγονταν ο δρόμος γι’ αυτούς να γίνουν Χριστιανοί, εκλεκτοί δούλοι του Θεού, μάρτυρες του Ιεχωβά. Γράφοντας στους Ρωμαίους για το ότι εδείχνετο σ’ αυτούς τόσο πολύ έλεος και τόση παρ’ αξίαν χάρις (διότι δεν είχαν κάμει τίποτε για να τιμήσουν τον Ιεχωβά), ο Παύλος ανεφώνησε: «Ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως Θεού! πόσον ανεξερεύνητοι είναι αι κρίσεις αυτού, και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού! Διότι “τις εγνώρισε τον νουν του Ιεχωβά; ή τις έγεινε σύμβουλος αυτού;”» (Ρωμαίους 11:33, 34, Μ.Ν.Κ.) Είναι ακατανόητο, και όμως η παρ’ αξίαν χάρις του Ιεχωβά εξετάθη στους εθνικούς· και εκείνοι που αφιερώθηκαν στον Ύψιστον και εισήλθαν στην εκκλησία ή ορατή οργάνωσι έγιναν θέατρον ενώπιον ανθρώπων και αγγέλων.
7. Σε τι ελήφθησαν εκείνοι που εδέχθησαν αυτήν την παρ’ αξίαν χάριν, και τι επρόκειτο να είναι;
7 Πριν από δεκαεννέα περίπου αιώνες φέρθηκε σε ύπαρξι αυτή η ορατή οργάνωσις, η εκκλησία του λαού του Θεού. Οι δέκται αυτής της παρ’ αξίαν χάριτος ελήφθησαν σε μια νέα διαθήκη με τον Θεό, όχι στην παλαιά διαθήκη του νόμου. Η παλαιά, της οποίας μεσίτης ήταν ο Μωυσής, είχε καταργηθή με την σταύρωσι του Ιησού Χριστού. Η νέα αυτή διαθήκη ήταν ο νόμος του Θεού γραμμένος στις καρδιές εκείνων που εισήρχοντο στη διαθήκη, όχι επάνω σε λίθινες πλάκες. Αυτά τα άτομα της Νέας Διαθήκης επρόκειτο να είναι «λαός δια το όνομα αυτού». Αυτοί ήσαν οι όμοιοι με τον Χριστόν Ιησούν, δηλαδή, ο Παύλος και όλοι οι πρώτοι πιστοί ακόλουθοι του Χριστού, οι κήρυκες της βασιλείας του Θεού.
8. Τι καθιστούσε τόσο ζωτικώς σπουδαία τη νέα οργάνωσι που άρχιζε;
8 Άρχισε ένα νέο σύστημα πραγμάτων, μια νέα οργάνωσις, και αυτό ήταν ζωτικής σπουδαιότητος. Είχε αρχίσει η εκλογή της νύμφης του Χριστού, που επρόκειτο ν’ αποτελεσθή από 144.000 πιστούς ακολούθους του Κυρίου Ιησού. Σ’ εκείνο τον καιρό αυτή η εκλογή της νύμφης και ο σχηματισμός αυτής της ορατής οργανώσεως στην οποία κάθε άτομο έπρεπε να είναι πιστό μέχρι θανάτου, ήταν μια πολύ σοβαρή υπόθεσις· και για τούτο τα μέλη εκτιμούσαν στο πλήρες ότι έπρεπε να συνεργάζωνται με ενότητα, διότι ο Θεός, με την παρ’ αξίαν χάριν του, τους είχε φέρει μαζί για έναν ειδικό σκοπό. Τελικά τα μάτια του κόσμου θα ήσαν επάνω τους και ασφαλώς οι άγγελοι του ουρανού παρατηρούσαν προσεκτικά την επεξεργασία των θαυμασίων διευθετήσεων του Θεού. Εκεί ήσαν εκείνοι που ανήγγελλαν την βασιλείαν του Ιεχωβά, που είναι η μόνη ελπίς του κόσμου. Θα μπορούσε οτιδήποτε να είναι πιο ζωτικό ή σπουδαίο από τη Βασιλεία;
«ΠΑΡΡΗΣΙΑ»
9. Τι επροτίθετο ο Θεός να ιδούν οι άνθρωποι, και προς ποιον σκοπό εκινούντο τώρα τα πράγματα προς τα εμπρός;
9 Ο Ιεχωβά εσκόπευε να ιδούν οι άνθρωποι «ποία είναι η κοινωνία του μυστηρίου», και συνεπώς εκείνο που ήταν ‘αποκεκρυμμένον εν τω Θεώ’ απεκαλύπτετο τώρα, «δια να γνωρισθή τώρα δια της εκκλησίας εν τοις επουρανίοις εις τας αρχάς και τας εξουσίας η πολυποίκιλος σοφία του Θεού· κατά την αιώνιον πρόθεσιν την οποίαν έκαμεν εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών· δια του οποίου έχομεν την παρρησίαν και την είσοδον με πεποίθησιν δια της εις αυτόν πίστεως. Δια τούτο σας παρακαλώ να μη αθυμήτε δια τας υπέρ υμών θλίψεις μου, το οποίον είναι δόξα υμών.» (Εφεσίους 3:10-13) Ναι, ‘η αιώνιος πρόθεσις την οποίαν [ο Ιεχωβά] έκαμεν’ επραγματοποιείτο τώρα. Τα πράγματα εκινούντο προς τα εμπρός για τη διεκδίκησι του ονόματος και του λόγου του Ιεχωβά. Η εκκλησία του Θεού ήταν τώρα η ορατή του οργάνωσις η οποία έκανε γνωστά τα αγαθά νέα για τον Χριστό και εκήρυττε τις χαρούμενες αγγελίες της βασιλείας των ουρανών. Ένα αληθινό θεμέλιο είχε τεθή με τον Χριστό Ιησού, τον πιστόν και αληθινόν μάρτυρα, και, οτιδήποτε και αν ερχόταν, είτε θλίψεις σε κάποιο μέλος της εκκλησίας ατομικώς, είτε ο διασκορπισμός των ομάδων των μαρτύρων του Ιεχωβά, όλοι θα εξακολουθούσαν να ‘πιστεύουν εις αυτόν εις ζωήν αιώνιον’ και να μιλούν με τη θαυμαστή παρρησία που τους είχε δώσει ο Ιησούς Χριστός.
10. Στη διάρκεια της διακονίας του, τι εισήγαγε και έδειξε ο Ιησούς, και γιατί;
10 Όπως βλέπετε, στη διάρκεια της διακονίας του ο Ιησούς εισήγαγε μια παρρησία ή ελευθερία σκέψεως και λόγου που είχε εξαφανισθή στον καιρό του από τη γη. Αυτός ήταν εκείνος που είπε: «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.» (Ιωάννης 17:3) Οι θρησκείες του κόσμου είχαν μια ισχυρή λαβή επάνω στους ανθρώπους. Εκατομμύρια ανθρώπων όλων των εθνών, φυλών, λαών και γλωσσών βρίσκονταν σε μια οριστική αποτελμάτωσι. Οι αλήθειες που είχε εκθέσει ο Ιεχωβά αιώνες πριν από τον καιρό του Ιησού, ήσαν έως τότε κρυμμένες. Οι Ισραηλίτες ήσαν στην ίδια κακή κατάστασι όπως και όλα τα άλλα έθνη, διότι είχαν εγκαταλείψει τις διδασκαλίες του Ιεχωβά για τις παραδόσεις των ανθρώπων. Όταν ήλθε ο Ιησούς Χριστός, έδειξε με τα λόγια του και τις πράξεις του μια παρρησία που εχαροποίησε τις καρδιές των ανθρώπων.
11. Τι συνέβαλε στην παρρησία του;
11 Τα λόγια του δεν εβασίζοντο σε κάποια παλαιά ψευδή θρησκευτική παράδοσι. Εκείνο που εδίδασκε, δεν το έμαθε στα σχολεία της εποχής του. Το έμαθε μελετώντας τις Εβραϊκές Γραφές, επικοινωνώντας με τον Θεό στην προσευχή και αφιερώνοντας τον εαυτό του να πράξη το θέλημα του Πατρός του. Αυτός ο Κεχρισμένος, ο Διδάσκαλος, ήταν εκείνος που είπε: «Η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.» (Ιωάννης 8:32) Ασφαλώς ο Ιησούς ήταν ελεύθερος από αυτόν τον παλαιό κόσμο. Δεν ήταν μέρος αυτού αν και βρισκόταν μέσα σ’ αυτόν. Ήταν ένας άνθρωπος ελεύθερος να λέγη τα πράγματα που ήταν αληθινά και δίκαια και απέδιδαν τιμή στο όνομα του Ιεχωβά. Ήταν ελεύθερος να πράττη τα όσα θα έφερναν έπαινο στον ουράνιο Πατέρα του. Αποκατέστησε την καθαρή λατρεία του Υψίστου Θεού. Κατεδίκασε τους υποκριτάς και τις ψευδείς θρησκείες με την ειδωλολατρική τους λατρεία.
12. Γιατί το κήρυγμα της Βασιλείας σημαίνει παρρησία;
12 Ο Παύλος ανεγνώρισε αυτές τις πολύτιμες και άφοβες ιδιότητες στον Ιησού Χριστό, και μέσω του Ιησού Χριστού έλαβε και ο ίδιος την παρρησία του. Το να λαλή την αλήθεια σχετικά με τον Ιεχωβά και τον Υιό του και τη βασιλεία του Θεού ήταν πράγματι μια παρρησία διότι όλα τα έθνη και οι άρχοντές των ήσαν και είναι ακόμη εναντίον της βασιλείας του Ιεχωβά Θεού και της διακυβερνήσεώς της μέσω του Χριστού Ιησού.
13. Πώς ο Ιησούς εξασφάλισε για όλη την εκκλησία αυτή την παρρησία;
13 Όλα τα άτομα στην εκκλησία του Θεού πρέπει να έχουν αυτή την ίδια παρρησία, την ίδια ελευθερία σκέψεως και εκφράσεως και πρέπει να μη δεσμεύωνται πια από την καταδυναστευτική σκέψι αυτού του κόσμου. Πρέπει να μην είναι εγκλωβισμένοι ή περιρραμμένοι· πρέπει να εξέλθουν ελεύθεροι από τα δεσμωτήρια αυτού του κόσμου. Ο Ιεχωβά έκαμε προμήθεια γι’ αυτή την ελευθερία μέσω του Υιού του Ιησού Χριστού. Ο Χριστός ήταν εκείνος που είπε στη συναγωγή της Ναζαρέτ μιαν ημέρα σαββάτου: «Πνεύμα Ιεχωβά είναι επ’ εμέ· δια τούτο με έχρισε· με απέστειλε δια να ευαγγελίζωμαι προς τους πτωχούς, δια να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την καρδίαν, να κηρύξω προς τους αιχμαλώτους ελευθερίαν, και προς τους τυφλούς ανάβλεψιν, να αποστείλω τους συντεθλασμένους εν ελευθερία, δια να κηρύξω ευπρόσδεκτον του Ιεχωβά ενιαυτόν.» (Λουκάς 4:18, 19, Μ.Ν.Κ.) Ανέφερε την περικοπή αυτή από τον Ησαΐα, κεφάλαιο 61, και μετά το χρίσμα του προχώρησε στην εκτέλεσι αυτού του μεγάλου έργου της απελευθερώσεως των αιχμαλώτων ή της ‘αποστολής των συντεθλασμένων εν ελευθερία’. Κατέδειξε το ευπρόσδεκτο του Ιεχωβά έτος ελευθερίας τώρα από αυτόν τον παλαιό κόσμο. Ο καιρός είχε έλθει τώρα για τους ανθρώπους να είναι ελεύθεροι από τη δουλεία αυτού του θνήσκοντος παλαιού κόσμου, και ο Ιησούς Χριστός τούς έδειχνε το δρόμο προς την ελευθερία αυτή. Η εκκλησία του Θεού το εγνώρισε αυτό!
14. Πώς οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται προσπάθησαν να καταπνίξουν αυτή την παρρησία;
14 Ο Ιησούς δεν είχε κηρύξει αυτό το άγγελμα της ελευθερίας πάρα πολλά χρόνια προτού οι γραμματείς, οι Φαρισαίοι και οι άρχοντες της εποχής εκείνης θεωρήσουν ότι είχαν αρκετά προσβληθή από την παρρησία με την οποία μιλούσε σε όλη την Παλαιστίνη. Αυτοί οι κοσμικοί ισχυροί έλαβαν απόφασι ν’ απαλλαγούν απ’ αυτόν. Η αφήγησις είναι σαφής για το πώς επανειλημμένως οι γραμματείς και οι Φαρισαίοι προσπάθησαν να παγιδεύσουν τον Ιησούν και να επιτύχουν ένα είδος πλαστής δίκης και μια αιτία για να τον κατασιωπήσουν. Τελικά επέτυχαν να τον προσηλώσουν επάνω στο ξύλο του μαρτυρίου ώσπου πέθανε. Τώρα δεν μπορούσε πια να μιλή. Τι ανακούφισις γι’ αυτούς! Είχαν πεποίθησι ότι η παρρησία, η ελευθερία του λόγου, είχε καταπνιγή. Οι άνθρωποι δεν θα προσπαθούσαν πια να ελευθερωθούν από την επιρροή των γραμματέων και Φαρισαίων και να προσέχουν αυτόν τον άνθρωπο. Ενόμιζαν ότι θα μπορούσαν να κρατούν τον λαό τους στα δεσμωτήριά τους. Αλλά πόσο έσφαλλαν! Παρατηρήστε την προσευχή του Ιησού και σημειώστε την αίτησί του προς τον ουράνιο Πατέρα του για κείνους που άφηνε πίσω ως ελεύθερο λαό:
15. Στους μαθητάς που άφησε πίσω, τι έδωσε ο Ιησούς για την παρρησία τους;
15 «Εφανέρωσα το όνομά σου εις τους ανθρώπους τους οποίους μοι έδωκας εκ του κόσμου. Ιδικοί σου ήσαν, και εις εμέ έδωκας αυτούς, και τον λόγον σου εφύλαξαν. Τώρα εγνώρισαν ότι πάντα όσα μοι έδωκας παρά σου είναι· διότι τους λόγους τους οποίους μοι έδωκας, έδωκα εις αυτούς· και αυτοί εδέχθησαν, και εγνώρισαν αληθώς ότι παρά σου εξήλθον· και επίστευσαν ότι συ με απέστειλας. Και δεν είμαι πλέον εν τω κόσμω, αλλ’ ούτοι είναι εν τω κόσμω, και εγώ έρχομαι προς σε. Πάτερ άγιε, φύλαξον αυτούς εν τω ονόματί σου, τους οποίους μοι έδωκας, δια να ήναι έν καθώς ημείς. Εγώ έδωκα εις αυτούς τον λόγον σου· και ο κόσμος εμίσησεν αυτούς, διότι δεν είναι εκ του κόσμου, καθώς εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου.» (Ιωάννης 17:6-8, 11, 14) Οι μαθηταί του Ιησού είχαν την αλήθεια και έπρεπε να την κηρύξουν. Την εκήρυξαν.
16. Τι υποσχέθηκε ο Ιησούς να τους στείλη, και, τι θα τους βοηθούσε να θυμηθούν;
16 Λίγο μετά την ανάστασί του, ο Ιησούς Χριστός ωργάνωσε τους ακολούθους του έτσι ώστε να εκτελέσουν το μεγάλο έργο που έπρεπε να γίνη. Όταν μιλούσε με τους μαθητάς του, τους είχε ειπεί ότι θα ενεθυμούντο όσα τους είχε διδάξει και ότι θα τους έστελνε έναν παράκλητον, το πνεύμα του Θεού, για να τους υπομνήση αυτά τα σπουδαία πράγματα. «Έτι πολλά έχω να είπω προς εσάς, δεν δύνασθε όμως τώρα να βαστάζητε αυτά· όταν δε έλθη εκείνος, το Πνεύμα της αληθείας, θέλει σας οδηγήσει εις πάσαν την αλήθειαν· διότι δεν θέλει λαλήσει αφ’ εαυτού, αλλ’ όσα αν ακούση θέλει λαλήσει, και θέλει σας αναγγείλει τα μέλλοντα. Εκείνος θέλει δοξάσει εμέ, διότι εκ του εμού θέλει λάβει, και αναγγείλει προς εσάς.»—Ιωάννης 16:12-14.
17. Πότε το έστειλε αυτό, και τι εξήσκησαν τότε εις πείσμα σκληρών πειρών;
17 Το πνεύμα εξεχύθη επάνω τους στην Πεντηκοστή, όπως είχε ειπεί ο Ιησούς. «Και συνερχόμενος μετ’ αυτών παρήγγειλε να μη απομακρυνθώσιν από Ιεροσολύμων, αλλά να περιμένωσι την επαγγελίαν του Πατρός, την οποίαν ηκούσατε, είπε, παρ’ εμού. Διότι ο μεν Ιωάννης εβάπτισεν εν ύδατι, σεις όμως θέλετε βαπτισθή εν Πνεύματι Αγίω, ουχί μετά πολλάς ταύτας ημέρας.» (Πράξεις 1:4, 5) Οι διάνοιές τους εγέμισαν τότε με τις αλήθειες που τους είχε διδάξει ο Ιησούς και κινήθηκαν άφοβα προς τα εμπρός κηρύττοντας τη βασιλεία των ουρανών σε όλους τους ανθρώπους. (Ιωάννης 14:25, 26) Υπέμειναν όλους τους διωγμούς, τις δοκιμασίες και τις δυσκολίες· το ότι εχλευάζοντο από όχλους εξωργισμένων ανθρώπων και ακόμη εφυλακίζοντο, δεν τους εσταμάτησε ποτέ. Είχαν αποκτήσει παρρησία μέσω του Ιησού Χριστού, με την παρ’ αξίαν χάριν του Ιεχωβά, και σ’ αυτούς απέκειτο να την διατηρήσουν. Όχι, δεν επρόκειτο να γίνουν πάλι δέσμιοι, διότι ο Ιησούς Χριστός τούς είχε ελευθερώσει. Ο προφήτης Ησαΐας είχε διακηρύξει: «Λέγων προς τους δεσμίους, Εξέλθετε.» (Ησαΐας 49:9) Ο Ιησούς έκαμε αυτό ακριβώς στους δεσμίους. Οι μαθηταί του ήσαν ελεύθεροι άνθρωποι τώρα και προέβαιναν στο να κάμουν ορθή χρήσι της ελευθερίας των κηρύττοντας την αλήθεια.
18. Σε ποια περιοχή εξήσκησαν αυτό, και έτσι τι έλαβε χώραν;
18 Εταξίδεψαν στις χώρες που ήσαν κοντά στην Παλαιστίνη, ο Πέτρος προς ανατολάς ως τη Βαβυλώνα και ο Παύλος προς δυσμάς πιθανώς ως την Ισπανία. Εξασκούσαν τη Θεόδοτη ελευθερία του λόγου ή παρρησία. Έλεγαν σ’ εκείνους που ήσαν στη φυλακή, ‘Εξέλθετε! Προσέξτε αυτά τα αγαθά νέα! Έχετε πεποίθησι και πίστι μέσω του Χριστού Ιησού στον Ιεχωβά Θεό τον Δημιουργό του σύμπαντος. Εμπιστευθήτε στις πολύτιμες επαγγελίες του και ζητήστε το δρόμο της αιωνίου ζωής.’ Η σύναξις εκείνων που αγαπούσαν την αλήθεια και τη δικαιοσύνη άρχισε, και έγινε φανερή η ορατή οργάνωσις του Θεού.
19, 20. Πώς έπρεπε οι Χριστιανοί να περιπατούν αξίως των πραγμάτων στα οποία είχαν κληθή, και τι θα έκανε στην οργάνωσι το να ενεργούν έτσι;
19 Ο Παύλος, βέβαια, ήταν ένας από τους εξέχοντας ιεραποστόλους και ευαγγελιστάς της εποχής του. Έλεγε σ’ εκείνους που συναντούσε και τους εδίδασκε την αλήθεια, ότι έπρεπε να περιπατούν αξίως των πραγμάτων στα οποία είχαν κληθή. Δεν έπρεπε πια να ζουν μ’ έναν αλαζονικό, τραχύν τρόπο όπως ζούσαν οι λαοί του κόσμου. Μάλλον, έπρεπε να είναι ταπεινοί και να δείχνουν μετριοφροσύνη. Έπρεπε να είναι πράοι και μακρόθυμοι, «υποφέροντες αλλήλους εν αγάπη».
20 Πραγματοποίησις αυτής της τρυφερής διαθέσεως σημαίνει τη συγκρότησι μιας ισχυρής οργανώσεως αδελφών, έπειτα δε μπορεί να επιτελεσθή ένα μεγάλο έργο προς το συμφέρον της βασιλείας του Θεού.
ΑΙΧΜΑΛΩΤΙΣΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ
21. Τίνος αγορασμένη ιδιοκτησία είναι οι Χριστιανοί, και τι ο Παύλος ήταν ευτυχής να είναι;
21 Ο Παύλος εξηγούσε ποιο είναι το κατάλληλο φρόνημα που πρέπει να έχουν οι Χριστιανοί. Δεν ήσαν πια κάτω από την καταδυναστευτική διακυβέρνησι του κόσμου του Σατανά ως υπήκοοι αυτού του παλαιού συστήματος πραγμάτων, αλλά ο Χριστός τούς είχε αγοράσει με το αίμα του. Ήσαν κτήμα του. Ο Παύλος λέγει: «Ή δεν εξεύρετε, ότι το σώμα σας είναι ναός του Αγίου Πνεύματος του εν υμίν, το οποίον έχετε από Θεού, και δεν είσθε κύριοι εαυτών; Διότι ηγοράσθητε δια τιμής· δοξάσατε λοιπόν τον Θεόν δια του σώματός σας, και δια του πνεύματός σας, τα οποία είναι του Θεού.» (1 Κορινθίους 6:19, 20) Ο Παύλος ήταν ασφαλώς ευτυχής να είναι ένας τέτοιος αγορασμένος, ένας δέσμιος εν Κυρίω, ένας αιχμαλωτισμένος από τον Χριστό. Ανέφερε στους Εφεσίους ότι ήταν ένας «δέσμιος εν Κυρίω» και είπε: «Εις ένα δε έκαστον ημών εδόθη η χάρις κατά το μέτρον της δωρεάς του Χριστού. Δια τούτο λέγει, “Αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσεν αιχμαλωσίαν, και έδωκε χαρίσματα εις τους ανθρώπους”.» (Εφεσίους 4:7, 8) Για να ελευθερώση εκείνους τους ακολούθους του που εκρατούντο σε δουλεία, ο Ιησούς έπρεπε να τους αιχμαλωτίση και να τους πάρη για τον εαυτό του μέσα στην οργάνωσί του. Οι χιλιάδες, λοιπόν, που άκουσαν τις αλήθειες που είχε εκφράσει ο Ιησούς, εφέροντο σ’ αυτόν και ωδηγούντο να σκέπτονται όπως αυτός εσκέπτετο. Έτσι είχαν τον νουν του Χριστού. Ήσαν ελευθερωμένοι από αυτόν τον παλαιόν θνήσκοντα κόσμο. Σε όλους αυτούς τους ελευθέρους «έδωκε δόματα εν ανθρώποις». (Κείμενον, περιθώριον κριτικής εκδόσεως Γρήνφιλντ)
22. Τι ήσαν αυτά τα «δόματα εν ανθρώποις»; Και ποιον σκοπό προοορίζοντο να εξυπηρετήσουν όπως το εξήγησε με το παράδειγμά του ο Παύλος;
22 Αυτά τα «δόματα εν ανθρώποις» ήσαν απόστολοι, προφήται και ευαγγελισταί, άνθρωποι που περιήρχοντο από εκκλησία σε εκκλησία υπηρετώντας τους πιστούς. Ήσαν ικανοί να ομιλούν ξένες γλώσσες, να διερμηνεύουν και να θεραπεύουν. Τους είχαν δοθή τα χαρίσματα του πνεύματος, που υπήρχαν πράγματι στην εποχή του Παύλου. (1 Κορινθίους 12) Αυτοί οι άνθρωποι βοηθούσαν τη νεαρή εκκλησία, την ορατή οργάνωσι του Κυρίου, να γίνη ισχυρή και να συνδεθή σε ενότητα έτσι ώστε να χρησιμοποιηθή στον αίνο του και στη λατρεία του. Ο Παύλος, που ήταν ένας από αυτά τα «δόματα εν ανθρώποις», εκτιμούσε ότι είχε ελευθερωθή από το παλαιό σύστημα πραγμάτων, και ήταν ευγνώμων γι’ αυτήν την παρ’ αξίαν χάριν από μέρους του Θεού. Είτε ως δέσμιος με αλυσίδες στη Ρώμη, είτε ως ένας αιχμαλωτισμένος από τον Κύριο Ιησού Χριστό, ήταν χαρούμενος διότι είχε γίνει δέσμιος του Κυρίου, καθώς το εξέθεσε εις Εφεσίους 4:1-3: «Σας παρακαλώ λοιπόν εγώ, ο δέσμιος εν Κυρίω, να περιπατήσητε αξίως της προσκλήσεως καθ’ ην προσεκλήθητε, μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και πραότητος, μετά μακροθυμίας, υποφέροντες αλλήλους εν αγάπη, σπουδάζοντες να διατηρήτε την ενότητα του πνεύματος δια του συνδέσμου της ειρήνης.» Ο Παύλος ο δέσμιος ήθελε να είναι η ορατή οργάνωσις του Κυρίου σε ενότητα, σε σύνδεσμο ο ένας με τον άλλον. Τα «δόματα εν ανθρώποις» είχαν δοθή στη νέα ορατή οργάνωσι γι’ αυτόν ακριβώς τον σκοπό.
23. Πώς έπρεπε να συμπεριφέρονται εκείνοι που ήσαν «δόματα εν ανθρώποις»;
23 Η εκκλησία του Θεού επρόκειτο ν’ απαρτισθή, όχι από άτομα που θ’ αγωνίζονταν για εξέχουσες θέσεις, αλλά από υπηρέτας. (Ιάκωβος 2:1-4) Ο Ιησούς ήταν το παράδειγμα για την εκκλησία και είπε ότι ο μεγαλύτερος μεταξύ των αδελφών του έπρεπε να είναι δούλος των. Ο Ιησούς έδειξε την ταπεινοφροσύνη του νίπτοντας τα πόδια των μαθητών στη νύχτα του τελευταίου πάσχα και στην εγκαινίασι της αναμνήσεως του θανάτου του. (Ιωάννης 13) Εκεί έδειχνε πώς έπρεπε να ταπεινωθούν και να είναι δούλοι των αδελφών των. Αυτοί οι απόστολοι ήσαν οι κυριώτεροι που είχαν κληθή να είναι «δόματα εν ανθρώποις», ευαγγελισταί, ποιμένες και διδάσκαλοι, και δεν έπρεπε να κατακυριεύουν του ποιμνίου, αλλά έπρεπε να είναι ποιμένες και να φροντίζουν για την ορατή οργάνωσι. (1 Πέτρου 5:2-4) Αυτοί οι ειδικοί αντιπρόσωποι επρόκειτο να βοηθούν όλα τα άτομα στην εκκλησία ν’ αντιληφθούν την ευθύνη τους να είναι διάκονοι.
24. Ποια όμοια ευθύνη είχαν τα πρόβατα και οι ποιμένες;
24 Έχοντας κληθή στην οργάνωσι του Κυρίου και λάβει την παρρησία ή ελευθερία του λόγου, κάθε άτομο στην ορατή οργάνωσι έπρεπε να περιπατή αξίως της κλήσεως με την οποίαν είχε κληθή. Όλοι, ποιμένες και ποίμνιο εξίσου, είχαν την ίδια ευθύνη. Απητείτο πιστότης στην υπηρεσία των ως διακόνων.
ΕΝΟΤΗΣ ΣΑΝ ΕΝΑ ΣΩΜΑ
25. Πώς έπρεπε να εργάζωνται όλοι, και για ποιο σκοπό;
25 Έτσι, λοιπόν, η εκκλησία έπρεπε να έχη κοινή όρασι και τις ίδιες θετικές βλέψεις στο νου. Όλοι έπρεπε να κατανοήσουν ότι ο σκοπός για τη συγκέντρωσι αυτών των υπηρετών του Υψίστου Θεού ήταν να κηρύξουν τούτο το ευαγγέλιον της Βασιλείας σε όλο τον κόσμο για μαρτυρία, να μεγαλύνουν το όνομα του Ιεχωβά, να αναγγείλουν τον Υιόν Ιησούν Χριστόν και να κάμουν δημοσία διακήρυξι των ιερών μυστηρίων που ο Θεός είχε αποκαλύψει μέσω του λόγου του. Όλοι μέσα στην ορατή οργάνωσι του Κυρίου έπρεπε να συνεργάζωνται γι’ αυτόν τον σκοπό. Δεν μπορούσαν να εργάζωνται ο ένας εναντίον του άλλου, διότι τα μέλη που αποτελούν το σώμα δεν εργάζονται βέβαια εναντίον των άλλων μελών. Γι’ αυτό ο Παύλος προχώρησε να πη εις Εφεσίους 4:4-6: «Έν σώμα και έν Πνεύμα, καθώς και προσεκλήθητε με μίαν ελπίδα της προσκλήσεώς σας· είς Κύριος, μία πίστις, έν βάπτισμα· είς Θεός και Πατήρ πάντων, ο ων επί πάντων, και δια πάντων, και εν πάσιν υμίν.» Ο Ιεχωβά επολιτεύετο με όλα τα μέλη του σώματος μέσω του λόγου Του και της ορατής Του οργανώσεως, και, επί πλέον, κάνει το ίδιο σ’ αυτή την εποχή μας για την ενότητά μας ως σώματος.
26. Ποια ήταν η σύνθεσις της εκκλησίας τότε, και έτσι για να έχη επιτυχία ως οργάνωσις, τι έπρεπε να κάμουν;
26 Παρατηρήστε την κατάστασι όπως υπήρχε τότε στην εποχή του Παύλου: Ιουδαίοι ήρχοντο στην αλήθεια, μερικοί από τους οποίους είχαν διδαχθή από τους Φαρισαίους και άλλοι από τους Σαδδουκαίους. Ο ίδιος ο Παύλος ήταν προηγουμένως Φαρισαίος. Υπήρχαν Αιγύπτιοι, άνθρωποι από τη Μικρά Ασία, από την Ελλάδα, από τη Βαβυλώνα και άλλα απομακρυσμένα μέρη του κόσμου—όλοι δε αυτοί ανάμικτοι στη μία εκκλησία του Κυρίου. Κάποτε όλοι είχαν διαφορετικούς τρόπους ζωής, διαφορετικές θρησκείες και διδασκαλίες, αλλά τώρα επρόκειτο να ζουν μαζί υπό τον ένα Θεό με μία Βίβλο, τον λόγον του Θεού, ως οδηγό τους. Επρόκειτο ν’ αποτελέσουν την ορατή του οργάνωσι, έχοντας παρρησία και μια απόφασι να πράττουν το θέλημα του Κυρίου. Αν αυτή η οργάνωσις επρόκειτο να έχη επιτυχία, τότε έπρεπε αυτοί να συνεργάζωνται όπως ακριβώς συνεργάζονται τα μέλη του ανθρωπίνου σώματος: η κεφαλή, τα χέρια, τα όργανα—όλα πρέπει να λειτουργούν για την εξυπηρέτησι των αρίστων συμφερόντων ολοκλήρου του Σώματος.
27. Γιατί δεν έπρεπε να υπάρχη διαφορά στην άποψι ή στο έργο;
27 Ο Παύλος ενετύπωνε στις διάνοιες των Εφεσίων ότι υπάρχει ένα μόνο σώμα, και ότι το ένα αυτό σώμα διέπεται από ένα πνεύμα, το πνεύμα του Θεού. Είχαν όλοι κληθή στη μία ελπίδα, την ελπίδα να είναι συγκληρονόμοι με τον Χριστόν Ιησούν στην ουράνια βασιλεία και να ζουν αιωνίως. Όλοι είχαν την ίδια πίστι βασισμένη επάνω στον αλάθητον λόγον του Θεού, το ίδιο βάπτισμα και τον ίδιον Πατέρα στον ουρανό. Για τούτο δεν έπρεπε να υπάρχη διαφορά απόψεως όσον αφορά τα μέλη του σώματος, αλλά έπρεπε όλοι να αγωνίζωνται να εκτελέσουν το μεγάλο έργο της προαγωγής της καθαράς λατρείας του Υψίστου Θεού, συμμετέχοντας στη διεκδίκησι του ονόματός Του και του λόγου Του και βοηθώντας όλους τους ανθρώπους καλής θελήσεως ν’ αποκτήσουν γνώσιν των σκοπών του Ιεχωβά. Το έργο αυτό εγίνετο στις ημέρες του Παύλου· μπορεί να γίνη και στις ημέρες μας, επίσης.
28. Πού βρίσκομε μια τέτοια ορατή, εργαζόμενη οργάνωσι σήμερα, και ποιοι μπορούν να είναι σ’ αυτήν και πώς;
28 Τα σοφά, λοιπόν, λόγια του Παύλου ότι ο Ιεχωβά θα είχε μια δραστήρια, εργαζόμενη ορατή οργάνωσι, βρίσκουν άραγε εκπλήρωσι σήμερα; Πού υπάρχει μια οργάνωσις σήμερα όμοια με την εκκλησία για την οποία μιλούσε ο Παύλος; Θα μπορούσε, πιθανώς, να υπάρχη ένας όμιλος ανθρώπων σήμερα, που έχουν ένα Πατέρα, τον Πατέρα όλων των ατόμων μέσα στην εκκλησία, ένα Πατέρα που είναι «επί πάντων, και δια πάντων, και εν πάσιν», ένα Πατέρα που φροντίζει για τα τέκνα του και τα κρατεί μαζί στον καθαρό τρόπο λατρείας; Τι προνόμιο και ευχαρίστησις είναι να απαντήσωμε Ναι, υπάρχει μια τέτοια οργάνωσις. Στις ημέρες των αποστόλων θα μπορούσατε να βρήτε μια τέτοια ορατή οργάνωσι στην αρχέγονο εκκλησία του Χριστού. Σ’ αυτό το έτος 1952 θα την βρήτε σ’ έναν όμιλο Χριστιανών που είναι γνωστοί ως μάρτυρες του Ιεχωβά. Αυτοί αποτελούν την ορατή οργάνωσι του Ιεχωβά. Επί πλέον, κι ΕΣΕΙΣ μπορείτε να είσθε σ’ αυτή την οργάνωσι, αν σκέπτεσθε όπως ο Παύλος και έχετε πίστι σαν τη δική του.
29. Πώς οι μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα είναι όμοιοι με την πρώτη εκκλησία;
29 Παρατηρήστε πώς οι μάρτυρες του Ιεχωβά σήμερα είναι όμοιοι με τις πρώτες εκκλησίες των πιστών μαρτύρων του Ιεχωβά: Οι μάρτυρες του Ιεχωβά πιστεύουν σταθερά στον λόγον του Θεού. Τον μελετούν, τον κηρύττουν, και τον ζουν. ‘Υποφέρουν αλλήλους εν αγάπη’ μολονότι τα έθιμά τους και οι συνήθειες της ζωής τους και οι γλώσσες που μιλούν στην καθημερινή τους συνομιλία είναι διάφορες σε όλα τα μέρη του κόσμου. ΕΚΠΛΗΡΩΝΟΥΝ την εντολή να κηρύξουν τη Βασιλεία σε όλο τον κόσμο για μαρτυρία. (Ματθαίος 24:14) Έτσι σε όλα τα μέρη της γης καταδεικνύουν την ενότητα της ορατής οργανώσεως του Θεού.