Οι Απαιτήσεις του Ιεχωβά για τους Εκζητητάς της Ζωής
«Και τώρα . . . τι ζητεί Ιεχωβά ο Θεός σου παρά σου, ειμή να φοβήσαι Ιεχωβά τον Θεόν σου, να περιπατής εις πάσας τας οδούς αυτού, και να αγαπάς αυτόν, και να λατρεύης Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου.»—Δευτ. 10:12, ΜΝΚ.
1. Τι πρέπει να καθορίση τον σκοπό μας στη ζωή;
ΕΙΝΑΙ καλό να έχη κανείς ένα σκοπό στη ζωή. Οι σκοποί της ζωής των ανθρώπων έχουν μεγάλη ποικιλία, μερικοί είναι ευγενείς, μερικοί ολιγώτερο ευγενείς. Ο σκοπός ενός ατόμου μπορεί να είναι το να γίνη ένας πρόεδρος· ενός άλλου, το να είναι ένας πολιτευτής. Άλλοι μπορεί να φιλοδοξούν να είναι δικηγόροι, γεωργοί, ιατροί και νοσοκόμοι, και μπορεί ν’ αφιερώνουν την ενέργεια της ζωής των σε τέτοια επιτεύγματα. Άλλοι ακόμη ζητούν ως σκοπό της ζωής των τη διακονία του Ιεχωβά Θεού. Για να κάμη κανείς οποιοδήποτε απ’ αυτά τα πράγματα απαιτείται ζωή. Από τα πολλά επαγγέλματα, ή κλίσεις, ποιο φέρνει την πιο μεγάλη ανταμοιβή και την πιο μακρά ζωή; Ασφαλώς εκείνο θα ήταν το επιθυμητό.
2. Τι εμποδίζει μερικούς να πραγματοποιήσουν τον σκοπό της ζωής των, ενώ ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις τον κόσμου τούτου;
2 Στη διάρκεια του χρόνου που θα χρειασθή για να διαβασθούν αυτά, χιλιάδες ανθρώπων που έχουν επιθυμία για ειρήνη, ευτυχία και ζωή θα πεθάνουν. Αφού ο θάνατος δεν ευλαβείται πρόσωπα, τούτο σημαίνει ότι εκείνοι που πεθαίνουν θα είναι άνθρωποι διαφόρων εθνικοτήτων και διαφόρων φυλών και από όλα τα κοινωνικά επίπεδα. Εξαιτίας του θανάτου, μερικοί δεν θα έχουν ποτέ πραγματοποιήσει τον σκοπό τους στη ζωή· άλλοι θα έχουν κάμει μια εντελώς βραχεία πραγματοποίησί του. Η κλίσις των στη ζωή δεν τους έφερε τη μακρότητα των ημερών με διαρκή ευτυχία. Όταν ζούσαν, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι πάρα πολλοί απ’ αυτούς ήσαν καλοί πολίται· επλήρωναν τους φόρους των, υπεστήριζαν ένα από τα πολιτικά κόμματα, ποτέ δεν συνελήφθησαν και δεν μπήκαν σε φυλακή· και πολλοί, αν όχι οι περισσότεροι, είχαν ανταποκριθή, σ’ ένα βαθμό, στις απαιτήσεις με τις οποίες τους επεφόρτισε η κοινωνία αυτού του κόσμου. Έκαναν ελεημοσύνες, ήσαν μέλη μιας εκκλησίας, είχαν επιτυχία στο εμπόριο, και ήσαν πολύ αγαπητοί στους φίλους. Ναι, είχαν ανταποκριθή στις απαιτήσεις του παλαιού αυτού κόσμου· αλλά πόσοι απ’ αυτούς εγνώρισαν και ανταπεκρίθησαν στις απαιτήσεις του Θεού στη διάρκεια της ζωής των; Αν δεν το έκαμαν αυτό, δεν υπάρχει τίποτε που μπορούν να κάμουν όταν θα είναι νεκροί. Θα έχουν να βασισθούν στην χάριν του Θεού.—Εκκλησ. 9:5.
3. Ποια είναι μια ουσιώδης απαίτησις για τους εκζητητάς της ζωής;
3 Αλλά πόσοι από τα δυόμισυ δισεκατομμύρια ανθρώπων και πλέον που ζουν τώρα επάνω στη γη γνωρίζουν τις απαιτήσεις του Θεού και ανταποκρίνονται σ’ αυτές τις απαιτήσεις; Έχει λεχθή πολλές φορές ότι υπάρχουν μόνο δύο πράγματα σ’ αυτή τη ζωή που πρέπει να κάμη ο άνθρωπος. Το ένα είναι να πληρώνη φόρους και το άλλο είναι να πεθάνη. Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους δεν στενοχωρούνται που πληρώνουν φόρους λόγω των ευεργετημάτων που απολαμβάνουν· αλλά όταν πρόκειται περί θανάτου, κάθε εχέφρων άνθρωπος επάνω στη γη θ’ αγωνισθή εναντίον του, επειδή ο θάνατος δεν παρέχει ευεργετήματα, η πιο μεγάλη δε επιθυμία του ανθρώπου είναι να ζη. Εκείνοι που ενδιαφέρονται να ζουν και ν’ αποκτήσουν αιώνια ζωή πρέπει να κάμουν αυτό το ένα πράγμα—ν’ αποκτήσουν γνώσι του Δημιουργού. «Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.»—Ιωάν. 17:3· Ματθ. 17:25-27.
4. Ποια γνώσις του Ιεχωβά θα μας βοηθήση να κατανοήσωμε γιατί αυτός έχει ορθώς το δικαίωμα ν’ απαιτή ωρισμένα πράγματα από μας;
4 Η απόκτησις αυτής της ζωοπαρόχου γνώσεως θα μας καταστήση ικανούς να κατανοήσωμε ότι ο Θεός έχει ωρισμένες απαιτήσεις στις οποίες πρέπει ν’ ανταποκριθούμε. Η γνώσις αυτή θα μας καταστήση ικανούς να γνωρίσωμε ότι ο Ιεχωβά είναι ο Ύψιστος Θεός, ο υπέρτατος Άρχων του σύμπαντος, ο Δημιουργός των πάντων και εκείνος που έδωσε ζωή στην αρχή. Η γνώσις αυτή θα μας καταστήση ικανούς να κατανοήσωμε ότι ο Θεός έχει ορθώς το δικαίωμα να απαιτή ωρισμένα πράγματα από εκείνους που είναι οφειλέται σ’ αυτόν. Ο ψαλμωδός Δαβίδ το ανεγνώρισε αυτό όταν έγραψε: «Γνωρίσατε, ότι ο Ιεχωβά είναι ο Θεός· αυτός έκαμεν ημάς, και ουχί ημείς· ημείς είμεθα λαός αυτού, και πρόβατα της βοσκής αυτού.»—Ψαλμ. 100:3, ΜΝΚ· Ησ. 45:12.
5, 6. (α) Μπορούμε ν’ αποφύγωμε την τιμωρία για παράβασι των νόμων του ανθρώπου ή του Θεού με το να επικαλούμεθα άγνοια των νόμων; (β) Πώς ο Ιεχωβά έκαμε προμήθειες για να γνωρίσουν όλοι τους νόμους του και τις απαιτήσεις του;
5 Γιατί είναι τόσο σπουδαίο να γνωρίζωμε τις απαιτήσεις του Θεού; Για να βοηθηθούμε να το εννοήσωμε αυτό θα μπορούσαμε να ρωτήσωμε, «Γιατί είναι τόσο σπουδαίο να γνωρίζωμε και υπακούωμε στους νόμους της κυβερνήσεως κάτω από την οποία ζούμε;» Τι θα συνέβαινε αν αρνούμεθα να πληρώσωμε τους φόρους μας ή αν εκλέπταμε; Αν συνελαμβανόμεθα θα έπρεπε ή να πληρώσωμε πρόστιμο ή να πάμε στη φυλακή. Δεν θα μπορούσαμε να πούμε στον δικαστή, «Δικαστή, δεν μπορείς να μου επιβάλης πρόστιμο· δεν μπορείς να με βάλης στη φυλακή. Δεν ήξερα ποιοι είναι οι νόμοι.» Ο δικαστής θα έλεγε, «Η άγνοια του νόμου δεν αποτελεί δικαιολογία.» Οι νόμοι είναι αναγεγραμμένοι για να τους γνωρίζουν, να τους εννοούν και να υπακούουν σ’ αυτούς όλοι.
6 Το ίδιο αληθεύει και με τους νόμους του Θεού. Ο Ιεχωβά καθώρισε ωρισμένες απαιτήσεις για ν’ ανταποκριθή ο άνθρωπος. Αν παραλείπη ν’ ανταποκριθή ή τις παραβαίνη, ασφαλώς θα συλληφθή και θα τιμωρηθή, επειδή «οι οφθαλμοί του Ιεχωβά περιτρέχουσι δια πάσης της γης», και κανείς παραβάτης των νόμων δεν μπορεί να διαφύγη την προσοχή του. (2 Χρον. 16:9, ΜΝΚ) Ούτε μπορεί κανείς να επικαλεσθή άγνοιαν των νόμων ή απαιτήσεων του Θεού, επειδή τμήματα τουλάχιστον της Γραφής έχουν δημοσιευθή σε 1.151 γλώσσες και διαλέκτους. Ο Ιεχωβά αποστέλλει επίσης τους διακόνους του κατά εκατοντάδας χιλιάδων για να βοηθήσουν όλους τους ανθρώπους που θέλουν ν’ ακούσουν, να κατανοήσουν το βιβλίο των νόμων του. Έχουν πωληθή περισσότερα αντίτυπα της Βίβλου σε όλο τον κόσμο από κάθε άλλο βιβλίο, όμως για τη Γραφή το να είναι το καλύτερα πωλούμενο βιβλίο δεν σημαίνει τίποτε. Μια δήλωσις παρμένη απ’ αυτήν θα μας πη γιατί: «Όλη η γραφή είναι θεόπνευστος, και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν, προς έλεγχον, προς επανόρθωσιν, προς εκπαίδευσιν την μετά της δικαιοσύνης· δια να ήναι τέλειος ο άνθρωπος του Θεού, ητοιμασμένος εις παν έργον αγαθόν.»—2 Τιμ. 3:16, 17· Ματθ. 28:19, 20.
ΓΙΑΤΙ ΟΙ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΔΕΝ ΚΑΤΑΝΟΟΥΝΤΑΙ
7, 8. (α) Γιατί ο «Χριστιανικός κόσμος» είναι υπεύθυνος για το ότι πολλοί δεν γνωρίζουν και δεν κατανοούν τις απαιτήσεις του Θεού; (β) Υποστηρίζει η Βίβλος τη διδασκαλία ότι υπάρχουν πολλές ευπρόσδεκτες μορφές λατρείας;
7 Επειδή η πλειονότης του ανθρωπίνου γένους έχει έλλειψι γνώσεως και κατανοήσεως των Γραφών, οι απαιτήσεις του Θεού παρανοούνται, παραμελούνται και αγνοούνται σε όλο τον κόσμο. Οι άνθρωποι απορούν πώς αυτό θα μπορούσε να είναι δυνατόν με τόσο πολλές και διάφορες θρησκευτικές οργανώσεις που υποτίθεται ότι διδάσκουν και εκπαιδεύουν από τον λόγον του Θεού. Πολλοί άνθρωποι φρονούν ότι, αν οι απαιτήσεις του Θεού δεν είναι γνωστές ή δεν κατανοούνται, τούτο συμβαίνει επειδή οι άνθρωποι δεν παρακολουθούν και δεν υποστηρίζουν τις εκκλησίες. Όταν, όμως, εξετάσωμε τα γεγονότα, βρίσκομε ότι ο «Χριστιανικός κόσμος», με τις εκατοντάδες των δογμάτων του και τρόπων λατρείας, είναι μερικώς υπεύθυνος για τις εσφαλμένες αντιλήψεις που επικρατούν όσον αφορά τις απαιτήσεις του Θεού.
8 Εξετάστε μερικές από τις απαιτήσεις των θρησκειών του κόσμου τούτου και ιδέτε αν βοηθούν τους ανθρώπους ν’ αποκτήσουν γνώσι και κατανόησι του Θεού. Πλείστοι θρησκευτικοί ηγέται ισχυρίζονται ότι πρέπει να είσθε μέλος μιας εκκλησίας και να συνεισφέρετε τουλάχιστον δέκα τοις εκατό από το εισόδημά σας για να σωθήτε. Πολλοί, όταν ερωτήθηκαν ποιο από τα πολλά διάφορα θρησκευτικά δόγματα και είδη λατρείας πρέπει να εκλέξετε, απήντησαν, «Δεν υπάρχει διαφορά. Όλα θα σας οδηγήσουν στον ίδιο τόπο, μόνο από διαφορετικούς δρόμους.» Αυτή δεν είναι η κατανόησις που λαμβάνομε από τον λόγον του Θεού. Μήπως ο Θεός είπε ότι υπάρχουν εκατοντάδες πίστεων για να εκλέξωμε απ’ αυτές και οποιαδήποτε εκλέξωμε και οποιαδήποτε ταιριάζει στη φαντασία μας θα είναι εν τάξει απέναντί του; Διαβάστε τα ακόλουθα λόγια του Παύλου: «Είς Κύριος, μία πίστις, έν βάπτισμα.» (Εφεσ. 4:5) Αφού αυτό περιορίζει το ζήτημα σε μια αληθινή μορφή λατρείας και επιθυμούμε να εύρωμε την αληθινή αυτή πίστι, θα χρειασθή αναζήτησις.
9. Ποια Γραφικά παραδείγματα δείχνουν ότι από τους Χριστιανούς απαιτούνται περισσότερα από απλή ηθικότητα ή από το να ζη κανείς μια καλή αγνή ζωή;
9 Πολλοί άνθρωποι φρονούν ότι απλή ηθικότης ή το να ζη κανείς μια καλή ζωή και να τηρή τις Δέκα Εντολές είναι αρκετό· αλλ’ ας στραφούμε στη Γραφή και ας ιδούμε αν αυτά είναι όλα όσα απαιτεί ο Θεός. Στην παραβολή των προβάτων και των εριφίων ο Ιησούς προσδιώρισε τους πονηρούς ως ερίφια. Γιατί; Μήπως επειδή είχαν φονεύσει, κλέψει, διαπράξει μοιχεία ή ανταγωνισθή τους πλησίον των; Μερικοί απ’ αυτούς μπορεί να ήσαν καλά παραδείγματα από όλες τις απόψεις, παρά τούτο, όμως, δεν ήσαν ευάρεστοι στον Ιεχωβά Θεό. Παρατηρήστε την αιτία, για την οποίαν ο Ιησούς τούς ονομάζει ερίφια: «Τότε θέλει ειπεί και προς τους εξ αριστερών, Υπάγετε απ’ εμού, οι κατηραμένοι, εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον δια τον διάβολον και τους αγγέλους αυτού. Διότι επείνασα, και δεν μοι εδώκατε να φάγω· εδίψησα, και δεν με εποτίσατε· ξένος ήμην, και δεν με εφιλοξενήσατε· γυμνός, και δεν με ενεδύσατε· ασθενής και εν φυλακή, και δεν με επεσκέφθητε. Τότε θέλουσιν αποκριθή προς αυτόν και αυτοί, λέγοντες, Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα, ή διψώντα, ή ξένον, ή γυμνόν, ή ασθενή, ή εν φυλακή, και δεν σε υπηρετήσαμεν; Τότε θέλει αποκριθή προς αυτούς, λέγων, Αληθώς σας λέγω, καθ’ όσον δεν εκάμετε εις ένα τούτων των ελαχίστων, ουδέ εις εμέ εκάμετε.» (Ματθ. 25:41-45) Ο Ιησούς τους ελόγισε ως ερίφια, όχι για όσα έπρατταν, αλλά για όσα δεν έπρατταν· δεν έδειχναν θετική ενέργεια με το να κάνουν καλό στους αδελφούς του Χριστού. Το ίδιο αλήθευε και για τον νέο πλούσιο άρχοντα που επήγε στον Ιησού, ζητώντας ζωή. Ο Ιησούς τού περιέγραψε ότι η απαίτησις για ζωή δεν ήταν απλώς το να ζη μια καλή αγνή ζωή, αλλά και το να πωλήση ό,τι είχε και να είναι ακόλουθός Του. Έτσι βλέπομε ότι απλή ηθικότης ή το να ζούμε μια καλή αγνή ζωή δεν είναι αρκετό. Περισσότερα απαιτούνται.—Ματθ. 19:16-22.
10. (α) Γιατί μπορούμε να συμπεράνωμε ότι ο Ιεχωβά θα δείξη στους εκζητητάς της ζωής τι απαιτεί απ’ αυτούς; (β) Απαιτείται από τους Χριστιανούς σήμερα να τηρούν τις Δέκα Εντολές;
10 Τώρα, όπως πάντοτε, ο Ιεχωβά δείχνει στον άνθρωπο τι απαιτείται απ’ αυτόν. Στην εποχή του Αδάμ ο Ιεχωβά είπε στον Αδάμ τι απαιτούσε απ’ αυτόν. Ο Αδάμ έπρεπε να φροντίζη για τον κήπο της Εδέμ, να εξουσιάζη τη ζωική κτίσι, να ονομάση τα ζώα, να θέση υπό έλεγχον τη γη και να πληθυνθή και γεμίση τη γη. (Γέν. 1:28· 2:19) Ο Ιεχωβά Θεός είχε ωρισμένες απαιτήσεις για τον Νώε. Ο Νώε έπρεπε να κηρύττη την καταστροφή του ασεβούς κόσμου μ’ έναν υδάτινο κατακλυσμό· έπρεπε να κατασκευάση μια μεγάλη κιβωτό που θα επροστάτευε την οικογένειά του. (Γέν. 6:14· Εβρ. 11:7) Ο Θεός δεν είχε μόνο απαιτήσεις για άτομα, αλλά, όπως συνέβη με το έθνος Ισραήλ, είχε και απαιτήσεις για ένα έθνος. Εκάλεσε τον Μωυσή στο Όρος Σινά και του έδωσε τις Δέκα Εντολές, οι οποίες επρόκειτο να χρησιμεύουν ως οδηγός γι’ αυτούς. Αντίθετα προς τη γνώμη μερικών, οι άνθρωποι δεν υπάγονται σήμερα στους νόμους εκείνους που ο Θεός έδωσε στον Μωυσή για το έθνος Ισραήλ. Τούτο διευκρινίζεται από τον Παύλο: «Ώστε ο νόμος έγεινε παιδαγωγός ημών εις τον Χριστόν, δια να δικαιωθώμεν εκ πίστεως· αφού όμως ήλθεν η πίστις, δεν είμεθα πλέον υπό παιδαγωγόν.» Φυσικά, οι δίκαιες αρχές που είναι ενσωματωμένες στις εντολές εκείνες, εξακολουθούν να ισχύουν στην πραγματικότητα.—Γαλ. 3:24, 25.
11. Πώς ο Ιησούς κατέστησε σαφές τι απαιτεί ο Ιεχωβά από τους Χριστιανούς;
11 Αν οι Δέκα Εντολές εξεπληρώθησαν όταν ο Ιησούς έδωσε τη ζωή του επάνω στο ξύλο, τότε τι απαιτείται από τους Χριστιανούς σήμερα; Γνωρίζομε ότι δεν απαιτείται να ονομάσουν τα ζώα ή να φροντίσουν για τον κήπο της Εδέμ. Δεν απαιτείται να κατασκευάσουν μια άλλη κιβωτό όπως κατεσκεύασε ο Νώε, επειδή έχομε την υπόσχεσι του Θεού ότι η γη αυτή δεν θα καταστραφή ποτέ από ένα υδάτινο κατακλυσμό πάλι. (Ματθ. 5:17· Γέν. 9:12-16) Δεν απαιτείται ν’ απελευθερώσουν ένα άλλο έθνος σαν τον Ισραήλ, επειδή κανένα από τα έθνη της γης σήμερα δεν ονομάζεται έθνος του Ιεχωβά. Ο Ιησούς σαφώς απήντησε σ’ αυτό το ερώτημα όταν ερωτήθηκε, «Διδάσκαλε, ποια εντολή είναι μεγάλη εν τω νόμω;» Ο Ιησούς είπε: «“Θέλεις αγαπάς Ιεχωβά τον Θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου, και εξ όλης της ψυχής σου, και εξ όλης της διανοίας σου.” Αύτη είναι πρώτη και μεγάλη εντολή. Δευτέρα δε ομοία αυτής, “Θέλεις αγαπά τον πλησίον σου ως σεαυτόν.” Εν ταύταις ταις δύο εντολαίς όλος ο νόμος και οι προφήται κρέμανται.» (Ματθ. 22:36-40, ΜΝΚ) Οι λόγοι του Ιησού εδώ είναι σαφείς ως προς τις απαιτήσεις που βαρύνουν τους Χριστιανούς. Αγαπάτε τον Ιεχωβά και τον πλησίον σας.
12. (α) Πώς ο Ιησούς έδειξε ότι αγαπούσε τον ουράνιο Πατέρα του; (β) Πώς μπορούν οι Χριστιανοί σήμερα ν’ ακολουθήσουν την πορεία του Ιησού αγαπώντας τον Ιεχωβά;
12 Αλλά τι σημαίνει ν’ αγαπούμε τον Θεό; Μήπως σημαίνει να πέφτωμε στα γόνατά μας και να κραυγάζωμε, «Αλληλούια! Κύριε, σε αγαπώ ναι, Κύριε, σε αγαπώ»; Μήπως σημαίνει να πηγαίνωμε στις θρησκευτικές συναθροίσεις και να δίνωμε δέκα τοις εκατό από τα χρήματά μας για να βοηθήσωμε και υποστηρίξωμε τον κλήρο και να συμβάλωμε στη διατήρησι του κτιρίου; Σκεφθήτε! Τι έκαμε ο Ιησούς το οποίο έδειξε στον ουράνιο Πατέρα του ότι τον αγαπούσε με όλη του την καρδιά, την ψυχή, τη διάνοια και τη δύναμι; Σε ηλικία τριάντα ετών έκαμε αφιέρωσι της ζωής του στον Πατέρα του να πράττη το θέλημά Του και εβαπτίσθη. Κατόπιν άρχισε να κάνη γνωστή την αλήθεια αναφορικά με τον Πατέρα του τού εν τοις ουρανοίς. Δεν εκήρυττε και δεν εδίδασκε τις διδασκαλίες των θρησκευτικών οργανώσεων, όπως του πυρός του άδου ή του καθαρτηρίου, της τριάδος και της αθανασίας της ψυχής. Δεν εδίδασκε παραδόσεις ανθρώπων. Εξέθετε τους γραμματείς και Φαρισαίους ως υποκριτάς και κλέπτας και έδειχνε καθαρά ότι έκαναν τα έργα του Σατανά ή Διαβόλου και όχι τα έργα του Πατρός του τού εν ουρανοίς. Έτσι ακριβώς ο Ιησούς έδειχνε την αγάπη του για τον πατέρα του, όχι με το να συνεισφέρη χρήματα στις συναγωγές, ούτε με το να προάγη εκστρατείες για την οικοδόμησι μεγαλυτέρων και περισσοτέρων δαπανηρών κτιρίων, αλλά με το να λέγη την αλήθεια για τον Πατέρα του. Έτσι ακριβώς κατέδειξε ο Ιησούς την αγάπη του για τον ουράνιο Πατέρα του, και έτσι μπορούν σήμερα οι Χριστιανοί να δείξουν την αγάπη τους. Αν αγαπούμε κάποιον, δεν θα ψευδώμεθα γι’ αυτόν ούτε θα επιτρέπωμε σε κάποιον άλλον να ψεύδεται γι’ αυτόν. Εκείνοι που αγαπούν τον Θεό δεν θα επιτρέψουν στους ψευδείς θρησκευτικούς ηγέτας, ή σε κάποιον άλλον, να ψεύδωνται για το όνομά του και για τους σκοπούς του και να μην κάνουν τίποτε γι’ αυτά. Θα προβούν ως χειροτονημένοι διάκονοί του σε υπεράσπισι του ονόματός του και του λόγου του.—Ματθ. 23:13-36· Ιωάν. 8:44.
13. Με ποιον τρόπο μπορούμε να δείξωμε αγάπη στους πλησίον μας, και γιατί αυτό είναι τόσο ουσιώδες τώρα;
13 Ο Ιησούς επίσης είπε ότι πρέπει ν’ αγαπούμε τον πλησίον μας, και επί τριάμισυ έτη κατεδείκνυε αυτή την αγάπη του με το να διδάσκη τους ανθρώπους για τη Βασιλεία και τις ευλογίες που θα έφερνε στο ανθρώπινο γένος. Επήγαινε στην πλαγιά του βουνού. Επήγαινε στα χωριά, στην παραλία, παντού και οπουδήποτε θα συνηθροίζοντο άνθρωποι για ν’ ακούσουν. Τους εξηγούσε ότι θα ήρχετο καιρός που οι άνθρωποι θα μπορούσαν να ζουν με ειρήνη και ευτυχία εδώ επάνω στη γη, όταν δεν θα υπήρχαν πόλεμοι ή ασθένειες. Ενώ ο Ιησούς ενίοτε έκανε προμήθεια για τις φυσικές ανάγκες εκείνων που τον άκουαν, το κύριο ενδιαφέρον του ήταν για την πνευματική των ευεξία. Τώρα τι σημαίνει για μας το ν’ αγαπούμε τον πλησίον μας; Πλείστοι άνθρωποι θα ειπούν ότι αγαπούν τον πλησίον των και ότι δείχνουν αυτή την αγάπη με τις πράξεις των. Φρονούν ότι ένας καλός πλησίον είναι ένας που παραμένει στο σπίτι του και νοιάζεται για τη δική του δουλειά, αλλά είναι πρόθυμος να βοηθήση σε καιρούς ταραχής. Ασφαλώς οι Χριστιανοί είναι καλοί πλησίον από αυτή την άποψι, επειδή αναγνωρίζουν ότι το να είναι κανείς «αλλοτριεπίσκοπος» και ν’ αναμιγνύεται στις υποθέσεις άλλων ανθρώπων δεν είναι Χριστοειδές, και είναι πρόθυμοι να βοηθήσουν τον πλησίον των σε καιρούς ανάγκης· δεν υπήρξε δε ποτέ καιρός στην ανθρώπινη ιστορία που η ανάγκη να είναι τόσο μεγάλη όσο τώρα εξαιτίας των όσων επέρχονται στη γη κατά διαταγήν του Ιεχωβά Θεού. Ο Ιερεμίας προειδοποίησε: «Και εν εκείνη τη ημέρα, θέλουσι κοίτεσθαι τεθανατωμένοι παρά του Ιεχωβά απ’ άκρου της γης έως άκρου της γης.» (Ιερεμ. 25:33, ΜΝΚ) Οι μάρτυρες του Ιεχωβά έμαθαν τον τρόπο της διαφυγής και με το παράδειγμα του Ιησού μπροστά τους, καταδεικνύουν την αγάπη των προς τον πλησίον όπως και ο Ιησούς. Ο Ιησούς έδειχνε την αγάπη του για τους πλησίον του πηγαίνοντας σ’ αυτούς με πληροφορία όσον αφορά τον Ιεχωβά, εξηγώντας σ’ αυτούς τον τρόπο της διαφυγής από καταστροφή. Έτσι θέλομε να δείξωμε την αγάπη μας με τον ίδιο τρόπο πηγαίνοντας στον πλησίον μας και εξηγώντας και διδάσκοντας τη Γραφή σ’ αυτόν, δείχνοντας την οδό της διαφυγής και της αιωνίου ζωής. Τότε δίνομε αληθινά στον πλησίον μας κάτι που αποδεικνύει ότι τον αγαπούμε.
ΟΡΘΗ ΕΚΛΟΓΗ ΟΥΣΙΩΔΗΣ ΓΙΑ ΖΩΗ
14. Ποια εκλογή αντιμετωπίζουν όλοι οι εκζητηταί ζωής σήμερα, και ποιοι στους περασμένους καιρούς αντιμετώπισαν όμοια εκλογή;
14 Ο Ιεχωβά λέγει ότι «θέλει οδηγήσει τους πράους εν κρίσει, και θέλει διδάξει τους πράους την οδόν αυτού.» (Ψαλμ. 25:9) Ενδιαφέρεσθε να μάθετε την οδόν αυτήν και να γνωρίζετε πώς ν’ ανταποκριθήτε στις απαιτήσεις του Θεού; Πρέπει ν’ αποφασίσετε. Είναι μια εκλογή που πρέπει να την κάμετε. Ή γνωρίζετε τον Ιεχωβά Θεό και τηρείτε τις απαιτήσεις του ή θα γνωρίσετε τον Σατανά ή Διάβολο και θ’ ανταποκριθήτε στις απαιτήσεις του. Δεν μπορούμε να είμεθα αδιάφοροι. Πρέπει να είμεθα ή υπέρ του Θεού ή εναντίον του Θεού. Δεν είμεθα οι μόνοι άνθρωποι που έχομε να κάμωμε αυτή την εκλογή. Άνθρωποι στους περασμένους αιώνες είχαν να λάβουν αυτή την ίδια απόφασι. Ο Μωυσής εστάθηκε μπροστά στον εκλεκτό λαό του Θεού έξω ακριβώς από τη Γη της Επαγγελίας και είπε σ’ αυτούς: «Διαμαρτύρομαι προς εσάς σήμερον τον ουρανόν και την γην, ότι έθεσα ενώπιόν σας την ζωήν και τον θάνατον, την ευλογίαν και την κατάραν· δια τούτο εκλέξατε την ζωήν, δια να ζήτε.»—Δευτ. 30:19· Αποκάλ. 3:15, 16.
15, 16. Γιατί δεν πρέπει ν’ αναβάλωμε ν’ αποκτήσωμε γνώσι του Ιεχωβά και των απαιτήσεών του;
15 Για να κάμετε μια νοήμονα εκλογή, πρέπει πρώτα ν’ αποκτήσετε ακριβή γνώσι του Ιεχωβά. Μην αναβάλλετε ν’ αποκτήσετε αυτή τη γνώσι του Θεού, επειδή όλες οι εξελίξεις από το 1914 αποδεικνύουν ότι αυτός ο κόσμος μπήκε στον καιρό του τέλους του, και οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν τελεία καταστροφή. Μιλώντας γι’ αυτόν ακριβώς τον καιρό μέσω του προφήτου Ωσηέ, ο Ιεχωβά είπε: «Ακούσατε τον λόγον του Ιεχωβά, υιοί Ισραήλ· διότι ο Ιεχωβά έχει κρίσιν μετά των κατοίκων της γης, επειδή δεν υπάρχει αλήθεια, ουδέ έλεος, ουδέ γνώσις Θεού επί της γης. Επιορκία, και ψεύδος, και φόνος, και κλοπή, και μοιχεία επλημμύρησαν, και αίματα εγγίζουσιν επί αίματα. Ο λαός μου ηφανίσθη δι’ έλλειψιν γνώσεως.»—Ωσηέ 4:1, 2, 6, ΜΝΚ· Ματθ. 24:3-8.
16 Το αντίθετο πρέπει να είναι εξίσου αληθινό. Αν οι άνθρωποι αφανίζωνται για έλειψι γνώσεως, τότε με τη γνώσι του Ιεχωβά εξασφαλίζουν αιώνια ζωή. Τα λόγια του Παύλου προς τον Τιμόθεο αναφέρουν: «Τούτο είναι καλόν και ευπρόσδεκτον ενώπιον του Σωτήρος ημών Θεού· όστις θέλει να σωθώσι πάντες οι άνθρωποι, και να έλθωσιν εις επίγνωσιν της αληθείας.»—1 Τιμ. 2:3, 4.
17, 18. Πού και μόνο βρίσκεται η ζωοπάροχη γνώσις, και τι πρέπει να κάμωμε για να την εύρωμε;
17 Το ν’ αποκτήσετε αυτή τη ζωοπάροχη γνώσι σημαίνει ότι πρέπει να κάμετε μια ειλικρινή και επιμελή έρευνα του λόγου του Θεού. Μην εξαπατάσθε και παραπλανάσθε από εκείνους που ισχυρίζονται ότι η Βίβλος είναι ένα βιολί, επάνω στο οποίο μπορείτε να παίξετε οποιαδήποτε παλαιά μελωδία. Μην προσπαθείτε να κάμετε τη Γραφή να υποστηρίζη τα ψευδή θρησκευτικά δόγματα. Αν εδιδάχθητε τις παραδόσεις και τις διδασκαλίες ανθρώπων και οργανώσεων, όπως είναι το καθαρτήριο, τα αιώνια βάσανα, η τριάς, η αθανασία της ψυχής, μη διαστρέφετε τις Γραφές σε μια προσπάθεια να βρήτε στον λόγον του Θεού υποστήριξι γι’ αυτές τις διδασκαλίες. Αν το κάμετε αυτό, ποτέ δεν θ’ αποκτήσετε κατανόησι του Ιεχωβά.
18 Ο Ιεχωβά Θεός δεν είναι Θεός συγχύσεως, και ο λόγος του δεν θα φέρη σε σύγχυσι εκείνους, που είναι πρόθυμοι να αποβάλουν κάθε θρησκευτική προκατάληψι από την καρδιά τους και τη διάνοιά τους. Μην αποθαρρύνεσθε αναζητώντας αυτή τη γνώσι, αλλά προσέξτε τη συμβουλή των Παροιμιών: «Να προσέξη το ωτίον σου εις την σοφίαν, να κλίνης την καρδίαν σου εις την σύνεσιν· εάν ζητήσης αυτήν ως αργύριον, και εξερευνήσης αυτήν ως κεκρυμμένους θησαυρούς, τότε θέλεις εννοήσει τον φόβον του Ιεχωβά, και θέλεις ευρεί την επίγνωσιν του Θεού.»—Παροιμ. 2:2, 4, 5, ΜΝΚ.
19. Πώς θα βοηθήση στην απόκτησι γνώσεως η επικοινωνία με άλλους που ενδιαφέρονται ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Θεού, και τι πρέπει να κρατούμε στο νου ως προς τη συντροφιά Χριστιανών με απίστους;
19 Για περαιτέρω βοήθεια στην απόκτησι γνώσεως, να συνέρχεσθε μαζί με άλλους που ενδιαφέρονται ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Θεού. Ο Παύλος ενουθέτησε τους Εβραίους: «Μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινας, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.» (Εβρ. 10:25) Υπάρχει αιτία γι’ αυτή τη νουθεσία. Γιατί ο Θεός εδίδαξε το έθνος Ισραήλ να μη συνδέεται με τους εθνικούς που ζούσαν γύρω του; Δεν ήταν για το καλό τους και για την προστασία τους; Τους προειδοποίησε να μη αφήνουν τους γυιούς των και τις θυγατέρες των να νυμφεύωνται με τους γυιούς και τις θυγατέρες των εθνικών. Αν το επέτρεπαν αυτό, τότε υπήρχε κίνδυνος να λατρεύουν οι γυιοί των και οι θυγατέρες των τους θεούς των εθνικών και όχι τον Ιεχωβά Θεό. Έπρεπε, λοιπόν, να παραμένουν μαζί, να λατρεύουν μαζί και να νυμφεύωνται μαζί. Το ίδιο δε εφαρμόζεται και σήμερα. Μη συντροφεύετε με ανθρώπους που υπηρετούν ξένους θεούς ή εκείνους που προσποιούνται μόνο ότι υπηρετούν τον Θεό, ή αυτούς που δεν ενδιαφέρονται να γνωρίσουν και ν’ ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του Θεού. Η μόνη μας συντροφιά μαζί τους πρέπει να είναι για να τους κηρύξωμε και να τους διδάξωμε τον λόγον του Θεού, όχι να τους νυμφευθούμε ή να τους δώσωμε σε γάμο τα τέκνα μας.—Δευτ. 7:3, 4.
Η ΔΙΑΚΟΝΙΑ ΩΣ ΑΠΑΙΤΗΣΙΣ
20. Αφού μάθωμε τις απαιτήσεις του Ιεχωβά, τι πρέπει να κάμωμε, και υπάρχει εξαίρεσις;
20 Μια και πεισθούμε και ικανοποιηθούμε στη διάνοιά μας για το ποιες είναι οι απαιτήσεις του Θεού, έπειτα πρέπει να τις εκτελέσωμε. Ο Ιάκωβος μάς λέγει: «Γίνεσθε δε εκτελεσταί του λόγου, και μη μόνον ακροαταί.» (Ιακ. 1:22) Ο Ιησούς δεν είπε ότι ήλθε στη γη απλώς για να μάθη το θέλημα του Πατρός του, αλλά είπε ότι ήλθε να πράττη το θέλημα του πέμψαντος αυτόν. (Ιωάν. 4:34) Εκείνο, που είναι αληθινό για τον αρχηγό και υπόδειγμα, είναι, επίσης, αληθινό για τους ακολούθους του. Πολλοί θα πουν, «Δεν μπορώ να είμαι διάκονος. Δεν μπορώ να πηγαίνω από θύρα σε θύρα και να κηρύττω στους ανθρώπους όπως και ο Ιησούς ή οι απόστολοι και όπως κάνουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά.» Μπορεί να λέμε ότι δεν μπορούμε, αλλά ο Θεός γνωρίζει ότι μπορούμε. Καθώρισε τις απαιτήσεις του για όλους τους ανθρώπους άσχετα με τη φυλή των, την εθνικότητά των, τη γλώσσα, την εκπαίδευσι ή το επάγγελμα.
21. Ποιος σκοπός στη ζωή θα μας φέρη τις ευλογίες της ειρήνης, της ευτυχίας και της αιωνίου ζωής;
21 Μπορεί να εργασθήτε σκληρά και να επιτύχετε να γίνετε πρόεδρος, πολιτευτής, δικηγόρος, γεωργός, ιατρός ή νοσοκόμος, αλλά θέλετε μήπως να κάμετε τους σκοπούς σας υψηλοτέρους ακόμη, ναι, τους πιο υψηλούς, και να παρατείνετε τη ζωή σας κατά πολλά χρόνια, και μάλιστα για πάντα; Μπορείτε, μαθαίνοντας τις απαιτήσεις του Ιεχωβά Θεού και μπαίνοντας στη διακονία ως ακόλουθος του Χριστού Ιησού. Όποιος θέλει να απολαύση τις ευλογίες της ευτυχίας, της ειρήνης και της αιωνίου ζωής θα πρέπει ν’ ανταποκριθή στις απαιτήσεις του Ιεχωβά Θεού και να είναι μάρτυς και διάκονος, όπως ακριβώς ενήργησαν σε περασμένους καιρούς οι δούλοι του. Μόνο έτσι μπορούμε να λάβωμε το μεγάλο δώρο της ζωής από τον Ιεχωβά Θεό στον νέο του κόσμο της δικαιοσύνης και να μπορέσωμε να ζήσωμε και να τον υπηρετούμε για πάντα.