Ζώντας Τώρα για ένα Νέο Κόσμο
1. Τι προτίθεται να έχη ο Θεός, και τι έγραψε ο Πέτρος γι’ αυτό;
ΕΙΝΑΙ σκοπός του Θεού να έχη ένα νέο κόσμο στον οποίο πρόκειται να κατοική δικαιοσύνη. Η ελπίδα ενός τέτοιου κόσμου ήταν εκείνη που ενεθάρρυνε τους πρώτους Χριστιανούς στις ημέρες των αποστόλων πράγματι, τους έκανε ν’ αλλάξουν ολόκληρη τη ζωή τους. Αντί να ζουν για τα πράγματα που είχε να προσφέρη ο κόσμος των εθνών, που ευρίσκετο ολόγυρά τους, άρχισαν να ζουν για τον νέο εκείνο κόσμο. Ο απόστολος Πέτρος έγραψε: «Επειδή λοιπόν πάντα ταύτα [τα πράγματα του παλαιού κόσμου που ήταν ολόγυρά τους] διαλύονται, οποίοι πρέπει να ήσθε σεις εις πολίτευμα άγιον και ευσέβειαν. . . ; Κατά δε την υπόσχεσιν αυτού νέους ουρανούς και νέαν γην προσμένομεν, εν οις δικαιοσύνη κατοικεί.»—2 Πέτρ. 3:11-13.
2. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα της ανταρσίας του ανθρώπου στην Εδέμ; Μήπως αυτό σημαίνει ότι ο Θεός εγκατέλειψε τον σκοπό του να έχη ένα δίκαιο κόσμο;
2 Πολύν καιρό πριν από τις ημέρες του Πέτρου, ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός του σύμπαντος, είχε κάμει γνωστόν τον σκοπό του να έχη ένα τέτοιο νέο κόσμο. Μέσω του προφήτου του Ησαΐα είπε: «Επειδή, ιδού, νέους ουρανούς κτίζω, και νέαν γην· και δεν θέλει είσθαι μνήμη των προτέρων, ουδέ θέλουσιν ελθεί εις τον νουν.» (Ησ. 65:17) Ήταν σκοπός Του από την αρχή να έχη ένα τέτοιο δίκαιο κόσμο, μόνο δε εξαιτίας της ανταρσίας του ανθρώπου στην Εδέμ, έγινε η γη αυτή τόπος, όπου έφθασε να ακμάζη η πονηρία και η αδικία, όπου η αμαρτία κατέληξε σε παθήματα και θάνατο για τους κατοίκους της γης, αντί να είναι η γη παράδεισος ειρήνης και ευτυχίας με αιώνια ζωή για κείνους που ζουν σ’ αυτήν. Αλλά ο Θεός δεν εγκατέλειψε αυτόν τον συγκινητικό του σκοπό, διότι υπόσχεται ότι οι δίκαιοι «θέλουσι κληρονομήσει την γην, και επ’ αυτής θέλουσι κατοικεί εις τον αιώνα.»—Ψαλμ. 37:29.
3. Τι θα σημαίνη το να ‘κατοική δικαιοσύνη στη γη’;
3 Η λέξις «δίκαιος» σημαίνει να είναι κανείς «ακριβής, ευθύς, ενάρετος, νομοταγής». Είναι, λοιπόν, ο διακηρυγμένές σκοπός του Θεώ να έχη μια καθαρισμένη γη, αποκαταστημένη σε μια κατάστασι παραδεισιακής ωραιότητος σαν την αρχική Εδέμ, όπου θα ‘κατοική δικαιοσύνη’. Πρόκειται να είναι ένας κόσμος, στον οποίον θα ακμάζουν η δικαιοσύνη, η αλήθεια και η ευθύτης, όπου όλοι οι κάτοικοι της γης θα είναι νομοταγείς, δηλαδή, θα εμμένουν στον θείο νόμο, πράττοντας το θείο θέλημα. Για τέτοιες ακριβώς συνθήκες επάνω στη γη μας εδίδαξε να προσευχώμεθα ο Ιησούς στην υποδειγματική προσευχή του: «Ελθέτω η βασιλεία σου· γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ, και επί της γης.»—Ματθ. 6:9, 10.
4, 5. (α) Γιατί ο Θεός επέφερε τον Κατακλυσμό στη γη; (β) Τίνος εικόνα ήταν ο Κατακλυσμός, και πώς οι συνθήκες σήμερα στη γη είναι όμοιες μ’ εκείνες που επικρατούσαν πριν ακριβώς από τον Κατακλυσμό;
4 Σήμερα δεν ζούμε σ’ ένα τέτοιο κόσμο. Οι κάτοικοι αυτού του κόσμου δεν διαμένουν μαζί με ειρήνη, ούτε οι περισσότεροι συμπεριφέρονται δίκαια ο ένας προς τον άλλον. Η αρετή είναι κάτι που εύκολα τίθεται κατά μέρος. Υπάρχει ολιγώτερος σεβασμός για την τήρησι καταλλήλων νόμων, ακόμη και των νόμων ανθρώπων, διότι οι εκθέσεις δείχνουν καθαρά ότι η ανομία αυξάνει. Αλλά πάρα πολύ ταράσσει τα ειλικρινή άτομα το γεγονός ότι ο κόσμος αυτός δείχνει λίγο ή δεν δείχνει καθόλου σεβασμό για τον νόμον του Θεού. Όμοιες συνθήκες υπήρχαν στη γη στις ημέρες του Νώε, οπότε «επληθύνετο η κακία του ανθρώπου επί της γης, και πάντες οι σκοποί των διαλογισμών της καρδίας αυτού ήσαν μόνον κακία πάσας τας ημέρας.» (Γέν. 6:5) Λόγω της κακίας της ο Θεός κατέστρεψε την πονηρή αυτή κοινωνία ανθρώπων μ’ έναν κατακλυσμό, επιτρέποντας να διαφύγη μόνον ο Νώε και η οικογένειά του. Η Γραφή μιλεί για τον κατακλυσμόν αυτόν ως καταστροφή μιας «γης». Όχι ότι κατεστράφη η κατά γράμμα γη· εκείνο που κατεστράφη ήταν η κοινωνία των ανθρώπων που ζούσαν στη γη, εκείνων που ζούσαν μόνο για τις δικές των ευτελείς κοσμικές ιδέες και που είχαν λησμονησει τον Θεό.—2 Πέτρ. 3:5, 6.
5 Ό,τι συνέβη τότε ήταν σε μικρή κλίμακα ένα υπόδειγμα του πώς ο Θεός πρόκειται να καταστρέψη αυτόν τον παρόντα πονηρό κόσμο. Ο Ιησούς ο ίδιος προειδοποίησε γι’ αυτό και είπε: «Και καθώς αι ημέραι του Νώε, ούτω θέλει είσθαι και η παρουσία του Υιού του ανθρώπου.» (Ματθ. 24:37) Προελέχθη ακριβώς ότι πριν από το τέλος αυτού του ασεβούς κόσμου οι συνθήκες επάνω στη γη θα ήσαν όμοιες μ’ εκείνες που προηγήθησαν από τον Κατακλυσμό. Σημειώστε πόσο συμφωνούν με τα γεγονότα οι θεόπνευστοι αυτοί λόγοι: «Γίνωσκε δε τούτο, ότι εν ταις εσχάταις ημέραις θέλουσιν ελθεί καιροί κακοί· διότι θέλουσιν είσθαι οι άνθρωποι φίλαυτοι, φιλάργυροι, αλαζόνες, υπερήφανοι, βλάσφημοι, απειθείς εις τους γονείς, αχάριστοι, ανόσιοι, άσπλαγχνοι, αδιάλλακτοι, συκοφάνται, ακρατείς, ανήμεροι, αφιλάγαθοι, προδόται, προπετείς, τετυφωμένοι, φιλήδονοι μάλλον παρά φιλόθεοι.» (2 Τιμ. 3:1-4) Μια προσεκτική μελέτη άλλων προφητειών της Γραφής καθιστά βεβαιότατο ότι ζούμε τώρα σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, και τούτο σημαίνει ότι στον καιρό μας πρόκειται να λάβωμε πείραν του τέλους αυτού του παρόντος πονηρού κόσμου.
ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΠΡΟΒΑΤΩΝ ΣΕ ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΝΕΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
6, 7. (α) Σε τι είδους ανθρώπους δείχνει τώρα ο Ιεχωβά έλεος; (β) Πώς μιλεί ο Ιησούς για τη σύναξι εκείνων που αγαπούν δικαιοσύνη σήμερα;
6 Η καταστροφή αυτού του πονηρού κόσμου θα περιλαμβάνη κατ’ ανάγκην τη ζωή ενός μεγάλου αριθμού ανθρώπων. Αλλά ο Θεός, μέσα στην αγαθότητά του και στο έλεός του, έχει σκοπό, προτού αυτός ο κόσμος τερματισθή, να συνάξη από τα έθνη εκείνους που αγαπούν ό,τι είναι ορθόν, που επιθυμούν να ιδούν τη δικαιοσύνη να ακμάζη, που δείχνουν πίστι στον λόγο του Θεού, τη Γραφή, και στην υπόσχεσι για ένα νέο κόσμο, και των οποίων η πίστις είναι τέτοια ώστε προετοιμάζονται να στρέψουν τα νώτα σ’ αυτόν τον παλαιό κόσμο και στις κακές κατευθύνσεις του και, αντιθέτως, να συμμορφωθούν προς τις αρχές της δικαιοσύνης που θα κυβερνούν για πάντα τον νέο κόσμο που δημιουργεί ο Θεός.
7 Ότι μια τέτοια σύναξις ανθρώπων που αγαπούν δικαιοσύνη θα ελάμβανε χώραν στην εποχή μας γίνεται σαφές από τις Γραφές. Ο ίδιος ο Ιησούς έδωσε την παραβολή των «προβάτων και εριφίων» για να εξεικονίση αυτό ακριβώς το πράγμα. Η έκθεσις αυτής της παραβολής στο κατά Ματθαίον 25:31-46 δείχνει ότι αυτή θα ήταν σύναξις ατόμων από όλα τα έθνη και αποχωρισμός των από τον κόσμο με τέτοιον τρόπο, ώστε θα μπορούσαν να προσδιορισθούν ως ένας αποχωρισμένος και συναγμένος λαός. Ο Ιησούς περαιτέρω έδειξε έτι θα εγίνετο τέτοια σύναξις προβατοειδών ατόμων για να σχηματίσουν ένα λαό που θα μπορούσε να προσδιορισθή η ταυτότης του σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, όταν είπε: «Και άλλα πρόβατα έχω, τα οποία δεν είναι εκ της αυλής ταύτης· και εκείνα πρέπει να συνάξω· και θέλουσιν ακούσει την φωνήν μου και θέλει γείνει μία ποίμνη, είς ποιμήν.» (Ιωάν. 10:16) Αυτοί είναι εκείνοι που ανταποκρίνονται στην πρόσκλησι που αναγράφεται στο Σοφονία 2:3 (ΑΣ): «Ζητείτε τον Ιεχωβά, πάντες οι πραείς της γης, οι εκτελέσαντες τας κρίσεις αυτού· ζητείτε δικαιοσύνην, ζητείτε πραότητα, ίσως σκεπασθήτε εν τη ημέρα της οργής του Ιεχωβά.»—Βλέπε επίσης Ησαΐας 2:1-3.
8. Ποια εκλογή αντιμετωπίζουν όλα τα άτομα που ζουν σήμερα;
8 Όλα, λοιπόν, τα άτομα που ζουν σήμερα έχουν την ευκαιρία να μάθουν την αλήθεια και έπειτα να λάβουν απόφασι όσον αφορά την τελική τους τύχη. Μια εκλογή πρέπει να γίνη: Θα εξακολουθήσετε να ζήτε σαν αυτόν τον παρόντα πονηρό κόσμο, να ενασχολήσθε στις κακές του συνήθειες, να αποτελήτε μέρος αυτού του κόσμου και να πεθάνετε μαζί του; Ή θα μάθετε για τον νέο κόσμο, θα επιθυμήτε τη δικαιοσύνη του, θα είσθε ζωντανοί γι’ αυτόν και θα ζήσετε σ’ αυτόν για πάντα; Θα εγκαταλείψετε αυτόν τον κόσμο της αδικίας και θα ζήτε τώρα για τον νέο κόσμο;
9, 10. (α) Γιατί δεν πρέπει ν’ αναβάλη κανείς να λάβη την απόφασί του; (β) Ποια απόφασι θα λάβουν εκείνοι που αγαπούν τη δικαιοσύνη σύμφωνα με το Ρωμαίους 12:2;
9 Είναι μια εκλογή η οποία δεν μπορεί ν’ αναβληθή επ’ αόριστον. Δεν μπορεί κανείς να πη με σοφία, «Καλά, όταν έλθη ο νέος εκείνος κόσμος, θ’ αλλάξω. Φυσικά θα είμαι τότε πρόθυμος να συμμορφωθώ με ό,τι θα είναι το θέλημα του Θεού για μας στον νέο εκείνο κόσμο.» Όχι! Τώρα είναι ο καιρός ν’ αρχίσωμε να ζούμε για τον νέο κόσμο, παρέχοντας απόδειξι ότι είμεθα γνήσιοι λάτρεις του Θεού εν πνεύματι και αλήθεια, προβατοειδείς, αγαπώντες το ορθόν, διότι «ο Πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν».—Ιωάν. 4:23
10 Προτού έλθη η καταστροφή αυτού του κόσμου στη μάχη του Αρμαγεδδώνος που κατονομάζεται στη Βίβλο, ο Ιεχωβά Θεός δίνει ευκαιρία στους ανθρώπους των εθνών να μάθουν την αλήθεια, να συμμορφωθούν με αυτήν, και έπειτα να καταδείξουν την πίστι των ζητώντας την οδόν της δικαιοσύνης, παρέχοντας απόδειξι ότι είναι το είδος των ανθρώπων που θα ζούσαν δίκαια στον τέλειο νέο κόσμο του Θεού αν τους εδίδετο η ευκαιρία. Αν είναι ειλικρινής σας επιθυμία το να λάβετε την επιδοκιμασία του Θεού και ν’ αποκτήσετε ζωή απ’ αυτόν στον νέο εκείνο κόσμο, τότε θ’ ανταποκριθήτε με χαρά στα λόγια: «Και μη συμμορφόνεσθε με τον αιώνα τούτον, αλλά μεταμορφόνεσθε δια της ανακαινίσεως του νοός σας, ώστε να δοκιμάζητε τι είναι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον.»—Ρωμ. 12:2.
11. Τι είναι εκείνο που κάνει τους μάρτυρας του Ιεχωβά τόσο αξιοσημείωτα διαφορετικούς;
11 Οι μάρτυρες του Ιεχωβά, ως ένα Χριστιανικό σώμα λαού, προσπαθούν ν’ ακολουθήσουν τη Γραφική αυτή εντολή. Είναι λαός συναγμένος από όλα τα έθνη. Πιστεύουν στην επαγγελία της Γραφής για τον νέο κόσμο και έχουν αρχίσει να ζουν γι’ αυτόν τώρα. Γι’ αυτό το λόγο είναι πραγματικά μια «κοινωνία Νέου Κόσμου». Το απλό αυτό γεγονός είναι εκείνο που τους κάνει αξιοσημείωτα διαφορετικούς. Η πίστις των στον νέο κόσμο δεν είναι κάτι το αρνητικό, αλλά είναι θετική. Είναι μια ζώσα πίστις και τους υποκινεί σε μια ενεργό υποστήριξι εκείνου που πιστεύουν. Γι’ αυτό ακριβώς τους βρίσκετε να επισκέπτωνται τα σπίτια των ανθρώπων για να τους μιλήσουν για την ελπίδα των. Σε τούτο έχουν το προνόμιο να εκπληρώνουν μια από τις προφητείες που αφορούν την εποχή μας: «Και θέλει κηρυχθή τούτο το ευαγγέλιον της βασιλείας εν όλη τη οικουμένη, προς μαρτυρίαν εις πάντα τα έθνη· και τότε θέλει ελθεί το τέλος.» (Ματθ. 24:14) Αλλά γνωρίζουν ότι είναι κάτι περισσότερο το να ζη κανείς για τον νέο κόσμο παρά να κηρύττη απλώς γι’ αυτόν. Το να ζη κανείς για τον νέο κόσμο σημαίνει να ζη σε αρμονία με τις δίκαιες αρχές του Δημιουργού αυτού του νέου κόσμου σε κάθε τι που πράττει, οι αρχές δε αυτές πρέπει να κυβερνούν όλες τις πράξεις μας ως γονέων ή τέκνων, ως εργοδοτών ή υπαλλήλων, στην εργασία ή στο παιχνίδι.
12. Πώς ο κόσμος προσβλέπει σ’ εκείνους που κάνουν την αλλαγή ζώντας σύμφωνα με τις αρχές του Νέου Κόσμου, αλλά τι πρέπει να ενθυμούμεθα;
12 Σ’ εκείνους που λαμβάνουν τέτοια πορεία, αυτό σημαίνει μεγάλη αλλαγή, αλλ’ ασφαλώς αλλαγή για το καλύτερο. Συχνά τέτοια αλλαγή παρεξηγείται. Ο κόσμος αυτός κυβερνάται από μια σειρά αρχών και ιδεών· ο νέος κόσμος κυβερνάται από άλλες—από θείες αρχές και σκοπούς. Όταν συμμορφωνώμεθα προς τις τελευταίες, ο κόσμος μπορεί να το νομίση παράξενο· δεν συμμορφωνόμεθα πια με τον δικό τους τρόπο σκέψεως και ενεργείας. Αυτό μπορεί ακόμη να οδηγήση σε ανταγωνισμό και εναντίωσι από μέρους ατόμων που προηγουμένως ενομίζαμε ότι είναι φίλοι μας. Δεν είχε μια τέτοια πείρα ο Ιησούς; Και δεν έγραψε ο απόστολος Πέτρος: «Και δια τούτο παραξενεύονται, ότι σεις δεν συντρέχετε με αυτούς εις την αυτήν εκχείλισιν της ασωτίας, και σας βλασφημούσιν»; (1 Πέτρ. 4:4) Αλλ’ ο σκοπός της ζωής του Χριστιανού είναι πρωτίστως ν’ αρέση στον Θεό, και επομένως το σπουδαίο πράγμα που πρέπει να γνωρίζετε είναι «πώς πρέπει να περιπατήτε και να αρέσκητε εις τον Θεόν», και όχι σε ανθρώπους.—1 Θεσ. 4:1· Κολ. 1:10· 1 Θεσ. 2:4.
13. Πώς οι άνθρωποι αντιμετώπισαν ένα όμοιο ζήτημα στις πρώτες ημέρες της Χριστιανοσύνης;
13 Αν είναι ειλικρινής σας επιθυμία να εύρετε ζωή από τα χέρια του Θεού στον νέο του κόσμο της δικαιοσύνης, τότε είναι προς το συμφέρον σας να εξετάσετε προσεκτικά μερικές από τις βασικές αρχές διαγωγής που ο Θεός απαιτεί από εκείνους, τους οποίους συνάγει σήμερα προς το μέρος της ευνοίας και ευλογίας του και τους συγκεντρώνει σ’ ένα ποίμνιο ως μια κοινωνία Νέου Κόσμου. Οι αποφάσεις που έχετε να λάβετε είναι όμοιες μ’ εκείνες που αντιμετώπισαν οι άνθρωποι που ζούσαν στις αρχικές ημέρες της Χριστιανοσύνης, όταν για πρώτη φορά άκουσαν την αλήθεια που εκηρύττετο από τους αποστόλους και είδαν την ανάγκη εκλογής μεταξύ του να συνεχίσουν το δρόμο που ακολουθούσαν προηγουμένως σύμφωνα με τις κατευθύνσεις των γύρω των εθνών και του να κάμουν την αλλαγή που εχρειάζετο αν επρόκειτο να έλθουν σε ευνοϊκή σχέσι με τον Δημιουργό των.
ΑΡΧΕΣ ΔΙΑΒΙΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
14, 15. Από ποια πορεία είπε ο Παύλος στους Χριστιανούς της Εφέσου ότι έπρεπε ν’ απομακρυνθούν;
14 Γύρω στο έτος 60 ή 61 (μ.Χ.) ο απόστολος Παύλος έγραψε στους Χριστιανούς της Εφέσου. Προτού ακούσουν την αλήθεια να κηρύττεται σ’ αυτούς, τα μέλη της αρχαίας αυτής εκκλησίας ζούσαν ακριβώς όπως και οι άλλοι λαοί των εθνών. Αλλ’ αυτό το είδος της ζωής δεν ήταν εκείνο που άρεσε στον Θεό. Ο Παύλος, λοιπόν, έγραψε σ’ αυτούς ότι έπρεπε να μη περιπατούν πλέον «καθώς και τα λοιπά έθνη περιπατούσιν, εν τη ματαιότητι του νοός αυτών, εσκοτισμένοι την διάνοιαν, απηλλοτριωμένοι όντες από της ζωής του Θεού, δια την άγνοιαν την ούσαν εν αυτοίς, δια την πώρωσιν της καρδίας αυτών· οίτινες αναισθητούντες, παρέδωκαν εαυτούς εις την ασέλγειαν, δια να εργάζωνται πάσαν ακαθαρσίαν ακορέστως.»—Εφεσ. 4:17-19.
15 Ήταν μήπως αυτό το είδος του παραδείγματος διαβιώσεως που ο Ιησούς Χριστός τούς είχε δώσει για να το ακολουθήσουν; Βεβαιότατα όχι! «Σεις όμως δεν εμάθετε ούτω τον Χριστόν, επειδή αυτόν ηκούσατε, και εις αυτόν εδιδάχθητε, καθώς είναι η αλήθεια εν τω Ιησού· να απεκδυθήτε τον παλαιόν άνθρωπον τον κατά την προτέραν διαγωγήν, τον φθειρόμενον κατά τας απατηλάς επιθυμίας· και να ανανεόνησθε εις το πνεύμα του νοός σας, και να ενδυθήτε τον νέον άνθρωπον, τον κτισθέντα κατά Θεόν εν δικαιοσύνη και οσιότητι της αληθείας.»—Εφεσ. 4:20-24.
16. Ποια βασική αρχή εξετάζει ο Παύλος στο Εφεσίους 4:25;
16 Κατόπιν ο απόστολος προχωρεί για να κατονομάση μερικές από τις κακές πράξεις των εθνών που δεν μπορούσαν πια να διαπράττουν οι Χριστιανοί. Εκείνα που λέγει είναι εξίσου σπουδαία για μας που ζούμε τώρα στον καιρό του τέλους αυτού του συστήματος πραγμάτων αν θέλωμε ν’ ακολουθήσωμε το παράδειγμα των πρώτων Χριστιανών και να μάθωμε να ζούμε με τον τρόπο που αρέσει στον Θεό και τυγχάνει της επιδοκιμασίας του. Πρώτα, σημειώστε ότι το εδάφιο 25 του κεφαλαίου 5 της προς Εφεσίους επιστολής μάς λέγει ότι έχοντας απορρίψει το ψεύδος, πρέπει να ‘λαλώμεν αλήθειαν έκαστος μετά του πλησίον αυτού’. Αυτή η ίδια αρχή εξετέθη από τον Ιεχωβά πολλές εκατοντάδες χρόνια προηγουμένως μέσω του προφήτου του Ζαχαρία (κεφάλαιο 8, εδάφια 16, 17, ΑΣ): «Ούτοι είναι οι λόγοι, τους οποίους θέλετε κάμει· Λαλείτε έκαστος την αλήθειαν προς τον πλησίον αυτού· αλήθειαν και κρίσιν ειρήνης κρίνετε εν ταις πύλαις σας. Και μη βουλεύεσθε κακόν εν ταις καρδίαις σας έκαστος κατά του πλησίον αυτού, και όρκον ψευδή μη αγαπάτε· διότι πάντα ταύτα είναι εκείνα τα οποία μισώ, λέγει ο Ιεχωβά.»
17, 18. (α) Πώς οι άνθρωποι του παλαιού αυτού κόσμου θεωρούν την ανειλικρίνεια; (β) Ποιες είναι μερικές αιτίες για τις οποίες οι άνθρωποι λέγουν ψεύδη;
17 Η ανειλικρίνεια, η οποία περιλαμβάνει τέτοια πράγματα όπως είναι το ψεύδος, η απάτη, η κλοπή και ο δόλος, είναι πάρα πολύ κοινή σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν είναι έτσι; Την βρίσκομε σε όλα τα στρώματα της ζωής, μεταξύ ανθρώπων κάθε ηλικίας. Όχι μόνο τα παιδιά θα ψευσθούν για να διαφύγουν το να ανακαλυφθούν σε κάποιο κακό που έπραξαν, αλλά και οι ανήλικοι δείχνουν ανειλικρίνεια στις μεταξύ των δοσοληψίες, στο εμπόριο, προσπαθώντας να διαφύγουν την ευθύνη για κάποιο χρέος ή καθήκον, ή να καλυφθούν για κάτι άδικο. Εξαιτίας τούτου, οι άνθρωποι άρχισαν να χάνουν την εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον. Μερικοί μάλιστα θα ισχυρισθούν ότι, επειδή οι άλλοι άνθρωποι είναι ανειλικρινείς, θα είναι και αυτοί εν τάξει αν κάνουν το ίδιο. Αλλ’ αν θέλωμε να πράττωμε εκείνο που είναι ορθόν, δεν μπορούμε πια να περιπατούμε «καθώς και τα λοιπά έθνη περιπατούσιν, εν τη ματαιότητι του νοός αυτών».
18 Υπάρχουν πολλές αιτίες για τις οποίες οι άνθρωποι δεν είναι ειλικρινείς μεταξύ των και για τις οποίες καταφεύγουν στο ψεύδος και στην απάτη. Όπως ανεφέρθη πιο πάνω, μια αιτία είναι το να διαφύγουν την τιμωρία για κάποιο αδίκημα. Ο φόβος ασκεί ασφαλώς μια ισχυρή επιρροή στη ζωή πολλών και είναι μια από τις βασικές αίτιες για να ψεύδωνται. Σε μερικές χώρες οι άνθρωποι ανατρέφονται μ’ ένα φόβο των «πνευμάτων» των νεκρών προγόνων, και οπό τη νεότητά τους διδάσκονται ότι είναι ανάγκη να απατούν αυτά τα «πνεύματα» για ν’ αποφύγουν βλάβη. Εκείνοι που έχουν αυτή την πίστι συχνά φθάνουν να νομίζουν ότι το να ψεύδονται και απατούν για ένα τέτοιο σκοπό δεν είναι κακό αλλά τέτοιες ιδέες είναι βέβαιο ότι θα βλάψουν τη συνείδησι ενός ατόμου και θα εξασθενίσουν την ικανότητά του να μιλή την αλήθεια μάλλον παρά το ψεύδος στις δοσοληψίες του με τους συνανθρώπους του. Μερικοί έχουν την αντίληψι ότι το ψεύδος είναι κακό μόνο όταν ανακαλύπτεται, αλλ’ ότι αν κανείς επιτυγχάνη με τα ψεύδη του, τότε είναι «έξυπνος» και έχει κάμει κάτι άξιο θαυμασμού. Αυτή είναι πράγματι μια διεστραμμένη άποψις του τι είναι ορθό και εσφαλμένο. Άλλοι ακόμη ψεύδονται από υπερηφάνεια. Πραγματικά, είναι αληθινό να πούμε ότι μερικοί άνθρωποι ζουν ολόκληρη τη ζωή τους σαν ένα ψεύδος, ισχυριζόμενοι ότι είναι κάτι που δεν είναι και αναγκαζόμενοι να κατασκευάζουν αναληθείς αφηγήσεις των κατορθωμάτων τους για να υποστηρίξουν τους ισχυρισμούς των. Άλλοι ακόμη ψεύδονται εκουσίως για να απατήσουν, να παραπλανήσουν με σκοπό ν’ αποκτήσουν κάποιο όφελος από τους άλλους για δικό τους ιδιοτελές κέρδος.
19. Γιατί δεν μπορεί να υπάρχη τόπος στην κοινωνία του Νέου Κόσμου για ψεύδος και απάτη;
19 Όταν κανείς μαθαίνη την αλήθεια του λόγου του Θεού, βλέπει την ανάγκη να απομακρύνη κάθε άσκησι ανειλικρινείας. Ο φόβος αντικαθίσταται από αγάπη· αγάπη για τον Ιεχωβά, για τις αρχές του και για τους Χριστιανούς αδελφούς μας. Μαθαίνοντας ότι οι πρόγονοι είναι αληθινά νεκροί στους τάφους και όχι ζωντανοί κάπου ως «πνεύματα», εκείνοι που είχαν προηγουμένως την πίστι αυτή, δεν θα έχουν πια φόβο γι’ αυτούς ούτε θα αισθάνωνται την ανάγκη να τους απατήσουν. Ο Χριστιανός γνωρίζει ότι δεν μπορεί ν’ απατήση τον Θεό, και μολονότι θα ήταν δυνατόν να προσπαθήση να απατήση ή να ψευσθή σε άλλα ανθρώπινα πλάσματα, ο Ιεχωβά, ο οποίος μπορεί να δη τις πιο μύχιες σκέψεις της καρδιάς, δεν θα εξηπατάτο, η δε αποδοκιμασία Του θα μπορούσε να οδηγήση σε ολέθρια αποτελέσματα. Η υπερηφάνεια, μια άλλη αιτία του ψεύδους, είναι κάτι που ο Θεός μισεί, ενώ επιδοκιμάζει την ταπεινοφροσύνη. Δεν υπάρχει, λοιπόν, τόπος στην αυξανόμενη κοινωνία του Νέου Κόσμου του Θεού για τέτοια πράγματα όπως η απάτη, το ψεύδος και άλλες μορφές ανειλικρινείας.—1 Κορ. 4:5· 1 Θεσ. 2:4· Πράξ. 5:3-5· Μιχ. 6:8· 1 Ιωάν. 4:18· Ματθ. 22:37-39· Παροιμ. 16:5.
ΤΙΜΙΟΤΗΣ ΣΕ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ
20. Ενώ υπάρχει εμπιστοσύνη και πεποίθησις μεταξύ των μαρτύρων του Ιεχωβά, από τι είναι κατάλληλο να φυλάγωνται αυτοί;
20 Έτσι μεταξύ εκείνων που συνάγονται τώρα από τα έθνη του κόσμου στη μία «ποίμνη» των προβάτων του Ιεχωβά, η έλλειψις εμπιστοσύνης και οι υποψίες της κοινωνίας του παλαιού κόσμου αντικαθίστανται με εμπιστοσύνη και πεποίθησι. Ναι, ακόμη και τώρα οι αρχές του λόγου του Θεού μεταβάλλουν τη ζωή των ανθρώπων έτσι ώστε μπορούν ν’ απολαμβάνουν Χριστιανική συναδελφότητα χωρίς τους φόβους που επηρεάζουν τη συναναστροφή εκείνων που βρίσκονται στον παλαιό κόσμο. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι μάρτυρες του Ιεχωβά είναι, παραδείγματος χάριν, ένας εύπιστος λαός, που εύκολα απατάται και που εμπιστεύεται στον καθένα που βλέπει, να το πούμε έτσι. Ασκούν φρόνιμη προφύλαξι και είναι άγρυπνοι στην πολιτεία τους με οποιοδήποτε πονηρής προθέσεως άτομο, που θα μπορούσε να προσπαθή να υπεισέλθη στη συναδελφότητά τους για λόγους προσωπικού κέρδους, για να επωφεληθή από την αγαθότητα και την εμπιστοσύνη που ασκείται στην κοινωνία Νέου Κόσμου. Αυτοί οι κακής προθέσεως άνθρωποι γρήγορα δείχνουν με τα έργα των ότι δεν αγαπούν απ’ την καρδιά τους την αλήθεια και τη δικαιοσύνη, οι δε ώριμοι Χριστιανοί γρήγορα διακρίνουν τι υπάρχει πίσω από την υποκριτική μεταμφίεσί τους.—Ματθ. 7:20.
21. Πώς εφαρμόζεται η αρχή της τιμιότητος σ’ έναν Χριστιανό που διευθύνει μια εμπορική εργασία;
21 Τι θα πούμε για ένα άτομο που κατέχει και χειρίζεται μια εμπορική εργασία; Μπορεί ως Χριστιανός ορθά να χρησιμοποιή απατηλά μέσα για να συμβαδίζη με τον συναγωνισμό των άλλων και να αυξάνη το κέρδος του; Η ακόλουθη Γραφική αρχή είναι πάρα πολύ «επί του σημείου» και απαντά σ’ αυτή την ερώτησι: «Δεν θέλετε πράξει αδικίαν, εις κρίσιν, εις μέτρα, εις σταθμά, και εις ζύγια· ζύγια δίκαια, σταθμά δίκαια . . . θέλετε έχει.» Επομένως, ένας Χριστιανός έμπορος δεν θα απατήση τους πελάτας του δίνοντάς τους λιποβαρή είδη για τα χρήματά τους ή αντικείμενα κακής τέχνης για ν’ αποκτήση ανέντιμο κέρδος. Ομοίως θα πολιτεύεται δίκαια και έντιμα με τους υπαλλήλους του.—Λευιτ. 19:35, 36· Κολ. 4:1.
22. Για ποιον σκοπό δίδονται οι πληροφορίες αυτές σε τούτο το άρθρο;
22 Αυτό δεν σημαίνει ότι ένας Χριστιανός έχει το δικαίωμα να περιέρχεται λέγοντας στους άλλους πώς να διευθύνουν τις επιχειρήσεις των, ωσάν να είναι κριτής τέτοιων υποθέσεων. Ο σκοπός εκείνων που γράφονται εδώ δεν είναι το να προσπαθήσωμε να πούμε στους ανθρώπους του κόσμου πώς να διευθύνουν τη ζωή τους. Εκείνα που παρουσιάζομε εδώ είναι απλώς οι αρχές που διέπουν τη Χριστιανική ζωή έτσι ώστε εκείνοι που επιθυμούν να παύσουν να ζουν με τον τρόπο που ζουν τα έθνη και να ζουν σύμφωνα με τη δικαιοσύνη του Νέου Κόσμου, να βοηθηθούν να το πράξουν.
23. Πώς θα μπορούσε ένα άτομο να είναι ανέντιμο στην εργασία του και για ποια πολύ σπουδαία αιτία πρέπει ένας Χριστιανός να είναι επιμελής εργάτης:
23 Η ίδια αρχή τιμιότητος εφαρμόζεται εξίσου στους μισθωτούς εν σχέσει με τους εργοδότας των. Όταν ένα άτομο συνάπτη συμφωνία να εργασθή για κάποιον αντί συμφωνημένου μισθού, τότε η συμφωνία αυτή πρέπει να τιμηθή. Αν ένα άτομο παραλείπη λόγω οκνηρίας να εκτελέση το έργο που του ανετέθη, αυτό θα ήταν πραγματικά μια μορφή ανεντιμότητος· δεν είναι έτσι; Θα ήταν, επίσης, κάτι ανέντιμο αν ένα άτομο χρησιμοποιούσε τον χρόνον, που συνεφώνησε να εργάζεται για έναν εργοδότη και για τον οποίον λαμβάνει μισθό, για κάποιον άλλο σκοπό, και αν ακόμη μπορή να φρονή ότι αυτή η άλλη εργασία που κάνει είναι πιο ενδιαφέρουσα ή ακόμη πιο ευεργετική για τον εαυτό του και για άλλους. Το να χρησιμοποιή τον χρόνον του εργοδότου του μ’ αυτό τον τρόπο, χωρίς εκείνος να το γνωρίζη και χωρίς την άδειά του, σημαίνει απιστία σε ό,τι συνεφώνησε. Ένας τίμιος και επιμελής εργάτης κερδίζει εκτίμησι και αποκτά τιμή και υπόληψι. (1 Θεσ. 4:11, 12) Ο Χριστιανός υπάλληλος ή υπηρέτης εκτελεί το έργο του καλά, όχι απλώς για ν’ αρέση σε ανθρώπους ή να κερδίση την επιδοκιμασία ανθρώπων, αλλά διότι είναι δίκαιο να ενεργή έτσι, διότι πρέπει να είναι έντιμος, και διότι εκτιμά ότι μια τέτοια πορεία ευαρεστεί τον Ιεχωβά και κερδίζει ανταμοιβή απ’ αυτόν. Στην προς Εφεσίους επιστολή 6:5-8 (ΜΝΚ) ο Παύλος γράφει: «Οι δούλοι, υπακούετε εις τους κατά σάρκα κυρίους σας μετά φόβου και τρόμου, εν απλότητι της καρδίας σας, ως εις τον Χριστόν· μη κατ’ οφθαλμοδουλείαν ως ανθρωπάρεσκοι, αλλ’ ως δούλοι του Χριστού· εκπληρούντες το θέλημα του Θεού εκ ψυχής, μετ’ ευνοίας δουλεύοντες ως εις τον Ιεχωβά, και ουχί εις ανθρώπους· εξεύροντες ότι έκαστος ό,τι καλόν πράξη, τούτο θέλει λάβει παρά του Ιεχωβά.»—Παράβαλε Κολοσσαείς 3:22-25.
24. Ποια περαιτέρω αρχή ζωής του Νέου Κόσμου εκτίθεται στο Εφεσίους 4:28;
24 Συνεχίζοντας στο κεφάλαιο 4 της προς Εφεσίους επιστολής (εδάφιο 28), ο απόστολος εκθέτει έναν άλλον κανόνα ζωής του Νέου Κόσμου: «Ο κλέπτων, ας μη κλέπτη πλέον, μάλλον δε ας κοπιάζη εργαζόμενος το καλόν με τας χείρας αυτού, δια να έχη να μεταδίδη εις τον χρείαν έχοντα.» Κλέπτω σημαίνει αφαιρώ κάτι που δεν έχω δικαίωμα να το αφαιρέσω, μυστικά, χωρίς να με ιδούν. Είναι εύκολο να κατανοηθή ότι το να μπη κανείς με διάρρηξι σ’ ένα σπίτι τη νύχτα όταν ο ιδιοκτήτης δεν είναι εκεί και έπειτα να αφαιρέση χρήματα ή άλλα αγαθά, όπως ενδύματα, αποτελεί κλοπή. Αλλά τι θα πούμε όταν ένας χειρίζεται τρόφιμα ή υλικά ή εφόδια στη διάρκεια της χρησιμοποιήσεώς του ως οικιακού υπηρέτου ή σε κάποιο εμπορικό γραφείο ή εργοστάσιο; Είναι ελεύθερος να οικειοποιηθή τέτοια πράγματα;
25. Ποιες ερωτήσεις θα μπορούσαν να τεθούν για να προφυλαχθούμε από κλοπή;
25 Είναι έθιμο στις κοινότητες μερικών αγροτικών περιφερειών σε μερικές χώρες να μπορή ένας ταξιδιώτης που περνά απτό το χωριό να λαμβάνη μόνος του κάποια τροφή, ώστε να μπορή να σννεχίζη το ταξίδι του αναζωογονημένος. Αυτό είναι ένα έθιμο αβροφροσύνης και δείχνει αξιέπαινη φιλοξενία. Όλοι οι άνθρωποι της κοινότητος κατανοούν αυτό το έθιμο εκεί που εφαρμόζεται, και δεν θεωρείται καθόλου κλοπή, ακόμη και όταν απουσιάζη ο ιδιοκτήτης. Το έθιμο αυτό μας υπενθυμίζει την προμήθεια που εγίνετο για τον ξένο, τον ταξιδιώτη ή τον πτωχό κάτω από τον Ιουδαϊκό νόμο. (Βλέπε Λευιτικόν 19:9, 10.) Αλλά τα έθιμα αλλάζουν, και, μολονότι αυτό το έθιμο εφαρμόζεται ακόμη σε μερικές αγροτικές κοινότητες, δεν έχει κοινή εφαρμογή σε μεγάλες πόλεις κάτω από συνθήκες συγχρόνου πολιτισμού. Πρέπει, λοιπόν, να προσαρμοσθή κανείς προς την κατάστασι του μέρους στο οποίο βρίσκεται. Ένας ασφαλής οδηγός για το τι είναι κλοπή και τι δεν είναι κλοπή είναι να ερωτήση κανείς τον εαυτό του: «Έχω το δικαίωμα να το πάρω αυτό;» Δηλαδή, «Έχω την άδεια του ιδιοκτήτου αυτής της τροφής ή αυτού του υλικού να το χρησιμοποιήσω ή να το αφαιρέσω;» Αν είναι κάτι που αποτελεί ιδιοκτησία του εργοδότου μας, θα μπορούσαμε να ρωτήσωμε: «Θα το έπαιρνα αυτό αν ο εργοδότης μου ήταν παρών και μπορούσε να με δη να το παίρνω;» Αν βρίσκετε ότι η απάντησις είναι «Όχι» σε οποιαδήποτε απ’ αυτές τις ερωτήσεις, τότε γνωρίζετε ότι θα ήταν κλοπή το να πάρετε το πράγμα για το οποίο πρόκειται.
26. Τι μπορεί να κάμη ένας τίμιος και επιμελής εργάτης;
26 Σύμφωνα με τη συμβουλή του αποστόλου, ο Χριστιανός πρέπει να είναι ένας εργάτης που μοχθεί και κάνει με τα χέρια του εκείνο που είναι καλό, όχι κακό· πρέπει να είναι τίμιος και επιμελής και να μη χρειάζεται να κλέπτη για να έχη αρκετά για να φάγη. Αντιθέτως, όχι μόνο θα προνοή για τις δικές του ανάγκες και τις ανάγκες της συζύγου του και των παιδιών του, αν είναι νυμφευμένος, αλλά και θα είναι σε θέσι να βοηθή οποιονδήποτε από τους ομοίους του Χριστιανούς στην εκκλησία που δεν είναι τόσο εύπορος, έχοντας ίσως υποστή κάποια απροσδόκητη απώλεια ή συμφορά. Και θα είναι, επίσης, σε θέσι να κάνη κάποια συνεισφορά στο ταμείον της τοπικής εκκλησίας για να συμβάλλη στην αντιμετώπισι των αναγκαίων δαπανών και στην πρόοδο του έργου του κηρύγματος των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού στην περιοχή του.
27, 28. (α) Πώς είναι συχνά οι άνθρωποι ανέντιμοι όταν δανείζωνται χρήματα; (β) Πώς μιλεί η Γραφή για κείνους που αρνούνται ν’ αποδώσουν εκείνα που δανείζονται; (γ) Ποιες καλές ιδιότητες πρέπει να καλλιεργή ο Χριστιανός, και ποιες κακές ιδιότητες πρέπει να απεκδυθή;
27 Αυτό το παλαιό σύστημα πραγμάτων είναι γεμάτο από ιδιοτέλεια. Οι άνθρωποι το δείχνουν αυτό στη στάσι των απέναντι της ζωής, ζητώντας ν’ αποκτήσουν όσο το δυνατόν περισσότερα ενώ δίδουν σε ανταπόδοσι όσο το δυνατόν ολιγώτερα. Σ’ αυτή την ιδιοτέλεια ρέπουν οι πολιτικοί και θρησκευτικοί ηγέται με την προσπάθεια ν’ αποκτήσουν υποστήριξι για τις οικείες οργανώσεις των. Γίνεται αντιληπτή από τον τρόπο με τον οποίον οι άνθρωποι είναι ταχείς στο να δανείζωνται χρήματα από όποιους μπορούν, αλλά βραδείς στο ν’ αποδίδουν, συχνά δε ο δανειζόμενος δεν έχει πρόθεσι ν’ αποδώση. Μερικοί θα προσπαθήσουν ακόμη να το δικαιολογήσουν αυτό λέγοντας ότι το να δανεισθή κανείς από έναν πλούσιον και να μη αποδώση δεν είναι πράγματι πολύ άδικο, αφού ο πλούσιος άνθρωπος δεν χρειάζεται τα χρήματα για τον εαυτό του. Πόσο συχνά συμβαίνει ώστε φιλονεικίες και μάχες να είναι το αποτέλεσμα χρεών που δεν απεδόθησαν! Γι’ αυτό ακριβώς ο Ψαλμός 37:21 λέγει ότι «δανείζεται ο ασεβής και δεν αποδίδει».
28 Ο Ιεχωβά δεν ευλογεί τους ασεβείς. Δεν ευλογεί εκείνους που είναι ιδιοτελείς, άρπαγες, που ενδιαφέρονται μόνο για ό,τι μπορούν ν’ αποκτήσουν από τη ζωή ενώ δίνουν όσο το δυνατόν ολιγώτερα για τους άλλους σε ανταπόδοσι. Εκείνοι που επιθυμούν ζωή στον νέο κόσμο χρειάζεται να καλλιεργούν αγάπη μάλλον παρά ιδιοτέλεια, το πνεύμα τού να δίδουν αντί της απληστίας. Ο Χριστιανός, αντί να γίνεται οφειλέτης για ν’ αυξήση τα υλικά του αποκτήματα, μαθαίνει μάλλον να είναι ευχαριστημένος με τα αναγκαία πράγματα, εργαζόμενος επιμελώς να κερδίση αυτά τα πράγματα με τίμιο κόπο. Ο απόστολος Παύλος ήταν προσεκτικός να μη επιβάλλη περιττά βάρη στους αδελφούς του. Επειδή ήταν ένας απόστολος δεν χρησιμοποιούσε τη θέσι του για ν’ αποκτήση υλικά οφέλη από τους ομοίους του Χριστιανούς. Δεν επιθυμούσε το ‘αργύριον ή χρυσίον’ των. Ως ένας ολοχρόνιος απόστολος εκτιμούσε τη βοήθεια των εκκλησιών για να μπορή ν’ αφιερώνη όλον τον χρόνον του στη διακονία, αλλά εκεί όπου η εκούσια αυτή βοήθεια δεν επρόκειτο να γίνη, ήταν πρόθυμος να εργάζεται με τα ίδια του χέρια ως σκηνοποιός, ώστε να φροντίζη για τις υλικές του ανάγκες.—Πράξ. 20:33, 34· 18:3· 1 Θεσ. 2:9.