Υποταγή στις «Υπερέχουσες Εξουσίες»—Γιατί;
«Πάσα ψυχή εξουσίαις υπερεχούσας υποτασσέσθω· ου γαρ εστιν εξουσία ει μη υπό Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι υπό του Θεού τεταγμέναι εισίν.—Ρωμ. 13:1, Κείμενον.
1. Πώς η υποταγή του Ιωσήφ και της Μαρίας στις πολιτικές εξουσίες του κόσμου έφερε αποτέλεσμα σε αρμονία με το θέλημα και την προφητεία του Θεού;
ΣΤΟ έτος 2 π.Χ. ο Ιωσήφ ο γυιός του Ιακώβ και η «εν γαστρί έχουσα» σύζυγός του Μαρία, θυγάτηρ του Ηλί, υπετάχθησαν στο διάταγμα του Ρωμαίου αυτοκράτορος Καίσαρος Αυγούστου. Απεγράφησαν στη γενέτειρα πόλι των στην Ιουδαία. Έτσι συνέβη και ο υιός της, Ιησούς Χριστός, εγεννήθη στη Βηθλεέμ. Αυτό έγινε σύμφωνα με το θέλημα του ουρανίου Πατρός του Ιησού, του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος είχε προείπει την εκεί γέννησι του Υιού του δια του προφήτου Μιχαία πριν από επτά αιώνες. (Μιχ. 5:2· Ματθ. 1:1, 16, 18· Λουκ. 2:1-7· 3:23) Η υποταγή, λοιπόν, στις πολιτικές εξουσίες εν σχέσει με τούτο δεν αντέκειτο στο θέλημα και τον σκοπό του Θεού, μολονότι οι Ιουδαίοι της Παλαιστίνης υπήγοντο ακόμη στις Δέκα Εντολές και στους άλλους νόμους, που τους είχε δώσει ο Ιεχωβά Θεός μέσω του προφήτου του Μωυσέως.
2. Μεταξύ ποίων δύο σειρών νόμων έπρεπε οι Ιουδαίοι να κάμουν μια προσαρμογή, και ποιόν τέλειον κανόνα για τούτο τους εξέθεσε ο Ιησούς;
2 Επειδή οι Ιουδαίοι ήσαν κάτω από τον ανώτερο νόμο του Θεού, έπρεπε να συμμορφώνωνται με τον νόμο της αυτοκρατορικής κυβερνήσεως που κυβερνούσε τότε τη χώρα του Ιούδα και τη Γαλιλαία, τηρώντας την τάξι και εισπράττοντας φόρους. Ο τέλειος κανών γι’ αυτή τη συμμόρφωσι ελέχθη από τον Ιησού Χριστό σ’ ένα όμιλο Ιουδαίων, από τους οποίους μερικοί ήσαν υπέρ της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και άλλοι εναντίον της. Ο Ιησούς τους είπε: «Απόδοτε λοιπόν τα του Καίσαρος εις τον Καίσαρα, και τα του Θεού εις τον Θεόν.» (Ματθ. 22:15-22) Ούτε οι υπέρ της Αυτοκρατορίας Ιουδαίοι ούτε οι κατ’ αυτής μπορούσαν να εύρουν σφάλμα σ’ αυτόν τον κανόνα.
3. Γιατί οι Χριστιανοί πρέπει ακόμη να υπακούουν σ’ αυτόν τον τέλειον κανόνα παρά το ό,τι επεσήμανε το έτος 1914;
3 Οι Καίσαρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας απωλέσθησαν μαζί με την αυτοκρατορία εκείνη πριν από πολύν καιρό, αλλ’ αυτό που αντεπροσωπεύετο από τον Καίσαρα στα λόγια εκείνα που ελέχθησαν από τον Ιησού πριν από δεκαεννέα αιώνες, παραμένει ακόμη—όχι ακριβώς ο «ιμπεριαλισμός» και η αποικιοκρατία, αλλά η πολιτική κυβέρνησις του κόσμου τούτου. Αυτό ισχύει ακόμη και μετά το έτος 1914 μ.Χ., οπότε οι Καιροί των Εθνών έληξαν, ακριβώς όπως ο Ιησούς προείπε στην προφητεία του για το τέλος του παρόντος κοσμικού συστήματος πραγμάτων. (Λουκ. 21:5-7, 24) Συνεπώς, ο κατευθυντήριος κανών, όπως εξετέθη από τον Ιησούν, πρέπει και σήμερα ακόμη να τυγχάνη σεβασμού και υπακοής, ιδιαίτερα από τους αφιερωμένους, βαπτισμένους Χριστιανούς όπως είναι οι μάρτυρες του Ιεχωβά. Όχι μόνο τα έθνη υπάρχουν ακόμη, αλλά και ο Θεός επίσης υπάρχει, και όλα τα έθνη της γης κρίνονται ενώπιον του από το έτος 1914. Τα άτομα, που είναι «προβατοειδή» ως προς τη διάθεσί τους απέναντι του Θεού, θ’ ακολουθήσουν τον κανόνα του ν’ αποδίδουν στον Καίσαρα μόνον τα του Καίσαρος, αλλά στον Θεό όλα τα του Θεού. Ο Παύλος και ο Πέτρος, ως Χριστιανοί απόστολοι, ενέμεναν σ’ αυτόν τον κανόνα κι έγραψαν προς υποστήριξίν του.—Ματθ. 25:31-40.
4. (α) Πότε και σε ποιους έγραψε ο Παύλος γι’ αυτό το αμφισβητούμενο σημείο, και επομένως αναφορικά με ποιους άρχοντας; (β) Κατενόησαν τον Παύλο οι λήπται της επιστολής του, και τι θα πούμε για τους Χριστιανούς σήμερα;
4 Κατά το έτος 56 ο Παύλος έγραψε στη Χριστιανική εκκλησία, που ήταν στην ίδια την πρωτεύουσα της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Στο δέκατο τρίτο κεφάλαιο της επιστολής του επραγματεύθη ειδικά το υπό αμφισβήτησιν αυτό σημείο. Αυτό έγινε διακόσια και πλέον χρόνια πριν από την εμφάνισι του «Χριστιανικού» λεγομένου «κόσμου» (στον τέταρτον αιώνα). Ο Παύλος έγραφε ενώ ευρίσκετο ανάμεσα στην ειδωλολατρική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, προτού υπάρξουν οι λεγόμενοι Χριστιανοί βασιλείς που ισχυρίζοντο ότι άρχουν με θείον δικαίωμα και «ελέω Θεού.» Ο Παύλος λοιπόν έγραφε στους Χριστιανούς της Ρώμης, όχι για τους πολιτικούς άρχοντας του «Χριστιανικού κόσμου», αλλά για ειδωλολατρικούς άρχοντας όπως ο Καίσαρ και οι ηγεμόνες του και βασιλείς τών επί μέρους εθνών. Στη Ρώμη ιδιαίτερα οι Χριστιανοί έπρεπε να είναι σαφείς σ’ αυτό το ερώτημα: Οι κοσμικοί άρχοντες δεν είναι Χριστιανοί και δεν είναι αφιερωμένοι στον Ιεχωβά Θεό, και όμως, οφείλουν μήπως οι Χριστιανοί κάτι στους υπάρχοντας αυτούς άρχοντας που έχουν τη διακυβέρνησι της χώρας, ακόμη και της γης της Παλαιστίνης και της πόλεως Ιερουσαλήμ; Χάριν της Χριστιανοσύνης η Εκκλησία της Ρώμης έπρεπε να είναι σαφής στο αντιλεγόμενον αυτό ζήτημα και να ενεργή με διαφωτισμένη τη συνείδησί της. Ο Παύλος στην επιστολή του προς αυτούς επραγματεύθη με περίσκεψι το ζήτημα. Βεβαίως εξεφράσθη σαφώς κι εκείνοι ενόησαν αυτά που έγραψε. Κι εν τούτοις σήμερα, ύστερ’ από δεκαεννέα αιώνες, υφίσταται αντιλογία σ’ αυτό που ενοούσε ο Παύλος, όπως προσφάτως εφέρθη υπό την προσοχήν του κόσμου από ένα θρησκευτικό συμβάν στη διηρεμένη Γερμανία.a
5, 6. (α) Προς όφελος ποίων έγραψε ο Παύλος το Ρωμαίους 13:1-7, αλλά ποιο ερώτημα εγείρεται σχετικώς; (β) Τι θα μας βοηθήση να λάβωμε την ορθή απάντησι στην ερώτησι, και συνεπώς τι κάνομε τώρα;
5 Ο Παύλος έγραφε «προς πάντας τους όντας εν Ρώμη, αγαπητούς του Θεού, προσκεκλημένους αγίους,» και συνεπώς έγραφε προς όφελος της Χριστιανικής εκκλησίας. (Ρωμ. 1:7) Αλλά τα όσα εξετάζει σ’ αυτή την επιστολή δεν είναι όλα ζητήματα εσωτερικά της εκκλησίας. Το μέγα ερώτημα σήμερα είναι, Τα όσα έγραψε ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή του, κεφάλαιον δέκατον τρίτον, εδάφια 1 έως 7, ανάγονται σε ζητήματα εσωτερικά της εκκλησίας ή εξωτερικά; Εν πρώτοις, τα εδάφια, που οδηγούν ως το δέκατο τρίτο κεφάλαιο, θα μας βοηθήσουν να το εξακριβώσωμε αυτό. Πρέπει να ενθυμούμεθα ότι ο Παύλος δεν διήρεσε την επιστολή του σε εδάφια και κεφάλαια· την έγραψε ως επιστολή, όχι σαν ένα σύγχρονο βιβλίο ή συγχρόνου τύπου Γραφή. Δεν έχομε απόδειξι ότι εξεχώρισε αυτό, που είναι τώρα κεφάλαιο 13:1-7, από ό,τι προηγείται. Για να έχωμε, λοιπόν, τα εισαγωγικά συμφραζόμενα, ας αναγνώσωμε, χωρίς διακοπή, από αυτό που είναι τώρα κεφάλαιον 12:17 ως το κεφάλαιον 13:7, ως εξής:
6 «Εις μηδένα μη ανταποδίδετε κακόν αντί κακού· προνοείτε τα καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων. Ει δυνατόν, όσον το αφ’ υμών, ειρηνεύετε μετά πάντων ανθρώπων. Μη εκδικήτε εαυτούς, αγαπητοί· αλλά δοτέ τόπον τη οργή· διότι είναι γεγραμμένον, “Εις εμέ ανήκει η εκδίκησις· εγώ θέλω κάμει ανταπόδοσιν, λέγει Κύριος [Ιεχωβά, ΜΝΚ].” Εάν λοιπόν πεινά ο εχθρός σου, τρέφε αυτόν· εάν διψά, πότιζε αυτόν διότι πράττων τούτο, θέλεις σωρεύσει άνθρακας πυρός επί την κεφαλήν αυτού. Μη νικάσαι υπό του κακού, αλλά νίκα δια του αγαθού το κακόν. Πάσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας [υπερεχούσας, Κείμενον] εξουσίας· διότι δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι. Ώστε ο εναντιούμενος εις την εξουσίαν, εναντιούται εις την διαταγήν του Θεού· οι δε εναντιούμενοι θέλουσι λάβει εις εαυτούς καταδίκην. Διότι οι άρχοντες δεν είναι φόβος των αγαθών έργων, αλλά των κακών, θέλεις δε να μη φοβήσαι την εξουσίαν; πράττε το καλόν, και θέλεις έχει έπαινον παρ’ αυτής· επειδή ο άρχων είναι του Θεού υπηρέτης εις σε προς το καλόν. Εάν όμως πράττης το κακόν, φοβού· διότι δεν φορεί ματαίως την μάχαιραν· επειδή του Θεού υπηρέτης είναι, εκδικητής δια να εκτελή την οργήν κατά του πράττοντος το κακόν. Δια τούτο είναι ανάγκη να υποτάσσησθε, ουχί μόνον δια την οργήν, αλλά και δια την συνείδησιν. Επειδή δια τούτο πληρώνετε και φόρους· διότι υπηρέται του Θεού είναι, εις αυτό τούτο ενασχολούμενοι. Απόδοτε λοιπόν εις πάντας τα οφειλόμενα· εις όντινα οφείλετε τον φόρον, τον φόρον· εις όντινα τον δασμόν, τον δασμόν· εις όντινα τον φόβον, τον φόβον· εις όντινα την τιμήν, την τιμήν.»
7. Σύμφωνα με την εισαγωγική πλοκή, πού έχουν, λογικά, την τοποθέτησί τους οι ‘ανώτερες εξουσίες’;
7 Από την ανάγνωσι των ανωτέρω καταφαίνεται ότι στα τελευταία πέντε εδάφια του δωδεκάτου κεφαλαίου ο Παύλος λέγει στους αγίους του Θεού πώς να διάγουν μεταξύ ανθρώπων που είναι έξω από τη Χριστιανική εκκλησία, «πάντων», περιλαμβανομένου κι ενός εχθρού ακόμη, ο οποίος κάνει κακό στους Χριστιανούς, συνεπώς ενός ατόμου που βρίσκεται έξω από την εκκλησία, όχι μέσα. Κατόπιν, ευθύς αμέσως, ο Παύλος μεταβαίνει στην εξέτασι του θέματος περί «υπερεχουσών εξουσιών», κι έτσι συγκεντρώνει το βλέμμα του, όχι σε ό,τι είναι μέσα στην εκκλησία, αλλά σε ό,τι είναι έξω απ’ αυτήν. Επομένως, οι «υπερέχουσες εξουσίες» έχουν το πλαισίωμά τους λογικά στον κόσμο που είναι έξω από την εκκλησία.b Δεν μπορούμε, βέβαια, να κλείσωμε τα μάτια μας στο γεγονός ότι υπάρχουν εξουσίες έξω από τη Χριστιανική εκκλησία.
8. (α) Σε ποια γλώσσα έγραψε ο Παύλος την προς Ρωμαίους επιστολή, και σε ποιους εφηρμόζετο επίσης η λέξις «εξουσία»; (β) Πώς εχρησιμοποιήθη η λέξις αυτή από τον Σατανά ή Διάβολο και από ένα Ρωμαίο εκατόνταρχο στην Καπερναούμ;
8 Μολονότι η εκκλησία ήταν στη Ρώμη, ο Παύλος έγραψε σ’ αυτήν Ελληνιστί, όχι Λατινιστί. Η Ελληνική λέξις που εχρησιμοποίησε ο Παύλος ήταν εξουσία. Οι αναγνώσται της αρχαίας Ελληνικής μεταφράσεως των Εβραϊκών Γραφών των Εβδομήκοντα εγνώριζαν καλά αυτή τη λέξι εξουσία ως αναφερόμενη στις ειδωλολατρικές εξουσίες ή κυριαρχίες. (Βλέπε Δανιήλ 7:6, 14, 17· 11:5) Ακόμη και ο Σατανάς ή Διάβολος διεκδικούσε εξουσία. Όταν προσεπάθησε να πειράση τον Ιησού Χριστό με παγκόσμια διακυβέρνησι και κυριαρχία, είπε στον Ιησούν: «Εις σε θέλω δώσει άπασαν την εξουσίαν ταύτην και την δόξαν αυτών· διότι εις εμέ είναι παραδεδομένη, και εις όντινα θέλω, δίδω αυτήν.» Αλλ’ ο Ιησούς ηρνήθη να κάμη διαπραγματεύσεις με τον πρώτιστον εχθρόν του Θεού για κοσμική εξουσία. (Λουκ. 4:6-8) Αργότερα, ένας Ρωμαίος εκατόνταρχος στην Καπερναούμ, όταν εκλιπαρούσε τον Ιησούν να θεραπεύση τον δούλον του, εχρησιμοποίησε λέξεις που βρίσκονται στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1 και είπε: «Μόνον ειπέ λόγον, και θέλει ιατρευθή ο δούλος μου. Διότι και εγώ είμαι άνθρωπος υπό εξουσίαν, έχων υπ’ εμαυτόν στρατιώτας· και λέγω προς τούτον, Ύπαγε, και υπάγει.»—Ματθ. 8:5-9· Λουκ. 7:8.
ΚΟΣΜΙΚΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ
9. Ποια χρήσι έκαμαν ο Ιησούς και οι εχθροί του αυτής της λέξεως ως αναφερομένης στις κοσμικές εξουσίες;
9 Όταν ο Ιησούς προειδοποιούσε τους μαθητάς του περί διωγμών από τους εχθρούς της Χριστιανοσύνης, είπε: «Όταν δε σας φέρωσιν εις τας συναγωγάς και τας αρχάς και τας εξουσίας, μη μεριμνάτε πώς, ή τι να απολογηθήτε, ή τι να είπητε.» (Λουκ. 12:11) Οι Ιουδαίοι θρησκευτικοί ηγέται έστειλαν ανθρώπους, που ισχυρίζοντο ότι είναι δίκαιοι, να μιλήσουν στον Ιησούν, «επί σκοπώ να πιάσωσιν αυτόν από λόγου, δια να προδώσωσιν αυτόν εις την αρχήν και εις την εξουσίαν του ηγεμόνος», λέγει το εδάφιο Λουκάς 20:20. Όταν ο Ιησούς παρεδόθη για να τον συλλάβουν στον κήπο της Γεθσημανή, είπε στους εχθρούς του: «Αύτη είναι η ώρα σας, και η εξουσία του σκότους.» (Λουκ. 22:53· Κολ. 1:13) Τι έκαμε τον Ιησούν ο Κυβερνήτης Πόντιος Πιλάτος; «Μαθών ότι είναι εκ της επικρατείας [εξουσίας, Κείμενον] του Ηρώδου, έπεμψεν αυτόν προς τον Ηρώδην.» (Λουκ. 23:7) Σύμφωνα με την εξουσία αυτή των κοσμικών κυβερνητών, ο Ιησούς είχε πει προηγουμένως στους αποστόλους του: «Οι βασιλείς των εθνών κυριεύουσιν αυτά· και οι εξουσιάζοντες αυτά ονομάζονται ευεργέται. Σεις όμως ουχί ούτως.» (Λουκ. 22:25, 26) Το δε τελευταίο βιβλίο της Γραφής, που προλέγει γεγονότα της εποχής μας, ομιλεί για δέκα συμβολικούς βασιλείς και λέγει: «Μίαν ώραν λαμβάνουσιν εξουσίαν ως βασιλείς μετά του θηρίου. Ούτοι έχουσι μίαν γνώμην, και θέλουσι παραδώσει εις το θηρίον την δύναμιν και την εξουσίαν εαυτών.» (Αποκάλ. 17:12, 13) Όλες αυτές λοιπόν είναι κοσμικές «εξουσίες».
10. Μήπως το επίθετο «ανωτέρας» ή «υπερέχουσας» (Κείμενον), που εφαρμόζεται στις εξουσίες εκείνες, τις ανυψώνει από αυτόν τον κόσμο, και τι καθορίζει την απάντησί μας στην ερώτησι;
10 Εν τούτοις, κάποιος μπορεί να φέρη την αντίρρησι ότι στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1 ο Παύλος καλεί τις εξουσίες ‘υπερέχουσες’, η έκφρασις δε αυτή δεν ανυψώνει μήπως αυτές τις εξουσίες έξω από τον κόσμον αυτόν; Μπορούν οποιεσδήποτε εξουσίες να είναι ‘υπερέχουσες’ του Θεού; Όχι· αλλ’ ο Παύλος μάς υπενθυμίζει ότι αυτές οι ‘εξουσίες’, παρά το ότι είναι ‘υπερέχουσες’, υπόκεινται στον Θεό. Πώς αυτό; Ο Παύλος λέγει: «Δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού· αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι.» Αν ο Θεός τις έταξε σε θέσι σχετική με τον εαυτό του και μεταξύ των, τότε αυτές οι ‘υπερέχουσες εξουσίες’ πρέπει να υπόκεινται στον Θεό, που είναι ο Ύψιστος. (Λουκ. 6:35· Πράξ. 7:48· Εβρ. 7:1 ) ‘Υπερέχουσαι’ σύμφωνα με την Ελληνική ρηματική μετοχή που εχρησιμοποιήθη από τον Παύλο, σημαίνει «υπερτερούσαι· ούσαι ανώτεραι (ή καλύτεραι)· υπεριστάμεναι· προέχουσαι,» και όχι κατ’ ανάγκην υπέρταται. Ας σημειώσωμε άλλες χρήσεις του Ελληνικού αυτού ρήματος.
11. Ποιες χρήσεις του ιδίου Ελληνικού ρήματος γίνονται στην 1 Τιμόθεον 2:1, 2· στην 1 Πέτρου 2:13 και στην προς Φιλιππησίους επιστολή 2:3;
11 Στην επιστολή 1 Τιμόθεον 2:1, 2, ο Παύλος, αφού ομιλεί για τις προσευχές υπέρ πάντων ανθρώπων, λέγει ότι πρέπει να γίνωνται προσευχές «υπέρ βασιλέων και πάντων των εν υπεροχή όντων» (Κείμενον). Η λέξις υπεροχή παράγεται από το ρήμα υπερέχειν, του οποίου την μετοχή χρησιμοποιεί ο Παύλος στην επιστολή προς Ρωμαίους 13:1. Ο Πέτρος χρησιμοποιεί το ίδιο Ελληνικό ρήμα στην επιστολή 1 Πέτρου 2:13 και ομιλεί για ένα βασιλέα ως «υπερέχοντα», Επίσης, στην επιστολή προς Φιλιππησίους 2:3 ο απόστολος Παύλος νουθετεί τους Χριστιανούς της εκκλησίας πώς πρέπει να θεωρούν αλλήλους, λέγοντας: «Εν ταπεινοφροσύνη, θεωρούντες αλλήλους υπερέχοντας εαυτών», όχι, βέβαια, υπερτάτους όπως είναι ο Ιεχωβά Θεός.
«ΥΠΕΡΕΧΟΥΣΑΙ» ΑΠΟ ΠΟΙΟΝ;
12. Έξω στον κόσμο υπάρχουν μήπως άνθρωποι υψηλοτέρας θέσεως από τους Χριστιανούς, και τι οι Χριστιανοί θυμούνται σχετικώς;
12 Εν τούτοις, έξω στον κόσμο, όπου βρίσκονται οι Χριστιανοί, αν και δεν αποτελούν μέρος του κόσμου, υπάρχουν άνθρωποι που είναι ανώτεροι σε θέσι κι εξουσία από τους αληθινούς αυτούς Χριστιανούς. Αυτό συμβαίνει εν σχέσει με τις πολιτικές κυβερνήσεις, διότι οι αληθινοί αφιερωμένοι Χριστιανοί, όπως είναι οι μάρτυρες του Ιεχωβά, δεν αναμιγνύονται στην πολιτική ούτε επιδιώκουν πολιτικά αξιώματα. Θυμούνται, όμως, τα λόγια του Βασιλέως Σολομώντος, στον Εκκλησιαστή 5:8, περί του ότι ο Ιεχωβά Θεός είναι ανώτερος κι απ’ το ανώτατο επίγειο πλάσμα, λέγοντας: «Εάν ίδης κατάθλιψιν πένητος, και παραβίασιν κρίσεως και δικαιοσύνης εν τη χώρα, μη θαυμάσης δια τούτο· διότι ο επί τον υψηλόν υψηλότερος επιτηρεί· και επί τούτους υψηλότεροι.»
13. Γιατί πρέπει «πάσα ψυχή» να υποτάσσεται, και πώς βλέπομε ότι αυτό δεν εφαρμόζεται στους ουράνιους αγγέλους;
13 Επειδή οι Χριστιανοί δεν μπορούν ν’ αποφύγουν την επαφή με κοσμικές κυβερνήσεις, ο Παύλος λέγει στους Χριστιανούς της Ρώμης: «Πόσα ψυχή ας υποτάσσεται εις τας ανωτέρας [υπερεχούσας, Κείμενον] εξουσίας.» Τους υπενθυμίζει ότι είναι ψυχές και ότι πρόκειται και για τη ζωή των ως ψυχών. Κάθε ψυχή, κάθε άτομον, της εκκλησίας έχει υποχρέωσι ν’ αποδίδη αυτή την υποταγή. Κανείς δεν εξαιρείται· και του Παύλου η σταδιοδρομία αποδεικνύει ότι εκείνος δεν εξήρεσε τον εαυτό του. Αλλ’ ως πού πρέπει να φθάση αυτή η υποταγή των Χριστιανών; Ως τα άκρα; Διόλου, θυμηθήτε ότι το εδάφιον Ρωμαίους 13:1 δεν απευθύνεται σε αγγέλους του ουρανού, οι οποίοι υποτάσσονται μόνο στον Θεό και στον δοξασμένο του Υιό Ιησού Χριστό. (Εβρ. 1:5, 6· 1 Πέτρ. 3:21, 22) Οι ουράνιοι άγγελοι επολέμησαν στους περασμένους χρόνους εναντίον ανθρωπίνων πολιτικών κυβερνήσεων και θα πολεμήσουν ακόμη εναντίον των στον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος.» (Αποκάλ. 16:14-16· 19:14-20) Το εδάφιον Ρωμαίους 13:1 απευθύνεται, όχι σ’ αυτούς, αλλά σε Χριστιανούς εδώ στη γη, όπου οι πολιτικές κυβερνήσεις του παρόντος συστήματος πραγμάτων υπάρχουν ακόμη.
14. Ποιες είναι μερικές από τις περιορισμένες εκτάσεις υποταγής που οι Χριστιανοί πρέπει να τηρούν;
14 Εδώ στη γη υπάρχουν πολλά περιορισμένα πεδία υποταγής, την οποία πρέπει να τηρούν οι Χριστιανοί σύμφωνα με τον γραπτόν λόγον του Θεού. Ακόμη κι ο Ιησούς ως παιδί στη Ναζαρέτ «ήτο υποτασσόμενος» στους επιγείους κηδεμόνας του, στον Ιωσήφ και στη Μαρία. (Λουκ. 2:51, 52· Γαλ. 4:1-5) Έτσι, η υποταγή των τέκνων στους Χριστιανούς γονείς συνιστάται, στην επιστολή 1 Τιμόθεον 3:4· Εφεσίους 6:1-4· οι νεαροί Χριστιανοί πρέπει να υποτάσσωνται στους ηλικιωμένους (1 Πέτρ. 5:5)· οι δούλοι ή υπηρέται στους κτήτορας ή κυρίους των (Τίτον 2:9· 1 Πέτρ. 2:18· Εφεσ. 6:5-8)· οι γυναίκες στους άνδρας (Κολ. 3:18· Τίτον 2:5· 1 Πέτρ. 3:1, 5· Εφεσ. 5:22-24)· οι γυναίκες στους αδελφούς στην εκκλησία (1 Κορ. 14:33, 34)· και τα μέλη της εκκλησίας στους αδελφούς, οι οποίοι τους διακονούν πιστά. (1 Κορ. 16:16) Όλες αυτές είναι περιπτώσεις σχετικής υποταγής, με περιορισμούς· διότι, πρωτίστως, πρέπει να πράττωμε όπως λέγει στους Χριστιανούς το εδάφ. Ιακώβου 4:7: «Υποτάχθητε λοιπόν εις τον Θεόν· αντιστάθητε εις τον διάβολον, και θέλει φύγει από σας.»
15. Συνεπώς, τι είδους υποταγή είναι εκείνη που πρέπει ν’ αποδίδεται στις ‘ανώτερες εξουσίες’, και γιατί;
15 Με τον ίδιο τρόπο η υποταγή, την οποία οι Χριστιανοί πρέπει ν’ αποδίδουν στις «υπερέχουσες εξουσίες» του παλαιού αυτού κόσμου, είναι απλώς, σχετική, διότι δεν παραμερίζει τον Θεό και τη συνείδησι. Λόγου χάριν, ο απόστολος Παύλος λέγει ότι ένας λόγος, για τον οποίον κάθε ψυχή πρέπει να υποτάσσεται, είναι ότι «δεν υπάρχει εξουσία, ειμή από Θεού.»
ΚΑΤ’ ΑΝΟΧΗΝ ΤΟΥ ΘΕΟΥ
16. Πώς συμβαίνει ο Σατανάς ή Διάβολος να κατέχη εξουσία, και τι έχει κάμει με αυτή;
16 Όποια εξουσία έχει ο Σατανάς ή Διάβολος, την έλαβε αρχικά από τον Θεό. Εν τούτοις, δεν πρέπει να υποτασσώμεθα στον Διάβολο ούτε για μια στιγμή, αλλά πρέπει να ανθιστάμεθα σ’ αυτόν. Του είχε παραχωρηθή αόρατη εξουσία στον παλαιόν αυτόν κόσμο· αλλιώς, δεν θα μπορούσε να προσφέρη παγκόσμια εξουσία στον Ιησούν, όταν προσεπάθησε να πειράση τον Ιησού για ν’ αμαρτήση. Ένα άτομο, που κατέχει δύναμι κι εξουσία, μπορεί να τη μεταβιβάση ή να εκχωρήση μέρος αυτής σε άλλους. Ο Σατανάς, ο «μέγας δράκων», το έχει κάμει αυτό στην ορατή του οργάνωσι επάνω στη γη. Η Αποκάλυψις 13:1, 2 Εικονίζει αυτή την οργάνωσι σαν ένα θηρίο και λέγει: «Και έδωκεν εις αυτό ο δράκων την δύναμιν αυτού, και τον θρόνον αυτού, και εξουσίαν μεγάλην.»
17. Υποτασσόμενοι οι Χριστιανοί στις πολιτικές κυβερνήσεις μήπως υποτάσσονται στον Σατανά, ή ποια είναι η διαφορά;
17 Όλ’ αυτά, βέβαια, έγιναν μόνον κατ’ ανοχήν του Θεού, και το αποτέλεσμα ήταν ότι υπάρχουν σήμερα αυτές οι πολιτικές κυβερνήσεις και οι εξουσίες των αρχόντων. Εν τούτοις, ο Σατανάς ή Διάβολος δεν είναι ορατή, γήινη εξουσία, στην οποίαν οι Χριστιανοί παραγγέλλονται να υποταχθούν. Όταν οι Χριστιανοί υποτάσσωνται στις υπάρχουσες ορατές, επίγειες, ανθρώπινες κυβερνήσεις ή ‘υπερέχουσες εξουσίες’, δεν υποτάσσονται στον Σατανά ή Διάβολο, τον Δράκοντα. Υπακούουν στην εντολή του Θεού.
18, 19. (α) Λόγω ποιας διακηρύξεως σκοπού απέσχε ο Θεός από το να καταστρέψη τον Σατανά; (β) Τι είχε ν’ αποδείξη ο Θεός όσον αφορά το υποσχεμένο «σπέρμα»;
18 Πριν ακόμη από τον κατακλυσμό της εποχής του Νώε ως τώρα ο Σατανάς ή Δράκων έχει εξασκήσει δύναμι κι εξουσία μόνο κατ’ ανοχήν του Θεού. Ο Θεός απέσχε από το να καταστρέψη τον Σατανά μόνο λόγω των όσων είπε ο Θεός στον Σατανά στον κήπο της Εδέμ μετά την αμαρτία του Αδάμ και της Εύας. Ο Θεός είπε: «Έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σου και της γυναικός, και αναμέσον του σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού.»—Γεν. 3:15.
19 Καιρός κι ελευθερία δράσεως έπρεπε ν’ αφεθή στον Σατανά για να λυθή το επίμαχο ζήτημα που είχε προσφάτως εγερθή: Ποιος κατέχει την παγκόσμια κυριαρχία, ο Ιεχωβά Θεός ή ο Σατανάς ο Διάβολος; Επίσης, επειδή το Σπέρμα της «γυναικός» του Θεού ενετέθη στο επίμαχο ζήτημα, ο Θεός είχε ν’ αποδείξη αυτό το σημείο: Παρά την πτώσι του πρώτου τελείου ανθρώπου στην αμαρτία κάτω από την πίεσι του Σατανά ή Διαβόλου, ο Ιεχωβά Θεός μπορεί να θέση στη γη ανάμεσα στον κόσμο του Διαβόλου ένα Σπέρμα που θα παραμείνη πιστό στον Θεό. Η υποταγή αυτού του Σπέρματος στις επίγειες ‘υπερέχουσες εξουσίες’ δεν θα ωδηγούσε αυτό το Σπέρμα ν’ απιστήση στον Θεό ή να παραβή την ακεραιότητά του στον Θεό.
20. Τι διευκρινίσθη στην περίπτωσι του Ιώβ από τη χώρα της Ουζ, και τι προεσκιάσθη μέσω αυτού;
20 Το ότι επέτρεψε ο Θεός στον Σατανά να χρησιμοποιήση τη δύναμί του εναντίον ευσεβών ανθρώπων ακεραιότητος διευκρινίζεται στην περίπτωσι του υπομονητικού Ιώβ από τη χώρα Ουζ. Κατόπιν προκλήσεως του Σατανά ή Διαβόλου, ο Ιεχωβά Θεός τού είπε σχετικά με τον πιστόν Ιώβ: «Ιδού εις την χείρά σου πάντα όσα έχει· μόνον επ’ αυτόν μη επιβάλης την χείρά σου.» Όταν ο αποτυχημένος Σατανάς επροκάλεσε τον Θεό για δεύτερη φορά, ο Θεός είπε για τον Ιώβ: «Ιδού αυτός εις την χείρά σου· μόνον την ζωήν αυτού φύλαξον.» Ο Ιώβ απέδειξε τον Σατανά ή Διάβολο ψεύτη και πάλιν. Αυτό προεσκίαζε το πώς ο Σατανάς θ’ απετύγχανε πλήρως όταν θα αφήνετο να χρησιμοποιήση τις δυνάμεις του εναντίον του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού.—Ιώβ 1:12· 2:6.
21, 22. (α) Επομένως πώς συνέβη να μπορέσουν οι ‘ανώτερες εξουσίες’ να εξασκήσουν εξουσία; (β) Πώς ο Ιησούς κατέστησε σαφές το σημείο αυτό στον Ρωμαίο κυβερνήτη;
21 Όπως έγινε στην περίπτωσι του Σατανά, έτσι και στην περίπτωσι των ορατών, ανθρωπίνων ‘υπερεχουσών εξουσιών’. Αυτές δεν θα μπορούσαν ν’ ασκήσουν καμμιά εξουσία παρά κατ’ ανοχήν του Θεού λόγω του επιμάχου ζητήματος που υφίσταται. Επομένως, όταν ο Πρώτιστος του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, δηλαδή ο Ιησούς Χριστός, εστάθη ενώπιον της επιγείου ανωτέρας εξουσίας στην Ιουδαία, του Ρωμαίου Κυβερνήτου Ποντίου Πιλάτου, είπε κάτι πολύ διαφωτιστικό. Ο Ιησούς ήταν τότε υπό δίκην για την ανθρώπινη ζωή του.
22 Όταν ο Ιησούς ηρνήθη να μιλήση στον Ρωμαίο Κυβερνήτη για την ουράνια προέλευσί του, ο Πιλάτος του είπε: «Προς εμέ δεν λαλείς; δεν εξεύρεις ότι εξουσίαν έχω να σε σταυρώσω, και εξουσίαν έχω να σε απολύσω; Απεκρίθη ο Ιησούς, Δεν είχες ουδεμίαν εξουσίαν κατ’ εμού, εάν δεν σοι ήτο δεδομένον άνωθεν.» (Ιωάν. 19:9-11) Μόνο κατά θείαν παραχώρησιν μπορούσε ο Πιλάτος ν’ ασκήση την επίγεια εξουσία του εναντίον του Ιησού για να τον θανατώση.
23. Τι είναι, λοιπόν, αληθινό στην περίπτωσι ενεργείας εναντίον των άλλων μελών του σπέρματος της γυναικός, και πώς το Ρωμαίους 13:1, όπως το αποδίδει η Μία Αμερικανική Μετάφρασις, συμφωνεί με αυτό;
23 Το ίδιο αληθεύει και με όλες τις άλλες πολιτικές ‘υπερέχουσες εξουσίες’, όταν ενεργούν εναντίον των άλλων πιστών μελών του σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, όταν, λόγου χάριν, ενεργούν εναντίον των ‘λοιπών του σπέρματος αυτής’ στην εποχή μας. (Αποκάλ. 12:13, 17) Οι λόγοι, λοιπόν, του Παύλου προς Ρωμαίους 13:1 αναφέρονται στην εξουσία που επετράπη να έχουν αυτές οι ‘υπερέχουσες εξουσίες’. Σύμφωνα μ’ αυτό το γεγονός, η Μία Αμερικανική Μετάφρασις της Γραφής ως εξής αποδίδει το εδάφιο Ρωμαίους 13:1: «Ο καθείς πρέπει να υπακούη στις εξουσίες που προΐστανται αυτού, διότι καμμιά εξουσία δεν μπορεί να υπάρξη χωρίς την άδειαν του Θεού.»
24. Μήπως αυτή η δοσμένη εξουσία απεργάζεται βλάβη στον λαόν του Θεού, και είναι η εξουσία αυτή «θείω δικαιώματι»;
24 Ασχέτως του πώς αυτή η παραχωρημένη εξουσία χρησιμοποιείται από ατελείς, αμαρτωλούς ανθρωπίνους άρχοντας, δεν θ’ αποβή προς αιωνίαν βλάβην του πιστού λαού του Θεού· θ’ αποβή μάλλον προς το αιώνιον αγαθόν των. Ο Θεός παρακολουθεί πώς χρησιμοποιούν την εξουσία οι άνθρωποι εκείνοι που την κατέχουν. Η καλή ή η κακή χρήσις της δεν του είναι άγνωστη, όπως δείχνει ο γραπτός του λόγος. Η χρήσις, λοιπόν, αυτή πρέπει να είναι με την άδειαν του Θεού, και όχι διότι οι «υπερέχουσες εξουσίες» κυβερνούν «Θείω δικαιώματι».
ΟΙ ‘ΥΠΑΡΧΟΥΣΕΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ’ ΩΣ ΤΕΤΑΓΜΕΝΕΣ
25. Με ποιόν τρόπο «αι ούσαι έξουσίαι» είναι «τεταγμέναι»;
25 Το εδάφιο Ρωμαίους 13:1, ακολουθώντας τη σκέψι της θείας αδείας, προχωρεί και λέγει: «Αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι.» Το Ελληνικό ρήμα που εχρησιμοποίησε εδώ ο Παύλος, δηλαδή, τάσσω, σημαίνει «διατάσσω· θέτω σε μια ωρισμένη διάταξι», όπως στο κατά Λουκάν 7:8, Κείμενον, όπου ενέχει τη σημασία του να τίθεται κανείς κάτω από τις διαταγές άλλου. Αναφέρεται λοιπόν στη διάταξι πραγμάτων. (Ματθ. 28:16· Πράξ. 28:23· 15:2) Δεν πρέπει να παραλείψωμε να σημειώσωμε ότι το εδάφιον Ρωμαίους 13:1 δεν λέγει ότι οι υπάρχουσες εξουσίες είναι «δημιουργημένες» από τον Θεό. Δεν είναι αυτός ο Δημιουργός των. Επέτρεψε να έλθουν σε ύπαρξι. Προείδε μάλιστα ότι θα ήρχοντο στο είναι. Τις προείπε εφόσον απεφάσισε να τις επιτρέψη να υπάρχουν. Πάντοτε είχε υπ’ όψιν τη σχέσι αυτών των «υπερεχουσών εξουσιών» στη γη με το Σπέρμα της «γυναικός» του.
26. Εν σχέσει προς τι έστησε ο Θεός τα όρια των κοσμικών λαών, και γιατί;
26 Το βλέπομε αυτό στην περίπτωσι του αρχαίου Ιουδαϊκού έθνους του Ισραήλ, ή Ιακώβ. Ο προφήτης του Θεού Μωυσής εξήγαγε το έθνος Ισραήλ (ή Ιακώβ) από την Αίγυπτο και το ωδήγησε να περάση από μερικά κοσμικά έθνη έως τα σύνορα της Χαναάν, της Γης της Επαγγελίας. Εκεί στα σύνορα ο Μωυσής συνέθεσε ένα προφητικό άσμα πριν από τον θάνατο του και σ’ αυτό είπε τα εξής: «Ότε διεμέριζεν ο Ύψιστος [Ιεχωβά Θεός] τα έθνη, ότε διέσπειρε τους υιούς του Αδάμ, έστησε τα όρια των λαών κατά τον αριθμόν των υιών Ισραήλ. Διότι η μερίς του Ιεχωβά είναι ο λαός αυτού, ο Ιακώβ είναι το μέρος της κληρονομίας αυτού. Ούτως ο Ιεχωβά μόνος ωδήγησεν αυτόν, και δεν ήτο μετ’ αυτού ξένος θεός.» (Δευτ. 32:8, 9, 12, ΜΝΚ) Απ’ αυτό το έθνος και σ’ εκπλήρωσι της Βιβλικής προφητείας προήλθε ο Πρώτιστος του Σπέρματος της «γυναικός» του Θεού, καθώς και χιλιάδες άλλων μελών του σπέρματός της. Μπορούμε, λοιπόν, να καταλάβωμε γιατί ο Ιεχωβά καθώρισε το όριον των κοσμικών λαών «κατά τον αριθμόν των υιών Ισραήλ». Ενδιεφέρετο να παραγάγη αυτό το Σπέρμα.
27. Έχοντας μια όμοια σκέψι, τι είπε ο Παύλος στο ανώτατο δικαστήριο των Αθηνών, και πώς αυτό διευκρινίσθη στην περίπτωσι του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ ;
27 Με μια όμοια σκέψι ο απόστολος Παύλος είπε στον Άρειο Πάγο των Αθηνών, στην Ελλάδα: «Ο Θεός όστις έκαμε τον κόσμον και πάντα τα εν αυτώ, ούτος Κύριος ων του ουρανού και της γης, δεν κατοικεί εν χειροποιήτοις ναοίς, . . . έκαμεν εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων, δια να κατοικώσιν εφ’ όλου του προσώπου της γης, και διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς, και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών δια να ζητώσι τον Κύριον, ίσως δυνηθώσι να ψηλαφήσωσιν αυτόν και να εύρωσιν· αν και δεν είναι μακράν από ενός έκαστου ημών.» (Πράξ. 17:24, 26, 27) Το πώς ο Θεός διώρισε τους προδιατεταγμένους καιρούς και τα οροθέσια της κατοικίας αυτών μπορεί να παρατηρηθή από τη Βιβλική ιστορία. Όταν ο Αβραάμ, ο Ισαάκ κι ο Ιακώβ περιεπλανώντο στην Γη της Επαγγελίας, τη Χαναάν, ο Ιεχωβά επέτρεψε στους ειδωλολάτρας Χαναναίους να κυριεύσουν τη γη και ν’ ασκήσουν την εξουσία τους εκεί· οι δε Αβραάμ. Ισαάκ και Ιακώβ έπρεπε να το αναγνωρίσουν αυτό. «Και διήρχοντο από έθνους εις έθνος, από βασιλείου εις άλλον λαόν, δεν αφήκεν άνθρωπον να αδικήση αυτούς· μάλιστα υπέρ αυτών ήλεγξε βασιλείς, λέγων, Μη εγγίσητε τους κεχρισμένους μου, και μη κακοποιήσητε τους προφήτας μου.»—Ψαλμ. 105:13-15.
28, 29. (α) Όταν η «ανομία των Αμορραίων» έγινε πλήρης, τι έκαμε ο Θεός με τον λαό του, τους απογόνους του Αβραάμ; (β) Στην πορεία προς τη γη Χαναάν, τι δεν άφησε ο Θεός το έθνος Ισραήλ να κάμη;
28 Μετά από εκατοντάδες χρόνια όταν «η ανομία των Αμορραίων» στη γη Χαναάν κατέστη πλήρης και ήλθε ο ωρισμένος καιρός του Ιεχωβά να τους εκριζώση από τη Γη της Επαγγελίας, εξήγαγε τους απογόνους του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ από την Αίγυπτο δια χειρός του Μωυσέως. Τους επέρασε μέσ’ από την έρημο και δια μέσου εθνών προς τις ανατολικές ακτές του Ιορδάνου Ποταμού.—Γεν. 15:13-21· Ψαλμ. 105:26-45.
29 Σ’ αυτή την πορεία προς τη Γη Χαναάν ο Θεός δεν άφησε το έθνος του Ισραήλ να ενοχλήση, να λεηλατήση ή να εξοντώση τα έθνη Εδώμ (ή Ησαύ· του Όρους Σηείρ), Μωάβ και Αμμών. Γιατί αυτό; «Διότι», είπε ο Ιεχωβά, «εις τον Ησαύ έδωκα το όρος Σηείρ κληρονομίαν.» «Μη ενόχλησητε τους Μωαβίτας, μηδέ έλθητε εις μάχην μετ’ αυτών· διότι δεν θέλω δώσει εις σε εκ της γης αυτών δια κληρονομίαν· επειδή εις τους υιούς του Λωτ έδωκα την Αρ κληρονομίαν. . . . Δεν θέλω δώσει εις σε εκ της γης των υιών Αμμών κληρονομίαν· επειδή εις τους υιούς Λωτ έδωκα αυτήν κληρονομίαν.»—Δευτ. 4:5, 9, 19.
30. Πώς ο Θεός συμπεριεφέρθη προς τα άλλα έθνη μέσω του Ισραήλ, και γιατί μερικά εχθρικά έθνη παρέμειναν στη γη Χαναάν;
30 Άλλα έθνη ώρισε ο Ιεχωβά να καταστραφούν από τον εκλεκτόν του λαόν Ισραήλ, όπως οι Αμορραίοι υπό τον Βασιλέα Σηών· επίσης οι Αμορραίοι υπό τον Βασιλέα Ωγ της Βασάν, και κατόπιν οι Χαναναίοι ανατολικά του Ιορδάνου Ποταμού. (Δευτ. 2:31 έως 3:13) Αλλ’ όταν το έθνος Ισραήλ που εισέβαλε, έχασε τον θεοσεβή του ζήλο και απέτυχε να καταστρέψη ή να καθυποτάξη τους Χαναναίους, όπως ήσαν οι Φιλισταίοι, οι Σιδώνιοι, οι Χετταίοι, οι Ευαίοι, οι Αμορραίοι, οι Φερεζαίοι, και οι Ιεβουσαίοι, τότε ο Ιεχωβά εδήλωσε ότι θα άφηνε αυτούς τους εχθρούς να παραμείνουν για ενόχλησι και παγίδα των Ισραηλιτών.—Κριτ. 2:20 έως 3:6.
31. Τι θα πούμε για τον Θεό και τα άλλα έθνη ολόγυρα στον Ισραήλ, και πριν και στη διάρκεια των «καιρών των εθνών»;
31 Ο Ιεχωβά Θεός εγνώριζε τα άλλα ειδωλολατρικά έθνη που ήσαν ολόγυρα στον εκλεκτό του λαό, όπως τη Βαβέλ (Βαβυλώνα), την Ασσυρία, τη Συρία καθώς και την Αίγυπτο, που τα έπληξε μεν, αλλά τα άφησε να υπάρχουν. Αυτό ήταν πριν από την αρχή των Καιρών των Εθνών στο έτος 607 π.Χ. Ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος είχε προείπει εκείνους τους «καιρούς των εθνών», ο δε Υιός του Ιησούς Χριστός, επίσης, τους εμνημόνευσε στην προφητεία του περί του τέλους του κοσμικού αυτού συστήματος πραγμάτων. (Λουκ. 21:24· Ιερεμ. 25:8-29· Δευτ. 28:64-68· Λευιτ. 26:31-41) Ο Ιεχωβά δια των προφητών του Ησαΐα, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ και Δανιήλ προείπε και τη σειρά με την οποία οι παγκόσμιες δυνάμεις, αρχίζοντας από τη Βαβυλώνα, θ’ ακολουθούσαν η μία την άλλη στη διάρκεια αυτών των Καιρών των Εθνών ως τότε που θα έληγαν στο έτος 1914 (μ.Χ.).c
32. Τι προείπε ο Θεός όσον αφορά τις εθνικές ομάδες ή συνδέσμους από το 1914 και έπειτα, και σε ποιον καιρό έγραψε ο Παύλος την επιστολή του για τις ‘υπερέχουσες εξουσίες’;
32 Υπό εκπληκτικά σύμβολα το τελευταίο βιβλίο της Γραφής προείπε τα εθνικά συγκροτήματα ή συνδέσμους, που επρόκειτο να υπάρχουν στη διάρκεια του «εσχάτου καιρού» από το έτος 1914 και μετέπειτα· λόγου χάριν, την ορατή επίγεια οργάνωσι του Διαβόλου, επίσης τη Βρεττανο-Αμερικανική δυαδική παγκόσμια δύναμι, την Κοινωνία των Εθνών και τα Ηνωμένα Έθνη. (Αποκάλ. 13:1 έως 19:20) Ο Ιεχωβά Θεός, επίσης, προείπε την καταστροφή αυτών των «υπερεχουσών εξουσιών» στον «πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του Θεού του Παντοκράτορος.» Ο απόστολος Παύλος έγραψε την επιστολή του εν σχέσει με αυτές τις «υπερέχουσες εξουσίες» στη διάρκεια των Καιρών των Εθνών, στις ημέρες της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Η Σκοπιά δημοσιεύει αυτό το άρθρον για τις εξουσίες αυτές μετά σαράντα οκτώ έτη αφότου έληξαν οι Καιροί των Εθνών στο 1914.
33. Μήπως η δυνατότης εφαρμογής του Ρωμαίους 13:1 τελειώνει στο 1914, ή πότε τελειώνει η δυνατότης εφαρμογής του;
33 Αλλ’ η δυνατότης εφαρμογής του εδαφίου Ρωμαίους 13:1 δεν έληξε, ωστόσο, με το έτος 1914. Το τέλος των «καιρών των εθνών» στο έτος εκείνο άφησε ως τώρα τις Εθνικές «υπερέχουσες εξουσίες» σε ύπαρξι επάνω στη γη, αλλά υπό κρίσιν από τη βασιλεία του Θεού που ιδρύθη στους ουρανούς το έτος 1914, με τον Υιό του Θεού Ιησού Χριστό ενθρονισμένο στα δεξιά του. Οι Εθνικές αυτές «υπερέχουσες εξουσίες» υπάρχουν ακόμη, μολονότι υφίστανται πολλές μεταβολές και αναπροσαρμογές. Ο Παντοδύναμος Θεός θα εξακολουθήση να το επιτρέπη αυτό ώσπου να τελειώση κατά το θέλημά του το έργον της συνάξεως των ‘προβατοειδών’ ανθρώπων από τα έθνη. Τότε θ’ αρχίση τον παγκόσμιο πόλεμο, που λέγεται Αρμαγεδδών, για να τις καταστρέψη.
ΔΙΑΦΟΡΑ ΝΟΜΩΝ
34. Πώς συνέβη να υπάρξουν αλλαγές ή διαφορές στους νόμους, και υπήρξε τούτο αληθινό μόνο για τους Εθνικούς;
34 Καθόσον η μία μετά την άλλη οι παγκόσμιες δυνάμεις ανελάμβαναν την κυριαρχική θέσι στη σκηνή των παγκοσμίων υποθέσεων στη διάρκεια των Καιρών των Εθνών, εγίνετο, βέβαια, μια μεταβολή από καιρό σε καιρό στους νόμους στους οποίους έπρεπε να υπακούουν οι υποκείμενοι λαοί. Επίσης, οι τοπικοί νόμοι μιας χώρας διέφεραν από τους νόμους άλλων χωρών, ανάλογα με τις νομικές ιδέες των εξουσιών που κυβερνούσουν επιτοπίως. Οι νόμοι ενός τόπου μπορεί να ήσαν αντίθετοι προς τους νόμους ενός άλλου τόπου. Αλλ’ ακόμη και του Θεού οι νόμοι για τον λαό του διέφεραν κατά καιρούς. Λόγου χάριν, το έθνος Ισραήλ υπήγετο στους νόμους της παλαιάς διαθήκης στην οποίαν είχε μεσιτεύσει ο Μωυσής γι’ αυτούς με τον Ιεχωβά· ενώ το «άγιον έθνος» του πνευματικού Ισραήλ από το έτος 33 μ.Χ. τελεί υπό τους Χριστιανικούς νόμους της νέας διαθήκης του Θεού με μεσίτη τον Υιόν του Ιησούν Χριστό. Ο Θεός απηγόρευσε στους αρχαίους Ιουδαίους να τρώγουν λίπος, χοιρινό κρέας και ακάθαρτα ζώα, αλλ’ οι νόμοι Του τώρα επιτρέπουν στους Χριστιανούς να τα τρώγουν αυτά. Ωστόσο ο Θεός δεν υπήρξε αντιφατικός σ’ αυτό.
35. Πώς συμβαίνει ότι πολλοί από αυτούς τους νόμους των Εθνικών συμφωνούν με τη Χριστιανική συνείδησι;
35 Οι ανθρώπινοι νόμοι διαφέρουν από χώρα σε χώρα κι από καιρό σε καιρό και μπορεί να είναι αντιφατικοί, αλλ’ ωστόσο δεν είναι όλοι αυτοί οι Εθνικοί νόμοι εναντίον της συνειδήσεως του λαού του Θεού. Πολλοί από αυτούς τους νόμους είναι σύμφωνοι με τη Χριστιανική συνείδησι, μολονότι οι Εθνικοί νομοθέται δεν επηρεάσθησαν από τον Ιουδαϊσμό ή από τη Χριστιανοσύνη. Πώς θα ήταν δυνατόν αυτό; Πολύ εύκολα, διότι όλα τα έθνη και οι λαοί προήλθαν από τον ένα αρχικόν άνθρωπον Αδάμ και τη σύζυγό του Εύα, στους οποίους αμφότερους ο Θεός εμφύτευσε αυτή την ικανότητα να διακρίνουν το καλό και το κακό, που λέγεται «συνείδησις». Εκτός απ’ το αρχικά αυτό ξεκίνημα, όλοι οι λαοί είχαν ένα πιο πρόσφατο ξεκίνημα από δικαίους προγόνους από εκείνους που επέζησαν από τον παγκόσμιο κατακλυσμό πριν από σαράντα τρεις αιώνες, δηλαδή, τον ευσυνείδητο Νώε και τους τρεις γυιούς του, μαζί με τις συζύγους των, δηλαδή, συνολικά οκτώ πρόσωπα.
36, 37. Τίνος το αποτέλεσμα δείχνουν οι νόμοι αυτοί, όπως εξηγήθη από τον Παύλο;
36 Η συνείδησις είναι έμφυτη στον άνθρωπο, διότι έγινε μέρος του ανθρώπου από τον Θεό. Χιλιάδες χρόνια πέρασαν από τον Κατακλυσμό, κι ωστόσο δεν έχει εξαλειφθή κάθε συνείδησις ακόμη κι από εκείνους που δεν υπήρξαν εκλεκτοί, αφιερωμένοι άνθρωποι του Θεού. Γι’ αυτό πολλοί από τους νόμους των δείχνουν το αποτέλεσμα μιας θεόδοτης συνειδήσεως που φθίνει ακόμη σε κάποιο βαθμό. Πάνω σ’ αυτό ακριβώς το σημείο ο Παύλος είπε τα εξής στους Χριστιανούς της Ρώμης:
37 «Οι εκτελεσταί του νόμου θέλουσι δικαιωθή. Επειδή όταν οι εθνικοί, οι μη έχοντες νόμον, πράττωσιν εκ φύσεως τα του νόμου, ούτοι νόμον μη έχοντες, είναι νόμος εις εαυτούς· [πώς αυτό;] οίτινες δεικνύουσι το έργον του νόμου γεγραμμένον εν ταις καρδίαις αυτών, έχοντες συμμαρτυρούσαν την συνείδησιν αυτών, και τους λογισμούς κατηγορούντας, ή και απολογουμένους.»—Ρωμ. 2:13-16.
38, 39. (α) Όταν οι Χριστιανοί υποτάσσονται, τι πράττουν σχετικά με τους νόμους των ‘ανωτέρων εξουσιών’; (β) Τι δείχνει η περίπτωσις του Δανιήλ υπό την Μηδοπερσία και των τριών συντρόφων του υπό τον Αυτοκράτορα Ναβουχοδονόσορ όσον αφορά την υπακοή, και πώς οι Χριστιανοί σήμερα δείχνουν ότι δεν είναι άνομοι στον Θεόν;
38 Όταν, λοιπόν, οι Χριστιανοί υποτάσσωνται στις Εθνικές «υπερέχουσες εξουσίες» με τα διάφορα συστήματα των κυβερνήσεως και νόμου, συμμορφώνονται με τους νόμους εκείνους που δείχνουν το έργον της συνειδήσεως σύμφωνα με ό,τι αρχικά ο Θεός έγραψε στην καρδιά του ανθρώπου. Εφόσον η υποταγή των Χριστιανών στις κοσμικές «υπερέχουσες εξουσίες» είναι σχετική μόνο, δεν τους αναγκάζει να υπακούσουν σε κοσμικούς νόμους που αντιβαίνουν στους νόμους του Υπερτάτου Νομοθέτου, Ιεχωβά Θεού. Ακόμη και στη διάρκεια των Καιρών των Εθνών ο προφήτης Δανιήλ ηρνήθη να υπακούση στον Μηδο-Περσικό νόμο, που του απαγόρευε να προσεύχεται τακτικά κάθε «μέρα στον Ιεχωβά. Η θαυματουργική απελευθέρωσις του Δανιήλ από τον λάκκον των λεόντων απέδειξε ότι ο Δανιήλ έκαμε καλά να μην υποταχθή στον Βασιλέα Δαρείον ως το σημείο τού να παραβή τον νόμον του Θεού.—Δαν. 6:1-23.
39 Οι τρείς Εβραίοι σύντροφοι του Δανιήλ, παρά το ότι ήσαν αιχμάλωτοι στη Βαβυλώνα, δεν υπήκουσαν στον νόμο του αυτοκράτορος, που απαιτούσε να κύψουν και να προσκυνήσουν ένα χρυσούν είδωλο. Το ότι βγήκαν ζωντανοί, άκαυτοι, από την υπερθερμασμένη πύρινη κάμινο απέδειξε ότι είχαν κάμει καλά να αρνηθούν ευσυνείδητα να υπακούσουν στον αυτοκράτορα και να παραβούν τον νόμο του Υψίστου Θεού εναντίον της ειδωλολατρίας. (Δαν. 3:1-30) Όπως εκείνοι οι μάρτυρες του Ιεχωβά της αρχαίας εποχής, έτσι και οι σημερινοί μάρτυρες του Ιεχωβά αρνούνται να υπακούσουν σε ανθρωποποίητους νόμους που είναι εναντίον του νόμου του Θεού. Δεν είναι άνομοι στον Θεό· κι έτσι όλοι οι νόμοι των Εθνικών «υπερεχουσών εξουσιών» που δεν αντίκεινται στον νόμον του Θεού τυγχάνουν υπακοής απ’ αυτούς. Έτσι μπορούν να είναι σε υποταγή ως νομιμόφρονες πολίται.
40. (α) Αν «αι ούσαι εξουσίαι» στέκουν τεταγμένες από τον Θεό, πώς στέκουν εν σχέσει με τον Θεό τον ίδιο; (β) Έχουν μήπως οι εξουσίες αυτές υπεροχή επάνω στη γη, και γιατί οι Χριστιανοί δεν μπορούν να είναι τίποτε άλλο παρά υποτεταγμένοι σ’ αυτές;
40 Από την έρευνά μας στην ιστορία της Γραφής και από τη μελέτη της Γραφικής προφητείας, όπως εξεπληρώθη μεταξύ των Εθνών, βρίσκομε αληθινό το εδάφιο Ρωμαίους 13:1 όταν λέγη: «Αι δε ούσαι εξουσίαι, υπό του Θεού είναι τεταγμέναι.» Ο Ιεχωβά ο Ύψιστος δεν είναι ο Θεός των κοσμικών εθνών και των «υπερεχουσών εξουσιών» των, κι εν τούτοις ασκεί έλεγχον σ’ αυτά. Διευθετώντας ή τάσσοντας αυτά στις οικείες των θέσεις και καθορίζοντας τη διαδοχή των στην παγκόσμια εξουσία, ο Ιεχωβά δεν διευθέτησε να είναι αυτά ανώτερα από τον εαυτό του ή από τον Χριστόν του. Αλλά έχουν μήπως οι εξουσίες μια σχετική υπεροχή στη γη; Ναι, ακόμη και απέναντι των Χριστιανών. Επετράπη ν’ ασκούν εξουσία, την οποίαν οι αληθινοί Χριστιανοί δεν έχουν. Πώς; Διότι οι Χριστιανοί αυτοί δεν λαμβάνουν μέρος στην πολιτική και δεν επιδιώκουν καμμιά κοσμική εξουσία ως αυτοκράτορες, βασιλείς, κυβερνήται, δήμαρχοι, και λοιπά. Αυτές οι υπάρχουσες τώρα εξουσίες αποτελούν ένα ενεργόν μέρος του κόσμου τούτου που θα καταστραφή σε λίγο στον Αρμαγεδδώνα· οι δε Χριστιανοί δεν αποτελούν μέρος του καταδικασμένου αυτού κόσμου. Ενόσω, όμως, υπάρχουν εξουσίες κατ’ ανοχήν του Θεού, οι Χριστιανοί πρέπει να υποτάσσονται σ’ ένα σχετικό βαθμό.d
[Υποσημειώσεις]
a Βλέπε το βιβλίο Οι Δυνάμεις που Υπάρχουν, υπό του κληρικού Δρος Κλίντον Ντ. Μόρρισον, το οποίον εξεδόθη πρώτα στη Μεγάλη Βρεττανία το 1960. Επίσης, το βιβλίο Θεός και Καίσαρ στην Ανατολική Γερμανία, υπό Ριχάρδου Β. Σόλμπεργκ, το οποίον εξεδόθη το 1961. Βλέπε περιοδικόν Ξύπνα! 8ης Φεβρουαρίου 1961, σελ. 13-16.
b Βλέπε Το Θείον Σχέδιον των Αιώνων, υπό Καρόλου Τ. Ρώσσελ, εκδοθέν το 1886, σελ. 283 (παραγρ. 1), 266 (παραγρ. 1), 267 (παραγρ. 1). Επίσης Ο Καιρός Εστιν Εγγύς (1889), σελ. 90.
c Βλέπε Ησαΐας 13:1 ως 14:4· 44:28 ως 45:5· Ιερεμίας 25:12-29· Ιεζεκιήλ 21:18-27· Δανιήλ, κεφάλαια 2, 7, 8 και 11:1 ως 12:4.
d Βλέπε Σκοπιά της Σιών, Ιουνίου 1882, σελ. 5. Επίσης Η Σκοπιά, 15ης Μαΐου 1914, σελ. 158, 159 (στην Αγγλική).
[Εικόνα στη σελίδα 170]
Το Βατικανό Χειρόγραφο Αριθ. 1209, που δείχνει κείμενον από το τέλος της προς Ρωμαίους 12:10 ως 13:8.