Φυλάττετε την Ικανότητά σας να Σκέπτεσθε
«Φύλαττε πρακτικήν σοφίαν και ικανότητα να σκέπτεσαι, και θ’ αποδειχθώσι ζωή εις την ψυχήν σου.»—Παροιμ. 3:21, 22, ΜΝΚ.
1. Ποιος έδωσε αρχή στην ικανότητά μας να σκεπτώμεθα, και γιατί είναι σπουδαίο να την φυλάττωμε;
Ο ΙΕΧΩΒΑ Θεός είναι η μεγάλη σκεπτόμενη Προσωπικότης που υπάρχει αιωνίως και που είναι η Πηγή ή Δημιουργός όλων των πραγμάτων που υπάρχουν. Ως απόδειξι της σοφίας του εδημιούργησε και άλλες σκεπτόμενες προσωπικότητες σε πνευματικά σώματα και σε σαρκικά, ανθρώπινα σώματα. Στα ανθρώπινα σώματα η διάνοια μιας σκεπτομένης προσωπικότητος υπάρχει ως η λειτουργία ενός ζώντος εγκεφάλου. Η ύπαρξις νοημόνων, λογικευομένων προσωπικοτήτων με διάνοιες είναι μία από τις αποδείξεις ότι ο άνθρωπος εδημιουργήθη από μια υψηλότερη νοημοσύνη, έναν προσωπικό Θεό, επειδή απλή άλογος δύναμις ή κάτι το απρόσωπον και χωρίς νοημοσύνη δεν θα μπορούσε ποτέ να παραγάγη τις λογικευόμενες, νοήμονες, ατομικά σκεπτόμενες προσωπικότητες που υπάρχουν στο ανθρώπινο γένος. Μολονότι οι επιστήμονες μπορούν να ζυγίσουν, να μετρήσουν και να αναλύσουν τον φυσικό εγκέφαλο και να προσδιορίσουν ωρισμένες από τις λειτουργίες του, όμως, παρ’ όλα τα όργανά των, δεν μπορούν να εξερευνήσουν τη διάνοια ή τη νοημοσύνη του ανθρώπου. Οι προσπάθειές των να κρίνουν τη διάνοια παραβάλλοντας τη συμπεριφορά με ωρισμένες θεωρίες, δεν είναι ούτε ακριβείς ούτε επιστημονικές. Εν τούτοις, η εκπαίδευσις της διανοίας ενός ατόμου και η φύλαξις της ικανότητός του να σκέπτεται είναι πιο σπουδαίες από οτιδήποτε άλλο, επειδή η αιώνια ζωή του ατόμου εξαρτάται από αυτές. «Φύλαττε πρακτικήν σοφίαν και ικανότητα να σκέπτεσαι, και θ’ αποδειχθώσι ζωή εις την ψυχήν σου.» (Παροιμ. 3:21, 22, ΜΝΚ· Ματθ. 15:18-20· Ρωμ. 8:6) Υγιής νουθεσία όσον αφορά τη φύλαξι της ικανότητος ενός ατόμου να σκέπτεται βρίσκεται στον λόγον του Ιεχωβά, Εκείνου που μπορεί να μετρήση τις σκέψεις του ανθρώπου. «Ο Ιεχωβά γνωρίζει τους διαλογισμούς των ανθρώπων.»—Ψαλμ. 94:11, ΜΝΚ.
2. Ποια παραδείγματα διευκρινίζουν τη χρήσι της ικανότητός μας να σκεπτώμεθα;
2 Η ικανότης του ανθρώπου να σκέπτεται τον καταξιώνει να πράττη περισσότερα από το ν’ ακολουθή απλώς μια σειρά λεπτομερών κανόνων. Αλλά, όπως ακριβώς το τέλειο χωρίς βούλησι πεπτικό σύστημα απαιτούσε να λάβη ο άνθρωπος τροφή, νερό και αέρα προτού αυτό λειτουργήση κατάλληλα, έτσι και όσον αφορά τη με ελευθέρα βούλησι ικανότητα του σκέπτεσθαι του τελείου ανθρώπου· έπρεπε, δηλαδή, ο άνθρωπος να προσλάβη γνώσιν για επεξεργασία προτού η ικανότης του αυτή λειτουργήση. Ο Αδάμ έλαβε ωρισμένες οδηγίες, αλλά έπρεπε να σκεφθή πάνω σ’ αυτές τις πληροφορίες και να καθορίση πώς θα μπορούσε να εκτελέση αυτές τις οδηγίες, όπως το να καλλιεργή τον κήπο και να δώση ονόματα στα ζώα. Το ίδιο συνέβη και με τον Νώε, έναν ατελή άνθρωπο· ο Θεός τού έδωσε μερικές λεπτομερείς οδηγίες για την ετοιμασία της κιβωτού, αλλά ο Νώε έπρεπε ακόμη να σκεφθή πάνω σ’ αυτές τις οδηγίες, να τις παραβάλη με άλλη γνώσι που είχε λάβει ενώ περιπατούσε με τον Θεό, και έπειτα να σχεδιάση και να εκτελέση αυτά τα σχέδια συγκεντρώνοντας οικοδομικό υλικό, κατασκευάζοντας την κιβωτό, συνάγοντας τα ζώα και προνοώντας για την τροφή των. Ο Ιεχωβά ανέμενε να χρησιμοποιήσουν οι άνθρωποι την ικανότητά των να σκέπτωνται.—Γέν. 2:15, 19· 6:13-21.
3. Ποια είναι η πορεία του σκέπτεσθαι, και γιατί υπάρχει ανάγκη εκγυμνάσεως;
3 Τι είναι αυτή η ικανότης του σκέπτεσθαι; Είναι η πορεία του να προσλαμβάνη μέσω των αισθήσεων γνώσι ή πληροφορία που συνίσταται από δηλώσεις αρχών ή από πρακτικά παραδείγματα, να αναλύη, συγκρίνη και συσχετίζη όλες αυτές τις ιδέες, να συνάγη συμπεράσματα από την πορεία αυτή, να τα θυμάται, και έπειτα να βασίζεται σ’ αυτές τις ιδέες και τα συμπεράσματα για να λαμβάνη αποφάσεις, για ν’ αντιμετωπίζη προβλήματα ή ακόμη για να εκπονή εποικοδομητικά και προοδευτικά σχέδια για μέλλουσα πρόοδο. Η λειτουργία της σκέψεως αρχίζει από τη γέννησι μόλις οι αισθήσεις αρχίσουν ν’ αποστέλλουν πληροφορίες στον εγκέφαλο. Καθώς αυξάνουν η γνώσις και η πείρα, αυξάνει και η ικανότης να σκέπτεται κανείς και να λογικεύεται. Κανείς δεν πρέπει να φρονή ότι αυτό το ζήτημα της αναπτύξεως της ικανότητος του σκέπτεσθαι είναι μόνο για κείνους που είναι μελετηροί τύποι. Κάθε φυσιολογικός άνθρωπος έχει λάβει έναν έξοχο μηχανισμό σκέψεως, και σε όλη τη διάρκεια της ζωής του λαμβάνει κανείς πληροφορίες με το να διαβάζη, να βλέπη, ν’ ακούη και να δοκιμάζη διάφορα πράγματα ο τρόπος δε ακριβώς με τον οποίον έλαβε κανείς όλη αυτή την πληροφορία και αντέδρασε σ’ αυτήν, είναι εκείνος που καταλήγει στην ατομική προσωπικότητα του καθενός. Αλλά επειδή πολλά άτομα δεν εχρησιμοποίησαν τις διάνοιές των για πολύ περισσότερα πράγματα από τα ουσιώδη της καθημερινής ζωής, είναι ανάγκη να μάθουν να εκγυμνάζουν, να αναπτύσσουν και να φυλάττουν αυτή την ικανότητα να σκέπτωνται αν θέλουν ν’ αποκτήσουν αιώνια ζωή.
ΥΠΟΤΑΞΑΤΕ ΤΗ ΣΚΕΨΙ ΣΤΟΝ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟ
4. (α) Τι απαιτείται για να λειτουργή η ικανότης του σκέπτεσθαι; (β) Ποια γνώσις είναι ουσιώδης για κατάλληλη σκέψι, και γιατί;
4 Το πρώτο ουσιώδες στοιχείο στην ανάπτυξι της ικανότητος του σκέπτεσθαι ενός ατόμου είναι η λήψις γνώσεως. «Υίέ μου, . . . εάν η σοφία εισέλθη εις την καρδίαν σου, και η γνώσις ηδύνη την ψυχήν σου, η ικανότης του σκέπτεσθαι θέλει σε φυλάττει, η διάκρισις θέλει σε διατηρεί, δια να σε ελευθερώνη από της οδού της πονηράς.» (Παροιμ. 2:1, 10-15, ΜΝΚ) Πρέπει κανείς να προσέξη εδώ τη χρήσι της γνώσεως, της σοφίας και της διακρίσεως ή κατανοήσεως. Αφού ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο κατ’ εικόνα του, έπεται ότι ο μόνος ρεαλιστικός τρόπος εκγυμνάσεως της ικανότητος του σκέπτεσθαι είναι να μελετούμε τους σκοπούς του Θεού. Κανείς δεν μπορεί ν’ αποκτήση γνώσι χωρίς αναγνώρισι της σχέσεώς του προς τον Θεό. «Αρχή γνώσεως φόβος Ιεχωβά.» (Παροιμ. 1:7, ΜΝΚ ) Η γνώσις που αναφέρεται στους σκοπούς του Θεού βρίσκεται στην Αγία Γραφή.—Ψαλμ. 19:7-11· Ιωάν. 17:17· 2 Τιμ. 3:16, 17.
5, 6. (α) Γιατί πρέπει ν’ αποφεύγωμε την ανεξαρτησία της σκέψεως; Πώς αυτό δεν οδηγεί στη μαζική ψυχολογία; (β) Από ποια άποψι πρέπει κανείς να συναρμονίζη τη σκέψι του με άλλους, και γιατί;
5 Σήμερα η τάσις αυτού του κόσμου είναι να ζητή ανεξαρτησία σκέψεως ως τον ιδεώδη σκοπό, αλλ’ όπως ακριβώς η μη ρεαλιστική σκέψις ενός επιστήμονος που προσπαθεί να αγνοή τον νόμον της βαρύτητος είναι καταδικασμένη σε αποτυχία, έτσι συμβαίνει και με τη μη ρεαλιστική σκέψι εκείνων που προσπαθούν ν’ αγνοούν το γεγονός της εξαρτήσεως του ανθρώπου από τον Θεό. «Του περιπατούντος ανθρώπου δεν είναι το να κατευθύνη τα διαβήματα αυτού.» ( Ιερεμ. 10:23· Παροιμ. 16:1-3) Όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να σκέπτωνται ανεξάρτητα από τον Θεό, θέτουν κατά μέρος τον τέλειον κανόνα της αγαθότητος, της δικαιοσύνης, της αρετής και της πιστότητος και γίνονται θύματα των ιδιοτελών, αμαρτωλών των τάσεων και υποβιβάζουν την ικανότητά των του σκέπτεσθαι.—Ρωμ. 1:21-32· Εφεσ. 4:17-19.
6 Αφού ο σκοπός του κηρύγματος του λόγου του Θεού είναι να φέρη κάθε σκέψι σε υπακοή στον Χριστό, έπεται ότι πρέπει κάθε άτομο να απορρίψη τον σκοπό της ανεξαρτησίας της σκέψεως. (2 Κορ. 10:5) Ο Χριστιανός πρέπει να ενδυθή μια νέα προσωπικότητα δημιουργημένη σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. (Εφεσ. 4:20-24) Αυτό θα καταλήξη στο να είναι όλοι οι Χριστιανοί ενωμένοι με τον Θεό στη σκέψι των, καθώς και ο ένας με τον άλλον. (1 Κορ. 1:10· Ρωμ. 15:5) Αυτό δεν οδηγεί στη συλλογική σκέψι ή στη μαζική ψυχολογία, όπως ισχυρίσθησαν μερικοί. Καταλήγει στο να εκπαιδεύεται κάθε αφιεριωμένος πιστός να χρησιμοποιή την ικανότητά του τού σκέπτεσθαι όχι ανεξάρτητα αλλά ατομικά, και όμως με υποταγή στον Θεό και με συνεργασία προς τον συνάνθρωπό του. Για τέτοια ανάπτυξι της ατομικής προσωπικότητος ο Θεός εδημιούργησε την ανθρώπινη διάνοια και καρδιά και επρομήθευσε όλη την αναγκαία γνώσι και διδασκαλία έτσι ώστε αμέτρητες χιλιάδες ατόμων, μολονότι είναι ατομικές προσωπικότητες, να ζουν με ενότητα και ειρήνη επειδή αναγνωρίζουν την εξάρτησί των από τον Θεό και την αληλεξάρτησι όλων των μελών της ανθρωπίνης οικογενείας του Θεού μεταξύ των.—Ρωμ. 12:4, 5· 1 Κορ. 12:12-14, 25· Γαλ. 5:26· Εφεσ. 4:16· 1 Ιωάν. 4:7, 20, 21.
ΠΩΣ ΝΑ ΜΑΘΑΙΝΩΜΕ, ΝΑ ΔΙΑΤΗΡΟΥΜΕ ΚΑΙ ΝΑ ΕΝΘΥΜΟΥΜΕΘΑ
7. Ποια πρέπει να είναι η διάθεσις ενός ατόμου όταν λαμβάνη γνώσι;
7 Όταν λαμβάνη κανείς γνώσι πρέπει να επιδίδεται σ’ αυτήν με επιμέλεια και σπουδή και να είναι ευδίδακτος σαν παιδί. ‘Να επικαλεσθής την φρόνησιν’· ‘Να ζητήσης αυτήν ως αργύριον’. (Παροιμ. 2:1-5) «Ο σοφός ακούων θέλει γείνει σοφώτερος, και ο νοήμων θέλει αποκτήσει επιστήμην κυβερνήσεως.» (Παροιμ. 1:5) Τούτο σημαίνει προθυμία να μάθη κανείς νέες ιδέες και προθυμία να προσαρμόση τη σκέψι του προς τη νέα γνώσι, να διορθώση τις σκέψεις του όταν είναι ανάγκη και ν’ απομακρύνη παλαιές ιδέες που διαπιστώνεται ότι είναι ψευδείς. Εδώ ακριβώς μερικοί κάνουν λάθος. Όταν μελετούν τον λόγον του Θεού, δέχονται μόνο τις ιδέες που συμφωνούν με τις προκαταλήψεις των, αλλά κάθε σκέψι που απαιτεί μεταμόρφωσι της διανοίας των την απορρίπτουν. Αυτό δεν είναι προσπάθεια εκγυμνάσεως της ικανότητος του σκέπτεσθαι σύμφωνα με τις σκέψεις του Θεού, αλλ’ απλώς μια εξέτασις της Γραφής για να δούμε αν συμφωνή με τις δικές μας ιδέες. Πρέπει ν’ ακολουθούμε το παράδειγμα του ψαλμωδού καθώς εξέφρασε τη διάθεσί του στον Ψαλμό 119. Σημειώστε πόσο συχνά μελετούσε, εσκέπτετο και εδέχετο τις κατευθύνσεις του Θεού, τις υπομνήσεις του, τις διαταγές του, τις εντολές του, τις ρήσεις του, τον νόμον του, τις δικαστικές αποφάσεις του, τους κανονισμούς του ή τους θεσμούς του και τον λόγον Του.—Ψαλμ. 25:9· Ματθ. 18:3· Ρωμ. 12:2· 1 Πέτρ. 2:1-3.
8, 9. (α) Πώς μπορεί κανείς να βελτιώση την ικανότητά του να διατηρή και θυμάται πληροφορίες; (β) Ποια Γραφική νουθεσία δίδεται για την ενθύμησι των όσων κανείς μαθαίνει;
8 Η ορθή σκέψις απαιτεί να λαμβάνη κανείς το νόημα της γνώσεως και να το διατηρή, όπως ο Ιησούς εξήγησε στην παραβολή του σπορέως. (Ματθ. 13:23· Λουκ. 8:15) Για να διατηρή και ανακαλή σκέψεις η μνήμη, η οποία είναι η κυρίως βάσις της ικανότητος του σκέπτεσθαι, πρέπει κανείς να προσέχη και να παρατηρή ακριβώς. Ο Ιησούς το ετόνισε αυτό στην ίδια παραβολή, λέγοντας: «Προσέχετε λοιπόν πώς ακούετε.» (Λουκ. 8:18· Μάρκ. 4:23, 24) Ποτέ μην αφήνετε τις αισθήσεις σας να εμβλύνωνται ή χαλαρώνονται έτσι ώστε σπουδαία πράγματα να διαφεύγουν την προσοχή σας. (Ρωμ. 11:7· 2 Κορ. 3:15· 1 Πέτρ. 5:8· 2 Πέτρ. 3:5, 8) Έπειτα, πρέπει κανείς να στερεώνη αυτή την πληροφορία στη μνήμη, ώστε να μπορή να την θυμάται και να την χρησιμοποιή. Αυτό γίνεται όχι με το ν’ απομνημονεύη λέξεις αλλά, στην περίπτωσι γεγονότων και εικόνων, με το να τα απεικονίζη αυτά νοερώς όσο το δυνατόν ζωηρότερα. Εν σχέσει με δηλώσεις αρχών ή άλλων αφηρημένων ιδεών, πρέπει κανείς να συνδέη αυτές τις ιδέες με ό,τι ήδη γνωρίζει, να προσαρμόζη την πληροφορία στο υπόδειγμα αληθείας που κατανοεί, να συγκρίνη τις σκέψεις και να ζητή νέα, διαφορετική ή πληρέστερη πληροφορία που μπορεί ν’ απαιτή διόρθωσι των σκέψεων που έχει. Στα παραδείγματα ανθρωπίνης διαγωγής προσπαθήστε να δήτε ποιες αρχές ήσαν σε λειτουργία. Είναι πάρα πολύ σπουδαίο να καθορίσωμε τι όλη η γνώσις σημαίνει για τον εαυτό μας, ποιες ευθύνες θα μας δώση και πώς πρέπει να εφαρμοσθή. Αυτή είναι η ικανότης του σκέπτεσθαι σε λειτουργία, και από αυτήν κανείς διαμορφώνει πολύτιμα συμπεράσματα και διατηρεί πληροφορία στη μνήμη μ’ έναν τρόπο ώστε να μπορή να την θυμηθή όταν χρειάζεται.—2 Πέτρ. 1:15.
9 Για ν’ αποφύγη κανείς το να λησμονή, πρέπει να εξακολουθήση να διεγείρη τη μνήμη. (Ιάκ.1:25) «Εις τα διατάγματά σου θέλω εντρυφά· δεν θέλω λησμονήσει τους λόγους σου.» (Ψαλμ. 119:16, 93) Παρατηρήστε τη νουθεσία για τη διέγερσι της μνήμης: «Όθεν δεν θέλω αμελήσει να σας υπενθυμίζω πάντοτε περί τούτων, καίτοι ειδότας, και εστηριγμένους εις την παρούσαν αλήθειαν. Στοχάζομαι όμως δίκαιον, εφ’ όσον είμαι εν τούτω τω σκηνώματι, να σας διεγείρω δια της υπενθυμίσεως.» (2 Πέτρ. 1:12, 13) «Δευτέραν ήδη ταύτην την επιστολήν σας γράφω, αγαπητοί, με τας οποίας διεγείρω δι’ υπενθυμίσεως την ειλικρινή σας διάνοιαν· δια να ενθυμηθήτε τους λόγους τους προλαληθέντας υπό των άγιων προφητών, και την παραγγελίαν ημών των αποστόλων του Κυρίου και Σωτήρος.» (2 Πέτρ. 3:1, 2) Αυτή η διέγερσις της μνήμης γίνεται με την ανασκόπησι των όσων κανείς έμαθε και εδοκίμασε, γίνεται δε αυτό με σκέψι, ομιλία με άλλους, παρακολούθησι συναθροίσεων και κήρυγμα από σπίτι σε σπίτι.—Ψαλμ. 119:52, 61· Ρωμ. 15:14, 15· Εβρ. 10:32, 33.
ΠΑΡΑΜΕΝΕΤΕ ΙΣΟΡΡΟΠΗΜΕΝΟΙ
10. (α) Με ποιον τρόπο πρέπει να λάβη κανείς διόρθωσι; (β) Πώς η διάκρισις βοηθεί τη σκέψι ενός ατόμου;
10 Η ικανότης να σκέπτεται κανείς πρέπει επίσης να διατηρήται ισορροπημένη. «Αναζωσθέντες τας οσφύας της διανοίας σας, εγκρατεύεσθε.» (1 Πέτρ. 1:13) Αυτό θα εξασφαλίση σ’ ένα άτομο το «να μη φρονή υψηλότερα παρ’ ό,τι πρέπει να φρονή, αλλά να φρονή ώστε να σωφρονή.» ( Ρωμ. 12:3) Περιλαμβάνει προθυμία ν’ αποδέχεται κανείς διόρθωσι και επίπληξι. «Οι έλεγχοι της παιδείας οδός ζωής.» (Παροιμ. 6:23· Ψαλμ. 141:5) Με το να μη φρονή κανείς υψηλά για τον εαυτό του, θα είναι πρόθυμος, και μάλιστα ανυπόμονος να δεχθή διόρθωσι. (Εβρ. 12:5-11) Όλες οι επιπλήξεις δεν έρχονται σ’ ένα άτομο από άλλους. Αφού κάθε άτομο είναι σε θέσι να δη πολύ περισσότερα από τα σφάλματά του και τα λάθη του παρ’ ό,τι είναι οι άλλοι, και αφού μπορεί να διακρίνη τα σφάλματα μέσα στην ίδια του τη σκέψι, έπεται ότι η αυτοδιόρθωσις και η αυτοεπίπληξις είναι πολύ σπουδαίες. (Ψαλμ. 19:12, 13· 51:3· Παροιμ. 28:13) Πρέπει κανείς να συγκρίνη τις σκέψεις του και τις ενέργειές του συνεχώς με τον λόγον του Θεού, εξετάζοντας για να δη αν είναι σε αρμονία με την αλήθεια. (2 Κορ. 13:5) Αναπτύσσοντας αυτοκριτική κάτω από το φως του λόγου του Θεού, μπορεί κανείς να ωφεληθή με πολλή διόρθωσι. (Ψαλμ. 119:59, 60, 71· 139:23, 24) Με αυτό δεν εισηγούμεθα αυτοκαταδίκη, αλλά την ικανότητα εποικοδομητικής αυτοκριτικής, η οποία είναι ευεργετική και ωφέλιμη. Είναι μέρος της διακρίσεως ενός ατόμου και το καθιστά ικανό να βεβαιώνεται για τα πιο σπουδαία πράγματα. (Φιλιππησ. 1:9, 10· Κολ. 1:9, 10) Αυτή η διάκρισις κρατεί ένα άτομο ταπεινό στη σκέψι του, το κρατεί ενήμερο του γεγονότος ότι η γνώσις του είναι περιωρισμένη, το προφυλάττει από το να γίνη πολύ βέβαιο για τον εαυτό του, ιδιογνώμον και επικριτικό για τους άλλους. Προφυλάττει ένα άτομο από προκαταλήψεις βασισμένες σε μερική γνώσι, στις οποίες θα μπορούσαν άλλοι να προσκόψουν.—Παροιμ. 3:7· 26:12· Ρωμ. 12:16· 1 Κορ. 8:2· Γαλ. 6:3.
11. Πώς μπορούν γηραιότερα άτομα να εξακολουθούν να μαθαίνουν, και με ποια πρόσθετη προσπάθεια;
11 Το να διατηρούν ευεργετική την ικανότητα του σκέπτεσθαι, θα καταστήση άτομα ικανά να μαθαίνουν και να σκέπτωνται υγιώς έστω και αν είναι πολύ προχωρημένα στα χρόνια. Μερικοί υποστηρίζουν ότι, επειδή γηράσκουν, δεν πρέπει να αναμένεται να μάθουν νέα πράγματα. Αυτό δεν είναι αληθινό. Το πιο σπουδαίο πράγμα είναι να διατηρήσουν τα άτομα αυτά τη θέλησι να μαθαίνουν και να κρατούν ενεργητική τη διάνοια.a Χρειάζεται να είναι πρόθυμα να δεχθούν νέες ιδέες και ν’ αλλάξουν τις κατευθύνσεις των. Φυσικά, αφού ένα ηλικιωμένο άτομο έχει περισσότερες πληροφορίες διευθετημένες στη μνήμη του, μπορεί ν’ απαιτήται πολύ περισσότερη προσπάθεια και χρόνος για να συγκρίνη τις νέες ιδέες και να τις προσαρμόση σε μια θέσι. Νέα και πληρέστερη πληροφορία θα επηρεάση τον μεγαλύτερο αριθμό εδραιωμένων ιδεών του γηραιοτέρου ατόμου και θ’ απαιτήση περισσότερη εργασία για την προσαρμογή της σκέψεώς του στη νέα γνώσι, για την απομάκρυνσι λανθασμένων πληροφοριών και για τη διόρθωσι των συμπερασμάτων που εβασίζοντο σε εσφαλμένες ή ατελείς πληροφορίες. Αλλά έτη εκπαιδεύσεως και διανοητικής δραστηριότητος πρέπει να καταστήσουν ικανό το ηλικιωμένο άτομο να το πράξη αυτό. «Δίδε αφορμήν εις τον σοφόν, και θέλει γείνει σοφώτερος· δίδασκε τον δίκαιον, και θέλει αυξηθή εις μάθησιν.»—Παροιμ. 9:9.
ΕΚΓΥΜΝΑΣΙΣ ΤΗΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΩΣ ΜΕ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΤΕΡΩΝ ΣΚΕΨΙ
12. Ποιο είναι το πραγματικό αντικείμενον της ώριμης ικανότητος του σκέπτεσθαι, και πώς επιτυγχάνεται;
12 Η πραγματική δοκιμή του αν η ικανότης του σκέπτεσθαι εξεγυμνάσθη κατάλληλα γίνεται στην εφαρμογή της γνώσεως σε παραγωγική και εποικοδομητική σκέψι και δράσι. Μολονότι πρέπει να είμεθα ευδίδακτοι σαν παιδιά, όλοι πρέπει ν’ αγωνιζώμεθα να είμεθα ώριμοι και πλήρως ανεπτυγμένοι σε κατανόησι και παραγωγικότητα. (1 Κορ. 14:20) «Των τελείων όμως είναι η στερεά τροφή, οίτινες δια την έξιν έχουσι τα αισθητήρια γεγυμνασμένα εις το να διακρίνωσι το καλόν και το κακόν.» (Εβρ. 5:14) Το να έχη κανείς τα αισθητήρια γεγυμνασμένα σημαίνει να έχη την ικανότητα να κρίνη με ταχύτητα και ακρίβεια μια ιδέα ή πράξι με λεπτή αίσθησι του τι είναι καλόν και κακόν. Πώς εκγυμνάζει κανείς τα αισθητήριά του; Όχι με το να μελετά και σκέπτεται αντικειμενικά και με το να κρατή τον εαυτό του απεσπασμένον, αλλά με το να σκέπτεται εξακολουθητικά για το πώς η πληροφορία που λαμβάνει εφαρμόζεται στον εαυτό του. (1 Κορ. 10:6-12) Κατόπιν, όταν λαμβάνη κανείς αποφάσεις, μαθαίνει να συγκεντρώνη τον πλούτον των Βιβλικών αρχών και παραδειγμάτων, να βλέπη πώς προσαρμόζονται στο πρόβλημα και ν’ αποφασίζη ανάλογα. Αυτό θα είναι βραδύ και δύσκολο στην αρχή, αλλά με εξάσκησι γίνεται ταχύτερο και ακριβέστερο.
13. Πώς θα μπορούσε κανείς να διευκρινίση τη διαφορά μεταξύ ορθής και εσφαλμένης σκέψεως, και γιατί τα αποτελέσματα διαφέρουν;
13 Ένα παράδειγμα βιαστικής σκέψεως θα ήταν στην περίπτωσι ενός που έχει ν’ αποφασίση για ένα ζήτημα διακρατήσεως της ακεραιότητός του στον Ιεχωβά, όταν αυτό φέρνη τη ζωή του σε κίνδυνο. Το αίσθημά του μπορεί να του λέγη ότι πρέπει με κάθε θυσία να φυλάξη τη ζωή του, και διαβάζοντας το Ματθαίος 12:1-12 μπορεί να συμπεράνη ότι ο Ιησούς εδικαιολόγησε την παραβίασι του σαββατιαίου νόμου του Θεού αν αυτή θα ευεργετούσε ανθρώπινη ζωή. Η εσφαλμένη αυτή σκέψις προέκυψε από τη χρήσι ατελούς πληροφορίας και από μη ορθή παρατήρησι. Το σοφό άτομο θα εξετάση το Ματθαίος 10:28· 16:25· Πράξεις 5:29· Έξοδος 20:8-11· 31:12-17· 35:1-3· Αριθμοί 15:32-36· Δευτερονόμιον 5:12-14, και θα μάθη πρώτα ότι η διατήρησις ακεραιότητος μέχρι θανάτου αποτελεί μια σταθερή αρχή του λόγου του Θεού. Μια πιο προσεκτική σύγκρισις του Ματθαίος 12:1-12 με τα άλλα εδάφια για το σάββατο θα δείξη ότι ο Ιησούς ποτέ δεν παρεβίασε τον νόμον του σαββάτου, διότι ποτέ δεν ήταν εναντίον του νόμου του σαββάτου το να φάγη κανείς, το να ελευθερώση ένα ζώο που είχε πέσει σ’ ένα λάκκο, ή το να θεραπεύση τους ασθενείς. Με ακριβή γνώσι και διάκρισι μπορεί κανείς να σκέπτεται υγιώς και να λαμβάνη ορθές αποφάσεις.
14. Πώς οι τρεις Εβραίοι έδειξαν ότι είχαν φυλάξει την ικανότητά των να σκέπτωνται;
14 Αυτό διευκρινίσθη από τους τρεις Εβραίους στη Βαβυλώνα. Αυτοί εγνώριζαν τον νόμον του Θεού τον σχετικό με την προσκύνησι εικόνων και κατανοούσαν την αρχή που περιελαμβάνετο σ’ αυτόν. Ένα είδωλο ήταν είδωλο είτε πολιτικό είτε θρησκευτικό, και το ότι ο Ιεχωβά τούς είχε ειπεί να υπηρετήσουν την κυβέρνησι δεν εσήμαινε ότι μπορούσαν να παραβούν τον νόμο του. Η θέσις των, η προσωπική ελευθερία ή η ζωή δεν ήσαν τόσο σπουδαία όσο η πιστότης στον Θεό. Οι αρχές της πιστότητος και της νομιμοφροσννης είχαν εμποτίσει τις διάνοιές των, και τα αισθητήριά των ήσαν καλά γυμνασμένα. Δεν σκέφθηκαν πολύ για την απόφασί τους, αλλ’ αμέσως απήντησαν ότι, άσχετα με το αν ο Θεός θα προτιμούσε να τους απελευθερώση ή όχι, αυτοί δεν θα προσκυνούσαν. Η σκέψις των ήταν υγιής και αποφασιστική και είχε την ευλογία του Ιεχωβά.—Δαν. κεφ. 3· Εβρ. 11:34, 39, 40.
15, 16. (α) Τι απαιτεί η ορθή, αποφασιστική σκέψις; Εξηγήστε. (β) Πώς το έδειξαν αυτό ο Ιησούς και ο Πέτρος;
15 Για να σκέπτεται κανείς με υγιή και αποφασιστικό τρόπο απαιτείται να μελετά τέτοια προβλήματα προτού αναφυούν. Δεν μπορούμε να παίρνομε τη στάσι ότι θα ασχοληθούμε γι’ αυτά όταν έλθει ο καιρός. Όταν κανείς μελετά τη Γραφή ή τη Σκοπιά, τότε ακριβώς πρέπει να σκέπτεται προσεκτικά για όλες τις αρχές που περιλαμβάνονται. Όταν κανείς διαβάζη για πιστούς Χριστιανούς που διεκράτησαν ακεραιότητα, τότε πρέπει να αναμετρά τις αρχές που περιλαμβάνονται και ν’ αποφασίζη για τον εαυτό του μια όμοια πιστή πορεία. (Εβρ. 12:1-3) Αυτός ακριβώς ο τύπος της υγιούς, βαθιάς, υποκειμενικής σκέψεως που γίνεται όταν κανείς μελετά, είναι εκείνος που μας εκγυμνάζει για μέλλουσες αποφάσεις. Όταν ένας Χριστιανός βρίσκεται κάτω από πραγματική πίεσι μιας αποφάσεως, ίσως κάτω από δριμύν διωγμό και χωρίς μια Γραφή ή ακόμη και ευκαιρία για να θυμηθή και ζυγίση όλα τα επιχειρήματα προσεκτικά, θα μπορή ωστόσο να λάβει υγιείς αποφάσεις. Αν βρίσκεται βαριά πληγωμένος και είναι κάτω από την πίεσι μη αφιερωμένων μελών οικογενείας και μιας επιβλητικής παρατάξεως ιατρών για μετάγγισι αίματος, ή από πριν σκέψις του και απόφασις θα τον καταστήση ικανόν να εξηγήση την απόφασί του ήσυχα και να εμμείνη σ’ αυτήν. Παράλειψις να εξετάσωμε τον λόγον του Θεού από πριν υποτάσσει τη σκέψι στο αίσθημα και στη σκοπιμότητα αντί αρχών.
16 Κατάλληλη εκ των προτέρων σκέψις ενίσχυσε τον Ιησούν στην πιστή του πορεία. Αυτός εγνώριζε τον λόγον του Θεού και πώς εφηρμόζετο σ’ αυτόν και μπόρεσε από πριν να ενισχύση την απόφασί του να υπομείνη τα παθήματα. Όταν ο Πέτρος, χωρίς να έχη δώσει την ίδια προσοχή στο θέλημα του Θεού όσον αφορά το ζήτημα αυτό, αντέτεινε, ο Ιησούς τον επέπληξε με τα εξής λόγια: «Σκάνδαλόν μου είσαι διότι δεν φρονείς τα του Θεού, αλλά τα των ανθρώπων.» (Ματθ. 15:23) Αυτή η ίδια έλλειψις κατάλληλης εκ των προτέρων σκέψεως ήταν εκείνη που άφησε τον Πέτρο εξασθενημένο έτσι ώστε αρνήθηκε τον Ιησούν. (Ματθ. 26:33-35, 70-75) Αλλά πόσο υγιώς εσκέφθη όταν, ενισχυμένος με τον λόγον και το πνεύμα του Θεού και έχοντας γυμνάσει τα αισθητήριά του, διεκήρυξε: «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους»! (Πράξ. 5:29) Όλοι, λοιπόν, πρέπει να φυλάττουν την ικανότητά των να σκέπτωνται, ενισχύοντάς την όταν έχουν ευκαιρία. Τότε ο μηχανισμός της σκέψεώς μας θα είναι γοργός, υγιής και πολύ ικανός να μας φρουρή σε καιρό θλίψεως.
17. Γιατί είναι τόσο ζωτικό σήμερα το να φυλάττωμε την ικανότητά μας του σκέπτεσθαι, και ποιος τελικός παράγων αναφέρεται;
17 Τώρα σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες η ικανότης του σκέπτεσθαι όλων των ανθρώπων τίθεται στην πιο μεγάλη δοκιμή όλων των καιρών, διότι ο Σατανάς ή Διάβολος ασκεί μεγαλύτερη απάτη παρά οποτεδήποτε προηγουμένως. Για τούτο, όλοι πρέπει να είναι επιμελείς να λαμβάνουν ακριβή γνώσι, άγρυπνοι να παρατηρούν ορθά, να συγκρίνουν όλες τις ιδέες και να τις στερεώνουν στη μνήμη, και να κρατούν την ικανότητά των του σκέπτεσθαι ενεργητική και πάντοτε υποτεταγμένη στο θέλημα του Θεού. (Γαλ. 6:5) «Πάντων δε το τέλος επλησίασε· φρονίμως λοιπόν διάγετε, και αγρυπνείτε εις τας προσευχάς.» (1 Πέτρ. 4:7) Φυλάττετε την ικανότητά σας να σκέπτεσθε με μελέτη και προσευχή, και «η ειρήνη του Θεού, η υπερέχουσα πάντα νουν, θέλει διαφυλάξει τας καρδίας σας και τα διανοήματά σας δια του Ιησού Χριστού.»—Φιλιπττησ. 4:6-9.
[Υποσημειώσεις]
a Ότι ηλικιωμένα άτομα μπορούν να διατηρήσουν ενεργητική την ικανότητά των να σκέπτονται μολονότι πολύ προχωρημένα στα χρόνια, διευκρινίσθη καλά σ’ ένα άρθρο «Η Διάνοιά Σας Βελτιώνεται Με την Ηλικία», που συνεπτύχθη από το Δη Αμέρικαν Γουήκλυ και ετυπώθη στο Δη Ρήντερς Νταϊτζέστ του Ιανουαρίου 1959. Ένας όμιλος από 127 άτομα που ως πρωτοετείς φοιτηταί είχαν υποστή μια δοκιμή της νοημοσύνης των στο 1919, υπέστησαν την ίδια δοκιμή έπειτα από τριάντα χρόνια και πλέον. Οι βαθμοί αυτής της δοκιμής ήσαν όχι μόνο υψηλότεροι σε ερωτήσεις γενικής πληροφορίας και σε πρακτική κρίσι, αλλά και σε ζητήματα που απαιτούσαν λογική και καθαρή σκέψι. Ένας άλλος όμιλος ατόμων υφίστατο τακτικά δοκιμές «ευστόχου χειρισμού ιδεών» από την παιδική ηλικία. Οι διανοητικές των ικανότητες αυξήθηκαν σταθερά από την ηλικία των είκοσι έως πενήντα ετών και πλέον χωρίς κανένα απολύτως σημείο ότι η προχωρημένη ηλικία περιώριζε αυτή την αύξησι. Άτομα μέσης νοημοσύνης εξακολούθησαν να φθάνουν σε υψηλότερους βαθμούς μεταξύ ακριβώς των εβδομήντα και ογδόντα χρόνων. Μια μελέτη στο Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν κατέδειξε ότι η μνήμη και η ικανότης μαθήσεως δεν παρακμάζουν με την προχώρησι της ηλικίας, Όπως και η γενική νοημοσύνη. Δεν υπήρχε διαφορά στην ικανότητα του νέου, του μεσήλικος ή του γέροντος στο να θυμούνται ειδικά περιστατικά. Και σ’ έναν πειραματισμό παραγράφων με ελλιπή νοήματα οι πιο ηλικιωμένοι, μολονότι διέθεσαν περισσότερον χρόνο στην ετοιμασία, ήσαν πιο ακριβείς στο να θυμηθούν και συμπληρώσουν τις λέξεις. Σε μια άλλη δοκιμή στο Κολόμπια Τήτσερς Γιουνιβέρσιτυ, άτομα έως εβδομήντα ετών μπορούσαν να μάθουν Ρωσικά και στενογραφία εξίσου εύκολα με τους νεωτέρους συμμαθητάς των. Ο ζωτικός παράγων είναι το να εκγυμνάζουν άτομα την ικανότητά των να σκέπτωνται όταν είναι νέα και να την διατηρούν ενεργητική μέσω χρήσεως δια μέσου των ετών. Το ζήτημα αυτό εξητάσθη, επίσης, από αυστηρώς φυσική άποψι από τον νέον Δανό ιατρό Νιλς Α. Λάσεν, ο οποίος έδειξε ότι, ανόμοια με άλλες φυσικές λειτουργίες που χειροτερεύουν με την ηλικία, δεν υπάρχει ελάττωσις της αφομοιώσεως και καταναλώσεως οξυγόνου από τον εγκέφαλο και επομένως της δυνατότητος διανοητικής δραστηριότητος με την προχώρησι της ηλικίας.