Αποκατάστασις στους Λαούς Γλώσσης Καθαράς
«Διότι τότε θέλω αποκαταστήσει εις τους λαούς γλώσσαν καθαράν, δια να επικαλώνται πάντες το όνομα του Ιεχωβά, να δουλεύωσιν αυτόν ομοφώνως.»—Σοφονίας 3:9, Α.Σ.Μ.
1. Τι αποκαθιστά ο Ιεχωβά στους λαούς; Με ποιο αποτέλεσμα;
Η ΓΛΩΣΣΑ του Ιεχωβά Θεού είναι τόσο καθαρή όσο η αλήθεια. Είναι η μόνη καθαρή γλώσσα. Τώρα είναι καιρός να ομιλήται. Όταν κατέχεται από ανθρώπους οποιασδήποτε εθνικότητος, η γλώσσα του είναι μια ισχυρή ενωτική δύναμις ανάμεσα σ’ ένα διηρημένο κόσμο που απειλείται με πόλεμο. Απαλλάσσει από τη θρησκευτική πλάνη και την ψευδή λατρεία και ενώνει όλα τα άτομα που μιλούν τη γλώσσα αυτή σε μια καθαρή λατρεία του ζώντος και αληθινού Θεού. Σε μια εποχή που οι 2.796 καταγεγραμμένες γλώσσες και διάλεκτοι του κόσμου ενεργούν σαν ένας μεγάλος φραγμός που εμποδίζει την κατανόησι μεταξύ των ανθρώπων, και που εκατοντάδες θρησκευτικών δογμάτων επιφέρουν σύγχυσι και προκατάληψι στο ανθρώπινο γένος όσον αφορά το ζωτικό ζήτημα της λατρείας, ο Ιεχωβά Θεός αποκαθιστά στους πολλούς, λαούς της σήμερον μίαν «γλώσσαν καθαράν». Αυτή είναι η εκπλήρωσις της αρχαίας του προφητείας που εξέφερε ένας από τους μάρτυράς του, ο Σοφονίας: «Διότι τότε θέλω αποκαταστήσει εις τους λαούς γλώσσαν καθαράν, δια να επικαλώνται πάντες το όνομα του Κυρίου [Ιεχωβά], να δουλεύωσιν αυτόν υπό ένα ζυγόν.»—Σοφονίας 3:9.
2. Γιατί πρέπει τώρα να μάθωμε αυτή τη γλώσσα, να επικαλούμεθα το όνομα του Θεού και να τον υπηρετούμε;
2 Πολλά άτομα θα ρωτήσουν: «Γιατί πρέπει να μάθω αυτή τη γλώσσα ώστε να επικαλούμαι το όνομα του Ιεχωβά και να τον υπηρετώ;» Η απάντησις είναι, Διότι η σωτηρία μας από την καταστροφή εξαρτάται από την καθαρή μας λατρεία και υπηρεσία προς τον Ύψιστο Θεό. Είναι η πρωταρχική απαίτησις για τη σωτηρία μας. Όταν μιλούμε για καταστροφή, δεν εννοούμε απλώς την καταστροφή ατόμων, αλλά την καταστροφή εθνών, όλων των εθνών του κόσμου τούτου. Καταλαβαίνομε τι σημαίνει μια παγκόσμια καταστροφή; Ναι· και τούτο, χωρίς να έχωμε στο νου την ατομική βόμβα και την βόμβα υδρογόνου και τον χημικό και μικροβιακό πόλεμο, αλλά την εκτέλεσι του σκοπού του Θεού: «Δια τούτο προσμένετέ με, λέγει Κύριος [ο Ιεχωβά], μέχρι της ημέρας καθ’ ην εγείρομαι προς μαρτυρίαν· διότι η απόφασίς μου είναι να συνάξω τα έθνη, να συναθροίσω τα βασίλεια, να εκχέω επ’ αυτά την αγανάκτησίν μου, όλην την έξαψιν της οργής μου· επειδή πάσα η γη θέλει καταναλωθή υπό του πυρός του ζήλου μου.»—Σοφονίας 3:8, Μ.Ι.Ρ.· Ο΄.
3. Πώς ο Θεός συνήθροισε τώρα τα έθνη και τα βασίλεια; Γιατί είναι ένα επίκαιρο έλεος το ότι αποκαθιστά τώρα μια καθαρή γλώσσα στους λαούς;
3 Αυτά τα λόγια του Ιεχωβά, αν και ειπώθηκαν προ είκοσι έξη αιώνων, ελέχθησαν ειδικώς για την κρίσιμη εποχή μας. Η αρχαία Ιερουσαλήμ, στην οποίαν ελέχθησαν αρχικά απευθείας, ήταν ακριβώς το πρωτότυπο του συγχρόνου «Χριστιανισμού», ο οποίος ομολογεί ότι είναι προσκολλημένος στην Αγία Γραφή. Η εποχή μας, από το 1914 μ.Χ. και τον πρώτο της παγκόσμιο πόλεμο, είναι η ημέρα της συνάξεως των εθνών και της συναθροίσεως των βασιλείων. Όχι όμως με τα πολλά μέσα επικοινωνίας που εφεύρε ο άνθρωπος. Όχι· αλλά με τη μεγάλη μαρτυρία που ηγέρθη να δώση ο Ιεχωβά, και με την οποία έφερε όλα αυτά τα έθνη μαζί υπό την προσοχή του και τα διήγειρε να ενωθούν σε μια συνδυασμένη εναντίωσι προς το σκοπό του. Στο ακριβές χρονικό σημείο αποκαθιστά ευσπλαγχνικά την καθαρή γλώσσα στους λαούς. Μ’ αυτή, όλοι οι άνθρωποι που ζητούν ζωή σ’ ένα νέο κόσμο μπορούν να διακηρύξουν το όνομά του και μπορούν να ενωθούν στην υπηρεσία του προτού η επίγεια αυτή διεθνής οργάνωσις καταναλωθή από την πύρινη εκδήλωσι της οργής του στη μάχη του Αρμαγεδδώνος. Σε κανένα από τους πολέμους του «Χριστιανικού κόσμου», από τις ημέρες του Ρωμαίου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου και έπειτα, δεν επολέμησε ποτέ ο Ιεχωβά Θεός ούτε εβοήθησε το ένα ή το άλλο από τα μαχόμενα μέρη. Στη μάχη, όμως, του Αρμαγεδδώνος, την οποία προείπε, θα πολεμήση, υπερτερώντας από όλες τις διατρητικές και διαλυτικές βόμβες του «Χριστιανισμού», και θα νικήση! Ευτυχώς για κείνα τα άτομα που έχουν αναλάβει τη γλώσσα του και επεκαλέσθησαν το όνομά του και ενώθηκαν στη λατρεία του, ο Ιεχωβά θα τα προστατεύση στη διάρκεια της καυστικότητας της παγκοσμίου αυτής καταστροφής. Με ασφάλεια θα τα φέρη μέσα στο νέο κόσμο, όπου μόνο η καθαρή γλώσσα θα βρίσκεται σε κάθε χείλος.—Αποκάλυψις 16:13-16· Σοφονίας 2:1-3.
ΓΛΩΣΣΙΚΟ ΕΓΧΕΙΡΙΔΙΟ
4. Ποιοι μιλούν τώρα αυτή τη γλώσσα; Ποιο είναι το βιβλίο που την διδάσκει;
4 Σήμερα, σε εκατό έθνη και πλέον, καθ’ όσον έχομε σχετικά στοιχεία, ομιλείται αυτή η ‘καθαρή γλώσσα’. Άσχετα με την εθνική η μητρική τους γλώσσα, εκατοντάδες χιλιάδων μιλούν τώρα αυτή την ‘ξεκαθαρισμένη λαλιά’ με ενότητα ως ένας λαός· και τα έθνη τούς ακούουν να την ομιλούν. Βέβαια, τα έθνη, με τις εθνικές και θρησκευτικές παραδόσεις τους, δεν την αγαπούν. Αλλά δεν μπορούν να την εμποδίσουν όπως δεν μπορούν να εμποδίσουν τον Παντοδύναμον Ιεχωβά να αποκαταστήση την ‘καθαρή γλώσσα’ στους λαούς τώρα που ήλθε ο ωρισμένος του καιρός γι’ αυτό. Τώρα ερωτάτε «Ποια είναι η γλώσσα, και ποιο είναι το βιβλίο που την διδάσκει;» Η απάντησις σ’ αυτό είναι προφανής. Αφού ο Ιεχωβά είναι εκείνος που αποκαθιστά την καθαρή γλώσσα στους λαούς, πρέπει να στραφούμε στον γραπτό του λόγο, την Αγία Γραφή, διότι τον λόγον αυτόν ακριβώς θέλει ο Θεός να μιλούμε.
5. Ποια είναι η γλώσσα που διδάσκει αυτό το εγχειρίδιον;
5 Η Γραφή είναι το εγχειρίδιον που διδάσκει αυτή τη γλώσσα του δικαίου νέου κόσμου. Με τούτο δεν εννοούμε την Εβραϊκή, την Αραμαϊκή και την Ελληνική στις οποίες εγράφησαν αρχικά οι θεόπνευστες Γραφές. Ούτε εννοούμε απλώς τις γραμμένες λέξεις των Γραφών που μπορεί ένα άτομο να τις απομνημονεύση και να τις αναφέρη χωρίς να γνωρίζη την ορθή σημασία της σχετικής περικοπής. Εννοούμε το καθαρό άγγελμα του γραπτού λόγου του Θεού, το οποίον αυτός μόνος, ως ο Συγγραφεύς της, μπορεί να διευκρινίση με το πνεύμα του. Αυτό το άγγελμα αποκαλύπτει ποιος είναι Αυτός, ποιο είναι το όνομά του, ποιοι είναι οι αμετάβλητοι σκοποί του όσον αφορά τους φίλους του και τους εχθρούς του, τώρα και στον νέο κόσμο. Είναι το άγγελμα της κυβερνήσεως του Νέου Κόσμου, της βασιλείας του μέσω του κεχρισμένου του Βασιλέως, Ιησού Χριστού. Άνθρωποι που διακηρύττουν τον σκοπόν του Ιεχωβά σύμφωνα με τις αποκαλυμμένες Γραφές και που αναγγέλλουν τη βασιλεία του που τώρα ιδρύθη, μιλούν αυτή την καθαρή γλώσσα, διακηρύττοντας το όνομά του και υπηρετώντας τον ομοφώνως.
6. Γιατί, λοιπόν, δεν την ομιλούν οι θρησκευόμενοι του «Χριστιανισμού»;
6 Ο Ιεχωβά Θεός μάς έδωσε τη μία αρχική Βίβλο. Παρά τούτο, όμως, οι εκατοντάδες των θρησκευτικών αιρέσεων του «Χριστιανισμού» δεν μιλούν την ‘καθαρή γλώσσα’, δεν επικαλούνται το όνομα του Ιεχωβά ούτε τον υπηρετούν ειρηνικά με εγκάρδια αρμονία. Όλοι μαζί, αυτοί οι θρησκευόμενοι, δεν έχουν ένα αρμονικό άγγελμα που να βασίζεται στη Γραφή. Γιατί; Διότι θέτουν τις θρησκευτικές παραδόσεις, την κοσμική φιλοσοφία και τη νομιμοφροσύνη στα κόμματα, επάνω από τον αγνό, απλό λόγο του Θεού. Χλευάζουν το όνομα του Ιεχωβά Θεού, διχάζονται για πολιτικά και εθνικά ζητήματα και ακόμη διεξάγουν βιαίους πολέμους με αιματηρά και δαπανηρά καταστρεπτικά αποτελέσματα, Καθολικοί εναντίον Καθολικών και Διαμαρτυρόμενοι εναντίον Διαμαρτυρομένων. Οι μέθοδοί τους, οι σκοποί τους και οι ελπίδες τους είναι όλα από τον παλαιό κόσμο, και η γλώσσα τους επίσης είναι από τον παλαιό κόσμο. Υπάρχει μια βασική ανάγκη καθαρισμού της γλώσσης ειλικρινών ατόμων που θέλουν να λατρεύσουν τον Θεόν εν πνεύματι και αληθεία και να επικαλεσθούν το άγιον όνομά του και να τον υπηρετήσουν με ενότητα.
7. Εναντίον ποίων, και γιατί, είπε ο Ιεχωβά ότι θα εγειρόταν ως μάρτυς;
7 Όταν εξετάζωμε τα προηγούμενα λόγια του προφήτου Σοφονία, βλέπομε πόσο καλά βρίσκουν την τελική τους εκπλήρωσι στον θρησκευτικό «Χριστιανισμό» και μπορούμε να εκτιμήσωμε την ανάγκη για μια ‘ξεκαθαρισμένη λαλιά’. Αναφερόμενος στην άπιστη Ιερουσαλήμ των αρχαίων χρόνων και στο σύγχρονο πανομοιότυπό της, δηλαδή τον «Χριστιανισμό», ο Σοφονίας λέγει: «Ουαί η παραδεδειγματισμένη και μεμολυσμένη· η πόλις η καταθλίβουσα! Δεν υπήκουσεν εις την φωνήν· δεν εδέχθη διόρθωσιν· δεν ήλπισεν επί τον Ιεχωβά· δεν επλησίασεν εις τον Θεόν αυτής. Οι άρχοντες αυτής είναι εν αυτή λέοντες ωρυόμενοι· οι κριταί αυτής, λύκοι της εσπέρας· δεν αφίνουσιν ουδέν δια πρωί. Οι προφήται αυτής είναι προπετείς, άνθρωποι δόλιοι· οι ιερείς αυτής εβεβήλωσαν το αγιαστήριον, ηθέτησαν τον νόμον . . . έσπευσαν να διαφθείρωσι πάσας τας πράξεις αυτών.» (Σοφονίας 3:1-7, Α.Σ.Μ.) Γι’ αυτό ο Ιεχωβά διεκήρυξε ότι θα εγειρόταν εναντίον των υποκριτικών θρησκευόμενων ως μάρτυς και θα έδιδε τη μαρτυρία του και θα εκτελούσε την πύρινη κρίσι του.
8. Για να μην καταναλωθούν όλοι, τι είναι ανάγκη να γίνη;
8 Αλλά για να μην καταναλωθούν όλοι οι άνθρωποι στη γη κατά την εκτέλεσι της οργής του εναντίον της απειθείας, της υποκρισίας και της πονηρίας, είναι ανάγκη να καθαρίση ο Ιεχωβά τη λαλιά ή τη γλώσσα των ατόμων που πρόκειται να σωθούν. Όταν τον ακούμε να περιγράφη τους θρησκευτικούς ηγέτας όπως πράγματι είναι, τους προφήτας ή κήρυκας ως προπετείς, αναξιοπίστους ανθρώπους και τους ιερείς ως εκείνους που βεβηλώνουν πράγματι τα άγια πράγματα και αθετούν τον νόμον του Θεού με το να διαστρέφουν την αληθινή σημασία του και εφαρμογή, μπορούμε να δούμε πώς η γλώσσα των ανθρώπων παρεφθάρη όσον αφορά το πιο ιερό και ζωτικό πράγμα, την γνώσι, την κατανόησι και την λατρεία του Θεού. Δεν είναι παράδοξο ότι ο Ιεχωβά βρίσκει αιτία για να εκδηλώση οργή και απεφάσισε να καταστρέψη το όλον σύστημα των πραγμάτων.
ΔΙΕΙΣΔΥΣΙΣ ΑΚΑΘΑΡΤΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ
9. Ποια παραφθορά έλαβε χώραν επί αιώνες, όπως προελέχθη;
9 Ο εικοστός αυτός αιών αντιπροσωπεύει το μεσουράνημα αυτής της πορείας της παραφθοράς. Στη διάρκεια των δεκαεννέα αιώνων από τις ημέρες των αποστόλων του Χριστού υπήρξε μια μεγάλη απομάκρυνσις από την «πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους». (Ιούδας 3) Οι πιστοί απόστολοι, και οι Εβραίοι προφήται πριν από αυτούς, και πράγματι η τυπική ιστορία του έθνους Ισραήλ, προείπαν ομοφώνως ότι θα υπήρχε μια μεγάλη «αποστασία» από την αρχική αγνή πίστι και την άσκησί της. Περί τα μέσα του πρώτου αιώνος ο απόστολος Παύλος διεκήρυξε ότι το «μυστήριον της ανομίας» ενηργείτο ήδη στις ημέρες του, και έδωσε επανειλημμένες προειδοποιήσεις για το τι έπρεπε να αναμένεται. (2 Θεσσαλονικείς 2:3, 7) Οι προφητείες οι σχετικές με τα πράγματα αυτά απεδείχθη ότι ήσαν θεόπνευστες, διότι επηλήθευσαν, όπως δείχνουν όλα τα γεγονότα της ιστορίας.
10. Ποιοι ανέλαβαν τότε την ηγεσία στο έργο της παραφθοράς, και πώς;
10 Άνθρωποι που εδέχθησαν ή ανέλαβαν την ευθύνη να διδάξουν και να οδηγήσουν τη Χριστιανική εκκλησία, παρέβλεψαν τις αποστολικές προειδοποιήσεις. Έπεσαν στα πράγματα ακριβώς εκείνα για τα οποία είχε δοθή προειδοποίησις, δηλαδή, τη φιλοσοφία του κόσμου τούτου, ιδιαίτερα την Πλατωνική φιλοσοφία της Ελληνικής παιδείας που έκανε μεγάλη επίδειξι κοσμικής σοφίας, και επίσης στις θρησκευτικές παραδόσεις των ανθρώπων που αντιλέγουν στη Γραφή και εκμηδενίζουν και εκτοπίζουν τις διδασκαλίες της. Εισήγαγαν υπούλως αυτές τις θρησκευτικές παραδόσεις και την κοσμική φιλοσοφία στις Χριστιανικές συναθροίσεις και εμόλυναν τη θρησκευτική τους πίστι. Όπως ακριβώς είχε προειδοποιήσει ο απόστολος Παύλος στην αποχαιρετιστήριο επιστολή του: «Πονηροί δε άνθρωποι και γόητες θέλουσι προκόψει εις το χείρον, πλανώντες και πλανώμενοι.» (2 Τιμόθεον 3:13) Μόνο μια μικρή μειονότης ακολούθησε τη διδασκαλία να ‘αγωνίζεται δια την πίστιν’ που παρεδόθη αρχικά από τον Ιησού Χριστό και τους αποστόλους και μαθητάς του που έγραψαν υπό την έμπνευσι του πνεύματος της αληθείας του Θεού.
11. Πώς η παραφθορά έφθασε ακόμη έως το αρχικό κείμενο της Γραφής;
11 Έτσι η διαστροφή της Γραφικής διδασκαλίας εξετάθη στους ανωτάτους θρησκευτικούς κύκλους. Μάλιστα έγιναν και απόπειρες διαστροφής του γραπτού κειμένου των Αγίων Γραφών. Τα αρχικά συγγράμματα των Εβραίων προφητών και των αποστόλων και των συντρόφων των ήσαν θεόπνευστα, αλλά έως τον δέκατον πέμπτον αιώνα μ.Χ. τα συγγράμματά των έπρεπε να αντιγράφωνται με το χέρι. Λάθη, που ωφείλοντο στην ανθρώπινη ατέλεια, εισεχώρησαν όταν εγίνοντο αυτά τα αντίγραφα. Όταν τα αρχικά αυτόγραφα των θεοπνεύστων συγγραφέων εξηφανίσθησαν ή δεν ήσαν πλησίον, ήταν αδύνατον να γίνη σύγκρισις των αντιγράφων με τα θεόπνευστα πρωτότυπα έτσι ώστε να γίνουν τέλεια αντίγραφα, να διορθωθούν σφάλματα και να αφαιρεθούν όλες οι προσθήκες και αναμίξεις κοσμικής φιλοσοφίας και μη θεοπνεύστων θρησκευτικών παραδόσεων. Μια τέτοια προσθήκη που έγινε στο αρχικό Ελληνικό κείμενο των Γραφών για να υποστηρίξη τη διδασκαλία μιας τριάδος, ήταν η προσθήκη εις 1 Ιωάννου 5:7, 8, δηλαδή, οι λέξεις «εν τω ουρανώ, ο Πατήρ, ο Λόγος, και το Άγιον Πνεύμα· και ούτοι οι τρεις είναι έν. Και τρεις είναι οι μαρτυρούντες εν τη γη». Αυτή η μη θεόπνευστη θρησκευτική προσθήκη εμφανίσθηκε πρώτα σε μια Λατινική μετάφρασι του πέμπτου αιώνος. Η Γραφή είχε απειλήσει με τιμωρία και είχε κάνει προειδοποίησι εναντίον τέτοιων προσθηκών στον Λόγον του Θεού ή αφαιρέσεων απ’ αυτόν.—Δευτερονόμιον 4:2· Παροιμίαι 30:5, 6· Αποκάλυψις 22:18, 19.
12. Πώς κατέστη δυνατόν να ανασυγκροτηθή κάτι πολύ όμοιο με το κείμενο αυτό;
12 Συνήθως, όμως, υπήρχε ένας ευλαβικός σεβασμός για το κείμενο των Γραφών το ίδιο, και επομένως μια προσπάθεια να κρατηθή όσο το δυνατόν απηλλαγμένο από παραφθορά. Τα συγγράμματα των μαθητών του Χριστού, αν εξαιρέσωμε την αφήγησι του ευαγγελίου του αποστόλου Ματθαίου, εγράφησαν αρχικά στην κοινή Ελληνική που ωμιλείτο τότε σε όλες τις χώρες της Μεσογείου θαλάσσης. Από τα 4.000 και πλέον Ελληνικά χειρόγραφα (αντίγραφα) που βρίσκονται σήμερα, δεν υπάρχουν δύο ακριβώς όμοια. Μέσω, όμως, μιας προσεκτικής μελέτης και συγκρίσεως των χειρογράφων αυτών, ιδιαίτερα με τα αρχαιότερα αντίγραφα και τμήματα παπύρων που ανακαλύφθηκαν και φέρθηκαν στο φως στους λίγους τελευταίους αιώνες, κατέστη δυνατόν να συγκροτηθή ένα κείμενο των Χριστιανικών Ελληνικών Γραφών που είναι πολύ όμοιο με τα αρχικά θεόπνευστα συγγράμματα των μαθητών του Χριστού. Ένα τέτοιο κείμενο αποτελεί την αλήθεια.
ΠΑΡΑΦΘΟΡΑ ΜΕΣΩ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΩΣ
13. Σε ποιον τομέα ήταν περισσότερο δυνατός ο χρωματισμός του αγγέλματος; Γιατί σ’ αυτόν;
13 Η μεγαλύτερη, όμως, ευκαιρία του Διαβόλου για να διαστρέψη ή χρωματίση τις ιερές διδασκαλίες του λόγου του Θεού βρισκόταν στον τομέα της μεταφράσεως των αρχικών Γραφών σε ξένες γλώσσες. Ο θείος σκοπός δεν ήταν να κρατηθούν τα καλά νέα του λόγου του Θεού μόνο για κείνους που θα μπορούσαν να διαβάσουν το πρωτότυπο Εβραϊκό, Αραμαϊκό και Ελληνικό κείμενο της Αγίας Γραφής. Ο Ιεχωβά είναι Θεός σωτηρίας για όλους τους ανθρώπους οποιασδήποτε φυλής, χρώματος, εθνικότητος ή γλώσσης. Εις εκπλήρωσιν της ιερής προφητείας, ο Χριστός Ιησούς ήταν Ιουδαίος και όλοι επίσης οι απόστολοί του ήσαν Ιουδαίοι. Αλλά η σωτηρία μέσω της θυσίας της Ιουδαϊκής του σαρκός δεν ήταν μόνο για τους Ιουδαίους, αλλά και για όλους εκείνους από το ανθρώπινο γένος που θα επίστευαν σ’ αυτόν. (Ιωάννης 3:14-17) Έτσι ο Ιησούς έδωσε πλήρη ευρύτητα στην όρασι του Χριστιανικού μας έργου όταν είπε στους μαθητάς του προτού αναχωρήση, «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.» (Ματθαίος 28:19, 20) Αυτό εσήμαινε μετάφρασι του αγγέλματος της σωτηρίας σε τόσες γλώσσες και διαλέκτους όσες μιλούσαν οι άνθρωποι όλων αυτών των εθνών. Αν δεν μετεφράζετο το άγγελμα, δεν θα μπορούσαν να το εννοήσουν και να ενεργήσουν σύμφωνα με αυτό με πίστι και υπακοή.
14. Ήταν θεόπνευστη η πρώτη μετάφρασις από Χριστιανούς; Πώς έγινε αυτό;
14 Η πρώτη μετάφρασις του αγγέλματος της σωτηρίας από τους μαθητάς του Χριστού ήταν εμπνευσμένη από το πνεύμα του Θεού. Αυτό έγινε την πρώτη ημέρα της Πεντηκοστής στην Ιερουσαλήμ μετά την ανάληψι του Ιησού στον ουρανό και την έκχυσι του πνεύματος του στους 120 μαθητάς του εκεί. Έτσι «ήρχισαν να λαλώσι ξένας γλώσσας, καθώς το Πνεύμα έδιδεν εις αυτούς να λαλώσιν». Το μεγάλο πλήθος, που αντεπροσώπευε δεκαπέντε ή περισσότερες χώρες και που είχε συναθροισθή για να παραστή μάρτυς σ’ αυτή την παράδοξη εκδήλωσι του πνεύματος του Θεού, είπε: «Ακούομεν αυτούς λαλούντας εν ταις γλώσσαις ημών τα μεγαλεία του Θεού.» (Πράξεις 2:1-11) Υπάρχει ιστορική μαρτυρία ότι ο απόστολος Ματθαίος έγραψε αρχικά την δική του «βίβλον της γενεαλογίας του Ιησού Χριστού» στα Εβραϊκά για Ιουδαίους αναγνώστας, αλλά ότι αργότερα έκαμε ο ίδιος μετάφρασι της ευαγγελικής του αφηγήσεως στην κοινή Ελληνική για να φθάση ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινόν. Με τον τρόπο αυτόν μπόρεσε να μεταφέρη την έμπνευσί του στη μετάφρασί του στα Ελληνικά, έτσι ώστε η γραπτή του μετάφρασις ήταν θεόπνευστη. (Ματθαίος 1:1) Αλλά οι άλλοι μαθηταί έγραψαν απευθείας στην κοινή Ελληνική· έτσι τα συγγράμματά τους έπρεπε να μεταφρασθούν στην Αραμαϊκή, στην Εβραϊκή, στη Λατινική κλπ.
15. Γιατί δεν πρέπει σε καμμιά μεταγενέστερη γραπτή μετάφρασι ν’ αποδοθή σεβασμός όπως σε μερικές;
15 Εκτός από τη μετάφρασι που έκαμε ο ίδιος ο Ματθαίος στα Ελληνικά, καμμία γραπτή μετάφρασις των Γραφών έως την ημέρα αυτή δεν είναι θεόπνευστη. Επί πλέον, επειδή γίνεται από ατελή αντίγραφα των αρχικών Γραφών, η μετάφρασις σε μια ξένη γλώσσα γίνεται συχνά λιγώτερο ικανή να παρουσιάση τελείως την αρχική σκέψι ή απόχρωσι νοήματος. Καμμιά, λοιπόν, μεταγενέστερη μετάφρασις των Αγίων Γραφών δεν θα μπορούσε να γίνη σεβαστή ως θεόπνευστη, ούτε ακόμη η πιο δημοφιλής μετάφρασις της Βίβλου στην Αγγλική, η Μετάφρασις του Βασιλέως Ιακώβου, ούτε η Λατινική Βουλγάτα ή η Μετάφρασις του Μαρτίνου Λουθήρου.
16. Πώς μπορούν οι μεταφρασταί να εμποδισθούν από το να μιλήσουν την καθαρή γλώσσα;
16 Έως την αρχή του έτους 1950, οι Γραφές μεταφράσθηκαν, εν όλω ή εν μέρει, σε 1.118 γλώσσες και διαλέκτους. Νέες μεταφράσεις εκδίδονται σε αναλογία μιας περίπου το μήνα. Κατά μέγιστον μέρος οι μεταφράσεις αυτές γίνονται από θρησκευτικούς κληρικούς και ιεραποστόλους των δογμάτων του «Χριστιανισμού». Φυσικά οι μεταφράσεις που γίνονται από τέτοιους θρησκευτικούς άνδρες και γυναίκες θα είναι επηρεασμένες, χρωματισμένες, διατυπωμένες και συντεταγμένες σύμφωνα με τις ειδωλολατρικές φιλοσοφίες και τις αντιγραφικές παραδόσεις που εκληρονόμησαν τα θρησκευτικά τους συστήματα από το παρελθόν. Η τιμιότης τους, η ειλικρίνεια και ο θρησκευτικός τους ζήλος θα τους φλέγουν ώστε να συνυφάνουν αυτά τα πράγματα στη μετάφρασι όσο το δυνατόν περισσότερο. Και όταν κάνουν τη μετάφρασί τους, όχι από το Εβραϊκό, Αραμαϊκό και Ελληνικό πρωτότυπο, αλλά από μια απλή μετάφρασι που έχει ήδη αυτή την ιδιαίτερη θρησκευτική χροιά, αυτό τείνει ακόμη περισσότερο να παραφθείρη τη μετάφρασι. Αυτό εμποδίζει εκείνους που χρησιμοποιούν τη μετάφρασι, να μιλήσουν την καθαρή γλώσσα του θείου αγγέλματος της σωτηρίας.
17. Πώς μπορεί ένας αναγνώστης να προστατεύση τον εαυτό του από μια ‘χρωματισμένη’ μετάφρασι;
17 Όπως ακριβώς οι σπουδασταί της Γραφής στην αρχαία Βέροια της Ελλάδος ερευνούσαν τις Γραφές καθημερινά για να δουν αν τα όσα εκηρύττοντο ακόμη και από ένα πρόσωπο σαν τον απόστολο Παύλο ήσαν Γραφικά και επομένως αληθινά, έτσι και ο αναγνώστης μιας νεωτέρας μεταφράσεως μπορεί να προστατεύση τον εαυτό του από τη θρησκευτική χροιά μιας μεταφράσεως. Πώς; Περνώντας μέσα από τη θρησκευτική παράδοσι και ανερευνώντας τις αρχικές πηγές μέσω όλων των συγχρόνων βοηθημάτων που έχει γι’ αυτό το σκοπό, όπως είναι τα λεξικά αρχαίων γλωσσών, τα Ταμεία της Βίβλου, οι τελευταίες γραμματικές των Αρχαίων γλωσσών, κλπ. Μπορεί να ανακαλύψη σφάλμα παραβάλλοντας Γραφικό εδάφιο με Γραφικό εδάφιο για να σημειώση οποιεσδήποτε ασυνέπειες στη μετάφρασι και έπειτα ερευνώντας το αρχικό κείμενο, αν αυτό είναι δυνατόν.
18. Τι, λοιπόν, χρειάζεται ένας μεταφραστής για να υπηρετήση τον Θεό προς σωτηρίαν;
18 Ένας μεταφραστής της Αγίας Γραφής, λοιπόν, χρειάζεται κάτι περισσότερο από απλή θρησκευτική ζέσι και τιμιότητα. Χρειάζεται ανεξαρτησία από τις θρησκευτικές παραδόσεις των ισχυράς επιρροής δημοφιλών συστημάτων και από τις γενικώς παραδεδεγμένες ειδωλολατρικές φιλοσοφίες του κόσμου τούτου. Χρειάζεται να ανατρέξη στα αρχικά συγγράμματα των θεοπνεύστων συγγραφέων για να εννοήση εκείνο που λέγουν, σε μια προσπάθεια να βρη, όχι την απόδειξι της νεωτέρας θρησκευτικής διδασκαλίας, αλλά της ‘πίστεως, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους’. Ιδιαίτερα πρέπει να ενθυμήται ότι οι αρχικές Γραφές ήσαν εμπνευσμένες από την ενεργό δύναμι ή το πνεύμα του Θεού. Γι’ αυτό θα πρέπει να προσεύχεται για το ίδιο πνεύμα, όχι για να τον εμπνεύση, αλλά για να τον βοηθή και να τον οδηγή ενώ μεταφράζει. Διότι αυτό το πνεύμα είναι «το πνεύμα της αληθείας», και ο Θεός είναι πιο πρόθυμος να το δώση στα πνευματικά του τέκνα από όσο ένας επίγειος πατέρας είναι πρόθυμος να δώση καλά δώρα στα φυσικά του παιδιά. (Ιωάννης 16:13· Λουκάς 11:13) Ο μεταφραστής πρέπει να μην έχη στο νου να κάνη όνομα για τον εαυτό του με το να προσκολλά το όνομά του στη μετάφρασι. Πρέπει να είναι απορροφημένος από την επιθυμία να παρουσιάση την ‘καθαρή γλώσσα’ της αληθείας του Θεού για να μπορέσουν οι αναγνώσται της μεταφράσεώς του να επικαλεσθούν το όνομα του Θεού, ο οποίος ονομάζεται Ιεχωβά, και να ενωθούν με ανθρώπους που μιλούν άλλες γλώσσες και διαλέκτους για να υπηρετήσουν αυτόν τον ένα αληθινό Θεό με μια γνώμη. Με τον τρόπον αυτόν ο μεταφραστής υπηρετεί τον σκοπό του Θεού και εργάζεται για τη δική του σωτηρία και για τη σωτηρία εκείνων που χρησιμοποιούν τη μετάφρασι.