Επίσκοποι του Λαού του Ιεχωβά
«Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς, και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το πνεύμα το άγιον σας έθεσεν επισκόπους, δια να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού.—Πράξ. 20:28.
1, 2. Ποιο είναι το αποτέλεσμα της αυξήσεως της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, και πώς προελέχθη αυτή η αύξησις;
Η ΚΑΤΑΠΛΗΚΤΙΚΗ αύξησις της κοινωνίας του Νέου Κόσμου αποτελεί αιτία θαυμασμού για τον κόσμο και πηγή χαράς για τους μάρτυρας του Ιεχωβά. Με μια αύξησι 1.374 τοις εκατό σε διακόνους στα τελευταία τριάντα χρόνια, είναι μήπως παράδοξο ότι οι δημοσιογράφοι την εχαρακτήρισαν ως την πιο γοργά αυξανόμενη θρησκεία του κόσμου; Αλλά η επέκτασις δεν ετελείωσε. Περισσότερη θα γίνη, οι δε Γραφές μας βεβαιώνουν ότι η αύξησις αυτή θα συνεχισθή ώσπου να γεμίση τελείως τη γη η λατρεία του Ιεχωβά.—Ησ. 11:9· 60:8.
2 Για τη μεγάλη εισροή των «άλλων προβάτων» στη θεοκρατική κοινωνία του Νέου Κόσμου, ο Ιεχωβά προ πολλού ενέπνευσε τον προφήτη Ζαχαρία να γράψη τα ακόλουθα στο όγδοο κεφάλαιο, εδάφιο 23 (ΑΣ): «Ούτω λέγει ο Ιεχωβά των δυνάμεων· Εν ταις ημέραις εκείναις δέκα άνδρες εκ πασών των γλωσσών των εθνών θέλουσι πιάσει σφιγκτά, ναι, θέλουσι πιάσει σφιγκτά το κράσπεδον ενός Ιουδαίου, λέγοντες· Θέλομεν υπάγει με σας· διότι ηκούσαμεν ότι ο Θεός είναι με σας.» Και έτσι δίδει οδηγίες στη θεοκρατική του οργάνωσι για να διευκολυνθή το αυξανόμενο αυτό πλήθος λατρευτών. Ναι, ο Ιεχωβά κάνει επαρκή προμήθεια για κείνους που συνάγονται στον οίκον του για λατρεία. Και δεν είναι λογική αυτή η προμήθεια;
3. Ποια προμήθεια έκαμε ο Θεός φροντίζοντας για τις ζώσες ψυχές που έπλασε επάνω στη γη, και ειδικώς για τον άνθρωπο;
3 Δεν επρονόησε πάντοτε ο Ιεχωβά για τα πλάσματά του; Όταν, κατά την περίοδο της δημιουργίας της γης, ο Ιεχωβά είπε: «Ας γεννήσωσι τα ύδατα εν αφθονία νηκτά έμψυχα . . . πετεινά πετόμενα . . . τα κήτη τα μεγάλα . . . κτήνη, και ερπετά, και ζώα της γης, . . . Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημών», μήπως τα έφερε αυτά σε μια γη που δεν ήταν ακόμη προπαρασκευασμένη; Όχι! Ήδη είχε γίνει εκτεταμένη εργασία για να καταστή η γη ένας κατάλληλος οίκος που θα τα συντηρούσε επαρκώς. Ο Δημιουργός, λοιπόν, μπορούσε να πη στον πρώτον άνδρα και στη γυναίκα: «Ιδού, σας έδωκα πάντα χόρτον κάμνοντα σπόρον, όστις είναι επί του προσώπου πάσης της γης, και παν δένδρον, το οποίον έχει εν εαυτώ καρπόν δένδρου κάμνοντος σπόρον· ταύτα θέλουσιν είσθαι εις εσάς προς τροφήν· και εις πάντα τα ζώα της γης, και εις πάντα τα πετεινά του ουρανού, και εις παν ερπετόν έρπον επί της γης, και έχον εν εαυτώ ψυχήν ζώσαν, έδωκα πάντα χλωρόν χόρτον εις τροφήν.» Και έγινε έτσι. «Και είδεν ο Θεός πάντα όσα εποίησε· και ιδού, ήσαν καλά λίαν.»—Γεν. 1:20-31.
4. Τι έφερε ο Ιεχωβά σε ύπαρξι στην εποχή μας, και πώς επρονόησε γι’ αυτό;
4 Πόσο περισσότερο αληθινό είναι αυτό για την εποχή μας. Ο Ιεχωβά έφερε σε ύπαρξι μια κοινωνία Νέου Κόσμου, απηλευθέρωσε αυτούς που την αποτελούν από τον παλαιό κόσμο και τους έφερε στην εύνοιά του, σε μια νέα γη, γη «νενυμφευμένη» (Μπεουλάχ), στο θεοκρατικό τους τόπο, και εκεί ευλόγησε πλούσια την πνευματική τους θέσι. (Ησ. 62:4, 5) Έγινε προμήθεια από τον Θεό για να τύχουν επαρκούς φροντίδος τα πάντοτε αυξανόμενα συμφέροντα της Βασιλείας στη γη. Αληθινός στον λόγο του και απαντώντας στην γεμάτη αγάπη υπηρεσία των αφωσιωμένων μαρτύρων του, άνοιξε τους καταρράκτας του ουρανού και τώρα εκχύνει μια ευλογία τόσο πλούσια, ώστε να μην υπάρχη καμμιά έλλειψις στον λαό του.—Μαλαχ. 3:10.
5. Ποιος χειρισμός έγινε της αυξήσεως της νεοσχηματισμένης Χριστιανικής εκκλησίας στον πρώτον αιώνα;
5 Στον πρώτον αιώνα, όταν ο Κύριος Ιεχωβά εξέχυσε το πνεύμα του στους πιστούς εκείνους λάτρεις που ήσαν συναθροισμένοι στην Ιερουσαλήμ κατά την Πεντηκοστή, υπήρξε τόσο συντριπτική η απόδειξις ότι αυτοί ήσαν πράγματι οι δούλοι του Ζώντος Θεού και ότι το άγγελμα που εδίδασκαν ήταν η αλήθεια, ώστε η οργάνωσις επέτυχε μια αύξησι τριών χιλιάδων περίπου ατόμων σε μια μέρα. (Πράξ. 2:1-42) Μετά ταύτα σημαντικά πλήθη εξακολούθησαν να μαθαίνουν την αλήθεια. Ποιος χειρισμός θα μπορούσε να γίνη της αυξήσεως αυτής, πώς θα μπορούσαν αυτοί να εκπαιδευθούν και να οργανωθούν επαρκώς από τη μικρή Χριστιανική εκκλησία που ήταν τότε στη νηπιότητά της; Η απάντησις εδόθη από τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, υπό την μορφή ικανών αποστόλων και άλλων που θα υπηρετούσαν ως επόπται ή επίσκοποι.—1 Κορ. 12:28· Εφεσ. 4:7-14.
Ο ΑΓΩΓΟΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ
6. Εξηγήστε γιατί η αναγνώρισις του αγωγού επικοινωνίας του Ιεχωβά ήταν τόσο ουσιώδης σε περασμένους καιρούς.
6 Ο Ιεχωβά έχει ιδρύσει έναν πολύ θετικόν αγωγόν επικοινωνίας, μέσω του οποίου πολιτεύεται με τον λαό του. Στον καιρό που προηγήθηκε από τον κατακλυσμό εχρησιμοποίησε τον Νώε, και ήταν ζωτικό για όλους ν’ αναγνωρίσουν αυτό το γεγονός για να σωθούν από την παγκόσμια καταστροφή εκείνου του καιρού. (Εβρ. 11:7) Στον καιρό της εξόδου του Ισραήλ από την Αίγυπτο, ο Μωυσής ήταν εκείνος, μέσω του οποίου ο Θεός επολιτεύθη με τον λαό του. Όταν οι Ισραηλίται ανεγνώριζαν τη θεοκρατική διάταξι, η ευλογία του Ιεχωβά έμενε επάνω τους. Εν τούτοις, όταν ελάμβαναν μια ανθρώπινη απλώς άποψι της προμηθείας αυτής του Θεού, επέφεραν θλίψι επάνω τους. Τέτοια ήταν η πείρα της Μαριάμ, η οποία επατάχθη με λέπρα επειδή δεν ανεγνώρισε τη διάταξι του Ιεχωβά με σεβασμό. Άλλοι, όπως ο Κορέ, ο Δαθάν, ο Αβειρών και οι άνθρωποι που ήσαν μαζί τους, εθανατώθησαν για την πείσμονα ανεξαρτησία των. Ακόμη δε κι εκείνοι που τους συμπαθούσαν επέφεραν στον εαυτό τους θεία αποδοκιμασία, και σε μια περίπτωση εθανατώθησαν 14.700 απ’ αυτούς.—Αριθμ. 12:1-10· 16:1-35, 41-50.
7. (α) Ποιος είναι ο αγωγός επικοινωνίας του Ιεχωβά σήμερα, και ποιος το καθώρισε αυτό; (β) Τι είναι εμπιστευμένο στη φροντίδα του;
7 Ας προσδιορίσωμε τώρα αλάνθαστα τον αγωγόν επικοινωνίας του Ιεχωβά για την εποχή μας, για να εξακολουθήσωμε να έχωμε την εύνοιά του. Προσέξτε τη θεόπνευστη απάντησι στην περίπτωσι αυτή, που αναγράφεται στο κατά Ματθαίον 24:45-47: «Τις λοιπόν είναι ο πιστός και φρόνιμος δούλος, τον οποίον ο κύριος αυτού κατέστησεν επί των υπηρετών αυτού, δια να δίδη εις αυτούς την τροφήν εν καιρώ; Μακάριος ο δούλος εκείνος, τον οποίον, όταν έλθη ο κύριος αυτού, θέλει ευρεί πράττοντα ούτως. Αληθώς σας λέγω, ότι θέλει καταστήσει αυτόν επί πάντων των υπαρχόντων αυτού.» Και τον κατέστησε άρα γε; Μάλιστα, ιδιαίτερα από το 1919 υπήρξε αληθές ότι διώρισε το συλλογικό σώμα του κεχρισμένου υπολοίπου επί όλων των ορατών συμφερόντων της Βασιλείας. Ο «δούλος» τότε έγινε υπεύθυνος όχι μόνο να διακονήση και εξυπηρετήση τις ανάγκες των μελών του κεχρισμένου σώματος, αλλ’ ανέλαβε επίσης την ευθύνη της διακηρύξεως των αγαθών νέων της εγκαθιδρυμένης Βασιλείας στους ανθρώπους όλων των εθνών. (Ματθ. 24:14) Τούτο είναι αληθινό όχι επειδή αυτοί το καθώρισαν, αλλά επειδή ο Θεός ο ίδιος κατηύθυνε έτσι. «Ο Θεός έθεσε τα μέλη έν έκαστον αυτών εις το σώμα, καθώς ηθέλησεν»· αυτός είναι ο τρόπος με τον οποίο περιγράφεται τούτο στην 1 Κορινθίους 12:18. Είναι ζωτικό να εκτιμήσωμε αυτό το γεγονός και ν’ ανταποκριθούμε στις κατευθύνσεις του «δούλου» όπως θ’ απαντούσαμε στη φωνή του Θεού, επειδή είναι δική Του προμήθεια.
ΠΟΙΟΣ ΔΙΟΡΙΖΕΙ ΕΠΙΣΚΟΠΟΥΣ
8, 9. (α) Ποιος διορίζει επισκόπους στην κοινωνία Νέου Κόσμου; (β) Εξηγήστε πώς αυτό είναι αληθινό.
8 Αυτό το ζήτημα του θεοκρατικού διορισμού εισδύει σε κάθε μέρος της οργανώσεως. Διευθύνεται από την κορυφή, από τον Ιεχωβά Θεό τον ίδιο, προς τα κάτω. Εκείνοι που βρίσκονται σε υπεύθυνες θέσεις, όπως οι υπηρέται περιοχών και περιφερειών, οι υπηρέται εκκλησίας και οι διακονικοί υπηρέται των εκκλησιών, αποτελούν όλοι μέρος της θεοκρατικής αυτής διαρθρώσεως. Ο διορισμός των σε υπηρεσία πρέπει να θεωρήται από αυτή την άποψι. Και γνωρίζοντας τούτο, αισθάνονται μια μεγάλη ευθύνη ενώπιον του Θεού να εκπληρώσουν δεόντως τα καθήκοντά των. Όπως το εξέθεσε αυτό τόσο κατάλληλα ο απόστολος Παύλος: «Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς, και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το πνεύμα το άγιον σας έθεσεν επισκόπους, δια να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε δια του σώματος του ιδίου [Υιού].» (Πράξ. 20:28, ΜΝΚ) Οι υπηρέται των εκκλησιών δεν είναι υπηρέται επειδή τους εξέλεξε κάποιος άνθρωπος. Δεν είναι ο υπηρέτης περιοχής ή η επιτροπή της εκκλησίας εκείνοι που καθορίζουν ποιοι θα εποπτεύουν την εκκλησία του Θεού. Είναι το άγιο πνεύμα του Ιεχωβά εκείνο που πρέπει να ενεργήση για να τους διορίση ως επισκόπους. Πώς;
9 Ο λόγος του Θεού, η Γραφή, εγράφη υπό την έμπνευσιν του άγιου πνεύματος. Σ’ αυτήν βρίσκεται λεπτομερής περιγραφή εκείνων που μπορούν να είναι επίσκοποι στις εκκλησίες. Οι απαιτήσεις αυτές εκτίθενται από τον Θεό τον ίδιο, η δε ενεργός του δύναμις εξακολουθεί να λειτουργή στον καιρό μας για να κατευθύνη το κυβερνών σώμα και άλλους που βρίσκονται σε θέσεις ευθύνης επειδή προσκολλώνται στενά στον γραπτόν Λόγον. Όταν οι οδηγίες αυτές ακολουθούνται προσεκτικά και διορίζωνται επίσκοποι μόνο τέτοιοι που περιγράφονται στις Γραφές, ποιος ακριβώς τους εκλέγει; Όχι άνθρωπος, επειδή αυτός δεν έθεσε τον κανόνα που πρέπει ν’ ακολουθηθή. Ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος είναι εκείνος που, μέσω του αγίου του πνεύματος, τους διορίζει ως επισκόπους.—Ψαλμ. 119:105· Παροιμ. 3:5, 6.
ΠΟΙΟΙ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΥΠΗΡΕΤΗΣΟΥΝ
10. Τι εννοείται στις Γραφές με τον όρον «πρεσβύτερος», και γιατί μόνο τέτοιοι πρέπει να είναι επίσκοποι;
10 Παρατηρήστε τις Γραφικές απαιτήσεις όπως εκτίθενται στο 1 Τιμόθεον 3:1-7 και Τίτον 1:5-9. Ένα από τα πρώτα πράγματα που πρέπει να εξετασθούν στην εκλογή ενός υπηρέτου είναι το ζήτημα της ωριμότητος, μας λέγεται δε κατ’ επανάληψιν ότι μόνον ένας «πρεσβύτερος» μπορεί να είναι επίσκοπος. Ενώ αυτό δεν αναγράφεται στο 1 Τιμόθεον 3, είναι το πρώτο σημείο που εξετάζεται στο Τίτον 1:5. Με τον όρον πρεσβύτεροι εννοούνται όχι απλώς άτομα που είναι πιο ηλικιωμένα με μια φυσική έννοια. Η ηλικία δεν κάνει κατ’ ανάγκην έναν άνθρωπο ώριμον σε πνευματικά ζητήματα, μολονότι χρόνια πείρας είναι ασφαλώς ένα προσόν. Η ωριμότης που καθιστά ένα άτομο κατάλληλο για ειδικά προνόμια υπηρεσίας περιλαμβάνει και γνώσι και πείρα. Ένας επίσκοπος πρέπει να είναι επιμελής στη μελέτη για ν’ ανταποκριθή στον κανόνα αυτόν. Πρέπει να έχη επαρκή γνώσι της ιστορίας της οργανώσεως, υγιά κατανόησι των δογματικών ζητημάτων και τελεία εκτίμησι των οδηγιών της οργανώσεως. Ενώ αληθεύει ότι αυτός είναι αναμφιβόλως πολύ απασχολημένος στο να φροντίζη για την εκκλησία, πρέπει πάντοτε να συνεχίζη τη μελέτη του, όχι μόνο για το δικό του όφελος, αλλά και ως παράδειγμα σε τούτο για τους αδελφούς του. Αυτό, συνδεδεμένο με πολλή πείρα συνεργασίας με την οργάνωσι, είναι απαραίτητο αν ο επίσκοπος πρόκειται να χειρισθή κατάλληλα τον διορισμό του.
11. Εξηγήστε τι περιλαμβάνεται στις απαιτήσεις ότι ο επίσκοπος πρέπει να είναι άμεμπτος και άγρυπνος ή μετριοπαθής στις συνήθειές του.
11 Το δεύτερο εδάφιο εδώ λέγει: «Πρέπει λοιπόν ο επίσκοπος να ήναι άμεμπτος, μιας γυναικός ανήρ, άγρυπνος, σώφρων, κόσμιος, φιλόξενος, διδακτικός.» (1 Τιμ. 3:2) Λέγοντας ότι πρέπει να είναι άμεμπτος, εννοεί ότι πρέπει να είναι ανεπίληπτος. Κανείς δεν πρέπει να μπορή να τον δακτυλοδεικτήση ως έναν που είναι αμελής στο έργον του ή που παραλείπει να συμμορφωθή με τους κανόνας της Γραφής. Αυτό είναι αληθινό σε όλα. Συνεπώς, αν είναι νυμφευμένος, πρέπει να είναι σύζυγος μιας μόνο γυναικός. Πρέπει, επίσης, να είναι άγρυπνος και μετριοπαθής στις συνήθειές του. Όσον αφορά το φαγητό, δεν πρέπει να είναι λαίμαργος. Μολονότι το ποτό δεν απαγορεύεται, ποτέ δεν πρέπει να πίνη καθ’ υπερβολήν. (1 Κορ. 10:31) Στο έργο είναι μετριοπαθής. Είναι επιμελής, ναι· αλλά δεν φθάνει στα άκρα ώστε να φθείρη την υγεία του. Αν βρίσκη ευχαρίστησι σε υγιά αναψυχή, και αυτό είναι επίσης κατάλληλο. Αλλά ποτέ δεν θα φθάση στην ανόητη ακρότητα να γίνη φιλήδονος μάλλον παρά φιλόθεος, αφήνοντας τις τέρψεις να καταπνίξουν τη θεοκρατική δραστηριότητα.—Φιλιππησ. 4:5· 2 Τιμ. 3:1, 4.
12. Γιατί θα ήταν ασύνετο ένας φαντασιόπληκτος να υπηρετή ως επίσκοπος;
12 Συχνά στην κοινωνία του παλαιού κόσμου παρατηρούμε άτομα που ελκύουν την προσοχή στον εαυτό τους με τις παραδοξότητές τους, αλλά όταν τα άτομα αυτά έρχωνται στην οργάνωσι του Ιεχωβά προσέχουν να μεταβάλουν την προσωπικότητά τους. (Εφεσ. 4:22-24) Φυσικά, αν μερικοί δεν το έχουν κάμει αυτό ακόμη, δεν θα μπορούσαν να είναι επίσκοποι. Αν ένας αδελφός είναι φαντασιόπληκτος ως προς το φαγητό ή άλλα ζητήματα της ζωής, τα πράγματα δεν βρίσκονται στην ορθή τους θέσι. «Διότι η βασιλεία του Θεού δεν είναι βρώσις και πόσις, αλλά δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά εν πνεύματι αγίω· επειδή ο δουλεύων εν τούτοις τον Χριστόν, ευαρεστεί εις τον Θεόν, και ευδοκιμεί παρά τοις ανθρώποις.» (Ρωμ. 14:17, 18) Κάνομε καλά όταν φροντίζωμε για την υγεία μας, αλλά είμεθα ασύνετοι όταν επιτρέπωμε το ζήτημα αυτό να κατέχη στη ζωή μας την προσοχή που θα έπρεπε να παρέχεται στη διακονία. Μόνο εκείνοι που θέτουν τη Βασιλεία πρώτα, μπορούν να είναι υπηρέται.
13. Τι εννοεί ο απόστολος όταν λέγη ότι ο επίσκοπος πρέπει να είναι «σώφρων»;
13 Τι εννοεί ο απόστολος όταν λέγη ότι ο επίσκοπος πρέπει να είναι σώφρων; Εννοεί πολύ περισσότερα από απλή διανοητική σταθερότητα. Ένας που είναι σώφρων από θεοκρατική άποψι έχει ανακαινίσει τη διάνοιά του σύμφωνα με το αγαθό και ευάρεστο θέλημα του Θεού. Επειδή έχει γεμίσει τη διάνοιά του με την αλήθεια, οι συλλογισμοί του βασίζονται στη Γραφή. Έμαθε να εμπιστεύεται στον Ιεχωβά με όλη του την καρδιά και όχι να επιστηρίζεται στη δική του σύνεσι.—Ψαλμ. 19:7· 139:17· Ησ. 55:9· Ρωμ. 12:2.
14. Τι περιλαμβάνεται στο να είναι «κόσμιος» και «διδακτικός,»;
14 Με την ίδια ακριβώς έννοια πρέπει να είναι «κόσμιος» ή εύτακτος. Κάθε υπηρέτης, πραγματικά ο καθένας στην κοινωνία του Νέου Κόσμου, γνωρίζει ότι είναι ουσιώδες να είναι καθαρός και να κρατή μια καλά τακτοποιημένη κατοικία. Η κατοικία του δεν είναι απλώς ζήτημα προσωπικού ενδιαφέροντος, αλλ’ όταν γίνεται ένας από τους μάρτυρας του Ιεχωβά, αυτός και η κατοικία του αντιπροσωπεύουν την κοινωνία Νέου Κόσμου στην κοινότητα. Θέλει να είναι βέβαιος ότι αποτελούν τιμή για την οργάνωσι. Η κοσμιότης, όμως, εκτείνεται πέρα απ’ αυτό. Απαιτεί το ν’ αναγνωρίζη ο υπηρέτης τη θεοκρατική τάξι, το να εκτιμά την ανάγκη υποταγής στη θεοκρατική οργάνωσι, τόσο την αόρατη, όσο και την ορατή. Η εκτίμησις της θεοκρατικής τάξεως θα τον εμποδίση από το να βλέπη τους συνδούλους του σύμφωνα με την ατελή σάρκα, αλλά θα τον οδηγήση να πολιτεύεται μαζί τους σαν με ανθρώπους που προσδιωρίσθησαν από τον Θεό για να επιμελούνται τα συμφέροντα της Βασιλείας. Θα τον κάμη να πολιτεύεται καλά με τους αδελφούς του, οι οποίοι είναι όλοι δούλοι του Ιεχωβά και όχι του επισκόπου. Αυτός ο ίδιος θα εκτιμήση βαθιά ότι είναι ένας υπηρέτης και ότι πρέπει να φροντίζη καλά για το καθήκον του, οικοδομώντας την εκκλησία πνευματικώς και υποδεχόμενος μέσα σ’ αυτήν εκείνους τους ξένους ή άτομα καλής θελήσεως που εκδηλώνουν επίσης μια επιθυμία να ενωθούν στην ορθή λατρεία. Τα πράγματα αυτά, μαζί με εξακολουθητική επίδοσι στη σχολή θεοκρατικής διακονίας, πρέπει να τον βοηθήσουν να είναι ικανός να διδάσκη, και από σπίτι σε σπίτι και από το βήμα στις εκκλησιαστικές συναθροίσεις.—1 Κορ. 14:40· 2 Κορ. 5:16· Εφεσ. 5:21.
15. Τι μπορεί να λεχθή για τη διάθεσι ενός επισκόπου και την άποψί του όσον αφορά τις εμπορικές επιδιώξεις;
15 Παρατηρήστε τώρα το τρίτο εδάφιο αυτού του κεφαλαίου 3 της πρώτης προς Τιμόθεον επιστολής. Ο επίσκοπος πρέπει να είναι «ουχί μέθυσος, ουχί πλήκτης, ουχί αισχροκερδής· αλλ’ επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος.» Αντί να επιφέρη όνειδος στην κοινωνία Νέου Κόσμου με υπερβολική οινοποσία, μάχες ή κακή διάθεσι, επιζητεί μάλλον τον καρπό του πνεύματος του Θεού: αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότητα, αγαθωσύνη, πίστι, πραότητα, εγκράτεια. (Γαλ. 5:22, 23) Θα παρατηρήσετε ότι περιλαμβάνεται προειδοποίησις εν σχέσει με τον κίνδυνο που απεδείχθη ότι αποτελεί παγίδα για πολλούς—της φιλαργυρίας. Ποτέ δεν μπορεί ένα άτομο να είναι επίσκοπος αν επιτρέπη η αγάπη του για το χρήμα να υπερβαίνη οπωσδήποτε την αγάπη του για τον Θεό. Αν επιτρέπη η κοσμική εργασία του να παρεμποδίζη την τακτική από μέρους του παρακολούθησι των εκκλησιαστικών συναθροίσεων για να συμμετέχη στην τράπεζα του Ιεχωβά, δεν ανταποκρίνεται σ’ αυτή την απαίτησι. Αν περιστατική ή συχνή υπερωριακή εργασία ή ακόμη και τακτική ενασχόλησις που γίνεται εμπόδιο για τις συναθροίσεις ή την υπηρεσία τον ελκύη περισσότερο από τη δράσι της κοινωνίας του Νέου Κόσμου, αυτός θα έβλαπτε την πνευματικότητά του καθώς και εκείνων στην εκκλησία που αποβλέπουν σ’ αυτόν για την ανάληψι της ηγεσίας. Οι υπηρέται πρέπει να είναι άγρυπνοι για να μην τους αποστερήση η παγίδα του υλισμού από τα προνόμια της υπηρεσίας των.—Ματθ. 6:31-33· Λουκ. 12:15.
16. Επηρεάζει η οικογένεια ενός ανθρώπου τα προσόντα του ως επισκόπου; Πώς;
16 Το θείο υπόμνημα συνεχίζει στην 1 Τιμόθεον 3:4, 5: «Κυβερνών καλώς τον εαυτού οίκον, έχων τα τέκνα αυτού εις υποταγήν μετά πάσης σεμνότητος· (διότι εάν τις δεν εξεύρη να κυβερνά τον εαυτού οίκον, πώς θέλει επιμεληθή την εκκλησίαν του Θεού;)» Ένας που κυβερνά καλά τον οίκον του, το πράττει αυτό με αγάπη. Δεν είναι ένας κυβερνήτης με σιδηρά πυγμή, ο οποίος απαιτεί σεβασμό ενώ παραλείπει να εκτελή εκείνα που κερδίζουν τον σεβασμό. Όμως όταν απαιτήται πειθαρχική διαπαιδαγώγηση, δεν αγνοεί επίσης αυτή την ευθύνη. Ενίοτε παιδιά, επηρεασμένα από την κοσμική ατμόσφαιρα ανεξαρτησίας, δεν υπακούουν, ή προξενούν ταραχή στις συναθροίσεις. Τούτο δεν σημαίνει κατ’ ανάγκην ότι ο πατέρας παραλείπει να τα εκπαιδεύση κατάλληλα. Αλλά το ερώτημα είναι, Δείχνει άρα γε τώρα ο πατέρας ο ίδιος σεβασμό για τη θεοκρατική τάξι παρέχοντας την αναγκαία πειθαρχική διαπαιδαγώγησι, όχι στο μέσον της εκκλησιαστικής συναθροίσεως, αλλά έξω ή αργότερα στο σπίτι; Αν αυτή επιβληθή επαρκώς και με συνέπεια, θα θέση γρήγορα τέρμα στη δυσκολία, και η ικανότης του ν’ αντιμετώπιση την κατάστασι θα καταδειχθή με το γεγονός ότι οποιαδήποτε επανάληψις της περιπτώσεως θα είναι σπανία. Αν αυτός, ωστόσο, δεν μπορή να κυβερνήση την οικογένειά του, πώς θα μπορούσε ποτέ να ποιμάνη το ποίμνιο του Θεού;—Εβρ. 12:9· Παροιμ. 23:13, 14.
17. (α) Για ποιους λόγους δεν είναι αρμόδιος ως επίσκοπος ένας αρχάριος; (β) Από ποια άποψι πρέπει να έχη καλή μαρτυρία ακόμη και από τους έξω της οργανώσεως;
17 «Να μη ήναι νεοκατήχητος, δια να μη υπερηφανευθή και πέση εις την καταδίκην του διαβόλου. Πρέπει δε αυτός να έχη και παρά των έξωθεν μαρτυρίαν καλήν, δια να μη πέση εις ονειδισμόν και παγίδα του διαβόλου.» (1 Τιμ. 3:6, 7) Χρειάζεται καιρός για να ανακαινίση κανείς τη διάνοιά του. Όταν τα ιδεώδη του παλαιού κόσμου υπήρξαν ο κανών της ζωής ενός άτομου επί είκοσι, τριάντα ή σαράντα χρόνια προτού μάθη την αλήθεια, η νοοτροπία του δεν θα μεταμορφωθή τελείως όλη αμέσως. Μπορεί να προοδεύση ως το σημείο της αφιερώσεως πολύ γρήγορα και να δείξη την προθυμία του να κάμη την αλλαγή. Αλλ’ αυτή η αλλαγή πρέπει πραγματικά να έχη γίνει, και οι κατευθύνσεις του Νέου Κόσμου να έχουν γίνει ο τρόπος της ζωής του, προτού αυτός καταστή αρμόδιος ως επίσκοπος στην εκκλησία. Ένα πλήρες έτος ενεργού υπηρεσίας μετά τον συμβολισμό της αφιερώσεώς του με το εν ύδατι βάπτισμα δεν είναι ασφαλώς πολύς χρόνος για να περιμένουν οι υπεύθυνοι προτού συστήσουν το άτομο αυτό ως υπηρέτην, αν κανείς άλλος δεν είναι διαθέσιμος στην εκκλησία. (1 Τιμ. 5:22) Η πορεία του νέου διακόνου θα εκπλήξη εκείνους που έχει γνωρίσει στον παλαιό κόσμο, και, λόγω της αληθείας, μπορεί να μιλούν υβριστικά γι’ αυτόν. Αλλά σε ό,τι αφορά τις σχέσεις του με άλλους, την αξιοπιστία του και τον τρόπο της ομιλίας του, αυτοί δεν μπορούν να τον επικρίνουν. Για τις σχέσεις του αυτές του παρέχουν ευνοϊκή μαρτυρία, αν και μπορεί να μη συμφωνούν με τη θρησκεία του.—1 Πέτρ. 4:4, 15, 16.
18. Τι κρατεί τους επισκόπους ταπεινούς και ευπρόσιτους;
18 Όσοι ανταποκρίνονται σ’ αυτούς τους κανόνας, είναι εκείνοι που τους έχει επιδοκιμάσει ο Ιεχωβά ως επισκόπους του λαού του. Είναι άνδρες μεγάλης ολκής και αληθινής ευσεβείας, των οποίων η επιθυμία στη ζωή είναι να υπηρετούν τον Ιεχωβά Θεό και να προάγουν τα συμφέροντα της κοινωνίας του Νέου του Κόσμου. Και παρ’ όλα αυτά είναι ειλικρινώς ταπεινοί επειδή βλέπουν τη θέσι των εν σχέσει με τον Πατέρα των τον εν ουρανοίς. Μολονότι έχουν μεγάλη ευθύνη, δεν πρέπει ποτέ να λησμονούν το γεγονός ότι είναι υπηρέται. Έχοντας αυτό υπ’ όψιν, θα είναι ευπρόσιτοι, επιεικείς και πάντοτε υποβοηθητικοί στους αδελφούς των.
ΠΩΣ ΓΙΝΕΤΑΙ Η ΕΚΛΟΓΗ
19. Πώς η χρίσις του Δαβίδ από τον Σαμουήλ διευκρινίζει τον τρόπο, με τον οποίο γίνονται οι θεοκρατικοί διορισμοί;
19 Από καιρό σε καιρό, μερικοί που έχουν την ιδιότητα επισκόπων καλούνται να συστήσουν άλλους για θέσεις υπηρεσίας στη θεοκρατική οργάνωσι. Αυτοί πρέπει να έχουν υπ’ όψιν ότι, σύμφωνα με τη θεοκρατική διάταξι των πραγμάτων, τα άτομα αυτά πρόκειται να διορισθούν από το άγιο πνεύμα. Η θέσις των είναι κάπως όμοια με τη θέσι του προφήτου Σαμουήλ, τον οποίον ο Ιεχωβά έστειλε να χρίση εκείνον που Αυτός είχε εκλέξει ως βασιλέα του λαού του. Δεν του είχε δοθή το όνομα εκείνου που επρόκειτο να χρισθή, αλλά του είχε μόνο λεχθή ότι θα ήταν άνθρωπος της εκλογής του Θεού μέσα από τους υιούς του Ιεσσαί. Όταν οι νέοι φέρθηκαν μπροστά στον προφήτη, η πρώτη κλίσις του Σαμουήλ ήταν προς το πιο ηλικιωμένο από τα παιδιά, έναν ωραίον, καλής διαπλάσεως νέον, που ωνομάζετο Ελιάβ. Αλλ’ οι ιδιότητες αυτές δεν αποτελούσαν τη βάσι για προσδιορισμό. Όπως του είπε ο Ιεχωβά: «Μη επιβλέψης εις την όψιν αυτού, ή εις το ύψος του αναστήματος αυτού, επειδή απεδοκίμασα αυτόν· διότι δεν βλέπει ο Κύριος καθώς βλέπει ο άνθρωπος· διότι ο άνθρωπος βλέπει το φαινόμενον, ο δε Ιεχωβά βλέπει την καρδίαν.»—1 Σαμ. 16:1, 6, 7, ΜΝΚ.
20. (α) Είναι δυνατόν να εξετάσωμε την καρδιά, του ανθρώπου σήμερα; (β) Ποιος και μόνο μπορεί να συστηθή ως υπηρέτης, και ποια βεβαίωσι μας δίδει αυτό;
20 Το ίδιο αληθεύει και σήμερα. Ο Ιεχωβά βλέπει την καρδιά, όχι την εξωτερική εμφάνισι. Οι επίσκοποι πρέπει να το έχουν αυτό υπ’ όψι και να μην επηρεάζωνται από την προσωπικότητα και άλλες απόψεις της εξωτερικής εμφανίσεως. Είναι αλήθεια ότι ένας άνθρωπος δεν μπορεί να δη μέσα στην καρδιά ενός άλλου, αλλά ο λόγος του Θεού μπορεί. «Διότι ο λόγος του Θεού είναι ζων, και ενεργός, και κοπτερώτερος υπέρ πάσαν δίστομον μάχαιραν, και διέρχεται μέχρι διαιρέσεως ψυχής τε και πνεύματος, αρμών τε και μυελών, και διερευνά τους διαλογισμούς και τας εννοίας της καρδίας.» (Εβρ. 4:12) Οι Γραφικές απαιτήσεις πρέπει να εφαρμοσθούν σε μια τέτοια περίπτωσι, επειδή ο λόγος του Θεού είναι εκείνος που διευκρινίζει τι βρίσκεται μέσα στην καρδιά του ανθρώπου. Η θέσις εκείνου που καλείται να συστήση έναν υπηρέτην είναι όχι να εκλέξη έναν που προσωπικώς φρονεί ότι είναι ο πιο ενδεδειγμένος, αλλά να εύρη τον άνθρωπο που περιγράφεται στο Βιβλίο Οδηγιών του Θεού, στη Γραφή, ζητώντας τη βοήθεια του Ιεχωβά στο ζήτημα αυτό με προσευχή. Κατόπιν, έχοντας ακολουθήσει τον εμπνευσμένον λόγον του Θεού, και γνωρίζοντας ότι το άγιο πνεύμα ενεργεί επάνω στην οργάνωσι για να την διευθύνη, μπορούμε να έχωμε πλήρη εμπιστοσύνη ότι οι υπηρέται διωρίσθησαν πράγματι από τον Ιεχωβά Θεό μέσω του αγίου του πνεύματος.
ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΣ ΘΕΟΚΡΑΤΙΚΩΝ ΕΚΠΡΟΣΩΠΩΝ
21. Με ποιο μέσον σήμερα ο Ιεχωβά κρατεί μπροστά στις διάνοιές μας τις απαιτήσεις του να συνερχώμεθα μαζί και εκεί να διακηρύττωμε δημοσία την ελπίδα μας;
21 Αυτό θέτει όλους όσοι βρίσκονται στην οργάνωσι του Ιεχωβά σε μια ευνοημένη θέσι, διότι γνωρίζομε ότι οι διευθετήσεις μέσα στην οργάνωσι γίνονται με τη στοργική πρόνοια του Θεού. Τις δεχόμεθα σαν από τον Θεό και τον ευχαριστούμε για τις προμήθειές του. Οπωσδήποτε ο απόστολος Παύλος σοβαρά νουθετεί: «Παρακαλούμεν ενταυτώ να μη δεχθήτε την χάριν του Θεού ματαίως.» (2 Κορ. 6:1) Ας ανταποκρινώμεθα στην προτροπή των επισκόπων που επρομήθευσε ο Θεός, όπως θα ανταποκρινώμεθα στον Θεό. Παρατηρήστε μια εφαρμογή του σημείου αυτού. Όταν εκείνος που διωρίσθη ως υπηρέτης της εκκλησίας, ή κάποιος από τους άλλους υπηρέτας ή οδηγούς Γραφικής μελέτης, μας πλησιάζη για να μας ενθαρρύνη να παρακολουθούμε πιο σταθερά τις συναθροίσεις ή να λαμβάνωμε μέρος σ’ αυτές, γιατί το κάνει αυτό; Ειδικώς, αυτό γίνεται επειδή ο Θεός διδάσκει ν’ ακολουθούμε μια τέτοια πορεία. «Ας κρατώμεν την ομολογίαν της ελπίδος ασάλευτον· διότι πιστός ο υποσχεθείς· και ας φροντίζωμεν περί αλλήλων, παρακινούντες εις αγάπην και καλά έργα· μη αφίνοντες το να συνερχώμεθα ομού, καθώς είναι συνήθεια εις τινάς, αλλά προτρέποντες αλλήλους· και τοσούτω μάλλον, όσον βλέπετε πλησιάζουσαν την ημέραν.» (Εβρ. 10:23-25) Και τώρα ο υπηρέτης αυτός έχει διορισθή από το άγιο πνεύμα για να μας βοηθή στη διακονία μας και να μας υπενθυμίζη την καλή συμβουλή που περιέχεται στη Γραφή, να παρακολουθούμε τις εκκλησιαστικές συναθροίσεις και εκεί να κάνωμε δημοσία διακήρυξι της ελπίδος μας. Πρέπει ν’ ανταποκριθούμε με την ίδια προθυμία, με την οποία θ’ απαντούσαμε στη φωνή του Θεού. Αυτό είναι το μέσον του, με το οποίο πολιτεύεται μαζί μας τώρα.
22. Πώς ενετυπώθη στο Ζαχαρία η ανάγκη σεβασμού προς τους ουρανίους θεοκρατικούς εκπροσώπους;
22 Ο Ζαχαρίας, ο πατέρας του Ιωάννου του Βαπτιστού, είχε μια πείρα μ’ ένα διωρισμένο θεοκρατικό εκπρόσωπο, η οποία πρέπει να το εντυπώση αυτό στη διάνοιά μας. Όταν ο Γαβριήλ, ένας αγγελικός υπηρέτης του Θεού, εστάλη να τον ειδοποιήση για την προσεχή γέννησι του υιού του, ο Ζαχαρίας δεν απέρριψε την αγγελία, αλλ’ απλώς εξέφρασε κάποια αμφιβολία λέγοντας: «Πώς θέλω γνωρίσει τούτο; διότι εγώ είμαι γέρων, και η γυνή μου προβεβηκυία εις την ηλικίαν αυτής.» Ο Ζαχαρίας εδώ παρέλειψε να δείξη τον οφειλόμενο σεβασμό στη θεοκρατική εξουσία. Για την παράλειψι αυτή έγινε άλαλος και παρέμεινε έτσι ως τη γέννησι του Ιωάννου. Η πείρα αυτή εγράφη για τη νουθεσία μας στον παρόντα καιρό.—Λουκ. 1:18-20.
23. (α) Είναι μήπως ολιγώτερο σπουδαίο το ν’ αναγνωρίζωμε τους επιγείους επισκόπους στη θεοκρατική οργάνωσι; (β) Ποια άποψι λαμβάνομε της συμβουλής που προέρχεται από την οργάνωσι;
23 Ασφαλώς κανείς δεν θα αμφισβητούσε την εξουσία του αγγέλου Γαβριήλ όταν μίλησε ως υπηρέτης του Θεού. Η υπακοή και ο σεβασμός που θα εξεδηλώνοντο στον θεοκρατικόν αυτόν εκπρόσωπον, θα κατεδείκνυαν υπακοή και σεβασμό για Εκείνον που αυτός αντιπροσώπευε, τον Ιεχωβά Θεό. Οι επίγειοι επίσκοποι αντιπροσωπεύουν τον Ιεχωβά στους διορισμούς των εξίσου όσο και οι ουράνιοι. Κάποτε μπορεί να σας επλησίασε ένας από τους υπηρέτας της εκκλησίας, ο οποίος έκαμε μερικές εισηγήσεις για τη βελτίωσι ή τη διεύρυνσι των προνομίων σας υπηρεσίας στο έργον του αγρού. Πώς θα ανταπεκρινόμεθα σ’ εκείνο που λέγει; Ερωτούμε, πώς θα ανταπεκρινόμεθα αν ο Ιεχωβά ο ίδιος άνοιγε τους ουρανούς και έδινε αυτή τη νουθεσία για μας; Επειδή αγαπούμε τον ουράνιο Πατέρα μας, θα είχαμε ευχαρίστησι να την εκτελέσωμε! (Ψαλμ. 40:8) Λοιπόν ο Ιεχωβά έχει ανοίξει τους ουρανούς και μας έχει διδάξει τι να κάμωμε. Αποστέλλοντας το άγιο πνεύμα του εξ ύψους, ανέγραψε στον λόγον του τη συμβουλή να κηρύττωμε δημοσία και κατ’ οίκους και να τρέφωμε τα πρόβατα με το να επανεπισκεπτώμεθα όλους εκείνους που έδειξαν ενδιαφέρον όταν άκουσαν τον λόγον. Τώρα, σ’ αυτόν τον καιρό, προσδιώρισε τον «πιστόν και φρόνιμου δούλον» για να εποπτεύη αυτό το έργον της διακηρύξεως της Βασιλείας. Σ’ αυτή την τάξι του «δούλου» ενεπιστεύθη όλα τα υπάρχοντά του όσον αφορά την αληθινή λατρεία επάνω στη γη. Η τάξις αυτή, εκπληρώνοντας τον διορισμό της από τον Ιεχωβά, μας κάνει εισηγήσεις για το πώς να εκτελέσωμε τη Γραφική μας αποστολή να κηρύττωμε και χρησιμοποιεί τους θεοκρατικώς προσδιωρισμένους τοπικούς υπηρέτας για να τις φέρουν υπό την προσοχή μας και να μας βοηθήσουν να τις εφαρμόσωμε. Ενώ ο «δούλος» και οι άλλοι διωρισμένοι επίσκοποι δεν είναι βέβαια θεόπνευστοι, όπως ήσαν εκείνοι που εχρησιμοποιήθησαν για να συγγράψουν τη Γραφή, όμως όλοι στην εκκλησία δείχνουν κατάλληλο σεβασμό για τη θέσι που αυτοί κατέχουν, με το ν’ ανταποκρίνωνται στη διδόμενη συμβουλή, επειδή γνωρίζουν ότι αυτή είναι η προμήθεια του Ιεχωβά για τη διδασκαλία του λαού του σήμερα.—Εβρ. 13:7, 17