Φυλαχθήτε από τη Σκλήρυνσι που Φέρνει η Αμαρτία
ΠΟΛΛΑ άτομα σήμερα χλευάζουν με τη λέξι «αμαρτία.» Διακρατούν την ίδια αντίληψι με τους Βουδδιστάς, δηλαδή, ότι μια πράξις είναι εσφαλμένη μόνον όταν προξενή βλάβη στο ίδιο το άτομο ή σε κάποιον άλλον. Έτσι υποστηρίζουν ότι η πορνεία, αν δεν προξενή βλάβη σ’ εκείνους που την διαπράττουν, δεν είναι κάτι κακό.
Αλλά ο Λόγος του Θεού αποδεικνύει ότι σφάλλουν σε δύο περιπτώσεις. Εν πρώτοις, καθιστά σαφές ότι ο Ιεχωβά Θεός, ως ο Δημιουργός και παγκόσμιος Κυρίαρχος, έχει δικαίωμα να υπαγορεύη στον άνθρωπο τι είναι ορθό και τι εσφαλμένο. Αυτός είναι ο Βασιλεύς, ο Νομοθέτης και ο Κριτής του ανθρώπου. (Ησ. 33:22) Επομένως, το να ενεργή ένα άτομο αντίθετα με το νόμο του σημαίνει ότι «χάνει τον στόχο,» και αυτή είναι η κατά γράμμα σημασία της λέξεως «αμαρτία,» όπως χρησιμοποιείται στη Γραφή. Και δεύτερον, εφόσον ο Δημιουργός όχι μόνο έχει κάθε εξουσία, αλλά είναι επίσης παντογνώστης, πάνσοφος, καθώς και στοργικός, κι’ έτσι γνωρίζει τι είναι το καλύτερο για το ανθρώπινο γένος, το να παραβιάση ένα άτομο τους νόμους του είναι όχι μόνο εσφαλμένο και κακό, αλλά οπωσδήποτε θα προξενήση βλάβη τελικά αν όχι αμέσως.
Μεταξύ των πραγμάτων, που καθιστούν σαφές ότι το να ενεργήση ένα άτομο αντίθετα με τους νόμους του Θεού είναι εσφαλμένο, είναι η σκλήρυνσις που φέρνει η αμαρτία. Πάρτε, ως παράδειγμα, τους πρώτους γονείς μας, τον Αδάμ και την Εύα. Επειδή ο Ιεχωβά Θεός τους είχε ρητώς απαγορεύσει να φάγουν από τον καρπό του δένδρου της γνώσεως του καλού και του κακού, το να το πράξουν αυτό απετέλεσε αμαρτία. Είχε αυτό ως αποτέλεσμα να τους σκληρύνη; Βεβαίως είχε.
Όταν τον ρώτησε ο Πλάστης του αν είχε φάγει από τον απηγορευμένο καρπό, ο Αδάμ έρριψε τη μομφή στον Θεό και στη σύζυγό του, λέγοντας: «Η γυνή την οποίαν έδωκας να είναι μετ’ εμού, αυτή μοι έδωκεν από του δένδρου, και έφαγον.» Στην πραγματικότητα είπε, ‘Εκείνη μου έδωσε τον καρπό· εκείνη φταίει. Φταις κι’ εσύ, Θεέ, διότι συ, πρώτα-πρώτα, μου έδωσες αυτή τη γυναίκα για να είναι σύζυγός μου.’ Πόσο μόνος ήταν προτού του δώση ο Θεός την Εύα! Όταν επί τέλους την είχε λάβει, ανεφώνησε, «Τούτο είναι τώρα οστούν εκ των οστέων μου, και σαρξ εκ της σαρκός μου.» Αλλά τώρα η Εύα ήταν «η γυνή την οποίαν έδωκας να ήναι μετ’ εμού.» Και η Εύα, αντί να εκφράση λύπη και να δείξη μετάνοια, προσπάθησε ομοίως να μεταθέση το φταίξιμο, στον όφι.—Γεν. 2:23· 3:1-19.
Δεν υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό, το ότι αμάρτησαν είχε ως αποτέλεσμα να σκληρύνη τις καρδιές και τις συνειδήσεις αυτών των δύο πρώτων αμαρτωλών. Και προξένησε βλάβη σ’ αυτούς; Βεβαίως προξένησε, διότι έφερε σ’ αυτούς δυστυχία, θλίψι, παθήματα και θάνατο.
Ο πρωτότοκος γυιος των, ο Κάιν, απέδειξε επίσης με το παράδειγμά του την αρχή ότι η αμαρτία σκληρύνει. Από ζηλόφθονο μίσος είχε φονεύσει τον αδελφό του Άβελ. Όταν ο Ιεχωβά Θεός τον ρώτησε πού ήταν ο αδελφός του, μήπως αισθάνθηκε λύπη ή μετάνοια; Όχι, αλλά απήντησε με σκληρόκαρδο τρόπο: «Δεν εξεύρω· μη φύλαξ του αδελφού μου είμαι εγώ;» Όχι μόνο απεκάλυψε σκληρή αδιαφορία αλλά επίσης είπε ψέματα, δείχνοντας μεγάλη περιφρόνησι για την αλήθεια. Το αμάρτημα του Κάιν επέφερε και σ’ αυτόν τον ίδιο βλάβη, διότι χωρίσθηκε από την οικογένεια του και από τότε κι’ έπειτα είχε μια ένοχη συνείδησι.—Γεν. 4:8-16.
Ο ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΣΑΟΥΛ ΚΑΙ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΙΟΥΔΑΣ
Και κατόπιν ήταν ο Σαούλ, ο πρώτος βασιλεύς του Ισραήλ. Είχε τόσο πολύ αφήσει να τον καταλάβη ένα ζηλόφθονο μίσος, ώστε το να θανατώση τον Δαβίδ έγινε φλογερό πάθος της ζωής του. Το πόσο τον είχε σκληρύνει αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι είχε διατάξει τη σφαγή ολοκλήρου της ιερατικής κοινότητος της Νωβ, ογδόντα πέντε ιερέων μαζί με όλες τις οικογένειές των. Και γιατί; Απλώς διότι ο αρχιερεύς των είχε βοηθήσει τον Δαβίδ, χωρίς να γνωρίζη ότι ο Δαβίδ έφευγε από την οργή του Σαούλ. Πόσο το μίσος του για τον Δαβίδ είχε σκληρύνει την καρδιά του! Κανένας σεβασμός για το ιερατείο του Ιεχωβά! Καμμία εκτίμησις για τη ζωή των ιερέων ούτε των οικογενειών των! Τελικά αυτό εστοίχισε στον Σαούλ τη βασιλεία του και τη ζωή του.—1 Σαμ. 21:1-9· 22:6-23· 31:1-6.
Ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, ένας απόστολος του Ιησού, παρέχει ένα παράδειγμα ακόμη. Πρέπει στην αρχή να είχε καλή καρδιά, διότι διαφορετικά δεν θα τον είχε εκλέξει ο Ιησούς. Αλλά κατόπιν άφησε να τον καταλάβη ιδιοτέλεια. Εσκλήρυνε η καρδιά του με το ν’ αμαρτάνη κλέπτοντας από το ταμείο του ομίλου του Ιησού, από το κυτίον εισφορών που του είχε ανατεθή η φύλαξις. Έτσι φαίνεται ότι όταν ο Ιησούς επεδοκίμασε τη χρήσι του βαρυτίμου μύρου για να τον αλείψουν, πράγμα στο οποίο είχε αντιταχθή έντονα ο Ιούδας, αυτός πήγε κι’ επρόδωσε τον Κύριόν του για τριάκοντα αργύρια. Μια περαιτέρω ένδειξις της σκληρύνσεως της καρδιάς του ήταν η αναιδής ερώτησίς του, «Μήπως εγώ είμαι;» όταν ο Ιησούς είπε ότι ένας από τους δώδεκα θα τον επρόδιδε. Πόσο τον έβλαψε εκείνη η αμαρτία! Τον έκαμε ν’ αυτοκτονήση χωρίς ελπίδα αναστάσεως.—Ματθ. 26:6-25· Ιωάν. 12:3-8· 17:12.
Ότι η αμαρτία σκληρύνει, το καθιστά σαφές ο Λόγος του Θεού με πάρα πολλούς λόγους: «Τοιαύτη είναι η οδός της μοιχαλίδος γυναικός· τρώγει, και σπογγίζει το στόμα αυτής, και λέγει, Δεν έπραξα ανομίαν.» «Μήπως ησχύνθησαν, ότε έπραξαν βδέλυγμα; . . . παντελώς δεν ησχύνθησαν, ουδέ ηρυθρίασαν.» Ναι, «ο διεφθαρμένος δεν γνωρίζει αισχύνην.»—Παροιμ. 30:20· Ιερεμ. 6:15· Σοφον. 3:5.
ΠΟΤΕ Η ΑΜΑΡΤΙΑ ΣΚΛΗΡΥΝΕΙ ΕΝΑ ΑΤΟΜΟ
Όταν ένα άτομο καμφθή από αδυναμία της σαρκός, μετανοήση αμέσως και συνέλθη, τότε η αμαρτία του δεν το σκληρύνει, μολονότι μπορεί ν’ αφήση σημάδι. Αλλά το σκληρύνει όταν διαπράττεται επανειλημμένως, όπως στην περίπτωσι κλοπής χρημάτων του Ιούδα, ή όταν διαπράττεται εσκεμμένως και εκουσίως, όπως στην περίπτωσι του Αδάμ. Σκληρύνει διότι κάνει ένα άτομο πιο ιδιοτελές και αναίσθητο στη μετάνοια. Αποτέλεσμα τούτου είναι ότι πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο.
Ο Δημιουργός μας μάς έχει προικίσει με συνείδησι, η οποία μπορεί να εκπαιδευθή στο να διακρίνη το ορθό από το εσφαλμένο. Με κατάλληλη εκπαίδευσι αυτή γίνεται ένας ευαίσθητος δείκτης. Αλλ’ αν ένα άτομο εσκεμμένα ή απρόσεκτα ή αδιάφορα εξακολουθή να την παραβιάζη, τότε αυτή βαθμιαίως παύει να κάνη την παρουσία της αισθητή. Ανάμεσα σ’ εκείνους που η συνείδησίς των έχει παύσει να είναι ευαίσθητη είναι ο υποκριτής. Όπως το εξέφρασε ο απόστολος Παύλος: «Διά της υποκρίσεως ψευδολόγων, εχόντων την εαυτών συνείδησιν κεκαυτηριασμένην.» Ναι, όπως ακριβώς οι απολήξεις των νεύρων νεκρώνονται σ’ ένα μέρος του σώματός μας που έχει υποστή έγκαυμα, ώστε να μη είναι πια ευαίσθητο στον πόνο και παραμένει χωρίς την προστασία της προειδοποιήσεως που δίνει ο πόνος, έτσι συμβαίνει και με τη συνείδησι αυτών των ανθρώπων.—1 Τιμ. 4:2.
Για να δώσωμε ένα παράδειγμα: Την πρώτη φορά που ένα άτομο κάνει κάτι που γνωρίζει ότι δεν έπρεπε να κάμη, με το να έχη υποκύψει σε πειρασμό ή σε πίεσι, η συνείδησίς του πιθανόν να τον ενοχλή και ίσως να αισθάνεται ένοχος. Αλλ’ αν το επαναλαμβάνη, η συνείδησίς του θα παύση σιγά σιγά ν’ ανταποκρίνεται, διότι δεν ωφελεί, κι’ έτσι αυτός βαθμιαίως σκληρύνεται από το αμάρτημά του. Και όχι μόνο αυτό, αλλά είναι πιθανόν να διαπιστώση ότι διαπράττει ακόμη μεγαλύτερα αμαρτήματα. Έτσι μπορεί ν’ αρχίση να κλέπτη μικρά ποσά από τον εργοδότη του ή να είναι αμελής στα μικρά πράγματα. Αλλά καθώς συνεχίζει να το πράττη, θα διαπιστώση ότι κλέπτει ολοένα μεγαλύτερα ποσά ή ότι γίνεται με περισσότερο χονδροειδή τρόπο αμελής, και ολοένα πιο οκνηρός.
Ή πιθανόν να έχη σχέσι με το γάμο ενός ατόμου. Ο σύζυγος ή η σύζυγος ίσως έχει αρχίσει να παίζη τυχερά παιχνίδια χωρίς να πη τίποτε στον άλλο. Κατόπιν αυτό το άτομο εξακολουθεί να παίζη ολοένα μεγαλύτερα ποσά, και τελικά επιφέρει αθλιότητα στην οικογένειά του. Ή ο ένας ή ο άλλος αρχίζει να ερωτοτροπή. Αν αυτό δεν σταματήση, τότε μπορεί να οδηγήση σε ξεμυάλισμα, μοιχεία και διηρημένο οίκο. Όπως ακριβώς έχει πει ο Ιησούς Χριστός: «Ο εν τω ελαχίστω άδικος» σκληρύνεται τόσο ώστε τελικά γίνεται «και εν τω πολλώ άδικος.»—Λουκ. 16:10.
Ας πάρωμε ένα παράδειγμα από την πραγματική ζωή που συνέβη στους προσφάτους μήνες: Ένας νεαρός ωμολογούσε ότι ήταν Χριστιανός διάκονος. Εν τούτοις διέπραττε πράξεις ομοφυλοφιλίας με άτομα που ισχυρίζονταν ότι είναι φίλοι του. Όταν παρέστη ανάγκη να ταξιδεύση σε άλλο μέρος της χώρας αισθάνθηκε την έλλειψι των ομοφυλοφίλων φίλων του. Έγραψε λοιπόν σ’ ένα απ’ αυτούς και τον απειλούσε να τον εκθέση αν δεν ερχόταν εκεί που ζούσε αυτός για να συνεχίσουν τις ομοφυλόφιλες σχέσεις των. Αλλά προτού περάση πολύς καιρός αυτός ο καθ’ ομολογίαν Χριστιανός διέπραξε μερικές εμφανείς πράξεις οι οποίες τον εξέθεσαν και σήμερα βρίσκεται υπό απαγόρευσιν απ’ όλες τις Χριστιανικές εκκλησίες του λαού του Ιεχωβά για τρία τουλάχιστον χρόνια.
ΦΥΛΑΧΘΗΤΕ ΑΠΟ ΤΗ ΣΚΛΗΡΥΝΣΙ ΠΟΥ ΦΕΡΝΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ
Πώς μπορούμε να φυλαχθούμε από τη σκλήρυνσι που φέρνει η αμαρτία; Το πιο σπουδαίο είναι να φυλάξη ένα άτομο την καρδιά του. «Μετά πάσης φυλάξεως φύλαττε την καρδίαν σου.» Πώς μπορούμε να το κάνωμε αυτό; Με το να προσέχωμε τις σκέψεις μας. Η σοφή συμβουλή, λοιπόν, είναι να συλλογιζώμεθα ‘όσα είναι δίκαια, καθαρά, ενάρετα και επαινετά.’ Η καρδιά επιθυμεί εκείνα στα οποία ενδιατρίβει η διάνοια. Κατόπιν, όπως προειδοποιεί ο μαθητής Ιάκωβος, «η επιθυμία αφού συλλάβη, γεννά την αμαρτίαν· η αμαρτία εκτελεσθείσα γεννεί τον θάνατον.»—Παροιμ. 4:23· Φιλιππησ. 4:8· Ιάκ. 1:14, 15.
Υπάρχει σοβαρός λόγος για τον οποίον ο Ιεχωβά είπε ότι «η καρδία είναι απατηλή υπέρ πάντα.» Η αμαρτωλή τάσις της είναι κάτι που έχομε κληρονομήσει από τους πρώτους γονείς μας: «Ο λογισμός της καρδίας του ανθρώπου είναι κακός εκ νηπιότητος αυτού.» Πρέπει να φυλαγώμεθα, διότι αυτό τούτο το γεγονός ότι κάτι είναι απηγορευμένο μπορεί να φέρη ένα άτομο στον πειρασμό να θέλη να το κάμη.—Ιερεμ. 17:9· Γέν. 8:21.
Οφείλομε να αισθανώμεθα μίσος για ό,τι είναι κακό άσχετα με το πόσο ευχάριστο μπορεί να φαίνεται ότι είναι. «Οι αγαπώντες τον Ιεχωβά, μισείτε το κακόν.» (Ψαλμ. 97:10, ΜΝΚ) Πολύ βοηθητικό προς αυτή την κατεύθυνσι είναι η τακτική ανάγνωσις του Λόγου του Θεού, με ιδιαίτερη προσοχή στις νουθεσίες εκείνες οι οποίες έχουν σχέσι με τις αδυναμίες μας. Όπως το εξέφρασε ο ψαλμωδός: «Εκ των εντολών σου έγεινα συνετός· διά τούτο εμίσησα πάσαν οδόν ψεύδους.» Μια άλλη μεγάλη βοήθεια είναι η συναναστροφή μαζί μ’ εκείνους οι οποίοι αγαπούν το δίκαιο και μισούν το κακό. Είναι επίσης σπουδαίο να προσέχη ένα άτομο τον έλεγχο, και να διορθώνεται, διότι «άνθρωπος όστις, ελεγχόμενος, σκληρύνει τον τράχηλον, εξαίφνης θέλει εξαφανισθή, και χωρίς ιάσεως.»—Ψαλμ. 119:104· Παροιμ. 29:1.
Καθώς ο κόσμος γίνεται ολοένα πιο πονηρός καθίσταται όλο και περισσότερο δύσκολο να φυλάγωνται οι Χριστιανοί από την αμαρτία. Αλλά μπορείτε να φυλαχθήτε αν βάλετε στην καρδιά σας τη συμβουλή: «Μακάριος ο άνθρωπος ο φοβούμενος πάντοτε [τον Ιεχωβά].» (Παροιμ. 28:14) Το να διαβάζωμε τον Λόγο του Θεού, να προσέχωμε τις σκέψεις μας και να συναναστρεφώμεθα με καλούς συντρόφους θα μας βοηθήση να φοβούμεθα πάντοτε τον Ιεχωβά κι’ έτσι θ’ αποφεύγωμε τη σκλήρυνσι που φέρνει η αμαρτία.