Η Ενότης της Οικογενείας του Θεού
«Ιδού, τι καλόν και τι τερπνόν, να συγκατοικώσιν εν ομονοία αδελφοί!»—Ψαλμ. 133:1
1. Πού εκδηλώνεται έλλειψις ενότητος;
ΖΟΥΜΕ σ’ ένα διηρημένο κόσμο. Την έλλειψι ενότητος σ’ αυτόν μπορούμε να τη δούμε παντού. Εκδηλώνεται έντονα στις διεθνείς σχέσεις, διότι ο κόσμος είναι διηρημένος σε διάφορα συγκροτήματα, όπως το Ανατολικό, το Δυτικό και το «Ουδέτερο» συγκρότημα εθνών. Αλλά έντασις και διαχωρισμός υπάρχει ακόμη και μέσα σ’ αυτές τις ομάδες των εθνών, και μέσα σε κάθε έθνος απ’ αυτά. Έλλειψις ενότητος βρίσκεται, επίσης, σε κάθε κράτος, επαρχία και κοινότητα. Η ίδια έντασις και διαχωρισμός μπορούν να βρεθούν σε αναρίθμητες οικογένειες, το βασικό κύτταρο της ανθρωπίνης κοινωνίας. Υπάρχουν, όχι μόνο μεταξύ γονέων, αλλά και μεταξύ γονέων και τέκνων. Πόσο αληθινά είναι τα λόγια του Ιησού: «Θέλει δε παραδώσει αδελφός αδελφόν εις θάνατον, και πατήρ τέκνον· και θέλουσιν επαναστή τέκνα επί γονείς, και θέλουσι θανατώσει αυτούς.»—Μάρκ. 13:12.
2. Γιατί ο καιρός αυτός αναφέρεται ως αιών διαχωρισμού;
2 Όπως ποτέ προηγουμένως, ο αιών μας είναι πράγματι ο αιών διαχωρισμού και ελλείψεως ειρήνης. Η ειρήνη έχει αφαιρεθή από τη γη, όπως προείπε το τελευταίο βιβλίο της Γραφής, η Αποκάλυψις: «Και εξήλθεν άλλος ίππος κόκκινος· και εις τον καθήμενον επ’ αυτόν εδόθη να σηκώση την ειρήνην από της γης, και να σφάξωσιν αλλήλους, και εδόθη εις αυτόν μάχαιρα μεγάλη. (Αποκάλ. 6:4) Σε εκπλήρωσι τούτου, ο Πρώτος και ο Δεύτερος Παγκόσμιοι Πόλεμοι διεξήχθησαν στον αιώνα μας, οι μέγιστοι πόλεμοι της ανθρωπίνης ιστορίας. Σαν να μην ήταν αρκετό, τα έθνη εξοπλίζονται πυρετωδώς για έναν τρίτο παγκόσμιο πόλεμο.
3. (α) Υπήρξε ικανή η κοσμική θρησκεία να προμηθεύση έναν δεσμό ενότητος; (β) Τι αναγκάσθηκε ο κλήρος να παραδεχθή;
3 Αυτή η φρικαλέα εικόνα διαχωρισμού σε όλο τον κόσμο ασφαλώς πρέπει να καταστρέψη κάθε αυταπάτη που μπορεί να έχουν ειλικρινείς άνθρωποι ότι οι πολλές θρησκείες και εκκλησίες θα μπορούσαν ν’ αποτελέσουν έναν ενοποιητικό δεσμό αρκετά ισχυρό για να φέρη και συγκρατήση σε ενότητα όλους τους λαούς. Επίσης, οι λεγόμενες Χριστιανικές εκκλησίες έχουν εντελώς αποτύχει να επιφέρουν αυτή την ενότητα. Ακόμη και οι οικουμενικές προσπάθειες, που είναι ευμενώς δεκτές από πολλούς, οι οποίοι αποβλέπουν στην ενότητα των πολλών διισταμένων θρησκευτικών δογμάτων, δεν θα μπορέσουν να επιφέρουν ενότητα και ειρήνη. Στο τέλος της συνελεύσεως του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, που έγινε στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, το 1948, η πλήρης συνέλευσις εδημοσίευσε μια δήλωσι που καθαρά παρεδέχετο πόσο διαχωρισμένες είναι οι εκκλησίες μεταξύ των. Η δήλωσις έλεγε μεταξύ άλλων τα εξής: «Είμεθα διαχωρισμένοι ο ένας από τον άλλον, όχι μόνο σε ζητήματα δόγματος, οργανώσεως και παραδόσεως, αλλά, επίσης, και εξαιτίας της αμαρτωλής μας υπερηφανείας: εθνικής υπερηφανείας, ταξικής υπερηφανείας, φυλετικής υπερηφανείας. Συνεπώς είμεθα ανίκανοι να επιφέρωμε την ενότητα της εκκλησίας μόνοι μας.» (Νάσιοναλ-Τσάιτουνγκ, Βασιλεία, Αριθ. 425, της 14ης Σεπτεμβρίου 1948) Αυτή είναι μια ομολογία των ίδιων των εκκλησιών για την έλλειψι ενότητος μεταξύ των. Αληθινά, οι λεγόμενες Χριστιανικές εκκλησίες, όχι μόνο απέτυχαν να είναι ένας ενοποιητικός δεσμός για τους λαούς, αλλά απέδειξαν πραγματικά, με το να λαμβάνουν μέρος στην πολιτική και στους πολέμους, ότι είναι μια διαιρετική δύναμις. Είναι αυτό σε αρμονία με την αληθινή εκκλησία του Θεού; Όχι. Ο απόστολος Παύλος έθεσε την ερώτησι: «Διεμερίσθη ο Χριστός;» (1 Κορ. 1:13) Δεν είναι βέβαια δύσκολο να ιδούμε ότι όλες αυτές οι κοσμικές εκκλησίες δεν αποτελούν την αληθινή εκκλησία του Θεού. Μια εκκλησιαστική εφημερίς παρεδέχθη: «Ο άρχων του κόσμου τούτου [ο Σατανάς] επέτυχε να φέρη την εκκλησία σε εκούσια αιχμαλωσία.»—Γιοχάννες ουντ Μάρκους—Γεμάιντεμπλάττ, Βέρνη, Ελβετία, 4 Ιουλίου 1959.
4. Ποια απόδειξι έχομε ότι η αληθινή Χριστιανική ενότης είναι δυνατή;
4 Βλέποντας την παγκόσμια κατάστασι, θα μπορούσε ένας να πειρασθή να ερωτήση: Είναι η αληθινή Χριστιανική ενότης απλώς ένα ιδεώδες που δεν μπορεί να επιτευχθή στον κόσμο μας, ο οποίος είναι τόσο διηρημένος πολιτικώς και ιδεολογικώς, με τέτοιες αντιθέσεις κοινωνικώς και με μακραίωνα σχίσματα και έριδες στο θρησκευτικό πεδίον; Σε πολλούς παρατηρητάς μπορεί να φαίνεται έτσι. Αλλά η αληθινή Χριστιανική ενότης δεν είναι απλώς ένα ιδεώδες, ένα όνειρο, αλλά μια πραγματικότης. Είναι αλήθεια ότι δεν μπορεί να βρεθή σ’ αυτόν τον κόσμο και στις κοσμικές του θρησκείες και εκκλησίες, αλλά μόνο σ’ εκείνη την ομάδα ανθρώπων που, αν και βρίσκονται σ’ αυτόν τον κόσμο, δεν αποτελούν μέρος αυτού του κόσμου. Η ομάδα αυτή είναι γνωστή ως η Κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά. Αυτοί αποτελούν μια όασι ειρήνης και ενότητος ανάμεσα στην όμοια με έρημο κατάστασι αυτού του διαχωρισμένου κόσμου. Πώς αυτό έγινε δυνατόν; Τι επέφερε αυτή την ενότητα;
Η ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΒΑΣΙΣ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΕΝΟΤΗΤΟΣ
5. Σε τι βασίζεται η Χριστιανική ενότης;
5 Η ενότης μεταξύ αληθινών Χριστιανών δεν πρέπει ν’ αποδοθή σε κάποιον άνθρωπο. Όπως ακριβώς η απελευθέρωσις του αρχαίου λαού του Ισραήλ από την Αιγυπτιακή δουλεία δεν ωφείλετο σε άνθρωπο, έτσι και η απελευθέρωσις των Χριστιανών μαρτύρων του Θεού από τον κόσμο, ο οποίος συμβολικά παρομοιάζεται με την Αίγυπτο, δεν οφείλεται σε ατελείς ανθρώπους. (Αποκάλ. 11:8) Η βάσις αυτής της απελευθερώσεως ετέθη από τον Ιεχωβά Θεό, με την αποστολή του Υιού του Ιησού Χριστού σ’ αυτόν τον κόσμο για να κηρύξη την αλήθεια και να πεθάνη θυσιαστικό θάνατο, ν’ αναστηθή και να δοξασθή και να εκχύση το πνεύμα του Θεού επάνω στους ακολούθους του. Με τούτο ανοίχθηκε η θύρα στον σχηματισμό της Χριστιανικής εκκλησίας και της Χριστιανικής ενότητος.—Ιωάν. 18:37· Ματθ. 20:28· Ιωάν. 10:7.
6. Σε ποια ενότητα αναφέρθηκε ο Ιησούς;
6 Επρόκειτο να υπάρχη πραγματική ενότης ανάμεσα στην αληθινή εκκλησία του Θεού. Αυτό είναι φανερό από την προσευχή που ο Ιησούς Χριστός απηύθυνε στον ουράνιο Πατέρα του λίγο πριν από τον θάνατό του: «Και δεν παρακαλώ μόνον περί τούτων, αλλά και περί των πιστευσόντων εις εμέ δια του λόγου αυτών· δια να ήναι πάντες έν· καθώς συ, Πάτερ, είσαι εν εμοί και εγώ εν σοι, να ήναι και αυτοί εν ημίν έν· δια να πιστεύση ο κόσμος ότι συ με απέστειλας. Και εγώ την δόξαν την οποίαν μοι εδώκας, έδωκα εις αυτούς· δια να ήναι έν, καθώς ημείς είμεθα έν. Εγώ εν αυτοίς, και συ εν εμοί· δια να ήναι τετελειωμένοι εις έν.»—Ιωάν. 17:20-23.
7. Πώς η γνώσις της αληθείας επηρεάζει την ενότητα, και πώς μερικοί εμποδίζονται από το να έλθουν σε ενότητα;
7 Το ελάχιστο που μπορούμε να μάθωμε απ’ αυτή την προσευχή είναι ότι οι αληθινοί ακόλουθοι του Χριστού πρόκειται να επιτύχουν μια ενότητα που παραβάλλεται με την ενότητα που υπάρχει μεταξύ του Ιεχωβά και του Υιού του Ιησού Χριστού. Αυτό είναι αναμφιβόλως θέλημα του Θεού για όλα τα πλάσματά του, στα οποία δίδεται υπόσχεσις αιωνίου ζωής, η τελεία δε αυτή ενότης μεταξύ του Θεού και του μονογενούς του Υιού είναι ο υψηλός κανών ενότητος γι’ αυτά. Ενότης είναι δυνατή μόνο εκεί που υπάρχει συμφωνία σκέψεων και ενεργείας. Η στερεή βάσις, επάνω στην οποία μπορεί να οικοδομηθή τέτοια ενότης, είναι ο κατάλληλα κατανοημένος λόγος του Θεού, η Γραφή. Αυτή ακριβώς η αλήθεια είναι εκείνη που ελευθερώνει και ενοποιεί τους ανθρώπους. «Εάν σεις μείνητε εν τω λόγω τω εμώ, είσθε αληθώς μαθηταί μου· και θέλετε γνωρίσει την αλήθειαν, και η αλήθεια θέλει σας ελευθερώσει.» (Ιωάν. 8:31, 32) Οι μαθηταί του Ιησού συμφωνούσαν με τις διδασκαλίες του και τις πράξεις του. Έγιναν ένα μαζί του. Αυτό επέφερε μια αλλαγή στη ζωή τους και ακολούθησαν τον Διδάσκαλό τους. Εξ άλλου, οι Φαρισαίοι διαφωνούσαν με τις διδασκαλίες και τα έργα του Ιησού. Η υπερηφάνειά των και η εσφαλμένη των ερμηνεία των Γραφών τούς εμπόδιζαν από το να έλθουν σε ενότητα μαζί του. Το ίδιο συμβαίνει και σήμερα.
8. Με ποιους τρόπους το πνεύμα του Θεού βοηθεί έναν ειλικρινή Χριστιανό;
8 Η αποκεκαλυμμένη, ωστόσο, αλήθεια του λόγου του Θεού δεν μπορεί να κατανοηθή εκτός αν το άγιο πνεύμα του Θεού οδηγήση σ’ αυτή την αλήθεια ανθρώπους που είναι ειλικρινείς και αγαπούν την αλήθεια. Αυτό το άγιο πνεύμα παράγει τότε σε τέτοια άτομα τους θαυμασίους καρπούς του πνεύματος και τα καθαρίζει από τα έργα της σαρκός, τα οποία σαρκικά έργα έχουν ένα αποσυνθετικό αποτέλεσμα στις ανθρώπινες σχέσεις, και τα οποία αναφέρονται στην προς Γαλάτας επιστολή 5:19-21. Μεταξύ των έργων αυτών είναι έχθραι, έριδες, ζηλοτυπίαι, θυμοί, μάχαι, διχοστασίαι, αιρέσεις, φθόνοι, όλα τα πράγματα που διαιρούν τους ανθρώπους και προκαλούν μικρότερον ή μεγαλύτερον διαχωρισμό. Αυτά τα αρνητικά χαρακτηριστικά, εν τούτοις, απομακρύνονται μέσω της επιρροής του πνεύματος του Θεού. Αυτό δεν συμβαίνει σε μια νύχτα, δια μιας, αλλά είναι μια πορεία, όμοια με την αύξησι καρπών που χρειάζονται χρόνον για ν’ αναπτυχθούν και να ωριμάσουν. Οι άνθρωποι που διαποτίζονται με το πνεύμα ή την ενεργό δύναμι του Θεού γίνονται αξιαγάπητοι, φιλικοί, ειρηνικοί, υπομονητικοί, αγαθοί, πράοι και μακρόθυμοι ο ένας απέναντι του άλλου. (Γαλ. 5:22, 23) Το πνεύμα του Θεού, επομένως, είναι ένας ουσιώδης και ισχυρός παράγων για την πραγματική Χριστιανική ενότητα. Χωρίς τον λόγον του Θεού και χωρίς το πνεύμα του Θεού η Χριστιανική ενότης είναι αδιανόητη.
ΑΝΑΓΚΗ ΤΑΞΕΩΣ
9. Ποια γεγονότα αναγνωρίζει ο λαός του Ιεχωβά ως μια παγκόσμια οικογένεια Χριστιανών;
9 Αλλά η ενότης σχετίζεται, επίσης, στενά με την τάξι, όπως η έλλειψις ενότητος με την αταξία. Μια οικογένεια που έχει έλλειψιν ενότητος θα έχη, επίσης, έλλειψιν αρμονικής, εύτακτης οικογενειακής ζωής. Πιθανώτατα ο πατέρας θ’ ακολουθή τη δική του κατεύθυνσι, η μητέρα τη δική της και τα τέκνα τη δική των. Η οικογενειακή τάξις θα είναι διαταραγμένη. Το Χριστιανικό σώμα των μαρτύρων του Ιεχωβά μπορεί να ομοιωθή με μια παγκόσμια οικογένεια. Αφού η ενότης και η τάξις βρίσκονται σε αμοιβαία σχέσι μεταξύ τους, κάθε μέλος αυτής της μεγάλης οικογενείας πρέπει ν’ αναγνωρίζη και να εκτιμά την τάξι που κυβερνά αυτόν τον «οίκον της πίστεως». Ο Θεός είναι Θεός τάξεως. «Ο Θεός δεν είναι ακαταστασίας, αλλ’ ειρήνης.» (1 Κορ. 14:33) Αυτός ο ίδιος είναι το κέντρον και η κορυφή αυτής της θαυμαστής τάξεως ή διευθετήσεως. Για τούτο όλα τα μέλη της μεγάλης του οικογενείας υποκλίνονται ενώπιόν Του με αγάπην Θεού. Όλα αναγνωρίζουν ότι ο Ιεχωβά ώρισε τον Υιό του Ιησού Χριστό κληρονόμον πάντων και απένειμε σ’ αυτόν κάθε εξουσία στον ουρανό και στη γη. (Ματθ. 28:18· Εβρ. 1:2) Εξαιτίας τούτου, ο Ιησούς Χριστός λαμβάνει δεύτερη θέσι σ’ αυτή τη θεία διάταξι πραγμάτων και πρέπει ν’ αναγνωρίζεται από όλους όσοι ανήκουν στην οικογένεια του Θεού. Οποιοσδήποτε δεν αναγνωρίζει τον Υιό, δεν θ’ αναγνωρισθή στην οικογένεια του Θεού και δεν έχει θέσι σ’ αυτήν. «Όστις πιστεύει εις τον Υιόν, έχει ζωήν αιώνιον· όστις όμως απειθεί εις τον Υιόν, δεν θέλει ιδεί ζωήν, αλλ’ η οργή του Θεού μένει επάνω αυτού.»—Ιωάν. 3:36.
10. Ποια ιδέα έχουν μερικοί όσον αφορά την αληθινή εκκλησία, αλλά πώς Γραφικά εδάφια δείχνουν ότι δεν είναι αληθινή;
10 Η τάξις στην οικογένεια του Θεού βρίσκει, επίσης, την ορατή της εκδήλωσι εδώ επάνω στη γη. Η τάξις συνδέεται με οργάνωσι. Πολλοί άνθρωποι έχουν τη γνώμη ότι η αληθινή εκκλησία δεν είναι απαράλλακτη μ’ ένα ωργανωμένο σώμα ανθρώπων, αλλά, μάλλον, αποτελείται από πολλά άτομα διασκορπισμένα σε όλα τα διάφορα δόγματα της λεγομένης Χριστιανικής θρησκείας. Γι’ αυτούς, τούτο είναι η μόνη λογική εξήγησις, επειδή έχουν υπ’ όψι τη σύγχυσι και την αντιφατική ποικιλία των πολλών εκκλησιών. Αλλ’ αυτή η ιδέα ή δοξασία δεν είναι Γραφική. Αναμφιβόλως υπάρχουν πολλά ειλικρινή άτομα σε όλες αυτές τις διάφορες εκκλησίες, που αποτελούν μέρος της Βαβυλώνος της Μεγάλης. Αλλά η Γραφή δείχνει ότι αυτά καλούνται έξω από αυτή τη Βαβυλώνα, την παγκόσμια αυτοκρατορία της ψευδούς θρησκείας, και ότι πρέπει να εξέλθουν αν θέλουν να γίνουν δεκτά από τον Θεό. Ο απόστολος Παύλος λέγει: «Μη ομοζυγείτε με τους απίστους· διότι τίνα μετοχήν έχει η δικαιοσύνη με την ανομίαν; τίνα δε κοινωνίαν το φως προς το σκότος; Τίνα δε συμφωνίαν ο Χριστός με τον Βελίαλ; ή τίνα μερίδα ο πιστός με τον άπιστον; Τίνα δε συμβίβασιν ο ναός του Θεού με τα είδωλα; . . . Δια τούτο “εξέλθετε εκ μέσου αυτών και αποχωρίσθητε”, λέγει ο Ιεχωβά, “και μη εγγίσητε ακάθαρτον”· και “εγώ θέλω σας δεχθή, και θέλω είσθαι Πατήρ σας, και σεις θέλετε είσθαι υιοί μου και θυγατέρες”, λέγει Ιεχωβά ο Παντοκράτωρ.» (2 Κορ. 6:14-18, ΜΝΚ) Ο Ιωάννης, επίσης, έγραψε: «“Έπεσεν, έπεσε Βαβυλών” η μεγάλη, . . . Εξέλθετε εξ αυτής, ο λαός μου, δια να μη συγκοινωνήσητε εις τας αμαρτίας αυτής, και να μη λάβητε εκ των πληγών αυτής.»—Αποκάλ. 18:2, 4.
11. Πώς οι πρώτοι Χριστιανοί έδειξαν ότι ανεγνώριζαν ότι υπήρχε μία μόνο αληθινή πίστις:
11 Αν η αληθινή εκκλησία του Θεού απετελείτο από άτομα διασκορπισμένα σε όλα τα εκκλησιαστικά συστήματα του «Χριστιανικού κόσμου», πού θα ήταν η ενότης σε σκέψι και ενέργεια; Πού θα ήταν η ενότης που διείπε την πρώτη εκκλησία και που τόσο εμφατικά περιγράφεται στην προς Εφεσίους επιστολή, κεφάλαιο 4: «Έν σώμα και έν πνεύμα, καθώς και προσεκλήθητε με μίαν ελπίδα της προσκλήσεώς σας· είς Κύριος, μία πίστις, έν βάπτισμα· είς Θεός και Πατήρ πάντων, ο ων επί πάντων, και δια πάντων και εν πάσιν υμίν»; (Εδάφια 4-6) Για να μπορέσουν οι πρώτοι Χριστιανοί να φθάσουν σ’ αυτή την ενότητα, εγκατέλειψαν όλοι την προηγούμενη θρησκεία τους και ενώθηκαν στη Χριστιανική εκκλησία. Οι Ιουδαίοι μαθηταί του Ιησού εγκατέλειψαν τον Ιουδαϊσμό και τις αιρέσεις του, οι Έλληνες μαθηταί απεμακρύνθησαν από τα φιλοσοφικά συστήματα της εποχής των και από την ειδωλολατρία και το ίδιο έκαμαν και οι Ρωμαίοι Χριστιανοί. Άσχετα με τον βαθμό στον οποίο έφθανε ο σύνδεσμός των με αυτά τα συστήματα, τα εγκατέλειψαν, εβγήκαν από αυτή τη Βαβυλωνιακή ψευδή θρησκεία, και ήλθαν στο ένα ορατό σώμα της Χριστιανικής εκκλησίας.
12. Ποια εύτακτη διάταξις υπήρχε στις πρώτες εκκλησίες;
12 Αυτό το ορατό σώμα ανθρώπων είχε τη διάταξί του ή οργάνωσι. Υπήρχε ένα κυβερνών ή άρχον μέρος, αποτελούμενο από τους αποστόλους και άλλους ωρίμους άνδρας. Η τοπική εκκλησία είχε τους επισκόπους της και τους διακονικούς υπηρέτας της. (1 Τιμ. 3:1-9) Όλες οι εκκλησίες ελάμβαναν τη διδασκαλία των και την εκπαίδευσί των επάνω στην ίδια βάσι, τον εμπνευσμένον λόγον του Θεού. Οι εκκλησίες ενουθετούντο ν’ αναγνωρίζουν τους τοπικούς επισκόπους καθώς και το κυβερνών σώμα. Ένας από τους κυρίως υπευθύνους αδελφούς, ο απόστολος Παύλος, έγραψε σ’ αυτούς: «Πείθεσθε εις τους προεστώτάς σας, και υπακούετε· διότι αυτοί αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών σας, ως μέλλοντες να αποδώσωσι λόγον· δια να κάμνωσι τούτο μετά χαράς, και μη στενάζοντες· διότι τούτο δεν σας ωφελεί.» (Εβρ. 13:17) Με το ν’ αναγνωρίζουν οι εκκλησίες τους αδελφούς τους επιφορτισμένους με το έργον, τοπικά και γενικά, διετηρείτο η ενότης. Αυτή η αναγνώρισις ήταν αναγκαία· έστω και αν όλοι αυτοί οι επίσκοποι και υπεύθυνοι αδελφοί ήσαν ατελείς άνθρωποι, υποκείμενοι στο να κάνουν λάθη. Αυτοί οι επίσκοποι είχαν το πνεύμα του Θεού.
13. Ποια συμβουλή έδωσε ο Παύλος για ενότητα;
13 Οι επίσκοποι δεν ήσαν ελεύθεροι να κηρύττουν και διδάσκουν στις εκκλησίες οτιδήποτε ήθελαν, ή να δέχωνται μόνο ωρισμένα τμήματα του λόγου του Θεού. Το ίδιο ήταν αληθινό για κάθε μέλος της εκκλησίας, στο οποίον ελέγετο να κηρύττη. Δεν ήσαν ελεύθεροι να κηρύττουν απλώς κάτι. Εκαλούντο όλοι να κηρύττουν την αλήθεια. Λογικά, λοιπόν, ήσαν υποχρεωμένοι να κηρύττουν το ίδιο άγγελμα, είτε αυτό εγίνετο στην Ιερουσαλήμ, είτε στη Ρώμη, είτε στην Κόρινθο. «Σας παρακαλώ δε, αδελφοί, . . . να λέγητε πάντες το αυτό, και να μη ήναι σχίσματα μεταξύ σας, αλλά να ήσθε εντελώς ηνωμένοι, έχοντες το αυτό πνεύμα και την αυτήν γνώμην.» (1 Κορ. 1:10) Δεν υπήρχε τόπος για αντιφατικά κινήματα, όπως συμβαίνει σήμερα, οπότε σε μια και την αυτή εκκλησία υπάρχει μια «θετική» ομάδα και έπειτα υπάρχει η «φιλελεύθερη» ομάδα, η οποία ούτε καν αναγνωρίζει τον θυσιαστικό θάνατο του Ιησού και την ανάστασί του. Ο απόστολος Παύλος έγραψε σ’ έναν επίσκοπο, τον Τίτο, ότι έπρεπε να δείχνη «εν τη διδασκαλία αδιαφθορίαν», και «λόγον υγιή και ακατάκριτον». (Τίτον 2:7, 8) Αυτό ασφαλώς εγράφη όχι μόνο προς όφελος του Τίτου και της εκκλησίας του, αλλά και για όλους τους Χριστιανούς επισκόπους όλων των καιρών.
14. Πώς έπρεπε να συμπεριφέρωνται προς άτομα που δημιουργούσαν διαιρέσεις;
14 Για να μπορέση, λοιπόν, να διατηρηθή η ενότης και ν’ αποφευχθούν αιρέσεις και σχίσματα, ο απόστολος Παύλος, ένας άνθρωπος του κυβερνώντος σώματος του αρχαίου εκείνου καιρού, έγραψε στην επιστολή του προς τους Θεσσαλονικείς: «Και εάν τις δεν υπακούη εις τον λόγον ημών τον δια της επιστολής, τούτον σημειόνετε· και μη συναναστρέφεσθε μετ’ αυτού, δια να εντραπή.» (2 Θεσ. 3:14) Ένα τέτοιο άτομο, που ήταν απρόθυμο να δεχθή τη θεόπνευστη διδασκαλία του αποστόλου, δεν ήταν ασφαλής σύντροφος στην εκκλησία. Δεν του επετρέπετο να ανέλθη στο βήμα ώστε να μπορέση να παρουσιάση τις δικές του γνώμες, αντίθετες προς ό,τι ο απόστολος είχε γράψει και ειπεί. Όχι, έπρεπε να αγνοήται, έτσι ώστε ένα τέτοιο άτομο θα έβλεπε το παράλογον της στάσεώς του και μέσω νουθεσίας θα μπορούσε τελικά να βοηθηθή σε υπακοή. Κάνοντας τούτο η εκκλησία διατηρούσε ενότητα στις τάξεις της και στη σχέσι της προς τις άλλες εκκλησίες και τους ιθύνοντας αδελφούς.
15. Ποια βάσι για ενότητα βρήκαν εκείνοι που εγκαταλείπουν τη Βαβυλωνιακή θρησκεία;
15 Σήμερα βρίσκομε την ίδια τάξι και τις ίδιες αρχές στις αποκαταστημένες Χριστιανικές εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά. Στο παρελθόν ολίγες δεκάδες εκατοντάδων χιλιάδων άνθρωποι καλής θελήσεως εγκατέλειψαν τις εκκλησίες των Βαβυλωνιακής θρησκείας, στις οποίες πλείστοι απ’ αυτούς είχαν έλθει μέσω γεννήσεως. Αυτοί εδέχθησαν το υγιεινό άγγελμα της βασιλείας του Θεού, έκαμαν αφιέρωσι στον Ιεχωβά και ενώθηκαν στις ωργανωμένες εκκλησίες των μαρτύρων του Ιεχωβά. Είτε ήσαν προηγουμένως Καθολικοί, Προτεστάνται, Ιουδαίοι, Βουδδισταί, Μουσουλμάνοι, οπαδοί οποιασδήποτε άλλης πίστεως ή ακόμη άθεοι, συναντώνται τώρα στον κοινό παρονομαστή της Βιβλικής αληθείας, στη μεγάλη οικογένεια του Θεού υπό την βασιλεία του Θεού. Ευρήκαν μια ενότητα που δεν την είχαν γνωρίσει προηγουμένως.
ΟΧΙ ΔΙΚΤΑΤΟΡΙΑ
16. Τι είναι δικτατορία, και ποιες ερωτήσεις ετέθησαν σχετικά με αυτήν;
16 Μερικοί άνθρωποι που παρατηρούν την παγκόσμια στενή ενότητα του λαού του Θεού, έχουν διερωτηθή μήπως οι μάρτυρες του Ιεχωβά ζουν κάτω από δικτατορία, δεδομένου ότι όλοι υπόκεινται σε ωρισμένες αρχές. Με τον όρον «δικτατορία» εννοεί κανείς συνήθως σήμερα τη μορφή κυβερνήσεως που αναλαμβάνει απόλυτη εξουσία και κυβερνά με δύναμι και πίεσι. Εκατομμύρια ανθρώπων σήμερα ζουν κάτω από τέτοια δικτατορία, και συνήθως τέτοια συστήματα κυβερνήσεως βρίσκουν καλή υποστήριξι από τις εκκλησίες. Αλλά πόσοι από εκείνους που ζουν κάτω από δικτατορία είναι ευχαριστημένοι με μια τέτοια κυβέρνησι και ικανοποιημένοι μ’ αυτήν; Πόσοι υποφέρουν άδικα κάτω από μια δικτατορία; Πόσοι ποθούν απελευθέρωσι απ’ αυτήν; Πλείστοι από τους ανθρώπους που ζουν κάτω από μια τέτοια μορφή κυβερνήσεως δεν επιθυμούσαν αυτόν τον τρόπο ζωής. Τους επεβλήθη. Αλλά δεν έχουν άλλη εκλογή παρά να την αποδεχθούν.
17. Ποια αντίθεσις υπάρχει μεταξύ της διακυβερνήσεως του Θεού και μιας δικτατορίας;
17 Η βασιλεία του Θεού, ωστόσο, δεν είναι δικτατορία και η Κοινωνία Νέου Κόσμου των μαρτύρων του Ιεχωβά δεν είναι επίσης. Ο δικτάτωρ κυβερνά με καταναγκασμό· ο Ιεχωβά Θεός κάνει έκκλησι στην ελεύθερη και καλή θέλησι ειλικρινών ατόμων. Ο Θεός δεν βιάζει κανένα να τον υπηρετήση. «Εκλέξατε σήμερον ποίον θέλετε να λατρεύητε.» (Ιησ. Ναυή 24:15) Αυτή υπήρξε πάντοτε η αρχή του Ιεχωβά, και είναι η ίδια σήμερα. Κανείς δεν εξαναγκάζεται να δεχθή τη θεοκρατική οργάνωσι που λειτουργεί στην οικογένεια του Θεού σήμερα. Είναι ζήτημα ελευθέρας εκλογής. Ο Ιεχωβά κερδίζει τους υπηκόους του δείχνοντάς τους αγάπη. Και περιμένει οι υπήκοοί του να τον αγαπούν ανεπιφύλακτα. (Ματθ. 22:37, 38) Η διακυβέρνησις του Θεού βασίζεται επάνω στην αγάπη, από την κορυφή ως τον πυθμένα. Αυτό δεν μπορεί να βρεθή σε καμμιά δικτατορία. Η διακυβέρνησις του Θεού περαιτέρω βασίζεται επάνω σε τελεία δικαιοσύνη, σοφία και δύναμι. Αυτό δεν μπορεί να βρεθή, επίσης, σε καμμιά δικτατορική διακυβέρνησι. Επειδή ο Ιεχωβά είναι ο Δημιουργός των πάντων, έχει απόλυτο και αναμφισβήτητο δικαίωμα στην τελεία υπακοή και αφοσίωσι όλων των πλασμάτων του. Καμμιά δικτατορία δεν μπορεί να αξιώση τέτοια δικαιώματα.
18, 19. (α) Τι επιθυμεί ο Θεός από μας; (β) Ποια πρέπει να είναι η στάσις μας ως μελών της οικογενείας του Θεού;
18 Η αγάπη που ένας Χριστιανός έχει για τον Θεό και τη βασιλεία Του υπό τον Χριστόν εκδηλώνεται με την υπακοή που δείχνει στις εντολές του Θεού. «Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού.» (1 Ιωάν. 5:3) Η υπακοή μας στον Θεό δεν υπάρχει κατόπιν εξαναγκασμού· αλλά είναι εκούσια και χαρούμενη. Δεν είναι βάρος κάτω από το οποίο στενάζομε και υποφέρομε. Ο Βασιλεύς της βασιλείας του Θεού είπε: «Ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν.» (Ματθ. 11:30) Υπάρχει ευτυχία στο να πράττωμε το θέλημα του Θεού, όπως διετυπώθη από τον ψαλμωδό με το λόγια: «Μακάριος ο άνθρωπος ο φοβούμενος τον Ιεχωβά· εις τας εντολάς αυτού ηδύνεται σφόδρα.»—Ψαλμ. 112:1, ΜΝΚ.
19 Υπάρχει, λοιπόν, μια καταπληκτική διαφορά μεταξύ δικτατορίας και οργανώσεως του Ιεχωβά. Αναρίθμητοι άνθρωποι θα διέφευγαν από δικτατορικές διακυβερνήσεις αν μπορούσαν να το πράξουν. Εξ άλλου, βλέπομε ότι δεκάδες χιλιάδες ειλικρινή άτομα προσφεύγουν κάθε έτος στη βασιλεία του Θεού, επειδή εδώ υπάρχει η υπόσχεσις αιωνίου ζωής και ευτυχίας. Λαμβάνονται στην ενότητα της οικογενείας του Θεού. «Ιδού, τι καλόν και τι τερπνόν, να συγκατοικώσιν εν ομονοία αδελφοί!»—Ψαλμ. 133:1.
[Εικόνα στη σελίδα 490]
‘Παρακαλώ δια να ήναι έν, καθώς ημείς είμεθα έν.’
[Εικόνα στη σελίδα 492]
Ο απόστολος Παύλος έγραψε: «Πείθεσθε εις τους προεστώτάς σας.»