«Απορρίψατε Παν Βάρος»
Ο ΙΕΧΩΒΑ Θεός είχε πει στον Όφι στην Εδέμ, «Έχθραν θέλω στήσει αναμέσον σού και της γυναικός, και αναμέσον τού σπέρματός σου και του σπέρματος αυτής· αυτό θέλει σου συντρίψει την κεφαλήν, και συ θέλεις κεντήσει την πτέρναν αυτού»· οι λόγοι αυτοί εσήμαιναν κήρυξιν πολέμου. Ενός πολέμου που θα διαρκούσε μέχρι της τελικής μάχης του Αρμαγεδδώνος, οπότε ο Χριστός, το σπέρμα της γυναικός του Θεού, θα έδενε τον σατανικόν όφιν στην άβυσο. Τότε, σύμφωνα με την υπόσχεσι του Θεού, το Σπέρμα θα ευλογήση όλες τις φυλές της γης. Αλλά μέχρι του καιρού εκείνου οι δούλοι του Θεού θα ήταν πάντοτε σε έχθρα με το σπέρμα τού Όφεως, που με δαιμονικό τρόπο θα επέφερε διαρκείς πιέσεις, βάρη και εμπόδια στον δρόμο του δούλου του Θεού για να τον αναγκάση να λοξοδρομήση, να σκοντάψη, να πέση κι έτσι να παραβή την ακεραιότητά του.—Γένεσις 3:15· 22:18· Αποκάλυψις 20:1-3.
Ο αγώνας αυτός εξακολούθησε διαρκώς σ’ όλους τους αιώνες. Σαν τους αθλητάς του «δρόμου» οι πιστοί μάρτυρες του Ιεχωβά απέβλεπαν πάντα στο σκοπό της τελικής διεκδικήσεώς του και στις ευλογίες του νέου κόσμου. Σαν τους δρομείς, πιστοί άνδρες κέρδισαν την τελική νίκη επιμένοντας στον αγώνα, απορρίπτοντας κάθε βάρος που ο δόλιος εχθρός έρριχνε στο δρόμο τους.
Το τέλειο παράδειγμα ανθρώπου που απέρριψε κάθε βάρος για να επιδοθή στον μακραίωνα αυτόν αγώνα είναι ο Χριστός Ιησούς. Ποτέ δεν σκέφθηκε ν’ ασχοληθή με τις θρησκευτικές παραδόσεις και διδασκαλίες των γραμματέων και Φαρισαίων. Καμμιά δολοπλοκία του Σατανά δεν μπορούσε να τον πείση ν’ αναλάβη τις ευθύνες της Ρωμαϊκής πολιτικής κυβερνήσεως. Όταν έγινε τριάντα ετών εγκατέλειψε και την ξυλουργική εργασία του· καμμιά εργασία δεν έπρεπε να τον παρεμποδίση από την ολοκληρωτική του απασχόλησι στον ευσεβή αυτόν αγώνα. Σαν ελεύθερος νέος, χωρίς βάρη, δεν ήθελε ούτε να σκεφθή ν’ αναλάβη την ευθύνη για σύζυγο και οικογένεια. Καμμιά προσωπική επιθυμία ή ιδιοτέλεια οιουδήποτε είδους δεν έπρεπε να καταβαρύνη το Σπέρμα αυτό της γυναικός του Θεού. Σύμφωνα με τους προφητικούς λόγους, θανατώθηκε τελικά απ’ τον Όφιν, και η έχθρα μεταξύ της γυναικός του Θεού και του Όφεως εξακολούθησε με λύσσα.
Δείχνοντας αυτό το τέλειο παράδειγμα, ο απόστολος Παύλος παρώτρυνε τους Χριστιανούς να τρέξουν το στάδιον του αγώνος για να κερδίσουν την επιδοκιμασία του Θεού και τη ζωή πολεμώντας πιστά για το εξαιρετικά ενδιαφέρον επίμαχο ζήτημα. Στρέφοντας τη διάνοια των αναγνωστών του πίσω στη μακρά διαδρομή τών ετών κάνει μια ανασκόπησι του αγώνος αρχίζοντας από τον Άβελ. Στο μέτωπο της μάχης σ’ όλη τη διάρκεια των σαράντα αιώνων διακρίνεται η εχθρότης του Όφεως· αλλ’ οι γενναίοι αυτοί υποστηρικταί τής υπεροχής του Ιεχωβά αποκρούουν με πίστι τις επιθέσεις εναντίον της ακεραιότητός των. «Έγειναν ισχυροί εν πολέμω». (Εβραίους 11:4-40) Και εξακολουθεί ο Παύλος λέγοντας στους Χριστιανούς: «Λοιπόν και ημείς, περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως.» (Εβραίους 12:1, 2) Ο Παύλος ήταν πολύ κατάλληλος να γράψη τα λόγια αυτά γιατί στον αγώνα αυτόν είχε κερδίσει τη νίκη: «Τον αγώνα τον καλόν ηγωνίσθην, τον δρόμον ετελείωσα, την πίστιν διετήρησα.»—2 Τιμόθεον 4:7.
Τώρα το διαφιλονεικούμενο ζήτημα φθάνει στο κορύφωμά του. Ο Χριστός ανέλαβε τη βασιλική του εξουσία το 1914, και από τότε ένας πόλεμος στον ουρανό επέφερε μια μεγαλύτερη ήττα στον Σατανά. Τώρα το σπέρμα της γυναικός του Θεού που βασιλεύει έχει περιορίσει τον ωργισμένον Όφιν κάτω στο υποπόδιο, τη γη, για να συντρίψη την κεφαλή του στον Αρμαγεδδώνα. Γεμάτος οργή και λύσσα, γνωρίζοντας ότι ο καιρός του είναι ολίγος, ο Σατανάς ωρύεται σαν λιοντάρι ζητώντας ποιον θα μπορέση να καταπιή. Φέρνει συμφορές και ουαί επάνω σ’ όλη την ανθρωπότητα, αλλά ιδιαίτερα επάνω στους δούλους του Θεού φέρνει βάρη και πίεσι για να καταστρέψη την ακεραιότητά τους. (1 Πέτρου 5:8· Αποκάλυψις 12:1-17) Αλλά οι πιστοί μάρτυρες του Ιεχωβά έχουν τις διαταγές τους για τη μάχη. Να κηρύξουν την ημέρα της εκδικήσεως του Θεού! Να παρηγορήσουν τους πενθούντας! Να κηρύξουν το ευαγγέλιον της Βασιλείας σε όλα τα έθνη! Να κηρύξουν τον Λόγον! (Ησαΐας 61:1, 2· Ματθαίος 24:14· 2 Τιμόθεον 4:2) Για να βγουν νικηταί, καθόσον η μάχη πλησιάζει στην τελική της φάσι, και ο δρόμος εγγίζει στο τέρμα του, οι Χριστιανοί πρέπει να απορρίψουν κάθε βάρος που παρεμποδίζει χωρίς λόγο τη δράσι τους.
ΒΑΡΗ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΠΟΡΡΙΦΘΟΥΝ
Αλλά ποια είναι τα βάρη και φορτία που πρέπει να απορρίψη ο Χριστιανός για να εξακολουθήση τον αγώνα και να τρέξη τον δρόμο μέχρι της νίκης; Το πρώτιστο απ’ τα φορτία με τα οποία ο Σατανάς εβάρυνε τον άνθρωπο είναι η ψευδής θρησκεία. Αποκρύπτοντας την αλήθεια της Γραφής για τον θάνατο και την ανάστασι του ανθρώπου, η δαιμονική θρησκεία εβλασφήμησε τον Θεό με τις διδασκαλίες της περί καθαρτηρίου πυρός και αιωνίου βασανισμού, οι οποίες στηρίζονται στην ειδωλολατρική φιλοσοφία περί αθανασίας της ανθρωπίνης ψυχής. Αρνούμενη τον σκοπό του Θεού για τη γη και την αιωνία κατοίκησί της απ’ το ανθρώπινο γένος σε παραδεισιακή κατάστασι, η ψευδής θρησκεία εδίδαξε τη γελοία διδασκαλία ότι ο Ιεχωβά προτίθεται να κατακαύση αυτόν τον πλανήτη που ο ίδιος προετοίμασε για κατοικία του ανθρώπου. Απορρίπτοντας την υπεροχή του Παντοδυνάμου Θεού, η παραδεδεγμένη θρησκεία πρωταγωνιστεί υποστηρίζοντας την ειδωλολατρική διδασκαλία μιας τριάδος θεών, όχι έναν υπέρτατον Θεόν, αλλά τρεις ίσους θεούς. Θα μπορούσε κανείς να εξακολουθήση επί πολύ δείχνοντας τις πλάνες των θρησκειών του «Χριστιανισμού»—που είναι κατ’ όνομα μόνο χριστιανικές, αλλά στην πραγματικότητα τόσο ειδωλολατρικές, όσο και η αρχαία Ρώμη, η Ελλάς και η Βαβυλών απ’ τις οποίες επήγασαν οι θρησκείες του σημερινού «Χριστιανισμού». Τι τρομακτικό βάρος υπήρξαν οι θρησκείες αυτές που διαιρούν τους ανθρώπους σε εκατοντάδες δόγματα και αποχρώσεις που αλληλοσυγκρούονται και αλληλομάχονται και τους εμποδίζουν να ακολουθήσουν την καθαρή λατρεία του Ιεχωβά, όπως περιγράφεται στον Λόγο του, τη Γραφή!—Ρωμαίους 6:23· Ιεζεκιήλ 18:4· Εκκλησιαστής 1:4· Ησαΐας 45:18· Ιωάννης 14:28· Ματθαίος 23:4, 13.
Όταν οι μάρτυρες του Θεού διέκριναν ότι ο Ιεχωβά και ο Χριστός ήσαν οι αληθινές «ανώτερες εξουσίες», στις οποίες πρέπει οι Χριστιανοί να υποτάσσωνται, ένα άλλο μεγάλο και θλιβερό βάρος σηκώθηκε απ’ τους ώμους του λαού του. (Ρωμαίους 13:1) Οι διεφθαρμένοι πολιτικοί έπαυσαν πια να κατέχουν άδικα τη θέσι αυτή μέσα στις διάνοιες των δούλων του Θεού, και όταν οι πολιτικοί αυτοί διατάσσουν αλαζονικά να σταματήσουν οι μάρτυρες του Ιεχωβά το κήρυγμά τους, οι δούλοι του Θεού απαντούν: «Αν ήναι δίκαιον ενώπιον του Θεού, να ακούωμεν εσάς μάλλον παρά τον Θεόν, κρίνατε· διότι ημείς δεν δυνάμεθα να μην λαλώμεν όσα είδομεν και ηκούσαμεν.» «Πρέπει να πειθαρχώμεν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους». (Πράξεις 4:19, 20· 5:29) Ούτε έχουν καμμιά ανάμιξι στην πολιτική.—Ματθαίος 4:8-10· Ιωάννης 6:15· Ιάκωβος 4:4.
Αλλά μερικοί, που είναι αρκετά συνετοί ώστε να αποφύγουν την παγίδα της κοσμικής θρησκείας, και άγρυπνοι να αποφύγουν το εμπόδιο των πολιτικών πραγμάτων, παγιδεύονται εν τούτοις στην επιδίωξι υλικού πλούτου με το εμπόριο και φέρνουν επάνω στους ώμους των τον ταλαντευόμενο φόρτο των εμπορικών υποχρεώσεων. Μερικοί είναι τόσο κατάφορτοι από την αναζήτησι υλικών πραγμάτων, ώστε δεν τους απομένει παρά ελάχιστος ή διόλου χρόνος για να εκτελέσουν τις διαταγές της μάχης, να ‘κηρύξουν τον Λόγον’. Στον ευσεβή αυτόν δρόμο αυτοί κλονίζονται και σκοντάφτουν, πολλοί δε πέφτουν κάτω από το βάρος του εμπορίου. Αυτοί μπορεί ποτέ να μη συνέλθουν.
Παρακολουθήστε την πορεία ενός ατόμου στην πραγματική του ζωή. Ένας νέος ανατρέφεται σε ευσεβές περιβάλλον, όπως ο νεαρός Τιμόθεος, και γνωρίζει από μικρή ηλικία τις Άγιες Γραφές. (2 Τιμόθεον 3:15-17) Τα μαθητικά του χρόνια περνούν γρήγορα. Μπροστά του έχει θαυμάσιες ευκαιρίες για την υπηρεσία της Βασιλείας. Ελεύθερος από βάρη, είναι σε θέσι να προσέξη την πρόσκλησι του Αρχηγού, «Ελθέ ακολούθει μοι.» (Ματθαίος 19:21) Αλλά και από τον παλαιό κόσμο ακούεται μια άλλη πρόσκλησις. Παρουσιάζεται στον νέο μας μια θέσις σε μια εμπορική επιχείρησι. Η ατομική του επιθυμία για την απόκτησι υλικών πραγμάτων τον καταλαμβάνει. Στην αρχή δεν του απορροφά όλον τον χρόνον του. Κηρύττει ενίοτε.
Αλλά σιγά-σιγά, καθόσον προχωρεί στο εμπόριο, η θεοκρατική του δράσις ελαττώνεται. Σε λίγο καταλαμβάνει μια αξιόλογη θέσι στην εμπορική επιχείρησι. Το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου του απορροφάται τώρα με το αυξανόμενο βάρος της εμπορικής ευθύνης. Η λίγη μαρτυρία που δίνει στο δρόμο τού φαίνεται ενοχλητική. Οι εμπορικοί συνεργάται του ψιθυρίζουν εναντίον του και τον ονειδίζουν. Τι θα συνέβαινε αν στο από θύρα σε θύρα έργον ετύχαινε να πάη στο σπίτι του διευθυντού του; Επί πλέον, οι απαραίτητες κοινωνικές σχέσεις με τους συναδέλφους υπαλλήλους τον παρασύρουν στα επικίνδυνα νερά της χαλαρής ηθικής πορείας αυτού του κόσμου. Σε λίγο, ο άλλοτε ελεύθερος και χωρίς βάρη νέος αρχίζει να κλονίζεται στον αγώνα. Αλλ’ όχι, δεν έφυγε από την αλήθεια· εξακολουθεί κάπου κάπου να έρχεται στις συναθροίσεις και επιδίδεται σπασμωδικά στο έργον. Αλλ’ η συνείδησις μέσα του είναι βαριά.
Όπως ήταν στις ημέρες του Παύλου, το ίδιο συμβαίνει και σήμερα: «Όσοι δε θέλουσι να πλουτώσι, πίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα, και εις επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσιν τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν. Διότι ρίζα πάντων των κακών είναι η φιλαργυρία· την οποίαν τινές ορεγόμενοι, απεπλανήθησαν από της πίστεως, και διεπέρασαν εαυτούς με οδύνας πολλάς.»—1 Τιμόθεον 6:9, 10.
«ΖΗΤΕΙΤΕ ΠΡΩΤΟΝ ΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑΝ»
Ακόμη και τα αναγκαία της ζωής, αν μπουν μπροστά από την υπηρεσία της Βασιλείας, μπορούν να μας καταβαρύνουν. Ο Ιησούς είπε: «Δεν δύνασθε να είσθε δούλοι του Θεού και του πλούτου. Δια τούτο σας λέγω, παύσατε ανησυχούντες περί των ψυχών σας, τι να φάγητε ή τι να πίητε, μηδέ περί του σώματός σας, τι να ενδυθήτε. Δεν είναι η ψυχή τιμιώτερον της τροφής, και το σώμα του ενδύματος; Διότι πάντα ταύτα ζητούσιν οι εθνικοί· επειδή εξεύρει ο Πατήρ σας ο ουράνιος ότι έχετε χρείαν πάντων τούτων. Εξακολουθήσατε λοιπόν ζητούντες πρώτον την βασιλείαν και την δικαιοσύνην αυτού, και πάντα ταύτα τα άλλα θέλουσι σας προστεθή.»—Ματθαίος 6:24, 25, 32, 33, ΜΝΚ.
Η σπουδαία αυτή συμβουλή του Ιησού διαφεύγει ενίοτε την προσοχή αφιερωμένων δούλων του Θεού, οι οποίοι αποτυγχάνουν να την θέσουν σε εφαρμογή ζητώντας πρώτον τη βασιλεία. Πρώτη στη ζωή τους έρχεται η σκέψις να αποκτήσουν ένα καινούργιο σπίτι, ένα αυτοκίνητο, ένα ραδιόφωνο και να προμηθευθούν τα έξοδα συντηρήσεως των «αναγκαίων» αυτών πραγμάτων. Και σ’ αυτά δαπανώνται οι καθημερινοί τους κόποι. Αλλά ούτε και αυτό τους αρκεί. Ζητούν εργασία που να τους αμείβη περισσότερο. Και πάλι δεν αρκούνται. Μπαίνουν οι ίδιοι στο εμπόριο. Α! Αυτό είναι, λέγουν, καλύτερο. Τώρα που έγιναν οι ίδιοι προϊστάμενοι, σκέπτονται ότι θα έχουν πολύν χρόνον στη διάθεσί τους για την υπηρεσία. Μόλις το εμπόριό τους αρχίσει να προχωρή θα βγουν σκαπανείς. Αλλά το εμπόριο προοδεύει περισσότερο απ’ ότι ήλπιζαν. Αυξάνουν τα οικονομικά βάρη μαζί με τα υλικά κέρδη, και αντί περισσότερος χρόνος ολοένα λιγώτερος δαπανάται για το κήρυγμα του Ευαγγελίου. Μάλιστα· έχουν τώρα μια εμπορική εργασία που τους έδωσε ένα ωραίο σπίτι, ένα καλό αυτοκίνητο, άφθονα τρόφιμα και ρούχα—όλα. Ναι, όλα, εκτός από την ειρήνη του νου, την ευτυχία και την ελπίδα της αιωνίου ζωής. Για να το πούμε καλύτερα, αυτοί δεν είναι κύριοι του εμπορίου, του σπιτιού, του αυτοκινήτου κλπ. Τα πράγματα αυτά είναι κύριοι των ανθρώπων αυτών.
Άλλοι δούλοι του Θεού μπορεί να κατέχουν τέτοια πράγματα, αλλ’ αντί να καταβαρύνωνται απ’ αυτά, ξέρουν πώς να τα έχουν κάτω από την εξουσία τους και μάλιστα να τα χρησιμοποιούν για βοήθεια στην υπηρεσία. Δεν έκαμαν τα πράγματα αυτά αντικειμενικό σκοπό της ζωής των, ώστε να δώσουν σ’ αυτά το μεγαλύτερο μέρος του χρόνου, της ενεργείας και του ενδιαφέροντός των. Η αγάπη των υλικών πραγμάτων του κόσμου αυτού είναι μεγάλο βάρος, «διότι παν το εν τω κόσμω, η επιθυμία της σαρκός, και η επιθυμία των οφθαλμών, και η αλαζονεία του βίου [η επιδεικτική έκθεσις των πραγμάτων που κατέχει κανείς, ΜΝΚ], δεν είναι εκ του Πατρός, αλλ’ είναι εκ του κόσμου και ο κόσμος παρέρχεται, και η επιθυμία αυτού· όστις όμως πράττει το θέλημα του Θεού, μένει εις τον αιώνα.»—1 Ιωάννου 2:15-17.
Υπάρχουν μερικά βάρη και ευθύνες, που όταν τις αναλάβη κανείς δεν μπορεί δικαίως να τις παραμερίση. Μια που τις ανέλαβε, πρέπει να τις εκπληρώση. Είναι δυνατόν ένας δούλος του Θεού να αναλάβη εκουσίως βάρη, διότι υποχωρεί στην ‘επιθυμία της σαρκός και στην επιθυμία των οφθαλμών.’ Για να δώσωμε ένα παράδειγμα, θα αναφέρωμε ένα λυπηρό γεγονός από την πραγματική ζωή. Μια χαριτωμένη νεαρά σκαπάνισσα αδελφή, πριν από έξη χρόνια, ήταν ευτυχής στον αγώνα κι ελεύθερη από φροντίδες, κηρύττοντας καθημερινά τον Λόγον. Μπροστά της βρισκόταν η ευκαιρία εκπαιδεύσεως στη σχολή Γαλαάδ και ιεραποστολικού έργου στο εξωτερικό, με όλες τις επιπρόσθετες ευλογίες. Σήμερα η κατάστασίς της συγκινεί την καρδιά κάθε ανθρώπου. Η λοξοδρόμησις είχε αρχίσει με αρκετή αθωότητα. Δεν είναι ανάγκη ν’ αναφέρωμε λεπτομέρειες—η φαντασία σας μπορεί να τις συλλάβη. Τα βάρη που είναι σήμερα επάνω της είναι σχεδόν ανυπόφορα. Ένας σύζυγος κοσμικός, που νοσηλεύεται τώρα στο νοσοκομείο και πάσχει από ανίατο καρκίνο. Τρία μικρά παιδιά, το ένα ανάπηρο εκ γενετής. Πόσο δρόμο νομίζετε ότι τρέχει τώρα στο στάδιο του θεοσεβούς αγώνος αυτή που ήταν άλλοτε μια ελεύθερη σκαπάνισσα; Τώρα φαίνεται πολύ μεγαλύτερη από την πραγματική της ηλικία, και απ’ το πρωί ως το βράδυ μοχθεί ν’ ανταποκριθή στις ευθύνες που πρέπει να βαστάση. Δεν της μένει τώρα διόλου καιρός για την υπηρεσία του Κυρίου, είναι τελείως αδρανής κι έχει εκτιναχθή έξω από τη μάχη. Αγωνίζεται ακόμη πώς να επιστρέψη στο στάδιο του αγώνος, αλλά τα βάρη που βαστάζει θα κάμουν πολύ δύσκολο τον υπόλοιπο δρόμο. Με δάκρυα στα μάτια έλεγε: «Θα έδινα τα πάντα για να ήμουν και πάλιν εκείνη η νέα κι ελεύθερη σκαπάνισσα.»
Πολλά παραδείγματα θα μπορούσαμε να αναφέρωμε για να δείξωμε τα θλιβερά αποτελέσματα του να υποχωρή κανείς στον εαυτό του και στις ατομικές επιθυμίες του αντί να παραμερίζη τα βάρη αυτά και να εξακολουθή τον αγώνα που είναι μπροστά μας. Μην υποχωρείτε στο άτομό σας, που ζητεί την ικανοποίησί του και θέλει να επιβάλη τη σπουδαιότητά του, βάζοντας τις επιθυμίες του στην πρώτη γραμμή, μπροστά από τον δρόμο που έχομε να τρέξωμε. Αυτό είναι το μεγάλο βάρος που πρέπει να παραμερισθή. Μην υποχωρείτε στο άτομό σας που με τη δυσαρέσκειά του προκαλεί διαφωνίες, φιλονικείες και διάσπασι της ενότητος εκείνων που τρέχουν στο στάδιο του αγώνος. Οι ατομικές μας επιθυμίες και η φιλαυτία εισάγουν τον φθόνο, τα πικρά σχόλια και την έξαψι του θυμού. Οδηγούν σε ανήθικες πράξεις και ζητούν πάντα την ικανοποίησι της σαρκός αντί ν’ ακολουθούν το πνεύμα και τα έργα του. Τέτοια βάρη δεν μπορούν να φερθούν ως το τέλος του δρόμου και να μπουν στον νέο κόσμο. Πρέπει να απορριφθούν.
«ΔΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΚΑΙΝΙΣΕΩΣ ΤΟΥ ΝΟΟΣ ΣΑΣ»
Αλλά πώς θα απορρίψωμεν τα βάρη και τα φορτία που μας εμποδίζουν και μας καταβαρύνουν; Με τον ίδιο τρόπο που απορρίψαμε τα βάρη της ψευδούς θρησκείας και της πολιτικής, μαθαίνοντας για την αμαρτωλότητά τους με τη μελέτη του Λόγου του Θεού. Με χαρά και με προθυμία απορρίψαμε τα βάρη αυτά όταν μάθαμε ότι είναι όργανα του Σατανά που μας εμποδίζουν να γνωρίσωμε και να υπηρετήσωμε τον Θεόν. Αλλάξαμε γνώμη για τα πράγματα αυτά. Έτσι και για όλες τις άλλες κοσμικές, ιδιοτελείς πράξεις, πρέπει να «μη συμμορφόνεσθε με τον αιώνα τούτον [αυτό το σύστημα πραγμάτων, ΜΝΚ] αλλά [να] μεταμορφόνεσθε δια της ανακαινίσεως του νοός σας, ώστε να δοκιμάζητε τι είναι το θέλημα του Θεού το αγαθόν και ευάρεστον και τέλειον. (Ρωμαίους 12:2) Μόνο με τη μελέτη του Λόγου του Θεού μεταμορφώνομε και ανακαινίζομε τον νου μας και τον εκπαιδεύομε ν’ αναγνωρίζη και να απορρίπτη τα άχρηστα βάρη.
Για να κερδίσωμε στο στάδιο του αγώνος πρέπει να ακολουθήσωμε τους κανονισμούς που αναφέρονται μόνο στον Λόγον του Θεού: «Ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται εις τας βιωτικάς υποθέσεις, δια να αρέση εις τον στρατολογήσαντα. Εάν δε και αγωνίζηται τις, δεν στεφανούται, εάν νομίμως [σύμφωνα με τους κανονισμούς, ΜΝΚ] δεν αγωνισθή. (2 Τιμόθεον 2:4, 5) Οι κανονισμοί απαιτούν να μη μπλεχθούμε στην επιδίωξι υλικού πλούτου. Οι κανονισμοί απαιτούν να κηρύττωμε. Οι κανονισμοί απαιτούν να περιπατούμε κατά το πνεύμα του Θεού και όχι κατά τις αμαρτωλές, ιδιοτελείς, σαρκικές επιθυμίες. Ο τρόπος τού να απορρίπτη κανείς τα βάρη είναι να περιπατή κατά το πνεύμα.« Περιπατείτε κατά το Πνεύμα, και δεν θέλετε εκπληροί την επιθυμίαν της σαρκός. Διότι η σαρξ επιθυμεί εναντία του Πνεύματος [και των επιθυμιών του, ΜΝΚ], το δε Πνεύμα εναντία της σαρκός· ταύτα δε αντίκεινται προς άλληλα.»—Γαλάτας 5:16, 17.
Για να τρέξωμε τον δρόμο ως την τελική νίκη, κάθε βάρος πρέπει ν’ απορριφθή ως ότου ο δούλος του Θεού ν’ αποχωρισθή απ’ όλα σαν ένας αγωνιστής του μαραθωνίου δρόμου. Περιγράφοντας τη συνετή πορεία ο απόστολος Παύλος λέγει: «Δεν εξεύρετε, ότι οι τρέχοντες εν τω σταδίω, πάντες μεν τρέχουσιν, είς όμως λαμβάνει το βραβείον; ούτω τρέχετε, ώστε να λάβητε αυτό. Πας δε ο αγωνιζόμενος, εις πάντα εγκρατεύεται· εκείνοι μεν, δια να λάβωσι φθαρτόν στέφανον, ημείς δε άφθαρτον. Εγώ λοιπόν ούτω τρέχω, ουχί ως αβεβαίως· ούτω πυγμαχώ, ουχί ως κτυπών τον αέρα· αλλά δαμάζω το σώμα μου και δουλαγωγώ, μήπως εις άλλους κηρύξας, εγώ γείνω αδόκιμος.—1 Κορινθίους 9:24-27.
Ας έχωμε ακόμη υπ’ όψι και το ότι «ο δρόμος δεν είναι εις τους ταχύποδας, ουδέ ο πόλεμος εις τους δυνατούς.» (Εκκλησιαστής 9:11) Η νίκη θα είναι με εκείνους που ανακαινίζουν τον νουν των με τη μελέτη της Γραφής και υποτάσσονται στην καθοδηγία του πνεύματος του Ιεχωβά. Το πνεύμα του θα μας βοηθήση ν’ αποβάλωμε όλα τα βάρη που μας εμποδίζουν και μας κρατούν πίσω, και θα μας υποστηρίξη στο να φέρωμε το βάρος των ευθυνών που δεν μπορούν δικαίως να παραμερισθούν. «Επίρριψον επί τον Κύριον το φορτίον σου, και αυτός θέλει σε ανακουφίσει· δεν θέλει ποτέ συγχωρήσει να σαλευθή ο δίκαιος.» (Ψαλμός 55:22) Οι χριστιανοί αδελφοί μπορούν να βοηθούν ο ένας τον άλλον ‘βαστάζοντες τα βάρη αλλήλων’. (Γαλάτας 6:2) Και αν πίστις σαν κόκκος σινάπεως μπορεί να μετακινήση όρος, τότε δεν υπάρχει κανένα φορτίο σαν όρος ή εμπόδιο που να μη μπορή να μεκακινηθή ή να υπερνικηθή με την εξάσκησι πίστεως. (Ματθαίος 17:20) Η πίστις δείχνεται με τα έργα· αυξήστε λοιπόν την πίστι σας και δείξτε την με αυξημένη δραστηριότητα.
Τα τελευταία χρόνια της επί εξήντα αιώνες έχθρας μεταξύ του σπέρματος του Όφεως και του Σπέρματος της γυναικός του Θεού είναι μπροστά μας. Κάθε καθιερωμένος δούλος του Θεού θα αισθάνεται την έχθρα αυτή ολοένα περισσότερο, καθόσον υπερπηδώνται τα τελικά εμπόδια πριν από τη νίκη στον Αρμαγεδδώνα. Για να υπερπηδήσωμε τα εμπόδια αυτά καθόσον προχωρούμε, πρέπει να επιμένωμε στο έργο που μας έχει ανατεθή, κάνοντας το μέρος μας στον αγώνα, όπως και οι πιστοί δούλοι του Θεού στους περασμένους αιώνες. Καθώς έγραψε και ο Παύλος, «Έχοντες τον αυτόν αγώνα οποίον είδετε εν εμοί, και τώρα ακούετε εν εμοί.»—Φιλιππησίους 1:30.
Το στάδιον του αγώνος είναι ακόμη μπροστά μας, η κραυγή εξακολουθεί, η διαταγή της μάχης είναι ακόμη «Κήρυξον τον Λόγον». Προσηλώστε τα μάτια σας στον αντικειμενικό σκοπό, μάθετε τους κανονισμούς του δρόμου, και ακολουθήστε τους. «Απορρίψατε παν βάρος». Αρκεσθήτε στα απαραίτητα της ζωής και τρέξτε στον αγώνα. Τρέξτε σαν να εξαρτάται η ζωή σας απ’ αυτόν. Και πράγματι εξαρτάται!