Δύναμις που Μεταδίδεται Μέσω Ενθαρρύνσεως
«Έχομεν ισχυράν ενθάρρυνσιν εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα.»—Εβρ. 6:18, ΜΝΚ.
1. Τι αποτέλεσμα έχει η ενθάρρυνσις σ’ εκείνον που την λαμβάνει, και πώς έδειξε ο απόστολος Παύλος την εκτίμησί του για τη σπουδαιότητα της;
ΠΟΣΟ σπουδαία είναι η ενθάρρυνσις σε καιρό εντάσεως! Όταν η αδυναμία μας μάς φέρνη αθυμία, πόσο εκτιμούμε ένα λόγο εκτιμήσεως ή μια έκφρασι που δίνει ελπίδα! Είναι αναψυκτική. Ελαφρώνει το φορτίο του έργου και μας καθιστά ικανούς ν’ αντμετωπίσωμε τα προβλήματα μας με μεγαλύτερη εμπιστοσύνη. Μας μεταδίδει τη δύναμι του χρειαζόμεθα για ν’ αντμετωπίσωμε το μέλλον. Μας εμποτίζει με θάρρος για να μείνωμε σταθεροί κάτω από ισχυρή πίεσι. Ο λόγος του Θεού ιδιαίτερα τονίζει την ωφέλεια της ενθαρρύνσεως. Έτσι, όταν ο απόστολος Παύλος έγραψε στους πιστούς στη Ρώμη, είπε: «Επιποθώ να σας ίδω, δια να σας μεταδώσω χάρισμά τι πνευματικόν προς στήριξιν υμών· τούτο δε είναι, το να συμπαρηγορηθώ μεταξύ σας δια της κοινής πίστεως υμών τε και εμού.» (Ρωμ. 1:11, 12) Εγνώριζε ότι οι Χριστιανοί αδελφοί του στη Ρώμη, ταραγμένοι από τις δικές των αδυναμίες και περικυκλωμένοι καθώς ήσαν από έναν κόσμο γεμάτον από κάθε είδους αδικία, είχαν ανάγκη ενθαρρύνσεως, και ήταν ανυπόμονος να την δώση σ’ αυτούς προσωπικώς. Εκτιμούσε, επίσης, ότι τα οφέλη δεν θα ήσαν μονόπλευρα, διότι το να δίδη κανείς ενθάρρυνσι καταλήγει σε αμοιβαία εποικοδόμησι· ναι, υπάρχει «αλληλοενθάρρυνσις».
2. Ποια είναι η διαφορά μεταξύ ενθαρρύνσεως και κολακείας, και ποια είναι η καλύτερη πηγή ενθαρρύνσεως;
2 Το είδος της εποικοδομήσεως που ο Παύλος επιθυμούσε για τους πιστούς της Ρώμης δεν προκύπτει από κολακεία, την οποίαν ο δίχως αρχές παλαιός κόσμος συχνά συγχέει με την ενθάρρυνσι. Η κολακεία είναι ψευδής, ανειλικρινής ή υπερβολικός έπαινος. Το ψεύδος και η ανειλικρίνεια δεν μεταδίδουν δύναμι· δεν εποικοδομούν. Πιο συχνά καταλήγουν απλώς σε περιφρόνησι εκείνου που κολακεύει. Όπως είχε γράψει ο Παύλος ενωρίτερα στους Θεσσαλονικείς: «Ούτε λόγον κολακείας μετεχειρίσθημεν ποτέ, καθώς εξεύρετε, ούτε πρόφασιν πλεονεξίας.» (1 Θεσ. 2:5) Εμπιστοσύνη που οικοδομείται επάνω στο ψεύδος είναι απάτη, και ελπίδα που δεν είναι θεμελιωμένη στην αλήθεια οδηγεί μόνο σε απογοήτευσι. Όταν, λοιπόν, οι ηγέται των εθνών ψεύδωνται στον λαό τους για να έχουν την υποστήριξί του σε καιρούς εθνικής κρίσεως, δεν υπάρχει πραγματική εποικοδόμησις ή μετάδοσις δυνάμεως. Ομοίως, όταν ο θρησκευτικός κλήρος ψεύδεται για την κατάστασι των νεκρών στους αποστερημένους, η παρηγορία που δίδεται είναι χωρίς βάθος και χωρίς αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει πραγματική ενθάρρυνσις εκεί. Για να δώσετε ενθάρρυνσι που μεταδίδει δύναμι, πρέπει να μιλήτε την αλήθεια. (Ψαλμ. 146:4· Εκκλησ. 9:5· Ιωάν. 5:28, 29) Το να μιλούμε τον λόγου του Θεού σ’ εκείνους που είναι θλιμμένοι για τις αποτυχίες αυτού του διεφθαρμένου κόσμου καθώς και για τις δικές των ελλείψεις, είναι ο κατ’ εξοχήν άριστος τρόπος να εμπνεύσωμε στους άλλους θάρρος και να τους δώσωμε μια ελπίδα που υποστηρίζει.
Ο ΘΕΟΣ ΠΑΡΕΧΕΙ ΤΟ ΥΠΟΔΕΙΓΜΑ
3. Με ποιον τρόπο έλαβε ο Θεός την ηγεσία στο να δίνη ενθάρρυνσι, και πώς μας επηρεάζει αυτό;
3 Ο Ιεχωβά Θεός ο ίδιος έλαβε την ηγεσία στο να δίνη ενθάρρυνσι. Αμέσως αφού ο Αδάμ είχε βυθίσει το ανθρώπινο γένος στην αμαρτία, ο Θεός ανήγγειλε ότι θα ήγειρε έναν ελευθερωτή, και ενεργώντας έτσι παρέσχε μια βάσι για ελπίδα στους αγέννητους τότε απογόνους του Αδάμ. Δεν ελησμόνησε αυτή την υπόσχεσι, αλλά την ετόνισε και τη διηύρυνε κάνοντας δηλώσεις στους δούλους του στις γενεές που ακολούθησαν. Όσον αφορά την επαγγελία του προς τον Αβραάμ αναφέρεται: «Εις το οποίον ο Θεός θέλων να δείξη περισσότερον προς τους κληρονόμους της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού, μετεχειρίσθη μέσον τον όρκον· ώστε δια δύο πραγμάτων αμεταθέτων, εις τα οποία είναι αδύνατον να ψευσθή ο Θεός, να έχωμεν ισχυράν παρηγορίαν [ενθάρρυνσιν, ΜΝΚ] οι καταφυγόντες εις το να κρατήσωμεν την προκειμένην ελπίδα· την οποίαν έχομεν, ως άγκυραν της ψυχής ασφαλή τε και βεβαίαν.» (Εβρ. 6:17-19) Ναι, παρέχοντας υγιά βάσι για ελπίδα ο Θεός ενθαρρύνει τους δούλους του, οικοδομεί την εμπιστοσύνη των, καθιστά δυνατόν γι’ αυτούς ν’ αντιμετωπίσουν το μέλλον χωρίς φόβο. Οι ασφαλείς επαγγελίες του που αναγράφονται στη Βίβλο αποτελούν μια απεριόριστη πηγή δυνάμεως για μας που ζούμε ακριβώς τώρα σ’ αυτόν τον εικοστόν αιώνα. «Διότι όσα προεγράφησαν, δια την διδασκαλίαν ημών προεγράφησαν, δια να έχωμεν την ελπίδα δια της υπομονής και της παρηγορίας των γραφών.»—Ρωμ. 15:4.
4. Ποια ευθύνη βαρύνει εκείνους που δέχονται την ελπίδα που δίνει ο Θεός, αλλά γιατί αυτή δεν είναι φορτική;
4 Με αυτή τη θεόδοτη ελπίδα συμβαδίζει ευθύνη. Εκείνοι που φέρουν το όνομα του Θεού πρέπει να είναι μάρτυρές του, γνωστοποιώντας στους άλλους το όνομά του και τους σκοπούς του. Πρέπει να κανονίσουν τη ζωή τους σύμφωνα με το θέλημά του. Αλλ’ ο Θεός δεν κάνει την υπηρεσία των βάρος, ωθώντας τους πέρα από την ικανότητά τους. Στοργικά φροντίζει γι’ αυτούς, όπως ένας ποιμήν θα εφρόντιζε για τα πρόβατά του. «Θέλει βοσκήσει το ποίμνιον αυτού ως ποιμήν· θέλει συνάξει τα αρνία δια του βραχίονος αυτού, και βαστάσει εν τω κόλπω αυτού· και θέλει οδηγεί τα θηλάζοντα.» (Ησ. 40:11) Ο Θεός δεν μας αποστερεί τη χαρά απαιτώντας πάρα πολλά. Ούτε μας απορρίπτει απλώς επειδή μπορεί να προσκόψωμε. «Καθώς σπλαγχνίζεται ο πατήρ τα τέκνα, ούτως ο Ιεχωβά σπλαγχνίζεται τους φοβουμένους αυτόν. Διότι αυτός γνωρίζει την πλάσιν ημών, ενθυμείται ότι είμεθα χώμα.» (Ψαλμ. 103:13, 14, ΜΝΚ) Είναι ελεήμων, στοργικός και συμπονετικός, η δε συγχώρησίς του μας δίδει θάρρος να προχωρήσωμε.
5. Όταν εξετάζωμε τις αφηγήσεις περί ανδρών πίστεως που αναγράφονται στις Γραφές, πώς μας κάνει αυτό ν’ αντιδρούμε;
5 Απαιτείται ισχυρή πίστις για να εγκαρτερήσωμε στην υπηρεσία του Θεού, αλλ’ ο Ιεχωβά έκαμε κάθε προμήθεια για να ενισχύση την πίστι μας. Εκτός από τις απαράμιλλες επαγγελίες του, μας περιέβαλε με άνδρας πίστεως, των οποίων το παράδειγμα μάς εμποτίζει με θάρρος και ανανεωμένο σθένος για τον αγώνα που έχει τεθή μπροστά μας. Υπήρξαν ο Άβελ και ο Σαμψών, που κατέθεσαν τη ζωή τους στην υπηρεσία του Ιεχωβά· ο Νώε, που διεκράτησε ακεραιότητα αν και περικυκλωμένος από έναν ασεβή κόσμο· ο Μωυσής, ο οποίος εγκατέλειψε όλα τα πλούτη της Αιγύπτου για την υπηρεσία του αληθινού Θεού· οι Ισραηλίται που επίστεψαν ότι ο Ιεχωβά θα τους απελευθέρωνε από τις στρατιωτικές καταδιωκτικές δυνάμεις του Φαραώ· και ο Δαβίδ, ο οποίος άφοβα αντιμετώπισε τον Φιλισταίον γίγαντα Γολιάθ στο όνομα του Ιεχωβά. «Λοιπόν και ημείς, περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν, και ας τρέχωμεν μεθ’ υπομονής τον προκείμενον εις ημάς αγώνα· αποβλέποντες εις τον Ιησούν τον αρχηγόν και τελειωτήν της πίστεως.»—Εβρ. 12:1, 2.
6. Πώς μας επηρεάζει το παράδειγμα του Αρχηγού και Τελειωτού της πίστεως μας;
6 Όταν ατενίζωμε στον Αρχηγό και Τελειωτή της πίστεώς μας, τι βλέπομε; Πάλι, αιτία για να λάβωμε θάρρος! Διότι στον Ιησούν έχομε ένα θεόδοτο υπόδειγμα. Σ’ αυτόν έχομε ένα ζωντανό παράδειγμα της πορείας που πρέπει ν’ ακολουθήσωμε. Κάθε βήμα που κάνομε στα ίχνη Εκείνου είναι μια πηγή ικανοποιήσεως και χαράς· είναι αναψυκτικό! Όπως είπε ο ίδιος ο Ιησούς: «Έλθετε προς με, πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, και εγώ θέλω σας αναπαύσει. Άρατε του ζυγόν μου εφ’ υμάς, και μάθετε απ’ εμού· διότι πράος είμαι και ταπεινός την καρδίαν· και θέλετε ευρεί ανάπαυσιν εν ταις ψυχαίς υμών. Διότι ο ζυγός μου είναι καλός, και το φορτίον μου ελαφρόν.»—Ματθ. 11:28-30.
7. (α) Γιατί πρέπει οι αληθινοί Χριστιανοί ν’ αντιμετωπίσουν διωγμό, αλλά γιατί υπάρχει λόγος να λάβουν θάρρος; (β) Πώς ο Πέτρος εξετέλεσε τη συμβουλή του Ιησού να ‘στηρίξη τους αδελφούς του’;
7 Είναι αληθές ότι το ν’ ακολουθή κανείς τα ίχνη του Χριστού φέρνει διωγμό από τον παλαιό κόσμο. «Και πάντες δε οι θέλοντες να ζώσιν ευσεβώς εν Χριστώ Ιησού, θέλουσι διωχθή.» (2 Τιμ. 3:12) Ο ίδιος ο Ιησούς προειδοποίησε γι’ αυτό, λέγοντας: «Δεν είναι δούλος μεγαλύτερος του κυρίου αυτού. Εάν εμέ εδίωξαν, και σας θέλουσι διώξει.» Αλλ’ ακόμη και αυτό δεν κάνει τους Χριστιανούς μάρτυρας του Ιεχωβά να αποθαρρύνωνται. Θυμούνται τα λόγια του Ιησού τη νύχτα πριν από τον θάνατό του όταν είπε: «Εν τω κόσμω θέλετε έχει θλίψιν· αλλά θαρσείτε· εγώ ενίκησα τον κόσμον.» (Ιωάν. 15:20· 16:33) Οι απόστολοι έλαβαν θάρρος. Δεν παρητήθησαν. Είναι αλήθεια ότι ο Πέτρος εδίστασε, αρνούμενος τον Κύριον, αλλά μετενόησε. Καθώς του είχε ειπεί ο Ιησούς: «Εγώ εδεήθην περί σου δια να μη εκλείψη η πίστις σου· και συ, όταν ποτέ επιστρέψης, στήριξον τους αδελφούς σου.» (Λουκ. 22:32) Ο Πέτρος έκαμε ακριβώς αυτό. Η πιστή του διακονία ήταν πηγή δυνάμεως στους Χριστιανούς αδελφούς του· τα όσα τους είπε ήσαν εποικοδομητικά· και έγραψε λόγους ενθαρρύνσεως. «Σας έγραψα εν βραχυλογία,» είπε ο Πέτρος, «προτρέπων και επιμαρτυρών ότι αυτή είναι η αληθινή χάρις του Θεού, εις την οποίαν στέκεσθε.» (1 Πέτρ. 5:12) Δεν ήθελε να εγκαταλείψη κανείς την οργάνωσι του Θεού και να παρεκκλίνη σε ψευδείς διδασκαλίες, αλλά εγνώριζε ότι ήσαν διαρκώς κάτω από πίεσι από μέρους του κόσμου. Έγραψε, λοιπόν, στην πρώτη του κανονική επιστολή για να τους ενθαρρύνη, για να ενισχύση την πεποίθησί τους ότι είχαν την αληθινή πίστι.
ΜΙΑ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΕΝΘΑΡΡΥΝΣΕΩΣ
8. Γράφοντας ο Πέτρος την πρώτη του κανονική επιστολή, τι ετόνισε ότι είναι πηγή μεγάλης ενθαρρύνσεως, και πώς μπορούμε να ωφεληθούμε απ’ αυτό;
8 Τι ακριβώς είπε ο Πέτρος προς την κατεύθυνσι της ενθαρρύνσεως στους ομοίους του Χριστιανούς, δίνοντας έτσι παράδειγμα για μας στο να ενθαρρύνωμε ο ένας τον άλλον; Εγνώριζε πολύ καλά το γεγονός ότι η πηγή της μεγίστης δυνάμεως γι’ αυτόν ήταν η θεόδοτη ελπίδα του, και συνεπώς έγραψε γι’ αυτή την ελπίδα, γνωρίζοντας ότι θα έκανε το πιο μεγάλο καλό για τους Χριστιανούς αδελφούς του αν θα μπορούσε να διεγείρη μεγαλύτερη εκτίμησι γι’ αυτήν από μέρους των. Ετόνισε ότι η ελπίδα των ήταν μια ‘ζώσα ελπίς’, κάτι το αξιόπιστο, μια προσδοκία που δεν θα ωδηγούσε σε απογοήτευσι. «Ευλογητός ο Θεός και Πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, όστις κατά το πολύ έλεος αυτού ανεγέννησεν ημάς εις ελπίδα ζώσαν δια της αναστάσεως του Ιησού Χριστού εκ νεκρών, εις κληρονομίαν άφθαρτον και αμίαντον και αμάραντον, πεφυλαγμένην εν τοις ουρανοίς δι’ ημάς· οίτινες με την δύναμιν του Θεού φυλαττόμεθα δια της πίστεως, εις σωτηρίαν ετοίμην να αποκαλυφθή εν τω εσχάτω καιρώ.» Αυτή η ελπίδα ήταν αιτία μεγάλης αγαλλιάσεως και ανεκλαλήτου χαράς μεταξύ τους. Ήταν κάτι για το οποίον οι προφήται είχαν κινηθή από το πνεύμα του Θεού να μιλήσουν· ήταν μια υπόθεσις στην οποίαν ακόμη και οι άγγελοι επιθυμούσαν να παρακύψουν. Αλλά ο Θεός είχε δώσει την ελπίδα αυτή σε Χριστιανούς άνδρες και γυναίκες. Πόσο ευγνώμονες έπρεπε να είναι! Πόσο αυτή θα τους ενίσχυε και θα τους υπεστήριζε! (1 Πέτρ. 1:3-5, 8-12) Ακόμη και ως την ημέρα αυτή είναι αληθές ότι, είτε έχει κανείς κληθή στην ουράνια ζωή ως ένα από τα 144.000 μέλη του «μικρού ποιμνίου» του Χριστού, είτε ελπίζει να είναι ανάμεσα στους «ευθείς [οι οποίοι] θέλουσι κατοικήσει την γην», βρίσκει την πιο μεγάλη ενθάρρυνσι προσηλώνοντας τη διάνοιά του στις επαγγελίες του Θεού, μελετώντας τις επαγγελίες στη Γραφή, κάνοντας συλλογισμούς πάνω σ’ αυτές, εξετάζοντας τις επαγγελίες μαζί με τους Χριστιανούς αδελφούς του και συνηγορώντας γι’ αυτές στους άλλους.—Λουκ. 12:32· Παροιμ. 2:21.
9. Πώς η Χριστιανική ελπίδα επηρεάζει την ικανότητα ενός ατόμου ν’ αντιμετωπίση διωγμό;
9 Τόσο μεγάλη είναι η δύναμις που μεταδίδεται από αυτή την αξιόπιστη ελπίδα, ώστε ο Χριστιανός μπορεί να χαίρη και να μένη σταθερός απέναντι ισχυρών πειρασμών που δοκιμάζουν την πίστι του. Έτσι ο Πέτρος προχώρησε να πη: «Δια το οποίον αγαλλιάσθε, αν και τώρα ολίγον, (εάν χρειασθή,) λυπηθήτε εν διαφόροις πειρασμοίς, ίνα η δοκιμή της πίστεώς σας πολύ τιμιωτέρα ούσα παρά το χρυσίον το φθειρόμενον, δια πυρός δε δοκιμαζόμενον, ευρεθή εις έπαινον και τιμήν και δόξαν, όταν φανερωθή ο Ιησούς Χριστός.» (1 Πέτρ. 1:6, 7) Ο Παύλος, επίσης, συνέδεσε την προκειμένην ελπίδα με το ζήτημα της υπομονής όταν είπε: «Εις την ελπίδα χαίροντες· εις την θλίψιν υπομένοντες.» Και στην περίπτωσι του Ιησού βρίσκομε εξηγημένη με παράδειγμα την αξιοσημείωτη δύναμι που μεταδίδει η Θεόδοτη ελπίδα, καθώς διαβάζομε: «Υπέρ της χαράς της προκειμένης εις αυτόν, υπέφερε σταυρόν, καταφρονήσας την αισχύνην, και εκάθισεν εν δεξιά του θρόνου του Θεού.» Εκείνοι που παρατηρούν προσεκτικά το παράδειγμα του Χριστού δεν κουράζονται και δεν αποκάμνουν· δεν παραιτούνται.—Ρωμ. 12:12· Εβρ. 12:2, 3· 1 Πέτρ. 4:13, 14.
10. Για ποια δράσι ενουθέτησε ο Πέτρος τους Χριστιανούς να αναζώσουν τας διανοίας των, και σχετικά με τούτο τι πρέπει να πράξωμε ο ένας για τον άλλον;
10 Υπάρχει ζωτικό έργο για να εκτελέση κάθε Χριστιανός. Έτσι, μέσω της πρώτης επιστολής του Πέτρου ενθαρρυνόμεθα, ναι, παρακινούμεθα να ‘αναζωσθούμε τας οσφύας της διανοίας μας’, και είμεθα κάτω από υποχρέωσι να παράσχωμε όμοια ενθάρρυνσι ο ένας στον άλλον. Το έργο των κεχρισμένων μελών του σώματος του Χριστού παρομοιάζεται μ’ εκείνο των ιερέων, που υπηρετούσαν στον ναό της Ιερουσαλήμ, διότι οι ίδιοι ‘οικοδομούνται οίκος πνευματικός, ιεράτευμα άγιον, δια να προσφέρωσι πνευματικάς θυσίας, ευπροσδέκτους εις τον Θεόν δια Ιησού Χριστού’. Δεν προσφέρουν θυσίες ζώων, αλλά πνευματικές θυσίες, «θυσίαν αινέσεως, τουτέστι, καρπόν χειλέων ομολογούντων το όνομα αυτού.» (1 Πέτρ. 1:13· 2:4-9· Εβρ. 13:15) Διακηρύττουν τους στοργικούς σκοπούς του Ιεχωβά Θεού, ο οποίος τους εκάλεσε από το πνευματικό σκότος του κόσμου στο θαυμαστό φως της αληθείας του. Για τέτοια υπηρεσία είναι ζωτική πνευματική δύναμις.
11. Με τον λόγο του Θεού που μας οδηγεί, πώς βλέπομε τις αιτίες του κόσμου για φόβο, και έτσι τι καλούμεθα να πράξωμε;
11 Έχοντας την αλήθεια του λόγου του Θεού για να φωτίζη το δρόμο τους και να τους ενισχύη, δεν συμμετέχουν στους φόβους του κόσμου· δεν ταράσσονται για τις κρίσεις του. Προσέχουν την εντολή: «“Τον δε φόβον αυτών μη φοβηθήτε, μηδέ ταραχθήτε.” αλλά “αγιάσατε Κύριον τον Θεόν” εν ταις καρδίαις υμών· και έστε πάντοτε έτοιμοι εις απολογίαν μετά πραότητας και φόβου, προς πάντα τον ζητούντα από σας λόγον περί της ελπίδος της εν υμίν.» (1 Πέτρ. 3:14, 15) Λόγω της στάσεως που λαμβάνουν, καλούνται διαρκώς να εξηγήσουν γιατί δεν συμμερίζονται το ενδιαφέρον του κόσμου και γιατί δεν αφοσιώνονται στη διαιώνισι των ιδρυμάτων του κόσμου, όπως πράττουν άλλοι. Έχουν να εξηγήσουν γιατί δεν αποτελούν μέρος του κόσμου. Στα μάτια των κοσμικών ανθρώπων η στάσις των μπορεί να φαίνεται ότι είναι ηθικώς εσφαλμένη, και γι’ αυτό πρέπει να κάμουν «απολογία», όχι με ερεθισμό, αλλά με πραότητα και βαθύν σεβασμό. Καθιστούν σαφές ότι αναπαύουν την ελπίδα των στον Θεό και στον Υιό του, και ότι πρέπει να πειθαρχούν εις τον Θεόν μάλλον παρά εις τους ανθρώπους. Ως άτομα αφιερωμένα στον Θεό, δείχνουν ότι θα ήταν εσφαλμένο να ζητούν φιλία με τον κόσμο, επειδή αυτό θα τους έκανε εχθρούς του Θεού. Χρειάζεται θάρρος για να διατηρηθή μια τέτοια στάσις ανάμεσα σ’ έναν εχθρικό κόσμο.—1 Πέτρ. 1:20, 21· Ιωάν. 15:19· Ιάκ. 4:4.
12. (α) Ποιοι έχουν ενωθή με το κεχρισμένο υπόλοιπο στο έργο των κηρύγματος και διδασκαλίας, και με ποιο αποτέλεσμα; (β) Πώς δείχνει ο Πέτρος ότι οι Χριστιανοί μπορούν να ενισχύουν αλλήλους καθώς συμμετέχουν στη διακονία;
12 Τώρα αυτοί οι κεχρισμένοι μάρτυρες έχουν ενωμένον μαζί τους έναν πολύν όχλον άλλων, αφιερωμένων ατόμων, που υπηρετούν σε ενότητα με την τάξι του ναού, που αποτελούν πηγή μεγάλης ενθαρρύνσεως γι’ αυτήν και που λαμβάνουν μέρος μαζί της στην εκπλήρωσι της εντολής του Ιησού: «Πορευθέντες λοιπόν μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, . . . διδάσκοντες αυτούς να φυλάττωσι πάντα όσα παρήγγειλα εις εσάς.» (Ματθ. 28:19, 20· Αποκάλ. 7:9, 10) Αυτό είναι ένα μεγάλο έργον, ένα επείγον έργον, και απαιτεί ενωμένη προσπάθεια. Γι’ αυτόν τον σκοπό ο Πέτρος προτρέπει τους Χριστιανούς να έχουν «ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην» και να εποικοδομούν αλλήλους ‘υπηρετούντες εις αλλήλους’. Πρέπει να εργάζονται μαζί. Ακόμη και ο Ιησούς λέγει: «Ιδού, εγώ είμαι μεθ’ υμών πάσας τας ημέρας, έως της συντελείας του αιώνος.» Τι θαυμαστή ενθάρρυνσις!—1 Πέτρ. 4:8-11.
13. Ποιο άλλο είδος ενθαρρύνσεως περιέλαβε ο απόστολος Πέτρος στη ζωή του, τι είπε, και πώς αυτό μας ενισχύει;
13 Εν όψει της διεφθαρμένης καταστάσεως του κόσμου, ο Πέτρος εθεώρησε επίσης απαραίτητο να δώση ενθάρρυνσι και προς άλλες κατευθύνσεις. Δεν ήταν ενθάρρυνσις που πήρε τη μορφή επαίνου· ούτε ήταν έκθεσις πραγμάτων που προωρίζοντο να τους γεμίσουν με ελπίδα. Μάλλον, αυτή η ενθάρρυνσις επήρε τη μορφή προτροπής ν’ αποφεύγουν κακή διαγωγή. «Αγαπητοί, σας παρακαλώ ως ξένους και παρεπιδήμους, να απέχητε από των σαρκικών επιθυμιών, αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής.» «Διότι αρκετός είναι εις ημάς ο παρελθών καιρός του βίου, ότε επράξαμεν το θέλημα των εθνών, περιπατήσαντες εν ασελγείαις, επιθυμίαις, οιοποσίαις, κώμοις, συμποσίοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείαις.» Συμβουλή τέτοια όπως αυτή είναι καλή για όλους μας. Αν έχωμε υπ’ όψι το γεγονός ότι διαρκώς διαγκωνιζόμεθα μ’ έναν εξευτελισμένο κόσμο, η συμβουλή αυτή μας βοηθεί να κρατούμε καθαρά στη διάνοια τι είναι ορθό και τι είναι εσφαλμένο. Μας προστατεύει από το να υιοθετήσωμε τις στρεβλές σκέψεις του κόσμου και ενισχύει το δίκαιο μίσος μας για τις ασεβείς πράξεις. Μας βοηθεί να κρατούμε καθαρά στη διάνοια τι είναι αυτές οι ‘σαρκικές επιθυμίες’—όχι πράγματα που πρέπει να επιδιώκωμε, αλλά εχθροί που «στρατεύονται κατά της ψυχής» και που, αν τους αφήσωμε, θα διεισδύσουν στη ζωή μας με αποτέλεσμα την καταστροφή της ζωής μας, της ψυχής μας. Χρειαζόμεθα ενθάρρυνσι σαν αυτή, και ο Ιεχωβά την παρέχει για τους συγχρόνους λατρευτάς του όπως ακριβώς την παρείχε για τους πρώτους Χριστιανούς μέσω των αποστόλων.—1 Πέτρ. 2:11, 12, 16· 4:3-5.
14. Ποια ενισχυτικά σχόλια παρεσχέθησαν προς όφελος εκείνων που υπηρετούσαν στην εργασία καταθλιπτικών κυρίων, και πώς η συμβουλή αυτή ωφελεί πολλούς ακόμη και σήμερα;
14 Στην ενθαρρυντική του επιστολή ο Πέτρος έδωσε, επίσης, προσοχή σε μερικά από τα αποθαρρυντικά οικιακά προβλήματα και προβλήματα εργασίας που αντιμετωπίζουν οι αδελφοί και που επηρεάζουν τη λατρεία των. Παραδείγματος χάριν, μερικοί σπ’ αυτούς υπέφεραν λόγω σκληρών κυρίων, και πολλή από την κακομεταχείρισι ωφείλετο προφανώς στο ότι ωρισμένοι που ήσαν δούλοι και ανήκαν σε κυρίους επιθυμούσαν να πράττουν το θέλημα του Θεού. Υπέφεραν «δια την εις τον Θεόν συνείδησίν» των, όπως σε πολλούς και σήμερα γίνεται δυσμενής διάκρισις από τους κοσμικούς εργοδότας των λόγω της Χριστιανικής των πίστεως. Πώς πρέπει αυτοί να βλέπουν την κατάστασί των; Ο Πέτρος έγραψε: «Εάν όμως αγαθοποιούντες και πάσχοντες υπομένητε, τούτο είναι χάρις παρά τω Θεώ.» Και επροχώρησε να συγκρίνη την κατάστασί των μ’ εκείνην του ιδίου του Χριστού, λέγοντας: «Διότι εις τούτο προσεκλήθητε, επειδή και ο Χριστός έπαθεν υπέρ υμών, αφίνων παράδειγμα εις υμάς, δια να ακολουθήσητε τα ίχνη αυτού· όστις “αμαρτίαν δεν έκαμεν, ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού.” Όστις λοιδορούμενος δεν αντελοιδόρει, πάσχων δεν ηπείλει, αλλά παρέδιδεν εαυτόν εις τον κρίνοντα δικαίως.» Πόσο ενθαρρυντικό είναι να έχωμε ένα υπόδειγμα σαν αυτό για να το ακολουθήσωμε!—1 Πέτρ. 2:18-23.
15. (α) Σε τι επεστήθη η προσοχή των Χριστιανών γυναικών ως σε πηγή ενθαρρύνσεως; (β) Ποια συμβουλή εδόθη στους νυμφευμένους άνδρες προς ενθάρρυνσι των; (γ) Σε τι πρέπει και ο άνδρας και η γυναίκα ως σύζυγοι να προσηλώνουν τη διάνοιά τους αν πρόκειται να ενισχύσουν και βοηθήσουν ο ένας τον άλλον;
15 Το ίδιο έξοχο παράδειγμα υποταγής συνίστατο για τις Χριστιανές συζύγους, ακόμη και για εκείνες που ήσαν νυμφευμένες με απίστους συζύγους, επειδή ο Πέτρος, αρχίζοντας τη συμβουλή του προς τις γυναίκες, χρησιμοποιεί την έκφρασι «ομοίως», κατευθύνοντας έτσι την προσοχή των στις προηγούμενες δηλώσεις όσον αφορά την υποταγή. Και αυτές επίσης έχουν ένα υπόδειγμα στον Χριστό, ο οποίος είναι εξίσου υπόδειγμα σ’ αυτές τώρα, όσο ήταν και στον πρώτον αιώνα. Ο Πέτρος, ενθαρρύνοντας τις συζύγους όσον αφορά την έκβασι της υπομονετικής εγκαρτερήσεώς των, νουθετεί: «Υποτάσσεσθε εις τους άνδρας υμών, ίνα και εάν τίνες απειθώσιν εις τον λόγον, κερδηθώσιν άνευ του λόγου δια της διαγωγής των γυναικών, αφού ίδωσι την μετά φόβου καθαράν διαγωγήν σας.» Οι σύζυγοι, επίσης, έχουν τα προβλήματά τους και βρίσκονται σε ανάγκη ενθαρρύνσεως. Έτσι ο Πέτρος, έγγαμος ο ίδιος και κινούμενος από το πνεύμα του Ιεχωβά, εξήτασε τι αντιμετώπιζαν αυτοί και προέτρεψε τους άνδρες να προσπαθούν να πολιτεύονται με κατανόησι προς τις συζύγους των, ν’ αναγνωρίζουν ότι η γυναίκα, «το γυναικείον γένος», είναι «σκεύος ασθενέστερον», και έτσι να μην περιμένουν ότι αυτή θ’ αντιδρά συναισθηματικά σαν άνδρας ή ότι θα κάνη το έργο της με τον ίδιο τρόπο που θα το έκανε ένας άνδρας. Το πραγματικά σπουδαίο πράγμα, στο οποίο και ο άνδρας και η γυναίκα είναι ανάγκη να προσηλώνουν τη διάνοια τους, είναι η σχέσις των με τον Θεό, και ποτέ δεν πρέπει να επιτρέπουν οικιακά προβλήματα να συσκοτίζουν την ένθερμη επιθυμία των να βοηθήσουν ο ένας τον άλλον να λάβουν το βραβείο της αιωνίου ζωής. Τι πρακτική ενθάρρυνσις! Πόσο υποβοηθητικό ήταν για όλους να εξετάζωνται τα δύσκολα προβλήματά τους, να εξαίρονται σ’ αυτούς οι Χριστιανικές αρχές που θα έπρεπε να τους οδηγούν, και να βλέπουν τονισμένο το καλό που επετελείτο με την πιστότητά των κάτω από δύσκολες περιστάσεις! Αυτή η ίδια θεόπνευστη επιστολή είναι πηγή δυνάμεως για μας σ’ αυτές τις ημέρες που είναι γεμάτες δοκιμασίες.—1 Πέτρ. 3:1-9.
16. Στην Πρώτη Πέτρου, κεφάλαιο 5, ποια ζητήματα συνεζητήθησαν με τους επισκόπους, και γιατί;
16 Οι επίσκοποι δεν παρεβλέφθησαν στην επιστολή του Πέτρου, ωσάν να μην εχρειάζοντο καμμιά ενθάρρυνσι. Αντιθέτως, αυτός εξήτασε μαζί τους ζητήματα που θα τα εκτιμούσαν ιδιαιτέρως: την κατάλληλη άποψι της διακονίας των, τη σχέσι των προς τον Θεό και προς τους αδελφούς, τον χειρισμό δυσκόλων προβλημάτων, και τον διωγμό. Είπε: «Ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, . . . την κληρονομίαν του Θεού.» Ποιος επίσκοπος, ακόμη και τώρα, δεν συγκινείται βαθιά όταν σταματά να υπομνήση στον εαυτό του ότι εκείνοι των οποίων έχει την εποπτεία στην εκκλησία είναι άτομα που ανήκουν στον Θεό; Βλέποντας το ζήτημα μ’ αυτόν τον τρόπο, ο επίσκοπος δεν ‘κατακυριεύει του ποιμνίου’ ούτε γίνεται υπερήφανος, αλλά προσέχει τη συμβουλή: «Ταπεινώθητε λοιπόν υπό την κραταιάν χείρα του Θεού, δια να σας υψώση εν καιρώ· και πάσαν την μέριμναν υμών ρίψατε επ’ αυτόν, διότι αυτός φροντίζει περί υμών.» Είναι, πράγματι, πηγή ενθαρρύνσεως σ’ έναν ταπεινό επίσκοπο να κατανοή ότι δεν έχει να βαστάση ολόκληρο το φορτίο μόνος του. Παρακινείται ν’ αποβλέπη στον Θεό για καθοδηγία στον χειρισμό προβλημάτων, επιρρίπτοντας όλες τις μέριμνες στον Θεό, εξελέγχοντας τον λόγο Του για καθοδηγία και ζητώντας Αυτόν στην προσευχή. Ούτε στέκει μόνος, όταν αντιμετωπίζη διωγμό από μέρους του κόσμου του Σατανά· καθώς είπε ο Πέτρος: «Τα αυτά παθήματα γίνονται εις τους αδελφούς σας τους εν τω κοσμώ. Ο δε Θεός πάσης χάριτος, όστις εκάλεσεν ημάς εις την αιώνιον αυτού δόξαν δια του Χριστού Ιησού, αφού πάθητε ολίγον, αυτός να σας τελειοποιήση, στηρίξη, ενισχύση, θεμελιώση.» (1 Πέτρ. 5:1-10) Οι επίσκοποι έχουν εύλογη αιτία να λαμβάνουν θάρρος.
17. Ποιος, λοιπόν, πραγματικά είναι ο μεγάλος Δοτήρ δυνάμεως, και γιατί αυτό;
17 Χωρίς αμφισβήτησι, ο Ιεχωβά ο ίδιος είναι ο Δοτήρ δυνάμεως στον λαό του. Είναι Εκείνος που ενέπνευσε τη συγγραφή αυτών των λόγων ενθαρρύνσεως που έχομε εξετάσει. Οι επαγγελίες που περιέχονται στον λόγον του, τη Γραφή, είναι εκείνες που μας γεμίζουν με ελπίδα. Μας έχει διδάξει έτσι ώστε μπορούμε ν’ αντιμετωπίσωμε τα προβλήματα της ζωής με επιτυχία. Μαζί του, με την υποστήριξί του, μπορούμε να σταθούμε σταθεροί ακόμη και απέναντι παγκοσμίου εναντιώσεως. Μαζί με τον Δαβίδ, λοιπόν, λέγομε: «Ο Ιεχωβά είναι δύναμίς μου, και ασπίς μου· επ’ αυτόν ήλπισεν η καρδία μου, και εβοηθήθην· δια τούτο ηγαλλίασεν η καρδία μου, και με τας ωδάς μου θέλω υμνεί αυτόν. Ο Ιεχωβά είναι δύναμις του λαού αυτού.»—Ψαλμ. 28:7, 8, ΜΝΚ.
[Εικόνα στη σελίδα 650]
‘Σας έγραψα δια του Σιλουανού δια να σας δώσω ενθάρρυνσιν.’