Διακοσμητικές ή Ειδωλολατρικές Παραστάσεις—Ποιο;
Οι ΑΝΘΡΩΠΟΙ που επιθυμούν τη θεία επιδοκιμασία είναι ανάγκη να γνωρίζουν αν ωρισμένες παραστάσεις είναι ειδωλολατρικές ή απλώς διακοσμητικές ή για στολισμό. Εκείνος ο οποίος δεν μπορεί να διακρίνη τι αποτελεί ένα είδωλο, θα δυσκολευθή ν’ ακολουθήση την εντολή της Γραφής: «Φεύγετε από της ειδωλολατρείας.» (1 Κορ. 10:14· 1 Ιωάν. 5:21) Αυτό θα μπορούσε να είναι καταστρεπτικό για το ενδιαφερόμενο άτομο. Γιατί; Διότι οι ειδωλολάτραι αναφέρονται με συγκεκριμένο τρόπο μεταξύ εκείνων οι οποίοι δεν πρόκειται να κληρονομήσουν τη βασιλεία του Θεού.—1 Κορ. 6:9, 10.
Τι είναι, λοιπόν, εκείνο που κάνει κάτι να είναι ειδωλολατρική παράστασις; Είναι ένα άγαλμα, μια εικόνα, ή κάτι όμοιο, ένα είδωλο επειδή το πλάσμα ή το πράγμα που παριστάνει ήταν κάποτε ένα αντικείμενο λατρείας; Μπορεί ένα αντικείμενο να είναι είδωλο σ’ ένα μέρος του κόσμου άλλα απλώς να εξυπηρετή διακοσμητικούς σκοπούς σ’ ένα άλλο μέρος του κόσμου; Τι είναι εκείνο που πρέπει να καθοδηγή ένα Χριστιανό στο να προσδιορίζη αν πρέπει ν’ απαλλαγή από ωρισμένα αντικείμενα λόγω της ειδωλολατρικής σχέσεώς των;
Οι Άγιες Γραφές καθιστούν σαφές ότι όλες οι εικόνες, τα αγάλματα και άλλες παραστάσεις δεν είναι είδωλα. Το αν ένα αντικείμενο είναι είδωλο ή όχι εξαρτάται κυρίως από το πώς το βλέπει κανείς. Αυτό μπορεί να εξεικονισθή με τις αρχαίες παραστάσεις βοών.
Στην αυλή του ναού που είχε οικοδομήσει ο Σολομών υπήρχε η «θάλασσα.» Αυτό το μεγάλο αγγείο στηριζόταν επάνω στις εξεικονίσεις δώδεκα βοών. Αυτές οι παραστάσεις εξυπηρετούσαν έτσι και ένα χρήσιμο αλλά και διακοσμητικό σκοπό. Αλλά ποτέ δεν απεδίδετο σ’ αυτές λατρεία. Υποστηρίζοντας όπως συνέβαινε ένα αγγείο που κανονικά μπορούσε να χωρέση 11.600 περίπου γαλλόνια νερό, οι βόες ήσαν ένα κατάλληλο σύμβολο δυνάμεως ή ισχύος. (1 Βασ. 7:26) Καλούσαν την προσοχή στην αλήθεια που εκφράζει ο Ψαλμός 62:11: «Η δύναμις είναι του Θεού.»
Εξ άλλου οι χρυσοί μόσχοι που είχε εγκαταστήσει ο Βασιλεύς Ιεροβοάμ στη Δαν και στη Βαιθήλ ήσαν είδωλα. Τους απεδίδετο λατρεία στο Βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ. Μολονότι ισχυρίζονταν ότι οι χρυσοί μόσχοι αντεπροσώπευαν τον Ιεχωβά, αυτό δεν έκανε δεκτή τη σχετική λατρεία που απεδίδετο σ’ αυτούς. (1 Βασ. 12:28· 14:7-9) Ο Ιεχωβά μέσω του προφήτου του Ησαΐα είπε: «Εγώ είμαι ο Ιεχωβά· τούτο είναι το όνομά μου· και δεν θέλω δώσει την δόξαν εις άλλον, ουδέ την αίνεσίν μου εις τα γλυπτά.» (Ησ. 42:8, ΜΝΚ) Με το να κατασκευάσουν χρυσούς μόσχους και να τους χρησιμοποιούν για λατρεία, οι Ισραηλίται γίνονταν ένοχοι στο ν’ αποδίδουν τη δόξα του Θεού σε κάτι άλλο που τον κακοπαριστούσε. Πόσο προσβλητικό ήταν για τον υπέρτατο Κυρίαρχο του σύμπαντος να παριστάνεται σαν ένας μόσχος, «ένα χορτοφάγο ζώο»!—Ψαλμ. 106:20.
Το γεγονός ότι ο μόσχος ήταν ένα αντικείμενο λατρείας στο Βόρειο Βασίλειο του Ισραήλ δεν έκανεν τους βόας του ναού του Σολομώντος είδωλα. Ομοίως, το γεγονός ότι διάφορα πλάσματα, φυτά και ουράνια σώματα—που αποτελούν όλα μέρος του δημιουργικού έργου του Θεού—στα οποία έδιναν κι’ εξακολουθεί να δίνουν σεβασμό, αυτό δεν τα καθιστά απαράδεκτα για διακοσμητικούς σκοπούς. Πολλά πράγματα που κάποτε λατρεύονταν από τους αρχαίους έχουν χάσει την ειδωλολατρική σημασία τους και θεωρούνται γενικά ως απλώς διακοσμητικά.
Εν τούτοις, ο Χριστιανός οφείλει να είναι προσεκτικός στο να μη αρχίση να θεωρή οποιοδήποτε πράγμα περισσότερο απ’ ότι είναι στην πραγματικότητα. Αυτό το σημείο το εξέφρασε καλά ο πιστός δούλος του Ιεχωβά Ιώβ: «Αν εθεώρουν τον ήλιον αναλάμποντα, ή την σελήνη περιπατούσαν εν τη λαμπρότητι αυτής, και η καρδία μου εθέλχθη κρυφίως, ή με το στόμα μου εφίλησα την χείρα μου, και τούτο ήθελεν είσθαι ανόμημα κατάδικον· διότι ήθελον αρνηθή τον Θεόν τον Ύψιστον.»—Ιώβ 31:26-28.
Συνεπώς, αν ένας Χριστιανός νομίζη ότι η παρουσία μιας ωρισμένης εικόνος ή ενός αντικειμένου θα μπορούσε να διεγείρη μια διάθεσι λατρείας λόγω της αρχαίας ειδωλολατρικής σχέσεώς του, θα πρέπη να θελήση ν’ απαλλαγή απ’ αυτό. αυτό μπορεί να περιλαμβάνη προσωπικά στολίδια, κοσμήματα και τα όμοια. Και, φυσικά, δεν θα ήθελε να κρατήση πράγματα τα οποία έχουν τώρα μια υποτιθεμένη ιερά σημασία ή προορίζονται ιδιαιτέρως για χρήσι σε ψευδείς θρησκευτικές ιεροτελεστίες. Αυτό αληθεύει ακόμη και αν τα πράγματα αυτά έπαυσαν από πολύν καιρό να έχουν γι’ αυτόν θρησκευτική σημασία. Όπως οι Χριστιανοί στην αρχαία Έφεσο, θα πρέπει ν’ απαλλαγή κι’ αυτός από εξαρτήματα της ψευδούς λατρείας, άσχετα με το πόσο ακριβά μπορεί να είναι, ώστε κανένας άλλος να μη μπορή να κάμη μια κακή χρήσι αυτών.—Πράξ. 19:19.
Ένας Χριστιανός οφείλει επίσης να σκέπτεται ότι είναι υποχρεωμένος να λαμβάνη υπ’ όψιν και τη συνείδησι των άλλων. Μολονότι ο ίδιος προσωπικά είναι πιθανόν να μη διατηρή λατρευτικά αισθήματα απέναντι σε μια ωρισμένη εικόνα ή ένα αντικείμενο, άλλοι, λόγω του ιδιαιτέρου θρησκευτικού ιστορικού των, πιθανόν να έχουν τελείως διαφορετικές απόψεις. Το ότι αυτό μπορεί να συμβαίνη ακόμη και μεταξύ Χριστιανών τονίζεται από τη θεόπνευστη συμβουλή του αποστόλου Παύλου: «Τούτο κρίνατε μάλλον, το να μη βάλλητε πρόσκομμα εις τον αδελφόν, ή σκάνδαλον. Εξεύρω και είμαι πεπεισμένος εν Κυρίω Ιησού, ότι ουδέν υπάρχει ακάθαρτον αφ’ εαυτού, ειμή εις τον όστις στοχάζεταί τι ότι είναι ακάθαρτον, εις εκείνον είναι ακάθαρτον.»—Ρωμ. 14:13, 14.
Έτσι το άτομο που επιθυμεί την επιδοκιμασία του Θεού θα κάμη καλά να εξετάση τις εικόνες και τα αντικείμενα που υπάρχουν στο σπίτι του για να διαπιστώση αν πρέπει να κάμη μερικές αλλαγές. Θα μπορούσε να θέση στον εαυτό του το ερώτημα: Θα μπορούσαν άτομα στην κοινότητα που ζω να θεωρήσουν ωρισμένα είδωλα και αντικείμενα που έχω ότι είναι περισσότερο από διακοσμητικά στοιχεία; Αποδίδουν αυτά τα άτομα κάποια θρησκευτική σημασία σ’ αυτά, και τα βλέπουν ως άγια ή ότι φέρνουν καλή τύχη; Μήπως μερικά είδωλα ή αντικείμενα που βρίσκονται στο σπίτι μου αφήνουν τους άλλους να νομίσουν ότι συμφωνώ με τις ενέργειες των ψευδών θρησκευτικών συστημάτων; Μήπως μερικά αντικείμενα που έχω κακοπαριστούν Γραφικές διδασκαλίες; Αν η απάντησις σε μερικά απ’ αυτά τα ερωτήματα είναι «Ναι,» η φρόνιμη πορεία θα ήταν ν’ απομακρυνθή από το σπίτι ενός ανθρώπου κάθε δυνατή αιτία προσκόμματος του εαυτού του και άλλων.
Φυσικά, δεν υπάρχει ανάγκη να στραφούμε σε παράλογες ακρότητες επάνω σ’ αυτό το ζήτημα. Ακόμη και εγκυκλοπαίδειες και λεξικά περιέχουν εξεικονίσεις ψευδών θεών και θρησκευτικών συμβόλων. Με το να κατέχη κανείς τέτοια συγγράμματα δεν δηλοί καθόλου στους άλλους ότι συμφωνεί με τις ψευδείς αντιλήψεις. Μια Γραφή με θρησκευτικές εικόνες και σύμβολα θα μπορούσε να θεωρήται επίσης έτσι, δηλαδή, ως ένα πληροφοριακό έργο.
Ας έχωμε επίσης υπ’ όψιν ότι η επίδρασις που έχουν τα είδωλα και άλλες παραστάσεις επάνω στους ανθρώπους ποικίλλει πολύ. Κανένας δεν μπορεί να θέση κανόνες για άλλους. Έτσι αν ένα άτομο διαπιστώνει ότι δεν μπορεί να παρατηρήση σ’ ένα είδωλο χωρίς το αίσθημα της έλξεως προς την ψευδή θρησκεία, θα κάμη καλά ν’ απαλλαγή απ’ αυτό. Οποτεδήποτε υπάρχει κάποια λογική αμφιβολία, είναι πάντοτε το καλύτερο να προτιμήση κανείς την πορεία που θα του επιτρέψη να έχη καθαρή συνείδησι ενώπιον του Θεού.
Έτσι γίνεται φανερό ότι κάθε άτομο που επιθυμεί να έχη την επιδοκιμασία του Θεού θα πρέπει να σκεφθή σοβαρά αυτό το ζήτημα, για να είναι βέβαιο ότι κατανοεί τι ευαρεστεί τον Θεό. Όταν θα το κάμη αυτό, τότε θα καθαρίση το σπίτι του από θρησκευτική άποψι, έτσι ως αποτέλεσμα τούτου θα είναι ότι δεν θα έχη τίποτα που θα τον απομακρύνη από το ν’ αποδίδη αποκλειστική αφοσίωσι στον Δημιουργό του, τον Ιεχωβά Θεό.