Επίσκοποι σε Αποκαλυπτικούς Καιρούς
«Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, την οποίαν έδωκεν εις αυτόν ο Θεός.»—Αποκάλ. 1:1.
1. Από ποια απόψι ζούμε σε αποκαλυπτικούς καιρούς;
ΒΡΙΣΚΟΜΑΣΤΕ σε αποκαλυπτικούς καιρούς. Αυτό σημαίνει ότι ζούμε σε καιρούς και κάτω από συνθήκες που εξεικονίσθησαν για μας από πριν στο τελευταίο από τα εξήντα έξη βιβλία της Αγίας Γραφής, το οποίον ονομάζεται Αποκάλυψις.
2. Σύμφωνα με το αποκαλυπτικό αυτό βιβλίο, για ποια μακαριότητα είναι τώρα καιρός;
2 Το αποκαλυπτικό αυτό βιβλίο αρχίζει ως εξής: «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού, την οποίαν έδωκεν εις αυτόν ο Θεός, δια να δείξη εις τους δούλους αυτού όσα πρέπει να γείνωσι ταχέως· και εφανέρωσεν αυτά αποστείλας δια του αγγέλου αυτού εις τον δούλον αυτού Ιωάννην· όστις εμαρτύρησε τον λόγον του Θεού, και την μαρτυρίαν του Ιησού Χριστού, και όσα είδε. Μακάριος ο αναγινώσκων, και οι ακούοντες τους λόγους της προφητείας, και φυλάττοντες τα γεγραμμένα εν αυτή· διότι ο καιρός είναι πλησίον.» (Αποκάλ. 1:1-3) Θέλει κανείς να είναι μακάριος σ’ αυτούς τους αποκαλυπτικούς καιρούς; Τότε ας αναγνώση μόνος του ή ας αναγνώση μεγαλοφώνως στους άλλους τα λόγια αυτής της προφητείας. Ή, αν δεν κάνη ο ίδιος την ανάγνωσι, ας ακούση την ανάγνωσι και έπειτα ας τηρήση με κατανόησι τα όσα είναι γραμμένα σ’ αυτό το προφητικό βιβλίο. Τώρα είναι ο καιρός γι αυτή τη μακαριότητα.
3. Ποιος ήταν ο Ιωάννης που κατονομάζεται, και σε ποιους έπρεπε να γράψη;
3 Ο Ιωάννης που κατονομάζεται εδώ ήταν δούλος του Ιησού Χριστού. Δεν επιδεικνύει το γεγονός ότι ήταν Χριστιανός δούλος με το αξίωμα ενός από τους ‘δώδεκα αποστόλους του Αρνίου’. (Αποκάλ. 21:14) Ως δούλος έλαβε οδηγίες να γράψη σε ωρισμένες εκκλησίες που βρίσκονταν στο μέρος που τώρα είναι Ασιατική Τουρκία. Συνιστά, λοιπόν, τον εαυτό του με τον εξής τρόπο: «Ο Ιωάννης προς τας επτά εκκλησίας τας εν τη Ασία.»—Αποκάλ. 1:4.
4. Πού ήταν τότε ο Ιωάννης, και σε ποιους έπρεπε να γράψη ειδικώς;
4 Ο Ιωάννης ήταν τότε στη νήσο-φυλακή της Πάτμου, υποφέροντας στα χέρια της Ρωμαϊκής κυβερνήσεως του Καίσαρος επειδή ήταν ένας πιστός Χριστιανός. (Αποκάλ. 1:9) Η νήσος Πάτμος απείχε ολιγώτερο από εκατόν πενήντα μίλια από τον λιμένα της Εφέσου, και δεν ήταν, επομένως, μακριά από τις έξη άλλες πόλεις όπου υπήρχαν οι εκκλησίες, στις οποίες ο Ιωάννης είχε διαταχθή να γράψη. Εκείνο τον καιρό ο Τιμόθεος, ο γιος της Ευνίκης, μπορεί να ήταν ένας ηλικιωμένος επίσκοπος της εκκλησίας της Εφέσου. Ο Ιωάννης είχε διαταχθή να γράψη ειδικώς στους επισκόπους.
5. Με ποιον απόστολο ήταν συνδεδεμένος ο Τιμόθεος, και με ποιους επισκόπους ο απόστολος αυτός είχε μια ειδική αποχαιρετιστήριο συνάντησι;
5 Στις ημέρες της νεότητός του ο Τιμόθεος ήταν στενός σύντροφος του αποστόλου Παύλου. Ο Παύλος συνέδεσε τον Τιμόθεο με τον εαυτό του σε μερικές επιστολές του γραμμένες προς διάφορες εκκλησίες, παραδείγματος χάριν, μια που απηυθύνετο στην εκκλησία των Φιλίππων (Ελλάδος): «Παύλος και Τιμόθεος, δούλοι του Ιησού Χριστού, προς πάντας τους αγίους εν Χριστώ Ιησού, τους όντας εν Φιλίπποις, μετά των επισκόπων και διακόνων.» (Φιλιππησ. 1:1) Αυτοί, λοιπόν, οι επίσκοποι και οι διάκονοι της εκκλησίας εγνωρίζοντο με τον Τιμόθεο. Στο τελευταίο ταξίδι του Παύλου στην Ιερουσαλήμ, στη Μέση Ανατολή, το πλοίο του εσταμάτησε στον λιμένα της Μιλήτου, κοντά στην Έφεσο. Από εκεί ο Παύλος εκάλεσε τους επισκόπους της Εφέσου, στους οποίους δεν περιελαμβάνετο τότε ο Τιμόθεος. Αυτοί ήλθαν, πρεσβύτεροι όλοι της εκκλησίας της Εφέσου. Ο Παύλος τούς έκαμε μια σοβαρή αποχαιρετιστήριο προσφώνησι σαν ένας ακριβώς που ήταν επίσκοπός των. Στους επισκόπους αυτούς ο Παύλος είπε:
6. Σύμφωνα με το Πράξεις 20:17-28, τι είπε ο Παύλος στους επισκόπους εκείνους;
6 «Δεν υπέκρυψα ουδέν των συμφερόντων, ώστε να μη αναγγείλω αυτό προς εσάς, και να σας διδάξω δημοσία και κατ’ οίκους, διαμαρτυρόμενος προς Ιουδαίους τε και Έλληνας την εις τον Θεόν μετάνοιαν, και την πίστιν την εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν. Και τώρα . . . εξεύρω ότι πλέον δεν θέλετε ιδεί το πρόσωπόν μου σεις πάντες, μεταξύ των οποίων διήλθον κηρύττων την βασιλείαν του Θεού. Όθεν μαρτύρομαι προς εσάς εν τη σήμερον ημέρα, ότι εγώ είμαι καθαρός από του αίματος πάντων· διότι δεν συνεστάλην να αναγγείλω προς εσάς πάσαν την βουλήν του Θεού. Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς, και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το πνεύμα το άγιον σας έθεσεν επισκόπους, δια να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε δια του αίματος του ιδίου [Υιού].»—Πράξ. 20:17-28, ΕΔ· ΜΙΡ· Σόνφηλντ.
7. Επί πόσον καιρό ο Παύλος είχε κηρύξει στην Έφεσο, και όμως, καθώς είπε, ποιος είχε διορίσει τους επισκόπους εκεί;
7 Επί δύο έτη και πλέον ο Παύλος είχε κηρύξει τη βασιλεία του Θεού «δημοσία και κατ’ οίκους» στην Έφεσο και είχε οικοδομήσει τη Χριστιανική εκκλησία εκεί. Εν τούτοις, ο Παύλος δεν είπε στους επισκόπους της ότι αυτός τους είχε κάμει επισκόπους ή ότι τους είχε θέσει σ’ αυτό το αξίωμα του επιτηρητού ή επόπτου των υποθέσεων της εκκλησίας. Ο Παύλος δεν ηξίωσε ότι είχε την εξουσία να τους θέση υπεράνω του ποιμνίου των Χριστιανικών προβάτων. Είπε ότι το άγιο πνεύμα του Θεού τούς είχε κάμει επισκόπους για να ποιμαίνουν την εκκλησία ή το ποίμνιο του Θεού. Πώς έγινε αυτό;
8. Τι είναι αυτό το άγιο πνεύμα, και τι είπε ο Πέτρος γι’ αυτό το πνεύμα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής;
8 Αυτό δεν εσήμαινε ότι το άγιο πνεύμα του Θεού είναι ένα πνευματικό πρόσωπο, το τρίτο πρόσωπο μιας λεγομένης Αγίας Τριάδος που αποτελείται από τον Πατέρα, τον Υιόν και το Άγιον Πνεύμα, τρία πρόσωπα σ’ ένα Θεό και τα τρία ίσα σε δύναμι και δόξα. Τίποτε από αυτόν τον παραλογισμό! Η Γραφή καθαρά δείχνει και εξηγεί ότι το άγιο πνεύμα είναι μια αόρατη ενεργός δύναμις. Προέρχεται από τον Θεό και ενεργεί άμεσα επάνω στον Υιό του Ιησού Χριστό. Κατόπιν, μέσω του ουρανίου Υιού του ενεργεί επάνω σε άλλα πρόσωπα ή πράγματα για να φέρη σε πραγματοποίησι το θέλημα και τους σκοπούς του Θεού. Παραδείγματος χάριν, στην εορταστική ημέρα της Πεντηκοστής, πενήντα ημέρες μετά την εκ νεκρών ανάστασι του Ιησού και δέκα ημέρες μετά την επιστροφή του στον ουρανό, το άγιο πνεύμα εξεχύθη επάνω στη Χριστιανική εκκλησία της Ιερουσαλήμ. Ο απόστολος Πέτρος εξήγησε το θαύμα που έγινε, λέγοντας στο πλήθος των Ιουδαίων που απορούσαν: «Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός, του οποίου πάντες ημείς είμεθα μάρτυρες. Αφού λοιπόν υψώθη δια της δεξιάς του Θεού, και έλαβε παρά του Πατρός την επαγγελίαν του αγίου πνεύματος, εξέχεε τούτο το οποίον τώρα σεις βλέπετε και ακούετε.» Ο Βασιλεύς Δαβίδ δεν είχε ανεβή στον ουρανό για να εκχύση αυτό το πνεύμα, αλλ’ ο Ιησούς, ο απόγονος και Κύριος του Δαβίδ, το είχε κάμει αυτό. (Πράξ. 2:32-36) Το άγιο πνεύμα, λοιπόν, κάνοντας τους πρεσβυτέρους της Εφέσου επισκόπους, δεν ήταν ένα πνευματικό πρόσωπο που ενεργούσε αφ’ εαυτού του ως ίσο με τον Θεό και τον Υιό του Ιησού.
9. Τι είδους δύναμις είναι το άγιο πνεύμα, και από ποια πηγή προέρχεται, και μέσω τίνος, και με ποια αποτελέσματα;
9 Αν το άγιο πνεύμα δεν είναι ουράνιο πρόσωπο, αλλά είναι απλώς η αόρατη ενεργός δύναμις που προέρχεται από τον Θεό μέσω του Ιησού Χριστού, πώς διώρισε τους πρεσβυτέρους εκείνους της Εφέσου επισκόπους του ποιμνίου του Θεού; Το άγιο πνεύμα δεν είναι μια άγρια δύναμις που τρέχει τυφλά. Είναι μια διευθυνόμενη δύναμις. Στον διορισμό των επισκόπων της Εφέσου απεστάλη από τον Ιεχωβά Θεό ως πηγή της. Ο πρώτος αντιπρόσωπος ή διάμεσος, δια του οποίου ενήργησε από τον ουρανό, ήταν ο Κύριος Ιησούς στα δεξιά του Θεού. Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής η ενέργειά του συνωδεύετο από ήχον «ως ανέμου βιαίως φερομένου» και από ορατές ‘γλώσσες ως πυρός’ που εκάθησαν επάνω στο κεφάλι του καθενός από τους 120 Χριστιανούς μαθητάς στους οποίους ήλθε, για να τους γεμίση και να τους κάμη να μιλούν γλώσσες που δεν είχαν ποτέ μάθει. (Πράξ. 2:1-16) Όπως ο άνεμος ή οι ακτίνες του ραδίου, η ενεργός δύναμις του Θεού ήταν αόρατη, αλλά εκείνο που παρήγαγε ήταν ορατό και ακουστό.
10. Μέσω της ενεργείας του πνεύματος κατά την Πεντηκοστή, τι κατέστησαν οι απόστολοι, και πώς ο εκ Ταρσού Σαούλ έγινε απόστολος μαζί τους;
10 Γεμίζοντας τον Πέτρο και τους άλλους αποστόλους του Ιησού Χριστού και κάνοντάς τους να διδάσκουν θεμελιώδεις έννοιες της Χριστιανικής πίστεως, το άγιο πνεύμα καθιστούσε, πραγματικά, τους αποστόλους εκείνους «θεμέλια» της Νέας Ιερουσαλήμ και κυριώτερους επισκόπους της Χριστιανικής εκκλησίας. (Αποκάλ. 21:14) Αργότερα ο Σαούλ ο εκ Ταρσού μετεστράφη στη Χριστιανοσύνη, εβαπτίσθη και ‘επλήσθη πνεύματος αγίου’, και έγινε ο απόστολος Παύλος για να λάβη τη θέσι του απίστου Ιούδα του Ισκαριώτου. Όπως είναι γραμμένο, στον Ψαλμό 109:8, σχετικά με τον άπιστον αυτόν αποστολικόν επίσκοπον: «Άλλος ας λάβη την επισκοπήν αυτού.» (Πράξ. 1:20· 9:17, 18) Πολύ κατάλληλα, ο δωδέκατος απόστολος του Αρνίου έγραψε για τον εαυτό του ως εξής: «Παύλος, απόστολος ουχί από ανθρώπων, ουδέ δι’ ανθρώπου, αλλά δια Ιησού Χριστού, και Θεού Πατρός του αναστήσαντος αυτόν εκ νεκρών.»—Γαλ. 1:1.
ΑΝΘΡΩΠΙΝΟΙ ΔΙΑΜΕΣΟΙ
11. Υπήρχε ανθρώπινος διάμεσος για το πνεύμα που εξεχύθη στους αποστόλους και στον Κορνήλιο, και τι συνέβη σε άλλους επισκόπους;
11 Κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, καθώς επίσης όταν μετεστράφη ο Ιταλός εκατόνταρχος Κορνήλιος μετά τρία και πλέον έτη αργότερα, δεν υπήρχε άνθρωπος ως διάμεσος για την ενέργεια του αγίου πνεύματος. Ο Κύριος Ιησούς από τον ουρανό το εξέχυσε απ’ ευθείας επάνω στους αποστόλους του και επάνω στον Κορνήλιο κι εκείνους που επίστεψαν μαζί του. Αλλά στην περίπτωσι άλλων επισκόπων, εχρησιμοποιήθησαν ανθρώπινοι διάμεσοι για το άγιο πνεύμα.
12. Με ποιο μέσον απεστάλησαν ο Παύλος και ο Βαρνάβας ως ιεραπόστολοι από την Αντιόχεια, και πώς;
12 Παρατηρήστε την ενέργεια του αγίου πνεύματος του Θεού τον καιρό που απεστάλησαν ο Παύλος και ο Βαρνάβας ως ιεραπόστολοι από την Αντιόχεια στη Συρία. Ο Παύλος και ο Βαρνάβας ήσαν μεταξύ πέντε προφητών και διδασκάλων στην εκκλησία εκεί. Τότε, με κάποια μέσα που δεν περιγράφονται, το άγιο πνεύμα ωδηγήθη να μεταβιβάση ήχο, ανθρώπινη λαλιά, όπως συμβαίνει με την ενέργεια των ραδιοκυμάτων επάνω σ’ έναν ραδιοφωνικό δέκτη. «Και ενώ υπηρέτουν εις τον Ιεχωβά και ενήστευον, είπε το πνεύμα το άγιον, Χωρήσατε εις εμέ τον Βαρνάβαν και τον Σαύλον δια το έργον εις το οποίον προσεκάλεσα αυτούς. Τότε αφού ενήστευσαν και προσευχήθησαν, και επέθεσαν τας χείρας επ’ αυτούς, απέστειλαν.» Αφού οι αντιπρόσωποι της εκκλησίας της Αντιοχείας επέθεσαν τα χέρια των επάνω σ’ αυτούς τους δύο, πρέπει μήπως κατ’ ανάγκην να λεχθή ότι αυτοί κατεστάθησαν ιεραπόστολοι από τους άνδρας που έθεσαν τα χέρια των επάνω τους; Όχι· η ενέργεια των ανδρών αυτών ήταν μόνο συμπτωματική και έδειχνε ότι αυτοί ενήργησαν ως αντιπρόσωποι του πνεύματος του Θεού αποχωρίζοντας τους δύο ιεραποστόλους. Είναι γεγονός ότι εκείνοι έγιναν ιεραπόστολοι από το άγιο πνεύμα, διότι η Γραφή προχωρεί και λέγει για τους δύο ιεραποστόλους: «Ούτοι λοιπόν πεμφθέντες υπό του πνεύματος του αγίου [όχι από τους άνδρας της Αντιοχείας], κατέβησαν εις την Σελεύκειαν, και εκείθεν απέπλευσαν εις την Κύπρον. Και ότε ήλθον εις την Σαλαμίνα, εκήρυττον τον λόγον του Θεού.»—Πράξ. 13:1-5.
13. Πώς έγινε ο διορισμός επισκόπων στην Αντιόχεια της Πισιδίας, και πώς έγινε ο Τιμόθεος επίσκοπος με εξουσία να κάνη διορισμούς;
13 Στο ιεραποστολικό αυτό ταξίδι ο Παύλος και ο Βαρνάβας έδωσαν αρχή σε μερικές Χριστιανικές εκκλησίες. Άνδρες πνευματικώς πρεσβύτεροι κατεστάθησαν επίσκοποι των εκκλησιών αυτών. Πώς; Από το άγιο πνεύμα, αλλά μέσω του Παύλου και του Βαρνάβα ως διαμέσων. Προς απόδειξιν τούτου, διαβάζομε για την ενέργειά τους στην Αντιόχεια της Πισιδίας. «Και αφού εχειροτόνησαν εις αυτούς πρεσβυτέρους κατά πάσαν εκκλησίαν, προσευχηθέντες με νηστείας, αφιέρωσαν αυτούς εις τον Ιεχωβά, εις τον οποίον είχον πιστεύσει.» (Πράξ. 14:23, ΜΝΚ) Κατόπιν ο Τιμόθεος έγινε συνταξιδιώτης και συνεργάτης του αποστόλου Παύλου. Αφού ανεπτύχθη πλήρως από πνευματική άποψι, ο Τιμόθεος έγινε επίσκοπος με εξουσία να ενεργή για τον διορισμό άλλων ωρίμων ανδρών ως επισκόπων και διακόνων στην εκκλησία της Εφέσου και αλλού. Αλλά τι ωδήγησε στο να γίνη ο Τιμόθεος ένας τέτοιος ειδικός επίσκοπος, επιτηρητής ή επόπτης; Η ενέργεια του πνεύματος του Θεού μέσω του Παύλου. Στις δύο του επιστολές προς τον Τιμόθεο, ο Παύλος το περιγράφει αυτό με τον εξής τρόπο: «Μη αμέλει το χάρισμα το οποίον είναι εν σοι, το οποίον εδόθη εις σε δια προφητείας [η οποία προφητεία θα ήταν από το πνεύμα], μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου.» (1 Τιμ. 4:14) Ο Παύλος, δείχνοντας ότι ήταν ο ίδιος ένας εξέχων από τους πρεσβυτέρους εκείνους, έγραψε περαιτέρω στον Τιμόθεο: «Σε υπενθυμίζω να αναζωπυρής το χάρισμα του Θεού, το οποίον είναι εν σοι δια της επιθέσεως των χειρών μου. Διότι δεν έδωκεν εις ημάς ο Θεός πνεύμα δειλίας, αλλά δυνάμεως και αγάπης και σωφρονισμού.» (2 Τιμ. 1:6, 7) Το πνεύμα του Θεού ήταν απαραίτητο για όλες αυτές τις ενέργειες.
14. Μετά την ειδική διάσκεψι στην Ιερουσαλήμ, τι εστάλησαν από εκεί να πράξουν ο Παύλος και ο Βαρνάβας, και πώς έγινε ο διορισμός των;
14 Σ’ έναν κρίσιμο καιρό ο Παύλος και ο Βαρνάβας εξελέγησαν από μια ειδική διάσκεψι του κυβερνώντος σώματος των Χριστιανών στην Ιερουσαλήμ, για ν’ αναγνώσουν μια ειδική επιστολή οδηγιών στις εκκλησίες της Αντιοχείας, της Συρίας και της Κιλικίας, για να τους ειδοποιήσουν ότι η περιτομή δεν αποτελούσε μέρος της Χριστιανοσύνης. Ως καλοί αγγελιαφόροι και γενικοί επίσκοποι, ο Παύλος και ο Βαρνάβας ανέγνωσαν αυτή την επιστολή της οργανώσεως στις εκκλησίες. Οι διωρισμένοι αυτοί αγγελιαφόροι επήραν στα σοβαρά την υπηρεσία που τους ανετέθη, γνωρίζοντας ότι ήσαν διωρισμένοι όχι απλώς από ανθρώπους του Χριστιανικού κυβερνώντος σώματος της Ιερουσαλήμ, αλλ’ από το άγιο πνεύμα. Έπρεπε να βλέπουν το ζήτημα μ’ αυτόν τον τρόπο, επειδή, και στην επιστολή ακόμη που ανέγνωσαν στις εκκλησίες, το κυβερνών σώμα έγραψε τα εξής αξιοσημείωτα λόγια: «Εφάνη εύλογον εις το άγιον πνεύμα και εις ημάς, να μη επιβάλλωμεν εις εσάς μηδέν πλειότερον βάρος εκτός των αναγκαίων τούτων.»
15. Ποιο αποτέλεσμα είχε στις Χριστιανικές εκκλησίες αυτή η εξάσκησις επιβλέψεως σ’ αυτές από το κυβερνών σώμα της Ιερουσαλήμ;
15 Έτσι το κυβερνών σώμα αποτελούμενο από ανθρώπους προέταξε από τον εαυτό του το άγιο πνεύμα. Αυτό εφηρμόζετο, επίσης, και στον διορισμό που έκαμαν του Παύλου και του Βαρνάβα. Ποιο αποτέλεσμα είχε αυτή η εξάσκησις επιβλέψεως των εκκλησιών από το κυβερνών σώμα της Ιερουσαλήμ; Το θείο υπόμνημα μας μιλεί γι’ αυτό εν σχέσει με τον Παύλο και τον νέο του σύντροφο Σίλα: «Ως δε διήρχοντο τας πόλεις, παρέδιδον εις αυτούς διαταγάς να φυλάττωσι τα δόγματα τα εγκεκριμένα υπό των αποστόλων και των πρεσβυτέρων των εν Ιερουσαλήμ. Αι μεν λοιπόν εκκλησίαι εστερεούντο εις την πίστιν, και ηυξάνοντο τον αριθμόν καθ’ ημέραν.» (Πράξ. 15:28· 16:4, 5) Οι εκκλησίες δεν ήσαν πια ταλαντευόμενες όσον αφορά το ζήτημα αυτό.
16. Μολονότι εχρησιμοποιήθησαν ανθρώπινοι διάμεσοι για να κάνουν διορισμούς, τι πρέπει να είναι αληθινό για το σώμα των ανθρώπων ή το άτομο που χρησιμοποιείται στον διορισμό;
16 Έτσι είναι Γραφικώς αληθές ότι ανθρώπινοι διάμεσοι εχρησιμοποιήθησαν στον διορισμό πολλών επισκόπων του ποιμνίου του Θεού. Αλλ’ εν όψει του γεγονότος αυτού, καμμιά ομάς ανθρώπων δεν μπορεί από δική της προαίρεσι να διαμορφωθή σε θρησκευτικό σώμα και να αναλάβη την εξουσία και το κύρος να κάνη επισκόπους. Χωρίς το άγιο πνεύμα του Θεού δεν μπορούν να κάμουν τίποτε που να υπολογίζεται πραγματικά ενώπιον του Θεού ή που να παίζη πραγματικό ρόλο στην οργάνωσί του. Όπως στην περίπτωσι της Χριστιανικής εκκλησίας στους αποστολικούς χρόνους, κατά τον πρώτον αιώνα, για να χρησιμοποιηθή οποιοδήποτε σώμα ανθρώπων στον διορισμό επισκόπων και των βοηθών των, διακονικών υπηρετών, πρέπει οι άνθρωποι αυτοί να έχουν το άγιο πνεύμα μέσα τους, ναι, να είναι ‘πλήρεις πνεύματος αγίου’. (Πράξ. 9:17· Εφεσ. 5:18) Αυτό ήταν αληθινό για το Χριστιανικό κυβερνών σώμα της Ιερουσαλήμ στους αποστολικούς χρόνους. Ήταν επίσης αληθινό για άτομα όπως ο απόστολος Παύλος και οι σύντροφοί του Τιμόθεος και Τίτος, στους οποίους είχαν δοθή οδηγίες όσον αφορά ανθρώπους με προσόντα να είναι επίσκοποι και βοηθοί των. Ήσαν όλοι πλήρεις από το άγιο πνεύμα και εκινούντο απ’ αυτό.
ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΗΜΕΡΑ;
17. Αφού οι θαυματουργικές εκδηλώσεις του πνεύματος παρήλθαν μαζί με τους αποστόλους, ποια ερωτήματα εγείρονται όσον αφορά τον διορισμό των επισκόπων, και τι καθιστά βέβαιη την απάντησι;
17 Σήμερα δεν ζούμε στους αποστολικούς χρόνους. Πολύ πριν από τον καιρό μας, όταν ετελείωσαν οι αποστολικές ημέρες πριν από χίλια εννιακόσια περίπου χρόνια, τα θαυματουργικά χαρίσματα και εκδηλώσεις του αγίου πνεύματος παρήλθαν. Μπορεί να αληθεύη ακόμη ότι το άγιο πνεύμα διορίζει επισκόπους στις εκκλησίες των αληθινών Χριστιανών σήμερα; Αφού το πνεύμα είναι η αόρατη ενεργός δύναμις του Θεού και είναι σιωπηλό και όχι αισθητό, πώς θα μπορούσαμε να είμεθα βέβαιοι ότι ο διορισμός των επισκόπων γίνεται απ’ αυτό σήμερα; Η Αγία Γραφή, ο λόγος του Θεού, το καθιστά αυτό βέβαιο.
18. Σε ποιους καιρούς ζούμε από το 1914, και ιδιαίτερα από το 1919, και επομένως τι πρέπει να περιμένομε ότι θα περιλαμβάνη η ενέργεια του πνεύματος;
18 Τα γεγονότα δείχνουν ότι στο έτος 1914 εγεννήθη στους ουρανούς η βασιλεία του Θεού στα χέρια του Χριστού του. Βρισκόμαστε, επομένως, στους καιρούς «της αποκαταστάσεως πάντων όσα ελάλησεν ο Θεός απ’ αιώνος δια στόματος πάντων των αγίων αυτού προφητών». (Πράξ. 3:21) Από το 1919 η οργάνωσις του Θεού ηγέρθη για να κάμη το φως της δόξης του να λάμψη ανάμεσα στο βαθύ σκοτάδι του κόσμου τούτου, και ήλθε ο καιρός για την εκπλήρωσι της υποσχέσεώς του: «Και θέλω καταστήσει τους αρχηγούς σου ειρήνην, και τους επιστάτας σου δικαιοσύνην.» Ή, όπως το αποδίδει η πιο παλαιά μετάφρασις των Εβραϊκών Γραφών: «Και δώσω τους άρχοντάς σου εν ειρήνη και τους επισκόπους σου εν δικαιοσύνη.» (Ησ. 60:1, 2, 17· Ο΄· ΑΣ· Θόμσον· Μπάγκστερ) Ζούμε επίσης στον καιρό της τελικής εκπληρώσεως της προφητείας, στην οποίαν ανεφέρθη ο απόστολος Πέτρος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, δηλαδή: «Και μετά ταύτα θέλω εκχέει το πνεύμα μου επί πάσαν σάρκα· και θέλουσι προφητεύσει οι υιοί σας, και αι θυγατέρες σας· οι πρεσβύτεροι σας θέλουσιν ενυπνιασθή ενύπνια, οι νεανίσκοι σας θέλουσιν ιδεί οράσεις. Και έτι επί τους δούλους μου και επί τας δούλας μου εν ταις ημέραις εκείναις θέλω εκχέει το πνεύμα μου.» (Ιωήλ 2:28, 29· Πράξ. 2:16-18) Πρέπει, συνεπώς, να περιμένωμε ότι η ενέργεια του πνεύματος θα περιλαμβάνη διορισμό επισκόπων.
19. Ποιον αντιπροσωπεύει σήμερα το Χριστιανικό κυβερνών σώμα, και πώς αυτό κατέστη ικανό ν’ ανταποκριθή στις ευθύνες του σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες;
19 Όπως στις ημέρες των αποστόλων, το Χριστιανικό ποίμνιο του Ιεχωβά Θεού έχει επάνω απ’ αυτό ένα ορατό κυβερνών σώμα. Τούτο ενεργεί για να αντιπροσωπεύση και εκφράση τον «πιστόν και φρόνιμον δούλον», τον οποίον ο Ιησούς Χριστός έχει διορίσει από την έλευσί του στη βασιλεία του στους ουρανούς το 1914. Ο Ιησούς, όταν προειδοποιούσε τους αποστόλους του για την έλευσί του για την κρίσι των ακολούθων του σε μια άγνωστη ώρα στον καιρό του τέλους του παλαιού αυτού κόσμου, είπε: «Τις λοιπόν είναι ο πιστός και φρόνιμος δούλος, τον οποίον ο κύριος αυτού κατέστησεν επί των υπηρετών αυτού, δια να δίδη εις αυτούς την τροφήν εν καιρώ; Μακάριος ο δούλος εκείνος, τον οποίον, όταν έλθη ο κύριος αυτού, θέλει ευρεί πράττοντα ούτως. Αληθώς σας λέγω, ότι θέλει καταστήσει αυτόν επί πάντων των υπαρχόντων αυτού.» (Ματθ. 24:45-47) Από το 1919, αυτός ο «πιστός και φρόνιμος δούλος», που είναι ένα σύνθετο πρόσωπο που αποτελείται από όλους τους κεχρισμένους Χριστιανούς συγκληρονόμους του Ιησού Χριστού, επιμελείται ‘όλα τα υπάρχοντά του’ επάνω στη γη. Ο δούλος παρέχει πιστά την πνευματική, Βιβλική τροφή στον κατάλληλο καιρό, έτσι ώστε δεν υπάρχει πνευματική πείνα μεταξύ των Χριστιανών μαρτύρων του Ιεχωβά. Ο Θεός, για να καταστήση αυτή την τάξι του «πιστού και φρονίμου δούλου» ικανή ν’ ανταποκριθή στις βαριές της ευθύνες σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, εξέχυσε, δια του Χριστού, το πνεύμα του επάνω της σ’ αυτές τις έσχατες ημέρες, προς πλήρη εκπλήρωσιν της προφητείας του Ιωήλ.
20. Από ποιους λαμβάνονται τα μέλη του κυβερνώντος σώματος, και τι αληθεύει, επομένως, σχετικά με τον διορισμό επισκόπων, ειδικώς από το 1932;
20 Το κυβερνών σώμα της τάξεως του «πιστού και φρονίμου δούλου» λαμβάνεται από τα μέλη αυτής της ίδιας κεχρισμένης, πληρωμένης με πνεύμα τάξεως. Λειτουργεί με το πνεύμα του Θεού. Όταν, λοιπόν, γίνεται ο διορισμός επισκόπων από αυτό το κυβερνών σώμα σύμφωνα με τις απαιτήσεις που είναι καταγεγραμμένες για τους επισκόπους, οι επίσκοποι αυτοί πραγματικά διορίζονται από το πνεύμα, αν και μέσω ανθρωπίνων διαμέσων. Όπως δείχνει η σύγχρονη ιστορία των μαρτύρων του Ιεχωβά, αυτό αληθεύει ειδικώς από το 1932, οπότε το σύστημα των δι’ εκλογής πρεσβυτέρων και διακόνων κατηργήθη στις συναθροίσεις των.
21. Διορίζοντας επισκόπους, τι ζητεί το κυβερνών σώμα, και σύμφωνα με ποιες απαιτήσεις;
21 Το κυβερνών σώμα που αποτελείται από ώριμα μέλη της τάξεως του «πιστού και φρονίμου δούλου», πάντοτε ζητεί την καθοδηγία του αγίου πνεύματος του Θεού όταν διορίζη υπευθύνους άνδρας ως επισκόπους των εκκλησιών, μαζί με τους βοηθούς των, τους διακονικούς υπηρέτας. Δεν ενεργεί σύμφωνα με κάποια προσωποληψία ή προκατάληψι. Τα όσα καθιστούν ένα άτομο άξιο να γίνη επίσκοπος ή ένας από τους διακονικούς υπηρέτας, εκτίθενται στον λόγον του Θεού, ιδιαίτερα στο τρίτο κεφάλαιο της πρώτης προς Τιμόθεον επιστολής του Παύλου και στο πρώτο κεφάλαιο της προς Τίτον επιστολής του Παύλου. Όλες αυτές οι απαιτήσεις για επισκόπους και διακονικούς υπηρέτας κατεγράφησαν με την έμπνευσι του αγίου πνεύματος.
22. Εν όψει τούτου, πώς γίνεται πραγματικά ο διορισμός των επισκόπων, και ειδικά αν έχωμε υπ’ όψιν ότι επηρεάζει τον διορισμό ποια εκδήλωσις του υποψηφίου;
22 Όταν, τώρα, το κυβερνών σώμα προσδιορίζη επισκόπους που ανταποκρίνονται σ’ αυτές τις καθαρά εκτεθειμένες απαιτήσεις, πραγματικά το άγιο πνεύμα είναι εκείνο που οδηγεί στον διορισμό των επισκόπων αυτών· πραγματικά το άγιο πνεύμα κάνει αυτούς τους επισκόπους. Το γεγονός αυτό γίνεται φανερώτερο όταν παρατηρούμε ότι τον διορισμό αυτόν τον επηρεάζει επίσης η πληρότης του αγίου πνεύματος που ενοικεί στον υποψήφιον για το υπούργημα του επισκόπου. Ο υποψήφιος πρέπει να δείχνη ότι είναι πλήρης από το πνεύμα με τον τρόπο που κατευθύνει τον εαυτό του και την οικογένειά του (αν έχη οικογένεια). Πρέπει ν’ αποδεικνύη ότι έχει άγιο πνεύμα με το να παράγη τον «καρπόν του πνεύματος», ο οποίος είναι «αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια», και με το να σταυρώνη την σάρκα μαζί με τα πάθη της και τις επιθυμίες της. Πρέπει να δείχνη ότι κινείται, ωθείται από το πνεύμα του Θεού για ν’ αναλάβη την επίβλεψι των προβάτων του ποιμνίου του. Διευκρίνισι τούτου αποτελεί το γεγονός ότι, στις αποστολικές ημέρες, ο Στέφανος εξελέγη για υπηρεσία επειδή ήταν ‘ανήρ πλήρης πίστεως και πνεύματος αγίου’.—Πράξ. 6:5, 6.
23. (α) Γιατί, λοιπόν, μπορεί να λεχθή ότι το άγιο πνεύμα διορίζει και σήμερα επισκόπους; (β) Αν, παρά τούτο, ένας επίσκοπος γίνη κακός, τι πρέπει να γίνη, και τι πρέπει να διαβάζουν κατ’ επανάληψιν οι επίσκοποι;
23 Παρατηρώντας τον καρπό του πνεύματος που παράγεται από τον υποψήφιο και σύμφωνα με τις γραπτές απαιτήσεις που εκτίθενται στις Άγιες Γραφές, οι οποίες εγράφησαν από ανθρώπους κάτω από την ενέργεια του αγίου πνεύματος, το κυβερνών σώμα ενεργεί, κινούμενο αυτό το ίδιο από το άγιο πνεύμα, για το οποίον προσεύχεται στον Θεό όπως το οδηγήση. Από κάθε άποψι, λοιπόν, το πνεύμα του Θεού έρχεται στο προσκήνιο στο ζήτημα του διορισμού επισκόπων. Συνεπώς, και σήμερα καθώς και στην εποχή του Παύλου, μπορεί να λεχθή ότι το άγιο πνεύμα διορίζει επισκόπους στο ποίμνιο του Θεού, το οποίον αυτός εξηγόρασε «δια του αίματος του ιδίου Υιού.» (Πράξ. 20:28, Σόνφηλντ) Αν με την πάροδο του χρόνου ένας επίσκοπος γίνη κακός, πρέπει να θυμώμαστε ότι ακόμη και ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, τον οποίον ο Ιησούς ο ίδιος εξέλεξε ως αποστολικόν επίσκοπο, έγινε κακός, προδίδοντας τον Επίσκοπό του, τον Αρχιποιμένα, στους εχθρούς του για να θανατωθή. Αυτό εδημιούργησε την ανάγκη, όπως ο Ιησούς, μετά τον θάνατό του και την ανάστασί του και μετά την έκχυσι του αγίου πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, εκλέξη έναν διαφορετικό άνθρωπο για να «λάβη την επισκοπήν αυτού». (Πράξ. 1:16-20· 9:10-16) Έτσι και σήμερα ένας άλλος άνθρωπος, που έχει δείξει για ένα χρονικό διάστημα τις επιθυμητές ιδιότητες και τα αναγκαία καλά προσόντα, πρέπει να τεθή στη θέσι αυτή για ν’ αντικαταστήση τον επίσκοπο που γίνεται κακός. Συνεπώς, θα έκανε μεγάλο καλό στους επισκόπους και στους διακονικούς υπηρέτας αν κατ’ επανάληψιν εδιάβαζαν και εσκέπτοντο τις απαιτήσεις του υπουργήματός των όπως εκτίθενται στην πρώτη προς Τιμόθεον επιστολή του Παύλου, ιδιαίτερα στο τρίτο κεφάλαιο, και στην προς Τίτον επιστολή του Παύλου, ιδιαίτερα στο πρώτο κεφάλαιο.
24. Επειδή σε κάθε στροφή ο επίσκοπος έχει ν’ αντιμετωπίση το πνεύμα που τον κατέστησε επίσκοπον, ποια προειδοποιητικά λόγια του Ιησού πρέπει να φέρη κοντά στην καρδιά του;
24 Εν όψει όλων όσα συνδέονται με το ζήτημα του διορισμού, κανείς διορισμένος δεν πρέπει να μεταχειρίζεται με ελαφρότητα το υπούργημά του ως επισκόπου. Σε κάθε στροφή ο επίσκοπος έχει ν’ αντιμετωπίση το άγιο πνεύμα, το οποίο τον έκαμε ό,τι είναι. Για επαρκή αιτία, λοιπόν, πρέπει να φέρνη κοντά στην καρδιά του τα προειδοποιητικά λόγια του Ιησού προς τους εχθρούς του. Με τα ίδια τα μάτια των οι εχθροί είδαν την ενέργεια του αγίου πνεύματος του Θεού μέσω του Ιησού όταν εθεράπευσε έναν δαιμονόπληκτο, τυφλόν και κωφάλαλον άνθρωπο, έτσι ώστε ο κωφάλαλος μίλησε και είδε, απηλλαγμένος από τη δαιμονοληψία. Για ν’ αντιδράσουν στο αποτέλεσμα που θα είχε αυτό το θαύμα σε όλους τους παρατηρητάς, οι εχθροί του Ιησού κακεντρεχώς είπαν ότι το πνεύμα του Διαβόλου ήταν εκείνο που είχε ενεργήσει μέσω αυτού για να κάμη αυτή τη θεραπεία. Ο Ιησούς υπεστήριξε με δύναμι ότι το πνεύμα του Θεού ήταν εκείνο που ενήργησε μέσω αυτού για να εκβάλη τον δαίμονα από τον τυφλό και κωφάλαλο άνθρωπο. Αφού απέδωσε το θαύμα στο πνεύμα του Θεού αντί να το αποδώση στον εαυτό του, ο Ιησούς προσέθεσε κατόπιν τα εξής λόγια: «Δια τούτο σας λέγω, Πάσα αμαρτία και βλασφημία θέλει συγχωρηθή εις τους ανθρώπους· η κατά του πνεύματος όμως βλασφημία δεν θέλει συγχωρηθή εις τους ανθρώπους. Και όστις είπη λόγον κατά του Υιού του ανθρώπου, θέλει συγχωρηθή εις αυτόν όστις όμως είπη κατά του πνεύματος του αγίου, δεν θέλει συγχωρηθή εις αυτόν, ούτε εν τούτω τω αιώνι, ούτε εν τω μέλλοντι.»—Ματθ. 12:22-32.
25. Βλέποντας ότι διορίζεται από το πνεύμα, τι θα είναι ο επίσκοπος ανήσυχος να μην κάμη, για να μη διαπράξη ποιο είδος αμαρτίας;
25 Ακόμη και στον ουρανό ο εξυψωμένος Ιησούς ενεργεί με το πνεύμα του Θεού, και ενεργεί έτσι επίσης και στο ζήτημα του διορισμού επισκόπων. Βλέποντας ότι ο επίσκοπος διορίζεται από αυτό το πνεύμα, ο διοριζόμενος θα είναι ανήσυχος να μην κάνη κατάχρησι της επισκοπής για ιδιοτελείς λόγους. Όπως είπε ο απόστολος Πέτρος στους συνεπισκόπους του: «Ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστικώς, . . . μηδέ αισχροκερδώς, . . . μηδέ ως κατακυριεύοντες την κληρονομίαν του Θεού.» (1 Πέτρ. 5:1-3) Η εσφαλμένη αυτή πορεία θα εσήμαινε ότι ενεργεί κανείς σαν τον Ιούδα, σαν τον Βαλαάμ, σαν τους «ψευδαποστόλους». (Πράξ. 1:16-18, 25· 2 Πέτρ. 2:15, 16· Ιούδ. 11· 2 Κορ. 11:13-15) Αυτό είναι προδοσία των προβάτων του Καλού Ποιμένος, σαν εκείνη που διεπράχθη από τους απλήστους ποιμένας που αναφέρονται στο Ιεζεκιήλ 34:1-10, 17-22. Αυτό θα ήταν αμαρτία εναντίον του πνεύματος που έκαμε τον άνθρωπον αυτόν επίσκοπο. Θα ήταν διαστροφή του σκοπού, για τον οποίον τον διώρισε το πνεύμα. Αυτό θα ήταν αμάρτημα, σοβαρό αμάρτημα. Αν επιμείνη ένας επίσκοπος σ’ αυτό και το διαπράξη ως το σημείο τού να σκληρυνθή σ’ αυτή την κατάστασι της καρδιάς και την πορεία διαγωγής, θα εγίνετο αμάρτημα εναντίον του αγίου πνεύματος από έναν, του οποίου η ωριμότης τον καθιστά περισσότερο επίμεμπτον και υπεύθυνον. Γίνεται, επομένως, ένα είδος αμαρτίας που δεν συγχωρείται ούτε στον αιώνα τούτον, ούτε στον μέλλοντα.
26. Γιατί μπορεί ν’ αντικατασταθούν σήμερα μερικοί επίσκοποι χωρίς ν’ αμαρτήσουν εναντίον του πνεύματος, αλλά τι θα πούμε για έναν επίσκοπο που θα επέμενε σε εκούσια αμαρτία;
26 Λόγω των ηυξημένων ευθυνών που βαρύνουν τους επισκόπους σήμερα εξαιτίας του πολλαπλασιασμού των καθηκόντων που τους ανατίθενται, και λόγω των μεγαλυτέρων απαιτήσεων που γίνονται απ’ αυτούς, μπορεί ένας άνθρωπος λόγω ηλικίας ή ασθενείας ή άλλων συνθηκών να είναι ανεπαρκής για ν’ ανταποκριθή στις απαιτήσεις της επισκοπικής ιδιότητος. Μπορεί, συνεπώς, ν’ αντικατασταθή όχι εξαιτίας δικής του εκουσίας αμαρτίας. Ή μπορεί να παρουσιασθή ένα πιο ικανό πρόσωπο και, χάριν μεγαλυτέρας αυξήσεως και πιο αποτελεσματικής προσπαθείας, μπορεί να είναι κατάλληλο και σκόπιμο να μεταβιβασθούν τα καθήκοντα και οι υποχρεώσεις από το ολιγώτερο ικανό άτομο σ’ αυτό που έχει περισσότερα προσόντα. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις δεν περιλαμβάνεται αμαρτία εναντίον του αγίου πνεύματος, και δεν υπάρχει αισχύνη ή όνειδος. Αλλ’ ουαί σ’ εκείνον που άπληστα, φιλόδοξα, ρυπαρά και εσκεμμένα αμαρτάνει λόγω των πλεονεκτημάτων που έχει ως επίσκοπος. Θέτει τον εαυτό του σε μια σοβαρή θέσι απέναντι του πνεύματος που είχε σχέσι με τον διορισμό του ως επισκόπου. Αν δεν αναρρώση γρήγορα, όχι μόνο θα χάση την προνομιούχο υπηρεσία του, αλλά και θα βρεθή στο δρόμο για τον αιώνιο θάνατο. Η αμαρτία του θα γίνη τέτοια που δεν συγχωρείται και για την οποία δεν μπορεί να μετανοήση. Η αισχύνη του θα γίνη μεγάλη.
27. Για ποιον σκοπό θα χρησιμοποπήση ένας επίσκοπος το υπούργημά του;
27 Ένας επίσκοπος, με το πνεύμα του Ιεχωβά, πρέπει να χρησιμοποιήση το υπούργημά του για ν’ αποκτήση ζωή, για τον εαυτό του και για το ποίμνιο του Θεού, επάνω από το οποίο τον έθεσε το άγιο πνεύμα, υπερασπίζοντας έτσι ή δικαιώνοντας τον διορισμό του. Θα δη τη σοφία και θα αισθανθή τη χαρά τού να εκτελή τα λόγια του Πέτρου προς τους επισκόπους, που αναγράφονται στην 1 Πέτρου 5:1-4. «Μη λυπείτε το πνεύμα το άγιον του Θεού, με το οποίον εσφραγίσθητε,» είπε ο Παύλος,—Εφεσ. 4:30.
ΑΣΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
28. (α) Σε τι είδους καιρούς ζούμε, και γιατί; (β) Πώς ο Ιωάννης μετεφέρθη προς τα εμπρός με όραμα ως την εποχή μας, τι είδε, τι άκουσε και τι έπραξε;
28 Σήμερα μπορεί να μη ζούμε σε αποστολικούς καιρούς, αλλά ζούμε σε αποκαλυπτικούς καιρούς, διότι τα οράματα που εδόθησαν στο αποκαλυπτικό βιβλίο, στην Αποκάλυψι, εκπληρώνονται μπροστά στα μάτια μας. Η Βασιλεία του Θεού εγεννήθη στους ουρανούς, τα έθνη ωργίσθησαν και η οργή του Θεού επήλθε σ’ αυτά και ήλθε ο διωρισμένος του καιρός για να κριθούν οι νεκροί. Ο «ναός του Θεού εν τω ουρανώ» ανοίχθηκε στην πνευματική μας όρασι και βλέπομε σ’ αυτόν την «κιβωτόν της διαθήκης αυτού» ή το σύμβολο της παρουσίας του εκεί. (Αποκάλ. 11:18 έως 12:5) Ο ανάσσων Βασιλεύς του Ιησούς Χριστός, ως ο Θείος Αγγελιαφόρος ή Άγγελος της διαθήκης, έχει έλθει με τον Ιεχωβά Θεό στον πνευματικό ναό για εκτέλεσι κρίσεως. (Μαλαχ. 3:1) Την αόρατη παρουσία του στο ναό, την είδε ο απόστολος Ιωάννης στη νήσο Πάτμο στα οράματα της ‘αποκαλύψεως του Ιησού Χριστού’. Από τη γέννησι της βασιλείας του Θεού στους ουρανούς το 1914, βρισκόμαστε εις «την Κυριακήν ημέραν». Ό,τι είδε ο Ιωάννης τον μετέφερε προς τα εμπρός με όραμα ως την εποχή μας, έτσι ώστε έγραψε: «Κατά την Κυριακήν ημέραν ήλθον εις έκστασιν πνευματικήν και ήκουσα οπίσω μου φωνήν μεγάλην ως σάλπιγγος, ήτις έλεγεν, Εγώ είμαι το Α και το Ω, ο πρώτος και ο έσχατος· και, Ό,τι βλέπεις, γράψον εις βιβλίον, και πέμψον εις τας επτά εκκλησίας τας εν τη Ασία, εις Έφεσον, και εις Σμύρνην, και εις Πέργαμον, και εις Θυάτειρα, και εις Σάρδεις, και εις Φιλαδέλφειαν, και εις Λαοδίκειαν.» Όταν ο Ιωάννης εστράφη να δη ποιος μιλούσε, είδε «επτά λυχνίας, και εν μέσω των επτά λυχνιών ένα όμοιον με υιόν ανθρώπου . . . Και είχεν εν τη δεξιά αυτού χειρί επτά αστέρας.» Βλέποντάς τον ο Ιωάννης εφοβήθη θανάσιμα.—Αποκάλ. 1:10-17.
29. Τι είπε ο Ομιλητής στον Ιωάννη να κάμη, και τι εξεικονίζουν σήμερα οι επτά λυχνίες;
29 Ο ομιλητής κατέστησε γνωστόν τον εαυτό του ως τον αναστημένο, δοξασμένο Ιησού Χριστό, όχι με το ν’ αναφέρη το όνομά του, αλλά με το να πη γνωστά πράγματα για τον εαυτό του. Κατόπιν είπε στον Ιωάννη: «Γράψον όσα είδες, και όσα είναι, και όσα μέλλουσι να γείνωσι μετά ταύτα· το μυστήριον των επτά αστέρων τους οποίους είδες εν τη δεξιά μου, και τας επτά λυχνίας τας χρυσάς. Οι επτά αστέρες είναι οι άγγελοι των επτά εκκλησιών· και αι επτά λυχνίαι τας οποίας είδες, είναι αι επτά εκκλησίαι.» (Αποκάλ. 1:19, 20) Οι εκκλησίες αυτές εξεικονίζουν ολόκληρη την εκκλησία επάνω στη γη σήμερα, που αποτελείται από τους εκ του πνεύματος αποκυημένους, κεχρισμένους ακολούθους του Ιησού Χριστού, όλους συγκληρονόμους μαζί του της βασιλείας των ουρανών. Στην Αποκάλυψι οι επαγγελίες που γίνονται σ’ αυτούς είναι αφθαρσία και απαλλαγή από τον «δεύτερον θάνατον», στέφανος ή στέμμα κυριαρχίας και εξουσίας επί των εθνών, για να τα κατασυντρίψουν στον Αρμαγεδδώνα, μια θέσις στον ουράνιο ναό και στη Νέα Ιερουσαλήμ και το να καθήσουν με τον Ιησού Χριστό στον ουράνιο θρόνο του. (Αποκάλ. 2:7, 10, 11, 17, 26-28· 3:5, 6, 11, 12, 21) Η καθεμιά από τις επτά λυχνίες εξεικονίζει μια εκκλησία από τα μέλη αυτά του «μικρού ποιμνίου», στο οποίον ο ουράνιος Πατήρ ηυδόκησε να δώση τη βασιλεία.—Λουκ. 12:32.
30. Τι εξεικονίζει σήμερα το ότι ο Ομιλητής περιπατεί εν μέσω των επτά λυχνιών, και ποιοι σήμερα συνεταυτίσθησαν με τις επτά συμβολικές λυχνίες από το 1931;
30 Εφ’ όσον ο αριθμός επτά χρησιμοποιείται στη Γραφή για να συμβολίση εκείνο που είναι πνευματικώς τέλειο, οι επτά λυχνίες εξεικονίζουν όλες τις εκκλησίες αυτών των κληρονόμων της Βασιλείας, ή όλους εκείνους τους κληρονόμους της Βασιλείας που βρίσκονται ακόμη επάνω στη γη και που θεωρούνται ως μία και μόνο αδιαίρετη εκκλησία, με τον Ιησού Χριστό ως πνευματική τους Κεφαλή. Το ότι, λοιπόν, αυτός περιπατεί εν μέσω των επτά λυχνιών σημαίνει το πώς είναι σήμερα αοράτως παρών με ολόκληρη την εκκλησία του επάνω στη γη και περιπατεί μεταξύ των, τους επιθεωρεί και εκφράζει την κρίσι του. Με αυτή την εκκλησία των κληρονόμων της Βασιλείας του που παραμένουν ακόμη στη γη είναι τώρα συνταυτισμένος ένας «πολύς όχλος» άλλων προβάτων, τα οποία ο Καλός Ποιμήν, ο Ιησούς Χριστός, συνάγει από το θέρος του 1931. Αυτός ο «πολύς όχλος» εξεικονίσθη στην Αποκάλυψι 7:9-17.
31. Τι έχει ο Ιησούς στην δεξιά του, τι εξεικονίζουν αυτοί, και γιατί δεν θα μπορούσαν να εννοούνται εδώ πνευματικά πλάσματα;
31 Αλλά τι έχει στην δεξιά του ο δοξασμένος Ιησούς; Επτά «αστέρας». Αυτοί έχουν σχέσι με τις επτά λυχνίες. Όπως οι επτά λυχνίες εξεικονίζουν τις επτά εκκλησίες του κεχρισμένου υπολοίπου των κληρονόμων της Βασιλείας, έτσι και οι επτά αστέρες συμβολίζουν τους «αγγέλους των επτά εκκλησιών». Ποιοι, λοιπόν, είναι αυτοί οι άγγελοι των επτά εκκλησιών; Μήπως είναι αόρατοι άγγελοι στον ουρανό, που συνοδεύουν τον Ιησού Χριστό όταν αυτός, ο δοξασμένος Υιός του ανθρώπου, έρχεται στη δόξα της ουρανίας βασιλείας του; Καθόλου. Δεν πρέπει να θεωρήσωμε ότι κάθε επίγεια εκκλησία του κεχρισμένου υπολοίπου έχει τον δικό της άγγελο στον ουρανό, ο οποίος λάμπει επάνω της. Όχι· διότι αν έτσι είχε το πράγμα, ο Ιησούς στον ουρανό θα μπορούσε να δώση τα αγγέλματά του απ’ ευθείας σ’ αυτούς όσον αφορά τις επτά εκκλησίες. Αντιθέτως, ο Ιησούς διατάσσει τον απόστολο Ιωάννη να γράψη σε κάθε άγγελο κάθε εκκλησίας για την κατάστασί της. Ο Ιωάννης επάνω στη γη δεν θα μπορούσε να γράψη σε αοράτους πνευματικούς αγγέλους στον ουρανό. Πώς θα εγνώριζε ο Ιωάννης ποιος ήταν ο αστήρ τής κάθε μιας εκκλησίας; Πώς θα παρέδιδε ή απέστελλε το άγγελμα από τον Ιησούν σε κάθε αστέρα και στον κατάλληλο αστέρα;
32, 33. Ποιους, λοιπόν, εξεικονίζουν οι επτά αστέρες, και αφότου εδόθη ποια ειδοποίησις στη Σκοπιά έγιναν «άλλα πρόβατα» επίσκοποι;
32 Είναι, λοιπόν, λογικά σαφές ότι και οι επτά αστέρες στην δεξιά του Ιησού εξεικονίζουν ολόκληρο το σώμα ή τον πλήρη αριθμό των επισκόπων ολοκλήρου της εκκλησίας του υπολοίπου των κεχρισμένων κληρονόμων της Βασιλείας που βρίσκονται ακόμη επάνω στη γη. Κάθε αστήρ εξεικονίζει τον επίσκοπο ή την ομάδα των επισκόπων που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία κάθε εκκλησίας του κεχρισμένου υπολοίπου. Κανένα ιδιαίτερο πρόσωπο με τούτο ή μ’ εκείνο το όνομα δεν εξεικονίζεται στην περίπτωσι οποιουδήποτε αστέρος, διότι το άτομο που βρίσκεται στη θέσι του επισκόπου μπορεί ν’ αλλάξη με την πάροδο του χρόνου λόγω θανάτου ή άλλων συνθηκών. Αλλά η θέσις του επισκόπου, όχι κενή, αλλά πραγματικά πληρωμένη από κάποιο άτομο που ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις, εξεικονίζεται από κάθε αστέρα. Οι αστέρες εξεικονίζουν κεχρισμένους με το πνεύμα επισκόπους οι οποίοι, όπως και οι εκκλησίες των, είναι συγκληρονόμοι της ουρανίου βασιλείας με τον Ιησούν. Για πρώτη φορά έπειτα από μερικά χρόνια αφότου ο Καλός Ποιμήν Ιησούς Χριστός άρχισε να συνάγη τα «άλλα πρόβατά» του, μερικά απ’ αυτά, σύμφωνα με τις ανάγκες της περιπτώσεως, ετέθησαν σε θέσεις επισκόπου από την τάξι του «πιστού και φρονίμου δούλου». Για πρώτη φορά στο έτος 1937, στο τεύχος της 1ης Μαΐου της Σκοπιάς (σελίς 130, στην Αγγλική), εδημοσιεύθη η ακόλουθη είδοποίησις:
33 «ΥΠΗΡΕΤΗΣ ΟΜΑΔΟΣ—Η διακήρυξις του αγγέλματος της βασιλείας είναι εξαιρετικά σπουδαία τώρα. Είναι καθήκον των κεχρισμένων να ψηφίσουν για το ποιος θα είναι υπηρέτης ομάδος· αλλά ‘ξυλοκόποι και υδροφόροι’ (Ιησ. Ναυή 9:21-27) μπορούν να υπηρετήσουν. (Δευτ. 16:12-15· 29:11) Όταν δεν υπάρχη κανείς στην ομάδα ικανός να πληρώση τις θέσεις υπηρετών ομάδος ή επιτροπών υπηρεσίας και υπάρχουν Ιωναδαβίται που έχουν την ικανότητα και τον ζήλο, ας τεθούν οι Ιωναδαβίται στην επιτροπή υπηρεσίας και ας τους δοθή ευκαιρία να υπηρετήσουν. Το έργο δεν πρέπει να καθυστερήση επειδή μερικοί από την ομάδα έχουν έλλειψι ζήλου. Το ευαγγέλιο πρέπει τώρα να διακηρυχθή.—Ματθ. 24:14.»
34. Ποιος ήταν ο σκοπός μιας ιερής λυχνίας, και ποιος είναι τώρα ο σκοπός μιας συμβολικής λυχνίας;
34 Μια λυχνία γεμίζεται με λάδι και την ανάβουν για να χύνη φως σ’ εκείνους που είναι στο σπίτι ή στο ναό. Η ιερή σκηνή που ανηγέρθη από τον προφήτη Μωυσή στην έρημο του Σινά είχε μια λυχνία τοποθετημένη στο πρώτο διαμέρισμα ή στα Άγια. Αλλά στα Άγια του ναού που οικοδομήθηκε από τον Βασιλέα Σολομώντα υπήρχαν δέκα χρυσές λυχνίες, πέντε στη βόρειο πλευρά και πέντε στη νότιο. (Έξοδ. 25:31-40· 26:35· 40:24, 25· 2 Χρον. 4:7, 20· 1 Βασ. 7:49) Μια συμβολική λυχνία ή εκκλησία κεχρισμένων συγκληρονόμων της Βασιλείας πρέπει να εξυπηρετή τον σκοπό της, δηλαδή, ν’ αφήνη το φως να λάμπη· ο δε Ιησούς Χριστός, ο οποίος περιπατεί στο μέσον των επτά συμβολικών λυχνιών, θα φροντίση, ως Αρχιερεύς χωρίς την ανάγκη ενός πάπα επάνω στη γη, να λάμπουν οι εκκλησίες αυτές.
35. Πώς ένας επίσκοπος πρέπει να λάμπη σαν αστήρ εν συγκρίσει με μια λυχνία, και με ποιο φως πρέπει να λάμπουν όλα τα μέλη της εκκλησίας;
35 Ένα αστέρι στους ουρανούς λάμπει εντονώτερα από μια λυχνία επάνω στη γη. Με όμοιο τρόπο, ένας που πληροί τη θέσι του επισκόπου σε μια εκκλησία πρέπει να λάμπη επάνω από τα άλλα μέλη της εκκλησίας και περισσότερο απ’ αυτά. Πρέπει να είναι εξέχων σαν ένας αστήρ, αφήνοντας το φως των αγαθών νέων της βασιλείας του Θεού να λάμπη στα μέλη της εκκλησίας και στα «άλλα πρόβατα», εκείνα που έχουν ήδη συναχθή ή εκείνα που πρόκειται ακόμη να συναχθούν για ν’ αποτελέσουν «μίαν ποίμνην» με το κεχρισμένο υπόλοιπο. (Ιωάν. 10:16) Φυσικά, από μια γενική άποψι, όλα τα μέλη της εκκλησίας πρέπει να λάμπουν με πνευματικό φως από τον ουρανό: «Δια να γίνησθε άμεμπτοι και ακέραιοι, τέκνα Θεού αμώμητα εν μέσω γενεάς σκολιάς και διεστραμμένης· μεταξύ των οποίων λάμπετε ως φωστήρες εν τω κόσμω.» Ειδικά γι’ αυτόν τον «έσχατον καιρόν» του κόσμου, ο άγγελος του Θεού επροφήτευσε στον Δανιήλ: «Και οι συνετοί θέλουσιν εκλάμψει ως η λαμπρότης του στερεώματος· και οι επιστρέφοντες πολλούς εις δικαιοσύνην, ως οι αστέρες, εις τους αιώνας των αιώνων.» (Δαν. 12:3) Επαληθεύοντας αυτή την προφητεία, όλα τα συνετά μέλη της εκκλησίας πρέπει να λάμπουν σαν αστέρες, αλλά ειδικώτερα ο επίσκοπός των, όπως ακριβώς το φως των άστρων σε συμπαραβολή με το φως μιας λυχνίας. Το φως της λυχνίας δεν φθάνει πολύ μακριά· το φως ενός αστέρος φθάνει. Οι επίσκοποι πρέπει να είναι παραδείγματα φορέων φωτός.
[Χάρτης στη σελίδα 100]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Πέργαμος
Θυάτειρα
Σάρδεις
Σμύρνη
Φιλαδέλφεια
Έφεσος
Λαοδικεία