Ερωτήσεις από Αναγνώστας
● Πώς μπορεί κανείς να πη ότι το αίμα κρέατος, που αγοράζεται από ένα κρεοπώλη ή από κάποια άλλη αγορά έχει εκχυθή κατάλληλα; Επίσης, πώς μπορεί κανείς να πη αν τα αρτοσκευάσματα κρύου κρέατος, τα ζαχαρωτά ή τα παρασκευάσματα που πωλούνται από φαρμακεμπόρους περιέχουν αίμα ή στοιχεία αίματος;—Α. Ρ., Η.Π.Α.
Αυτό έχει σημασία για τους Θεοσεβείς ανθρώπους, διότι ο Ιεχωβά Θεός, στον νόμο του που εξετέθη στον Νώε, κι εφαρμόζεται σε όλο το ανθρώπινο γένος, είπε: «Παν κινούμενον, το οποίον ζη, θέλει είσθαι εις εσάς προς τροφήν· ως τον χλωρόν χόρτον έδωκα τα πάντα εις εσάς· κρέας όμως με την ζωήν αυτού, με το αίμα αυτού, δεν θέλετε φάγει.» (Γεν. 9:3, 4) Και το κυβερνών σώμα των πρώτων Χριστιανών, κατευθυνόμενον από το άγιον πνεύμα του Θεού, ετόνιζε ότι είναι ανάγκη ‘ν’ απέχουν οι Χριστιανοί από αίμα.’—Πράξ. 15:28, 29.
Αν η αφαίμαξις των σφαγίων δεν αποτελή τακτική συνήθεια στον τόπο σας, ή αν δεν είσθε βέβαιοι περί του ποιος είναι ο συνήθης χειρισμός του ζητήματος στον τόπο που κατοικείτε, ο καλύτερος τρόπος για να βρήτε αν το αίμα έχη κατάλληλα εκχυθή είναι να κάμετε προσωπικό ερώτημα. Στις πιο πολλές περιπτώσεις, κι αν ακόμη ο πωλητής του κρέατος δεν έκαμε ο ίδιος το σφάξιμο, γνωρίζεται μ’ εκείνους με τους οποίους συναλλάσσεται, και γνωρίζει τους τρόπους ενεργείας των ή τουλάχιστον τους νόμους που τους διέπουν. Αν έχη πεποίθησι ότι το κρέας είναι κατάλληλα προετοιμασμένο, ο Χριστιανός μπορεί αδιστάκτως να το χρησιμοποιήση. Εν τούτοις, αν αυτός που πωλεί το κρέας δεν ξέρη, ρωτήστε απλώς: «Ποιος μπορεί να με πληροφορήση; Μου είναι απαραίτητο αυτό για θρησκευτικούς λόγους.» Κατόπιν γράψτε μια επιστολή, αν αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να έλθετε σ’ επαφή μ’ εκείνον που μπορεί ν’ απαντήση στο ερώτημά σας. Αν για κάποιο λόγο δεν φρονή ένας ότι του λέγουν την αλήθεια, μπορεί πάντοτε να προμηθεύεται απ’ αλλού, ή μπορεί ν’ αγοράζη ζωντανά ζώα και να φροντίζη ο ίδιος για το σφάξιμό των, αν φρονή ότι είναι αναγκαίον αυτό.
Το γεγονός απλώς ότι το κρέας φαίνεται πολύ κόκκινο ή ακόμη ότι έχει κόκκινο υγρό στην επιφάνεια, δεν σημαίνει ότι το αίμα του δεν έχει εκχυθή. Μπορεί να παρέμειναν στο κρέας μερικές πολύ μικρές ποσότητες αίματος και μετά ακόμη από την κατάλληλη αφαίμαξι. Εξ άλλου, το υγρό που εκρέει από το κρέας μπορεί να είναι διάμεσον υγρόν. Το ουσιώδες πράγμα είναι ότι εδείχθη σεβασμός στην ιερότητα του αίματος, απεδόθη σεβασμός στην αρχή περί της ιερότητος της ζωής. Εκείνο που απαιτεί ο νόμος του Θεού είναι να εκχύνεται το αίμα από το ζώο όταν σφάζεται, όχι ότι το κρέας πρέπει να εμποτίζεται σε κάποιο ειδικό παρασκεύασμα για ν’ αποβληθή κάθε ίχνος αίματος.
Στην περίπτωσι άλλων προϊόντων, μπορεί ν’ ακολουθήται ένας παρόμοιος τρόπος ενεργείας. Αν έχετε λόγους να πιστεύετε ότι ένα ωρισμένο προϊόν περιέχει αίμα ή κλάσμα αίματος, ρωτήστε εκείνον που το πωλεί. Αν αυτός δεν γνωρίζη, γράψτε στον παρασκευαστή. Κάποτε οι ετικέττες γράφουν αν χρησιμοποιήται κλάσμα αίματος, αλλ’ όχι πάντοτε. Λόγου χάριν, μια ετικέττα μπορεί να γράφη ότι ένα ωρισμένο προϊόν περιέχει λευκωματίνη. Μήπως αυτό σημαίνει ότι περιέχει κλάσμα αίματος; Κυττάξτε τη λέξι λευκωματίνη σ’ ένα καλό ερμηνευτικό βιβλίο, ίσως σε μια εγκυκλοπαιδεία της τοπικής σας βιβλιοθήκης, ή ακόμη σ’ ένα καλό λεξικό. Θα πληροφορηθήτε ότι η λευκωματίνη βρίσκεται, όχι μόνο στον ορό αίματος, αλλά και στο γάλα και στ’ αυγά. Ο μόνος τρόπος για να βρήτε την πηγή της λευκωματίνης ειδικά στο εν λόγω προϊόν είναι να κάμετε ερώτημα σ’ εκείνους που το παρασκευάζουν. Εν τούτοις, αν η ετικέττα γράφη ότι ωρισμένα δισκία περιέχουν αιμοσφαιρίνη, ένας όμοιος έλεγχος θ’ αποκαλύψη ότι αυτή προέρχεται από αίμα· έτσι, ένας Χριστιανός ξέρει, χωρίς να ρωτήση, ότι πρέπει ν’ αποφεύγη ένα τέτοιο παρασκεύασμα. Για να είμεθα σαφείς, αυτά είναι πράγματα που μπορεί καλύτερα ένα άτομο να τα ελέγξη επιτοπίως.
● Πώς μπορούμε να εναρμονίσωμε τη Γραφική συμβουλή, «Παν το πωλούμενον εν τω μακελλίω τρώγετε, μηδέν εξετάζοντες δια την συνείδησιν» (1 Κορ. 10:25), με τη συμβουλή που περιείχετο προσφάτως στη Σκοπιά, του να γίνεται μια λογική ερώτησις στα μέρη όπου αγοράζεται κρέας για να εξακριβώνεται αν απ’ αυτό έχη εκχυθή κατάλληλα το αίμα: (Η Σκοπιά, 15 Δεκεμβρίου 1961, σελίς 733)—Ν. Κ., Η.Π.Α.
Και οι δύο αυτές συμβουλευτικές δηλώσεις πρέπει να ληφθούν υπ’ όψι σχετικά με τα συμφραζόμενα. Η επιστολή 1 Κορινθίους, κεφάλαιον 10, εμπεριέχει σχόλια περί τροφών που προσεφέροντο σε είδωλα. Τονίζει ότι οι Χριστιανοί δεν μπορούν να γίνουν «κοινωνοί των δαιμονίων», συμμετέχοντας σε θρησκευτικές τελετουργίες, στις οποίες ο λάτρης μετέχει της τροφής από κοινού με κάποιον δαίμονα θεόν. (1 Κορ. 10:18-21) Πραγματικά, θα ήταν σφάλμα για τον Χριστιανό να τρώγη το κρέας οπουδήποτε, αν το έτρωγε ως «ειδωλόθυτον», δηλαδή, με κάποιο αίσθημα σεβασμού προς το είδωλον. (1 Κορ. 8:7) Ώστε, για να προστατευθούν οι Χριστιανοί από την ειδωλολατρία, εδόθη η εντολή «να απέχητε από ειδωλοθύτων». (Πράξ. 15:29) Εν τούτοις, η προσφορά τροφής σ’ ένα είδωλο δεν επιφέρει κάποια μεταβολή στο ίδιο το κρέας ώστε να το καταστήση ακατάλληλο προς βρώσιν. Αν, λοιπόν, ένα μέρος του ζώου που προσεφέρθη ως θυσία επωλείτο σε ‘μακελλίο’ θα ήταν τόσο κατάλληλο όσο και οποιοδήποτε άλλο κρέας. Ασφαλώς ένας Χριστιανός ποτέ δεν θα ζητούσε αυτό το κρέας κατά προτίμησιν από άλλο κρέας, φρονώντας ότι αυτό υπήρξε «άγιο κρέας», αλλ’ αφ’ ετέρου, δεν υπείχε την υποχρέωσι να κάμη ερώτημα για ν’ ανακαλύψη αν η πηγή της προμηθείας του κρέατος ήταν ένας θρησκευτικός ναός ή ένα κανονικό σφαγείο. Το υπό εξέτασιν, λοιπόν, σημείον στο εδάφιον 1 Κορινθίους 10:25 ήταν η αγορά κρέατος από ένα μακελλίον που επρομηθεύετο μερικά από τα είδη του από ένα θρησκευτικό ναό.
Οι Χριστιανοί, επίσης, παραγγέλλονται ν’ απέχουν από «αίματος, και πνικτού.» (Πράξ. 21:25) Οι Γραφές αναφέρουν ότι μπορεί ένας να φάγη κρέας, αλλά δεν πρέπει να το κάμη αυτό ως πράξιν ειδωλολατρίας· εν τούτοις, πουθενά δεν λέγει η Γραφή ότι οι πιστοί μπορούν να φάγουν αίμα υπό οιασδήποτε περιστάσεις. Προσέτι δε, η απαγόρευσις καταναλώσεως αίματος απευθύνεται, όχι μόνο σ’ εκείνους που σφάζουν οι ίδιοι, αλλά σε όλους «τους πιστούς». Επομένως, οι πιστοί εκείνοι που δεν σφάζουν οι ίδιοι μπορούν ν’ αναζητήσουν μια πηγή προμηθείας, που μπορεί ν’ ανευρεθή, αν θέλουν να φάγουν κρέας. Αν γνωρίζετε από δική σας πείρα ή από ερώτησι ότι αποτελεί συνήθεια του τόπου σας ν’ αποστραγγίζεται το αίμα των ζώων και των πουλερικών που σφάζονται για τροφή, και συναλλάσσεσθε μ’ ένα αξιόπιστο πρόσωπο, τότε μπορεί να μην είναι ανάγκη να θέσετε περαιτέρω ειδικά ερωτήματα σ’ αυτό το ζήτημα, όταν αγοράζετε κρέας. Εν τούτοις, ένας που αγοράζει κρέας από κοσμικά άτομα σε κοινότητες, όπου οι νόμοι του Καίσαρος δεν ορίζουν συγκεκριμένα ότι το αίμα πρέπει ν’ αποστραγγίζεται από τα σφαζόμενα ζώα, δεν θα μπορέση ν’ αποφύγη την βρώσιν «αίματος και πνικτού» χωρίς να κάμη ερώτημα.
Τα σημεία, λοιπόν, της συμβουλής βρίσκονται σε αρμονία και συμφωνούν με το υπόλοιπον μέρος του λόγου του Θεού.
● Εξαιτίας της Γραφικής εντολής περί αποχής από αίμα, πώς πρέπει να παρασκευάζωνται τα ψάρια και τα έντομα για να είναι κατάλληλα προς βρώσιν;—Β. Φ., Η.Π.Α.
Τα ψάρια αποτελούσαν συνήθη τροφή των Ιουδαίων. Ο ίδιος ο Ιησούς τα έτρωγε, και σε διάφορες περιπτώσεις κατηύθυνε επιτυχή ψαρεύματα, με δίκτυα και με αγκίστρι. (Αριθμ. 11:5· Ματθ. 14:17· 17:27· Λουκ. 5:1-11· 24:42, 43) Μερικά έντομα, επίσης, εχρησιμοποιούντο για τροφή. (Λευιτ. 11:21· Μάρκ. 1:6) Φυσικά, η ποσότης αίματος που περιέχεται σ’ αυτά τα όντα μπορεί να είναι πολύ μικρή, κι έτσι να είναι αδύνατο να εκχυθή το αίμα των· εν τούτοις, αυτό απητείτο για να γίνη το κρέας ενός πλάσματος δεκτό για τροφή. (Λευιτ. 17:13) Δεν απητείτο να γίνη στίψιμο του κρέατος ή εμποτισμός· απλώς η έκχυσις του αίματος. Αν δεν υπάρχη αρκετό αίμα για να εκχυθή, οι Χριστιανοί δεν υπέχουν υποχρέωσι να λαμβάνουν υπερβολικά μέτρα για να διαπιστώσουν την πλήρη έκχυσι του αίματος. Φυσικά, σε περίπτωσι που, όταν ανατέμνεται το ζώον, αναφαίνεται καταφανώς μια συσσώρευσις αίματος, τότε το αίμα αυτό μπορεί εύκολα ν’ αφαιρεθή, πράγμα που θα ήταν κατάλληλο να γίνη.
● Αφού η Γραφή απαγορεύει τη βρώσι αίματος, πώς πρέπει να θεωρούν οι Χριστιανοί τη χρήσι ορών και εμβολίων; Μήπως η Εταιρία μετέβαλε τις απόψεις της σ’ αυτό το ζήτημα;—Ι. Δ., Η.Π.Α.
Η Γραφή διασαφηνίζει καλά ότι το αίμα θα μπορούσε κατάλληλα να χρησιμοποιηθή μόνο στο θυσιαστήριο· αλλιώς θα έπρεπε να εκχυθή στη γη. (Λευιτ. 17:11-13) Η όλη σύγχρονη ιατρική τακτική, που περιλαμβάνει τη χρήσι αίματος, είναι απαράδεκτη από Χριστιανικής απόψεως. Επομένως, η λήψις αίματος από μετάγγισι ή, αντ’ αυτής, η έκχυσις κάποιου κλάσματος αίματος για τη διατήρησι της ζωής, είναι εσφαλμένη.
Όσο για τη χρήσι εμβολίων και άλλων ουσιών, που μπορούν κατά κάποιον τρόπο να εμπερικλείουν τη χρήσι αίματος στην παρασκευή των, δεν πρέπει να συμπεραίνεται ότι η Εταιρία Σκοπιά τα επιδοκιμάζει και λέγει ότι αυτή η συνήθεια είναι ορθή και κατάλληλη. Εν τούτοις, ο εμβολιασμός είναι μια ουσιαστικά αναπόφευκτη συνήθεια σε πολλούς τομείς της σύγχρονης κοινωνίας, ο δε Χριστιανός μπορεί να εύρη κάποια ανακούφισι υπ’ αυτάς τας περιστάσεις στο γεγονός ότι η χρήσις αυτή δεν είναι στην πραγματικότητα ένας τρόπος διατροφής ή θρέψεως, που απηγορεύετο ρητώς, όταν ο Θεός είπε ότι ο άνθρωπος δεν έπρεπε να τρώγη αίμα, αλλ’ είναι μια μόλυνσις του ανθρωπίνου οργανισμού.
Όπως, λοιπόν, εξετέθη στη Σκοπιά της 15ης Φεβρουαρίου 1960, σελίς 96, «Θα αποτελούσε, λοιπόν, ζήτημα ατομικής κρίσεως το αν ένας θα εδέχετο αυτούς τους τύπους θεραπείας ή όχι.» Αυτή είναι και τώρα η άποψις της Εταιρίας σ’ αυτό το ζήτημα.—Γαλ. 6:5.
Εν τούτοις, ένας ώριμος Χριστιανός δεν θα προσπαθήση να εύρη σ’ αυτό μια δικαιολογία για τις τόσο πολλές άλλες ιατρικές χρήσεις ουσιών του αίματος, που είναι δυνατόν να εύρη. Αντιθέτως, αναγνωρίζοντας το ότι είναι απαράδεκτη η όλη τακτική, θ’ απέχη απ’ αυτά όσο μπορεί, αναζητώντας άλλον τρόπο θεραπείας όπου τούτο είναι δυνατόν.
● Η Σκοπιά της 15ης Απριλίου 1961, στη σελίδα 221, παραθέτει την περικοπή κατά Μάρκον 13:19, 20, σχετικά με τη συντόμευσι των ημερών της θλίψεως, και προφανώς την εφαρμόζει στη συντόμευσι του ιδίου του Αρμαγεδδώνος. Μήπως η δήλωσις του Ιησού ενταύθα αναφέρεται στη συντόμευσι του πολέμου εν τω ουρανώ το 1918, ή στη συντόμευσι του Αρμαγεδδώνος, ή και των δύο;
Τα εδάφια Μάρκ. 13:19, 20 (ΜΝΚ) λέγουν: «Αι ημέραι εκείναι θέλουσιν είσθαι θλίψις τοιαύτη, οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής της κτίσεως την οποίαν έκτισεν ο Θεός, έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει. Και εάν ο Ιεχωβά [Θεός] δεν ήθελε συντέμει τας ημέρας εκείνας, δεν ήθελε σωθή ουδεμία σαρξ· αλλά δια τους εκλεκτούς, τους οποίους εξέλεξε, συνέτεμε τας ημέρας.» Πέντε παραγράφους μετά την παράθεσι των εδαφίων αυτών Η Σκοπιά λέγει (στην παράγραφο 8): «. . . ο Θεός θα εκτελέση κρίσι επάνω στα έθνη σ’ αυτή την ημέρα της κρίσεώς των, επειδή αυτός ο κόσμος ή σύστημα πραγμάτων πρέπει να καταστραφή· αλλ’ ο Θεός δεν θα εξαλείψη εντελώς ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή. Ο Θεός θα σώση ‘σάρκα’ που δεν είναι από αυτόν τον κόσμο, συντέμνοντας τις ημέρες της μεγάλης θλίψεως.»
Σχετικά με την ίδια θλίψι, το εδάφιο Ματθ. 24:21 λέγει: «Τότε θέλει είσθαι θλίψις μεγάλη, οποία δεν έγεινεν απ’ αρχής κόσμου έως του νυν, ουδέ θέλει γείνει.» Αυτή είναι η μεγάλη θλίψις που επέρχεται στην οργάνωσι του Σατανά, που βρισκόταν στον ουρανό, όπου ο Σατανάς είχε το αρχηγείον του. Η θλίψις πάνω στην οργάνωσι του Σατανά είναι εκείνη που συντέμνεται. Με τον τρόπο που το εξέθεσε ο Ιησούς ετόνισε ότι ο Θεός είχε καθορίσει μια οριστική διάρκεια χρόνου γι’ αυτή τη μεγάλη θλίψι ως σύνολον, χρονολογώντας από πριν την έναρξι και το τέλος της. Μια θλίψις που πρόκειται να συμβή σε καθωρισμένα χρονικά όρια, μπορεί να συντμηθή με τρεις τρόπους: (1) με το να μην αρχίση η θλίψις στην ωρισμένη εποχή για τη χρονική περίοδο της ενάρξεως· ή (2) με τον τερματισμό της μεγάλης θλίψεως πριν από την ωρισμένη εποχή για τη χρονική περίοδο του τερματισμού· ή (3) με την έναρξι και λήξι της μεγάλης θλίψεως στους χρόνους αρχής και τέλους της χρονικής περιόδου, αλλ’ αφαιρώντας ή αποσπώντας κάτι, πολύ ή το περισσότερο μέρος της θλίψεως ανάμεσα στις δύο χρονολογίες ενάρξεως και λήξεώς της. Έτσι, η χρονική περίοδος ως σύνολον, ο «έσχατος καιρός», «η συντέλεια του αιώνος», παραμένει της αυτής διαρκείας, αλλ’ η συνέχισις της θλίψεως συντέμνεται με μια προσωρινή διακοπή της.
Η εκπλήρωσις της θείας προφητείας δείχνει ότι ο τελευταίος τρόπος είναι εκείνος, με τον οποίον συντέμνεται η «μεγάλη θλίψις.» Σύμφωνα με τη Γραφή, το έτος 1914 είναι μια καθωρισμένη χρονολογία. Είχε καθορισθή για το τέλος των «καιρών των εθνών» και για τη γέννησι της Μεσσιανικής βασιλείας του Θεού στους ουρανούς. (Λουκ. 21:24· Αποκάλ. 12:1-5) Η γέννησις της Βασιλείας στους ουρανούς εσήμαινε την έναρξι του πολέμου στον ουρανό εναντίον του Διαβόλου και των εκεί αμαρτωλών αγγέλων. Μ’ αυτόν τον πόλεμο στον ουρανό εναντίον της αοράτου οργανώσεως του Διαβόλου άρχισε η «μεγάλη θλίψις». Φυσικά, είχε τον αντίκτυπό της στο ορατό μέρος της οργανώσεως του Σατανά εδώ στη γη. Ο πόλεμος κατέληξε με έξωσι του Διαβόλου και των δαιμόνων του από τον ουρανό και περιορισμό του πεδίου δράσεώς των στη γη. Η διατήρησις της δράσεώς των γύρω από τη γη δεν ημποδίσθη, διότι ο Διάβολος και οι δαίμονές του δεν ερρίφθησαν στην άβυσσο όταν περιωρίσθησαν στη γη. (Αποκάλ. 12:6-17) Έτσι, προς το παρόν η μεγάλη θλίψις πάνω στην οργάνωσι του Σατανά διεκόπη ή ανεκόπη. Προφανώς αυτό συνέβη στο 1918 μ.Χ.
Από τότε ο Διάβολος και οι δαίμονές του συνήγαγαν τα έθνη στο πεδίον μάχης του Αρμαγεδδώνος. Ταυτόχρονα δε ο Διάβολος κατεδίωκε τους πιστούς μάρτυρας του Ιεχωβά.—Αποκάλ. 16:13-16· 12:17.
Τώρα, αφού ο Θεός έχει ένα ωρισμένο καιρό για τον τερματισμό αυτής της «μεγάλης θλίψεως» στην οργάνωσι του Σατανά, όσο μακρότερο συνεχίζεται αυτό το χρονικό διάστημα, στο οποίον οι μάρτυρες του Ιεχωβά κηρύττουν τούτο το ευαγγέλιον της Βασιλείας σε όλη την οικουμένη για μαρτυρία σε όλα τα έθνη, τόσο λιγοστεύει ο χρόνος του τελευταίου μέρους της «μεγάλης θλίψεως» και πλησιάζει προς τον καιρό του τερματισμού της χρονικής περιόδου, «της συντελείας του αιώνος.» Αυτό συντέμνει τη διαδρομή του χρόνου που αφέθη γι’ αυτό το τελευταίο μέρος της «μεγάλης θλίψεως.» Το τελευταίο αυτό μέρος καλείται κοινώς με το όνομα του πεδίου μάχης που μνημονεύεται στην Αποκάλυψι 16:16, δηλαδή, Αρμαγεδδών.
Ο Ιησούς παρωμοίωσε αυτή τη μάχη του Αρμαγεδδώνος με τον κατακλυσμό της εποχής του Νώε και είπε σχετικά με το ξέσπασμα της μάχης: «Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας ουδείς γινώσκει, ουδέ οι άγγελοι των ουρανών, ειμή ο Πατήρ μου μόνος.» (Ματθ. 24:36) Ώστε, ενώ γνωρίζομε ότι πλησιάζομε γοργά στη μάχη του Αρμαγεδδώνος, δεν γνωρίζομε πότε αυτή θ’ αρχίση, ούτε πότε θα τελειώση, και συνεπώς πόσης διαρκείας θα είναι. Έως τότε είμεθα υπό την εντολήν να κηρύττωμε παντού τα νέα της Βασιλείας, διότι τότε «θέλει ελθεί το τέλος.» Εξαιτίας του ό,τι κάνομε τώρα, κάποια «σαρξ» θα σωθή κι έτσι αυτή η γη δεν θα κενωθή από κατοίκους ολοσχερώς. Αυτό, λοιπόν, είναι ένα ενδιάμεσο ζωτικό διάστημα για τη σωτηρία εκείνων που θα σωθούν και θα επιζήσουν από τον Αρμαγεδδώνα. Με το ενδιάμεσο αυτό διάστημα, μεταξύ της εναρκτηρίου μορφής της «μεγάλης θλίψεως» και της μορφής του τερματισμού της, του Αρμαγεδδώνος, η «μεγάλη θλίψις» ως σύνολο συντέμνεται. Αυτή η σύντμησις απεργάζεται τη σωτηρία μας. Το περιοδικό Η Σκοπιά δεν είπε ότι ο Θεός θα συντάμη τον Αρμαγεδδώνα. Είπε: «Ο Θεός θα σώση σάρκα που δεν είναι από αυτόν τον κόσμο, συντέμνοντας τις ημέρες της μεγάλης θλίψεως.»—Ματθ. 24:14, 22.
● Ποια είναι η έννοια του κατά Ιωάννην 14:30, που λέγει: «Δεν θέλω πλέον λαλήσει πολλά μεθ’ υμών· διότι έρχεται ο άρχων του κόσμου τούτου, και δεν έχει ουδέν εν εμοί.»—Β. Ρ., Ηνωμένες Πολιτείες.
Ο Ιησούς, λέγοντας «δεν θέλω πλέον λαλήσει πολλά μεθ’ υμών,» εφιστούσε την προσοχή στο γεγονός ότι εκείνη ήταν η τελευταία νύχτα που περνούσε μαζί τους ως άνθρωπος, και είναι αληθές ότι μετά την ανάστασί του δεν είπε πολλά μαζί τους. Οι εμφανίσεις του σ’ αυτούς ήσαν λίγες και σχετικά σύντομες.
Όσο για τη φράσι «έρχεται ο άρχων του κόσμου τούτου,» τα συμφραζόμενα μας βοηθούν να καθορίσωμε την έννοιά της. Ο Ιησούς είχε μιλήσει για την αποδημία του και την αποστολή του αγίου πνεύματος ως οδηγού στη θέσι του. Ώστε, η έλευσις του άρχοντος του κόσμου τούτου ήταν συνδεδεμένη με την απέλευσι ή τον θάνατο του Ιησού. Ο άρχων του κόσμου, ο Σατανάς, «ήρχετο» στον Ιησούν μ’ ένα ειδικό τρόπο: να εφαρμόση σ’ αυτόν την τελική δοκιμασία ακεραιότητος, όπως είχε «έλθει» σ’ αυτόν στην αρχή της διακονίας του για να του επιβάλη μια σειρά δοκιμασιών.—Ματθ. 4:1-10.
Όσον αφορά τις λέξεις, «και δεν έχει ουδέν εν εμοί,» απ’ αυτές πρέπει να εννοήσωμε ότι ο Ιησούς δεν επέτρεψε στον Σατανά ν’ αποκτήση κάποια εξουσία επάνω του. Με κανένα τρόπο δεν συνεβιβάσθη ο Ιησούς με τον Σατανά, ούτε επέτρεψε στον εαυτό του να γίνη υπόχρεος στον Σατανά.