Οι Νεκροί οι Οποίοι Πρόκειται Ν’ Αναστηθούν
«Περί δε της αναστάσεως των νεκρών, δεν ανεγνώσατε το ρηθέν προς εσάς υπό του Θεού, λέγοντος, “Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, και ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ;” Δεν είναι ο Θεός Θεός νεκρών, αλλά ζώντων.»—Ματθ. 22:31, 32.
1. Τον καιρό της αναστάσεως, γιατί είναι πιθανόν πολλοί να εκπλαγούν, όταν επανέλθουν;
ΠΟΛΛΟΙ άνδρες και γυναίκες της αρχαίας ιστορίας απέβλεπαν σε μια ανάστασι των νεκρών. Αναρίθμητοι άλλοι δεν είχαν γνώσι περί ενός τέτοιου πράγματος όπως η ανάστασις και δεν είχαν τέτοια προσδοκία. Οι θρησκείες των τους εδίδασκαν διαφορετικά. Δεν θα εκπλαγούν άρά γε με την ανάστασι εκ νεκρών, όταν ο Παντοδύναμος Θεός χρησιμοποιήση τη δύναμί του στη διάρκεια της διακυβερνήσεως της βασιλείας του επί της γης;
2, 3. (α) Ποιο αρχαίο βιβλίο έχει εξουσία ν’ απαντήση σ’ αυτό το ερώτημα, και πώς τα πρώτα και τα τελευταία κεφάλαια του το αποδεικνύουν; (β) Τι λέγει η τελική δήλωσίς του για την ανάστασι;
2 Μόνον ένα αρχαίο βιβλίο θρησκείας έχει εξουσία ν’ απαντήση σ’ αυτό το ερώτημα. Είναι το μόνο βιβλίο που διδάσκει ένα τέτοιο πράγμα όπως η ανάστασις των νεκρών μέσω της βασιλείας του Θεού, στην οποία βασιλεία ο πολύ αγαπητός Υιός του θα κυβερνά ως βασιλεύς προς ευλογίαν όλου του ανθρωπίνου γένους. Αυτό το ασύνηθες θρησκευτικό βιβλίο είναι η Αγία Γραφή, η οποία ακόμη και σήμερα, χίλια εννεακόσια χρόνια μετά τη συμπλήρωσί της, κατατάσσεται πρώτη μεταξύ όλων των βιβλίων επί της γης, θρησκευτικών ή μη θρησκευτικών. Στα πρώτα πενήντα κεφάλαιά της η Αγία Γραφή τονίζει μια ανάστασι των νεκρών ανθρώπων. Στα τελευταία είκοσι δύο κεφάλαιά της ομιλεί (1) για την ανάστασι του πιστού Υιού του Θεού, Ιησού Χριστού, (2) για την ανάστασι των πιστών μαθητών του κατά την λεγομένη ‘πρώτη ανάστασι’, και (3) για την ανάστασι του ανθρωπίνου γένους γενικώς. (Βλέπε Αποκάλυψιν 1:17, 18, 5· 2:10· 20:4-6, 12-14.) Σ’ αυτή την τελευταία δήλωσι περί αναστάσεως ο συγγραφεύς του τελευταίου αυτού τμήματος της Γραφής λέγει:
3 «Και είδον θρόνον λευκόν μέγαν, και τον καθήμενον επ’ αυτού, από προσώπου του οποίου έφυγεν η γη και ο ουρανός· και δεν ευρέθη τόπος δι’ αυτά· και είδον τους νεκρούς μικρούς και μεγάλους, ισταμένους ενώπιον του Θεού, και τα βιβλία ηνοίχθησαν και βιβλίον άλλο ηνοίχθη, το οποίον είναι της ζωής· και εκρίθησαν οι νεκροί εκ των γεγραμμένων εν τοις βιβλίοις κατά τα έργα αυτών. Και έδωκεν η θάλασσα τους εν αυτή νεκρούς, και ο θάνατος και ο άδης έδωκαν τους εν αυτοίς νεκρούς· και εκρίθησαν έκαστος κατά τα έργα αυτών. Και ο θάνατος και ο άδης ερρίφθησαν εις την λίμνην του πυρός· ούτος είναι ο δεύτερος θάνατος, η λίμνη του πυρός.»—Αποκάλ. 20:11-15, ΜΝΚ.
4. Τι είδους ανθρώπους είδε ο Ιωάννης εκεί αναστημένους, και ποιο γεγονός σχετικά με τη θεία υπεροχή θα γνωρίσουν τουλάχιστον τότε;
4 Σημειώστε ότι, στο 12ο εδάφιο που αναφέρεται ανωτέρω, ο συγγραφεύς, ο Χριστιανός απόστολος Ιωάννης, δεν λέγει ότι αυτοί οι αναστηθέντες είναι καλοί ή κακοί. Δεν λέγει, ‘Είδον τους νεκρούς, καλούς και κακούς’, αλλά λέγει: «Είδον τους νεκρούς μικρούς και μεγάλους». Με άλλα λόγια, ανθρώπους από όλες τις τάξεις της ζωής. Αλλά είτε μεγάλοι είτε μικροί, όλοι επανέρχονται για μια κρίσι ενώπιον του θρόνου του Κριτού όλης της κτίσεως, του Υψίστου και Παντοδυνάμου Θεού. Τότε, αν δεν το εγνώρισαν ποτέ προηγουμένως, θα γνωρίσουν εκείνο, που ο Ψαλμός 83:18 (Μετάφρασις Βασιλέως Ιακώβου) λέγει προς αυτόν τον Υπέρτατο Κριτή, ο οποίος είναι ο Θεός: «Και ας γνωρίσωσιν ότι συ, του οποίου μόνου το όνομα είναι ΙΕΧΩΒΑ, είσαι ο ύψιστος επί πάσαν την γην.» Έτσι οι νεκροί δεν μπορούν ν’ αποφύγουν μια κρίσι από τον Ύψιστο Θεό, ο οποίος ονομάζεται Ιεχωβά.
5. Όταν ο Ιωάννης έγραψε τα εδάφια Αποκάλυψις 20:11-14, γιατί ως Ιουδαίος δεν εχρησιμοποίησε τη λέξι Σιεόλ;
5 Θάνατος είναι η κατάστασις του να είναι κανείς νεκρός. Αλλά από ποιον τόπο θα επανέλθουν οι νεκροί, για τους οποίους προφητεύει η Αποκάλυψις 20:11-14; Το 13ον εδάφιο λέγει: «Και έδωκεν η θάλασσα τους εν αυτή νεκρούς, και ο θάνατος και ο άδης έδωκαν τους εν αυτοίς νεκρούς.» Όλοι μας γνωρίζομε τι είναι θάλασσα και γνωρίζομε ότι πολλοί έχουν εύρει έναν υγρό τάφο σ’ αυτήν. Τι είναι όμως ο Άδης; Σε πολλούς ανθρώπους έχει δοθή μια ανακριβής εξήγησις γι’ αυτόν, δηλαδή, όχι Γραφική. Ο απόστολος Ιωάννης, μολονότι ήταν Χριστιανός, είχε, όμως, γεννηθή Εβραίος ή Ιουδαίος. Έγραψε τα εδάφια Αποκάλυψις 20:11-14 στη διεθνή γλώσσα της εποχής του, την κοινή Ελληνική, και γι’ αυτό εχρησιμοποίησε την Ελληνική λέξι Άδης. Αν, όμως, ο Ιωάννης είχε γράψει Εβραϊκά, θα είχε χρησιμοποιήσει την Εβραϊκή λέξι Σιεόλ. Πράγματι, εννέα σύγχρονες Εβραϊκές μεταφράσεις της προς τον Ιωάννην Αποκαλύψεως χρησιμοποιούν τη λέξι Σιεόλ· και η Συριακή μετάφρασις, η οποία εδιαβάζετο στη Μέση Ανατολή, χρησιμοποιεί τη συγγενή λέξι Σιούλ.
6. Στην πλήρη Αγία Γραφή, πώς χρησιμοποιούνται οι λέξεις Σιεόλ και Άδης, και με το να βρούμε ποιοι είναι εκεί, τι άλλο μπορούμε να γνωρίσωμε επίσης;
6 Με άλλα λόγια, στην πλήρη Αγία Γραφή, η οποία αποτελείται από τις θεόπνευστες Εβραϊκές Γραφές και τις θεόπνευστες Ελληνικές Γραφές, Άδης και Σιεόλ σημαίνουν το ίδιο πράγμα. Άδης ή Σιεόλ σημαίνει τον κοινό τάφο του ανθρωπίνου γένους, που βρίσκεται νεκρό στο χώμα της γης. Πράγματι, η κατ’ Εξουσιοδότησιν Μετάφρασις ή Μετάφρασις Βασιλέως Ιακώβου μεταφράζει την Εβραϊκή λέξι Σιεόλ τριάντα μία φορές ως «ο τάφος». Έτσι, τώρα, βρίσκοντας από την Αγία Γραφή ποιοι λέγει ότι είναι στον Σιεόλ ή Άδη, μπορούμε να γνωρίζομε ποιοι θ’ αναστηθούν από εκεί, εκτός από τη θάλασσα.
ΑΥΤΟΙ ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΟΝΤΑΙ ΣΤΟΝ ΣΙΕΟΛ (ΑΔΗ)
7, 8. (α) Σχετικά με τι αναφέρεται ότι η λεξις Σιεόλ εχρησιμοποιείτο στη Μέση Ανατολή τον δέκατον όγδοο αιώνα π.Χ.; (β) Σχετικά με τι εχρησιμοποιήθη αμέσως κατόπιν η λέξις Σιεόλ στην Αίγυπτο;
7 Χίλια επτακόσια χρόνια και πλέον προ Χριστού οι άνθρωποι στη Μέση Ανατολή χρησιμοποιούσαν τη λέξι Σιεόλ, όταν ήθελαν να πουν για τον κοινό τάφο εκείνων που πεθαίνουν στην ξηρά, όχι εκείνων που πεθαίνουν στη θάλασσα. Το έτος 1750 π.Χ., όταν ο Ιωσήφ είχε απαχθή και είχε πωληθή στην Αίγυπτο, οι υπεύθυνοι αδελφοί του ανέφεραν ότι είχε φονευθή. Ο πατέρας του, λοιπόν, Ιακώβ (ή Ισραήλ) δεν ήθελε να βρη παρηγορία με τ’ άλλα του παιδιά και είπε: «Πενθών θέλω καταβή προς τον υιόν μου εις τον Σιεόλ!» (Γέν. 37:35, ΜΝΚ) Είκοσι δύο χρόνια αργότερα, εννέα από τους μεγαλύτερους γυιούς του Ιακώβ θέλησαν να πάρουν το νεώτερο γυιό του Βενιαμίν μαζί τους κάτω στην Αίγυπτο για να τους βοηθήση να λάβουν από εκεί τροφές λόγω της μεγάλης ελλείψεως. Στην αρχή ο Ιακώβ αρνήθηκε και είπε: «Δεν θέλει καταβή ο υιός μου μεθ’ υμών· διότι ο αδελφός αυτού απέθανε, και αυτός μόνος έμεινε· και εάν συμβή εις αυτόν συμφορά εν τη οδώ όπου υπάγετε, τότε θέλετε καταβιβάσει την πολιάν μου μετά λύπης εις τον Σιεόλ.» (Γέν. 42:38, ΜΝΚ) Αργότερα, ο τέταρτος γυιός του Ιακώβ Ιούδας επανέλαβε αυτούς τους ιδίους λόγους του πατέρα του, όταν εφαίνετο ότι ο Βενιαμίν βρισκόταν σε κίνδυνο να κρατηθή ως δούλος κάτω στην Αίγυπτο. (Γέν. 44:29) Ο Ιούδας είπε επίσης:
8 «Καθώς ίδη ότι το παιδίον δεν είναι, θέλει αποθάνει· και οι δούλοι σου θέλουσι καταβιβάσει την πολιάν του δούλου σου του πατρός ημών μετά λύπης εις τον Σιεόλ.»—Γέν. 44:31. (Η Μετάφρασις Ο΄ μεταφράζει το Σιεόλ ως Άδης.)
9. Στην επιθανάτιο κλίνη του, με ποιους είπε ο Ιακώβ ότι έπρεπε να κοιμηθή;
9 Στην κρίσιμη εκείνη εποχή ανεκαλύφθη ότι ο Ιωσήφ, ο αγαπητός υιός του Ιακώβ, ζούσε στην Αίγυπτο ως Διαχειριστής των Τροφίμων της. Έτσι όλοι οι γυιοί του Ιακώβ ενώθηκαν εκεί και πάλι ευτυχισμένοι. Εστάλησαν να φέρουν τον γηραιό Ιακώβ, ο οποίος και ήλθε στην Αίγυπτο, για να ζήση εκεί το υπόλοιπο της από εκατόν σαράντα επτά έτη ζωής του. Καθώς επλησίαζε ο θάνατός του, ο Ιακώβ είπε στον γυιό του Ιωσήφ, πρωθυπουργό της Αιγύπτου: «Θέλω κοιμηθή μετά των πατέρων μου, και θέλεις με μετακομίσει εκ της Αιγύπτου, και θέλεις με θάψει εν τω τάφω αυτών.» (Γέν. 47:30) Ο Ιωσήφ ωρκίσθηκε ότι θα το κάμη.
10. (α) Μιλώντας στους γυιούς του ο αποθνήσκων Ιακώβ, σε ποιους είπε ότι επρόκειτο να προστεθή; (β) Όταν απέθανε και ετάφη, πού πήγε ο Ιακώβ, και σε ποιους;
10 Στην επιθανάτιο κλίνη του ο Ιακώβ ευλόγησε και τους δώδεκα γυιούς του και τους είπε: «Εγώ προστίθεμαι εις τον λαόν μου· θάψατε με μετά των πατέρων μου, εν τω σπηλαίω, τω εν τω αγρώ Εφρών του Χετταίου· εν τω σπηλαίω τω εν τω αγρώ Μαχπελάχ, τω απέναντι της Μαμβρή εν τη γη Χαναάν, το ο ποίον ο Αβραάμ ηγόρασε μετά του αγρού παρά του Εφρών του Χετταίου δια κτήμα μνημείου· εκεί έθαψαν τον Αβραάμ, και την Σάρραν την γυναίκα αυτού· εκεί έθαψαν τον Ισαάκ, και την Ρεβέκκαν την γυναίκα αυτού· και εκεί έθαψα εγώ την Λείαν.» (Γέν. 49:29-31, 33) Αυτή η τελευταία επιθυμία του Ιακώβ εξεπληρώθη, κι έτσι τα γήινα υπολείμματα του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ ανεπαύθησαν μαζί στον ίδιο τάφο, στο σπήλαιο Μαχπελάχ, το οποίον έγινε αργότερα τμήμα της εδαφικής περιοχής του Ιούδα. (Γέν. 50:12-14) Έτσι τελικά ο Ιακώβ κατέβη, όχι προς τον γυιό του Ιωσήφ, αλλά προς τους προπάτοράς του, στον Σιεόλ.
11. (α) Πού ήταν ο Αβραάμ την εποχή που ήταν ο Ιησούς Χριστός επί της γης; (β) Από ποια πληροφορία γνωρίζομε ότι ο Ιησούς μιλούσε παραβολικά εις Λουκάν 16:22-26, περιλαμβάνοντας τον Αβραάμ ;
11 Από την Αγία Γραφή καθορίζεται, λοιπόν, ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ είναι στον Σιεόλ. Πολλούς αιώνες αργότερα ο Αβραάμ ήταν ακόμη εκεί, όταν ο απόγονος του, Ιησούς Χριστός, ήταν επί της γης και μίλησε για κάποιον ‘άνθρωπον πλούσιον’ και για κάποιον ‘πτωχόν ονομαζόμενον Λάζαρον’. Γνωρίζοντας τώρα ό,τι διδάσκει η Αγία Γραφή για τον Σιεόλ ή Άδη, καταλαβαίναμε ότι αυτά που είπε ο Ιησούς για τον ‘πλούσιο’ και τον ‘πτωχό’ πρέπει να ήσαν μια παραβολή ή εξεικόνισις. Έτσι ο Ιησούς μίλησε σε εικονική γλώσσα, χρησιμοποιώντας ακόμη και τον Αβραάμ ως εξεικονιστικόν πρόσωπον. Για να το αποδείξετε αυτό στον ίδιο τον εαυτό σας, σημειώστε πώς ο Ιησούς διετύπωσε αυτή την αφήγησι, εις Λουκάν 16:22-26:
12. Πώς περιέλαβε ο Ιησούς τον Αβραάμ και τον Άδη στην παραβολή του;
12 «Απέθανε δε ο πτωχός, και εφέρθη υπό των αγγέλων εις τον κόλπον του Αβραάμ. Απέθανε δε και ο πλούσιος και ετάφη. Και εν τω άδη [Σιεόλ, στην Εβραϊκή· Σιούλ, στη Συριακή] υψώσας τους οφθαλμούς αυτού ενώ ήτο εν βασάνοις, βλέπει τον Αβραάμ από μακρόθεν, και τον Λάζαρον εν τοις κόλποις αυτού· και αυτός φωνάξας είπε, Πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με, και πέμψον τον Λάζαρον, δια να βάψη το άκρον του δακτύλου αυτού εις ύδωρ, και να καταδροσίση την γλώσσάν μου· διότι βασανίζομαι εν τη φλογί ταύτη. Είπε δε ο Αβραάμ, Τέκνον, ενθυμήθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου, και ο Λάζαρος ομοίως τα κακά· τώρα ούτος μεν παρηγορείται, συ δε βασανίζεσαι. Και εκτός τούτων πάντων, μεταξύ ημών και υμών χάσμα μέγα είναι εστηριγμένον, ώστε οι θέλοντες να διαβώσιν εντεύθεν προς εσάς, να μη δύνανται, μηδέ οι εκείθεν να διαπερώσι προς ημάς.»
13. Εξετάζοντας αν οι λόγοι του Ιησού μπορούν να ληφθούν κατά γράμμα, ποια ερωτήματα θα έπρεπε να θέση ο αναγνώστης στον εαυτό του;
13 Ας ερωτήση τώρα ο αναγνώστης τον εαυτό του, Εννοούσε μήπως πραγματικά ο Ιησούς ότι οι άγγελοι μετέφεραν το νεκρό σώμα του Λαζάρου, γεμάτο πληγές, στο σπήλαιο Μαχπελάχ εμπρός από την πόλι Χεβρών και έθεσαν εκεί τον νεκρό Λάζαρο στον κόλπο του Αβραάμ, εκβάλλοντας από εκεί τη νεκρή σύζυγο τού Αβραάμ Σάρρα; Επί πλέον, ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ βρίσκονται όλοι στον Άδη ή Σιεόλ. Επομένως, εννοούσε μήπως πράγματι ο Ιησούς ότι υπάρχει φλεγόμενο πυρ στον Άδη ή Σιεόλ, στον τόπο, στον οποίον, είπε ο Ιησούς, ευρίσκετο ο νεκρός και ενταφιασμένος «πλούσιος»; Και βασανίζει το φλεγόμενο πυρ στον Άδη ή Σιεόλ μερικούς και δεν βασανίζει άλλους; Μπορούν αυτοί που βρίσκονται στον Άδη ή Σιεόλ να βλέπουν ο ένας τον άλλον και να συνομιλούν από τις δύο πλευρές ενός ‘μεγάλου χάσματος’; Και υπάρχει νερό εκεί στον Άδη ή Σιεόλ στο οποίο ένα άτομο να μπορή να βυθίση το δάκτυλο του;
14. (α) Αναφέρεται μήπως σήμερα ότι ο ‘πλούσιος άνθρωπος’ και ο «Λάζαρος» έχουν ταφή στην κατά παράδοσιν θέσι ταφής του Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ; (β) Σχετικά με την παραβολή του Ιησού, τι διδάσκει η Γραφή ότι δεν είναι ο κατά γράμμα Άδης ή Σιεόλ;
14 Πολλοί θρησκευόμενοι αναγνώσται της Γραφής λέγουν ότι δεν ήταν παραβολή ή περιγραφική εξεικόνισις αυτά που έλεγε ο Ιησούς, αλλ’ ότι ήταν η έκθεσις πραγμάτων όπως είναι στην πραγματικότητα. Αλλ’ αυτό γελοιοποιεί τον Ιησούν. Τον κάνει να ομιλή αντίθετα προς το υπόλοιπο της Γραφής όσον αφορά τα όσα αυτή λέγει για τον Άδη ή Σιεόλ. Πηγαίνετε, παρακαλούμε, στη Μέση Ανατολή σήμερα, στην κατά παράδοσιν θέσι του τόπου ταφής του Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ στην πόλι Χεβρών, κάτω από ένα Μωαμεθανικό τέμενος. Θα σας πουν μήπως ότι είτε ο πτωχός Λάζαρος είτε ο «άνθρωπος τις πλούσιος» είναι ενταφιασμένος εκεί; Όχι! Επί πλέον, η Αγία Γραφή λέγει ότι ο Άδης η Σιεόλ δεν είναι Παραδεισιακός τόπος για μερικούς νεκρούς και τόπος πύρινου βασανισμού για άλλους, αλλ’ ότι είναι τόπος σιωπής και αδρανείας από κάθε άποψι· ότι οι νεκροί που βρίσκονται εκεί δεν ομιλούν ούτε καν για να υμνήσουν και δοξολογήσουν τον Θεό, και ότι δεν είναι πράξις ούτε λογισμός ούτε γνώσις ούτε σοφία στον Άδη ή Σιεόλ.—Ησ. 38:18· Εκκλησ. 9:5, 10· Ψαλμ. 6:5.
15. Πώς εχρησιμοποίησε ο Ιησούς τον Αβραάμ στην παραβολή, και γιατί κατάλληλα έτσι;
15 Οι ειλικρινείς αναγνώσται της Γραφής έχουν οφθαλμούς κατανοήσεως για να ιδούν ότι εις Λουκάν 16:19-31 ο Ιησούς Χριστός έλεγε μια παραβολή ή περιγραφική εξεικόνισι. Αυτοί οι αναγνώσται βλέπουν ότι ο Ιησούς εχρησιμοποίησε τον Αβραάμ σαν μια εξεικόνισι του ουρανίου Πατρός, Ιεχωβά Θεού, ο οποίος υπεσχέθη στον επίγειο φίλο του Αβραάμ να ευλογήση όλες τις οικογένειες της γης μέσω του σπέρματος ή απογόνου του Αβραάμ. Όπως, ακριβώς, ο Αβραάμ κατ’ εντολήν του Θεού παρουσίασε τον γυιό του Ισαάκ για ανθρώπινη θυσία, έτσι και ο Ιεχωβά Θεός εθυσίασε στην πραγματικότητα τον Υιό του Ιησού Χριστό, το πραγματικό υποσχεμένο σπέρμα του Αβραάμ για την ευλογία όλων των εθνών της γης.—Γέν. 22:1-18· Ιωάν. 3:16.
16. Ποιους, επομένως, εξεικονίζουν ο πλούσιος και ο Λάζαρος, και πού βασίζεται αυτή η εξήγησις;
16 Συνεπώς, ο «άνθρωπός τις πλούσιος» και ο «πτωχός τις ονομαζόμενος Λάζαρος» δεν ήσαν πραγματικά πρόσωπα· απλώς εξεικόνιζαν δύο τάξεις ανθρώπων. Η μία τάξις απέθανε ως προς την θέσι ευνοίας που είχε με τον Μεγαλύτερο Αβραάμ, τον Ιεχωβά Θεό, και έπειτα είχε μια βασανιστική θρησκευτική πείρα επί της γης. Η άλλη τάξις πέθανε ως προς την δυσμενή θρησκευτική της κατάστασι και εφέρθη με αγγελική δύναμι στην εύνοια του Μεγαλυτέρου Αβραάμ, του Ιεχωβά Θεού, μέσω του θυσιασθέντος Υιού του, Ιησού Χριστού. Αυτή η κατανόησις και εξήγησις της προφητικής παραβολής του Ιησού βασίζεται στην πραγματική ιστορική πείρα των δύο γενικών θρησκευτικών τάξεων μεταξύ των φυσικών απογόνων του πατριάρχου Αβραάμ την εποχή του Ιησού.a
17. Τι αναμένουν τώρα ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ, και πώς ο Αβραάμ έδειξε την πίστι του σ’ αυτό;
17 Ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ στον Σιεόλ αναμένουν την εκπλήρωσι της Αποκαλύψεως 20:12-14 με την ανάστασί των από τους νεκρούς, όταν θα τους δώση ο Σιεόλ. Πριν από πολύν καιρό, όταν ο Αβραάμ ευπειθώς απεπειράθη να θυσιάση τον αγαπητό του γυιό Ισαάκ, απέδειξε την πίστι του στην ανάστασι των νεκρών. Τα εδάφια Εβραίους 11:17-19 μάς το λέγουν αυτό με τα εξής λόγια: «Δια πίστεως, ο Αβραάμ, ότε εδοκιμάζετο, προσέφερε τον Ισαάκ· και τον μονογενή αυτού προσέφερεν εκείνος όστις ανεδέχθη τας επαγγελίας, προς τον οποίον ελαλήθη, “Ότι εν Ισαάκ θέλει κληθή εις σε σπέρμα·” συλλογισθείς ότι ο Θεός δύναται και εκ νεκρών να ανεγείρη· εξ ων και έλαβεν αυτόν οπίσω παραβολικώς.»
18. Όταν ο Αβραάμ έλαβε έτσι οπίσω τον Ισαάκ, τι εξεικόνιζε αυτό, εις εκπλήρωσιν ποιου εδαφίου των Ψαλμών;
18 Έτσι, όταν ο Αβραάμ έλαβε πίσω τον γυιό του Ισαάκ ζωντανό από το θυσιαστήριο και του παρεσχέθη ένας κριός για να προσφέρη ως υποκατάστατο της θυσίας, αυτό εξεικόνιζε πώς ο Μεγαλύτερος Αβραάμ, ο Ιεχωβά Θεός, θα ελάμβανε τον μονογενή του Υιό Ιησού Χριστό από τους νεκρούς μέσω μιας αναστάσεως, εκπληρώνοντας έτσι τον Ψαλμό 16:10: «Δεν θέλεις εγκαταλείψει την ψυχήν μου εν τω Σιεόλ· ουδέ θέλεις αφήσει τον Όσιόν σου να ίδη διαφθοράν [ή, τον λάκκον].»—ΑΣ, περιθώριον.
19, 20. (α) Πώς η βεβαιότης της αναστάσεως του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ αποδεικνύεται από τη συζήτησι του Ιησού για την ανάστασι; (β) Ποιον σκοπό του Θεού έδειξε έτσι ο Ιησούς;
19 Η προσεχής ανάστασις του Αβραάμ, του Ισαάκ και του Ιακώβ είναι μια βεβαιότης. Οι λόγοι του Ιησού Χριστού ενισχύουν αυτή την βεβαιότητα. Η θρησκευτική αίρεσις των Σαδδουκαίων της εποχής του Ιησού δεν επίστευε στην ανάστασι των νεκρών. Στην προσπάθειά των ν’ αποδείξουν ότι η ανάστασις είναι ένα παράλογο πράγμα, οι Σαδδουκαίοι έκαμαν στον Ιησού μια παγιδευτική ερώτησι για κάποιον ο οποίος είχε μια γυναίκα επτά φορές νυμφευμένη.
20 Για να δείξη ότι το πρόβλημά των δεν επρόκειτο να παρουσιάση δυσκολία στον Θεό κατά την ανάστασι, ο Ιησούς είπε στους Σαδδουκαίους: «Πλανάσθε, μη γνωρίζοντες τας γραφάς μηδέ την δύναμιν του Θεού, Διότι εν τη αναστάσει ούτε νυμφεύονται, ούτε νυμφεύουσιν, αλλ’ είναι ως άγγελοι του Θεού εν ουρανώ. Περί δε της αναστάσεως των νεκρών, δεν ανεγνώσατε το ρηθέν προς εσάς υπό του Θεού, λέγοντος, “Εγώ είμαι ο Θεός του Αβραάμ, και ο Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ;” Δεν είναι ο Θεός Θεός νεκρών, αλλά ζώντων.» (Ματθ. 22:29-32) Με άλλα λόγια, αν οι τρεις εκείνοι πατριάρχαι επρόκειτο να παραμείνουν νεκροί για πάντα, ο Θεός δεν θα έλεγε σχετικά με τον Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ: «Εγώ είμαι ο Θεός.» Θα είχε ειπεί κατάλληλα, ‘Εγώ ήμην ο Θεός.’ Γνωρίζοντας, όμως, την πρόθεσί Του να έχη τους τρεις αυτούς πιστούς άνδρας «ζώντας» και πάλι μέσω της αναστάσεως, ο Ιεχωβά είπε: «Εγώ είμαι ο Θεός» των.—Μάρκ. 12:24-27.
21. Με ποια έννοια οι τρεις αυτοί πατριάρχαι ήσαν ‘ζώντες’ στον Θεό;
21 Το ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ θα ξαναζούσαν μέσω μιας αναστάσεως εκ νεκρών ήταν τόσο οριστικά καθωρισμένο, ώστε ο Θεός μίλησε στον Μωυσή ωσάν να ήσαν ήδη ζωντανοί, ‘ζώντες’. Σύμφωνα με το Λουκάς 20:37, 38 (ΜΝΚ), ο Ιησούς είπε: «Ότι δε εγείρονται οι νεκροί, και ο Μωυσής εφανέρωσεν επί της βάτου, ότε λέγει Ιεχωβά τον Θεόν του Αβραάμ και τον Θεόν του Ισαάκ και τον Θεόν του Ιακώβ. Ο δε Θεός δεν είναι νεκρών, αλλά ζώντων· διότι πάντες ζώσιν εν αυτώ.» Τον καιρό που ο Ιεχωβά Θεός ομίλησε προς τον Μωυσή στην καιόμενη βάτο στην έρημο της Αραβίας, δεν εννοούσε ότι ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο Ιακώβ ζούσαν τότε. Αν ήσαν τότε ζωντανοί στην εποχή του Μωυσέως, δεν θα υπήρχε ανάγκη ν’ αναστηθούν από τον Σιεόλ ή Άδη και οι λόγοι του Ιεχωβά δεν θ’ αποτελούσαν απόδειξι ότι μέλλει να γίνη ανάστασις νεκρών. Αλλά μόνον επειδή ήταν πρόθεσις του Θεού να γίνη μία ανάστασις, ο Θεός ωμίλησε για τους τρεις πατριάρχας ωσάν να ήσαν ήδη ζώντες. Από την άποψι της προσεχούς αναστάσεως όλοι είναι ‘ζώντες’ στον Θεό.
ΤΙ ΘΑ ΓΙΝΗ ΜΕ ΤΟΥΣ ΠΡΟΠΑΤΟΡΑΣ;
22. (α) Ποια ερωτήματα ανακύπτουν σχετικά με τους προπάτορας του Αβραάμ, και ποια απάντησις δίδεται σ’ αυτά; (β) Προς ποιον θα μετέβαινε ο Αβραάμ κατά τον θάνατο του, και πότε εξεπληρώθη αυτό;
22 Σ’ αυτό το σημείο, εν τούτοις, η ερώτησις για τους προγόνους ή προπάτορας του Αβραάμ φέρεται στην προσοχή μας. Εφόσον αυτοί είναι νεκροί τώρα επί χιλιάδες χρόνια, πού βρίσκονται; Πρόκειται, επίσης, ν’ αναστηθούν; Πώς θα τακτοποιήσωμε αυτά τα ερωτήματα; Με τον γραπτό λόγο του Θεού! Όπως αναφέρεται στη Γένεσι 15:15, ο Ιεχωβά Θεός είπε στον Αβραάμ στη Γη της Επαγγελίας: «Συ δε θέλεις απέλθει προς τους πατέρας σου εν ειρήνη· θέλεις ενταφιασθή εν γήρατι καλώ.» Η εκπλήρωσις τούτου ήλθε ενενήντα χρόνια αργότερα, σχετικά δε με τούτο διαβάζομε: «Και εκπνεύσας απέθανεν ο Αβραάμ εν γήρατι καλώ, γέρων, και πλήρης ημερών· και προσετέθη εις τον λαόν αυτού. Και έθαψαν αυτόν ο Ισαάκ και ο Ισμαήλ οι υιοί αυτού εν τω σπηλαίω Μαχπελάχ, εν τω αγρώ του Εφρών, υιού του Σωάρ του Χετταίου, τω απέναντι της Μαμβρή· τω αγρώ, τον οποίον ηγόρασεν ο Αβραάμ παρά των υιών του Χετ· εκεί ετάφη ο Αβραάμ, και Σάρρα η γυνή αυτού.»—Γέν. 25:8-10.
23. Σε ποιο λαό προσετέθη ο Αβραάμ κατά τον θάνατο, και, επομένως, τι πρέπει, επίσης, να αληθεύη γι’ αυτό τον λαό;
23 Έτσι, όπως είχε ειπεί ο Θεός, ο Αβραάμ απήλθε προς τους πατέρας του εν ειρήνη· προσετέθη στον λαό του. Ποιοι ήσαν οι πατέρες του Αβραάμ, και ποιος ήταν ο λαός του; Ο άμεσος πατέρας του Αβραάμ ήταν ο Θάρα από την πόλι Ουρ των Χαλδαίων και το ενδέκατο κεφάλαιο της Γενέσεως παραθέτει κατάλογο των πατέρων του Αβραάμ, προς τα πίσω, μέσω εννέα γενεών, μέχρι του Σημ, του υιού του Νώε. Ο Νώε πέθανε δύο χρόνια προτού γεννηθή ο Αβραάμ, ενώ ο Σημ πέθανε είκοσι πέντε μόνο χρόνια προτού πεθάνη ο Αβραάμ. Σ’ αυτούς τους άνδρες ως λαό του προσετέθη ο Αβραάμ, και σ’ αυτούς ως Πατέρες του απήλθε εν ειρήνη ο Αβραάμ κατά τον θάνατο. Τι, λοιπόν, σημαίνει αυτό; Τούτο ότι, αν κατά τον θάνατο μετέβη ο Αβραάμ στον Σιεόλ ή Άδη, στον οποίο τόπο ο Ισαάκ και ο Ιακώβ τον ακολούθησαν, τότε ο λαός ή οι πατέρες του Αβραάμ ως πίσω στον Νώε πρέπει, επίσης, να βρίσκονται στον Σιεόλ ή Άδη, κι εκεί αναμένουν και αυτοί, επίσης, την ανάστασι των νεκρών υπό την βασιλείαν του Θεού δια του Χριστού του.
24. Σε ποιον προσετέθη ο γυιός του Αβραάμ Ισμαήλ κατά τον θάνατο, και πού;
24 Ο ετεροθαλής αδελφός του Ισαάκ, ο Ισμαήλ, ήταν ο γυιός του Αβραάμ μέσω της Αιγυπτίας δούλης του Άγαρ. Ο Ισμαήλ έζησε εκατόν τριάντα επτά χρόνια, και έπειτα, καθώς μας λέγεται στη Γένεσι 25:17, «εκπνεύσας απέθανε, και προσετέθη εις τον λαόν αυτού.» Στον λαό του περιελαμβάνετο ο πατέρας του Αβραάμ, τον οποίον ο Ισμαήλ και ο Ισαάκ είχαν θάψει πριν από ενενήντα χρόνια. Και ο Ισμαήλ, επίσης, προσετέθη έτσι στον Σιεόλ ή Άδη, τον κοινό τάφο των νεκρών ανθρώπων, που βρίσκονται στο χώμα της γης.
25. Σε ποιον προσετέθη ο αδελφός του Μωυσέως Ααρών κατά τον θάνατο, και πότε;
25 Ο γραπτός Λόγος του Θεού αναφέρει την προσθήκη και άλλων ανθρώπων στους πατέρες των κατά τον θάνατο. Εκατόν δέκα πέντε ακριβώς χρόνια μετά τον θάνατο του πατριάρχου Ιακώβ κάτω στην Αίγυπτο, εγεννήθη ο τρισέγγονός του Ααρών και τρία χρόνια αργότερα ο αδελφός τού Ααρών, ο οποίος έγινε ο προφήτης Μωυσής. Όταν ο Ααρών ήταν ηλικίας εκατόν είκοσι τριών ετών, ο Θεός είπε: «Ο Ααρών θέλει προστεθή εις τον λαόν αυτού· διότι δεν θέλει εισέλθει εις την γην, την οποίαν έδωκα εις τους υιούς Ισραήλ.» Έτσι ο αρχιερεύς του Θεού Ααρών πέθανε στο Όρος Ωρ προς ανατολάς της Γης της Επαγγελίας. (Αριθμ. 20:23-29) Αργότερα το ίδιο εκείνο έτος ο Ιεχωβά είπε στον προφήτη Μωυσή: «Θέλεις προστεθή και συ εις τον λαόν σου, καθώς προσετέθη Ααρών ο αδελφός σου.»—Αριθμ. 27:13.
26. Πού προσετέθη ο Μωυσής στον λαό του, και πού είναι τώρα;
26 Προτού συμβή αυτό, ο Ιεχωβά ανέθεσε στον Μωυσή να εκτελέση εκδίκησι στους εχθρούς Μαδιανίτας. (Αριθμ. 31:1, 2) Την ημέρα του θανάτου του Μωυσέως το 1473 π.Χ., ο Ιεχωβά του είπε ν’ αναβή στο Όρος Νεβώ και να ιδή την Γη της Επαγγελίας από εκεί και έπειτα να συναχθή προς τον λαό του. (Δευτ. 32:48-52) Ο Μωυσής υπήκουσε σ’ αυτή την εντολή· και η μεταθανάτιος έκθεσις γι’ αυτόν λέγει; «Και ετελεύτησεν εκεί ο Μωυσής, ο θεράπων του Ιεχωβά, εν τη γη Μωάβ, κατά τον λόγον του Ιεχωβά. Και έθαψεν αυτόν εν κοιλάδι εν τη γη Μωάβ, κατέναντι του Βαίθ-φεγώρ· και ουδείς γνωρίζει την ταφήν αυτού έως της σήμερον.» (Δευτ. 34:5, 6, ΜΝΚ) Οπουδήποτε και αν ήταν, όμως, ο τάφος του Μωυσέως, αυτός πήγε στον Σιεόλ ή Άδη. Από εκεί ο Θεός μπορεί να τον απελευθερώση καθώς και τον Ααρών μέσω μιας αναστάσεως δια του Ιησού Χριστού του Βασιλέως.
27. Σε ποιους προσετέθησαν ο Ιησούς του Ναύη και οι σύγχρονοι του Ισραηλίται κατά τον θάνατο, και πού κατήλθαν τότε;
27 Ποιος διεδέχθη τον Μωυσή ως τον ορατό κριτή του εκλεκτού έθνους του Θεού; Ο Ιησούς ο υιός του Ναυή. Αυτός ωδήγησε τον εκλεκτό λαό δια μέσου του Ιορδάνου Ποταμού στη γη της Επαγγελίας. Παρέμεινε πιστός στον Θεό μέχρι του θανάτου του. Σχετικά με τον Ιησού και άλλους της εποχής του τα εδάφια Κριταί 2:8-10 μάς λέγουν: «Και ετελεύτησεν Ιησούς, ο υιός του Ναυή, ο δούλος του Ιεχωβά, ηλικίας εκατόν δέκα ετών. Και έθαψαν αυτόν εις το όριον της κληρονομίας αυτού εν Θαμνάθ-αρές, εν τω όρει Εφραΐμ, κατά το βόρειον μέρος του όρους Γαάς. Και πάσα έτι η γενεά εκείνη προσετέθησαν εις τους πατέρας αυτών και εσηκώθη άλλη γενεά μετ’ αυτούς.» Η προσθήκη όλων αυτών στους πατέρες των σημαίνει ότι όλοι κατήλθαν στον Σιεόλ, τον Άδη.
28. (α) Με ποιους εκοιμήθη ο Βασιλεύς Δαβίδ κατά τον θάνατό του; (β) Πού ανέφερε ο απόστολος Πέτρος ότι ευρίσκετο ο Δαβίδ την Πεντηκοστή του 33 μ.Χ.;
28 Αιώνες αργότερα ο Δαβίδ από τη Βηθλεέμ έγινε βασιλεύς και των δώδεκα φυλών του Ισραήλ. Ήταν ο πρώτος Ιουδαίος βασιλεύς που εβασίλευσε στην Ιερουσαλήμ. Σε μερικούς από τους Ψαλμούς, που έγραψε ο Δαβίδ, μιλεί για απελευθέρωσι από τον Σιεόλ ή Άδη. (Ψαλμ. 16:10· 18:5· 30:3· 86:13) Έζησε για να ιδή τον σοφό γυιό του Σολομώντα εγκατεστημένο ως διάδοχό του στον θρόνο της Ιερουσαλήμ. «Και εκοιμήθη ο Δαβίδ μετά των πατέρων αυτού, και ετάφη εν τη πόλει Δαβίδ.» (1 Βασ. 2:10· Πράξ. 13:36) Προσετέθη στους πατέρες του στον Σιεόλ ή Άδη. Ύστερ’ από πολύν καιρό, την ημέρα της εορτής των Εβδομάδων (Πεντηκοστής) του 33 μ.Χ., ανεφέρθη ότι ο Δαβίδ ευρίσκετο ακόμη στον Σιεόλ ή Άδη. Την ημέρα εκείνη ο Χριστιανός απόστολος Πέτρος ανέφερε ότι ο Δέκατος Έκτος Ψαλμός (που εγράφη από τον Δαβίδ) εξεπληρώθη τότε στον υποσχεμένο απόγονο του Δαβίδ, τον Ιησού Χριστό. Καθώς είπε ο Πέτρος σχετικά με τον Δαβίδ: «Προϊδών ελάλησε περί της αναστάσεως του Χριστού, ότι δεν εγκατελείφθη η ψυχή αυτού εν τω άδη, ουδέ η σαρξ αυτού είδε διαφθοράν. Τούτον τον Ιησούν ανέστησεν ο Θεός, του οποίου πάντες ημείς είμεθα μάρτυρες. . . . Ο Δαβίδ δεν ανέβη εις τους ουρανούς.» (Πράξ. 2:1-34) Σύμφωνα με τους λόγους του Πέτρου η ανάστασις του Δαβίδ είναι ακόμη μέλλουσα.
29, 30. (α) Σε ποιους είπε η προφήτις Όλδα ότι ήθελε συναχθή ο Βασιλεύς Ιωσίας, και πώς εξεπληρώθη αυτό; (β) Ετάφησαν στο ίδιο μέρος όλοι οι βασιλείς που προηγήθησαν του Ιωσία;
29 Ένας από τους πιστούς διαδόχους του Δαβίδ στον θρόνο της Ιερουσαλήμ ήταν ο Ιωσίας, ο οποίος έζησε τον έβδομον αιώνα προ Χριστού. Με το να επαναφέρη τον λαό του στο νόμο του Ιεχωβά Θεού, ο Ιωσίας προσπάθησε να κάμη ό,τι μπορούσε για να εμποδίση να επέλθη επάνω τους μια εθνική συμφορά. Όταν ερώτησε μέσω της προφήτιδος Όλδας τι επεφύλασσε το μέλλον για το έθνος του, εδόθη στον Ιωσία η εξής υπόσχεσις από τον Θεό: «Ιδού λοιπόν, εγώ θέλω σε συνάξει εις τους πατέρας σου, και θέλεις συναχθή εις τον τάφον σου εν ειρήνη· και δεν θέλουσιν ιδεί οι οφθαλμοί σου πάντα τα κακά, τα οποία εγώ επιφέρω επί τον τόπον τούτον.»—2 Βασ. 22:20.
30 Ο Ιωσίας πέθανε από ένα τραύμα που έλαβε στη μάχη της Μεγιδδώ. Όχι, επομένως, στη διάρκεια της τρομερής συμφοράς που επρόκειτο να επέλθη στην Ιερουσαλήμ. Όταν ο Ιωσίας επληγώθη θανασίμως, «εξέβαλον αυτόν οι δούλοι αυτού εκ της αμάξης, και επεβίβασαν αυτόν εις την δευτέραν αυτού άμαξαν και έφεραν αυτόν εις Ιερουσαλήμ, και απέθανε· και ετάφη εν τοις τάφοις των πατέρων αυτού. Και πας ο Ιούδας και η Ιερουσαλήμ επένθησαν επί τον Ιωσίαν.» (2 Χρον. 35:22-24 ) Οι βασιλείς της Ιερουσαλήμ, που προηγήθησαν του Ιωσία, δεν ετάφησαν όλοι στην ίδια θέσι στην Ιερουσαλήμ, στους «τάφους των βασιλέων του Ισραήλ.»—2 Χρον. 28:27· 21:20· 24:25· 32:33· 16:14.
31, 32. (α) Για να προστεθούν οι αρχαίες αυτές προσωπικότητες στον λαό τους, τι πρέπει να πούμε για τους ατομικούς τάφους των; (β) Από πού θα εξέλθουν όλοι από κοινού, και πώς;
31 Για όλους αυτούς τους βασιλείς και πατριάρχας το να προστεθούν στον λαό των ή να υπάγουν στους πατέρας των και να κοιμηθούν με τους πατέρας των, δεν εσήμαινε ότι όλοι έπρεπε να ταφούν στον ίδιο τάφο ή μνημείο. Βεβαίως, όταν ο πατριάρχης Αβραάμ απέθανε και «προσετέθη εις τον λαόν αυτού», δεν ετάφη στον ίδιο τάφο με τον πατέρα του Θάρα, ο οποίος πέθανε προς βορράν στη Χαρράν στην κοιλάδα της Μεσοποταμίας, ούτε στο ίδιο κοιμητήριο ή νεκροταφείο με τον Νώε και τον Σημ.
32 Βεβαίως, όταν ο αρχιερεύς Ααρών πέθανε στο Όρος Ωρ και ο αδελφός του Μωυσής πέθανε στο Όρος Νεβώ και προσετέθησαν στον λαό των, δεν ετάφησαν με τους πατέρας των Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ στο σπήλαιο Μαχπελάχ πλησίον της Χεβρών στη Γη της Επαγγελίας. Εν τούτοις, όλοι προσετέθησαν στον Σιεόλ ή Άδη. Όλοι παραμένουν νεκροί στον ένα Σιεόλ ή Άδη· και από εκεί, στην Αποκάλυψι 20:13 μάς λέγεται ότι οι νεκροί θα εξέλθουν σε ανάστασι.
[Υποσημειώσεις]
a Στο βιβλίο Τι Έκαμε η Θρησκεία για το Ανθρώπινο Γένος; βλέπε Κεφάλαιο ΙΘ΄ υπό τον τίτλο «Ο Πτωχός που Εφέρθη στον Κόλπον του Αβραάμ,» σελίδες 246-256, και σελίς 307, παράγραφος 11.