Μέρος 2
Προανθρώπινη Ύπαρξις
35, 36. (α) Σε ποια ύπαρξι αναφέρεται το κατά Ιωάννην 1:1, και ποιος άνθρωπος επέστησε πρώτος την προσοχή σε τούτο; (β) Πώς ο Ιησούς ήταν άνθρωπος ερχόμενος μετά τον Ιωάννη και όμως πρότερός του, και σε τι ανεφέρετο το ότι ο Ιωάννης τον απεκάλεσε Αμνόν του Θεού;
Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ Ιωάννης άρχισε την αφήγησί του, λέγοντας: «Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ.» Με τούτο δεν εννοούσε την αρχή της δημοσίας διακονίας του Ιησού επάνω στη γη πριν από δεκαεννέα αιώνες. Εννοούσε ότι ο Λόγος είχε προανθρώπινη ύπαρξι πολύ προτού ‘γείνη σαρξ’ επάνω στη γη. Ο Ιωάννης καθιστά σαφές αυτό το σημείο σε όλη την αφήγησί του. Ένα μήνα και πλέον μετά τη βάπτισι του Ιησού στον Ιορδάνη ποταμό, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής επέστησε την προσοχή στον Ιησού και στην προηγούμενη ζωή του, λέγοντας: «Ιδού ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου. Ούτος είναι περί ου εγώ είπον, Οπίσω μου έρχεται ανήρ, όστις είναι ανώτερός μου, διότι ήτο πρότερός μου. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλά δια να φανερωθή εις τον Ισραήλ, δια τούτο ήλθον εγώ βαπτίζων εν τω ύδατι.»—Ιωάν. 1:29-31.
36 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εγεννήθη έξη περίπου μήνες προτού ο Λόγος ‘γείνη σαρξ’ ή γεννηθή ως ο Υιός της Ιουδαίας παρθένου. Γι’ αυτό το λόγο ο Ιωάννης είπε αναφορικά με τον Ιησούν: «Οπίσω μου έρχεται ανήρ.» Αλλά τώρα, εξαιτίας εκείνου που συνέβη στον Ιησούν αφού ο Ιωάννης τον εβάπτισε, ο Ιωάννης μπορούσε να είπη για τον Ιησούν ότι έρχεται «ανήρ, όστις είναι ανώτερός μου.» Όταν, λοιπόν, ο Ιωάννης είπε για τον Ιησούν: «Ήτο πρότερος μου», ο Ιωάννης πρέπει να εννοούσε ότι ο Ιησούς είχε προανθρώπινη ύπαρξι. Ο Ιωάννης, επίσης, ετόνισε ότι ο Ιησούς επρόκειτο να γίνη θυσία στον Θεό, διότι στον αρχαίον Ισραήλ αμνοί εθυσιάζοντο καθημερινά στον Θεό από τους Ιουδαίους ιερείς. Για να άρη ο Ιησούς ως ο «Αμνός του Θεού» την αμαρτία του κόσμου, το αίμα του θα εχρειάζετο να ρεύση σε θυσία, διότι χωρίς χύσιν αίματος ενός αθώου θύματος δεν θα μπορούσε ν’ αποκτηθή άφεσις αμαρτιών από τον Θεό.—Εβρ. 9:22.
37. Γιατί ο Ιησούς μπορούσε να μιλή στον Νικόδημο για «επουράνια»;
37 Σε αρκετές περιπτώσεις ο Ιησούς ο ίδιος επιστοποίησε την ύπαρξί του στον ουρανό προτού γίνη σαρξ στη γη. Έτσι ο Ιησούς μπορούσε να μιλή για «επουράνια», επειδή, καθώς είπε ο Ιησούς στον Ιουδαίον άρχοντα Νικόδημο, «ουδείς ανέβη εις τον ουρανόν, ειμή ο καταβάς εκ του ουρανού, ο Υιός του ανθρώπου.»—Ιωάν. 3:12, 13.
38. Πώς, μιλώντας για το μάννα, επιστοποίησε ο Ιησούς την προηγούμενη ύπαρξί του στον ουρανό;
38 Ο Ιησούς εχαρακτήρισε τον εαυτό του ως συμβολικό μάννα από τον ουρανό και είπε στους Ιουδαίους: «Δεν έδωκεν εις εσάς τον άρτον εκ του ουρανού ο Μωυσής· αλλ’ ο Πατήρ μου σας δίδει τον άρτον εκ του ουρανού τον αληθινόν. Διότι ο άρτος του Θεού είναι ο καταβαίνων εκ του ουρανού, και δίδων ζωήν εις τον κόσμον.» «Κατέβην εκ του ουρανού, ουχί δια να κάμω το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με.» «Εγώ είμαι ο άρτος ο ζων, ο καταβάς εκ του ουρανού. Εάν τις φάγη εκ τούτου του άρτου, θέλει ζήσει εις τον αιώνα. Και ο άρτος δε τον οποίον εγώ θέλω δώσει, είναι η σαρξ μου, την οποίαν εγώ θέλω δώσει υπέρ της ζωής του κόσμου.» «Και όστις με τρώγει, θέλει ζήσει και εκείνος δι’ εμέ. Ούτος είναι ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού.» Πολλοί Ιουδαίοι εγόγγυζαν γι’ αυτά τα λόγια του Ιησού, και έτσι τους εξέπληξε ακόμη περισσότερο όταν είπε: «Τούτο σας σκανδαλίζει; εάν λοιπόν θεωρήτε τον Υιόν του ανθρώπου αναβαίνοντα όπου ήτο το πρότερον;»—Ιωάν. 6:32, 33, 38, 51, 57, 58, 61, 62.
39, 40. (α) Σε μια άλλη περίπτωσι ο Ιησούς περιέγραψε τον εαυτό του ότι ήταν από πού; (β) Επομένως τι μπορούσε ο Ιησούς να ζητήση από τον Θεό σε προσευχή;
39 Επομένως, αργότερα, όταν ο Ιησούς μίλησε στους απίστους Ιουδαίους για το ότι θα απήρχετο, είπε: «Σεις είσθε εκ των κάτω, εγώ είμαι εκ των άνω. Σεις είσθε εκ του κόσμου τούτου, εγώ δεν είμαι εκ του κόσμου τούτου.» «Εάν ο Θεός ήτο πατήρ σας, ηθέλετε αγαπά εμέ· διότι εγώ εκ του Θεού εξήλθον, και έρχομαι· επειδή δεν ήλθον απ’ έμαυτού, αλλ’ εκείνος με απέστειλε.» (Ιωάν. 8:23, 42) Γι’ αυτό το λόγο ο Ιησούς μπορούσε να προσεύχεται στον Θεό και να λέγη εις επήκοον των πιστών αποστόλων του:
40 «Δόξασόν με συ, Πάτερ, πλησίον σου, με την δόξαν την οποίαν είχαν παρά σοι πριν γείνη ο κόσμος [του ανθρωπίνου γένους]. Και δεν είμαι πλέον εν τω κόσμω, αλλ’ ούτοι είναι εν τω κόσμω, και εγώ έρχομαι προς σε. Πάτερ άγιε, φύλαξον αυτούς εν τω ονόματί σου, τους οποίους μοι έδωκας, δια να ήναι έν καθώς ημείς. . . . θέλω, όπου είμαι εγώ, να ήναι και εκείνοι μετ’ εμού· δια να θεωρώσι την δόξαν μου, την οποίαν μοι έδωκας, διότι με ηγάπησας προ καταβολής κόσμου.»—Ιωάν. 17:5, 11, 24.
41. Για ποια πράγματα, λοιπόν, Εκείνος που ήταν εκ των άνω μίλησε και έδωσε μαρτυρία;
41 Στον ουρανό ο Ιησούς, ως ο Λόγος, είχε δόξα παράπλευρα στον Πατέρα του και είχε την αγάπη του Πατρός. Αυτό ήταν πριν γίνη ο κόσμος. Ο απόστολος Ιωάννης άκουσε τα λόγια εκείνα του Ιησού, και επομένως ο Ιωάννης ο Βαπτιστής μπορούσε ορθά να κάμη τα εξής σχόλια: «Ο ερχόμενος άνωθεν, είναι υπεράνω πάντων· ο ων εκ της γης, εκ της γης είναι, και εκ της γης λαλεί· ο ερχόμενος εκ του ουρανού, είναι υπεράνω πάντων. Και εκείνο το οποίον είδε και ήκουσε, τούτο μαρτυρεί.» (Ιωάν. 3:31, 32) Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Ιησούς είχε προανθρώπινη ζωή. Ως ο Λόγος ήταν «παρά τω Θεώ» «εν αρχή.»
ΠΩΣ ΤΟΝ ΑΠΟΚΑΛΟΥΣΑΝ ΟΙ ΠΙΣΤΟΙ ΙΟΥΔΑΙΟΙ
42. Σε ποιον επίστευαν οι δώδεκα πριν τους καλέση ο Ιησούς να είναι απόστολοι, και επομένως ποια ερωτήματα εγείρονται σχετικά με τούτο;
42 Όταν ήταν στη γη, ο Ιησούς Χριστός εκάλεσε και εξέλεξε δώδεκα αποστόλους. Αυτοί ήσαν όλοι Ιουδαίοι εκ γενετής και ανετράφησαν στην Ιουδαϊκή θρησκεία ή στον «Ιουδαϊσμόν» για να πιστεύουν σε ένα μόνο Θεό, τον Ιεχωβά. (Γαλ. 1:13, 14) Μήπως ο Ιησούς ως Διδάσκαλος των τους μίλησε για Τριάδα; Μήπως τους μετέστρεψε να πιστεύουν σε μια Τριάδα, στην οποίαν αυτός ο ίδιος ήταν το Δεύτερο Πρόσωπο ή «Θεός ο Υιός»; Μήπως οι απόστολοι και άλλοι μαθηταί έφθασαν να θεωρούν τον Ιησούν ως «Θεόν τον Υιόν» και να τον αποκαλούν έτσι; Πώς τον αποκαλούσαν; Ας δούμε τι αναφέρει ο Ιωάννης.
43, 44. Αφού ο Ιωάννης εβάπτισε τον Ιησούν, ποιο γεγονός εμαρτύρησε γι’ αυτόν ο Ιωάννης;
43 Αφού εβαπτίσθη ο Ιησούς, ο Ιωάννης ο Βαπτιστής συνέστησε τους μαθητάς του στον Ιησούν. Ο Ιωάννης είχε αποστολή από τον Θεό να βαπτίζη, και ο Θεός είπε στον Ιωάννη τι να ζητή. Πώς, λοιπόν, ανέφερε ο Ιωάννης στους βαπτισμένους τον Ιησούν, όταν συνέστησε τον Ιησούν στους Ιουδαίους που ήσαν δικοί του μαθηταί;
44 Για να λάβωμε απάντησι ας διαβάσωμε το κατά Ιωάννην 1:32-34: «Και εμαρτύρησεν ο Ιωάννης, λέγων, Ότι είδον το πνεύμα καταβαίνον ως περιστεράν εξ ουρανού, και έμεινεν επ’ αυτόν. Και εγώ δεν εγνώριζον αυτόν· αλλ’ ο πέμψας με δια να βαπτίζω εν ύδατι, εκείνος μοι είπεν, Εις όντινα ίδης το πνεύμα καταβαίνον και μένον επ’ αυτόν, ούτος είναι ο βαπτίζων εν πνεύματι αγίω. Και εγώ είδον και εμαρτύρησα, ότι ούτος είναι ο Υιός του Θεού.»
45. Ποιον ανέμενε ο Ιωάννης να έλθη σ’ αυτόν για βάπτισμα, και τι, επομένως, αρνήθηκε ο Ιωάννης ότι ήταν;
45 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ο ίδιος ήταν γεμάτος με άγιο πνεύμα από την κοιλία ακόμη της μητρός του. Έδωσε μήπως ο Ιωάννης μαρτυρία ότι ο Ιησούς ήταν ο Ιεχωβά ή ότι ο Ιησούς ήταν ο Θεός; Όχι! Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είπε στους μαθητάς του: «Ούτος είναι ο Υιός του Θεού.» Ο Ιωάννης είπε, όχι «Θεός ο Υιός», αλλά «ο Υιός του Θεού», η οποία έκφρασις σημαίνει κάτι εντελώς διαφορετικό. Ο Ιωάννης δεν ανέμενε να έλθη σ’ αυτόν ο Ιεχωβά Θεός για να βαπτισθή στο νερό. Ο Ιωάννης ανέμενε εκείνον που επρόκειτο να γίνη ο Χριστός, ο Μεσσίας, ή Κεχρισμένος, εκείνον που ο Θεός θα έχριε με άγιο πνεύμα. Και έτσι ο Ιωάννης δεν άφησε κανένα να νομίζη ότι αυτός ο ίδιος ήταν ο Χριστός. Είπε στους μαθητάς του: «Σεις αυτοί είσθε μάρτυρες μου ότι είπον, Δεν είμαι εγώ ο Χριστός, αλλ’ ότι είμαι απεσταλμένος έμπροσθεν εκείνου. . . . Εκείνος πρέπει να αυξάνη, εγώ δε να ελαττόνωμαι.» (Ιωάν. 3:28-30) Από ό,τι είδε ο Ιωάννης εγνώρισε ότι ο Ιησούς ήταν ο Χριστός, ο Κεχρισμένος του Θεού.
46. Αφού ο Ιωάννης έστρεψε τους μαθητάς του προς τον Ιησούν, τι δείχνει αν αυτοί άλλαξαν γνώμη για το ποιος, καθώς είπε ο Ιωάννης, ήταν ο Ιησούς;
46 Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εδίδαξε τους μαθητάς του και τους έστρεψε προς τον Ιησού Χριστό για να τον ακολουθήσουν ως τον «Υιόν του Θεού». Μήπως οι μαθηταί αυτοί άλλαξαν γνώμη για τον Ιησού αφού τον άκουσαν, τον παρατήρησαν και ήσαν μαζί του; Πώς τον αποκαλούσαν αυτοί οι μαθηταί, από την αρχή ως το τέλος; Όταν ο Ιησούς συνήντησε για πρώτη φορά τον Ναθαναήλ και τον εξέπληξε με την πρόβλεψί του, «απεκρίθη ο Ναθαναήλ και λέγει προς αυτόν, Ραββί, συ είσαι ο Υιός του Θεού, συ είσαι ο βασιλεύς του Ισραήλ.» (Ιωάν. 1:50) Στο 1 Ιωάννου 4:15· 5:5, ο απόστολος λέγει: «Όστις ομολογήση ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού, ο Θεός μένει εν αυτώ, και αυτός εν τω Θεώ.» «Τις είναι ο νικών τον κόσμον, ειμή ο πιστεύων, ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού;» Στο 2 Ιωάννου 3 μιλεί για «ειρήνη, παρά Θεού Πατρός, και παρά Κυρίου Ιησού Χριστού του Υιού του Πατρός.»
47. Ποια είπε η Μάρθα ότι ήταν η πίστις της για τον Ιησούν, και ποια είπαν οι εχθροί του ότι ήταν η αιτία για την οποίαν ο Ιησούς ήταν άξιος θανάτου σύμφωνα με τον νόμο των;
47 Ο Ιησούς, προτού αναστήση τον Λάζαρο, που ήταν τότε τεσσάρων ημερών νεκρός, ερώτησε τη Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου, αν επίστευε εκείνο που μόλις αυτός είχε ειπεί. Απαντώντας η Μάρθα είπε: «Ναι, Κύριε, εγώ επίστευσα, ότι συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο ερχόμενος εις τον κόσμον.» (Ιωάν. 11:27) Αξιοσημείωτη, είναι ακόμη και η μαρτυρία των αιμοδιψών εχθρών του Ιησού. Όταν ο Ρωμαίος κυβερνήτης ήταν διατεθειμένος να υπεκφύγη παραχωρώντας το αηδές έργον της εκτελέσεως στους Ιουδαίους επειδή αυτός ο ίδιος δεν είχε εύρει λάθος στον Ιησούν, οι Ιουδαίοι απήντησαν στον κυβερνήτη: «Ημείς νόμον έχομεν, και κατά τον νόμον ημών πρέπει να αποθάνη, διότι έκαμεν εαυτόν Υιόν του Θεού.» (Ιωάν. 19:7) Έτσι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, οι απόστολοι του Ιησού, η αδελφή του Λαζάρου Μάρθα, και ακόμη οι εχθροί, όλοι συμφωνούσαν στη μαρτυρία των ότι ο Ιησούς ήταν «ο Υιός του Θεού». Όχι ο Θεός ο ίδιος!
48, 49. (α) Ποια σύγκρισι έκαμε ο Ιωάννης ως προς την παράδοσι των μαθητών του στον Ιησού με χαρά; (β) Ποιον αναμένει να νυμφευθή η Νύμφη;
48 Όταν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής εξήγησε γιατί πρέπει να ελαττούται ως προς το να έχη μαθητάς, αλλ’ ο Ιησούς πρέπει να αυξάνη στον αριθμό των βαπτισμένων ακολούθων, ο Ιωάννης εξεικόνισε τον Ιησούν ως Νυμφίον. Ο Ιωάννης είπε: «Όστις έχει την νύμφην, είναι νυμφίος· ο δε φίλος του νυμφίου, ο ιστάμενος και ακούων αυτόν, χαίρει καθ’ υπερβολήν δια την φωνήν του νυμφίου. Αυτή λοιπόν η χαρά η ιδική μου επληρώθη.» (Ιωάν. 3:29) Ο Ιωάννης είχε μεγάλη χαρά παραδίδοντας βαπτισμένους μαθητάς στον Ιησού Χριστό.
49 Αφού ο Ιησούς είναι ο Νυμφίος, με μια συμβολική έννοια, τότε ολόκληρος ο όμιλος των βαπτισμένων, κεχρισμένων ακολούθων του πρέπει να είναι η Νύμφη του. Η ελπίδα των είναι να ενωθούν με τον Κύριο Ιησού Χριστό ως Νυμφίον των στον ουρανό. Δεν αναμένουν να νυμφευθούν με τον Θεό, πράγμα που θα συνέβαινε αν ο Θεός ήταν Τριάς. Ούτε αναμένουν να νυμφευθούν μ’ ένα ιδιαίτερο Πρόσωπο μιας τέτοιας Τριάδος, δηλαδή, με το Δεύτερο Πρόσωπο της Τριάδος, τον ούτω καλούμενον Θεόν τον Υιόν. Δεν μπορούν να φαντασθούν ότι νυμφεύονται με μια Τριάδα ή ακόμη με το ένα τρίτον αυτής της Τριάδος. Οι θεόπνευστες Άγιες Γραφές δεν διδάσκουν ένα τέτοιο πράγμα, σαν να νυμφεύεται κάποιος με Σιαμαίους διδύμους!
50. Ποιους νυμφεύεται ο Νυμφίος, και πόσους φανερώνει η Αποκάλυψις;
50 Ο Νυμφίος Ιησούς Χριστός νυμφεύεται, όχι ολόκληρη την ανθρώπινη οικογένεια που αποτελείται από δισεκατομμύρια, αλλά μόνο ένα περιωρισμένον αριθμό που λαμβάνεται από την ανθρώπινη οικογένεια. Στην Αποκάλυψι ο απόστολος Ιωάννης είχε μια όρασι του Νυμφίου και της Νύμφης μαζί, στον ουράνιο τόπο κυβερνήσεως, που ονομάζεται Όρος Σιών, όπως προεσκιάσθη από το Όρος Σιών στην Ιερουσαλήμ, απ’ όπου κυβερνούσε ο Βασιλεύς Δαβίδ. Ο Ιωάννης λέγει: «Και είδον, και ιδού Αρνίον ιστάμενον επί το όρος Σιών, και μετ’ αυτού εκατόν τεσσαρακοντατέσσαρες χιλιάδες έχουσαι το όνομα αυτού και το όνομα του Πατρός αυτού γεγραμμένον επί των μετώπων αυτών. . . . Και έψαλλον ως ωδήν νέαν ενώπιον του θρόνου, και ενώπιον των τεσσάρων ζώων και των πρεσβυτέρων· και ουδείς ηδύνατο να μάθη την ωδήν, ειμή αι εκατόν τεσσαρακοντατέσσαρες χιλιάδες, οι ηγορασμένοι από της γης. Ούτοι είναι οι μη μολυνθέντες με γυναίκας· διότι παρθένοι είναι· ούτοι είναι οι ακολουθούντες το Αρνίον όπου αν υπάγη, ούτοι ηγοράσθησαν από των ανθρώπων, απαρχή εις τον Θεόν και εις το Αρνίον.»—Αποκάλ. 14:1-4, ΜΝΚ.
51. Πώς η τάξις της Νύμφης είναι παρθένος, σημειωμένη στο μέτωπο και αγορασμένη;
51 Η τάξις της Νύμφης εξεικονίζεται έτσι ως μια παρθένος τάξις, που δεν εμολύνθη με άτομα ή οργανώσεις που βαρύνονται μ’ ενοχή πνευματικής μοιχείας με το να γίνουν φίλοι του ανηθίκου αυτού κόσμου. Τα μέλη της Νύμφης έχουν το όνομα του Νυμφίου των και το όνομα του Πατρός του επάνω στα μέτωπά των, αλλά κανένα άλλο όνομα, κανένα όνομα κάποιου τρίτου Προσώπου μιας Τριάδος, που ονομάζεται Θεός το Άγιον Πνεύμα. Αυτή η τάξις της Νύμφης που αποτελείται από 144.000 μέλη ελήφθη από τη γη για τον ουρανό, ναι, ελήφθησαν τα μέλη αυτά μέσ’ από το ανθρώπινο γένος που είναι από σάρκα και αίμα για ν’ απολαύσουν αιώνια ζωή ως πνευματικά πλάσματα. Πώς; Με το ν’ αγορασθούν με τη θυσία του Νυμφίου των, που είναι «ο Αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
52. Πώς η τάξις της Νύμφης είναι ως «απαρχή εις τον Θεόν», και τι σημαίνει αυτό το γεγονός γενικά για το ανθρώπινο γένος;
52 Αυτοί είναι όμοιοι με την ‘απαρχήν’ ή πρωτοκάρπια ή πρωτογεννήματα που οι Ισραηλίται ελάμβαναν από τις συγκομιδές του θερισμού των και προσέφεραν στον Ιεχωβά Θεό μέσω των υπηρετών του ναού του, όπως στην ημέρα της Πεντηκοστής, οπότε ο αρχιερεύς παρουσίαζε στον Θεό δύο ένζυμους άρτους σιταρένιου ψωμιού «πρωτογεννήματα . . . εις τον Ιεχωβά». (Λευιτ. 23:15-20, ΜΝΚ) Αφού η τάξις της Νύμφης είναι μόνο «απαρχή εις τον Θεόν και εις το Αρνίον», πρέπει να υπάρχη ένας πολύ μεγαλύτερος αριθμός από το ανθρώπινο γένος, που θα σωθούν σε αιώνια ζωή, όχι στον ουρανό, αλλά στη γη. Γιατί; Επειδή ο Αμνός του Θεού αίρει την «αμαρτίαν του κόσμου» και όχι απλώς της τάξεως της Νύμφης του.—Ιωάν. 1:29· 1 Ιωάν. 2:1, 2.
53, 54. Σύμφωνα με την Αποκάλυψι 19:6-9, τίνος είναι ο γάμος, σε ποιον ανήκει η Νύμφη, και για ποιον είναι το γαμήλιο δείπνο;
53 Ο απόστολος Ιωάννης δεν μας αφήνει σε αμφιβολία ως προς το ποιόν νυμφεύεται στον ουρανό η τάξις της Νύμφης, η κεχρισμενη Χριστιανική εκκλησία. Στην Αποκάλυψι 19:6-9 ο Ιωάννης γράφει: «Και ήκουσα ως φωνήν όχλου πολλού, και ως φωνήν υδάτων πολλών, και ως φωνήν βροντών ισχυρών, λεγόντων, Αλληλούια, διότι εβασίλευσε Κύριος ο Θεός ο Παντοκράτωρ. Ας χαίρωμεν και ας αγαλλώμεθα, και ας δώσωμεν την δόξαν εις αυτόν· διότι ήλθεν ο γάμος του Αρνίου και η γυνή αυτού ητοίμασεν εαυτήν. Και εδόθη εις αυτήν να ενδυθή βύσσινον καθαρόν και λαμπρόν· διότι το βύσσινον είναι τα δικαιώματα των αγίων. Και λέγει προς εμέ, Γράψον, Μακάριοι οι κεκλημένοι εις το δείπνον του γάμου του Αρνίου. Και λέγει προς εμέ, Ούτοι είναι οι αληθινοί λόγοι του Θεού.»
54 Ο γάμος είναι γάμος του Αρνίου του Θεού, όχι γάμος Κυρίου του Θεού ημών του Παντοκράτορος. Η Νύμφη είναι Νύμφη του Αρνίου του Θεού, όχι Νύμφη του Θεού του Παντοκράτορος. Το δείπνον του γάμου είναι του Αρνίου του Θεού· οι δε προφητικές παραβολές του Ιησού δείχνουν ότι ο Πατέρας του, Κύριος ο Θεός ημών ο Παντοκράτωρ, είναι εκείνος που ετοιμάζει το γαμήλιο δείπνο για το Αρνίον, τον Υιό του.
55. Ποια ταυτότητα δίνει στο Αρνίον του Θεού η Αποκάλυψις 19:11-16, και επομένως τίνος Νύμφη γίνονται οι 144.000;
55 Ολίγα εδάφια πιο κάτω, στην Αποκάλυψι 19:11-16, ο απόστολος Ιωάννης προσδιορίζει την ταυτότητα του Αρνίου του Θεού ότι είναι ο Λόγος, διότι ο Ιωάννης βλέπει το Αρνίον να προελαύνη εναντίον των εχθρών του Πατρός του. Ο Ιωάννης περιγράφει, λέγοντας: «Και ήτο ενδεδυμένος ιμάτιον βεβαμμένον με αίμα· και καλείται το όνομα αυτού, Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ. . . . Και επί το ιμάτιον και επί τον μηρόν αυτού έχει γεγραμμένον το όνομα, ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΒΑΣΙΛΕΩΝ ΚΑΙ ΚΥΡΙΟΣ ΚΥΡΙΩΝ.» Επομένως οι 144.000 πιστοί ακόλουθοι γίνονται η Νύμφη του Λόγου του Θεού, όχι η Νύμφη του Θεού.
56, 57. Στην Αποκάλυψι 21, μεταξύ ποίων βλέπομε να γίνεται διάκρισις εν σχέσει με την τάξι της Νύμφης, και πώς;
56 Οι νυμφευμένοι φανερώνονται πάλι στην περαιτέρω όρασι, την οποίαν ο Ιωάννης περιγράφει, λέγοντας: «Και εγώ ο Ιωάννης είδον την πόλιν την αγίαν, την νέαν Ιερουσαλήμ, καταβαίνουσαν από του Θεού εκ του ουρανού, ητοιμασμένην ως νύμφην κεκοσμημένην δια τον άνδρα αυτής. Και ήλθε προς εμέ είς των επτά αγγέλων των εχόντων τας επτά φιάλας τας πλήρεις από των επτά εσχάτων πληγών, και ελάλησε μετ’ εμού, λέγων, Ελθέ, θέλω σοι δείξει την νύμφην, του Αρνίου την γυναίκα. Και με έφερεν εν πνεύματι επί όρος μέγα και υψηλόν, και μοι έδειξε την πόλιν την μεγάλην, την αγίαν Ιερουσαλήμ, καταβαίνουσαν εκ του ουρανού από του Θεού, έχουσαν την δόξαν του Θεού. . . . Και το τείχος της πόλεως είχε θεμέλια δώδεκα, και εν αυτοίς τα ονόματα των δώδεκα αποστόλων του Αρνίου. Και ναόν δεν είδον εν αυτή· διότι ναός αυτής είναι ο Κύριος [ο Ιεχωβά, ΜΝΚ] ο Θεός ο Παντοκράτωρ, και το Αρνίον. Και η πόλις δεν έχει χρείαν του ηλίου, ουδέ της σελήνης, δια να φέγγωσιν αν αυτή· διότι η δόξα του Θεού εφώτισεν αυτήν, και ο λύχνος αυτής είναι το Αρνίον.»—Αποκάλ. 21:2, 9-11, 14, 22, 23.
57 Πάντοτε μας καταδεικνύεται ότι υπάρχει διάκρισις μεταξύ του Αρνίου και του Κυρίου του Θεού ημών του Παντοκράτορος, και ότι με το Αρνίον νυμφεύεται η Νύμφη των 144.000 μελών. Γίνεται η γυνή του Αρνίου. Αν υπήρχε ένα τέτοιο πράγμα σαν την Τριάδα, τότε οι 144.000 δεν θα μπορούσαν να νυμφευθούν τον Θεόν σ’ ένα από τα τρία του Πρόσωπα και έτσι να γίνουν ένα με τον Θεό. Αλλά η Γραφή δεν διδάσκει αυτό.
ΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΙΔΙΟ ΤΗΣ ΤΑΥΤΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ
58. Στην ομιλία του προς τον Νικόδημο, ποιος ισχυρίσθη ότι ήταν ο Ιησούς;
58 Προς όφελος της τάξεως της Νύμφης ο Ιωάννης ο Βαπτιστής προσδιώρισε τον Νυμφίον ως τον Αμνόν του Θεού. Πώς, εν τούτοις, ο ίδιος ο Νυμφίος προσδιώρισε τον εαυτό του στην τάξι της Νύμφης του και σε άλλους; Ποια σχέσι ισχυρίσθη ο ίδιος ότι είχε με τον Θεό; Ισχυρίσθη ποτέ ότι ήταν κάτι περισσότερο από ό,τι διεκήρυξε γι’ αυτόν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, δηλαδή, ότι ήταν ο Υιός του Θεού; Για την απάντησι προσέξτε πρώτα αυτά τα πολύ αγαπητά λόγια του Ιησού Χριστού προς τον Νικόδημο: «Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκε τον Υιόν αυτού τον μονογενή, δια να μη απολεσθή πας ο πιστεύων εις αυτόν, αλλά να έχη ζωήν αιώνιον. Επειδή δεν απέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού εις τον κόσμον, δια να κρίνη τον κόσμον, αλλά δια να σωθή ο κόσμος δι’ αυτού. Όστις πιστεύει εις αυτόν, δεν κρίνεται· όστις όμως δεν πιστεύει, είναι ήδη κεκριμένος, διότι δεν επίστευσεν εις το όνομα του μονογενούς Υιού του Θεού.»—Ιωάν. 3:16-18.
59. Αφού εθεράπευσε ο Ιησούς τον εκ γενετής τυφλόν, ποια ομολογία πίστεως έκαμε ο άνθρωπος για τον Ιησούν;
59 Ο Ιησούς κάποτε εθεράπευσε έναν άνθρωπο τυφλόν εκ γενετής. Όπως εκτίθεται σε μερικά Γραφικά εδάφια, ο Ιησούς αργότερα είπε σ’ αυτόν: «Συ πιστεύεις εις τον Υιόν του Θεού;» Ο άνθρωπος απήντησε: «Τις είναι, Κύριε, δια να πιστεύσω εις αυτόν;» Ο Ιησούς απεκρίθη: «Και είδες αυτόν, και ο λαλών μετά σου, εκείνος είναι.» Ο Ιησούς δεν εζήτησε από τον άνθρωπο να πιστέψη, ότι αυτός, ο Ιησούς, ήταν κάτι περισσότερο από Υιός του Θεού. Ο άνθρωπος ωμολόγησε ότι επίστευε μόνο αυτό.—Ιωάν. 9:35-37.
60. Προτού εγείρη τον Λάζαρο, ποιος είπε ότι επρόκειτο να δοξασθή, και κατόπιν τι είπε η Μάρθα ότι επίστευε πως ήταν ο Ιησούς;
60 Ο Ιησούς, προτού πάη στην πόλι της Βηθανίας χάριν του ασθενούς φίλου του Λαζάρου, είπε στους αποστόλους του: «Αύτη η ασθένεια δεν είναι προς θάνατον, αλλ’ υπέρ της δόξης του Θεού, δια να δοξασθή ο Υιός του Θεού δι’ αυτής.» Προτού ο Ιησούς φθάση στον τάφο όπου τώρα ο Λάζαρος εκείτο νεκρός, η αδελφή του Μάρθα ωμολόγησε ότι επίστευε σ’ εκείνο που ο Ιησούς ισχυρίζετο ότι ήταν, καθώς είπε: «Ναι, Κύριε, εγώ επίστευσα, ότι συ είσαι ο Χριστός, ο Υιός του Θεού, ο ερχόμενος εις τον κόσμον.»—Ιωάν. 11:4, 27.
61. Αποστέλλοντας ένα άγγελμα στην εκκλησία των Θυατείρων, ποιος είπε ότι ήταν ο Ιησούς;
61 Ακόμη και στον ουρανό ο δοξασμένος Ιησούς μιλεί για τον εαυτό του ως τον Υιόν του Θεού. Στην Αποκάλυψι 2:18, όταν αποστέλλη ένα άγγελμα στη Χριστιανική εκκλησία της πόλεως των Θυατείρων, ο ένδοξος Ιησούς λέγει στον Ιωάννη: «Και προς τον άγγελον της εν Θυατείροις εκκλησίας γράψον, Ταύτα λέγει ο Υιός του Θεού, . . . Και όστις νικά, και όστις φυλάττει μέχρι τέλους τα έργα μου, θέλω δώσει εις αυτόν εξουσίαν επί των εθνών και θέλει “ποιμάνει αυτούς εν ράβδω σιδηρά· θέλουσι συντριφθή, ως τα σκεύη του κεραμέως·” καθώς και εγώ έλαβον παρά του Πατρός μου.»—Αποκάλ. 2:18, 26, 27.
62. Στην προσευχή, σε ποια σχέσι με τον Θεό έλεγε ο Ιησούς ότι ήταν;
62 Με βάσι μια τέτοια σχέσι προς τον Θεό, ο Ιησούς απηυθύνθη στον Θεό ως υιός και προσευχήθη: «Πάτερ, ήλθεν η ώρα· δόξασον τον Υιόν σου, δια να σε δοξάση και ο Υιός σου· καθώς έδωκας εις αυτόν εξουσίαν πάσης σαρκός, δια να δώση ζωήν αιώνιον εις πάντας όσους έδωκας εις αυτόν. Αύτη δε είναι η αιώνιος ζωή, το να γνωρίζωσι σε τον μόνον αληθινόν Θεόν, και τον οποίον απέστειλας Ιησούν Χριστόν.» (Ιωάν. 17:1-3) Έτσι ο Ιησούς δεν ισχυρίζετο ότι ήταν ‘ο μόνος αληθινός Θεός’.
63. Γιατί οι Ιουδαίοι ήθελαν να λιθοβολήσουν τον Ιησούν, και τι ανέφερε ο Ιησούς από τους ψαλμούς για να δείξη αν ήσαν δικαιολογημένοι ενεργώντας έτσι;
63 Λέγοντας τούτο, δεν λησμονούμε άρα γε το κατά Ιωάννην 10:31-39, σύμφωνα με το οποίο οι Ιουδαίοι ήθελαν να λιθοβολήσουν τον Ιησούν επειδή έλεγε: «Εγώ και ο Πατήρ έν είμεθα»; Όχι, δεν λησμονούμε. Οι Ιουδαίοι, που επίστευαν στον ένα Θεό, του οποίου το όνομα είναι Ιεχωβά, ήθελαν να λιθοβολήσουν τον Ιησού. Γιατί; Όχι επειδή εδίδασκε κάτι σαν μια Τριάδα και ότι ο ίδιος ήταν ένα τρίτον αυτής, αλλά επειδή εχαρακτήριζε τον εαυτό του ως Υιόν του Θεού, Υιόν του Θεού των Ιεχωβά. Ο Ιησούς είπε σ’ αυτούς καθώς είχαν τους λίθους των στα χέρια των: «Πολλά καλά έργα έδειξα εις εσάς εκ του Πατρός μου· δια ποίον έργον εξ αυτών με λιθοβολείτε;» Οι Ιουδαίοι απήντησαν: «Περί καλού έργου δεν σε λιθοβολούμεν, αλλά περί βλασφημίας, και διότι συ άνθρωπος ων, κάμνεις σεαυτόν Θεόν.» (Τόρρεϋ) Ο Ιησούς τότε παρέπεμψε τους Ιουδαίους στις ίδιες των Άγιες Γραφές, στον Ψαλμό 82:6, και είπε: «Δεν είναι γεγραμμένον εν τω νόμω υμών, “εγώ είπα, θεοί είσθε;” Εάν εκείνους είπε θεούς, προς τους οποίους έγεινεν ο λόγος του Θεού, και δεν δύναται να αναιρεθή η γραφή· εκείνον τον οποίον ο Πατήρ ηγίασε, και απέστειλεν εις τον κόσμον, σεις λέγετε, Ότι βλασφημείς, διότι είπον, Υιός του Θεού είμαι; Εάν δεν κάμνω τα έργα του Πατρός μου, μη πιστεύετε εις εμέ· αλλ’ εάν κάμνω, αν και εις εμέ δεν πιστεύητε, πιστεύσατε εις τα έργα· δια να γνωρίσητε και πιστεύσητε, ότι ο Πατήρ είναι εν εμοί, και εγώ εν αυτώ.»—Τόρρεϋ.
64. (α) Τι υπεστήριξε ο Ιησούς εκεί ότι ήταν ο ίδιος; (β) Ποιοι ήσαν εκείνοι στους οποίους ο Ψαλμός 82 απηυθύνετο ως «θεούς»;
64 Το κατ’ εξοχήν επιχείρημα του Ιησού εδώ αποδεικνύει ότι δεν ισχυρίζετο ότι είναι ο Θεός. Αν είχε ισχυρισθή ότι είναι ο Θεός, τότε οι Ιουδαίοι θα ήσαν δικαιολογημένοι να τον λιθοβολήσουν για βλασφημία. Αλλ’ ο Ιησούς υποστηρίζει ότι ισχυρίζετο πώς ήταν μικρότερος από τον Θεό. Για να το αποδείξη αυτό, ο Ιησούς ανέφερε σ’ αυτούς από τον Ψαλμό 82, τα εδάφια 1, 2, 6, 7, από τον οποίον διαβάστε: «Ο Θεός [Ελοχείμ] ίσταται εν τη συνάξει των δυνατών· αναμέσον των θεών [ελοχείμ] θέλει κρίνει. Έως πότε θέλετε κρίνει αδίκως, και θέλετε προσωποληπτεί τους ασεβείς; . . . Εγώ είπα, θεοί [ελοχείμ] είσθε σεις, και υιοί Υψίστου πάντες· σεις όμως ως άνθρωποι αποθνήσκετε, και ως είς των αρχόντων πίπτετε.» (ΑΜ) Σ’ αυτόν τον Ψαλμό ο Ύψιστος Θεός μιλεί για τους αδίκους κριτάς της γης, απλούς ανθρώπους, και τους ονομάζει «θεούς», ή ελοχείμ στα Εβραϊκά, και τους λέγει να διορθώσουν τις νομικές των συνήθειες. Επειδή οι κριταί αυτοί αστοχούν στο καθήκον των, καθίσταται ανάγκη να εγερθή ο Ύψιστος Θεός και να κρίνη τους λαούς της γης.
65. Παρ’ ότι είναι «θεοί», τι θα συμβή σ’ εκείνους τους κριτάς, και για τίνος τον θάνατο ήσαν υπεύθυνοι οι τέτοιου είδους Ιουδαίοι «θεοί»;
65 Το ότι ονομάζονται «θεοί» δεν θα σώση αυτούς τους κριτάς· ούτε θα τους σώση το ότι θεωρούν τους εαυτούς των ότι είναι «υιοί Υψίστου» ή υιοί Θεού. Αυτό δεν τους δίνει αθανασία. Είναι ακόμη θνητοί και θα πεθάνουν ακριβώς όπως και οι άλλοι άνθρωποι, θα πέσουν στον θάνατο ακριβώς όπως και οι άλλοι δικαστικοί άρχοντες της γης, και τούτο με εκτέλεσι της κρίσεως του Θεού. Ο λόγος του Θεού ήταν εναντίον των σε δυσμενή κρίσιν. Ανθρώπινοι θεοί σαν αυτούς, μεταξύ των Ιουδαίων, ήσαν εκείνοι που έκαμαν να θανατωθή ο Ιησούς από τα χέρια των Ρωμαίων.—Έξοδ. 22:28.
66, 67. Τι δεν ισχυρίσθη ο Ιησούς ότι ήταν, και τι δεν είπε στους Ιουδαίους για τον Πατέρα του και τον εαυτό του;
66 Ο Ιησούς είπε σ’ εκείνους που ήθελαν να τον λιθοβολήσουν ότι δεν είχε ισχυρισθή ότι είναι ο Θεός ή ένας θεός, και αν ακόμη ο Ψαλμός 82:6 ο είχε ονομάσει μερικούς ανθρώπους, μερικούς Ισραηλίτας κριτάς, «θεούς». Ο Ιησούς μιλούσε στους Ιουδαίους για τον Θεό ως Πατέρα του, πράγμα που θα εσήμαινε ότι αυτός, ο Ιησούς, ήταν ο Υιός του Θεού. Ο Ιησούς είπε σ’ αυτούς: «Ουδείς θέλει αρπάσει αυτά [τα πρόβατά μου] εκ της χειρός μου. Ο Πατήρ μου όστις μοι έδωκεν αυτά, είναι μεγαλήτερος πάντων και ουδείς δύναται να αρπάση εκ της χειρός του Πατρός μου. Εγώ και ο Πατήρ έν είμεθα.»
67 Αφού ο Ιησούς είπε αυτά, το κατ’ εξοχήν επιχείρημά του που ακολούθησε απέδειξε ότι δεν ισχυρίζετο ότι είναι ο Θεός, ούτε έλεγε ότι αυτός και ο ουράνιος Πατήρ του ήσαν ένας Θεός, ένας τριαδικός Θεός στον οποίον αυτός και ο Πατήρ του ήσαν δύο Πρόσωπα μαζί μ’ ένα τρίτο Πρόσωπο, το «Θεός το Άγιον Πνεύμα». Ο Ιησούς δεν είπε, Εγώ και ο Πατήρ και το Άγιον Πνεύμα είμεθα έν. Δεν εμνημόνευσε «Άγιον Πνεύμα».—Ιωάν. 10:28-30.
68. Χρησιμοποιώντας ο Ιησούς τον Ψαλμό 82:6, πώς απέδειξε ότι δεν ισχυρίζετο ότι είναι ο Θεός λέγοντας «Εγώ και ο Πατήρ έν είμεθα»;
68 Ο Ιησούς υπεστήριξε ότι η δήλωσίς του «Εγώ και ο Πατήρ έν είμεθα» δεν εσήμαινε ισχυρισμό ότι είναι ο Θεός. Πώς αυτό; Επειδή ο Ιησούς είπε στους Ιουδαίους εκείνους ότι αυτός αποκαλούσε τον εαυτό του κάτι ολιγώτερο από τον Θεό τον Πατέρα του. Είπε στους Ιουδαίους εκείνους ότι ο νόμος των στον Ψαλμό 82:6 ωνόμαζε «θεούς» τους ανθρώπους εκείνους, εναντίον των οποίον ήλθε με κατάκρισι ο λόγος του Θεού, και ότι οι Ιουδαίοι δεν μπορούσαν να ακυρώσουν αυτό το εδάφιο που ωνόμαζε ανθρωπίνους κριτάς με τον τίτλο «θεοί»· ούτε μπορούσαν να αρνηθούν ότι αυτό το εδάφιο έλεγε τούτο, ούτε μπορούσαν να αφαιρέσουν αυτό το εδάφιο από τις θεόπνευστες Γραφές, και όμως, όταν ο Ιησούς Χριστός, που έκαμε τόσο πολλά θαυμάσια και καλά έργα μεταξύ των Ιουδαίων, μίλησε για τον Θεό ως Πατέρα του και μίλησε για τον εαυτό του ως απλώς τον Υιόν του Θεού, αυτοί είπαν ότι βλασφημούσε και ήσαν έτοιμοι να τον λιθοβολήσουν ως βλάσφημον. Ωστόσο αυτός ήταν κάτι περισσότερο από εκείνους τους ανθρώπους, τους οποίους ο Ψαλμός 82 είχε ονομάσει «θεούς», επειδή ο Ιησούς ήταν εκείνος τον οποίον ο ουράνιος Πατήρ είχε αγιάσει και αποστείλει στον κόσμο. Αν δεν ήταν βλασφημία για τον Ασάφ το να συντάξη έναν ψαλμό που ν’ αποκαλή ανθρωπίνους κριτάς στον Ισραήλ «θεούς», τότε ήταν πολύ λιγώτερο βλασφημία για τον Ιησούν το να μιλή για τον εαυτό του ως απλώς τον Υιόν του Θεού και όχι ως θεόν.—Ψαλμ. 82, επιγραφή.
69. (α) Στην έως εδώ ύλη από τα συγγράμματα του Ιωάννου, τι δεν έχομε εύρει για τον Ιησού Χριστό; (β) Γιατί ο αναγνώστης προσκαλείται να ενωθή μαζί μας στην εξέτασι περαιτέρω ύλης από τα συγγράμματα του Ιωάννου;
69 Έτσι ούτε μια φορά σε όλη την παραπάνω ύλη από τα συγγράμματα του Ιωάννου δεν βρήκαμε ότι ο Ιησούς Χριστός αποκαλούσε τον εαυτό του Θεόν ή άφηνε τους άλλους να μιλούν γι’ αυτόν ως Θεόν. Αλλ’ οι τριαδισταί θα πουν, ότι δεν έχουν όμως εξετασθή ακόμη όλα τα κατάλληλα εδάφια των συγγραμμάτων του Ιωάννου, Γραφικά εδάφια που ασφαλώς θ’ αποδείξουν ότι ο Ιησούς μιλούσε για τον εαυτό του ως Θεόν και άφηνε να τον προσφωνούν ως Θεόν, και τα οποία θ’ αποδείξουν ότι οι πολλές μεταφράσεις της Γραφής είναι ορθές αποδίδοντας το κατά Ιωάννην 1:1 με τρόπο ώστε να λέγη; «Και ο Λόγος ήτο ο Θεός.» Έτσι στα επόμενα τρία μέρη αυτού του άρθρου για τον «Λόγον» θα πραγματευθούμε τα εδάφια αυτά. Ο αναγνώστης ας ενωθή μαζί μας στην εξετασί των.