ΙΣΜΑΗΛ
(Ισμαήλ) [Ο Θεός Ακούει].
1. Γιος του Αβραάμ από την Αιγύπτια δούλη της Σάρρας, την Άγαρ. Γεννήθηκε το 1932 Π.Κ.Χ., όταν ο πατέρας του ήταν 86 χρονών.—Γε 16:1-4, 11-16.
Όταν ο Αβραάμ πληροφορήθηκε ότι και η Σάρρα θα αποκτούσε έναν γιο από τον οποίο θα έβγαιναν «βασιλιάδες λαών», ικέτευσε τον Θεό για τον πρωτότοκό του: «Μακάρι να ζήσει ο Ισμαήλ ενώπιόν σου!» Η απάντηση που του έδωσε ο Θεός, αφού διακήρυξε ότι ο μελλοντικός γιος, ο Ισαάκ, θα γινόταν ο κληρονόμος της διαθήκης, ήταν: «Σε ό,τι αφορά τον Ισμαήλ σε άκουσα. Δες! Θα τον ευλογήσω και θα τον κάνω καρποφόρο και θα τον πληθύνω πάρα πάρα πολύ. Θα γίνει πατέρας δώδεκα αρχηγών, και εγώ θα τον κάνω μεγάλο έθνος». (Γε 17:16, 18-20) Κατόπιν ο Ισμαήλ περιτμήθηκε, σε ηλικία 13 ετών, μαζί με τον πατέρα του και τους υπηρέτες του πατέρα του.—Γε 17:23-27.
Έναν χρόνο αργότερα γεννήθηκε ο Ισαάκ. Ο Ισμαήλ ήταν τώρα 14 χρονών. (Γε 16:16· 21:5) Έπειτα από πέντε χρόνια, το 1913 Π.Κ.Χ., την ημέρα που απογαλακτίστηκε ο Ισαάκ, έγινε αντιληπτό ότι ο Ισμαήλ «περιγελούσε» το νεότερο ετεροθαλή αδελφό του. (Γε 21:8, 9) Δεν επρόκειτο για ένα αθώο παιδιάστικο παιχνίδι του Ισμαήλ. Απεναντίας, όπως αφήνει να εννοηθεί το επόμενο εδάφιο της αφήγησης, μπορεί να περιλαμβανόταν εμπαιγμός του Ισαάκ σχετικά με το δικαίωμα της κληρονομιάς. Ο απόστολος Παύλος λέει ότι αυτά τα γεγονότα ήταν «συμβολικό δράμα» και δείχνει ότι η κακομεταχείριση του Ισαάκ από τον κατά το ήμισυ Αιγύπτιο Ισμαήλ αποτελούσε διωγμό. Επομένως, τότε άρχισαν τα προειπωμένα 400 χρόνια ταλαιπωρίας του Ισραήλ τα οποία τελείωσαν με την απελευθέρωση από τα δεσμά της Αιγύπτου το 1513 Π.Κ.Χ.—Γα 4:22-31· Γε 15:13· Πρ 7:6· βλέπε ΙΣΑΑΚ.
Η περιφρόνηση που εκδήλωσε ο Ισμαήλ προς τον Ισαάκ είχε ως αποτέλεσμα την αποπομπή του ίδιου και της μητέρας του από το σπιτικό του Αβραάμ, αφού πρώτα όμως τους δόθηκαν προμήθειες για το ταξίδι τους. Ο Αβραάμ «πήρε ψωμί και ένα ασκί νερό, και τα έδωσε αυτά στην Άγαρ, βάζοντάς τα πάνω στον ώμο της, καθώς και το παιδί, και κατόπιν την απέπεμψε». (Γε 21:14) Μερικοί έχουν συμπεράνει από αυτά τα λόγια πως και ο Ισμαήλ, ηλικίας τώρα 19 ετών, τοποθετήθηκε πάνω στην πλάτη της Άγαρ, και πράγματι έτσι αποδίδουν το εδάφιο κάποιες μεταφράσεις. (JB, Mo, ΓΛ, ΚΛΠ, ΜΠΚ, Ο΄) Ορισμένοι λόγιοι, ωστόσο, πιστεύουν ότι η φράση «βάζοντάς τα πάνω στον ώμο της» είναι απλώς παρενθετική και ότι παρεμβάλλεται για να διευκρινίσει πώς μεταφέρθηκαν το ψωμί και το νερό. Επομένως, αν αυτή η φράση μπει σε παρένθεση ή ανάμεσα σε κόμματα, η δυσκολία παύει να υφίσταται. Οι καθηγητές Κάιλ και Ντέλιτς διατείνονται ότι η έκφραση «καθώς και το παιδί» εξαρτάται από το ρήμα «πήρε»—το κύριο ρήμα της πρότασης—όχι από το ρήμα «έδωσε» ή τη μετοχή «βάζοντας». Αυτή η σύνδεση της λέξης «παιδί» με το ρήμα «πήρε» γίνεται με το συνδετικό «καθώς και». Επομένως, το νόημα είναι το εξής: Ο Αβραάμ πήρε ψωμί και νερό και τα έδωσε στην Άγαρ (βάζοντάς τα πάνω στον ώμο της) και πήρε το παιδί και της το έδωσε και αυτό.—Σχολιολόγιο της Παλαιάς Διαθήκης (Commentary on the Old Testament), 1973, Τόμ. 1, Το Πρώτο Βιβλίο του Μωυσή, σ. 244, 245.
Από ό,τι φαίνεται, η Άγαρ χάθηκε στην έρημο της Βηρ-σαβεέ, και όταν τελείωσε το νερό και ο Ισμαήλ εξαντλήθηκε, «εκείνη έριξε το παιδί κάτω από έναν θάμνο». (Γε 21:14, 15) Αυτή η έκφραση «έριξε το παιδί» δεν σημαίνει ότι ο Ισμαήλ ήταν μωρό που το κρατούσε στην αγκαλιά της. Η εβραϊκή λέξη γέλεδ (παιδί) δεν αναφέρεται κατ’ ανάγκην σε βρέφος, αλλά συχνά εφαρμόζεται σε αγόρι εφηβικής ηλικίας ή σε έναν νέο άντρα. Γι’ αυτό και ειπώθηκε σχετικά με τον νεαρό Ιωσήφ (που ήταν τότε 17 χρονών) ότι πουλήθηκε δούλος παρά το ότι ο Ρουβήν είχε αντιδράσει λέγοντας: «Μην αμαρτήσετε εναντίον του παιδιού [βαϊγέλεδ]». Παρόμοια, ο Λάμεχ είπε ότι είχε τραυματιστεί από «έναν νέο άντρα [γέλεδ]».—Γε 42:22· 4:23· βλέπε επίσης 2Χρ 10:8.
Ούτε και το ότι η Άγαρ «έριξε» το παιδί κάτω υπονοεί ότι το κρατούσε στην αγκαλιά της ή το μετέφερε στην πλάτη της, μολονότι προφανώς υποβάσταζε τον κουρασμένο γιο της. Φαίνεται ότι κάποια στιγμή σταμάτησε να τον υποβαστάζει, όπως έκαναν εκείνοι που έφεραν κουτσούς και αρρώστους στον Ιησού και «τους έριξαν στα πόδια του».—Ματ 15:30.
Σε αρμονία με τη σημασία του ονόματος του Ισμαήλ, «ο Θεός άκουσε» την κραυγή του για βοήθεια, προμήθευσε το απαραίτητο νερό και του επέτρεψε να ζήσει, ώστε αυτός τελικά έγινε τοξότης. Ως νομάδας που κατοικούσε στην έρημο Φαράν, εκπλήρωσε την προφητεία η οποία έλεγε για αυτόν: «Θα γίνει όμοιος με ζέβρα. Το χέρι του θα είναι εναντίον όλων, και το χέρι όλων θα είναι εναντίον του· και μπροστά στο πρόσωπο όλων των αδελφών του θα κατασκηνώνει». (Γε 21:17-21· 16:12) Η Άγαρ βρήκε μια Αιγύπτια σύζυγο για το γιο της, και αυτός αργότερα απέκτησε 12 γιους—αρχηγούς και πατριάρχες του υποσχεμένου “μεγάλου έθνους” των Ισμαηλιτών. Ο Ισμαήλ είχε επίσης μία τουλάχιστον κόρη, τη Μαχαλάθ, η οποία παντρεύτηκε τον Ησαύ.—Γε 17:20· 21:21· 25:13-16· 28:9· βλέπε ΙΣΜΑΗΛΙΤΗΣ.
Σε ηλικία 89 ετών, ο Ισμαήλ βοήθησε τον Ισαάκ να θάψουν τον πατέρα τους τον Αβραάμ. Έκτοτε έζησε άλλα 48 χρόνια και πέθανε το 1795 Π.Κ.Χ. σε ηλικία 137 ετών. (Γε 25:9, 10, 17) Δεν αναφέρεται πουθενά ότι ο Ισμαήλ θάφτηκε στη σπηλιά Μαχπελάχ, τον τόπο ταφής του Αβραάμ και του Ισαάκ, καθώς και των συζύγων τους.—Γε 49:29-31.
2. Απόγονος του Σαούλ μέσω του Ιωνάθαν, γιος του Αζήλ από τη φυλή του Βενιαμίν.—1Χρ 8:33-38, 40· 9:44.
3. Πατέρας του Ζεβαδία, εκείνου που είχε διοριστεί από τον Ιωσαφάτ να υπηρετεί ως βασιλικός εκπρόσωπος σε δικαστικά ζητήματα. Ήταν από τη φυλή του Ιούδα.—2Χρ 19:8, 11.
4. Ένας από «τους εκατόνταρχους» που σύναψαν διαθήκη με τον Αρχιερέα Ιωδαέ για την ανατροπή της πονηρής Γοθολίας και την ενθρόνιση του Ιωάς. Ήταν γιος του Ιεχωανάν.—2Χρ 23:1, 12-15, 20· 24:1.
5. Αρχηγός εκείνων που σκότωσαν τον Κυβερνήτη Γεδαλία, μόλις τρεις μήνες μετά την πτώση της Ιερουσαλήμ το 607 Π.Κ.Χ. Ήταν γιος του Νεθανία από τη βασιλική γραμμή. Όταν έγινε ο διορισμός του κυβερνήτη από τον Ναβουχοδονόσορα, ο Ισμαήλ ο γιος του Νεθανία ήταν στους αγρούς ως ένας από τους αρχηγούς του στρατού. Αργότερα, πήγε στον Γεδαλία και φαινομενικά σύναψε με τον κυβερνήτη μια ένορκη διαθήκη ειρήνης και υποστήριξης. Κρυφά, όμως, ο Ισμαήλ συνωμοτούσε με τον Βααλείς, το βασιλιά των Αμμωνιτών, για να σκοτώσει τον Γεδαλία. Άλλοι στρατιωτικοί διοικητές, μεταξύ των οποίων και ο Ιωανάν, προειδοποίησαν τον Γεδαλία σχετικά με τα πανούργα σχέδια του Ισμαήλ, αλλά ο κυβερνήτης, μη πιστεύοντας αυτό που του αναφέρθηκε, αρνήθηκε να δώσει στον Ιωανάν την άδεια να πατάξει τον Ισμαήλ.—2Βα 25:22-24· Ιερ 40:7-16.
Ως αποτέλεσμα, ενόσω ο Γεδαλίας παρέθετε γεύμα για τον Ισμαήλ και τη δεκαμελή ομάδα του, εκείνοι σηκώθηκαν και σκότωσαν τον οικοδεσπότη τους, καθώς και τους Ιουδαίους και τους Χαλδαίους που ήταν μαζί του. Την επόμενη ημέρα, αυτοί οι δολοφόνοι έπιασαν 80 άντρες που είχαν έρθει από τη Συχέμ, τη Σηλώ και τη Σαμάρεια και, αφού τους σκότωσαν όλους εκτός από 10, πέταξαν τα πτώματά τους μέσα στη μεγάλη στέρνα την οποία είχε φτιάξει ο Βασιλιάς Ασά. Στη συνέχεια, ο Ισμαήλ και οι άντρες του αιχμαλώτισαν το υπόλοιπο εκείνων που ζούσαν στη Μισπά και κατευθύνθηκαν προς την περιοχή των Αμμωνιτών. Καθ’ οδόν, ο Ιωανάν και οι δυνάμεις του τους πρόλαβαν και ελευθέρωσαν τους αιχμαλώτους, αλλά ο Ισμαήλ και οχτώ από τους άντρες του ξέφυγαν και βρήκαν καταφύγιο στους Αμμωνίτες.—2Βα 25:25· Ιερ 41:1-18.
6. Ένας από τους ιερείς του πατρικού οίκου του Πασχώρ οι οποίοι απέβαλαν τις αλλοεθνείς συζύγους τους στις ημέρες του Έσδρα.—Εσδ 10:22, 44.