ΝΑ ΜΙΜΕΙΣΤΕ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥΣ | ΡΕΒΕΚΚΑ
«Είμαι Πρόθυμη να Πάω»
Η ΡΕΒΕΚΚΑ κοιτούσε το άγριο τοπίο την ώρα που μακραίνουν οι σκιές. Ύστερα από ταξίδι εβδομάδων καθισμένη ψηλά στη ράχη της καμήλας, είχε αρχίσει να συνηθίζει το λίκνισμα από τον βηματισμό του ζώου. Είχε αφήσει πολύ μακριά πίσω της το σπίτι όπου μεγάλωσε στη Χαρράν, εκατοντάδες χιλιόμετρα προς τα βορειοανατολικά. Μπορεί να μην ξανάβλεπε ποτέ την οικογένειά της. Αναμφίβολα, στο μυαλό της τριγύριζαν πολλά ερωτήματα για το μέλλον της—ιδίως τώρα που το ταξίδι της κόντευε να τελειώσει.
Το καραβάνι είχε διασχίσει το μεγαλύτερο μέρος της Χαναάν και τώρα βρισκόταν σε μια πιο κακοτράχαλη περιοχή, τη Νεγκέμπ. (Γένεση 24:62) Πιθανότατα, η Ρεβέκκα έβλεπε γύρω της πρόβατα. Η γη εδώ παραήταν άγρια και άγονη για εκτεταμένη καλλιέργεια, διέθετε όμως άφθονα λιβάδια για βοσκή. Το μέρος ήταν γνώριμο στον ηλικιωμένο οδηγό του καραβανιού, ο οποίος ανυπομονούσε να πει τα ευχάριστα νέα στον κύριό του—η Ρεβέκκα θα γινόταν σύζυγος του Ισαάκ! Ωστόσο, η Ρεβέκκα πρέπει να αναρωτιόταν πώς θα ήταν η ζωή της σε αυτόν τον τόπο. Πώς θα ήταν άραγε ο μελλοντικός της σύζυγος, ο Ισαάκ; Δεν είχαν συναντηθεί ποτέ! Θα του άρεσε όταν θα την έβλεπε; Και πώς θα ένιωθε εκείνη για αυτόν;
Σε πολλά μέρη του κόσμου σήμερα, οι διευθετημένοι γάμοι ίσως φαίνονται παράξενοι. Αλλού είναι συνηθισμένοι. Όποιο υπόβαθρο και αν έχετε, θα συμφωνείτε ότι η Ρεβέκκα κατευθυνόταν προς το άγνωστο. Ήταν πράγματι γυναίκα με αξιοθαύμαστο θάρρος και πίστη. Και εμείς χρειαζόμαστε αυτές τις δύο ιδιότητες όταν αντιμετωπίζουμε αλλαγές στη ζωή μας. Η Ρεβέκκα διέθετε και άλλες όμορφες και σπάνιες ιδιότητες που σχετίζονταν με την πίστη της.
«ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΚΑΜΗΛΕΣ ΣΟΥ ΘΑ ΒΓΑΛΩ ΝΕΡΟ»
Η μεγάλη αλλαγή στη ζωή της Ρεβέκκας άρχισε με ένα γεγονός που ίσως της φάνηκε αρκετά συνηθισμένο. Είχε μεγαλώσει μέσα ή κοντά στη Χαρράν, μια πόλη της Μεσοποταμίας. Οι γονείς της διέφεραν από τους περισσότερους στη Χαρράν. Δεν λάτρευαν τον θεό της σελήνης, τον Σιν. Αντίθετα, Θεός τους ήταν ο Ιεχωβά.—Γένεση 24:50.
Η Ρεβέκκα μεγαλώνοντας έγινε πολύ όμορφη κοπέλα, αλλά δεν της έλειπε η πρωτοβουλία ούτε ήταν ματαιόδοξη. Ήταν δυναμική και ηθικά αγνή. Η οικογένειά της ήταν αρκετά εύπορη ώστε να έχει υπηρέτες, αλλά η Ρεβέκκα δεν απολάμβανε ιδιαίτερη μεταχείριση ούτε της φέρονταν σαν πριγκίπισσα. Είχε μάθει από μικρή να δουλεύει σκληρά. Όπως πολλές γυναίκες εκείνης της εποχής, η Ρεβέκκα έπρεπε να κάνει βαριές δουλειές, όπως το να κουβαλάει νερό για την οικογένεια. Το σούρουπο, φόρτωνε στον ώμο της ένα δοχείο και πήγαινε στην πηγή.—Γένεση 24:11, 15, 16.
Κάποιο δειλινό, αφού η Ρεβέκκα είχε γεμίσει τη στάμνα της, έτρεξε να τη συναντήσει ένας ηλικιωμένος άντρας ο οποίος της είπε: «Δώσε μου, σε παρακαλώ, μια μικρή γουλιά νερό από τη στάμνα σου». Τι ταπεινή και ευγενική παράκληση! Η Ρεβέκκα μπορούσε να δει ότι ο άνθρωπος είχε κάνει μεγάλο ταξίδι. Έτσι λοιπόν, έγειρε αμέσως τη στάμνα από τον ώμο της και του έδωσε να πιει, όχι μόνο μια γουλιά, αλλά αρκετό φρέσκο, δροσερό νερό. Πρέπει να πρόσεξε ότι ο άντρας είχε μαζί του ένα καραβάνι από δέκα καμήλες που είχαν γονατίσει εκεί κοντά και ότι η ποτίστρα δεν είχε νερό για να πιουν. Η Ρεβέκκα διέκρινε ότι την παρατηρούσε προσεκτικά με τα καλοσυνάτα μάτια του, και ήθελε να είναι όσο πιο γενναιόδωρη μπορούσε, γι’ αυτό είπε: «Και για τις καμήλες σου θα βγάλω νερό μέχρι να σταματήσουν να πίνουν».—Γένεση 24:17-19.
Προσέξτε ότι η Ρεβέκκα δεν προθυμοποιήθηκε να δώσει απλώς λίγο νερό στις δέκα καμήλες, αλλά να τις ποτίσει ώσπου να ξεδιψάσουν. Μια πολύ διψασμένη καμήλα μπορεί να πιει περίπου 100 λίτρα νερό! Αν διψούσαν και οι δέκα καμήλες τόσο πολύ, τότε η Ρεβέκκα θα έπρεπε να κοπιάσει επί ώρες. Όπως εξελίχθηκαν τα πράγματα, οι καμήλες πιθανότατα δεν διψούσαν υπερβολικά.a Το ήξερε άραγε αυτό η Ρεβέκκα όταν προσφέρθηκε να δώσει νερό; Όχι. Ήταν διατεθειμένη, και μάλιστα πρόθυμη, να εργαστεί όσο σκληρά χρειαζόταν για να εκδηλώσει φιλοξενία σε αυτόν τον ηλικιωμένο άγνωστο. Εκείνος δέχτηκε την προσφορά της. Κατόπιν, την παρατηρούσε προσεκτικά καθώς εκείνη πηγαινοερχόταν, γεμίζοντας τη στάμνα της και αδειάζοντάς την στην ποτίστρα ξανά και ξανά.—Γένεση 24:20, 21.
Το παράδειγμα της Ρεβέκκας μάς διδάσκει πολλά σήμερα. Ζούμε σε μια εποχή στην οποία κυριαρχεί η ιδιοτέλεια. Όπως έχει προειπωθεί, οι άνθρωποι έχουν γίνει «φίλαυτοι», δεν είναι διατεθειμένοι να κάνουν την παραμικρή παραχώρηση για τους άλλους. (2 Τιμόθεο 3:1-5) Οι Χριστιανοί που δεν θέλουν να επηρεαστούν από την εν λόγω τάση είναι καλό να στοχάζονται την εικόνα με την οποία η Γραφή παρουσιάζει αυτή την κοπέλα της αρχαιότητας να τρέχει πέρα δώθε στο πηγάδι.
Είναι σίγουρο πως η Ρεβέκκα πρόσεξε ότι ο ηλικιωμένος άντρας την παρατηρούσε. Δεν υπήρχε τίποτα το ακατάλληλο στο βλέμμα του, παρά μόνο κατάπληξη, θαυμασμός και χαρά. Όταν τελικά η Ρεβέκκα ολοκλήρωσε τη δουλειά της, της πρόσφερε δώρα—πολύτιμα κοσμήματα! Ύστερα ρώτησε: «Τίνος κόρη είσαι; Πες μου, σε παρακαλώ. Υπάρχει χώρος στο σπίτι του πατέρα σου για να διανυκτερεύσουμε;» Μόλις του είπε ποια ήταν η οικογένειά της, αυτός χάρηκε ακόμα περισσότερο. Και εκείνη πρόσθεσε, προφανώς με ενθουσιασμό: «Υπάρχει και άχυρο και πολλή ζωοτροφή σε εμάς, καθώς και τόπος για να διανυκτερεύσετε»—μια σημαντική προσφορά, εφόσον ο άνθρωπος είχε και συνταξιδιώτες. Κατόπιν, έτρεξε μπροστά από αυτόν για να πει στη μητέρα της τα καθέκαστα.—Γένεση 24:22-28, 32.
Σαφώς, η Ρεβέκκα είχε διδαχτεί από μικρή να είναι φιλόξενη. Αυτό αποτελεί μια επιπλέον αξία που φαίνεται ότι χάνεται στις μέρες μας—και έναν επιπλέον λόγο για να μιμούμαστε την πίστη αυτής της καλόκαρδης κοπέλας. Η πίστη στον Θεό θα πρέπει να μας υποκινεί να είμαστε φιλόξενοι. Ο Ιεχωβά είναι φιλόξενος εφόσον φέρεται γενναιόδωρα σε όλους και επιθυμεί να κάνουν το ίδιο και οι λάτρεις του. Εκδηλώνοντας φιλοξενία ακόμα και σε εκείνους που ίσως δεν θα μας το ανταποδώσουν ποτέ, ευαρεστούμε τον ουράνιο Πατέρα μας.—Ματθαίος 5:44-46· 1 Πέτρου 4:9.
«ΘΑ ΠΑΡΕΙΣ ΣΥΖΥΓΟ ΓΙΑ ΤΟ ΓΙΟ ΜΟΥ»
Ποιος ήταν εκείνος ο ηλικιωμένος στο πηγάδι; Ήταν υπηρέτης του Αβραάμ, αδελφού του παππού της Ρεβέκκας. Έτσι λοιπόν, τον καλοδέχτηκαν στο σπίτι του πατέρα της, του Βαθουήλ. Το όνομα του υπηρέτη ήταν πιθανότατα Ελιέζερ.b Οι οικοδεσπότες τού πρόσφεραν φαγητό, αλλά εκείνος αρνήθηκε να φάει προτού αποκαλύψει τον σκοπό της επίσκεψής του. (Γένεση 24:31-33) Φανταζόμαστε τον ενθουσιασμό του καθώς μιλούσε, επειδή μόλις είχε δει μια ισχυρή απόδειξη ότι ο Θεός του, ο Ιεχωβά, τον ευλογούσε σε αυτή τη σημαντική αποστολή. Με ποιον τρόπο;
Φανταστείτε τον Ελιέζερ να εξιστορεί τα γεγονότα καθώς ο Βαθουήλ, ο πατέρας της Ρεβέκκας, και ο Λάβαν, ο αδελφός της, άκουγαν με μεγάλη προσοχή. Τους είπε ότι ο Ιεχωβά είχε ευλογήσει πλούσια τον Αβραάμ στη Χαναάν και ότι ο Αβραάμ και η Σάρρα είχαν έναν γιο, τον Ισαάκ, ο οποίος θα κληρονομούσε τα πάντα. Ο Αβραάμ είχε αναθέσει στον υπηρέτη του έναν πολύ σημαντικό διορισμό: Έπρεπε να βρει σύζυγο για τον Ισαάκ ανάμεσα από τους συγγενείς του Αβραάμ στη Χαρράν.—Γένεση 24:34-38.
Ο Αβραάμ όρκισε τον Ελιέζερ να μην επιλέξει σύζυγο για τον Ισαάκ ανάμεσα από τις Χαναναίες. Γιατί; Επειδή οι Χαναναίοι ούτε σέβονταν ούτε λάτρευαν τον Ιεχωβά Θεό. Ο Αβραάμ γνώριζε ότι ο Ιεχωβά σκόπευε να τιμωρήσει στον κατάλληλο καιρό εκείνον τον λαό για τις κακές του πράξεις. Ο Αβραάμ δεν ήθελε να έχει ο αγαπημένος του γιος, ο Ισαάκ, καμιά σχέση με αυτούς και τον ανήθικο τρόπο ζωής τους. Επίσης ήξερε ότι ο γιος του θα έπαιζε ζωτικό ρόλο στην εκπλήρωση των υποσχέσεων του Θεού.—Γένεση 15:16· 17:19· 24:2-4.
Ο Ελιέζερ συνέχισε λέγοντας στους οικοδεσπότες του πως όταν έφτασε στο πηγάδι κοντά στη Χαρράν προσευχήθηκε στον Ιεχωβά Θεό. Ουσιαστικά, ζήτησε από τον Ιεχωβά να επιλέξει Εκείνος την κοπέλα που θα παντρευόταν ο Ισαάκ. Με ποιον τρόπο; Ο Ελιέζερ ζήτησε από τον Θεό να φροντίσει ώστε να έρθει στο πηγάδι η κοπέλα την οποία Εκείνος ήθελε για τον Ισαάκ. Όταν θα της ζητούσε νερό, αυτή θα έπρεπε να είναι πρόθυμη να δώσει στον ίδιο να πιει αλλά να ποτίσει επίσης και τις καμήλες του. (Γένεση 24:12-14) Και ποια ήρθε και έκανε ακριβώς αυτό; Η Ρεβέκκα! Φανταστείτε πώς μπορεί να ένιωθε η Ρεβέκκα αν άκουγε όσα διηγούνταν ο Ελιέζερ στους συγγενείς της!
Ο Βαθουήλ και ο Λάβαν συγκινήθηκαν από την αφήγηση του Ελιέζερ, και είπαν: «Από τον Ιεχωβά προήλθε αυτό». Σύμφωνα με το έθιμο, σύναψαν γαμήλια διαθήκη, αρραβωνιάζοντας τη Ρεβέκκα με τον Ισαάκ. (Γένεση 24:50-54) Μήπως όμως σημαίνει αυτό ότι η Ρεβέκκα δεν είχε λόγο στο ζήτημα;
Εβδομάδες νωρίτερα, ο Ελιέζερ είχε αναφέρει αυτόν ακριβώς τον προβληματισμό στον Αβραάμ, ρωτώντας: «Τι θα γίνει αν η γυναίκα αρνηθεί να έρθει μαζί μου;» Ο Αβραάμ είχε απαντήσει: «Τότε θα ελευθερωθείς από την υποχρέωση που έχεις σε εμένα μέσω όρκου». (Γένεση 24:39, 41) Και στο σπιτικό του Βαθουήλ επίσης έδωσαν σημασία στις προτιμήσεις της κοπέλας. Ο Ελιέζερ είχε ενθουσιαστεί τόσο πολύ με την επιτυχία της αποστολής του ώστε το επόμενο πρωί ρώτησε αν θα μπορούσε να επιστρέψει αμέσως στη Χαναάν με τη Ρεβέκκα. Ωστόσο, η οικογένεια ήθελε να μείνει η κοπέλα μαζί τους για τουλάχιστον δέκα μέρες ακόμα. Τελικά, έλυσαν το ζήτημα ως εξής: «Ας φωνάξουμε την κοπέλα και ας ρωτήσουμε να μάθουμε από το στόμα της».—Γένεση 24:57.
Η Ρεβέκκα λοιπόν είχε μπροστά της ένα μεγάλο δίλημμα. Τι θα έλεγε; Θα εκμεταλλευόταν άραγε την αδυναμία που της είχε ο πατέρας της και ο αδελφός της, ικετεύοντάς τους να την απαλλάξουν από αυτό το ταξίδι προς το άγνωστο; Ή θα το θεωρούσε προνόμιό της να παίξει κάποιον ρόλο σε γεγονότα που ήταν ξεκάθαρο ότι κατευθύνονταν από τον Ιεχωβά; Με την απάντησή της, η Ρεβέκκα αποκάλυψε το πώς ένιωθε για αυτή την ξαφνική αλλαγή στη ζωή της, που ενδεχομένως να την τρόμαζε. Είπε απλά: «Είμαι πρόθυμη να πάω».—Γένεση 24:58.
Πόσο αξιοθαύμαστο πνεύμα εκδήλωσε! Τα γαμήλια έθιμα που έχουμε σήμερα ίσως είναι πολύ διαφορετικά, αλλά μπορούμε παρ’ όλα αυτά να μάθουμε πολλά από τη Ρεβέκκα. Αυτό που την ενδιέφερε περισσότερο δεν ήταν το τι ήθελε η ίδια, αλλά το τι ήθελε ο Θεός της, ο Ιεχωβά. Σε ό,τι αφορά τον γάμο σήμερα, ο Λόγος του Θεού εξακολουθεί να παρέχει την καλύτερη καθοδήγηση που υπάρχει—για το είδος του συντρόφου που θα επιλέξουμε και για το πώς να γίνουμε καλοί σύζυγοι. (2 Κορινθίους 6:14, 15· Εφεσίους 5:28-33) Είναι ωφέλιμο να μιμούμαστε το παράδειγμα της Ρεβέκκας επιδιώκοντας να ενεργούμε με τον τρόπο που θέλει ο Θεός.
«ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΟΣ Ο ΑΝΤΡΑΣ;»
Η οικογένεια του Βαθουήλ έδωσε την ευλογία της στην αγαπημένη τους Ρεβέκκα. Κατόπιν, εκείνη και η παραμάνα της η Δεββώρα, μαζί με μερικές υπηρέτριες, ξεκίνησαν το ταξίδι με τον Ελιέζερ και τους άντρες του. (Γένεση 24:59-61· 35:8) Σε λίγο, είχαν αφήσει πολύ πίσω τους τη Χαρράν. Το ταξίδι τους ήταν μεγάλο, περίπου 800 χιλιόμετρα, και ίσως διήρκεσε τρεις εβδομάδες. Πιθανότατα δεν ήταν άνετο. Η Ρεβέκκα είχε δει πολλές καμήλες στη ζωή της, αλλά δεν μπορούμε να συμπεράνουμε ότι είχε ταξιδέψει πολλές φορές πάνω σε αυτές. Η Γραφή αναφέρει ότι η οικογένειά της ήταν βοσκοί, όχι έμποροι που οδηγούσαν καραβάνια με καμήλες. (Γένεση 29:10) Όσοι δεν είναι συνηθισμένοι να ταξιδεύουν πάνω σε καμήλα παραπονιούνται συχνά για το πόσο άβολο είναι αυτό—ακόμα και για μικρές αποστάσεις!
Όπως και να είχαν τα πράγματα, η Ρεβέκκα επικεντρωνόταν σε όσα είχε μπροστά της, προσπαθώντας αναμφίβολα να μάθει από τον Ελιέζερ όσο περισσότερα μπορούσε για τον Ισαάκ και την οικογένειά του. Φανταστείτε τον ηλικιωμένο άντρα να συζητάει μαζί της πλάι στη φωτιά που άναβαν το βράδυ όταν κατασκήνωναν, μιλώντας της για την υπόσχεση του Ιεχωβά προς τον φίλο Του, τον Αβραάμ. Ο Θεός θα ήγειρε από την οικογενειακή γραμμή του Αβραάμ κάποιον απόγονο που θα έφερνε ευλογίες σε όλη την ανθρωπότητα. Σκεφτείτε το δέος που ένιωσε η Ρεβέκκα όταν συνειδητοποίησε ότι η υπόσχεση του Ιεχωβά θα εκπληρωνόταν μέσω του μελλοντικού της συζύγου, του Ισαάκ—κατά συνέπεια και μέσω εκείνης!—Γένεση 22:15-18.
Έφτασε, τελικά, η μέρα που περιγράψαμε στην αρχή αυτού του άρθρου. Καθώς το καραβάνι διέσχιζε τη Νεγκέμπ και είχε αρχίσει να σκοτεινιάζει, η Ρεβέκκα είδε έναν άντρα να περπατάει έξω στους αγρούς. Φαινόταν να κάνει στοχασμούς, βυθισμένος στις σκέψεις του. Όπως διαβάζουμε: «Με ένα πήδημα κατέβηκε από την καμήλα»—πιθανότατα χωρίς καν να περιμένει να γονατίσει το ζώο—και ρώτησε τον οδηγό της: «Ποιος είναι εκείνος ο άντρας που περπατάει στον αγρό για να μας συναντήσει;» Όταν έμαθε ότι ήταν ο Ισαάκ, κάλυψε το κεφάλι της με το σάλι της. (Γένεση 24:62-65) Γιατί; Αυτή η πράξη ήταν προφανώς ένδειξη σεβασμού προς τον μελλοντικό της σύζυγο. Τέτοιου είδους υποταγή μπορεί να φαίνεται σε πολλούς σήμερα ξεπερασμένη. Ωστόσο, τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες μπορούν πράγματι να μάθουν πολλά από την ταπεινοφροσύνη της Ρεβέκκας. Ποιος από εμάς δεν χρειάζεται αυτή την όμορφη ιδιότητα σε μεγαλύτερο βαθμό;
Ο Ισαάκ, που ήταν γύρω στα 40, πενθούσε ακόμα τη μητέρα του, τη Σάρρα, η οποία είχε πεθάνει πριν από 3 χρόνια περίπου. Μπορούμε να συμπεράνουμε λοιπόν ότι ήταν άνθρωπος με θερμά και τρυφερά αισθήματα. Πόσο μεγάλη ευλογία ήταν για έναν τέτοιον άνθρωπο να έχει μια τόσο φιλόπονη, φιλόξενη και ταπεινή σύζυγο! Πώς τα πήγαν οι δυο τους; Η Γραφή αναφέρει απλά: «Την αγάπησε».—Γένεση 24:67· 26:8.
Ακόμα και σήμερα, 39 αιώνες αργότερα, η Ρεβέκκα κερδίζει εύκολα τη συμπάθειά μας. Πώς να μη θαυμάσουμε το θάρρος, τη φιλοπονία, τη φιλοξενία και την ταπεινοφροσύνη της; Όλοι μας—μικροί και μεγάλοι, άντρες και γυναίκες, παντρεμένοι και ανύπαντροι—είναι καλό να μιμούμαστε την πίστη της!
a Είχε ήδη βραδιάσει. Στην αφήγηση δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ότι η Ρεβέκκα έμεινε στο πηγάδι επί ώρες. Δεν υπονοείται ότι η οικογένειά της είχε αποκοιμηθεί ως την ώρα που τελείωσε ή ότι κάποιος ήρθε να δει γιατί καθυστερούσε τόσο πολύ.
b Ο Ελιέζερ δεν κατονομάζεται σε αυτή την αφήγηση, αλλά πιθανότατα εκείνος ήταν ο εν λόγω υπηρέτης. Ο Αβραάμ σκόπευε κάποτε να αφήσει όλη την περιουσία του στον Ελιέζερ σε περίπτωση που δεν υπήρχε φυσικός κληρονόμος, άρα εκείνος ήταν χωρίς αμφιβολία ο γεροντότερος και πιο έμπιστος από τους υπηρέτες του. Έτσι περιγράφεται και ο συγκεκριμένος υπηρέτης σε αυτή την αφήγηση.—Γένεση 15:2· 24:2-4.