ΑΡΑΒΙΑ
Η Αραβική Χερσόνησος αποτελεί τμήμα της ασιατικής ηπείρου και βρίσκεται στο νοτιοδυτικό άκρο της. Ορίζεται στα Α από τον Περσικό Κόλπο και τον Κόλπο του Ομάν, στα Ν από την Αραβική Θάλασσα και τον Κόλπο του Άντεν, και στα Δ από την Ερυθρά Θάλασσα, ενώ γύρω από τη βόρεια πλευρά της διαγράφεται καμπυλοειδώς η Εύφορη Ημισέληνος της Μεσοποταμίας, της Συρίας και του Ισραήλ. Επειδή οι τρεις πλευρές της περιβάλλονται από νερό, μοιάζει εν μέρει με τεράστιο νησί, και οι κάτοικοί της την αποκαλούν συνήθως με το όνομα «Νήσος των Αράβων» (Τζαζίρατ αλ-Αράμπ).
Η Αραβία έχει έκταση γύρω στα 2.600.000 τ. χλμ., δηλαδή ίση με το ένα τέταρτο περίπου της επιφάνειας της Ευρώπης, και ως εκ τούτου είναι η μεγαλύτερη χερσόνησος του κόσμου. Το μήκος της δυτικής ακτογραμμής της υπολογίζεται στα 2.900 χλμ., ενώ το μέγιστο πλάτος της χερσονήσου είναι περίπου 1.900 χλμ.
Η χερσόνησος αποτελείται από ένα βραχώδες υψίπεδο που παρουσιάζει ελαφρά κλίση προς τα ανατολικά, προς τον Περσικό Κόλπο, κατηφορίζοντας από τη ραχοκοκαλιά της χερσονήσου, την οροσειρά που είναι παράλληλη με τη δυτική ακτή. Μια κορυφή στη νοτιοδυτική γωνία ξεπερνάει σε ύψος τα 3.600 μ. Στο εσωτερικό του νότιου άκρου της χερσονήσου εκτείνεται η μεγάλη έρημος Ρουμπ αλ-Χάλι, η μεγαλύτερη συνεχόμενη αμμώδης έκταση της γης, γνωστή ως Κενή Χώρα. Βόρεια του Νετζντ, δηλαδή του κεντρικού οροπεδίου, βρίσκεται η μικρότερη έρημος Αν Νάφουντ, απόληξη της οποίας είναι η Συριακή Έρημος.
Τα μικρά ρεύματα νερού στις εξωτερικές παρυφές της χερσονήσου και στο ψηλό κεντρικό οροπέδιο (το Νετζντ) δεν είναι πολλά, και η ροή τους περιορίζεται μόνο σε συγκεκριμένες εποχές. Ο Ιώβ, ο οποίος προφανώς έζησε στην περιοχή που αποτελεί σήμερα τη Συριακή Έρημο, περιγράφει το πώς ξεραίνονται τέτοιοι “χείμαρροι”.—Ιωβ 6:15-20.
Μολονότι μεγάλα τμήματα αυτού του αχανούς υψιπέδου είναι άνυδρα, η δυτική οροσειρά, το κεντρικό οροπέδιο και το νότιο μέρος δέχονται κάποιες βροχές οι οποίες επαρκούν ώστε να συντηρείται αρκετά μεγάλος πληθυσμός. Εδώ, όπως και γύρω από τις μεγαλύτερες οάσεις, οι φελάχοι, δηλαδή οι γεωργοί, καλλιεργούν κεχρί, σιτάρι, κριθάρι και καλαμπόκι. Εδώ επίσης ευδοκιμούν χουρμαδιές (Εξ 15:27) και συκιές. Οι ακακίες, οι οποίες εκκρίνουν το ρητινοειδές κόμμι που είναι γνωστό ως αραβικό κόμμι, καθώς και άλλα αρωματικά δέντρα και φυτά έπαιζαν σπουδαίο ρόλο στην αρχαία αραβική οικονομία. Το ίδιο συμβαίνει και στους σύγχρονους καιρούς αλλά σε μικρότερο βαθμό, καθώς σήμερα έχουν εκτοπιστεί από το «μαύρο χρυσό», το πετρέλαιο.—Γε 2:12.
Λόγω της γενικής λειψυδρίας, αναπόφευκτα υπάρχουν λίγα είδη ζώων και πουλιών. Παρ’ όλα αυτά, σήμερα ζουν εκεί πρόβατα, κατσίκια, καμήλες, άγρια γαϊδούρια, τσακάλια, γεράκια και αετοί, όπως συνέβαινε και στους Βιβλικούς χρόνους. (Ιεζ 27:21· 2Χρ 17:11· Κρ 6:5· Ιωβ 39:5-8, 26, 27· Ησ 60:7· 34:13) Ορισμένα άγρια ζώα, όπως το λιοντάρι, ο άγριος ταύρος και η στρουθοκάμηλος, έχουν εκλείψει τώρα από εκείνη την περιοχή. (Ιωβ 38:39, 40· 39:9-18) Τα αραβικά άλογα φημίζονται για την ομορφιά και τη δύναμή τους μέχρι σήμερα.—Παράβαλε Ιωβ 39:19-25.
Αραβικές Φυλές. Στην Αραβία κατοίκησαν τελικά πολλές από τις μετακατακλυσμιαίες οικογένειες που αναφέρονται στο 10ο κεφάλαιο της Γένεσης. Από το σημιτικό κλάδο, ο Ιοκτάν υπήρξε ο πατέρας των κεφαλών περίπου 13 αραβικών φυλών, ενώ τρεις από τους απογόνους του Αράμ, ο Ουζ, ο Γεθέρ και ο Μας, φαίνεται ότι εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της βόρειας Αραβίας και στη Συριακή Έρημο. (Γε 10:23, 26-29) Οι Ισμαηλίτες, που ζούσαν σε σκηνές, μετακινούνταν από τη Χερσόνησο του Σινά και κατά μήκος της βόρειας Αραβίας μέχρι την Ασσυρία. (Γε 25:13-18) Οι Μαδιανίτες ήταν συγκεντρωμένοι κυρίως στη βορειοδυτική Αραβία, ακριβώς Α του Κόλπου της Άκαμπα. (Γε 25:4) Οι απόγονοι του Ησαύ είχαν ως βάση τους την ορεινή περιοχή του Εδώμ στα ΝΑ της Νεκράς Θαλάσσης. (Γε 36:8, 9, 40-43) Από το χαμιτικό κλάδο, αρκετοί απόγονοι του Χους, όπως ο Αβιλά, ο Σαβθά, ο Ρααμά και οι γιοι του—ο Σεβά και ο Δαιδάν—καθώς και ο Σαβθεκά, φαίνεται ότι κατέλαβαν κυρίως το νότιο τμήμα της Αραβικής Χερσονήσου.—Γε 10:7.
Αρχαίες ασσυριακές και βαβυλωνιακές επιγραφές κάνουν λόγο για διάφορες φυλές της Αραβίας. Ο Σαλμανασάρ Γ΄ αναφέρει τον “Γκιντιμπού τον Άραβα”. Στις επιγραφές του Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄ κατονομάζονται η Ζαμπίμπι και η Σάμσι ως βασίλισσες των Αράβων. Ο Σαργών Β΄ μιλάει για τη “Σάμσι, βασίλισσα της Αραβίας (και) τον Ιθαμάρ τον Σαβαίο”. Άλλες σφηνοειδείς επιγραφές μνημονεύουν τους Σαμπάι, τους Ναμπετάι, τους Κιντρί, καθώς και τους Ιντιμπάιλι, τους Μασάι και τους Τεμάι.—Παράβαλε Γε 25:3, 13-15.
Βιβλικές Αναφορές. Το Χαντραμάουτ, ένα από τα τέσσερα κυριότερα αρχαία βασίλεια της νότιας Αραβίας, συσχετίζεται συνήθως με τον Ασαρμαβέθ του εδαφίου Γένεση 10:26. Το Ουάντι Χαντραμάουτ, μια μακριά κοιλάδα παράλληλη προς τη νότια ακτή της Αραβίας, υπήρξε το κέντρο αυτού του βασιλείου που είχε πρωτεύουσα τη Σάμπουα. Άλλα Βιβλικά ονόματα τα οποία εμφανίζονται ως τοπωνύμια στην Αραβία είναι η Δαιδάν, η Θεμά, η Δουμά και η Βουζ.—Ησ 21:11-14· Ιερ 25:23, 24.
Ο Αβραάμ πέρασε από τις παρυφές της Αραβίας καθώς μετανάστευε από την Ουρ των Χαλδαίων στη γη Χαναάν. Όταν αργότερα αναγκάστηκε να κατεβεί στην Αίγυπτο, ίσως πέρασε από κάποιο τμήμα της Αραβίας διασχίζοντας το βόρειο μέρος της Χερσονήσου του Σινά (αντί να ακολουθήσει το δρόμο κατά μήκος της ακτής της Μεσογείου), και το ίδιο μπορεί να έκανε κατά το ταξίδι της επιστροφής. (Γε 12:10· 13:1) Η υπόθεση του βιβλίου του Ιώβ εξελίσσεται στη γη του Ουζ, στη βόρεια Αραβία (Ιωβ 1:1), και οι Σαβαίοι επιδρομείς που επιτέθηκαν στην περιουσία αυτού του “μεγαλύτερου από όλους τους κατοίκους της Ανατολής” ήταν μια αραβική φυλή η οποία ενδέχεται να καταγόταν από τον Ιοκτάν. (Ιωβ 1:3, 15· Γε 10:26-28) Οι τρεις «παρηγορητές» του Ιώβ και ο Ελιού φαίνεται επίσης ότι προέρχονταν από περιοχές της Αραβίας. (Ιωβ 2:11· 32:2) Ο Μωυσής έμεινε 40 χρόνια στην Αραβία κατοικώντας μαζί με τον Μαδιανίτη Ιοθόρ. (Εξ 2:15–3:1· Πρ 7:29, 30) Το επόμενο βαρυσήμαντο γεγονός που συνέβη στην Αραβία ήταν η επίδοση της διαθήκης του Νόμου στο Όρος Σινά, στο νότιο τμήμα της Χερσονήσου του Σινά, όπου είχε συγκεντρωθεί το απελευθερωμένο έθνος του Ισραήλ. (Εξ 19:1, 2) Γι’ αυτό και ο απόστολος Παύλος, έπειτα από 15 περίπου αιώνες, ανέφερε ότι το συγκεκριμένο γεγονός έλαβε χώρα στο «Σινά, ένα βουνό στην Αραβία».—Γα 4:25.
Με δεδομένη τη σημερινή γενική εικόνα της Αραβίας, μπορεί να φαίνεται σχεδόν αδύνατον το να έζησαν ίσως τρία περίπου εκατομμύρια Ισραηλίτες επί 40 χρόνια στην έρημο. (Εξ 12:37, 38) Φυσικά, ο σημαντικότερος παράγοντας ήταν το γεγονός ότι ο Ιεχωβά τούς εξασφάλιζε θαυματουργικά τροφή και νερό. (Δευ 8:2-4· Αρ 20:7, 8) Μολονότι οι συνθήκες ήταν σαφώς δύσκολες και, όπως φαίνεται καθαρά από το Βιβλικό υπόμνημα, επικρατούσε λειψυδρία (Αρ 20:4, 5), εντούτοις έχουμε λόγους να πιστεύουμε ότι τότε, πριν από 3.500 περίπου χρόνια, τα αποθέματα νερού στην Αραβία ήταν κάπως περισσότερα από σήμερα. Τα πολλά βαθιά και ξερά ουάντι, δηλαδή οι κοιλάδες, που ήταν κάποτε κοίτες ποταμών, αποτελούν απόδειξη ότι στο παρελθόν οι βροχοπτώσεις ήταν τόσες ώστε να σχηματίζονται ρεύματα νερού τα οποία έρρεαν μέσα σε αυτά τα ουάντι. Η εξαφάνιση ορισμένων ζωικών ειδών μπορεί να οφείλεται εν μέρει στην ελάττωση των αποθεμάτων νερού. Ωστόσο, βασικά, η Αραβία ήταν τότε ό,τι ακριβώς είναι και τώρα: μια άγονη, στεπώδης χώρα.
Στην περίοδο των Κριτών εξορμούσαν με καμήλες από την Αραβία στίφη Μαδιανιτών, Αμαληκιτών και “κατοίκων της Ανατολής” οι οποίοι έσπερναν τον όλεθρο στη γη του Ισραήλ. (Κρ 6:1-6) Αυτές οι αιφνιδιαστικές επιδρομές υπήρξαν ανέκαθεν η κύρια πολεμική τακτική στην Αραβία. (2Χρ 22:1) Η καμήλα, η οποία πιστεύεται ότι εξημερώθηκε στην Αραβία, χρησιμοποιούνταν ως μεταφορικό μέσο τουλάχιστον από την εποχή του Αβραάμ. (Γε 24:1-4, 10, 61, 64) Επειδή η καμήλα προσφέρεται πολύ περισσότερο από το γαϊδούρι για μεγάλα ταξίδια στην έρημο, η εξημέρωσή της θεωρείται ότι αποτέλεσε ένα είδος οικονομικής επανάστασης για την Αραβία, εφόσον συντέλεσε στο να αναπτυχθούν τα λεγόμενα «Βασίλεια των Αρωμάτων» της νότιας Αραβίας.
Ξεκινώντας από τον ευφορότερο Ν, καραβάνια από καμήλες ακολουθούσαν τους δρόμους της ερήμου που ανέβαιναν παράλληλα προς την Ερυθρά Θάλασσα, μετακινούμενα από όαση σε όαση και από πηγάδι σε πηγάδι, ώσπου έφταναν στη Χερσόνησο του Σινά—σημείο διακλάδωσης από όπου μπορούσαν είτε να κατευθυνθούν προς την Αίγυπτο είτε να συνεχίσουν βορειότερα, προς την Παλαιστίνη ή τη Δαμασκό. Εκτός από ακριβά μυρωδικά και αρωματικές ρητίνες, όπως το λιβάνι και η σμύρνα (Ησ 60:6), τα καραβάνια μπορεί να μετέφεραν χρυσάφι και ξύλα αλγούμ από το Οφείρ (1Βα 9:28· 10:11), καθώς και πολύτιμες πέτρες, όπως έκανε η βασίλισσα της Σεβά όταν επισκέφτηκε τον Βασιλιά Σολομώντα. (1Βα 10:1-10, 15· 2Χρ 9:1-9, 14) Τα νερά του Περσικού Κόλπου είναι πλούσια σε μαργαριτοφόρα στρείδια. Εφόσον η νοτιοδυτική γωνία της Αραβίας χωρίζεται από την Αφρική με έναν στενό πορθμό πλάτους μόνο 32 χλμ. περίπου, κάποια προϊόντα της Αιθιοπίας (2Χρ 21:16), όπως το ελεφαντόδοντο και ο έβενος, μπορεί επίσης να περιλαμβάνονταν στην πραμάτεια αυτών των περιοδευόντων εμπόρων.—Ιεζ 27:15.
Ο Ναβονίδης, ο Βαβυλώνιος βασιλιάς του οποίου ο γιος, ο Βαλτάσαρ, βασίλευε στη Βαβυλώνα την εποχή της πτώσης της (539 Π.Κ.Χ.), έζησε δέκα χρόνια στην πόλη Τάιμα (Θεμά) της ομώνυμης όασης, στο βόρειο τμήμα του κεντρικού οροπεδίου της Αραβίας.—Βλέπε ΘΕΜΑ Αρ. 2.
Τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ., η Παλαιστίνη δεχόταν σημαντικές επιρροές από την Αραβία, όπως φαίνεται από τα εδάφια Νεεμίας 2:19 και 6:1-7 στα οποία αναφέρεται «ο Γησέμ ο Άραβας».
Το Βασίλειο των Χιμιαριτών, το οποίο απέκτησε τον έλεγχο της νότιας Αραβίας γύρω στο 115 Π.Κ.Χ., είχε πρωτεύουσα τη Ζαφάρ (μερικοί υποστηρίζουν ότι πρόκειται για τη Σεφάρ του εδαφίου Γένεση 10:30). Στο Β οι Ναβαταίοι (πιθανώς απόγονοι του Νεβαϊώθ του εδαφίου Γένεση 25:13), των οποίων η πρωτεύουσα η Πέτρα βρισκόταν στα βραχώδη φαράγγια του Εδώμ, απέκτησαν δύναμη από τον τέταρτο αιώνα Π.Κ.Χ. και έπειτα. Με την πάροδο του χρόνου επέκτειναν τη σφαίρα επιρροής τους σε όλο το νότιο τμήμα της Νεγκέμπ και βορειότερα στον Μωάβ και στην περιοχή Α του Ιορδάνη. Για μερικά χρόνια, τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., και ξανά τον πρώτο αιώνα Κ.Χ., είχαν υπό την κυριαρχία τους τη Δαμασκό. Ο βασιλιάς τους Αρέτας Δ΄ (περ. 9 Π.Κ.Χ.–40 Κ.Χ.) αναφέρεται στο εδάφιο 2 Κορινθίους 11:32 σε συνδυασμό με τη φυγή του Παύλου από τη Δαμασκό, η οποία περιγράφεται στα εδάφια Πράξεις 9:23-25. Ο Ηρώδης Αντίπας παντρεύτηκε την κόρη του Αρέτα Δ΄, αλλά τη διαζεύχθηκε για να παντρευτεί την Ηρωδιάδα.—Μαρ 6:17· βλέπε ΑΡΕΤΑΣ.
Ο Παύλος λέει ότι έπειτα από τη μεταστροφή του “έφυγε για την Αραβία και γύρισε πάλι στη Δαμασκό”. (Γα 1:17) Μπορεί να επρόκειτο για ένα ταξίδι στη γειτονική περιοχή της Συριακής Ερήμου, αν και ο όρος «Αραβία» θα μπορούσε επίσης να υποδηλώνει ένα ταξίδι σε οποιοδήποτε μέρος της Αραβικής Χερσονήσου.
Τον πρώτο αιώνα Π.Κ.Χ., άρχισε να αναπτύσσεται ως αραβικό κέντρο η Παλμύρα στα ΒΑ της Δαμασκού και με τον καιρό ξεπέρασε ως εμπορικό κράτος την Πέτρα. Κατά το 270 Κ.Χ., ο στρατός της Παλμύρας, υπό τη Βασίλισσα Ζηνοβία, κατέλαβε την Αίγυπτο και αποτέλεσε σοβαρό αντίπαλο για τη Ρώμη, ώσπου νικήθηκε το 272 Κ.Χ.
Γλώσσα. Η γλώσσα των λαών της Αραβίας ανήκει στη νότια ομάδα των σημιτικών γλωσσών και έχει παραμείνει πιο σταθερή από τις άλλες σημιτικές γλώσσες. Ως εκ τούτου, έχει αποδειχτεί χρήσιμη για την καλύτερη κατανόηση πολλών εκφράσεων και λέξεων της αρχαίας Βιβλικής εβραϊκής.