ΕΥΑ
(Εύα) [Ζωντανή· προφανώς είναι συγγενικό του εβρ. ρήματος χαγιάχ, «ζω»].
Η πρώτη γυναίκα και το τελευταίο από τα επίγεια δημιουργήματα του Θεού που αναφέρονται.
Ο Ιεχωβά, ο Δημιουργός, γνώριζε ότι δεν ήταν καλό να παραμένει ο άνθρωπος μόνος. Ωστόσο, προτού δημιουργήσει τη γυναίκα, ο Θεός έφερε διάφορα ζώα της γης και πετούμενα πλάσματα στον άνθρωπο. Ο Αδάμ τους έδωσε ονόματα αλλά δεν βρήκε ανάμεσά τους κάποιον βοηθό. Τότε ο Ιεχωβά έριξε τον Αδάμ σε βαθύ ύπνο, αφαίρεσε ένα από τα πλευρά του και, αφού έκλεισε τη σάρκα, κατασκεύασε από το πλευρό που είχε πάρει από τον άνθρωπο μια γυναίκα. Ο Αδάμ, που αναμφίβολα έμαθε μέσω άμεσης αποκάλυψης από τον Θεό, τον Δημιουργό και Πατέρα του, πώς ήρθε σε ύπαρξη η γυναίκα, τη δέχτηκε ευχαρίστως ως σύζυγό του, λέγοντας: «Αυτό είναι επιτέλους οστό από τα οστά μου και σάρκα από τη σάρκα μου», όπως άλλωστε του το φανέρωναν και οι ίδιες του οι αισθήσεις. Εφόσον ήταν συμπλήρωμά του, ο Αδάμ ονόμασε τη σύζυγό του ’ισσάχ (ανδρίς, ή κατά κυριολεξία, θηλυκός άντρας), «επειδή από τον άντρα πάρθηκε». (Γε 2:18-23, υποσ. στο εδ. 23) Τότε ο Θεός απηύθυνε την πατρική του ευλογία και στους δύο λέγοντας: «Να είστε καρποφόροι και να πληθυνθείτε και να γεμίσετε τη γη και να την καθυποτάξετε». Επίσης, θα έπρεπε να έχουν σε υποταγή τη ζωική κτίση. (Γε 1:28) Εφόσον ήταν έργο των χεριών του Θεού, η γυναίκα ταίριαζε τέλεια για να είναι συμπλήρωμα του συζύγου της, του Αδάμ, καθώς και για να είναι μητέρα.
Εξαπάτηση και Ανυπακοή. Κάποια ημέρα, η γυναίκα βρέθηκε μόνη χωρίς το σύζυγό της κοντά στο δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού. Εκεί ένα προσεκτικό, ταπεινό φίδι, το οποίο χρησιμοποιήθηκε ως ορατό φερέφωνο από ένα αόρατο πνεύμα, τη ρώτησε δήθεν αθώα: «Είπε πράγματι ο Θεός ότι δεν πρέπει να τρώτε από κάθε δέντρο του κήπου;» Η γυναίκα απάντησε σωστά—αναμφίβολα επειδή έτσι την είχε διδάξει ο Αδάμ ως σύζυγος και κεφαλή της, ο οποίος ήταν μία σάρκα με αυτήν. Όταν, όμως, το φίδι προσπάθησε να διαψεύσει τον Θεό και είπε ότι η παραβίαση της εντολής του Θεού θα είχε ως αποτέλεσμα την εξομοίωση με τον Θεό και τη γνώση του καλού και του κακού, η γυναίκα άρχισε να βλέπει το δέντρο με άλλο μάτι. Τώρα «το δέντρο ήταν καλό για τροφή και . . . κάτι ποθητό στα μάτια, ναι, το δέντρο ήταν επιθυμητό να το βλέπει κανείς». Επιπλέον, το φίδι τής είχε πει ότι, αν έτρωγε, θα γινόταν σαν τον Θεό. (Παράβαλε 1Ιω 2:16.) Εντελώς εξαπατημένη από το φίδι και επιθυμώντας σφοδρά τις προοπτικές που συνδέονταν με τη βρώση του απαγορευμένου καρπού, η Εύα παραβίασε το νόμο του Θεού. (1Τι 2:14) Έχοντας γίνει παραβάτισσα, πλησίασε τώρα το σύζυγό της και τον παρακίνησε να κάνει το ίδιο παρακούοντας τον Θεό. Ο Αδάμ άκουσε τη φωνή της συζύγου του.—Γε 3:1-6.
Η άμεση συνέπεια της παράβασής τους ήταν να νιώσουν ντροπή. Γι’ αυτό, χρησιμοποίησαν φύλλα συκιάς για να φτιάξουν καλύμματα για την οσφύ τους. Τόσο ο Αδάμ όσο και η σύζυγός του κρύφτηκαν ανάμεσα στα δέντρα του κήπου όταν άκουσαν τη φωνή του Ιεχωβά. Όταν ο Θεός ρώτησε απευθείας τη γυναίκα τι είχε κάνει, εκείνη είπε ότι έφαγε επειδή απατήθηκε από το φίδι. Απαγγέλλοντας την καταδίκη της, ο Ιεχωβά επισήμανε ότι η εγκυμοσύνη και η γέννηση παιδιών θα συνοδεύονταν από αυξημένο πόνο, ότι εκείνη θα είχε λαχτάρα για το σύζυγό της και ότι εκείνος θα την εξουσίαζε.—Γε 3:7-13, 16.
Μετά την παραβίαση του νόμου του Θεού, αναφέρεται ότι ο Αδάμ ονόμασε τη σύζυγό του Εύα, «επειδή αυτή θα γινόταν η μητέρα όλων όσων είναι ζωντανοί». (Γε 3:20) Προτού εκδιώξει ο Ιεχωβά τον Αδάμ και την Εύα από τον κήπο της Εδέμ για να αντιμετωπίσουν κακουχίες εξαιτίας της κατάρας της γης, έδειξε προς αυτούς παρ’ αξία καλοσύνη προμηθεύοντάς τους μακριά ενδύματα από δέρμα.—Γε 3:21.
Ήταν σωστή η δήλωση της Εύας ότι έφερε σε ύπαρξη το γιο της τον Κάιν «με τη βοήθεια του Ιεχωβά»;
Όταν γεννήθηκε ο πρώτος της γιος, ο Κάιν, έξω από τον Παράδεισο, η Εύα αναφώνησε: «Έφερα σε ύπαρξη έναν άνθρωπο με τη βοήθεια του Ιεχωβά». (Γε 4:1) Η Εύα είναι το πρώτο άτομο το οποίο αναφέρεται ότι χρησιμοποίησε το όνομα του Θεού, πράγμα που δείχνει ότι οι πρώτοι κιόλας άνθρωποι γνώριζαν το όνομα Ιεχωβά. Αργότερα, γέννησε τον Άβελ καθώς και άλλους γιους και κόρες. Όταν ο Αδάμ ήταν 130 ετών, η Εύα γέννησε έναν γιο τον οποίο ονόμασε Σηθ, λέγοντας: «Ο Θεός όρισε για εμένα άλλο σπέρμα αντί του Άβελ, επειδή εκείνον τον σκότωσε ο Κάιν». Μπορούσε κατάλληλα να εκφραστεί με αυτόν τον τρόπο, τόσο όταν γέννησε τον Κάιν όσο και όταν γέννησε τον Σηθ, επειδή ο Θεός είχε δώσει σε εκείνη και στον Αδάμ τις αναπαραγωγικές τους δυνάμεις, και λόγω της παρ’ αξία καλοσύνης του Θεού, ο οποίος δεν τη θανάτωσε αμέσως όταν παραβίασε την εντολή Του, μπόρεσε να γίνει μητέρα. Με τη γέννηση του Σηθ παύει να αναφέρεται η Εύα στο υπόμνημα της Γένεσης.—Γε 4:25· 5:3, 4.
Πραγματικό Πρόσωπο. Το ότι η Εύα πράγματι υπήρξε και δεν είναι μυθικό πρόσωπο πιστοποιείται από τον ίδιο τον Χριστό Ιησού. Όταν οι Φαρισαίοι τον ρώτησαν σχετικά με το διαζύγιο, ο Ιησούς έστρεψε την προσοχή τους στην αφήγηση της Γένεσης αναφορικά με τη δημιουργία του άντρα και της γυναίκας. (Ματ 19:3-6) Επιπρόσθετη απόδειξη είναι τα λόγια του Παύλου προς τους Κορινθίους, ο οποίος είπε ότι φοβόταν μήπως οι διάνοιές τους διαφθαρούν με κάποιον τρόπο, «όπως το φίδι παραπλάνησε την Εύα με την πανουργία του». (2Κο 11:3) Κατόπιν, εξετάζοντας τη θέση που αρμόζει σε μια γυναίκα μέσα στη Χριστιανική εκκλησία, ο Παύλος παρουσιάζει ως λόγο για το ότι δεν επιτρέπεται «σε γυναίκα να διδάσκει ή να ασκεί εξουσία σε άντρα» το γεγονός ότι ο Αδάμ πλάστηκε πρώτος και ότι εκείνος δεν απατήθηκε, «αλλά η γυναίκα απατήθηκε πλήρως και έπεσε σε παράβαση».—1Τι 2:12-14.