ΘΕΟΙ ΚΑΙ ΘΕΕΣ
Οι θεότητες τις οποίες λάτρευαν και εξακολουθούν να λατρεύουν τα έθνη είναι ανθρώπινα δημιουργήματα, προϊόντα ατελών, “άμυαλων” ανθρώπων που «μετέτρεψαν τη δόξα του άφθαρτου Θεού σε κάτι όμοιο με την εικόνα φθαρτού ανθρώπου και πουλιών και τετραπόδων και ερπετών». (Ρω 1:21-23) Γι’ αυτό και δεν μας εκπλήσσει το γεγονός ότι αυτές οι θεότητες αντανακλούν τα χαρακτηριστικά και τις αδυναμίες των ατελών λάτρεών τους. Μια εβραϊκή λέξη που χρησιμοποιείται αναφορικά με τα είδωλα ή τους ψεύτικους θεούς σημαίνει κατά κυριολεξία «άχρηστο πράγμα», «ανώφελο πράγμα».—Λευ 19:4· Ησ 2:20.
Η Αγία Γραφή αναφέρεται στον Σατανά τον Διάβολο ως “το θεό αυτού του συστήματος πραγμάτων”. (2Κο 4:4) Το ότι ο Σατανάς είναι ο «θεός» για τον οποίο γίνεται λόγος εκεί υποδηλώνεται σαφώς πιο κάτω στο εδάφιο 4, όπου αναφέρεται ότι αυτός ο θεός «έχει τυφλώσει τις διάνοιες των απίστων». Στο εδάφιο Αποκάλυψη 12:9 λέγεται για τον Σατανά ότι «παροδηγεί ολόκληρη την κατοικημένη γη». Ο έλεγχος τον οποίο ασκεί ο Σατανάς στο παρόν σύστημα πραγμάτων, περιλαμβανομένων και των κυβερνήσεών του, έγινε φανερός όταν αυτός πρόσφερε στον Ιησού «όλα τα βασίλεια του κόσμου» με αντάλλαγμα «μια πράξη λατρείας».—Ματ 4:8, 9.
Η λατρεία που αποδίδουν οι άνθρωποι στα θεοποιημένα είδωλά τους στην πραγματικότητα πηγαίνει «σε δαίμονες και όχι στον Θεό». (1Κο 10:20· Ψλ 106:36, 37) Ο Ιεχωβά Θεός απαιτεί αποκλειστική αφοσίωση. (Ησ 42:8) Αυτός που λατρεύει ένα θεοποιημένο είδωλο αρνείται τον αληθινό Θεό και έτσι υπηρετεί τα συμφέροντα του πρώτιστου Αντιδίκου του Ιεχωβά, του Σατανά, και των δαιμόνων του.
Παρότι η Αγία Γραφή μνημονεύει αρκετές θεότητες των αρχαίων λαών, δεν είναι πάντοτε εφικτό να προσδιοριστεί η ταυτότητά τους συγκεκριμένα.
Η Προέλευση Αυτών των Θεοτήτων. Οι εντυπωσιακές και ευδιάκριτες ομοιότητες που αποκαλύπτει μια σύγκριση των θεών των αρχαίων λαών δεν θα μπορούσαν να αποδοθούν στην τύχη. Σχετικά με αυτό, ο Τζ. Γκαρνιέ γράφει: «Όχι μόνο οι Αιγύπτιοι, οι Χαλδαίοι, οι Φοίνικες, οι Έλληνες και οι Ρωμαίοι, αλλά και οι Ινδουιστές, οι Βουδιστές της Κίνας και του Θιβέτ, οι Γότθοι, οι Αγγλοσάξονες, οι Δρυΐδες, οι Μεξικανοί και οι Περουβιανοί, οι Αβορίγινες της Αυστραλίας, ακόμη και οι πρωτόγονοι των Νησιών του Ειρηνικού, όλοι αυτοί έχουν μάλλον αντλήσει τις θρησκευτικές τους αντιλήψεις από μια κοινή πηγή και ένα κοινό κέντρο. Παντού βρίσκουμε τις πλέον εντυπωσιακές συμπτώσεις σε τελετουργίες, τελετές, έθιμα, παραδόσεις, καθώς και στα ονόματα και στις σχέσεις των θεοτήτων του κάθε λαού».—Η Λατρεία των Νεκρών (The Worship of the Dead), Λονδίνο, 1904, σ. 3.
Τα στοιχεία που περιέχονται στην Αγία Γραφή υποδεικνύουν τη γη Σεναάρ ως τον τόπο όπου γεννήθηκαν μετακατακλυσμιαία οι αντιλήψεις της ψεύτικης θρησκείας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η οικοδόμηση της πόλης της Βαβέλ και του πύργου της, πιθανότατα ενός ζιγκουράτ που θα χρησιμοποιούνταν στην ψεύτικη λατρεία, άρχισε υπό την κατεύθυνση του Νεβρώδ, ενός “κραταιού κυνηγού που εναντιωνόταν στον Ιεχωβά”. Αυτό το οικοδομικό έργο δεν αποσκοπούσε στο να φέρει τιμή στον Ιεχωβά Θεό, αλλά στην αυτοπροβολή των οικοδόμων του έργου, οι οποίοι επιθυμούσαν να κάνουν «ξακουστό όνομα» για τον εαυτό τους. Επιπλέον, αντίκειτο άμεσα στο σκοπό του Θεού που ήταν η εξάπλωση του ανθρωπίνου γένους σε όλη τη γη. Ο Παντοδύναμος ματαίωσε τα σχέδια εκείνων των οικοδόμων προκαλώντας σύγχυση στη γλώσσα τους. Μη μπορώντας πλέον να καταλάβουν ο ένας τον άλλον, εγκατέλειψαν σταδιακά την οικοδόμηση της πόλης και διασκορπίστηκαν. (Γε 10:8-10· 11:2-9) Ωστόσο, ο Νεβρώδ προφανώς παρέμεινε στη Βαβέλ και επέκτεινε την κυριαρχία του, ιδρύοντας την πρώτη Βαβυλωνιακή Αυτοκρατορία.—Γε 10:11, 12.
Αυτοί που διασκορπίστηκαν πήραν μαζί τους, όπου και αν πήγαν, την ψεύτικη θρησκεία τους, την οποία θα ασκούσαν πλέον υπό νέες συνθήκες, με μια νέα γλώσσα και σε νέες τοποθεσίες. Ο διασκορπισμός έλαβε χώρα στις ημέρες του Φάλεκ, ο οποίος γεννήθηκε περίπου έναν αιώνα μετά τον Κατακλυσμό και πέθανε σε ηλικία 239 ετών. Δεδομένου ότι τόσο ο Νώε όσο και ο γιος του ο Σημ έζησαν και μετά το θάνατο του Φάλεκ, ο διασκορπισμός συντελέστηκε σε μια εποχή κατά την οποία παλιότερα γεγονότα όπως ο Κατακλυσμός ήταν γνωστά. (Γε 9:28· 10:25· 11:10-19) Η γνώση αυτή διατηρήθηκε αναμφίβολα με κάποια μορφή στη μνήμη των διασκορπισμένων. Ενδεικτικό αυτού είναι το γεγονός ότι οι μυθολογίες των αρχαίων απηχούν διάφορες περικοπές από το Βιβλικό υπόμνημα, αλλά με διαστρεβλωμένο τρόπο και με πολυθεϊστικές αναφορές. Οι μύθοι παρουσιάζουν ορισμένους θεούς ως οφιοκτόνους. Επίσης, στις θρησκείες πολλών αρχαίων λαών υπήρχε η λατρεία ενός θεού ευεργέτη, ο οποίος υφίσταται βίαιο θάνατο στη γη και κατόπιν αναβιώνει. Ένας τέτοιος θεός ίσως ήταν στην πραγματικότητα ένας θεοποιημένος άνθρωπος που είχε εκληφθεί εσφαλμένα ως το “σπέρμα της υπόσχεσης”. (Παράβαλε Γε 3:15.) Οι μύθοι περιγράφουν τις ερωτικές περιπέτειες των θεών με γήινες γυναίκες και τις ηρωικές πράξεις των υβριδικών απογόνων τους. (Παράβαλε Γε 6:1, 2, 4· Ιου 6.) Σχεδόν όλα τα έθνη στη γη έχουν κάποιον μύθο για έναν παγγήινο κατακλυσμό, ενώ στους μύθους του ανθρωπίνου γένους υπάρχουν και νύξεις για την οικοδόμηση κάποιου πύργου.
Βαβυλωνιακές Θεότητες. Μετά το θάνατο του Νεβρώδ, θα πρέπει λογικά να υπήρχε μεταξύ των Βαβυλωνίων η τάση να του αποδίδουν υψηλές τιμές ως τον ιδρυτή και κατασκευαστή και πρώτο βασιλιά της πόλης τους και ως τον οργανωτή της αρχικής Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας. Σύμφωνα με την παράδοση ο Νεβρώδ υπέστη βίαιο θάνατο. Εφόσον ο θεός Μαρντούκ (Μερωδάχ) θεωρούνταν ο ιδρυτής της Βαβυλώνας, μερικοί υποστηρίζουν ότι ο Μαρντούκ αντιπροσωπεύει τον θεοποιημένο Νεβρώδ. Ωστόσο, οι απόψεις των λογίων όσον αφορά την ταύτιση θεοτήτων με συγκεκριμένους ανθρώπους ποικίλλουν σε μεγάλο βαθμό.
Με το πέρασμα του χρόνου οι θεοί της πρώτης Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας άρχισαν να πληθαίνουν. Το πάνθεο κατέληξε να περιλαμβάνει αρκετές τριάδες θεοτήτων. Μια τέτοια τριάδα αποτελούνταν από τον Ανού (το θεό του ουρανού), τον Ενλίλ (το θεό της γης, του αέρα και της θύελλας) και τον Έα (το θεό που είχε τον έλεγχο του υγρού στοιχείου). Μια άλλη τριάδα αποτελούνταν από τον θεό της σελήνης Σιν, τον θεό του ήλιου Σαμάς και τη θεά της γονιμότητας Ιστάρ, την ερωμένη ή σύζυγο του Ταμμούζ. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 529) Οι Βαβυλώνιοι είχαν μάλιστα και τριάδες δαιμόνων, όπως ήταν η τριάδα των Λαβαρτού, Λαβαζού και Αξαρού. Η λατρεία των ουράνιων σωμάτων προσέλαβε εξέχουσα θέση (Ησ 47:13), ενώ διάφοροι πλανήτες συνδέθηκαν με ορισμένες θεότητες. Ο πλανήτης Δίας ταυτιζόταν με τον κυριότερο θεό της Βαβυλώνας, τον Μαρντούκ, ο πλανήτης Αφροδίτη με την Ιστάρ, θεά του έρωτα και της γονιμότητας, ο Κρόνος με τον Νινούρτα, θεό του πολέμου και του κυνηγιού και προστάτη της γεωργίας, ο Ερμής με τον Νεβώ, θεό της σοφίας και της γεωργίας, ο Άρης με τον Νεργάλ, θεό του πολέμου και των επιδημιών και κύριο του κάτω κόσμου.
Με τον καιρό οι πόλεις της αρχαίας Βαβυλωνίας απέκτησαν τους δικούς τους προστάτες θεούς, κάτι σαν τους «πολιούχους αγίους». Προστάτης της Ουρ ήταν ο Σιν, της Εριντού ο Έα, της Νιπούρ ο Ενλίλ, της Χουθά ο Νεργάλ, της Βορσίππα ο Νεβώ και της πόλης της Βαβυλώνας ο Μαρντούκ (Μερωδάχ). Όταν ο Χαμουραμπί κατέστησε πρωτεύουσα της Βαβυλωνίας τη Βαβυλώνα, το κύρος του Μαρντούκ, του αγαπημένου θεού της πόλης, μεγάλωσε, όπως ήταν επόμενο. Τελικά ο Μαρντούκ προσέλαβε τα χαρακτηριστικά προγενέστερων θεών, τους οποίους εκτόπισε από τους βαβυλωνιακούς μύθους. Μεταγενέστερα, το κανονικό του όνομα «Μαρντούκ» υποσκελίστηκε από τον τίτλο «Βήλος» («Ιδιοκτήτης»), ώσπου τελικά επικράτησε η ονομασία Βηλ. Η σύζυγός του λεγόταν Βελίτ (η κατ’ εξοχήν «Κυρία»).—Βλέπε ΒΗΛ· ΝΕΒΩ Αρ. 4.
Η εικόνα των θεών στα αρχαία βαβυλωνιακά κείμενα δεν είναι παρά αντανάκλαση του αμαρτωλού θνητού ανθρώπου. Σύμφωνα με αυτές τις αφηγήσεις, οι θεοί γεννιούνταν, ερωτεύονταν, αποκτούσαν οικογένειες, πολεμούσαν, ακόμη δε και πέθαιναν, όπως ο Ταμμούζ. Όταν έγινε ο Κατακλυσμός, λέγεται ότι από τον τρόμο τους είχαν “λουφάξει σαν τα σκυλιά”. Σύμφωνα με διάφορες περιγραφές οι θεοί ήταν επίσης άπληστοι, έτρωγαν συχνά σε σημείο λαιμαργίας και έπιναν μέχρι του σημείου να μεθούν. Είχαν οργίλο χαρακτήρα, ήταν εκδικητικοί και υποπτεύονταν ο ένας τον άλλον. Υπήρχαν πικρόχολα μίση μεταξύ τους. Για παράδειγμα: η Τιαμάτ, που είχε βάλει στόχο να καταστρέψει τους άλλους θεούς, νικήθηκε από τον Μαρντούκ, ο οποίος την έσκισε στα δύο, και με το ένα μισό έφτιαξε τον ουρανό ενώ το άλλο μισό το χρησιμοποίησε για το σχηματισμό της γης. Η Ερεσκιγκάλ, η θεά του κάτω κόσμου, συμβούλεψε τον Ναμτάρου, το θεό των επιδημιών, να φυλακίσει την αδελφή της την Ιστάρ και να της επιφέρει 60 συμφορές.—Βλέπε ΝΕΡΓΑΛ.
Τα παραπάνω μάς δίνουν μια ιδέα του περιβάλλοντος που άφησε πίσω του ο πιστός Αβραάμ όταν έφυγε από τη χαλδαϊκή πόλη της Ουρ, η οποία ήταν τότε βουτηγμένη στη βαβυλωνιακή ειδωλολατρία. (Γε 11:31· 12:1· Ιη 24:2, 14, 15) Αιώνες αργότερα, σύρθηκαν στη Βαβυλώνα, μια «γη γλυπτών εικόνων» και ρυπαρών “κοπρωδών ειδώλων”, χιλιάδες Ιουδαίοι αιχμάλωτοι.—Ιερ 50:1, 2, 38· 2Βα κεφ. 25.
Ασσυριακές Θεότητες. Γενικά, οι ασσυριακοί θεοί και θεές ταυτίζονται με τις βαβυλωνιακές θεότητες. Ωστόσο, ο Ασσούρ, ο κυριότερος θεός, φαίνεται ότι υπήρχε μόνο στο ασσυριακό πάνθεο. Εφόσον η Ασσυρία πήρε το όνομά της από τον Ασσούρ, υπάρχει η άποψη ότι αυτός ο θεός είναι στην πραγματικότητα ο γιος του Σημ, ο Ασσούρ, τον οποίο θεοποίησαν οι οπαδοί της ψεύτικης λατρείας.—Γε 10:21, 22.
Σε αντίθεση με ό,τι ίσχυε για τον βαβυλωνιακό Μαρντούκ, ο οποίος λατρευόταν και στην Ασσυρία αλλά έδρα της λατρείας του παρέμενε πάντοτε η Βαβυλώνα, η έδρα της λατρείας του Ασσούρ άλλαζε ανάλογα με το ποια πόλη διάλεγαν οι βασιλιάδες της Ασσυρίας ως επίσημο τόπο διαμονής τους. Επίσης, ιερά του Ασσούρ υπήρχαν σε διάφορα μέρη της Ασσυρίας. Το κύριο σύμβολο του Ασσούρ ήταν ένα στρατιωτικό λάβαρο, το οποίο μετέφεραν στην καρδιά της μάχης. Ο φτερωτός κύκλος, ή δίσκος, από τον οποίο πολλές φορές ξεπροβάλλει η μορφή ενός γενειοφόρου άντρα, αντιπροσώπευε τον θεό Ασσούρ. Σε κάποιες περιπτώσεις η ανθρώπινη αυτή μορφή φαίνεται να κρατάει τόξο ή να τοξεύει βέλος. Μια άλλη απεικόνιση του Ασσούρ υποδηλώνει τριαδικότητα. Εκτός από την κεντρική μορφή που ξεπροβάλλει από τον κύκλο, υπάρχουν δύο ανθρώπινα κεφάλια πάνω από τα φτερά, ένα από τη μία και ένα από την άλλη πλευρά της κεντρικής μορφής.—Βλέπε ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 529· βλέπε ΑΣΣΥΡΙΑ· ΝΙΣΡΩΚ.
Ανάμεσα σε αυτούς τους Ασσυρίους βρέθηκαν οι εξόριστοι του βόρειου δεκάφυλου βασιλείου μετά την πτώση της Σαμάρειας το 740 Π.Κ.Χ. (2Βα 17:1-6) Αργότερα, ο προφήτης Ναούμ προείπε την πτώση της Νινευή (πρωτεύουσας της Ασσυρίας) και των θεών της, καταστροφή που επήλθε το 632 Π.Κ.Χ.—Να 1:1, 14.
Αιγυπτιακές Θεότητες. Οι θεοί και οι θεές τους οποίους λάτρευαν οι Αιγύπτιοι μαρτυρούν την κατά βάση βαβυλωνιακή προέλευσή τους. Υπήρχαν τριάδες θεών, ακόμη και τριπλές τριάδες, ή αλλιώς εννεάδες. Μια από τις δημοφιλείς τριάδες αποτελούνταν από τον Όσιρι, τη σύζυγό του την Ίσιδα και το γιο τους τον Ώρο.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 529.
Ο Όσιρις ήταν ο δημοφιλέστερος αιγυπτιακός θεός και θεωρούνταν γιος του Γκεμπ, του θεού της γης, και της Νουτ, της θεάς του ουρανού. Λέγεται ότι ο Όσιρις έγινε σύζυγος της Ίσιδος και βασίλεψε στην Αίγυπτο. Σύμφωνα με τους μύθους, ο Όσιρις δολοφονήθηκε από τον αδελφό του, τον Σετ, και κατόπιν επανήλθε στη ζωή, ως ο κριτής και βασιλιάς των νεκρών. Η σχέση του Οσίριδος και της Ίσιδος και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους αντιστοιχούν εντυπωσιακά στη σχέση και στα χαρακτηριστικά των βαβυλωνιακών θεών Ταμμούζ και Ιστάρ. Γι’ αυτό και αρκετοί λόγιοι θεωρούν ότι ταυτίζονται.
Η λατρεία μητέρας και γιου ήταν επίσης πολύ δημοφιλής στην Αίγυπτο. Η Ίσις απεικονίζεται συχνά με το βρέφος Ώρο στα γόνατά της. Αυτή η απεικόνιση μοιάζει πάρα πολύ με την εικόνα της βρεφοκρατούσας «Παναγίας», την οποία ορισμένοι στο Χριστιανικό κόσμο προσκυνούν κατά καιρούς με πλήρη άγνοια. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 529) Αναφορικά με τον θεό Ώρο, υπάρχουν στοιχεία που μαρτυρούν τη διαστρέβλωση της εδεμικής υπόσχεσης για το σπέρμα το οποίο θα έπληττε το φίδι στο κεφάλι. (Γε 3:15) Σε κάποιες περιπτώσεις, ο Ώρος απεικονίζεται να ποδοπατάει κροκοδείλους και να πιάνει φίδια και σκορπιούς. Σύμφωνα με μια αφήγηση, όταν ο Ώρος έκανε ενέργειες για να εκδικηθεί το θάνατο του πατέρα του, του Οσίριδος, ο Σετ που είχε δολοφονήσει τον Όσιρι μεταμορφώθηκε σε φίδι.
Στα γλυπτά και στις ζωγραφικές παραστάσεις των Αιγυπτίων εμφανίζεται πολύ συχνά ένα ιερό σύμβολο, ο σταυρός με λαβή ή ανχ (crux ansata). Αυτό το λεγόμενο σύμβολο της ζωής είναι σαν το γράμμα «Τ» με μια οβάλ λαβή στο επάνω μέρος του, και πιθανώς αντιπροσώπευε έναν συνδυασμό των αντρικών και των γυναικείων αναπαραγωγικών οργάνων. Οι αιγυπτιακές θεότητες απεικονίζονται συχνά να κρατούν αυτόν το σταυρό.—ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 530.
Πολλά ήταν τα πλάσματα που οι Αιγύπτιοι τιμούσαν ως ιερά. Μερικά από αυτά ήταν η αγελάδα, ο βάτραχος, η γάτα, το γεράκι, ο γύπας, η ίβις, ο ιπποπόταμος, το κριάρι, ο κροκόδειλος, το λιοντάρι, ο λύκος, ο σκαραβαίος, ο σκορπιός, ο ταύρος, το τσακάλι και το φίδι. Ωστόσο, μερικά από αυτά ήταν ιερά σε ένα μέρος της Αιγύπτου και σε άλλο όχι, πράγμα που ενίοτε κατέληγε μέχρι και σε εμφύλιες συρράξεις. Τα ζώα, όχι μόνο ήταν ιερά ως αφιερωμένα σε συγκεκριμένους θεούς, αλλά μερικά θεωρούνταν ακόμη και ενσαρκώσεις κάποιου θεού ή θεάς. Για τον ταύρο Άπι, παραδείγματος χάρη, πίστευαν ότι ήταν ενσάρκωση του θεού Οσίριδος και ότι προερχόταν από τον θεό Φθα.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Β΄, 65-67), αν κάποιος σκότωνε εσκεμμένα ένα ιερό ζώο θανατωνόταν. Αν το σκότωνε κατά λάθος, οι ιερείς τού έβαζαν πρόστιμο. Ωστόσο, όποιος σκότωνε ίβιδα ή γεράκι, είτε εκούσια είτε ακούσια, θανατωνόταν, συνήθως από τον εξαγριωμένο όχλο. Όταν πέθαινε μια γάτα, όλοι στο σπίτι ξύριζαν τα φρύδια τους, ενώ αν πέθαινε σκύλος ξύριζαν ολόκληρο το σώμα τους. Τα ιερά ζώα τα ταρίχευαν και τους έκαναν λαμπρή ταφή. Γάτες, γεράκια, κροκόδειλοι και ταύροι είναι μερικά μόνο από τα ταριχευμένα ζώα που έχουν βρεθεί.
Οι μύθοι παρουσιάζουν τις αιγυπτιακές θεότητες με ανθρώπινες αδυναμίες και ατέλειες. Οι θεοί φέρονται να βιώνουν αισθήματα οδύνης και τρόμου, ενώ επανειλημμένα διατρέχουν κίνδυνο. Ο θεός Όσιρις θανατώθηκε. Έλεγαν για τον Ώρο ότι κατά την παιδική του ηλικία υπέφερε από εσωτερικούς πόνους, πονοκεφάλους και δυσεντερία, και ότι πέθανε από δάγκωμα σκορπιού, αλλά κατόπιν επανήλθε στη ζωή. Πίστευαν για την Ίσιδα ότι είχε απόστημα στο στήθος. Επίσης, έλεγαν για το θεό του ήλιου, τον Ρα, ότι λόγω της προχωρημένης ηλικίας του οι δυνάμεις του τον εγκατέλειπαν και του έτρεχαν σάλια από το στόμα. Η ίδια του η ζωή κινδύνευσε όταν τον δάγκωσε ένα μαγικό φίδι που έκανε η Ίσις, αλλά ανέρρωσε ως αποτέλεσμα κάποιων μαγικών λόγων που εξέφερε η ίδια. Η Σεχμέτ, μια θεά που αντιπροσώπευε την καταστροφική δύναμη του ήλιου, σκιαγραφείται ως αιμοδιψής. Της άρεσε τόσο πολύ να σκοτώνει ανθρώπους, ώστε αναφέρεται ότι ο Ρα φοβήθηκε για το μέλλον της ανθρώπινης φυλής. Για να σώσει το ανθρώπινο γένος από την εξόντωση, ο Ρα σκόρπισε 7.000 κανάτες με μπίρα αναμειγμένη με χυμό ροδιού στο πεδίο της μάχης. Η Σεχμέτ, νομίζοντας ότι επρόκειτο για ανθρώπινο αίμα, το ήπιε με λαχτάρα μέχρι που μέθυσε τόσο πολύ ώστε δεν μπορούσε να συνεχίσει τη σφαγή. Η Νέφθυς αναφέρεται ότι μέθυσε τον αδελφό της τον Όσιρι, σύζυγο της αδελφής της τής Ίσιδος, και έπειτα είχε σχέσεις μαζί του. Οι θεοί του ήλιου Τεμ και Ώρος παρουσιάζονται να αυνανίζονται.
Σημειωτέον πως όταν ο Φαραώ κατέστησε τον Ιωσήφ δεύτερο άρχοντα της γης της Αιγύπτου, τον εξύψωσε με αυτόν τον τρόπο πάνω από τους λάτρεις των ψεύτικων θεών της Αιγύπτου.—Γε 41:37-44.
Οι Δέκα Πληγές. Μέσω των πληγών που επέφερε ο Ιεχωβά στους Αιγυπτίους, ταπείνωσε τους θεούς τους και εκτέλεσε κρίση εναντίον τους. (Εξ 12:12· Αρ 33:4· ΕΙΚΟΝΕΣ, Τόμ. 2, σ. 530) Η πρώτη πληγή, κατά την οποία ο Νείλος και όλα τα νερά της Αιγύπτου μετατράπηκαν σε αίμα, κατήσχυνε τον Χαπί, το θεό του Νείλου. Ο θάνατος των ψαριών του Νείλου ήταν άλλο ένα πλήγμα για τη θρησκεία της Αιγύπτου, δεδομένου ότι λάτρευαν και μάλιστα ταρίχευαν ορισμένα είδη ψαριών. (Εξ 7:19-21) Ο βάτραχος, ο οποίος θεωρούνταν σύμβολο γονιμότητας και αντιπροσώπευε την αιγυπτιακή αντίληψη περί ανάστασης, αποτελούσε ιερό ζώο της βατραχόμορφης θεάς Χεκτ. Έτσι λοιπόν, η πληγή με τους βατράχους κατήσχυνε αυτή τη θεά. (Εξ 8:5-14) Στην τρίτη πληγή οι μάγοι ιερείς αναγνώρισαν την ήττα τους όταν αποδείχτηκαν ανίκανοι να μετατρέψουν με τις απόκρυφες τέχνες τους το χώμα σε σκνίπες. (Εξ 8:16-19) Στον θεό Θωθ αποδιδόταν η επινόηση των μαγικών ή απόκρυφων τεχνών, αλλά ούτε και αυτός ο θεός μπόρεσε να βοηθήσει τους μάγους ιερείς να αντιγράψουν την τρίτη πληγή.
Η διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους Αιγυπτίους και στους λάτρεις του αληθινού Θεού καταστάθηκε ευδιάκριτη από την τέταρτη πληγή και έπειτα. Σμήνη από αλογόμυγες εισέβαλαν στα σπίτια των Αιγυπτίων, αλλά οι Ισραηλίτες στη γη Γεσέν δεν επηρεάστηκαν. (Εξ 8:23, 24) Η επόμενη πληγή, η επιδημία που έπληξε τα ζωντανά, ταπείνωσε θεότητες όπως η θεά-αγελάδα Αθώρ, ο Άπις και η Νουτ, η θεά του ουρανού, την οποία φαντάζονταν σαν αγελάδα που είχε τα άστρα καρφωμένα στην κοιλιά της. (Εξ 9:1-6) Η πληγή με τα μεγάλα σπυριά κατήσχυνε τους θεούς και τις θεές στους οποίους αποδίδονταν θεραπευτικές ιδιότητες, όπως ήταν ο Θωθ, η Ίσις και ο Φθα. (Εξ 9:8-11) Η δριμεία χαλαζόπτωση ντρόπιασε τους θεούς που θεωρούνταν ότι είχαν τον έλεγχο των στοιχείων της φύσης—για παράδειγμα, τον Ρεσπού, για τον οποίο υπήρχε όπως φαίνεται η αντίληψη ότι είχε τον έλεγχο των αστραπών, και τον Θωθ για τον οποίο πίστευαν ότι είχε τον έλεγχο της βροχής και της βροντής. (Εξ 9:22-26) Η πληγή με τις ακρίδες σήμανε ήττα για τους θεούς που πιστευόταν ότι διασφάλιζαν πλούσια συγκομιδή, ένας από τους οποίους ήταν ο Μιν, θεός της γονιμότητας, ο οποίος θεωρούνταν προστάτης της σοδειάς. (Εξ 10:12-15) Μεταξύ των θεοτήτων που καταισχύνθηκαν από την πληγή του σκοταδιού ήταν οι θεοί του ήλιου, όπως ο Ρα και ο Ώρος, καθώς και ο Θωθ, ο θεός της σελήνης, για τον οποίο πιστευόταν ότι συστηματοποίησε τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα.—Εξ 10:21-23.
Ο θάνατος των πρωτοτόκων αποδείχτηκε η μεγαλύτερη ταπείνωση για τους θεούς και τις θεές των Αιγυπτίων. (Εξ 12:12) Οι άρχοντες της Αιγύπτου αυτοαποκαλούνταν θεοί, γιοι του Ρα, ή αλλιώς του Άμμωνος-Ρα. Υπήρχε η αντίληψη ότι ο Ρα, ή Άμμων-Ρα, είχε σχέσεις με τη βασίλισσα, οπότε ο γιος που γεννιόταν θεωρούνταν ενσαρκωμένος θεός και αφιερωνόταν στον Ρα, ή Άμμωνα-Ρα, στο ναό του. Έτσι λοιπόν, ο θάνατος του πρωτοτόκου του Φαραώ ισοδυναμούσε στην πραγματικότητα με το θάνατο ενός θεού. (Εξ 12:29) Αυτό από μόνο του ήταν σοβαρό πλήγμα για τη θρησκεία της Αιγύπτου, και η πλήρης ανικανότητα όλων των θεών φάνηκε από το γεγονός ότι δεν μπόρεσαν να γλιτώσουν τα πρωτότοκα των Αιγυπτίων από το θάνατο.—Βλέπε ΑΜΜΩΝ (Άμμων).
Χαναανιτικές Θεότητες. Μη Βιβλικές πηγές υποδηλώνουν ότι ο θεός Ελ θεωρούνταν ο δημιουργός και κυρίαρχος. Παρότι ο Ελ παρουσιάζεται κάπως αποστασιοποιημένος από τις επίγειες υποθέσεις, οι άλλοι θεοί φαίνεται κατ’ επανάληψη να τον πλησιάζουν με διάφορα αιτήματα. Σκιαγραφείται ως στασιαστικός γιος ο οποίος εκθρόνισε και ευνούχισε τον ίδιο του τον πατέρα, καθώς και ως αιμοσταγής τύραννος, δολοφόνος και μοιχός. Στα κείμενα της Ρας Σάμρα αποκαλείται «πατέρας ταύρος» και περιγράφεται με γκρίζα μαλλιά και γκρίζα γενειάδα. Σύζυγός του ήταν η Ασεράχ, η οποία χαρακτηρίζεται προγεννήτειρα των θεών, ενώ στον Ελ αποδίδεται ο ρόλος του προγεννήτορα των θεών.
Ο πιο εξέχων χαναανιτικός θεός, όμως, ήταν ο Βάαλ, θεός της γονιμότητας, του ουρανού, της βροχής και της θύελλας. (Κρ 2:12, 13) Στα κείμενα της Ρας Σάμρα, ο Βάαλ αποκαλείται συχνά γιος του Δαγών, παρότι ως πατέρας του αναφέρεται και ο Ελ. Η αδελφή του Βάαλ, η Ανάθ, φέρεται να χαρακτηρίζει τον Ελ πατέρα της, και αυτός με τη σειρά του την αποκαλεί κόρη του. Ως εκ τούτου, ο Βάαλ μάλλον θεωρούνταν γιος του Ελ, ενδεχομένως, όμως, και εγγονός του. Οι μύθοι παρουσιάζουν τον Βάαλ να επιτίθεται στον Γιαμ, το θεό που είχε τον έλεγχο του υγρού στοιχείου και ο οποίος φαίνεται πως ήταν ο ευνοούμενος ή αγαπημένος γιος του Ελ, και να τον νικάει θριαμβευτικά. Ωστόσο, ο Βάαλ σκοτώνεται στη σύγκρουση που είχε με τον Μοτ, ο οποίος θεωρούνταν γιος του Ελ και θεός του θανάτου και της ξηρασίας. Έτσι λοιπόν, η Χαναάν, όπως και η Βαβυλώνα, είχε έναν θεό που υφίστατο βίαιο θάνατο και κατόπιν αναβίωνε.—Βλέπε ΒΑΑΛ Αρ. 4.
Η Ανάθ, η Ασεράχ και η Αστορέθ είναι οι κυριότερες θεές που μνημονεύονται στα κείμενα της Ρας Σάμρα. Ωστόσο, οι ρόλοι που διαδραμάτιζαν αυτές οι θεές φαίνεται πως συνέπιπταν σε μεγάλο βαθμό. Στη Συρία, όπου βρέθηκαν τα κείμενα της Ρας Σάμρα, η Ανάθ ίσως θεωρούνταν σύζυγος του Βάαλ, δεδομένου ότι, αν και χαρακτηρίζεται πολλές φορές «κοπέλα», αναφέρεται ότι είχε σχέσεις με τον Βάαλ. Ωστόσο, το Γραφικό υπόμνημα συσχετίζει με τον Βάαλ μόνο την Αστορέθ και τον ιερό στύλο, ή αλλιώς την Ασεράχ. Ως εκ τούτου, ενίοτε τόσο η Ασεράχ όσο και η Αστορέθ πιθανόν να θεωρούνταν σύζυγοι του Βάαλ.—Κρ 2:13· 3:7· 10:6· 1Σα 7:4· 12:10· 1Βα 18:19· βλέπε ΑΣΤΟΡΕΘ· ΙΕΡΗ ΣΤΗΛΗ· ΙΕΡΟΣ ΣΤΥΛΟΣ.
Οι αναφορές των κειμένων της Ρας Σάμρα στην Ανάθ μάς δίνουν μια ιδέα της έκφυλης φύσης που είχαν οι θεότητες των Χαναναίων, και αναμφίβολα και οι θεότητες των Συρίων. Η Ανάθ περιγράφεται ως η ομορφότερη από τις αδελφές του Βάαλ, αλλά ο χαρακτήρας της σκιαγραφείται ως εξαιρετικά βίαιος. Φέρεται να απειλεί ότι θα έσπαζε το κρανίο του πατέρα της, του Ελ, και ότι θα έκανε το αίμα να ρέει στα γκρίζα του μαλλιά, και θα γέμιζε την γκρίζα γενειάδα του με πηγμένο αίμα, αν αυτός δεν ικανοποιούσε τις επιθυμίες της. Σε μια άλλη περίπτωση η Ανάθ παρουσιάζεται να επιδίδεται σε όργιο φόνων. Είχε κρεμάσει κεφάλια στην πλάτη της και χέρια στη ζώνη της και ήταν βουτηγμένη μέχρι το γόνατο στο αίμα και μέχρι το γοφό στο πηγμένο αίμα γενναίων αντρών. Η ευχαρίστηση που αντλούσε από αυτή την αιματοχυσία αντανακλάται στα λόγια: «Το συκώτι της πρήζεται από το γέλιο, η καρδιά της πλημμυρίζει από χαρά».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή (Ancient Near Eastern Texts), επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 136, 137, 142, 152.
Αυτή η απόλυτα χαμερπής και έκφυλη φύση της χαναανιτικής λατρείας υπογραμμίζει το πόσο δίκαιο ήταν από μέρους του Θεού να εκτελέσει ένα διάταγμα καταστροφής εναντίον των κατοίκων εκείνης της γης. (Λευ 18· Δευ 9:3, 4) Ωστόσο, επειδή οι Ισραηλίτες δεν εφάρμοσαν πλήρως αυτό το θεϊκό διάταγμα, τελικά παγιδεύτηκαν από τις έκφυλες συνήθειες που συνδέονταν με τη λατρεία των χαναανιτικών θεών.—Ψλ 106:34-43· βλέπε επίσης ΧΑΝΑΑΝ, ΧΑΝΑΝΑΙΟΙ Αρ. 2.
Μηδοπερσικές Θεότητες. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία οι βασιλιάδες της Μηδοπερσικής Αυτοκρατορίας ήταν Ζωροαστριστές. Παρότι δεν μπορεί να αποδειχτεί ή να διαψευστεί το αν ο Κύρος ο Μέγας ήταν οπαδός των διδασκαλιών του Ζωροάστρη, από την εποχή του Δαρείου Α΄ οι επιγραφές των μοναρχών μνημονεύουν κατ’ επανάληψη τον Αχούρα Μάζντα, τον κυριότερο θεό του Ζωροαστρισμού. Ο Δαρείος Α΄ αποκαλούσε τον Αχούρα Μάζντα δημιουργό του ουρανού, της γης και του ανθρώπου, ενώ θεωρούσε ότι αυτός του είχε χαρίσει σοφία, σωματικές ικανότητες και τη βασιλεία.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα του Ζωροαστρισμού είναι ο δυαδισμός, δηλαδή η πίστη σε δύο ανεξάρτητα θεϊκά όντα, ένα καλό και ένα κακό. Ο Αχούρα Μάζντα θεωρούνταν ο δημιουργός όλων των καλών πραγμάτων, ενώ ο Άγκρα Μαϊνίου θεωρούνταν ο δημιουργός όλων των κακών. Πίστευαν ότι αυτός μπορούσε να προκαλέσει σεισμούς, θύελλες, αρρώστιες και θάνατο, καθώς επίσης να υποκινήσει ταραχές και πόλεμο. Επίσης, πίστευαν ότι αυτούς τους δύο θεούς τούς βοηθούσαν κάποια κατώτερα πνεύματα να εκτελούν τα καθήκοντά τους.
Το σύμβολο του θεού Αχούρα Μάζντα έμοιαζε πολύ με την αναπαράσταση του ασσυριακού Ασσούρ, δηλαδή με έναν φτερωτό κύκλο από τον οποίο ξεπρόβαλλε σε κάποιες περιπτώσεις ένας γενειοφόρος με κάθετη ουρά πτηνού.
Ο Αχούρα Μάζντα ίσως ανήκε σε τριάδα. Αυτό υποδηλώνεται από το γεγονός ότι ο Αρταξέρξης ο Μνήμων επικαλούνταν την προστασία του Αχούρα Μάζντα, της Αναχίτα (θεάς του νερού και της γονιμότητας) και του Μίθρα (θεού του φωτός), και απέδιδε το γεγονός ότι ανοικοδόμησε την Αίθουσα των Κιόνων στα Σούσα στη χάρη αυτών των τριών θεοτήτων.
Αρκετοί λόγιοι συσχετίζουν την Αναχίτα με τη βαβυλωνιακή Ιστάρ. Ο Ε. Ο. Τζέιμς επισημαίνει στο βιβλίο του Η Λατρεία της Μητέρας-Θεάς ([The Cult of the Mother-Goddess] 1959, σ. 94): «Τη λάτρευαν ως “τη Μεγάλη Θεά, της οποίας το όνομα είναι Κυρία”, την “παντοδύναμη άσπιλη”, η οποία εξάγνιζε “το σπέρμα των αρσενικών και τη μήτρα και το γάλα των θηλυκών”. . . . Στην πραγματικότητα ήταν το ιρανικό αντίστοιχο της συριακής Ανάτ, της βαβυλωνιακής Ινανά-Ιστάρ, της χετταϊκής θεάς των Κομάνων και της ελληνικής Αφροδίτης».
Κατά τον ιστορικό Ηρόδοτο (Α΄, 131), οι Πέρσες λάτρευαν επίσης τα στοιχεία της φύσης και τα ουράνια σώματα. Ο ίδιος γράφει τα εξής: «Για τα έθιμα των Περσών γνωρίζω τα ακόλουθα. Δεν συνηθίζουν να φτιάχνουν αγάλματα και ναούς και θυσιαστήρια, μάλιστα θεωρούν ανόητους όσους φτιάχνουν τέτοια, επειδή, από ό,τι καταλαβαίνω, δεν πίστεψαν ποτέ, όπως πιστεύουν οι Έλληνες, ότι οι θεοί είναι σαν τους ανθρώπους. Αποκαλούν δε όλο τον κύκλο του ουρανού Δία και του προσφέρουν θυσίες στις ψηλότερες κορυφές των βουνών. Θυσιάζουν επίσης στον ήλιο και στη σελήνη και στη γη και στη φωτιά και στο νερό και στους ανέμους. Αυτοί είναι οι μόνοι θεοί στους οποίους θυσίαζαν από την αρχή. Αργότερα έμαθαν από τους Ασσυρίους και τους Άραβες να θυσιάζουν στην “ουράνια” Αφροδίτη, την οποία οι Ασσύριοι αποκαλούν Μύλιτα, οι Άραβες Αλιλάτ και οι Πέρσες Μίτρα».
Η Ζεντ-Αβέστα, το ιερό σύγγραμμα του Ζωροαστρισμού, στην πραγματικότητα περιέχει προσευχές στη φωτιά, στο νερό και στους πλανήτες, καθώς και στο φως του ήλιου, της σελήνης και των άστρων. Η φωτιά αναφέρεται μάλιστα ως γιος του Αχούρα Μάζντα.
Ο Βασιλιάς Κύρος, παρότι ίσως ήταν Ζωροαστριστής, κατονομάζεται σε μια Βιβλική προφητεία ως ο διορισμένος από τον Ιεχωβά να ανατρέψει τη Βαβυλώνα και να απελευθερώσει τους Ιουδαίους αιχμαλώτους. (Ησ 44:26–45:7· παράβαλε Παρ 21:1.) Μετά την καταστροφή της Βαβυλώνας το 539 Π.Κ.Χ., οι Ισραηλίτες περιήλθαν υπό την κυριαρχία των Ζωροαστριστών Μηδοπερσών.
Ελληνικές Θεότητες. Μια εξέταση των θεών της αρχαίας Ελλάδας αποκαλύπτει τα ίχνη της βαβυλωνιακής επιρροής. Ο καθηγητής Τζορτζ Ρόλινσον του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης παρατήρησε: «Η εντυπωσιακή ομοιότητα του χαλδαϊκού συστήματος με το σύστημα της Κλασικής Μυθολογίας φαίνεται ότι αξίζει την ιδιαίτερη προσοχή μας. Αυτή η ομοιότητα είναι τόσο εκτεταμένη και τόσο μεγάλη σε μερικούς τομείς, ώστε δεν μπορούμε να υποθέσουμε ότι η εν λόγω σύμπτωση είναι προϊόν τυχαίου γεγονότος. Στο ελληνικό, στο ρωμαϊκό και στο χαλδαϊκό Πάνθεο αναγνωρίζουμε την ίδια γενική διάταξη. Η ίδια γενεαλογική διαδοχή παρατηρείται κάθε άλλο παρά σπάνια, και σε μερικές περιπτώσεις ακόμη και τα γνωστά ονόματα και οι τίτλοι των κλασικών θεοτήτων διασαφηνίζονται και επεξηγούνται με τον πλέον παράδοξο τρόπο από τις χαλδαϊκές πηγές. Δεν χωράει αμφιβολία ότι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο υπήρχε διακίνηση πεποιθήσεων—μια πανάρχαιη μετάδοση μυθικών αντιλήψεων και ιδεών από τα παράλια του Περσικού Κόλπου στις χώρες που βρέχονταν από τη Μεσόγειο».—Οι Εφτά Εξέχουσες Μοναρχίες του Αρχαίου Ανατολικού Κόσμου (The Seven Great Monarchies of the Ancient Eastern World), 1885, Τόμ. 1, σ. 71, 72.
Οι μύθοι που εξιστορούν πως ο θεός Απόλλων σκότωσε ένα φίδι, τον Πύθωνα, και πως ο Ηρακλής (γιος του Δία και μιας γήινης γυναίκας, της Αλκμήνης) στραγγάλισε όταν ήταν βρέφος δύο φίδια πιθανόν να αποτελούν διαστρέβλωση της δήλωσης του Θεού αναφορικά με το σπέρμα της υπόσχεσης. Επίσης συναντάμε πάλι το οικείο θέμα του θεού που πεθαίνει και κατόπιν αναβιώνει. Κάθε χρόνο τιμούσαν το βίαιο θάνατο και την αναβίωση του Αδώνιδος. Για το θάνατό του θρηνούσαν κυρίως οι γυναίκες, οι οποίες μετέφεραν ομοιώματα του σώματός του σαν σε επικήδεια πομπή και κατόπιν τα έριχναν στη θάλασσα ή σε πηγές. Ένας άλλος θεός του οποίου το βίαιο θάνατο και την αναβίωση γιόρταζαν οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ο Διόνυσος ή Βάκχος. Αυτός, όπως και ο Άδωνις, ταυτίζεται με τον βαβυλωνιακό Ταμμούζ.
Οι μύθοι παρουσιάζουν σε μεγάλο βαθμό τους αρχαίους ελληνικούς θεούς και θεές σαν άντρες και γυναίκες. Παρότι υπήρχε η αντίληψη ότι οι θεοί ήταν πολύ μεγαλύτεροι σε μέγεθος από τους ανθρώπους και ότι τους ξεπερνούσαν σε ομορφιά και δύναμη, τα σώματά τους απεικονίζονταν σαν ανθρώπινα σώματα. Εφόσον στις φλέβες τους υποτίθεται ότι έρρεε «ιχώρ» και όχι αίμα, υπήρχε η πεποίθηση ότι τα σώματά τους ήταν άφθαρτα. Παρ’ όλα αυτά, πίστευαν ότι οι άνθρωποι μπορούσαν να προξενήσουν οδυνηρά τραύματα στους θεούς με τα όπλα τους. Έλεγαν, όμως, ότι τα τραύματα θεραπεύονταν πάντοτε και οι θεοί παρέμεναν νέοι.
Ως επί το πλείστον, οι θεοί των αρχαίων Ελλήνων παρουσιάζονται πολύ ανήθικοι και με ανθρώπινες αδυναμίες. Φιλονικούσαν και πολεμούσαν μεταξύ τους, ακόμη δε συνωμοτούσαν ο ένας σε βάρος του άλλου. Ο Δίας, ο μεγαλύτερος θεός των αρχαίων Ελλήνων, λέγεται ότι είχε εκθρονίσει τον ίδιο του τον πατέρα, τον Κρόνο. Παλιότερα και ο Κρόνος είχε εκτοπίσει και μάλιστα ευνουχίσει τον πατέρα του, τον Ουρανό. Τόσο ο Ουρανός όσο και ο Κρόνος παρουσιάζονται ως απάνθρωποι πατέρες. Ο Ουρανός έκρυψε αμέσως μέσα στη γη τους απογόνους που του γέννησε η σύζυγός του η Γαία, μη επιτρέποντάς τους να δουν καν το φως. Ο Κρόνος από την άλλη μεριά κατάπιε τα παιδιά που του γέννησε η Ρέα. Μερικές από τις απεχθείς συνήθειες και πράξεις που αποδίδονταν σε ορισμένους θεούς ήταν η μοιχεία, η πορνεία, η αιμομειξία, ο βιασμός, το ψέμα, η κλοπή, η μέθη και ο φόνος. Αυτοί που επέσυραν τη δυσμένεια ενός θεού ή μιας θεάς φέρονται να τιμωρούνται με τον πλέον απάνθρωπο τρόπο. Για παράδειγμα, ο θεός Απόλλων έδεσε σε ένα δέντρο τον σάτυρο Μαρσύα, ο οποίος τον προκάλεσε σε έναν μουσικό αγώνα, και τον έγδαρε ζωντανό. Για τη θεά Αρτέμιδα λέγεται ότι μεταμόρφωσε τον κυνηγό Ακταίωνα σε ελάφι και κατόπιν έβαλε τα ίδια του τα λαγωνικά να τον κατασπαράξουν επειδή την είδε γυμνή.
Φυσικά, μερικοί ισχυρίζονται ότι αυτοί οι μύθοι δεν ήταν παρά αποκυήματα της φαντασίας των ποιητών. Αλλά ο Αυγουστίνος έγραψε τα εξής σχετικά με αυτό, τον πέμπτο αιώνα Κ.Χ.: «Διότι, αν και λέγεται, προς υπεράσπισή τους, ότι αυτές οι ιστορίες για τους θεούς τους δεν ήταν αληθινές, αλλά απλώς ποιητικές επινοήσεις και ψευδείς φαντασιώσεις, αυτό ακριβώς τις κάνει ακόμη πιο αποκρουστικές, αν σέβεσαι την αγνότητα της θρησκείας σου· και αν παρατηρείς τη μοχθηρία του διαβόλου, τι πιο δόλιο ή πιο απατηλά πανούργο μπορεί να υπάρξει; Διότι όταν ένας έντιμος και άξιος κυβερνήτης μιας χώρας συκοφαντείται, δεν είναι η συκοφαντία τόσο πιο πονηρή και ασυγχώρητη όσο πιο καθαρός και αλώβητος είναι ο βίος της συκοφαντούμενης παράταξης από κάθε επαφή με οτιδήποτε τέτοιο;» (Περί της Πολιτείας του Θεού [De civitate Dei], Βιβλίο 2, κεφ. 9) Ωστόσο, η απήχηση που είχαν στο κοινό οι ποιητικές αυτές αφηγήσεις, όπως παρουσιάζονταν στο ελληνικό θέατρο, υποδηλώνει ότι η πλειονότητα δεν τις θεωρούσε συκοφαντικές, αλλά συμφωνούσε με αυτές. Η ανηθικότητα των θεών δικαιολογούσε την αδικοπραγία του ανθρώπου, και αυτό άρεσε στους ανθρώπους.—Βλέπε ΕΛΛΑΔΑ, ΕΛΛΗΝΕΣ (Η Αρχαία Ελληνική Θρησκεία).
Η διακονία του αποστόλου Παύλου τον έφερε σε επαφή με λάτρεις των αρχαίων ελληνικών θεών Δία και Ερμή. (Πρ 14:12, 13) Οι Αθηναίοι εξέφραζαν το φόβο τους για τους θεούς οικοδομώντας πολλούς ναούς και βωμούς. (Πρ 17:22-29) Η χονδροειδής σεξουαλική ανηθικότητα που αποτελούσε μέρος της αρχαίας ελληνικής λατρείας επηρέασε ακόμη και τη Χριστιανική εκκλησία στην Κόρινθο, και ο απόστολος Παύλος έκρινε απαραίτητο να επιπλήξει εκείνη την εκκλησία.—1Κο κεφ. 5.
Ρωμαϊκές Θεότητες. Η θρησκεία των Ρωμαίων ήταν επηρεασμένη σε μεγάλο βαθμό από τους Ετρούσκους, έναν λαό που πιστεύεται γενικά ότι προερχόταν από τη Μικρά Ασία. Η άσκηση μαντείας συνδέει σαφώς τη θρησκεία των Ετρούσκων με αυτήν των Βαβυλωνίων. Για παράδειγμα, τα πήλινα ομοιώματα συκωτιού που χρησιμοποιούνταν στα πλαίσια της μαντείας, και τα οποία βρέθηκαν στη Μεσοποταμία, μοιάζουν με το μπρούντζινο ομοίωμα συκωτιού που βρέθηκε στην Πιατσέντσα, στην περιοχή της Εμίλια-Ρομάνια, στην Ιταλία. Συνεπώς, όταν οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν τις ετρουσκικές θεότητες, στην πραγματικότητα παρέλαβαν βαβυλωνιακή κληρονομιά. (Βλέπε ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΙ.) Η ρωμαϊκή τριάδα που αποτελούνταν από τον Γιούπιτερ (τον υπέρτατο θεό, το θεό του ουρανού και του φωτός), τη Γιούνο (σύζυγο του Γιούπιτερ που πιστευόταν ότι είχε την εποπτεία σε θέματα που αφορούσαν ιδιαίτερα τις γυναίκες) και τη Μινέρβα (θεά της χειροτεχνίας) αντιστοιχεί στην ετρουσκική τριάδα Τίνια, Ούνι και Μένρβα.
Με την πάροδο του χρόνου, οι κυριότεροι αρχαίοι ελληνικοί θεοί διείσδυσαν στο ρωμαϊκό πάνθεο, παρότι ήταν γνωστοί με διαφορετικά ονόματα. Επίσης, οι Ρωμαίοι υιοθέτησαν θεούς και από άλλες χώρες, όπως τον περσικό θεό Μίθρα (τα γενέθλια του οποίου γιορτάζονταν στις 25 Δεκεμβρίου) και τη φρυγική θεά της γονιμότητας Κυβέλη, καθώς και την αιγυπτιακή Ίσιδα, οι οποίες ταυτίζονταν με τη βαβυλωνιακή Ιστάρ. Επιπλέον, θεοποιούνταν και οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες.
Τον Σατούρνο τον λάτρευαν επειδή πίστευαν ότι είχε οδηγήσει τη Ρώμη στη χρυσή εποχή της. Τα Σατουρνάλια, αρχικά μονοήμερη γιορτή που τελούνταν προς τιμήν του, εξελίχθηκαν αργότερα σε εφταήμερο εορτασμό που λάβαινε χώρα το δεύτερο ήμισυ του Δεκεμβρίου. Το γεγονός αυτό χαρακτηριζόταν από μεγάλο γλέντι. Αντάλλασσαν δώρα, όπως κέρινα φρούτα και λαμπάδες, και στα παιδιά κυρίως έδιναν πήλινες κούκλες. Στη διάρκεια της γιορτής δεν επιβάλλονταν τιμωρίες. Τα σχολεία και τα δικαστήρια είχαν αργία. Ακόμη και οι πολεμικές επιχειρήσεις σταματούσαν. Οι δούλοι έπαιρναν τη θέση των κυρίων τους, και το αντίστροφο, και τους επιτρεπόταν να πουν ό,τι ήθελαν, χωρίς το φόβο ότι θα τιμωρηθούν.
Οι πρώτοι Χριστιανοί αρνούνταν να συμμετάσχουν στη ρωμαϊκή λατρεία, και πιο συγκεκριμένα στη λατρεία του αυτοκράτορα, πράγμα για το οποίο έγιναν αντικείμενο έντονου διωγμού. Τηρούσαν ασυμβίβαστη στάση στο θέμα τού να “υπακούν στον Θεό ως άρχοντα μάλλον παρά στους ανθρώπους”, αρνούμενοι να αποδώσουν στους Ρωμαίους άρχοντες τη λατρεία που δικαιωματικά ανήκε στον Θεό.—Πρ 5:29· Μαρ 12:17· βλέπε ΡΩΜΗ (Θρησκεία).
Οι Θεοί των Εθνών Αντιπαραβάλλονται με τον Ιεχωβά. Σήμερα, πολλοί από τους θεούς που αναφέρονται στην Αγία Γραφή δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα όνομα. Παρότι οι λάτρεις τους θυσίαζαν ενίοτε σε αυτούς ακόμη και τα ίδια τους τα παιδιά, οι ψεύτικοι θεοί δεν μπορούσαν να σώσουν όσους απέβλεπαν σε αυτούς για βοήθεια όταν είχαν ανάγκη. (2Βα 17:31) Γι’ αυτό, ο βασιλιάς της Ασσυρίας, έχοντας υπόψη τις στρατιωτικές επιτυχίες του, καυχήθηκε μέσω του εκπροσώπου του, του Ραβσάκη: «Μήπως οι θεοί των εθνών διέσωσαν ο καθένας τη γη του από το χέρι του βασιλιά της Ασσυρίας; Πού είναι οι θεοί της Αιμάθ και της Αρφάδ; Πού είναι οι θεοί της Σεφαρβαΐμ, της Ενά και της Ιββά; Μήπως διέσωσαν τη Σαμάρεια από το χέρι μου; Ποιοι από όλους τους θεούς αυτών των τόπων διέσωσαν τη γη τους από το χέρι μου ώστε και ο Ιεχωβά να διασώσει την Ιερουσαλήμ από το χέρι μου;» (2Βα 18:28, 31-35) Ωστόσο, ο Ιεχωβά δεν απογοήτευσε το λαό του, όπως έκαναν εκείνοι οι ψεύτικοι θεοί. Σε μια νύχτα ο άγγελος του Ιεχωβά σκότωσε 185.000 από το στρατόπεδο των Ασσυρίων. Ο υπερήφανος Ασσύριος μονάρχης Σενναχειρείμ επέστρεψε ταπεινωμένος στη Νινευή, όπου αργότερα δολοφονήθηκε από δυο γιους του στο ναό του θεού του, του Νισρώκ. (2Βα 19:17-19, 35-37) Αληθινά, «όλοι οι θεοί των λαών είναι άχρηστοι θεοί· ο Ιεχωβά, όμως, έκανε τους ουρανούς».—Ψλ 96:5.
Πέρα από το ότι οι ψεύτικοι θεοί έχουν τα χαρακτηριστικά των κατασκευαστών τους, και οι άνθρωποι εξομοιώνονται σε μεγάλο βαθμό με τους θεούς τους οποίους λατρεύουν. Για παράδειγμα, ο Μανασσής, ο βασιλιάς του Ιούδα, ήταν τόσο αφοσιωμένος στους ψεύτικους θεούς, ώστε πέρασε το γιο του μέσα από τη φωτιά. Ωστόσο, ο ζήλος που επιδείκνυε ο Μανασσής για την άσκηση της ψεύτικης λατρείας δεν τον έκανε καλύτερο βασιλιά. Αντίθετα, αυτός έγινε σαν τους αιμοδιψείς θεούς τους οποίους λάτρευε, χύνοντας πάρα πολύ αθώο αίμα. (2Βα 21:1-6, 16) Σε διαμετρική αντίθεση με αυτό, οι λάτρεις του αληθινού Θεού προσπαθούν να μιμούνται τον Τέλειο Πλάστη τους, εκδηλώνοντας τον καρπό του πνεύματός του: αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, καλοσύνη, αγαθότητα, πίστη, πραότητα και εγκράτεια.—Εφ 5:1· Γα 5:22, 23.