ΒΑΑΛ
(Βάαλ) [Ιδιοκτήτης· Κύριος].
1. Ο τέταρτος στη σειρά κατονομαζόμενος γιος του Ιεϊήλ, ενός Βενιαμίτη.—1Χρ 8:29, 30· 9:35, 36.
2. Ρουβηνίτης του οποίου ο γιος, ο Βηράχ, ήταν ανάμεσα σε εκείνους που αιχμαλωτίστηκαν από τον Ασσύριο βασιλιά Θεγλάθ-φελασάρ Γ΄.—1Χρ 5:5, 6, 26.
3. Πόλη των Συμεωνιτών που παρεμβαλλόταν στην εδαφική περιοχή του Ιούδα. Προφανώς ταυτίζεται με τη Βααλάθ-βηρ και τη Ραμά του νότου (ή της Νεγκέμπ).—Παράβαλε 1Χρ 4:32, 33 και Ιη 19:7-9.
4. Στις Γραφές, η εβραϊκή λέξη μπά‛αλ χρησιμοποιείται αναφορικά με (1) έναν σύζυγο ως ιδιοκτήτη της συζύγου του (Γε 20:3)· (2) κτηματίες (Ιη 24:11, υποσ.)· (3) “κατόχους των εθνών” (Ησ 16:8, υποσ.)· (4) άτομα “που είχαν συνθήκη” (κατά κυριολεξία, “ιδιοκτήτες [κυρίους] διαθήκης”) (Γε 14:13, υποσ.)· (5) ιδιοκτήτες ή κατόχους αγαθών (Εξ 21:28, 34· 22:8· 2Βα 1:8, υποσ.)· (6) πρόσωπα ή πράγματα που έχουν κάτι το οποίο χαρακτηρίζει τη φύση τους, τη συμπεριφορά τους, την απασχόλησή τους και τα λοιπά, όπως για έναν τοξότη (κατά κυριολεξία, «κάποιον που κατέχει βέλη») (Γε 49:23), έναν “πιστωτή του χρέους” (κατά κυριολεξία, «κάτοχο χρέους του χεριού του») (Δευ 15:2), έναν “άνθρωπο θυμώδη” (κατά κυριολεξία, «κάτοχο θυμού») (Παρ 22:24), έναν “δικαστικό αντίπαλο” (κατά κυριολεξία, «κάτοχο της κρίσης») (Ησ 50:8, υποσ.)· (7) τον Ιεχωβά (Ωσ 2:16)· (8) ψεύτικους θεούς (Κρ 2:11, 13).
Ο όρος χαμπ Μπά‛αλ (ο Βάαλ) είναι ο προσδιορισμός που χρησιμοποιείται για τον ψεύτικο θεό Βάαλ. Η έκφραση χαμπ Μπε‛αλίμ (οι Βάαλ) αναφέρεται σε διάφορες τοπικές θεότητες που, όπως θεωρούνταν, είχαν υπό την ιδιοκτησία τους ή την κατοχή τους συγκεκριμένες τοποθεσίες στις οποίες ασκούσαν επιρροή.
Ο όρος «Βάαλ» εμφανίζεται μία φορά στις Χριστιανικές Ελληνικές Γραφές, στο εδάφιο Ρωμαίους 11:4, όπου, στο πρωτότυπο κείμενο, συνοδεύεται από το οριστικό άρθρο ἡ. Ο Τζον Νιούτον, σχολιάζοντας τη χρήση άρθρου θηλυκού γένους πριν από τη λέξη «Βάαλ» στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα και στο εδάφιο Ρωμαίους 11:4, έγραψε τα ακόλουθα σε μια πραγματεία για τη λατρεία του Βάαλ: «Παρότι στην εβραϊκή ο Βάαλ είναι αρσενικού γένους, [χαμπ Μπά‛αλ], ο κύριος, ωστόσο αποκαλείται [η Βάαλ], = η κυρία, στη Μετάφραση των Εβδομήκοντα· Ωσ. 2:8· Σοφ. 1:4· και στην Καινή Διαθήκη, Ρωμαίους 11:4. Στα πλαίσια της ακόλαστης λατρείας αυτής της ανδρόγυνης ή αμφίφυλης θεότητας, οι άντρες φορούσαν σε ορισμένες περιπτώσεις γυναικεία ρούχα, ενώ οι γυναίκες εμφανίζονταν με αντρική αμφίεση, κραδαίνοντας όπλα».—Αρχαίος Ειδωλολατρικός και Σύγχρονος Χριστιανικός Συμβολισμός (Ancient Pagan and Modern Christian Symbolism), του Τ. Ίνμαν, 1875, σ. 119.
Στην ιστορία του Ισραήλ ο Ιεχωβά αναφέρεται ενίοτε ως «Βάαλ», με την έννοια ότι ήταν ο Ιδιοκτήτης ή ο Σύζυγος του έθνους. (Ησ 54:5) Επιπλέον, οι Ισραηλίτες αποστάτες ίσως έκαναν έναν ανάρμοστο συσχετισμό του Ιεχωβά με τον Βάαλ. Αυτό φαίνεται να προκύπτει από την προφητεία του Ωσηέ η οποία έλεγε ότι θα ερχόταν η εποχή που ο Ισραήλ, αφού θα είχε πάει εξορία και θα είχε αποκατασταθεί στην πατρίδα του, θα αποκαλούσε μετανοημένος τον Ιεχωβά «Ο σύζυγός μου», και όχι πια «Ο ιδιοκτήτης μου» («Ο Βάαλ μου», AT, ΒΑΜ, ΛΧ). Τα συμφραζόμενα αφήνουν να εννοηθεί ότι ο χαρακτηρισμός «Βάαλ» και οι συσχετισμοί του με τον ψεύτικο θεό δεν θα έβγαιναν ποτέ πια ξανά από τα χείλη των Ισραηλιτών. (Ωσ 2:9-17) Μερικοί θεωρούν πως η άσχημη έννοια που φαίνεται ότι είχε προσλάβει η εβραϊκή λέξη μπά‛αλ, ως αποτέλεσμα του συσχετισμού της με την έκφυλη λατρεία του Βάαλ, ήταν ο λόγος για τον οποίο ο συγγραφέας του βιβλίου Δεύτερο Σαμουήλ χρησιμοποίησε τα ονόματα «Ις-βοσθέ» και «Μεφιβοσθέ» (το συνθετικό «βοσθέ» αντιστοιχεί στη λέξη μπόσεθ που σημαίνει ντροπή) αντί των «Εσβάαλ» και «Μερίβ-βάαλ».—2Σα 2:8· 9:6· 1Χρ 8:33, 34· βλέπε ΙΣ-ΒΟΣΘΕ.
Η Λατρεία του Βάαλ. Πέρα από τις πολλές Γραφικές αναφορές στη λατρεία του Βάαλ ελάχιστα ήταν γνωστά για αυτή τη λατρεία, μέχρις ότου ανασκαφές στην Ουγκαρίτ (τη σημερινή Ρας Σάμρα στα συριακά παράλια, απέναντι από το βορειοανατολικό άκρο της Κύπρου) έφεραν στο φως πολλά θρησκευτικά τεχνουργήματα και εκατοντάδες πήλινες πινακίδες. Πολλά από αυτά τα αρχαία έγγραφα, τα οποία είναι τώρα γνωστά ως κείμενα της Ρας Σάμρα, πιστεύεται ότι περιέχουν τις λειτουργίες ή τα λόγια που απάγγελλαν οι συμμετέχοντες στις τελετουργίες των θρησκευτικών γιορτών.
Στα κείμενα της Ρας Σάμρα, ο Βάαλ (αποκαλούμενος και Αλιγιάν [υπερισχύων] Βάαλ) αναφέρεται ως «Ζαβούλ [Άρχοντας], Κύριος της Γης» και ως «ο Ιππέας των Νεφών». Αυτό συμφωνεί με μια αναπαράσταση του Βάαλ η οποία τον παρουσιάζει με ρόπαλο ή εξουσιαστική ράβδο στο δεξί του χέρι και μια σχηματική παράσταση κεραυνού που καταλήγει σε αιχμή δόρατος στο αριστερό του. Επίσης απεικονίζεται με περικεφαλαία που φέρει κέρατα, κάτι που υποδηλώνει στενό συσχετισμό με τον ταύρο, σύμβολο της γονιμότητας.
Υπό φυσιολογικές συνθήκες, από τα τέλη Απριλίου μέχρι τον Σεπτέμβριο δεν βρέχει σχεδόν καθόλου στην Παλαιστίνη. Οι βροχές αρχίζουν τον Οκτώβριο και συνεχίζονται όλο το χειμώνα μέχρι τον Απρίλιο, με αποτέλεσμα να υπάρχει άφθονη βλάστηση. Επικρατούσε η αντίληψη ότι οι εναλλαγές των εποχών και τα συνακόλουθα φαινόμενα λάβαιναν χώρα κατά κύκλους λόγω των ατέρμονων συγκρούσεων μεταξύ των θεών. Η διακοπή των βροχών και η ξήρανση της βλάστησης αποδίδονταν στο θρίαμβο του θεού Μοτ (θάνατος και ανυδρία) επί του Βάαλ (βροχή και γονιμότητα), κατόπιν του οποίου ο Βάαλ εξαναγκαζόταν να αποσυρθεί στα έγκατα της γης. Η έναρξη της εποχής των βροχών υποδήλωνε, όπως πίστευαν, την αναβίωση του Βάαλ, την οποία απέδιδαν στο θρίαμβο της αδελφής του Βάαλ, της Ανάθ, επί του Μοτ. Ο θρίαμβος αυτός επέτρεπε στον αδελφό της τον Βάαλ να επιστρέψει στο θρόνο του. Η συνεύρεση του Βάαλ με τη σύζυγό του, πιθανώς την Αστορέθ, θεωρούνταν ότι εξασφάλιζε γονιμότητα για το επόμενο έτος.
Οι Χαναναίοι, που ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία, πιθανότατα πίστευαν πως η συμμετοχή τους σε μια ορισμένη τελετουργία, η οποία αποτελούσε ένα είδος μιμητικής μαγείας, υποκινούσε τους θεούς τους σε πράξεις αντίστοιχες με αυτές στις οποίες προέβαιναν οι ίδιοι στις θρησκευτικές γιορτές τους και ήταν απαραίτητη για να διασφαλιστεί η γονιμότητα της γης και των ζώων το επόμενο έτος καθώς και για να αποτραπεί η ξηρασία, η μάστιγα των ακρίδων και ούτω καθεξής. Επομένως, η αναβίωση του Βάαλ, η ενθρόνισή του και η συνεύρεσή του με τη σύζυγό του προφανώς εορτάζονταν με ακόλαστες τελετές γονιμότητας που χαρακτηρίζονταν από σεξουαλικά όργια αχαλίνωτης ασωτίας.
Χωρίς αμφιβολία κάθε χαναανιτική πόλη είχε δικό της ιερό του Βάαλ, προς τιμήν του τοπικού πολιούχου Βάαλ, με ιερείς διορισμένους να διευθύνουν τη λατρεία σε αυτά τα ιερά και στα πολλά τεμένη που υπήρχαν σε γειτονικούς λόφους, τα οποία ήταν γνωστά ως υψηλοί τόποι. (Παράβαλε 2Βα 17:32.) Μέσα στα τεμένη πιθανόν να υπήρχαν ομοιώματα ή αναπαραστάσεις του Βάαλ, ενώ κοντά στα υπαίθρια θυσιαστήρια υπήρχαν πέτρινες στήλες (μάλλον φαλλικά σύμβολα του Βάαλ), ιεροί στύλοι που συμβόλιζαν τη θεά Ασεράχ και στήλες θυμιάματος. (Παράβαλε 2Χρ 34:4-7· βλέπε ΙΕΡΟΣ ΣΤΥΛΟΣ.) Στους υψηλούς τόπους υπηρετούσαν ιερόδουλοι και ιερόδουλες και, εκτός από την τελετουργική πορνεία, λάβαιναν χώρα εκεί ακόμη και θυσίες παιδιών. (Παράβαλε 1Βα 14:23, 24· Ωσ 4:13, 14· Ησ 57:5· Ιερ 7:31· 19:5.) Η λατρεία του Βάαλ ασκούνταν επίσης στις ταράτσες των σπιτιών, όπου έβλεπε συχνά κανείς να υψώνουν καπνό θυσίας προς το θεό τους.—Ιερ 32:29.
Υπάρχουν ενδείξεις ότι τόσο ο Βάαλ όσο και άλλοι θεοί και θεές που ανήκαν στο χαναανιτικό πάνθεο ταυτίζονταν στη διάνοια των λάτρεών τους με συγκεκριμένα ουράνια σώματα. Για παράδειγμα, ένα από τα κείμενα της Ρας Σάμρα κάνει λόγο για μια προσφορά στη «Βασίλισσα Σαπάς (τον Ήλιο) και στα άστρα» ενώ ένα άλλο κάνει λόγο για «το στράτευμα του ήλιου και το τάγμα της ημέρας».
Γι’ αυτό και είναι αξιοσημείωτο το ότι η Αγία Γραφή κάνει αρκετές αναφορές στα ουράνια σώματα σε συνάρτηση με τη λατρεία του Βάαλ. Το Γραφικό υπόμνημα δηλώνει τα εξής, περιγράφοντας την αχαλίνωτη πορεία του βασιλείου του Ισραήλ: «Εγκατέλειπαν όλες τις εντολές του Ιεχωβά . . . , και άρχισαν να προσκυνούν όλο το στράτευμα των ουρανών και να υπηρετούν τον Βάαλ». (2Βα 17:16) Σε σχέση με το βασίλειο του Ιούδα αναφέρεται ότι ακριβώς μέσα στο ναό του Ιεχωβά υπήρχαν «σκεύη που είχαν φτιαχτεί για τον Βάαλ και για τον ιερό στύλο και για όλο το στράτευμα των ουρανών». Επίσης, ο λαός σε όλο τον Ιούδα ύψωνε «καπνό θυσίας στον Βάαλ, στον ήλιο και στη σελήνη και στους αστερισμούς του ζωδιακού κύκλου και σε όλο το στράτευμα των ουρανών».—2Βα 23:4, 5· 2Χρ 33:3· βλέπε επίσης Σοφ 1:4, 5.
Κάθε τοποθεσία είχε τον δικό της Βάαλ, στον οποίο έδιναν συνήθως ένα όνομα που υποδήλωνε τη σχέση του με τη συγκεκριμένη τοποθεσία. Για παράδειγμα, ο Βάαλ του Φεγώρ, τον οποίο λάτρευαν οι Μωαβίτες και οι Μαδιανίτες, πήρε το όνομά του από το Όρος Φεγώρ. (Αρ 25:1-3, 6) Αργότερα, και οι ίδιες οι τοποθεσίες προσέλαβαν μέσω μετωνυμίας τα ονόματα αυτών των τοπικών Βάαλ, όπως για παράδειγμα οι τοποθεσίες Βάαλ-αερμών, Βάαλ-ασώρ, Βάαλ-σεφών, Βαμώθ-βάαλ. Ωστόσο, παρότι υπήρχαν πολλοί τοπικοί Βάαλ, η επίσημη αντίληψη που επικρατούσε μεταξύ των Χαναναίων ήταν ότι, στην πραγματικότητα, υπήρχε μόνο ένας θεός Βάαλ.
Τι επίδραση είχε η λατρεία του Βάαλ στον Ισραήλ;
Η Αγία Γραφή περιέχει νύξεις για τον Βααλισμό που αφορούν αρχαιότατες περιόδους, αν και στις ημέρες των πατριαρχών ο Βααλισμός δεν φαίνεται να είχε φτάσει στο επίπεδο εξαχρείωσης που υπήρχε όταν οι Ισραηλίτες εισήλθαν στη γη Χαναάν. (Παράβαλε Γε 15:16· 1Βα 21:26.) Η αναφορά στην πόλη Αστερώθ-καρναΐμ, η οποία πήρε πιθανώς το όνομα της Αστορέθ, της συζύγου του Βάαλ, είναι η πρώτη έμμεση αναφορά στον Βααλισμό. (Γε 14:5) Προτού διασχίσουν οι Ισραηλίτες την Ερυθρά Θάλασσα είδαν απέναντί τους στην έρημο τη Βάαλ-σεφών. (Εξ 14:2, 9) Αναφορικά με τους κατοίκους της Χαναάν δόθηκαν συγκεκριμένες προειδοποιήσεις στον Μωυσή στο Όρος Σινά, ότι δηλαδή ο Ισραήλ έπρεπε να γκρεμίσει τα θυσιαστήριά τους, να συντρίψει τις ιερές στήλες τους και να κόψει τους ιερούς στύλους τους. (Εξ 34:12-14) Με αυτόν τον τρόπο θα εξαλείφονταν από την Υποσχεμένη Γη όλα τα αντικείμενα που ήταν συναφή με τη λατρεία του Βάαλ.
Ενώ οι Ισραηλίτες ήταν στρατοπεδευμένοι στις Πεδιάδες του Μωάβ, ο Βασιλιάς Βαλάκ ανέβασε τον Βαλαάμ στη Βαμώθ-βάαλ (που σημαίνει «Υψηλοί Τόποι του Βάαλ») για να δει το τεράστιο αυτό πλήθος. (Αρ 22:41) Όταν η προσπάθεια του Βαλαάμ να καταραστεί απευθείας τους Ισραηλίτες αποδείχτηκε ανεπιτυχής, αυτός συμβούλεψε τον Βαλάκ να τους παρασύρει στην ειδωλολατρία βάζοντάς τους σε πειρασμό να διαπράξουν σεξουαλική ανηθικότητα με τις ειδωλολάτρισσες του Βάαλ του Φεγώρ. Χιλιάδες Ισραηλίτες ενέδωσαν σε αυτόν τον πειρασμό και έχασαν τη ζωή τους.—Αρ 22:1–25:18· Απ 2:14.
Παρά την πικρή αυτή εμπειρία και τις σαφείς προειδοποιήσεις του Μωυσή και του Ιησού του Ναυή (Δευ 7:25, 26· Ιη 24:15, 19, 20), όταν οι Ισραηλίτες εγκαταστάθηκαν στη Χαναάν άρχισαν να μιμούνται τους Χαναναίους που είχαν απομείνει, προφανώς για να εξασφαλίσουν γονιμότητα για τα ζώα τους και τη γη τους. Παράλληλα, επιδίδονταν σε μια υποτιθέμενη μορφή λατρείας του Ιεχωβά. Μετά το θάνατο του Ιησού του Ναυή η αποστασία γενικεύτηκε. (Κρ 2:11-13· 3:5-8) Οι Ισραηλίτες είχαν στους αγρούς τους θυσιαστήρια, στύλους και άλλα αντικείμενα συναφή με τη λατρεία του Βάαλ, και προφανώς συμβουλεύονταν τους Χαναναίους γείτονές τους σε σχέση με το πώς μπορούσαν να ευαρεστούν τον «ιδιοκτήτη», δηλαδή τον Βάαλ, του κάθε αγρού. Οι Ισραηλίτες παγιδεύτηκαν επίσης από τις ανήθικες πράξεις που συνδέονταν με τη λατρεία του Βάαλ. Ως αποτέλεσμα, ο Ιεχωβά τούς παρέδωσε στους εχθρούς τους.
Ωστόσο, όταν επέστρεφαν σε εκείνον, ο Ιεχωβά έδειχνε έλεος και τους απελευθέρωνε, εγείροντας κριτές όπως ο Γεδεών, ο οποίος μετονομάστηκε σε Ιεροβάαλ (που σημαίνει «Ας Κάνει Νομική Υπεράσπιση (Ας Αντιδικήσει) ο Βάαλ»). (Κρ 6:25-32· 1Σα 12:9-11) Εκείνη την εποχή, όμως, δεν υπήρξε μόνιμη μεταρρύθμιση. (Κρ 8:33· 10:6) Ο λαός συνέχισε να επιδίδεται στον Βααλισμό ακόμη και μετά την εποχή του Σαμουήλ, παρότι είναι γραμμένο ότι με τις παραινέσεις του ο λαός απέβαλε τους Βάαλ και τις εικόνες της Αστορέθ και άρχισε να υπηρετεί μόνο τον Ιεχωβά.—1Σα 7:3, 4.
Αν και μέχρι το τέλος της βασιλείας του Σολομώντα δεν γίνεται ξανά μνεία του Βααλισμού, είναι πιθανό ότι ο Βααλισμός συνέχιζε να υπάρχει σε μερικές περιοχές του βασιλείου. Πολλές μορφές του Βααλισμού καθιερώθηκαν στη χώρα όταν ο Σολομών παντρεύτηκε πολλές ειδωλολάτρισσες, οι οποίες παρέσυραν αυτόν και τα παιδιά τους στη λατρεία άλλων θεών, όπως ήταν η Αστορέθ και ο Μολόχ, οι οποίοι συνδέονταν με τη λατρεία του Βάαλ.—1Βα 11:4, 5, 33· Ιερ 32:35.
Μετά τη διχοτόμηση του βασιλείου το 997 Π.Κ.Χ., ο Ιεροβοάμ καθιέρωσε τη μοσχολατρία στο βόρειο βασίλειο του Ισραήλ, στη Δαν και στη Βαιθήλ. Ο εγχώριος Βααλισμός και η μοσχολατρία ασκούνταν παράλληλα, όπως στον Ιούδα ασκούσαν κατ’ επίφαση την αληθινή λατρεία στην Ιερουσαλήμ ενώ σε όλη τη χώρα επιδίδονταν και στον Βααλισμό.—1Βα 14:22-24.
Μια διαφορετική μορφή λατρείας του Βάαλ καθιερώθηκε στον Ισραήλ επί των ημερών του Βασιλιά Αχαάβ (περ. 940-920 Π.Κ.Χ.)—η λατρεία του Μελκάρτ, του Βάαλ της Τύρου. (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 532) Ο Αχαάβ παντρεύτηκε την κόρη του βασιλιά της Τύρου, του λεγόμενου Εθβάαλ (που σημαίνει «Με τον Βάαλ»). Το αποτέλεσμα ήταν να εισαγάγει η κόρη του Εθβάαλ, η Ιεζάβελ, αυτή την ανδροπρεπέστερη λατρεία στον Ισραήλ, στα πλαίσια της οποίας υπήρχαν πολλοί ιερείς και υπηρέτες. (1Βα 16:31-33) Τελικά, στο Όρος Κάρμηλος έλαβε χώρα η περίφημη αναμέτρηση ανάμεσα στον Ιεχωβά και στον Βάαλ.
Πιθανότατα επειδή οι λάτρεις του Βάαλ, που θεωρούνταν ο ιδιοκτήτης του ουρανού, πίστευαν ότι αυτός έδινε τις βροχές και τη γονιμότητα, ο Ηλίας διέταξε να έρθει ξηρασία στο όνομα του Ιεχωβά. (1Βα 17:1) Έπειτα από τρία χρόνια και έξι μήνες ξηρασίας, και αφού ο Βάαλ είχε αποδειχτεί ανίκανος να τερματίσει την ξηρασία ως απάντηση στις πολλές εκκλήσεις που θα του είχαν αναμφίβολα απευθύνει οι ιερείς του και οι λάτρεις του, ο Ηλίας συγκέντρωσε όλο το λαό στο Όρος Κάρμηλος, ώστε να παραστούν μάρτυρες της μεγάλης δοκιμής για το ποιος είναι ο αληθινός Θεός. Η δοκιμή κατέληξε σε ταπείνωση των λάτρεων του Βάαλ και στη σφαγή 450 προφητών του. Ο Ιεχωβά, και όχι ο Βάαλ, έφερε τότε βροχή, τερματίζοντας την ξηρασία.—1Βα 18:18-46· Ιακ 5:17.
Ο γιος και διάδοχος του Αχαάβ, ο Οχοζίας, συνέχισε να υπηρετεί τον Βάαλ. (1Βα 22:51-53) Τον Οχοζία διαδέχθηκε ο αδελφός του, ο Ιωράμ, για τον οποίο αναφέρεται ότι αφαίρεσε την ιερή στήλη του Βάαλ που είχε φτιάξει ο πατέρας του, αν και συνέχισε τη μοσχολατρία.—2Βα 3:1-3.
Αργότερα (περ. 905 Π.Κ.Χ.) χρίστηκε βασιλιάς ο Ιηού. Αυτός εκδικήθηκε το φόνο των προφητών του Ιεχωβά θανατώνοντας την Ιεζάβελ και τον οίκο του συζύγου της, του Αχαάβ. Έπειτα κλήθηκαν όλοι οι λάτρεις του Βάαλ στη Σαμάρεια υπό το πρόσχημα ότι θα γινόταν «επίσημη σύναξη για τον Βάαλ». Κατόπιν εντολής του Ιηού όλοι οι λάτρεις του Βάαλ θανατώθηκαν. Οι ιεροί στύλοι αποτεφρώθηκαν, η ιερή στήλη και ο οίκος του Βάαλ γκρεμίστηκαν και μάλιστα ο οίκος του έγινε δημόσιο αποχωρητήριο. Με τις ενέργειες αυτές αναφέρεται ότι «αφάνισε ο Ιηού τον Βάαλ από τον Ισραήλ». (2Βα 10:18-28) Έτσι λοιπόν, τουλάχιστον προσωρινά, η λατρεία του Βάαλ καταπνίγηκε. Ωστόσο, ο λόγος για τον οποίο επέτρεψε τελικά ο Ιεχωβά να πάει εξορία το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ ήταν αυτή η Βααλιστική θρησκεία.—2Βα 17:16-18.
Στον Ιούδα, ο Βααλισμός προφανώς παρέμεινε ριζωμένος, παρά τις προσπάθειες του Βασιλιά Ασά να αφαιρέσει τα συναφή με την ειδωλολατρία αντικείμενα. (2Χρ 14:2-5) Όταν ο Αχαάβ πάντρεψε τη Γοθολία, την κόρη που είχε αποκτήσει από την Ιεζάβελ, με τον Ιωράμ, τον έβδομο βασιλιά του Ιούδα, η πονηρή επιρροή της Γοθολίας εδραίωσε την τυριακή εκδοχή του Βααλισμού στη βασιλική οικογένεια του Ιούδα. Ακόμη και οι μεταρρυθμίσεις που έγιναν στην αρχή της βασιλείας του Ιωάς, εγγονού της Γοθολίας, και οι μεταγενέστερες μεταρρυθμίσεις του Βασιλιά Εζεκία δεν πέτυχαν την οριστική απομάκρυνση της λατρείας του Βάαλ. (2Βα 11:18· 18:4) Ο γιος του Εζεκία ο Μανασσής ανοικοδόμησε τους ίδιους εκείνους υψηλούς τόπους που είχε καταστρέψει ο πατέρας του. (2Βα 21:3) Αν και από ό,τι φαίνεται οι περισσότεροι βασιλιάδες του Ιούδα είχαν μολυνθεί από τη λατρεία του Βάαλ, ο Μανασσής επιδόθηκε σε υπερβολικό βαθμό σε αυτή την εξαχρειωτική λατρεία. (2Βα 21:9-11) Η μεταγενέστερη μεταρρύθμιση από τον ίδιο αλλά και η εκτεταμένη κάθαρση από τον εγγονό του, τον Βασιλιά Ιωσία, δεν πέτυχαν οριστική επιστροφή στην αληθινή λατρεία. Η τιμωρία που επήλθε με τη μορφή εξορίας και ερήμωσης της γης ήταν το αποτέλεσμα αυτής της ολοκληρωτικής μόλυνσης από την ψεύτικη λατρεία.—2Χρ 33:10-17· 2Βα 23:4-27· Ιερ 32:29.
Ο Ιερεμίας, του οποίου το προφητικό έργο διήρκεσε από τις ημέρες του Ιωσία μέχρι την εξορία στη Βαβυλώνα, κατέκρινε τον Ισραήλ για την εξαχρείωση στην οποία είχε οδηγηθεί εξαιτίας της λατρείας του Βάαλ, παρομοιάζοντάς τον με μια μοιχαλίδα σύζυγο η οποία εκπορνευόταν κάτω από κάθε θαλερό δέντρο και πάνω σε κάθε υψηλό τόπο, μοιχεύοντας με πέτρες και με δέντρα και λησμονώντας τον Ιεχωβά, “τον συζυγικό ιδιοκτήτη” τους. (Ιερ 2:20-27· 3:9, 14) Μετά την εξορία στη Βαβυλώνα και την επιστροφή των Ιουδαίων στην Παλαιστίνη, δεν γίνεται λόγος στη Γραφή για Βααλισμό μεταξύ των Ισραηλιτών.
[Εικόνες στη σελίδα 418]
Απεικονίσεις του Βάαλ. Κάθε τοποθεσία όπου λατρευόταν αυτός ο θεός είχε τον δικό της Βάαλ