ΠΥΡΙΝΟ ΦΙΔΙ
Το εβραϊκό ουσιαστικό σαράφ, ο πληθυντικός αριθμός του οποίου αποδίδεται «σεραφείμ» στα εδάφια Ησαΐας 6:2, 6, σημαίνει κατά κυριολεξία «πύρινος» ή «αυτός που καίει». Χρησιμοποιείται επίσης σε συνδυασμό με το γενικό εβραϊκό όρο που αποδίδεται «φίδι» (ναχάς) και έχει μεταφραστεί «δηλητηριώδης», αναφερόμενος ίσως στο κάψιμο και στη φλεγμονή που προκαλεί το δηλητήριο των φιδιών. (Δευ 8:15) Μνημονεύεται για πρώτη φορά στην περίπτωση που ο Θεός τιμώρησε τους στασιαστικούς Ισραηλίτες στέλνοντας «δηλητηριώδη φίδια [χαννεχασίμ χασσεραφίμ]» ανάμεσά τους. Μετά τη μεσολάβηση του Μωυσή, ο Ιεχωβά τού έδωσε την οδηγία να φτιάξει «ένα πύρινο φίδι» και να το βάλει πάνω σε ένα κοντάρι που θα χρησίμευε ως σημάδι. Αν το κοιτούσαν εκείνοι που είχαν δαγκωθεί, θα γιατρεύονταν και θα ζούσαν. Ο Μωυσής κατασκεύασε το φίδι χρησιμοποιώντας χαλκό. (Αρ 21:6-9· 1Κο 10:9) Ο Ιησούς απέδωσε προφητική σημασία στο γεγονός δηλώνοντας: «Όπως ο Μωυσής ύψωσε το φίδι στην έρημο, έτσι και ο Γιος του ανθρώπου πρέπει να υψωθεί, ώστε όποιος πιστεύει σε αυτόν να έχει αιώνια ζωή».—Ιωα 3:14, 15.
Στα εδάφια Ησαΐας 14:29 και 30:6 εμφανίζεται ο όρος «ιπτάμενο πύρινο φίδι» ως μέρος της κρίσης του Θεού εναντίον της Φιλιστίας, καθώς και στην περιγραφή της ερήμου που υπήρχε Ν του Ιούδα. Ορισμένοι θεωρούν ότι ο χαρακτηρισμός «ιπτάμενο» αναφέρεται στον τρόπο με τον οποίο επιτίθενται τα δηλητηριώδη φίδια, καθώς εκτοξεύονται ταχύτατα προς τα εμπρός ή χτυπούν αστραπιαία το στόχο τους ορμώντας στον αέρα.