ΑΙΜΑΘ
(Αιμάθ), ΑΙΜΑΘΙΤΕΣ (Αιμαθίτες).
Η πόλη Αιμάθ ήταν η πρωτεύουσα ενός μικρού χαναανιτικού βασιλείου στη Συρία κατά την αρχική περίοδο του Ισραήλ. Η πλούσια αγροτική περιοχή γύρω της ονομαζόταν και αυτή Αιμάθ. Στους ελληνορωμαϊκούς χρόνους η κλασική ονομασία της πόλης ήταν Επιφάνεια, από το όνομα του Αντίοχου Δ΄ (του Επιφανούς). Σήμερα ονομάζεται Χάμα, λέξη που αποτελεί σύντμηση της αρχικής μορφής του ονόματός της.
Η πόλη της Αιμάθ ήταν χτισμένη δίπλα στον ποταμό Ορόντη, κατά μήκος σπουδαίων εμπορικών οδών, σε απόσταση 81 χλμ. από τη Μεσόγειο, γύρω στα 190 χλμ. Β της Δαμασκού και περίπου 120 χλμ. Ν του Χαλεπίου.
Μολονότι μερικές φορές λέγεται ότι η Αιμάθ είχε χετταϊκή προέλευση, το πιθανότερο είναι ότι ιδρύθηκε από τους Αιμαθίτες, που ήταν συγγενείς των Χετταίων και αποτελούσαν μια από τις 70 μετακατακλυσμιαίες οικογένειες. Ο Χετ και ο Αιμάθ, οι προπάτορες αυτών των δύο οικογενειακών γραμμών, κατονομάζονται αντίστοιχα ως ο 2ος και ο 11ος γιος του Χαναάν, γιου του Χαμ.—Γε 10:6, 15-18· 1Χρ 1:8, 13-16· βλέπε ΧΕΤΤΑΙΟΙ.
“Η Είσοδος της Αιμάθ”. Στην παλαιότερη αναφορά που έχουμε για την Αιμάθ μάς λέγεται ότι το 16ο αιώνα Π.Κ.Χ. οι 12 Ισραηλίτες κατάσκοποι ανέβηκαν από το Ν μέχρι «την είσοδο της Αιμάθ», μια συχνά επαναλαμβανόμενη φράση η οποία πιστεύεται ότι αναφέρεται, όχι στις πύλες της ίδιας της πόλης, αλλά στο νότιο σύνορο της περιοχής την οποία εξουσίαζε. (Αρ 13:21) Μέχρι αυτό το όριο επεκτάθηκε η κατάκτηση του Ιησού του Ναυή προς το Β. (Ιη 13:2, 5· Κρ 3:1-3) Ωστόσο, ορισμένοι λόγιοι υποστηρίζουν ότι η έκφραση «μέχρι την είσοδο της Αιμάθ» (Ιη 13:5) θα έπρεπε πιθανώς να αποδίδεται «μέχρι τη Λεβί-αιμάθ (Λιοντάρι της Αιμάθ)», υποδηλώνοντας έναν συγκεκριμένο τόπο.—Βλέπε Παλαιά Διαθήκη (Vetus Testamentum), Λέιντεν, 1952, σ. 114.
Η ακριβής θέση αυτού του συνόρου (ή τόπου) δεν είναι βέβαιη. Θεωρούνταν ότι αποτελούσε το βόρειο σύνορο της περιοχής του Ισραήλ (Αρ 34:8· 1Βα 8:65· 2Βα 14:25· 2Χρ 7:8) και ότι συνόρευε με τη Δαμασκό. (Ιερ 49:23· Ιεζ 47:15-17· 48:1· Ζαχ 9:1, 2) Μερικοί πιστεύουν ότι ήταν το νότιο άκρο της Κοιλάδας της Κοίλης Συρίας (ονομάζεται και Μπεκάα), η οποία εκτείνεται μεταξύ των οροσειρών του Λιβάνου και του Αντιλιβάνου. Άλλοι λένε ότι βρισκόταν στο μέσο της απόστασης μεταξύ Μπααλμπέκ και Ριβλά. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι ήταν ακόμη βορειότερα, στο σημείο όπου το πέρασμα διευρύνεται ανάμεσα στη Χομς και στη θάλασσα.—Ιεζ 47:20.
Σχέσεις με τον Ισραήλ. Ο Θοΐ (Θοού), βασιλιάς της Αιμάθ, έστειλε το γιο του τον Ιεχωράμ (Χαδωράμ) να συγχαρεί τον Βασιλιά Δαβίδ για τη νίκη του επί ενός κοινού τους εχθρού, του Αδαδέζερ. Η Αιμάθ ήταν τότε ανεξάρτητο βασίλειο. (2Σα 8:3, 9, 10· 1Χρ 18:3, 9, 10) Ωστόσο, στη διάρκεια της βασιλείας του Σολομώντα, το βασίλειο της Αιμάθ φαίνεται ότι ήταν υπό τον έλεγχο του Ισραήλ, διότι ο Σολομών έχτισε πόλεις αποθήκευσης σε εκείνη την περιοχή. (2Χρ 8:3, 4) Μετά το θάνατο του Σολομώντα, η Αιμάθ κέρδισε την ανεξαρτησία της και παρέμεινε ανεξάρτητη, με εξαίρεση μια σύντομη περίοδο τον ένατο αιώνα Π.Κ.Χ., όταν ο Ιεροβοάμ Β΄ την επανέφερε προσωρινά υπό τον έλεγχο του Ισραήλ. (2Βα 14:28) Εκείνη περίπου την εποχή χαρακτηριζόταν ως “πολυπληθής Αιμάθ”.—Αμ 6:2.
Τον όγδοο αιώνα Π.Κ.Χ., η Αιμάθ και οι γείτονές της—μεταξύ των οποίων και το δεκάφυλο βασίλειο του Ισραήλ—κατατροπώθηκαν από τους Ασσυρίους οι οποίοι σάρωναν τα πάντα οδεύοντας προς την παγκόσμια κυριαρχία. Η τακτική της Ασσυρίας ήταν να ανταλλάσσει και να μετεγκαθιστά τους αιχμαλώτους της, και έτσι πληθυσμοί από την Αιμάθ μεταφέρθηκαν και πήραν τη θέση των κατοίκων της Σαμάρειας, οι οποίοι με τη σειρά τους οδηγήθηκαν στην Αιμάθ και σε άλλα μέρη. (2Βα 17:24· 19:12, 13· Ησ 10:9-11· 37:12, 13) Στη συνέχεια, οι Αιμαθίτες έστησαν στους υψηλούς τόπους της Σαμάρειας ομοιώματα της θεότητάς τους της Ασιμά, μολονότι αυτή η άχρηστη θεότητα είχε αποδειχτεί ανίσχυρη εναντίον των Ασσυρίων.—2Βα 17:29, 30· 18:33, 34· Ησ 36:18, 19.
Σύμφωνα με μια σωζόμενη σφηνοειδή επιγραφή (Βρετανικό Μουσείο 21946), μετά τη μάχη της Χαρκεμίς το 625 Π.Κ.Χ. (Ιερ 46:2), οι δυνάμεις του Ναβουχοδονόσορα πρόφτασαν τους Αιγυπτίους που είχαν τραπεί σε φυγή και τους εξολόθρευσαν στην περιφέρεια της Αιμάθ. (Ασσυριακά και Βαβυλωνιακά Χρονικά [Assyrian and Babylonian Chronicles], του Α. Κ. Γκρέισον, 1975, σ. 99) Σε αυτή την ίδια περιοχή, μερικά χρόνια νωρίτερα, ο Φαραώ Νεχαώ είχε αιχμαλωτίσει τον Βασιλιά Ιωάχαζ. (2Βα 23:31-33) Κατόπιν, το 607 Π.Κ.Χ., με την πτώση της Ιερουσαλήμ, ο Σεδεκίας και άλλοι αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν στη Ριβλά, στην περιοχή της Αιμάθ, και εκεί, μπροστά στα μάτια του Σεδεκία, θανατώθηκαν οι γιοι του, καθώς και άλλοι ευγενείς. (2Βα 25:18-21· Ιερ 39:5, 6· 52:9, 10, 24-27) Εντούτοις, ο Θεός είχε υποσχεθεί ότι στον ορισμένο καιρό θα αποκαθιστούσε ένα υπόλοιπο του αιχμάλωτου λαού του, μεταξύ των οποίων και εκείνους που βρίσκονταν στη γη της Αιμάθ.—Ησ 11:11, 12.
[Χάρτης στη σελίδα 137]
(Για το πλήρως μορφοποιημένο κείμενο, βλέπε έντυπο)
Μεγάλη Θάλασσα
Ποταμός Ορόντης
Αιμάθ
Χομς
Ριβλά
Όρη του Λιβάνου
Σιδώνα
Ποταμός Λιτάνι
Όρη του Αντιλιβάνου
Δαμασκός