ΒΕΡΑΧΑ
(Βεραχά) [Ευλογία].
1. Ένας από τους κραταιούς άντρες της φυλής του Βενιαμίν, οι οποίοι ήταν επιδέξιοι στη χρήση του τόξου. Συντάχθηκε με τον Δαβίδ στη Σικλάγ, ενόσω ο Δαβίδ εξακολουθούσε να βρίσκεται κάτω από περιορισμούς εξαιτίας του Σαούλ.—1Χρ 12:1-3.
2. Κοιλάδα στον Ιούδα, ανάμεσα στη Βηθλεέμ και στη Χεβρών. Κατά την τρέχουσα άποψη, ταυτίζεται με το Ουάντι ελ-Αρούμπ, ενώ το όνομα του γειτονικού Χίρμπετ Μπερεϊκούτ (Μπεραχότ) φαίνεται ότι μαρτυρεί την αρχική ονομασία. Αυτή η κοιλάδα εκτείνεται από Α προς Δ, συνδέοντας τη λοφώδη περιοχή του Ιούδα με την έρημο Δ της Αλμυρής Θάλασσας.
Μετά τη θαυματουργική νίκη επί των συνδυασμένων δυνάμεων του Αμμών, του Μωάβ και του Εδώμ, ο Ιωσαφάτ συγκέντρωσε το λαό σε αυτή την κοιλάδα για να ευλογήσουν τον Ιεχωβά, εξού και η ονομασία Βεραχά (δηλαδή «Ευλογία») που δόθηκε σε αυτή την κοιλάδα.—2Χρ 20:26.