ΚΥΡΟΣ
(Κύρος).
Ο ιδρυτής της Περσικής Αυτοκρατορίας και κατακτητής της Βαβυλώνας. Αποκαλείται «Κύρος ο Μέγας»—τίτλος που τον ξεχωρίζει από τον Κύρο Α΄, τον παππού του.
Μετά την κατάκτηση της Βαβυλωνιακής Αυτοκρατορίας, ένα κείμενο σφηνοειδούς γραφής, γνωστό ως Κύλινδρος του Κύρου, παρουσιάζει τον Κύρο να λέει: «Εγώ είμαι ο Κύρος, βασιλιάς του κόσμου, μεγάλος βασιλιάς, νόμιμος βασιλιάς, βασιλιάς της Βαβυλώνας, βασιλιάς του Σουμέρ και του Ακκάδ, βασιλιάς των τεσσάρων άκρων (της γης), γιος του Καμβύση (Κα-αμ-μπου-ζι-ια), μεγάλος βασιλιάς, βασιλιάς του Ανσάν, εγγονός του Κύρου [Α΄], . . . απόγονος του Τεΐσπη . . . από οικογένεια (που) ανέκαθεν (ασκούσε) βασιλική εξουσία». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή [Ancient Near Eastern Texts], επιμέλεια Τζ. Πρίτσαρντ, 1974, σ. 316) Ο Κύρος παρουσιάζεται, λοιπόν, ως γόνος της δυναστείας των βασιλιάδων του Ανσάν, μιας πόλης ή περιφέρειας της οποίας η θέση δεν είναι γνωστή με βεβαιότητα, αλλά τώρα γενικά πιστεύεται ότι βρισκόταν Α του Ελάμ. Αυτή η δυναστεία βασιλιάδων ονομάζεται δυναστεία των Αχαιμενιδών, από το όνομα του Αχαιμένη, του πατέρα του Τεΐσπη.
Η αρχική περίοδος της ζωής του Κύρου Β΄ είναι κάπως συγκεχυμένη, καθώς οι πληροφορίες που έχουμε για αυτήν προέρχονται κυρίως από τις μάλλον ευφάνταστες εξιστορήσεις του Ηρόδοτου (ο οποίος έζησε τον πέμπτο αιώνα Π.Κ.Χ.) και του Ξενοφώντα (ο οποίος έζησε μισό περίπου αιώνα αργότερα). Ωστόσο, και οι δύο αυτοί συγγραφείς παρουσιάζουν τον Κύρο ως γιο του Πέρση ηγεμόνα Καμβύση και της συζύγου του της Μανδάνης, η οποία ήταν κόρη του Αστυάγη, του βασιλιά των Μήδων. (Ηρόδοτος, Α΄, 107, 108· Ξενοφώντα Κύρου Παιδεία, Α΄, 2, 1) Αυτή την εξ αίματος συγγένεια του Κύρου με τους Μήδους δεν την ενστερνίζεται ο Κτησίας, ένας άλλος ιστορικός της ίδιας περιόδου, ο οποίος αντ’ αυτού ισχυρίζεται ότι ο Κύρος έγινε γαμπρός του Αστυάγη όταν παντρεύτηκε την κόρη του, που ονομαζόταν Αμύτις (Αμυΐτις).
Ο Κύρος διαδέχθηκε τον Καμβύση Α΄, τον πατέρα του, στο θρόνο του Ανσάν, το οποίο βρισκόταν τότε υπό την επικυριαρχία του Μήδου βασιλιά Αστυάγη. Ο Διόδωρος (του πρώτου αιώνα Π.Κ.Χ.) τοποθετεί την έναρξη της βασιλείας του Κύρου στο πρώτο έτος της 55ης Ολυμπιάδας, δηλαδή το 560/559 Π.Κ.Χ. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι ο Κύρος εξεγέρθηκε εναντίον της μηδικής κυριαρχίας και, επειδή τα στρατεύματα του Αστυάγη εγκατέλειψαν τη μάχη, κατάφερε να κερδίσει μια εύκολη νίκη και να κατακτήσει την πρωτεύουσα των Μήδων, τα Εκβάτανα. Σύμφωνα με το Χρονικό του Ναβονίδη, ο Βασιλιάς Ιστουμέγκου (Αστυάγης) «συγκέντρωσε τα στρατεύματά του και βάδισε εναντίον του Κύρου, του βασιλιά του Ανσάν, για να τον πολεμήσει. Ο στρατός του Ιστουμέγκου εξεγέρθηκε εναντίον του και τον παρέδωσε δέσμιο στον Κύρο». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 305) Ο Κύρος κατάφερε να κερδίσει την αφοσίωση των Μήδων, και έτσι οι Μήδοι και οι Πέρσες πολεμούσαν έκτοτε ενωμένα υπό την ηγεσία του. Τα επόμενα χρόνια ο Κύρος κινήθηκε για να εδραιώσει την κυριαρχία του στο δυτικό τομέα της Μηδικής Αυτοκρατορίας, προελαύνοντας μέχρι τα ανατολικά σύνορα της Λυδικής Αυτοκρατορίας στον ποταμό Άλυ της Μικράς Ασίας.
Στη συνέχεια ο Κύρος νίκησε τον πάμπλουτο Βασιλιά Κροίσο της Λυδίας και κατέλαβε τις Σάρδεις. Ακολούθως, υπέταξε τις ιωνικές πόλεις και προσάρτησε ολόκληρη τη Μικρά Ασία στην επικράτεια της Περσικής Αυτοκρατορίας. Έτσι λοιπόν, μέσα σε μερικά χρόνια ο Κύρος είχε γίνει ο κύριος αντίπαλος της Βαβυλώνας και του βασιλιά της του Ναβονίδη.
Η Κατάκτηση της Βαβυλώνας. Ο Κύρος ετοιμάστηκε τότε να αντιμετωπίσει την ισχυρή Βαβυλώνα, και ιδιαίτερα από αυτό το σημείο και έπειτα έπαιξε σημαίνοντα ρόλο στην εκπλήρωση Βιβλικών προφητειών. Στη θεόπνευστη προφητεία του Ησαΐα αναφορικά με την αποκατάσταση της Ιερουσαλήμ και του ναού της, αυτός ο Πέρσης ηγεμόνας είχε κατονομαστεί ως εκείνος τον οποίο είχε διορίσει ο Ιεχωβά Θεός για να πραγματοποιήσει την ανατροπή της Βαβυλώνας και την απελευθέρωση των Ιουδαίων που θα ήταν εξόριστοι εκεί. (Ησ 44:26–45:7) Παρότι αυτή η προφητεία είχε καταγραφεί ενάμιση και πλέον αιώνα προτού ανέλθει στην εξουσία ο Κύρος και παρότι η ερήμωση του Ιούδα προφανώς έλαβε χώρα προτού καν γεννηθεί ο Κύρος, ωστόσο ο Ιεχωβά διακήρυξε ότι ο Κύρος θα ενεργούσε ως «ποιμένας» Του για τον Ιουδαϊκό λαό. (Ησ 44:28· παράβαλε Ρω 4:17.) Λόγω του προκαταβολικού αυτού διορισμού του, ο Κύρος κλήθηκε ο “χρισμένος” του Ιεχωβά (στην εβραϊκή τύπος της λέξης μασίαχ, μεσσίας, και στην ελληνική χριστός). (Ησ 45:1) Το ότι ο Θεός “τον κάλεσε με το όνομά του” (Ησ 45:4) από τόσο νωρίς δεν υπονοεί ότι του έδωσε το όνομα «Κύρος» κατά τη γέννησή του, αλλά σημαίνει ότι ο Ιεχωβά προγνώριζε πως θα εγειρόταν ένας τέτοιος άντρας που θα είχε αυτό το όνομα και ότι η κλήση που θα του απηύθυνε ο Ιεχωβά δεν θα ήταν ανώνυμη αλλά άμεση, συγκεκριμένη, ονομαστική.
Έτσι λοιπόν, εν αγνοία του Βασιλιά Κύρου ο οποίος πιθανώς ήταν παγανιστής οπαδός του Ζωροαστρισμού, ο Ιεχωβά Θεός συμβολικά “κράτησε το δεξί χέρι του Κύρου” για να τον οδηγήσει ή να τον ενισχύσει, “περιζώνοντάς” τον αλλά και προετοιμάζοντας και εξομαλύνοντας το δρόμο προκειμένου να επιτελέσει αυτός το θεϊκό σκοπό: την κατάκτηση της Βαβυλώνας. (Ησ 45:1, 2, 5) Ως Εκείνος που «από την αρχή λέει το τέλος, και εκ των προτέρων τα πράγματα που δεν έχουν γίνει», ο Παντοδύναμος Θεός είχε διαμορφώσει κατά τέτοιον τρόπο τις συνθήκες στις ανθρώπινες υποθέσεις ώστε να εκτελέσει πλήρως τη βουλή του. Είχε καλέσει τον Κύρο «από την ανατολή», από την Περσία (Α της Βαβυλώνας), όπου ήταν χτισμένες οι Πασαργάδες, η αγαπημένη πρωτεύουσα του Κύρου, ο οποίος θα εφορμούσε ταχύτατα στη Βαβυλώνα σαν «αρπακτικό πουλί». (Ησ 46:10, 11) Είναι αξιοσημείωτο ότι, σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάνικα ([The Encyclopædia Britannica] 1910, Τόμ. 10, σ. 454), «οι Πέρσες είχαν ως έμβλημά τους έναν αετό ο οποίος βρισκόταν στην άκρη ενός δόρατος, ο δε ήλιος, ως ο θεός τους, απεικονιζόταν επίσης πάνω στα λάβαρά τους, τα οποία . . . φύλασσαν με το μεγαλύτερο ζήλο οι γενναιότεροι άντρες του στρατεύματος».
Πώς εξέτρεψε ο Κύρος το ρου του Ευφράτη;
Οι Βιβλικές προφητείες σχετικά με την κατάκτηση της Βαβυλώνας από τον Κύρο προέλεγαν ότι οι ποταμοί της θα ξεραίνονταν και ότι οι πύλες της θα έμεναν ανοιχτές, ότι η πόλη θα δεχόταν αιφνίδια εισβολή και ότι οι στρατιώτες της Βαβυλώνας δεν θα πρόβαλλαν καμιά αντίσταση. (Ησ 44:27· 45:1, 2· Ιερ 50:35-38· 51:30-32) Ο Ηρόδοτος περιγράφει μια βαθιά, πλατιά τάφρο η οποία περιέβαλλε τη Βαβυλώνα, αναφέροντας ότι η είσοδος στην πόλη ήταν δυνατή μέσα από πολυάριθμες μπρούντζινες (ή χάλκινες) πύλες που υπήρχαν στα εσωτερικά τείχη κατά μήκος του ποταμού Ευφράτη, ο οποίος διχοτομούσε την πόλη. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο (Α΄, 191, 192), ο Κύρος, αφού πολιόρκησε την πόλη, «διοχέτευσε τα νερά του ποταμού μέσω μιας διώρυγας στη λίμνη [την τεχνητή λίμνη την οποία λέγεται ότι είχε δημιουργήσει παλιότερα η Βασίλισσα Νίτωκρις] που μέχρι τότε ήταν έλος, και κατάφερε να ελαττώσει τη στάθμη του νερού σε σημείο που η παλιά κοίτη του ήταν πλέον διαβατή. Όταν έγινε αυτό, οι Πέρσες που είχαν τοποθετηθεί εκεί γι’ αυτόν το σκοπό μπήκαν στη Βαβυλώνα μέσα από την κοίτη του Ευφράτη, του οποίου η στάθμη είχε υποχωρήσει τόσο ώστε έφτανε σχεδόν μέχρι τη μέση του μηρού ενός άντρα. Και αν μεν οι Βαβυλώνιοι γνώριζαν εκ των προτέρων ή μάθαιναν τι σχεδίαζε ο Κύρος, θα άφηναν τους Πέρσες να μπουν στην πόλη και θα τους εξόντωναν με το χειρότερο τρόπο. Θα έκλειναν δηλαδή ερμητικά όλες τις πύλες που οδηγούσαν στον ποταμό, θα ανέβαιναν στα τείχη που βρίσκονταν στις όχθες του ποταμού και έτσι θα έπιαναν τους εχθρούς τους σαν σε παγίδα. Όπως ήρθαν τα πράγματα, όμως, οι Πέρσες τούς κατέλαβαν εξ απροόπτου, και λόγω της μεγάλης έκτασης της πόλης—όπως λένε οι κάτοικοί της—ενώ τα άκρα της είχαν καταληφθεί, όσοι κατοικούσαν στο κέντρο δεν αντιλήφθηκαν τίποτα, και στο μεταξύ χόρευαν και διασκέδαζαν σε γιορτή . . . μέχρις ότου έμαθαν την αλήθεια, και μάλιστα πολύ καλά. [Παράβαλε Δα 5:1-4, 30· Ιερ 50:24· 51:31, 32.] Με αυτόν τον τρόπο κυριεύτηκε τότε για πρώτη φορά η Βαβυλώνα».
Η αφήγηση του Ξενοφώντα διαφέρει κάπως ως προς τις λεπτομέρειες, αλλά περιέχει τα ίδια βασικά στοιχεία που αναφέρει και ο Ηρόδοτος. Ο Ξενοφών αναφέρει ότι ο Κύρος το θεωρούσε σχεδόν αδύνατον να καταλάβει με πόλεμο τα πανίσχυρα τείχη της Βαβυλώνας, και στη συνέχεια περιγράφει πώς ο Κύρος πολιόρκησε την πόλη, πώς εξέτρεψε το ρου του Ευφράτη σε χαντάκια και πώς έστειλε τις δυνάμεις του να περάσουν μέσα από την κοίτη του ποταμού και να μπουν στην πόλη μέσα από τα τείχη, ενώ η πόλη γιόρταζε. Τα στρατεύματα που τελούσαν υπό τις διαταγές του Γωβρύα και του Γαδάτα κατέλαβαν τους φρουρούς εξ απροόπτου και μπήκαν μέσα από τις ίδιες τις πύλες του ανακτόρου. Μέσα σε μια νύχτα «η πόλη καταλήφθηκε και ο βασιλιάς φονεύτηκε», ενώ οι Βαβυλώνιοι στρατιώτες που φρουρούσαν τα διάφορα οχυρά παραδόθηκαν το επόμενο πρωί.—Κύρου Παιδεία, Ζ΄, 5, 33· παράβαλε Ιερ 51:30.
Ο Ιουδαίος ιστορικός Ιώσηπος έχει καταγράψει την αφήγηση του Βαβυλώνιου ιερέα Βηρωσσού (του τρίτου αιώνα Π.Κ.Χ.) για την κατάκτηση του Κύρου ως εξής: «Το δέκατο έβδομο έτος της βασιλείας του [Ναβονίδη], ο Κύρος προέλασε από την Περσία με πολυπληθή στρατό, και αφού υπέταξε το υπόλοιπο βασίλειο, βάδισε εναντίον της Βαβυλωνίας. Πληροφορούμενος την προέλασή του, ο Ναβόννηδος [Ναβονίδης] βγήκε με το στρατό του για να τον αντιμετωπίσει, αλλά ηττήθηκε στη μάχη, οπότε τράπηκε σε φυγή μαζί με λίγους ακολούθους του και κλείστηκε στην πόλη Βορσίππα [τη δίδυμη πόλη της Βαβυλώνας]. Ο Κύρος κατέλαβε τη Βαβυλώνα και αφού διέταξε να γκρεμίσουν τα εξωτερικά τείχη της πόλης, επειδή έδειχνε πολύ επιβλητική και απόρθητη, προέλασε ως τη Βορσίππα για να πολιορκήσει τον Ναβόννηδο. Ο δε Ναβόννηδος παραδόθηκε χωρίς να περιμένει την πολιορκία και ο Κύρος, που του φέρθηκε με ανθρωπιά, τον απέπεμψε μεν από τη Βαβυλωνία αλλά του παραχώρησε την Καρμανία για να μείνει. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του ο Ναβόννηδος και εκεί πέθανε». (Κατ’ Απίωνος, Α΄, 150-153 [20]) Η διαφορά αυτής της αφήγησης από τις υπόλοιπες έγκειται κυρίως στα σχόλια γύρω από τις ενέργειες του Ναβονίδη και τη μεταχείριση που του επιφύλαξε ο Κύρος. Ωστόσο, εναρμονίζεται με τη Βιβλική αφήγηση η οποία λέει ότι ο Βαλτάσαρ, και όχι ο Ναβονίδης, ήταν ο βασιλιάς που θανατώθηκε τη νύχτα κατά την οποία έπεσε η Βαβυλώνα.—Βλέπε ΒΑΛΤΑΣΑΡ.
Οι πινακίδες σφηνοειδούς γραφής που ανακάλυψαν οι αρχαιολόγοι, αν και δεν αναφέρουν λεπτομέρειες σχετικά με το πώς ακριβώς έγινε η κατάκτηση, επιβεβαιώνουν πράγματι την αιφνίδια πτώση της Βαβυλώνας στα χέρια του Κύρου. Σύμφωνα με το Χρονικό του Ναβονίδη, κατά το τελευταίο, όπως αποδείχτηκε, έτος της βασιλείας του Ναβονίδη (539 Π.Κ.Χ.) το μήνα Τισρί (Σεπτέμβριος-Οκτώβριος), ο Κύρος επιτέθηκε στις βαβυλωνιακές δυνάμεις στην Ώπιδα και τις νίκησε. Η επιγραφή λέει στη συνέχεια: «Τη 14η ημέρα, η Σιπάρ καταλήφθηκε αμαχητί. Ο Ναβονίδης τράπηκε σε φυγή. Τη 16η ημέρα, ο Γωβρύας (Ουγκμπαρού), ο κυβερνήτης του Γούτιουμ, και τα στρατεύματα του Κύρου εισέβαλαν στη Βαβυλώνα αμαχητί. Έπειτα ο Ναβονίδης συνελήφθη στη Βαβυλώνα, όταν επέστρεψε . . . Το μήνα Αραχσάμνα [Μαρκεσβάν (Οκτώβριος-Νοέμβριος)], την 3η ημέρα, ο Κύρος μπήκε στη Βαβυλώνα». (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 306) Με βάση αυτή την επιγραφή, η ημερομηνία της πτώσης της Βαβυλώνας μπορεί να προσδιοριστεί ως η 16η Τισρί του 539 Π.Κ.Χ., η δε είσοδος του Κύρου σε αυτήν έλαβε χώρα 17 ημέρες αργότερα, στις 3 Μαρκεσβάν.
Αρχίζει η παγκόσμια κυριαρχία των Αρίων. Με αυτή τη νίκη, ο Κύρος έθεσε τέρμα στην κυριαρχία Σημιτών ηγεμόνων επί της Μεσοποταμίας και της Μέσης Ανατολής και έφερε σε ύπαρξη την πρώτη κυρίαρχη παγκόσμια δύναμη άριας καταγωγής. Ο Κύλινδρος του Κύρου, ένα κείμενο σφηνοειδούς γραφής που σύμφωνα με τους ιστορικούς γράφτηκε για να δημοσιοποιηθεί στη Βαβυλώνα, έχει έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, και ο Κύρος παρουσιάζεται σε αυτό να αποδίδει την τιμή για τη νίκη του στον Μαρντούκ, τον κυριότερο θεό της Βαβυλώνας, λέγοντας: «Αυτός [ο Μαρντούκ] ερεύνησε και έψαξε σε όλες τις χώρες αναζητώντας έναν δίκαιο ηγεμόνα, πρόθυμο να τον οδηγήσει . . . (στην ετήσια πομπή). (Κατόπιν) εξήγγειλε το όνομα του Κύρου (Κου-ρα-ας), βασιλιά του Ανσάν, τον ανακήρυξε (κυριολ.: πρόφερε το όνομά [του]) άρχοντα όλου του κόσμου. . . . Ο Μαρντούκ, ο μεγάλος κύριος, προστάτης του λαού/των λάτρεών του, είδε με ευχαρίστηση τα καλά έργα του (δηλαδή του Κύρου) και το μυαλό (κυριολ.: καρδιά) του που χαρακτηριζόταν από ευθύτητα (και γι’ αυτό) τον διέταξε να βαδίσει εναντίον της πόλης του της Βαβυλώνας (Κα-ντινγκίρ-ρα). Τον έκανε να πάρει το δρόμο για τη Βαβυλώνα (ΝΤΙΝ-ΤΙΡκι) βαδίζοντας στο πλευρό του σαν πραγματικός φίλος. Οι τεράστιες στρατιές του—ο αριθμός τους ήταν σαν τα νερά του ποταμού, απροσδιόριστος—περιδιάβαζαν, ενώ τα όπλα τους τα είχαν στις αποσκευές. Αμαχητί, τον οδήγησε μέσα στην πόλη του τη Βαβυλώνα (Σου-αν-να), ώστε να γλιτώσει τη Βαβυλώνα (Κα-ντινγκίρ-ρακι) από κάθε συμφορά».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 315.
Γιατί ο Κύλινδρος του Κύρου εξηγεί την πτώση της Βαβυλώνας διαφορετικά από ό,τι η Αγία Γραφή;
Παρά την ειδωλολατρική αυτή ερμηνεία των γεγονότων, η Αγία Γραφή δείχνει πως, όταν ο Κύρος διακήρυξε ότι έδινε στους εξόριστους Ιουδαίους την άδεια να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ και να ανοικοδομήσουν το ναό που υπήρχε εκεί, αναγνώρισε: «Όλα τα βασίλεια της γης μού έδωσε ο Ιεχωβά, ο Θεός των ουρανών, και ο ίδιος με διόρισε να του χτίσω οίκο στην Ιερουσαλήμ, η οποία βρίσκεται στον Ιούδα». (Εσδ 1:1, 2) Αυτό φυσικά δεν σημαίνει ότι ο Κύρος έγινε προσήλυτος στον Ιουδαϊσμό αλλά ότι απλώς γνώριζε τα Βιβλικά γεγονότα γύρω από τη νίκη του. Δεδομένου ότι ο Δανιήλ κατείχε υψηλό διοικητικό αξίωμα τόσο πριν όσο και μετά την πτώση της Βαβυλώνας (Δα 5:29· 6:1-3, 28), θα ήταν εξαιρετικά παράξενο να μην είχε πληροφορηθεί ο Κύρος τις προφητείες τις οποίες είχαν καταγράψει και εξαγγείλει οι προφήτες του Ιεχωβά, περιλαμβανομένης και της προφητείας του Ησαΐα που περιείχε ακόμη και το όνομα του Κύρου. Όσον αφορά τον Κύλινδρο του Κύρου, από τον οποίο ήδη παραθέσαμε, είναι παραδεκτό ότι πιθανόν να συνέβαλαν στην ετοιμασία αυτού του εγγράφου σφηνοειδούς γραφής άλλοι, εκτός του βασιλιά. Το βιβλίο Βιβλική Αρχαιολογία (Biblical Archaeology) του Τζ. Έρνεστ Ράιτ (1962, σ. 203) μιλάει για «το βασιλιά ή το επιτελείο που διαμόρφωσε το κείμενο» (παράβαλε την παρόμοια περίπτωση αναφορικά με τον Δαρείο στα εδάφια Δα 6:6-9), ενώ ο Δρ Έμιλ Γκ. Κρέλινγκ (Βιβλικός Άτλας Ραντ Μακ Νάλι [Rand McNally Bible Atlas], 1966, σ. 328) χαρακτηρίζει τον Κύλινδρο του Κύρου «προπαγανδιστικό κείμενο που συντάχθηκε από τους Βαβυλώνιους ιερείς». Πράγματι, αυτό το κείμενο μπορεί να συντάχθηκε υπό την επιρροή του βαβυλωνιακού κλήρου (Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 315, υποσ. 1), και έτσι να εξυπηρέτησε το σκοπό τους δίνοντας μια εξήγηση για την παταγώδη αποτυχία του Μαρντούκ (επίσης γνωστού ως Βηλ) και των άλλων βαβυλωνιακών θεών να σώσουν την πόλη, φτάνοντας μάλιστα μέχρι του σημείου να αποδίδει στον Μαρντούκ τα όσα είχε κάνει ο Ιεχωβά.—Παράβαλε Ησ 46:1, 2· 47:11-15.
Το Διάταγμα του Κύρου για την Επιστροφή των Εξορίστων. Με το διάταγμά του το οποίο τερμάτιζε την Ιουδαϊκή εξορία, ο Κύρος εκπλήρωσε την αποστολή του ως “χρισμένου ποιμένα” του Ιεχωβά για τον Ισραήλ. (2Χρ 36:22, 23· Εσδ 1:1-4) Η διακήρυξη αυτή έγινε «στο πρώτο έτος του Κύρου, του βασιλιά της Περσίας», δηλαδή το πρώτο έτος του ως ηγεμόνα της κατακτημένης Βαβυλώνας. Στο εδάφιο Δανιήλ 9:1 το Βιβλικό υπόμνημα κάνει λόγο για «το πρώτο έτος του Δαρείου», το οποίο μπορεί να παρεμβλήθηκε ανάμεσα στην πτώση της Βαβυλώνας και «στο πρώτο έτος του Κύρου» ως ηγεμόνα της Βαβυλώνας. Αν ήταν όντως έτσι, αυτό θα σήμαινε ότι ο συγγραφέας πιθανώς θεωρούσε πως το πρώτο έτος του Κύρου άρχισε στα τέλη του έτους 538 Π.Κ.Χ. Ωστόσο, αν θεωρήσουμε ότι ο Δαρείος κυβερνούσε τη Βαβυλώνα ως αντιβασιλιάς, οπότε η βασιλεία του ήταν παράλληλη με τη βασιλεία του Κύρου, τότε το πρώτο βασιλικό έτος του Κύρου, κατά το βαβυλωνιακό έθος, θα άρχιζε τον Νισάν του 538 και θα ολοκληρωνόταν τον Νισάν του 537 Π.Κ.Χ.
Με βάση το Βιβλικό υπόμνημα, το διάταγμα του Κύρου για την απελευθέρωση των Ιουδαίων και την επιστροφή τους στην Ιερουσαλήμ πιθανότατα εκδόθηκε στα τέλη του 538 ή στις αρχές του 537 Π.Κ.Χ. Αυτό θα έδινε στους Ιουδαίους εξορίστους το χρόνο να προετοιμαστούν για την αναχώρησή τους από τη Βαβυλώνα και να κάνουν το μακρύ ταξίδι μέχρι τη γη του Ιούδα και την Ιερουσαλήμ (ένα ταξίδι που θα μπορούσε να διαρκέσει γύρω στους τέσσερις μήνες, σύμφωνα με το εδάφιο Εσδ 7:9), και επιπλέον να είναι εγκατεστημένοι «στις πόλεις τους» στον Ιούδα “τον έβδομο μήνα” (Τισρί) του έτους 537 Π.Κ.Χ. (Εσδ 3:1, 6) Με αυτό σημειώθηκε το τέλος των προφητευμένων 70 ετών ερήμωσης του Ιούδα που άρχισαν τον ίδιο μήνα, το μήνα Τισρί, του 607 Π.Κ.Χ.—2Βα 25:22-26· 2Χρ 36:20, 21.
Η συνεργασία του Κύρου με τους Ιουδαίους ερχόταν σε αξιοσημείωτη αντίθεση με τη μεταχείριση που είχαν αυτοί από προγενέστερους ειδωλολάτρες ηγεμόνες. Ο Κύρος επέστρεψε τα πολύτιμα σκεύη του ναού που είχε μεταφέρει στη Βαβυλώνα ο Ναβουχοδονόσορ Β΄, τους έδωσε βασιλική εξουσιοδότηση να εισαγάγουν ξύλο κέδρου από τον Λίβανο και ενέκρινε τη χρηματοδότησή τους από τον οίκο του βασιλιά προκειμένου να καλυφτούν τα έξοδα οικοδόμησης. (Εσδ 1:7-11· 3:7· 6:3-5) Σύμφωνα με τον Κύλινδρο του Κύρου (ΕΙΚΟΝΑ, Τόμ. 2, σ. 332), ο Πέρσης ηγεμόνας τήρησε γενικά ανθρωπιστική και διαλλακτική πολιτική απέναντι στους κατακτημένους λαούς της επικράτειάς του. Η επιγραφή τον παρουσιάζει να λέει τα εξής: «Εγώ επανέφερα στις ιερές πόλεις [που κατονομάζονται πιο πάνω] στην άλλη πλευρά του Τίγρη—τα ιερά των οποίων είναι ερειπωμένα εδώ και πολύ καιρό—τις εικόνες που ζούσαν εκεί και έφτιαξα για αυτές μόνιμα ιερά. (Επίσης) σύναξα όλους τους (πρώην) κατοίκους τους και (τους) έδωσα πίσω τις κατοικίες τους».—Αρχαία Κείμενα από την Εγγύς Ανατολή, σ. 316.
Εκτός από τη βασιλική διακήρυξη που παρατίθεται στα εδάφια Έσδρας 1:1-4, η Αγία Γραφή αναφέρει και ένα ακόμη έγγραφο του Κύρου, ένα «υπόμνημα», το οποίο βρισκόταν στο αρχειοφυλάκιο στα Εκβάτανα της Μηδίας και ανακαλύφτηκε εκεί στη διάρκεια της βασιλείας του Δαρείου του Πέρση. (Εσδ 5:13-17· 6:1-5) Αναφορικά με αυτό το δεύτερο έγγραφο, ο καθηγητής Τζ. Έρνεστ Ράιτ δηλώνει: «[Αυτό] τιτλοφορείται ρητά ντικρόνα—επίσημος αραμαϊκός όρος για ένα υπόμνημα όπου είχε καταγραφεί μια προφορική απόφαση του βασιλιά ή κάποιου άλλου αξιωματούχου και η οποία έδινε το έναυσμα για κάποια διοικητική ενέργεια. Ποτέ δεν προοριζόταν για δημοσίευση, αλλά αποκλειστικά και μόνο για τον αρμόδιο αξιωματούχο, και στη συνέχεια αρχειοθετούνταν στα κυβερνητικά αρχεία».—Βιβλική Αρχαιολογία, σ. 203.
Θάνατος και Προφητική Σημασία. Πιστεύεται ότι ο Κύρος έπεσε σε κάποια μάχη το 530 Π.Κ.Χ., αλλά οι λεπτομέρειες είναι κάπως ασαφείς. Πριν από το θάνατό του, ο γιος του ο Καμβύσης Β΄ προφανώς έγινε συμβασιλιάς του, και όταν ο πατέρας του πέθανε τον διαδέχθηκε στο θρόνο της Περσίας ως ο μοναδικός άρχοντας.
Οι προφητείες για την αιφνίδια πτώση της συμβολικής Βαβυλώνας της Μεγάλης, οι οποίες εκτίθενται στο βιβλίο της Αποκάλυψης, παραλληλίζονται από πολλές απόψεις με την περιγραφή για την κατάκτηση της κατά γράμμα Βαβυλώνας από τον Κύρο. (Παράβαλε Απ 16:12· 18:7, 8 με Ησ 44:27, 28· 47:8, 9.) Ωστόσο, ο βασιλιάς που έχει τεθεί επικεφαλής των κραταιών στρατιωτικών δυνάμεων, ο οποίος περιγράφεται αμέσως μετά την αφήγηση για την πτώση της συμβολικής Βαβυλώνας, δεν είναι επίγειος βασιλιάς αλλά ο ουράνιος «Λόγος του Θεού», ο αληθινός χρισμένος Ποιμένας του Ιεχωβά, ο Χριστός Ιησούς.—Απ 19:1-3, 11-16.