ΤΣΟΥΚΝΙΔΑ
Όρος που αναφέρεται σε διάφορα φυτά με πριονωτά φύλλα τα οποία συνήθως καλύπτονται από πυκνές τρίχες που τσιμπούν και περιέχουν ερεθιστικό υγρό. Όταν κάποιος αγγίξει τις τρίχες, οι άκρες τους σπάζουν, και οι αιχμηρές σπασμένες μύτες εισχωρούν στο δέρμα, χύνοντας το υγρό μέσα στο τραύμα. Στην Παλαιστίνη είναι γνωστό ότι υπάρχουν τουλάχιστον τέσσερις ποικιλίες τσουκνίδας, από τις οποίες η πιο κοινή είναι η ουρτίκη η σφαιριανθής (Urtica pilulifera), που μπορεί να φτάσει σε ύψος τα 1,8 μ. και συναντάται κυρίως ανάμεσα σε ερείπια.
Οι εβραϊκές λέξεις χαρούλ (Παρ 24:31· Σοφ 2:9) και κιμμώς (Ησ 34:13· Ωσ 9:6) εφαρμόζονται σε φυτά που κατακλύζουν τα εγκαταλειμμένα χωράφια και τα ερείπια. Στο εδάφιο Ιώβ 30:7, η λέξη χαρούλ υποδηλώνει ψηλά φυτά. Μια άλλη εβραϊκή λέξη, η λέξη σιρπάδ («βάτος», KJ, ΛΧ, ΜΠΚ· «τσουκνίδα», Ro, ΦΙΛ· «τσουχτερή τσουκνίδα», ΜΝΚ), αντιδιαστέλλεται με τη μυρτιά.—Ησ 55:13.
Στο εδάφιο Παροιμίες 24:31, ένας τύπος της λέξης κιμμώς («τριβόλια», AT· «αγκάθια», KJ, ΒΑΜ, ΛΧ· «ζιζάνια», ΜΝΚ) θεωρείται από μερικούς ότι παραλληλίζεται με τη λέξη χαρούλ. Γι’ αυτόν το λόγο, ορισμένοι λόγιοι είναι της άποψης ότι η λέξη κιμμώς υποδηλώνει γενικά τα ζιζάνια, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι η λέξη χαρούλ μπορεί να είναι ένας γενικός όρος που εφαρμόζεται στα χαμόκλαδα. Η απόδοση της λέξης χαρούλ με τον όρο «τσουκνίδες» στο εδάφιο Ιώβ 30:7 έχει επίσης αμφισβητηθεί από ορισμένους με το επιχείρημα ότι οι άνθρωποι δεν θα αναζητούσαν οικειοθελώς καταφύγιο κάτω από τσουκνίδες. Ωστόσο, σε μια άνυδρη περιοχή, οι άνθρωποι μπορεί κάλλιστα να επωφεληθούν από τον ίσκιο ψηλών τσουκνίδων ή, εξαιτίας της πείνας, να μαζεύουν αυτά τα φυτά για τροφή. Άρα, η εν λόγω απόδοση είναι κατάλληλη.