ΣΙΤΑΡΙ
Σημαντικό δημητριακό που παρέχει από πολλού στον άνθρωπο ένα πολύτιμο είδος διατροφής και ενίοτε—τόσο στη σύγχρονη εποχή όσο και στην αρχαιότητα—διατίθεται σε τιμή διπλάσια ή τριπλάσια από του κριθαριού. (Παράβαλε 2Βα 7:1, 16, 18· Απ 6:6.) Από το σιτάρι (εβρ. κείμενο, χιττάχ· ελλ. κείμενο, σῖτος), είτε αυτό ήταν σκέτο είτε αναμειγμένο με άλλους σπόρους, παρασκευαζόταν συνήθως ψωμί. (Εξ 29:2· Ιεζ 4:9) Αυτό το δημητριακό το έτρωγαν επίσης ωμό (Ματ 12:1) και το θρυμμάτιζαν σε κόκκους. Ειδικά τα χλωρά στάχυα του σιταριού τα έψηναν. (Λευ 2:14· 2Σα 17:28) Το σιτάρι καταβαλλόταν ως φόρος υποτελείας από φυλές ή έθνη που είχαν ηττηθεί (2Χρ 27:5), και περιλαμβανόταν στις προσφορές προς τον Ιεχωβά.—1Χρ 23:29· Εσδ 6:9, 10.
Το ίδιο το φυτό, όταν είναι νεαρό, μοιάζει με χορτάρι και έχει ζωηρό πράσινο χρώμα. Ωστόσο, το ώριμο σιτάρι μπορεί να έχει ύψος 60 εκ. ως 1,5 μ. και είναι χρυσοκάστανο. Τα φύλλα του είναι μακριά και λεπτά, και ο κεντρικός βλαστός του απολήγει σε ένα στάχυ με σπόρους. Μια ποικιλία σιταριού (Triticum compositum) η οποία καλλιεργούνταν στην αρχαία Αίγυπτο, και υπάρχει ακόμη εκεί, έχει πολλά στάχυα ανά στέλεχος. (Παράβαλε Γε 41:22, 23.) Οι ποικιλίες σιταριού που καλλιεργούνται συνήθως στην Παλαιστίνη τα πιο πρόσφατα χρόνια, πιθανώς δε καλλιεργούνταν και στους Βιβλικούς χρόνους, έχουν άγανα, δηλαδή τραχιές, βελονοειδείς απολήξεις στα περισπέρμια.
Όπως είχε υποσχεθεί ο Θεός, οι Ισραηλίτες διαπίστωσαν ότι η Παλαιστίνη ήταν γη με σιτάρι και κριθάρι. (Δευ 8:8· 32:14· Ψλ 81:16· 147:14) Όχι μόνο κάλυπταν τις δικές τους ανάγκες, αλλά ήταν σε θέση και να εξάγουν σιτηρά. (2Χρ 2:8-10, 15) Στην εποχή του Ιεζεκιήλ, υπήρχαν στην εμπορική αγορά της Τύρου αγαθά από τον Ιούδα και τον Ισραήλ, μεταξύ των οποίων και «σιτάρι της Μιννίθ».—Ιεζ 27:17.
Η σπορά του σιταριού στην Παλαιστίνη γινόταν περίπου τον ίδιο καιρό με τη σπορά του κριθαριού, το μήνα Βουλ (Οκτώβριος-Νοέμβριος), αφού οι πρώιμες βροχές του φθινοπώρου είχαν μαλακώσει αρκετά το έδαφος ώστε να μπορεί να οργωθεί. (Ησ 28:24, 25) Ο θερισμός του σιταριού λάβαινε χώρα μετά το θερισμό του κριθαριού (Ρθ 2:23· παράβαλε Εξ 9:31, 32) και συνδεόταν στενά με τη Γιορτή των Εβδομάδων, ή αλλιώς Πεντηκοστή, το μήνα Σιβάν (Μάιος-Ιούνιος), κατά τη διάρκεια της οποίας δύο ένζυμα ψωμιά από σταρένιο αλεύρι φέρνονταν ως κινητή προσφορά στον Ιεχωβά. (Εξ 34:22· Λευ 23:17) Αφού αλώνιζαν, λίχνιζαν και κοσκίνιζαν το σιτάρι, συνήθως το αποθήκευαν σε υπόγειους λάκκους, τακτική στην οποία ίσως αναφέρεται έμμεσα το εδάφιο Ιερεμίας 41:8.
Η Αγία Γραφή μνημονεύει επίσης το σιτάρι αλληγορικά. Το χρησιμοποιεί για να συμβολίσει άτομα αποδεκτά από τον Ιεχωβά, “τους γιους της βασιλείας”. (Ματ 3:12· 13:24-30, 37, 38· Λου 3:17) Τόσο ο Ιησούς όσο και ο απόστολος Παύλος χρησιμοποίησαν το παράδειγμα του σιταριού αναφερόμενοι στην ανάσταση. (Ιωα 12:24· 1Κο 15:35-38) Και ο Ιησούς παρομοίασε με το κοσκίνισμα του σιταριού τη δοκιμασία την οποία θα περνούσαν οι μαθητές του, ως αποτέλεσμα των παθημάτων που θα υφίστατο ο ίδιος.—Λου 22:31.